Αριθμ. 37393/2028/2003
Τύπος: Αποφάσεις
Μέτρα και όροι για τις εκπομπές θορύβου στο περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε εξωτερικούς χώρους.
Τροποποιήθηκε από την Η.Π. 9272/471/2007-ΦΕΚ Β 286/2007
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
9272/471/2007
Τροποποίηση του άρθρου 8 της υπ’ αριθμ. 37393/2028/2003 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 1418), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2005/88/ΕΚ «για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/14/ΕΚ για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την εκπομπή θορύβου στο περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε εξωτερικούς χώρους», του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2005.
Αριθμ. 13586/724/2006
Καθορισμός μέτρων, όρων και μεθόδων για την αξιολόγηση και τη διαχείριση του θορύβου στο περιβάλλον, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2002/49/ΕΚ «σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου» του Συμβουλίου της 25.6.2002».
ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/27136/1793/2018
Τροποποίηση της 13586/724/2006 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός μέτρων, όρων και μεθόδων για την αξιολόγηση και τη διαχείριση του θορύβου στο περιβάλλον, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2002/49/ΕΚ «σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του περιβαλλοντικού θορύβου» του Συμβουλίου της 25.6.2002 (Β΄ 384).
Υ.Α. Η.Π. 29457/1511/2005
Καθορισμός μέτρων και όρων για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων που προέρχονται από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2001/80/ΕΚ «για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις», του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2001
Τροποποιήθηκε από : Υ.Α. Η.Π. 48416/2037/Ε.103/2011, (2516/Β/7.11.2011) «Μέτρα και όροι για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς - Τροποποίηση της υπ αριθμ. 29457/1511/2005 (992/Β) κοινής υπουργικής απόφασης, του Π.Δ 51/2007 (54/Α) και του Π.Δ 148/2009 (190/Α), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1013/2006»
Αριθμ. Η.Π. 54409/2632/2004
Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ «σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου» του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003 και άλλες διατάξεις.
Τροποποιήθηκε με τις Η.Π. 9267/468/2007 (ΦΕΚ 286 Β/2-3-2007) ,57495/2959/Ε103/2010 (ΦΕΚ 2030 Β/29-12-2010) και 26910/852/Ε103/2013 (ΦΕΚ 1021 Β/25-4-2013) ΚΥΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΉΘΗΚΕ -ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΉΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ 181478/965/2017- ΦΕΚ: 3763/Β/2017 -Τροποποίηση και κωδικοποίηση της υπ’ αριθμ. Η.Π. 54409/2632/2004 κοινής υπουργικής απόφασης «Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ “σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινό- τητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου” του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2003 και άλλες διατάξεις», (Β΄ 1931) όπως αυτή έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/392/2008 (ΣΤ΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)
Νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του σχεδίου σύμβασης του έργου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ….«Έργα Διευθέτησης Χειμάρρου .....», Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι πριν την έναρξη πραγματοποίησης των έργων που με την ως άνω Κ.Υ.Α. έχουν καταταγεί σε μία ή περισσότερες από τις τρεις κατηγορίες που προβλέπει το άρθρο 3 του ν. 1650/1986, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα διευθέτησης της ροής των υδάτων (Α κατηγορία) , απαιτείται, ως κύριο μέσο εφαρμογής της αρχής της πρόληψης, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη δε πραγματοποίησης του έργου θεωρείται όχι μόνο η υλική ενέργεια εκτέλεσης αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξης, αποτελούσας προϋπόθεση έναρξης της κατασκευής του. Συνακόλουθα , η παράλειψη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν της έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της οικείας δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, η οποία δεν καλύπτεται από τη μεταγενέστερη έκδοση της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατασκευής και λειτουργίας του έργου. Τούτο διότι η ως άνω πλημμέλεια, άγουσα στη δημιουργία νέας πραγματικής και νομικής κατάστασης, κατά παραγνώριση των αξιώσεων της αρχής της νομιμότητας, καθώς και των περί προστασίας του περιβάλλοντος κοινοτικών και εθνικών διατάξεων, ως και της ανάγκης της εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον, εξακολουθεί να υφίσταται, καθόσον δεν έχει προηγηθεί η εκτίμηση των επιπτώσεων του προκείμενου έργου στο περιβάλλον (βλ. Ολομ. ΣτΕ 2175/2004, Πράξη VI Τμήματος Ελ.Συν. 33/2007).
ΑΕΠΠ/1875/2021
Οι προσφεύγοντες αίτουνται την ακύρωση της υπ’ αριθ. … Διακήρυξης και του υπ’ αρ. πρωτ. …/08-11-2021 εγγράφου διευκρινίσεων της Αναθέτουσας Αρχής, ειδικά ως προς τον όρο 2.2.6 που αφορά την απαίτηση για παρόμοια σύμβαση σε ισχύ κατά την υποβολή των προσφορών. Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά την ανάδειξη αναδόχου για τους κτιριακούς χώρους και το περιβάλλον ενός νοσοκομείου, με εκτιμώμενη αξία 190.000 ευρώ άνευ ΦΠΑ και διάρκεια ενός μήνα. Οι προσφεύγοντες θεωρούν ότι οι όροι της διακήρυξης είναι αδικαιολόγητοι και περιορίζουν τον ανταγωνισμό, καθώς απαιτούν υψηλά κριτήρια οικονομικής και τεχνικής ικανότητας που δεν είναι ανάλογα με το αντικείμεγο της σύμβασης.
ΑΕΠΠ/439/2018
Με την προδικαστική προσφυγή της, η προσφεύγουσα εταιρεία ζητά την ακύρωση των όρων της Διακήρυξης με αριθ. 3/2018, οι οποίοι αφορούν στην προμήθεια του Είδους Β: «Αντιδραστήρια Γενικής Αίματος με Συνοδό Εξοπλισμό» και προϋπολογίζονται σε 81.790,40 ευρώ. Οι όροι αυτοί, κατά τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας, τίθενται ασαφώς και αορίστως, παραβιάζοντας τους κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις και θίγοντας το δικαίωμα συμμετοχής της στον διαγωνισμό. Ειδικότερα, κρίνονται αμφισβητήσιμοι οι όροι που δεν προσδιορίζουν ως ελάχιστες απαιτήσεις όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά αφήνουν περιθώριο εκτίμησης στην αναθέτουσα αρχή για τη θετική αξιολόγηση ορισμένων από αυτά, όπως η ελληνόγλωσση διεπαφή η χρήση barcode.
ΕΣ/ΤΜ.6/7384/2015
Προγραμματική σύμβαση:Ζητείται η ανάκληση της 10/2015 πράξης της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι εν προκειμένω δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου τιθέμενες προϋποθέσεις για τη νόμιμη σύναψη προγραμματικής σύμβασης. Και τούτο, διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη (ΙΙ), δεν προβλέπεται η εκ μέρους ΦΟ.Δ.Σ.Α., που έχει συσταθεί και παρέχει υπηρεσίες έστω και αν δεν είναι πλήρως στελεχωμένος με προσωπικό, ανάθεση με προγραμματική σύμβαση σε Δήμο της διαχείρισης στερεών αποβλήτων, για την οποία ο ίδιος είναι αρμόδιος. Ειδικότερα, ο ΦΟ.Δ.Σ.Α. Κεντρικής Μακεδονίας λειτουργεί εν τοις πράγμασι, έστω και με προσωπικό με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου [βλ. και την ΣΟΧ 1/2015 (με αρ. πρωτ. 8214/8.10.2015 και ΑΔΑ 7Δ140ΞΝ – ΔΦΣ) ανακοίνωση του Προέδρου του ΦΟ.Δ.Σ.Α.] όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αυτός ήδη διαχειρίζεται τα στερεά απόβλητα της Περιφέρειάς του λειτουργώντας είτε ο ίδιος είτε κατόπιν ανάθεσης σε ιδιώτες 15 Χώρους Υγειονομικής Ταφής Αποβλήτων (ΧΥΤΑ στην ΠΕ ...., ....-...., Χαλκιδικής, Πιερίας κ.ά.), ενώ και τα συλλογικά του όργανα (Διοικητικό Συμβούλιο, Εκτελεστική Επιτροπή) λειτουργούν πλήρως, καθώς συνεδριάζουν και εκδίδουν αποφάσεις και εγκρίνουν προϋπολογισμό (βλ. και Απόφαση VI Τμ. 1067/2015). Κατά συνέπεια, δεν νοείται ότι νομίμως προβαίνει στη σύναψη της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης επικαλούμενος έλλειψη προσωπικού και μάλιστα εφόσον δεν κάνει χρήση της παρεχόμενης από τις κείμενες διατάξεις δυνατότητας να προσλάβει το αναγκαίο προσωπικό έστω και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, κρίνοντας ότι απαιτείται ένας μόνο εργαζόμενος για τη λειτουργία του συγκεκριμένου ΧΥΤΑ. Επομένως αλυσιτελώς προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση ότι λόγω μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας πρόσληψης του προσωπικού, ο αιτών ΦΟ.Δ.Σ.Α. δεν είναι σε θέση να εκτελέσει τις επίμαχες υπηρεσίες. Περαιτέρω, η ανάθεση αυτή, εφόσον δεν πρόκειται περί σύνομης προγραμματικής σύμβασης, αντίκειται και στα άρθρα 22 έως 25 του π.δ. 60/2007, καθώς αποτελεί μία χωρίς τη συνδρομή των σχετικών προϋποθέσεων απευθείας ανάθεση στον ως άνω Δήμο δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών, που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως εσωτερική συναλλαγή (in house) μεταξύ του ως άνω ΦΟ.Δ.Σ.Α. και του Δήμου ....-..... Και τούτο, διότι ο πρώτος δεν ασκεί στον αντισυμβαλλόμενό του Δήμο έλεγχο ανάλογο με αυτόν που ασκεί επί των δικών του υπηρεσιών, δεδομένου ότι ούτε έχει συστήσει τον Δήμο ούτε τον χρηματοδοτεί ούτε τον διοικεί αμέσως ή εμμέσως, συγκροτώντας έστω και εν μέρει το Δημοτικό του Συμβούλιο ή άλλα συλλογικά του όργανα, ούτε τον εποπτεύει, καθώς δεν διαθέτει τη δυνατότητα έγκρισης των αποφάσεών του. Ως εκ τούτου αβασίμως ισχυρίζεται ο αιτών ότι λόγω έλλειψης προσωπικού, δεν έχει την πραγματική δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτον και παρακολούθησης της εκτέλεσης από αυτόν των σχετικών υπηρεσιών, δοθέντος ότι από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι προέβη σε ανάθεση της διαχείρισης άλλου ΧΥΤΑ αρμοδιότητάς του, ήτοι του ΧΥΤΑ της 2ης ΔΕ ΠΕ ....-.... με ανοικτό διαγωνισμό σε ιδιώτη (γεγονός που και ο ίδιος ο αιτών ομολογεί). Κατά τη γνώμη της Συμβούλου Κωνσταντίνας Ζώη, από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης δεν αποδεικνύεται ότι χωρίς υπαιτιότητά του ο αιτών δεν διαθέτει το απαραίτητο προσωπικό και συνεπώς μπορεί νόμιμα να αναλάβει ο δήμος ....-.... με την επίμαχη προγραμματική σύμβαση τη διαχείριση του ΧΥΤΑ Γιαννιτσών. Και τούτο διότι, ανεξαρτήτως αν οι προβλεπόμενες στον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του αιτούντος θέσεις παραμένουν κατά τους ισχυρισμούς του κενές, από τις προσκομιζόμενες ανακοινώσεις πρόσληψης προσωπικού ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου προκύπτει ότι μόνο σε μία περίπτωση [απόφαση 748/2015 (ορθή επανάληψη) της Εκτελεστικής Επιτροπής και ανακοίνωση ΣΟΧ 1/2015] ζητήθηκε για το ΧΥΤΑ Γιαννιτσών προσωπικό και συγκεκριμένα για μία θέση ΠΕ Τοπογράφων Μηχανικών. Περαιτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η περιεχόμενη στο άρθρο 7 παρ. 2 του σχεδίου σύμβασης εκτίμηση της αναμενόμενης ποσότητας των απορριμμάτων, σε σχέση με την αντίστοιχη του παρελθόντος έτους, παρίσταται επαρκώς αιτιολογημένη, ενόψει του ότι, όπως αναφέρεται στην 29/27.2.2015 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ....-...., ο Δήμος Παιονίας, ο οποίος μέχρι προσφάτως εξυπηρετείτο από το ΧΥΤΑ Γιαννιτσών και κατά το έτος 2014 διέθεσε ποσότητα 1.326,660 τόνων απορριμμάτων (βλ. το χωρίς ημερομηνία έγγραφο «ΤΟΝΑΖ ΧΥΤΑ ΓΙΑΝΝΙΤΣΩΝ 2014» του αιτούντος ΦΟ.Δ.Σ.Α.), πρόκειται στο εξής να εναποθέτει τα απορρίμματά του σε άλλον ΧΥΤΑ. Επιπροσθέτως, στο ίδιο άρθρο του ελεγχόμενου σχεδίου παρατίθεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός της σύμβασης, ο σχετικός πίνακας τεκμηρίωσης του κόστους των παρεχομένων υπηρεσιών και οι περιλαμβανόμενες στην αποζημίωση του Δήμου ....-.... επιμέρους δαπάνες. Ενόψει τούτων, ο προσδιορισμός της συμβατικής τιμής των 17 ευρώ ανά τόνο εισερχομένων απορριμμάτων αιτιολογείται επαρκώς, βασίμως δε προβάλλεται ότι η διαπιστωθείσα απόκλισή της από τη συμφωνηθείσα με τον τρίτο ιδιώτη – διαχειριστή του ΧΥΤΑ της 2ης ΔΕ ΠΕ ....-.... χαμηλότερη τιμή (15 ευρώ), οφείλεται στη διαφοροποίηση μεταξύ του επιχειρηματικού κέρδους του ιδιώτη – διαχειριστή και του βαρύνοντος το Δήμο ....-.... λειτουργικού κόστους. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι οι καθοριζόμενες στη 13/2013 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου της 3ης ΔΕ Νομού ....-.... τιμές (κοινά αστικά απορρίμματα: 25 ευρώ ανά τόνο, απορρίμματα επαγγελματιών ιδιωτών: 38 ευρώ ανά τόνο) αφορούν στην αποζημίωση που καταβάλλεται στον τελευταίο από τους χρήστες του ΧΥΤΑ Γιαννιτσών και όχι στην αποζημίωση που καταβάλλει ο αιτών ΦΟ.Δ.Σ.Α. σε φορέα, στον οποίο αναθέτει συμβατικώς τη διαχείριση του ΧΥΤΑ. Πάντως, το Τμήμα κρίνει ότι οι ως άνω διαπιστωθείσες με την προσβαλλόμενη πράξη πλημμέλειες δεν αφορούν σε τεχνικές κρίσεις της Διοίκησης αλλά στην πληρότητα και επάρκεια της αιτιολογίας της απόκλισης των προβλεπόμενων στην ελεγχόμενη σύμβαση σε σχέση με τα αντίστοιχα συγκριτικά στοιχεία προηγούμενων ετών (πρβλ. ΕΣ VI Tμ. 2295/2014). Συνεπώς, ο λόγος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος. Τέλος, απορριπτέος κρίνεται ο προβληθείς ισχυρισμός περί συγγνωστής πλάνης των οργάνων του αιτούντος, διότι η συγγνωστή πλάνη ως απόρροια της αρχής της επιείκειας αποτελεί γενική αρχή, η οποία δεν μπορεί να κατισχύει διατάξεων ανώτερης τυπικής ισχύος, ιδία δε να παρακάμπτει διατάξεις του κοινοτικού δικαίου περί ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, μόνη δε η επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος δεν αρκεί για να θεωρηθεί συγγνωστή η μη τήρηση της ορθής διαδικασίας (βλ. Αποφάσεις Τμ. Μειζ. - Επταμ. Σύνθεσης 3998/2013, VI Τμήματος 3631, 2270, 27, 25/2013, 3491, 2811, 2790, 1130/2012).
ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010
Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.