×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ/Β1/625/2022

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Κατά το άρθρο 580 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να την δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα προεκτεθέντα, η υπ' αριθ. 442/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πατρών απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης, που του είχε επιδικάσει το επίδομα θέσης ευθύνης. Ήδη το αίτημα αυτό κρίθηκε μη νόμιμο. Εφόσον δε η υπόθεση δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση, πρέπει, μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης 442/2018 απόφασης, να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο, να γίνει δεκτή η έφεση του αναιρεσείοντος, να εξαφανισθεί η υπ' αριθ. 229/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών και να απορριφθεί η ένδικη αγωγή του αναιρεσιβλήτου, κατά το μέρος, που αφορά το επίδομα θέσης ευθύνης ως μη νόμιμη. Τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντα, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, θα επιβληθούν στον αναιρεσίβλητο, λόγω της ήττας του [άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ], αφού υποβάλλεται σχετικό αίτημα, όμως δεν θα επιβληθούν μειωμένα, καθότι η νομική υποστήριξη του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. στο παρόν Δικαστήριο, δεν διεξήχθη από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους [άρθρ. 22 παρ. 1, 3 Ν. 3693/1957, ΑΠ 920/2019, 1382/2017].


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1611/2020

Τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα...Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, και δοθέντος ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί κατά τα μέρη αυτής που αναφέρονται στις σκέψεις 9 και 15. Η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό κατά το μέρος που αφορά στο σύνολο των εγγραφών του 29/23.12.2016 χρηματικού καταλόγου για τέλη κυκλοφορίας οχημάτων των ετών 1998-2001 και πρόστιμα λόγω μη καταβολής των τελών αυτών και, κατά συνέπεια, το Δικαστήριο την κρατεί και δικάζει την προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά το μέρος αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 57 του π.δ. 18/1989, ακυρώνει δε τις εγγραφές αυτές για τον προεκτεθέντα βάσιμο, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στις σκέψεις 6 και 9, λόγο της προσφυγής. Κατά τα λοιπά, ήτοι κατά το μέρος που αφορά στις εγγραφές των 4/23.2.2017 και 6/13.3.2017 χρηματικών καταλόγων που αφορούν στα έτη έως και το 2011, καθώς και εκείνες που αφορούν σε αυτοκίνητα για τα έτη μετά το 2011, πλην όσων, κατά την αναιρεσιβαλλομένη, δεν ήταν αυτοκίνητα καθαριότητας, η υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεων ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο εκδόν την αναιρουμένη απόφαση δικαστήριο για νέα κρίση, και ειδικότερα για να κρίνει ποιές από τις εγγραφές των ανωτέρω δύο χρηματικών καταλόγων αφορούν στα έτη έως και το 2011, και, επομένως, οι σχετικές αξιώσεις του Δημοσίου έχουν υποπέσει σε παραγραφή, και ποιές από τις εγγραφές των χρηματικών αυτών καταλόγων για τα έτη μετά το 2011 αφορούν σε αυτοκίνητα καθαριότητας του αναιρεσείοντος συνδέσμου, τα οποία απαλλάσσονται από τα επίμαχα τέλη καθαριότητας.


ΤΡΙΜ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/368/2020

Καταβολή αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης...Στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα με την αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, τα δικαστικά έξοδα των αιτούντων για την προκείμενη δίκη προσδιορισμού της οριστικής αποζημίωσης, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), πρέπει, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να επιβληθούν σε βάρος του καθ’ ου Ελληνικού Δημοσίου (που υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 Ν. 4270/2014) ως υπόχρεου προς καταβολή της επίδικης αποζημίωσης, και περιλαμβάνουν: α) την αμοιβή για την παράσταση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους μετά των εξόδων του ενώπιον του Εφετείου τούτου (με τριμελή σύνθεση) και του Μονομελούς Εφετείου στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ και β) στην αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου τους για τη σύνταξη των αιτήσεων και των προτάσεων ενώπιον του Εφετείου (με τριμελή σύνθεση) και του Μονομελούς Εφετείου, η οποία πρέπει να καθοριστεί σε ποσοστό 1% (2% : 2) της αποζημίωσης, για την σύνταξη των αιτήσεων και σε ποσοστό 0,50% για τη σύνταξη προτάσεων επί των αιτήσεων, δηλαδή σε συνολικό ποσοστό 1,5% επί της ως άνω καθορισθείσης αποζημίωσης.


ΣτΕ/3575/2013

ΤΕΛΟΣ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ - ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟΥ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (...)Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι, κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 67 του Κ.Φ.Δ., το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη αναγραφής στο αποδεικτικό επιδόσεως της Τελωνειακής Αρχής που παρήγγειλε την επίδοση συνεπάγεται την ακυρότητα της επιδόσεως. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, διότι, κατά τα προαναφερθέντα, η ανωτέρω παράλειψη δεν συνεπάγεται αναγκαίως την ακυρότητα της επιδόσεως, η οποία μπορεί να επέλθει μόνον αν, κατά την κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, δημιουργείται από αυτήν αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επιδοθέντος εγγράφου. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία αρκέσθηκε στην προαναφερθείσα παράλειψη, χωρίς να ερευνήσει αν από αυτήν δημιουργείται αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επιδοθέντος εγγράφου και αν από το όλο περιεχόμενο του αποδεικτικού ήταν δυνατόν να προσδιορισθεί επαρκώς η επιδοθείσα καταλογιστική πράξη, δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη και πρέπει να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση. Διά ταύτα Δέχεται την αίτηση.


ΣΤΕ 2591/1999

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ: Η κρίση όμως αυτή της προσβαλλόμενης απόφασης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, γιατί, κατά τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέψη, το εν λόγω ποσό, που καταβλήθηκε στην αναιρεσίβλητη με βάση δικαστικές αποφάσεις, ανεξαρτήτως αν τούτο επιδικάστηκε σε αυτήν ως αποζημίωση του άρθρου 105 του Εισ. Ν.Α.Κ., δεν φέρει πράγματι χαρακτήρα αποζημιώσεως προς ανόρθωση επελθούσας ζημίας, δηλαδή αποζημιώσεως μη αποτελούσης εισόδημα και, ως εκ τούτου, μη υποκείμενης σε φόρο εισοδήματος, αλλ' αποτελεί εισόδημα ΣΤ' πηγής υποκείμενο σε φόρο εισοδήματος κατά τις ειδικές περί τούτου διατάξεις. Για το λόγο αυτό, που βάσιμα προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Κατόπιν αυτών, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση κατ' ουσίαν.


ΣΤΕ/4364/2014

Εκτέλεση έργου:..Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, διότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το αναιρεσείον με το από 19.6.2006 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, κατά τον οποίο ο υποβληθείς από την αναιρεσίβλητη 6ος λογαριασμός του έργου δεν συνοδευόταν από τις απαραίτητες, κατά το νόμο, για την πληρωμή του βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας αυτής, δεν ήταν αλυσιτελής, όπως βασίμως προβάλλεται. Τούτο δε διότι σε περίπτωση που η αναιρεσίβλητη δεν είχε υποβάλει μαζί με τον 6ο λογαριασμό και τις ανωτέρω βεβαιώσεις, δεν θα υφίστατο υπαιτιότητα του Δημοσίου ως κυρίου του έργου για τη μη πληρωμή του και συνεπώς, δεν θα ήταν νόμιμη η από 21.6.2004 δήλωση της αναιρεσίβλητης περί διακοπής των εργασιών του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4.Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΝΣΚ/170/2000

Ληξιαρχικές πράξεις. Μητρώα. Δυνατότητα προσθήκης στα Μητρώα Αρρένων και δευτέρου κυρίου ονόματος, το οποίο αποκτήθηκε κατά τη μοναχική κουρά, κατόπιν αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου (εκουσία δικαιοδοσία).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Προεδρεύων: Κ.Βολτής, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Ν.Μαυρίκας, Νομικός Σύμβουλος Μετά την έκδοση απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (εκουσία δικαιοδοσία) με την οποία διετάχθη η προσθήκη στο κύριο όνομα και του αποκτηθέντος τοιούτου, κατά τη μοναχική κουρά, και ανεξαρτήτως της ορθότητος του σκεπτικού της, υπό το δεδομένο, ότι εχώρησε συμμόρφωση της Διοίκησης, (καταχώριση στα οικεία ληξιαρχικά βιβλία και μνεία, υπό μορφή παρατηρήσεως, στα δημοτολόγια) θα πρέπει να χωρήσει, η άνω προσθήκη, και στα βιβλία των Μητρώων Αρρένων.


ΣΤΕ 837/2012

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, προκειμένου να απορρίψει τον λόγο προσφυγής του αναδόχου, σύμφωνα με τον οποίο η καθυστέρηση εκδόσεως της άδειας του Λιμεναρχείου οφείλετο στην έλλειψη γνωμοδοτήσεων που αφορούσαν την καταρχήν έγκριση του έργου και όχι την εκτέλεση αυτού, όφειλε να βεβαιώσει την ύπαρξη των εν λόγω γνωμοδοτήσεων με ρητή μνεία του αριθμού πρωτοκόλλου και του χρόνου εκδόσεως αυτών, και όχι να αρκεσθεί στην αόριστη μνεία περί υπάρξεως αυτών, η οποία περιέχεται σε έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Έργων του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. Η ανάγκη ειδικής αιτιολογήσεως της κρίσεως του δικαστηρίου παρίστατο επιβεβλημένη και εν όψει του γεγονότος ότι, όπως αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, οι αρμόδιες Υπηρεσίες προέβησαν σε νέα έκδοση των επίμαχων γνωμοδοτήσεων, η οποία δεν διευκρινίζεται αν ήταν επανάληψη ή το πρώτον χορήγηση των απαιτούμενων εγκρίσεων. Με τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται ελλιπής ως προς τη νόμιμη βάση της και για το λόγο τούτο, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο δικάσαν δικαστήριο προς νέα κρίση.


ΣτΕ/3576/2013

ΤΕΛΟΣ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑΣ - ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟΥ ΕΠΙΔΟΣΗΣ (...)Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι, κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 67 του Κ.Φ.Δ., το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη αναγραφής στο αποδεικτικό επιδόσεως της Τελωνειακής Αρχής που παρήγγειλε την επίδοση συνεπάγεται την ακυρότητα της επιδόσεως. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, διότι, κατά τα προαναφερθέντα, η ανωτέρω παράλειψη δεν συνεπάγεται αναγκαίως την ακυρότητα της επιδόσεως, η οποία μπορεί να επέλθει μόνον αν, κατά την κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, δημιουργείται από αυτήν αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επιδοθέντος εγγράφου. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία αρκέσθηκε στην προαναφερθείσα παράλειψη, χωρίς να ερευνήσει αν από αυτήν δημιουργείται αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του επιδοθέντος εγγράφου και αν από το όλο περιεχόμενο του αποδεικτικού ήταν δυνατόν να προσδιορισθεί επαρκώς η επιδοθείσα καταλογιστική πράξη, δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη και πρέπει να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση. Διά ταύτα Δέχεται την αίτηση.



ΕΙΡΖΑΚ/78/2019

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και δεδομένου ότι το ζήτημα της υλικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, η κρισιολογούμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει δικαιοδοσίας (άρθρα 2 και 4 ΚΠολΔ) τόσο ως προς την κύρια βάση αυτής, όσο και ως προς την επικουρική βάση αυτής, δεκτού γενομένου του σχετικού προβληθέντος εκ μέρους του εναγόμενου ισχυρισμού. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου Δήμου, πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του ενάγοντος, λόγω της ήττας του τελευταίου, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό, χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 22 παρ. 1 Ν 3693/1957 για επιβολή μειωμένης δικαστικής δαπάνης, καθώς η Νομική Υπηρεσία του εναγόμενου Δήμου δεν παρέχεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.


ΣΤΕ/2527/2003

Ατομική διοικητική πράξη- δημοσίευση:...Με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έγινε δεκτό, κατ' απόρριψη της αιτήσεως, ότι η απαλλοτρίωση εγκύρως συντελέσθηκε με την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 1.11.1999, ημέρα Δευτέρα, της ειδοποιήσεως για την γενομένη παρακατάθεση, εν όψει του ότι η τελευταία ημέρα του δεκαοκταμήνου από την δημοσίευση της δικαστικής αποφάσεως για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως, δηλαδή η 30.10.1999, ήταν Σάββατο. Τον ισχυρισμό δε του αναιρεσείοντος για την πραγματική κυκλοφορία του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως σε μεταγενέστερη ημερομηνία απέρριψε το δικαστήριο ως μη ουσιώδη, με την σκέψη ότι κρίσιμη, κατά την έννοια των διατάξεων του ν.δ/τος 797/1971 και του ν. 301/1976, είναι, εν προκειμένω, μόνον η ημερομηνία την οποία φέρει το φύλλο και κατά την οποία τεκμαίρεται αμαχήτως ότι αυτό εκυκλοφόρησε, και ότι η ημέρα της πραγματικής κυκλοφορίας του, όταν δεν συμπίπτει με την ημερομηνία που φέρει το φύλλο, λαμβάνεται υπ' όψιν μόνον ως αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά κανονιστικών πράξεων. Η κρίση όμως αυτή του δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν είναι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη, δεδομένου ότι, στην ως άνω περίπτωση, κρίσιμη είναι η ημέρα πραγματικής κυκλοφορίας του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και όχι η ημερομηνία την οποία αυτό φέρει, όταν αυτές δεν συμπίπτουν, επομένως δε ο προβληθείς από τον αναιρεσείοντα σχετικός ισχυρισμός ήταν ουσιώδης. Για τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινομένη αίτηση, πρέπει αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθή η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό μέρος, πρέπει να παραπεμφθή στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.