Δ3(α)/16463/2025
Τύπος: Αποφάσεις
ΦΕΚ: 2649/Β/29.05.2025
Τροποποίηση της υπό στοιχεία Γ5α/53625/19.9.2017 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Υγείας «Εναρμόνιση της Εθνικής Νομοθεσίας προς την αντίστοιχη Κοινοτική ΟΔ/2002/46ΕΚ “για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής" Επικαιροποιημένα Παραρτήματα της ΟΔ/2002/46/ΕΚ, όπως ισχύουν» (Β’ 3328), σε συνέχεια δημοσίευσης των Κανονισμών (EE) 2024/248 και 2025/352.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Γ5α/53625/2017
Εναρμόνιση της Εθνικής Νομοθεσίας προς την αντίστοιχη Κοινοτική ΟΔ/2002/46/ΕΚ «για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής» και κωδικοποίηση των ισχυουσών διατάξεων σε ενιαίο κείμενο – Επικαιροποιημένα Παραρτήματα της ΟΔ/2002/46/ΕΚ, όπως ισχύουν.
Π.Δ.115/2010
Απλούστευση των διαδικασιών καταχώρισης και δημοσίευσης πληροφοριών στον κτηνιατρικό τομέα, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 2008/73/ΕΚ του Συμβουλίου (L. 219/40/14-8-2008) και εκτέλεση της απόφασης 2009/436/ΕΚ του Συμβουλίου (L. 145/43/ 10-6-2009). Τροποποίηση του π.δ. 308/2000 (Α΄252) και σε εκτέλεση των Καν. (ΕΚ) αριθ. 535/2002 της Επιτροπής (L. 80/22/23-03-2002), 1226/2002 της Επιτροπής (L. 179/13/09-07-2002), 21/2004, άρθρο 16, του Συμβουλίου (L. 5/8/9-1-2004), 1/2005 άρθρο 34 του Συμβουλίου (L. 3/1/5-1-2005) και των αποφάσεων της Επιτροπής αριθ. 2006/911/ΕΚ (L. 346/41/9-12-2006), 2007/729/ΕΚ (L. 294/26/13-11-2007) και 2008/984/ΕΚ (L. 352/38/31-12-2008).
ΔΕΚ/T‑495/2004
«Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών – Κοινοτική διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών – Προφανές ουσιώδες σφάλμα – Ανάθεση στον υποβαλόντα την πλέον συμφέρουσα προσφορά – Υπερβολικά χαμηλή προσφορά – Άρθρο 139, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2342/2002 – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας – Συγγραφή υποχρεώσεων – Παραδεκτό»(....)Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πέμπτο τμήμα) αποφασίζει: 1) Ακυρώνει την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως της 13ης Οκτωβρίου 2004, περί απορρίψεως των προσφορών που υπέβαλε η Belfass SPRL στο πλαίσιο της διαδικασίας προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών UCA‑033/04, κατά το μέτρο που απορρίπτει την προσφορά της Belfass για το 2ο μέρος της συμβάσεως. 2) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.
ΕΣ/ΤΜ.1/2322/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την υπό κρίση έφεση ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 9238/8.7.2009 πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με την οποία καταλογίσθηκε σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των 9.100 ευρώ, που φέρεται ότι του καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως οικονομική ενίσχυση στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1. «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης» του Άξονα 3 «Βελτίωση της ηλικιακής σύνθεσης του αγροτικού πληθυσμού» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση Υπαίθρου 2000-2006», που χρηματοδοτείται κατά 69,3% από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων – Τμήμα Προσανατολισμού (Ε.Γ.Τ.Π.Ε.-Π) και κατά 30,7% από εθνικούς πόρους. (....)Εξάλλου, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνεται στην κοινοτική έννομη τάξη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η καλή πίστη του δικαιούχου, καθόσον ο εκκαλών με τη μη υποβολή αίτησης για χορήγηση δεύτερης δόσης, σύμφωνα με την ΚΥΑ 448/2001, κατέστη υπαίτιος πρόδηλης παραβίασης των όρων της οικονομικής ενίσχυσης, όπως αυτοί αποτυπώθηκαν στην 233707/3923/178/22.4.2003 απόφαση ένταξης και στην 245869/3.6.2003 πράξη αποδοχής (βλ. mutatis mutandis απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-141/99, T-142/99, T-150/99 και T-151/99, Vela Srl, Tecnagrind SL, σκέψη 388 επ.). Τέλος, αυτοτελώς η οικονομική αδυναμία του εκκαλούντος προς καταβολή του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω, δεν συνιστά λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτοτελώς την απαλλαγή του, για λόγους προσωπικής επιείκειας, από την υποχρέωση επιστροφής της επίμαχης οικονομικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19). Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΤΜ.1/2672/2014
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 9244/8.7.2009 καταλογιστικής πράξης του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που υπογράφεται κατ΄ εντολή του από τον Γενικό Γραμματέα του ιδίου Υπουργείου. Με την πράξη αυτή καταλογίσθηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ποσό των 11.200 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην πρώτη δόση της χρηματοδότησης που αυτή έλαβε ως νέος γεωργός στο πλαίσιο του Μέτρου 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης νέων γεωργών» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη - Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000 - 2006».(.....)Άλλωστε δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, όπως αβάσιμα διατείνεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι η διαπλασθείσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου αυτού αρχή της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης κατά τον καταλογισμό σε βάρος δημοσίων υπαλλήλων ή συνταξιούχων με μισθολογικές παροχές ή συντάξεις που τους καταβλήθηκαν αχρεωστήτως, δεν είναι συμβατή με το καθεστώς των κοινοτικών ενισχύσεων που προβλέπει την ανάληψη εκ μέρους του δικαιούχου συγκεκριμένων υποχρεώσεων και δεσμεύσεων, οι οποίες έχουν αποτυπωθεί στην απόφαση ένταξης και στη σύμβαση, καθώς και την ανάκτηση της χρηματοδότησης σε περίπτωση αθέτησης αυτών, συνακόλουθα, δεν έχει εφαρμογή στην αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών βάσει του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. ΣτΕ 2451/2007 σκ. 7), του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται από τον εθνικό δικαστή η εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα (βλ. απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2005, C.443/03 Leffler, Συλλογή 2005, σ.Ι-9611, σκ. 51). Εξάλλου, δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνεται στην κοινοτική έννομη τάξη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η καλή πίστη του δικαιούχου, καθόσον η εκκαλούσα με τη μη υποβολή αίτησης για χορήγηση δεύτερης δόσης, σύμφωνα με την ΚΥΑ 448/2001, κατέστη υπαίτια πρόδηλης παραβίασης των όρων της οικονομικής ενίσχυσης, όπως αυτοί αποτυπώθηκαν στην 319018/10160/63/31.12.2002 απόφαση ένταξης και στην 241017/2.5.2003 πράξη αποδοχής (βλ. κατ’ αναλογία απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Νοεμβρίου 2002, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-141/99, T-142/99, T-150/99 και T-151/99, Vela Srl, Tecnagrind SL, σκέψη 388 επ.). Τέλος, αυτοτελώς η οικονομική αδυναμία της εκκαλούσας προς καταβολή του ποσού της δημοσιονομικής διόρθωσης, πέραν του ότι δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω με την προσκόμιση επίκαιρων στοιχείων, δεν συνιστά λόγο που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτοτελώς την απαλλαγή της, για λόγους προσωπικής επιείκειας, από την υποχρέωση επιστροφής της επίμαχης οικονομικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, στο σύστημα των αγροτικών ενισχύσεων που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, δεν νοείται η απαλλαγή του τελικού αποδέκτη κοινοτικής ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για λόγους προσωπικής επιείκειας αναγόμενους στην οικονομική αδυναμία επιστροφής του καταλογισθέντος ποσού (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψεις 14-15), καθόσον σε διαφορετική περίπτωση θα αναιρείτο η ενιαία εφαρμογή και η πρακτική αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου (πρβλ. προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Μαΐου 1993, C-290/91, Peter, σκέψη 8, απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1983, C-205/82 ως 215/82, Deutsche Milchkontor, σκέψεις 17 και 19).Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/Ζ ΚΛΙΜ/79/2009
Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της έννοιας των ανωτέρω συμβάσεων παραχώρησης είναι το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής. Στην περίπτωση, όμως, που η λειτουργία και εκμετάλλευση του παραχωρηθέντος έργου συνιστά παράλληλα και εκτέλεση υπηρεσίας, δηλαδή, εφόσον η λειτουργία του έργου εξυπηρετεί ή συνδέεται με τη λειτουργία ορισμένης υπηρεσίας, την παροχή της οποίας αναλαμβάνει ο ανάδοχος υποκαθιστώντας την αναθέτουσα αρχή, τότε η σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου αποτελεί ταυτόχρονα και σύμβαση παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου. Στη σύμβαση αυτή, η λειτουργία της παραχωρηθείσας υπηρεσίας συνίσταται στην εκμετάλλευση, χάριν του κοινού, των δημοσίων έργων που κατασκευάστηκαν από τον ανάδοχο, δηλαδή ο ανάδοχος της σύμβασης παραχώρησης αναλαμβάνει να υλοποιήσει με δικά του έξοδα τις επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία της υπηρεσίας και για τη λειτουργία αυτής εντός μιας μακράς χρονικής περιόδου. Η εν λόγω σύμβαση αποτελεί μικτή σύμβαση, δηλαδή ενιαία σύμβαση που εμφανίζει μία σύνθεση στοιχείων που ανήκουν σε περισσότερα είδη συμβάσεων. Σύμφωνα με τη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το προαναφερόμενο π.δ/μα 60/2007, εφόσον τα έργα γίνονται επικουρικώς και δεν αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης δημοσίων έργων. Συναφώς, το Δ.Ε.Κ. έκρινε (βλ. απόφαση της 19.4.1994, C-331/92), ότι εφόσον σε μία μικτή σύμβαση οι τεχνικές εργασίες έχουν παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενό της, τότε το σύνολο του διαγωνισμού αυτού δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σύμβαση δημοσίων έργων. Επομένως, στις περιπτώσεις που η προβλεπόμενη εκτέλεση έργων έχει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα ενώ το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η παραχώρηση υπηρεσιών, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών κι όχι για σύμβαση παραχώρησης έργου. Ως εκ τούτου, πρέπει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να προσδιορίζεται αν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η κατασκευή ενός έργου ή η παροχή υπηρεσιών ή, αντίθετα, αν η κατασκευή του έργου ή παροχή των υπηρεσιών έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Συνεπώς, στην περίπτωση που η κατασκευή του έργου αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την εκμετάλλευση της παραχωρούμενης υπηρεσίας, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ/τος 60/2007. (Βλ. 209/2008 πράξη παρόντος Κλιμακίου, βλ. και Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης στο κοινοτικό δίκαιο, ΕΕ C 121/29.4.2000, Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Ενίσχυση του δικαίου παραχωρήσεων και συμβάσεων Δημοσίων και Ιδιωτικών Συμπράξεων", ΕΕ C 14/16.1.2001, σελ. 91 επ., Ε.Α ΣτΕ 119/1999, 791/2002, 543/2003, Ε. Τροβά – Δ. Κούτρας, Η κατασκευή του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου και η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων, Ι. Γκιτσάκης, Η παραχώρηση της δημόσιας υπηρεσίας και δημοσίου έργου, Σ. Παναγόπουλος, Η Σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου στην κοινοτική και ελληνική έννομη τάξη, σε Κοινοτικό Δίκαιο 25 χρόνια εφαρμογής στην Ελλάδα, σελ. 83 επ.).
ΕΣ/ΤΜ.6/2834/2010
Προμήθεια, μεταφορά και διανομή τυριού φέτα..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι δικαιολογείται εν προκειμένω η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διενέργειας του επίδικου κλειστού διαγωνισμού με σύντμηση προθεσμιών, λόγω των εξαιρετικών συνθηκών που δημιούργησε η ιδιαιτέρως δυσμενής για τη χώρα οικονομική συγκυρία κατά το τρέχον έτος, η οποία, μεταξύ άλλων, κατέστησε δυσχερή την έγκαιρη ανεύρεση πιστώσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό για την κάλυψη της εθνικής συμμετοχής του προγράμματος και οδήγησε τελικώς στην ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη – μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με το ν. 3845/2010 που δημοσιεύθηκε στις 6.5.2010, είχε δε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την καθυστερημένη έκδοση της ανωτέρω 280606/18.6.2010 κοινής υπουργικής απόφασης, και, συνεπακόλουθα, τη διεξαγωγή του υπό κρίση διαγωνισμού με συντετμημένες προθεσμίες υποβολής αιτήσεων συμμετοχής και προσφορών, ώστε αφενός να υλοποιηθεί το πρόγραμμα εντός του κοινοτικού χρονοδιαγράμματος και να μην απολεσθεί η κοινοτική χρηματοδότηση και αφετέρου, να ικανοποιηθεί η άμεση κοινωνική ανάγκη ενίσχυσης των άπορων πολιτών, με τη δωρεάν διανομή του προϊόντος σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Περαιτέρω, ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη IV της παρούσας, η εταιρεία «…..» έπρεπε να αποκλεισθεί από τον ελεγχόμενο διαγωνισμό, δοθέντος ότι, όπως προκύπτει από την αίτηση συμμετοχής της εν λόγω εταιρείας και την κατατεθείσα στο διαγωνισμό προσφορά της, αυτή δραστηριοποιείται μόνο στην εμπορία και όχι και στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη του Κλιμακίου. Επίσης, μη ορθώς κρίθηκε με την προαναφερθείσα 294011/2010 απόφαση της Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως αποδεκτή η τεχνική προσφορά της εταιρείας «…..», όχι μόνο διότι η εν λόγω εταιρεία δεν ήταν σε θέση να συμπεριλάβει στην τεχνική της προσφορά τα σχετιζόμενα με τη δυνατότητα παραγωγής φέτας δικαιολογητικά, καθόσον δεν δραστηριοποιείται στην παραγωγή, αλλά μόνο στην εμπορία γαλακτοκομικών προϊόντων και, συνεπώς, θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να απορριφθεί, έστω κατά το στάδιο της τεχνικής αξιολόγησης, αλλά και διότι προκρίθηκε η τεχνική προσφορά της «….» υπό τον όρο να μην συνεργαστεί με τα τυροκομεία «….», εκτός εάν αυτά προσκομίσουν τα ελλείποντα δικαιολογητικά, αφού τα τυροκομεία αυτά δεν είχαν υποβάλει τα επί ποινή αποκλεισμού απαιτούμενα από τη διακήρυξη δικαιολογητικά, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι από τη διακήρυξη δεν επιτρέπεται αναπλήρωση ελλειπόντων δικαιολογητικών, αλλά μόνο διευκρινίσεις επ’ αυτών και μόνο μετά από σχετικό αίτημα της αρμόδιας Επιτροπής αξιολόγησης των προσφορών, απορριπτομένων ως αβασίμων των σχετικώς προβαλλόμενων με την κρινόμενη αίτηση ισχυρισμών. Επιπλέον, ενώ με το από 24.8.2010 Πρακτικό, η Επιτροπή αξιολόγησης των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού είχε επισημάνει ελλείψεις στα δικαιολογητικά όχι μόνο των συνεργαζόμενων με τη «…..» τυροκομείων «…...», αλλά και του συνεργαζόμενου τυροκομείου «…..», για το οποίο, μεταξύ άλλων, είχε κρίνει ότι, κατά παράβαση του άρθρου 5 κεφ. Δ΄ στ. 3 της διακήρυξης, είχε προσκομίσει βεβαίωση του .... περί εγκρίσεως παραγωγής τυριού Φέτα Π.Ο.Π. για την περίοδο υλοποίησης του έργου, η ισχύς της οποίας είχε λήξει, με το από 27.8.2010 Πρακτικό της, με το οποίο επανέκρινε την τεχνική προσφορά της «…..», η ως άνω Επιτροπή απεφάνθη ότι για το τυροκομείο αυτό είχαν κατατεθεί όλα τα απαιτούμενα από τη διακήρυξη δικαιολογητικά, παρόλο που η ισχύς της ως άνω βεβαίωσης είχε πράγματι λήξει στις 20.3.2010, η δε έλλειψη αυτή δεν αναπληρώθηκε εκ των υστέρων, όπως (σε κάθε περίπτωση, παρανόμως, σύμφωνα με όσα κρίθηκαν ανωτέρω) συνέβη με τις ελλείψεις των δικαιολογητικών των τυροκομείων «…..». Συνεπώς, εξαιτίας τούτων, η τεχνική προσφορά της εταιρείας «…. A.E.» περιέχει ουσιώδεις ελλείψεις και θα έπρεπε να είχε αποκλεισθεί της περαιτέρω διαγωνιστικής διαδικασίας. Τέλος, ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε ότι η οικονομική προσφορά της εταιρείας «…. A.E.» έπρεπε να είχε απορριφθεί και για τον πρόσθετο λόγο ότι, ενώ ζήτησε για τα έξοδα μεταφοράς της φέτας στους τόπους διανομής το ανώτατο προβλεπόμενο από τη διακήρυξη ποσό των 300.000 ευρώ, δεν συμπεριέλαβε και αναλυτικό προσδιορισμό των τιμών ανά τόνο και χιλιόμετρο και ανά τόνο και μίλι για τις χερσαίες και θαλάσσιες μεταφορές αντιστοίχως, χωρίς να ασκούν έννομη επιρροή τα όσα αναφέρει η ως άνω εταιρεία στην οικονομική της προσφορά, ότι δηλαδή «λόγω διασποράς των τυροκομείων από τα οποία θα προμηθευτεί τη φέτα Π.Ο.Π. και μη γνωρίζοντας ακόμη την ακριβή ποσότητα φέτας που θα προμηθευτεί από ένα έκαστον εξ αυτών, δεν είναι δυνατός ο αναλυτικός υπολογισμός των μεταφορικών ανά τόνο και χιλιόμετρο και τόνο και μίλι της προσφερόμενης ποσότητας», δεδομένου ότι η διακήρυξη καθιστά δυνατή με βάση τα επισυναπτόμενα σε αυτή σχετικά Παραρτήματα τη σύνταξη αναλυτικού υπολογισμού των μεταφορικών εξόδων από τα ψυγεία των τυροκομείων – φόρτωσης στις αποθήκες των φορέων υλοποίησης, με τη χρήση ενδεικτικών μεγεθών, χωρίς να είναι απαραίτητη η εκ των προτέρων γνώση των ακριβών και συγκεκριμένων τελικών τόπων προορισμού και των παραδοτέων ποσοτήτων φέτας, κατά τρόπο ώστε να υποχρεωθεί ο διαγωνιζόμενος να προσφέρει συγκεκριμένη τιμή ανά τόνο και χιλιόμετρο και ανά τόνο και μίλι, η οποία, σε περίπτωση κατακύρωσης σε αυτόν της προμήθειας, θα τον δεσμεύσει και θα χρησιμοποιηθεί κατά την εκτέλεση της σύμβασης για τον υπολογισμό της τελικής αμοιβής του, με βάση τα χιλιόμετρα που πράγματι θα διανύσει και τις ποσότητες φέτας που πράγματι θα παραδώσει. Πλην όμως, ενόψει του ότι κατά τα προηγούμενα έτη το ΣΤ’ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε αχθεί σε θετική κρίση, αναφορικά με τη νομιμότητα αντίστοιχων διαγωνισμών, καθώς και των οικείων συναφθεισών συμβάσεων για την προμήθεια, μεταφορά και διανομή τυριού Φέτα Π.Ο.Π. στους απόρους της χώρας, κατά τη διεξαγωγή των οποίων προέκυψαν ζητήματα παρόμοια με τα ως άνω αναφερόμενα (βλ. σχετικά τις 137/2003, 74/2005, 279/2007, 144/2008 και 85/2009 Πράξεις του ΣΤ’ Κλιμακίου), το Τμήμα αποφαίνεται ότι τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών προπαρατιθέμενων διατάξεων υπέλαβαν ότι μπορούσαν νομίμως και κατά το τρέχον έτος να κρίνουν ως αποδεκτή την τεχνική προσφορά της εταιρείας «…. A.E.» και να προχωρήσουν στην κατακύρωση σε αυτήν του αποτελέσματος του διενεργηθέντος διαγωνισμού. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης του Ελληνικού Δημοσίου και του Οργανισμού ..., ως και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….» πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη με αυτές 86/2010 Πράξη του ΣΤ’ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, δεδομένου ότι δεν συντρέχει άλλος νόμιμος λόγος κωλύων την υπογραφή, να υπογραφεί η σχετική σύμβαση.