Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν.Τμ.6/2011/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 60/2007, 3329/2005

Προμήθεια αντιδραστηρίων και μηχανημάτων: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις ανωτέρω σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι εσφαλμένα το Κλιμάκιο υπέλαβε τα ως άνω κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης «Αξιοπιστία αντιπροσώπου Ελλάδος, προηγούμενη εμπειρία στη διάθεση Παρομοίων Αντιδραστηρίων και Μηχανημάτων σε άλλα Νοσοκομεία» ως κριτήρια ανάθεσης, καθόσον αυτά ορθά συμπεριελήφθησαν μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, ήτοι ελήφθησαν υπ’ όψιν ως κριτήρια καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών (εξακρίβωσης της ικανότητάς τους να εκτελέσουν τη σύμβαση) και συνακολούθως ορθά τα στοιχεία αυτά βαθμολογήθηκαν ειδικά και αξιολογήθηκαν, χωρίς να καθίσταται, ως εκ τούτου, πλημμελής η διακήρυξη του ελεγχόμενου διαγωνισμού.προσκομιζόμενες με την υπό κρίση αίτηση από 23.1.2008 και 1964/25.11.2009 προσκλήσεις του Διευθυντή της Οικονομικής Υπηρεσίας του αιτούντος νομικού προσώπου, απευθυνόμενες τόσο στα τακτικά όσο και στα αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού, για τη συμμετοχή τους στην παραλαβή των δικαιολογητικών συμμετοχής, το άνοιγμα των τεχνικών προσφορών και το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών, σε συνδυασμό με το ατομικό δελτίο αδειών του τακτικού μέλους …, σύμφωνα με το οποίο αυτή ευρίσκετο σε κανονική άδεια κατά την 30.1.2008, νομίμως κατά τα γενόμενα δεκτά στην σκέψη III, έλαβε χώρα η συνεδρίαση της εν λόγω Επιτροπής κατά την συγκεκριμένη συνεδρίαση με τη συμμετοχή του αναπληρωματικού μέλους, ενόψει του διαπιστωθέντος κωλύματος του αντίστοιχου τακτικού, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο από το αιτούν λόγο ανάκλησης.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «…», πρέπει να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η 42/2010 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για λόγους συγγνωστής πλάνης ως προς τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Διαγωνισμού του αναπληρωματικού μέλους …., αντί του ελλείποντος τακτικού μέλους …, και δεδομένου ότι δεν συντρέχει άλλος νόμιμος λόγος που να κωλύει τη σύναψη των αντιστοίχων συμβάσεων, να υπογραφούν τα οικεία σχέδια...Ανακαλεί την 42/2010 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/42/2010

Μη νόμιμη η διαδικασία διενέργειας προμήθειας με κριτήριο κατακύρωσης τη συμφερότερη προσφορά, καθόσον: α) η διακήρυξη του διαγωνισμού ήταν πλημμελής, διότι, ανεπίτρεπτα, μεταξύ των στοιχείων τεχνικής αξιολόγησης των προσφορών περιλαμβάνεται και στοιχείο ποιοτικής επιλογής των υποψηφίων και συγκεκριμένα το στοιχείο «Αξιοπιστία αντιπροσώπου Ελλά¬δος, προηγούμενη εμπειρία στη διάθεση παρομοίων αντιδραστηρίων και μηχανημάτων σε άλλα νοσοκομεία», β) η σύνθεση της πενταμελούς Επιτροπής Διαγωνισμού σε όλες τις συνεδριάσεις της δεν ήταν νόμιμη, διότι, κατά παράβαση του άρθρου 14 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν.2690/1999), απουσίαζαν τακτικά μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού καθώς και τα αναπληρω-ματικά τους, χωρίς να προκύπτει ότι αυτά προσκλήθηκαν ή ότι δεν απαιτείται πρόσκλησή τους, και γ)λανθασμένα αναφέρεται στα υποβαλλόμενα για έλεγχο νομιμότητας σχέδια συμβάσεων σε σχέση με την οικονομική προσφορά αναδειχθείσας ως αναδόχου εταιρείας, ο κωδικός αριθμός για ορισμένα υπό προμήθεια είδη. Με την 2011/2010 Απόφασή του το VI Τμήμα του Έλεγκτικού Συνεδρίου, ανακάλεσε την ως άνω Πράξη και έκρινε α) ως προς την α' πλημμέλεια ότι εσφαλμένα το Κλιμάκιο υπέλαβε ότι τα κριτήρια «Αξιοπιστία αντιπροσώπου Ελλάδος, προηγούμενη εμπειρία στη διάθεση παρομοίων αντιδραστηρίων και μηχανημάτων σε άλλα νοσοκομεία» αποτελούν κριτήρια ανάθεσης, καθό¬σον αυτά ορθά συμπεριλήφθηκαν μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, δηλαδή ελήφθη¬σαν υπόψη ως κριτήρια καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών (εξακρίβωσης της ικα- νότητάς τους να εκτελέσουν τη σύμβαση) και συνακόλουθα ορθά τα στοιχεία αυτά βαθμολογή¬θηκαν ειδικά και αξιολογήθηκαν, χωρίς να καθίσταται πλημμελής η διακήρυξη του διαγωνισμού, β) ως προς τη β' πλημμέλεια ότι από έγγραφα που υποβλήθηκαν ενώπιον του, διαπίστωσε ότι νομίμως συνεδρίασε η Επιτροπή Διαγωνισμού αφού αποδεικνύεται πρόσκληση όλων των μελών τακτικών και αναπληρωματικών, ενώ για τη συμμετοχή ενός αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής σε αντικατάσταση τακτικού μέλους που είχε απωλέσει την ιδιότητά του λόγω λύσης της υπηρεσιακής του σχέσης, αναγνώρισε συγγνωστή πλάνη στα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής. Και τούτο διότι, όταν, μετά τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης τακτικού μέλους της Επιτροπής, αυτό χάνει την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκε μέλος της Επιτροπής, η Επιτροπή (συλλογικό όργανο) παύει μετά την παρέλευση τριμήνου να έχει νόμιμη συγκρότηση. Επιπλέον τα αναπληρωματικά μέλη καλούνται προς αναπλήρωση των απόντων ή προσκαίρως κωλυομένων τακτικών μελών του συλλογικού οργάνου, όχι δε και των ελλειπόντων τακτικών μελών του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13 παρ.5 του ν.2690/1999 και γ) ως προς την γ' πλημμέλεια ότι, λόγω διόρθωσης των υποβαλλόμενων σχεδίων συμβάσεων, έπαυσαν οι διαπιστωθείσες με την άνω Πράξη πλημμέλειες.


ΕΣ/ΤΜ.6/2987/2015

Προμήθεια αντιδραστηρίων...Νομίμως κατακυρώνονται στην εταιρεία …. τα είδη 40 του Κεφαλαίου Β-Ι και 27 του Κεφαλαίου Γ-ΙV καθώς και στην εταιρεία ….. το είδος 153 του Κεφαλαίου Α, καθόσον δε συντρέχει υπέρβαση του 15% της προκηρυχθείσας ποσότητας, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί κατακύρωσης του αυτού είδους, όπως η προσβαλλόμενη υπολαμβάνει, αλλά περί κατακύρωσης τόσο μεμονωμένων αντιδραστηρίων όσο και συστημάτων αυτών, τα οποία παραλλάσσουν μεταξύ τους ουσιωδώς ως προς τις ιδιότητες, τη χρήση και την αναγκαιότητά τους για το αιτούν, με αποτέλεσμα να συνιστούν έτερα είδη, οι κατακυρούμενες ποσότητες των οποίων δε δύνανται, ως εκ του λόγου αυτού, να προσμετρηθούν μαζί και να θεωρηθούν ως ενιαία ποσότητα. Ενόψει των ανωτέρω (βλ. VI. Γ, Δ) παραδοχών του Τμήματος περί της εν προκειμένω αναδειχθείσας από το αιτούν ιδιαιτερότητας των αντιδραστηρίων ως υπό προμήθεια ειδών, τα οποία δύνανται να προκηρύσσονται και να κατακυρώνονται τόσο μεμονωμένα, όσο και ομαδοποιημένα μεταξύ τους, αφού το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι, πέραν της προμήθειας, και η λειτουργικότητα αυτών, ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να γίνει ομοίως δεκτός και για τα ανωτέρω κατακυρούμενα είδη.


ΕλΣυν.Τμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/992/2011

Ανάθεση υπηρεσιών καθαρισμού:  Με  τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπ’ αριθμ.. ΙΙ σκέψη, το παρόν Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι εσφαλμένως υπελήφθησαν τόσο από το δικάσαν Τμήμα (VI) όσο και από το Κλιμάκιο (Z΄ ) τα ως άνω κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης ως κριτήρια ανάθεσης και συνακόλουθα εσφαλμένως κρίθηκε ότι η διακήρυξη του υπό κρίση διαγωνισμού ήταν πλημμελής, επειδή τα ως άνω κριτήρια περιλαμβάνονταν μεταξύ των στοιχείων τεχνικής αξιολόγησης των προσφορών (Ομάδα Β΄). Τούτο, διότι τα εν λόγω κριτήρια, στη συγκεκριμένη περίπτωση (όπου ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων διενεργείται ταυτόχρονα με την τεχνική αξιολόγηση), είναι πρόσφορα για τον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς και συνεπώς ορθώς αυτά συμπεριλήφθηκαν μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, ήτοι ελήφθησαν υπόψη ως κριτήρια καταλληλότητας των υποψηφίων αναδόχων (εξακρίβωσης της ικανότητάς τους να εκτελέσουν τη σύμβαση) και νομίμως τα στοιχεία αυτά βαθμολογήθηκαν ειδικά και αξιολογήθηκαν για κάθε συμμετέχουσα εταιρία, κατά τα οριζόμενα τη διακήρυξη, για την οποία τηρήθηκαν πλήρως και νομίμως όλοι οι κανόνες δημοσιότητος.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αίτηση αναθεώρησης του Τ.Ε.Ι. .., όπως και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση της εταιρείας «.....» πρέπει να γίνουν δεκτές, να αναθεωρηθεί η προσβαλλόμενη  467/2011 απόφαση του VI Τμήματος και δεδομένου ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, τo υπό κρίση σχέδιο αυτής πρέπει να υπογραφεί.


ΕΣ/ΤΜ.4/3/2016

Παροχή υπηρεσιών υποστήριξης του προγράμματος διπλογραφικού συστήματος: ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 195/2015 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμήμα​:Το Τμήμα, μετά από νέα έρευνα της υπόθεσης, κρίνει ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος να αποστεί από όσα δέχθηκε το Κλιμάκιο με την 195/2015 πράξη του, στις ορθές σκέψεις και λεπτομερείς αιτιολογίες της οποίας, εμμένοντας, αναφέρεται εκ νέου, προς αποφυγή περιττών επαναλήψεων. Οι λόγοι δε που επικαλείται το Νοσοκομείο στην ένδικη αίτηση, ήτοι οι αυξημένες αρμοδιότητες του Νοσοκομείου ως Νοσοκομείου έδρας μετά την ενοποίηση των Νοσοκομείων «Αλεξάνδρα» και «Έλενα Βενιζέλου», η έλλειψη υπαλλήλων ικανών να εφαρμόσουν το Κλαδικό Λογιστικό Σχέδιο των Δημοσίων Μονάδων Υγείας (π.δ. 146/2013), η υποχρέωση κατάρτισης ετήσιων λογιστικών καταστάσεων σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, η αδυναμία του Νοσοκομείου να αξιοποιήσει ορθολογικά το προσωπικό του δεν συνιστούν περιστάσεις που δικαιολογούν την ανάθεση των επίμαχων εργασιών σε ιδιώτη, πέραν του ότι δεν γίνεται επίκληση ούτε προσκομίζονται συγκεκριμένα στοιχεία για την απόδειξη της αλήθειας των σχετικών ισχυρισμών. Άλλωστε, το Νοσοκομείο δεν προβάλλει στην υπό κρίση αίτηση ότι διερευνήθηκε η δυνατότητα πιστοποίησης των υπαλλήλων του από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, προκειμένου να αποκτήσουν άδεια λογιστή-φοροτέχνη Α΄ τάξης. Ούτε άλλωστε, προκύπτει ότι διερευνήθηκε η δυνατότητα ενίσχυσης του δυναμικού του Νοσοκομείου με ανθρώπινο δυναμικό (ήτοι υπάλληλο κάτοχο της προαναφερόμενης άδειας) από το ήδη διασυνδεδεμένο με αυτό, κατά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης Νοσοκομείο «......». Κατά τα λοιπά δε αβασίμως επκαλείται το Νοσοκομείο ότι η επιλογή της επιτροπής αξιολόγησης του εν λόγω διαγωνισμού προκύπτει από την θέση και την ιδιότητα των μελών (ex officio) και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται η διενέργεια κληρώσεως των μελών αυτής, δεδομένου ότι, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 26 του ν. 4024/2011, για την εξαίρεση από την διαδικασία κληρώσεως θα πρέπει η συμμετοχή μέλους μετά από υπόδειξη από το αρμόδιο προς τούτο όργανο ή η συμμετοχή εκ της θέσεως ή ιδιότητας του (ex officio) να προβλέπεται ρητώς από διάταξη νόμου, περίπτωση την οποία δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει το Νοσοκομείο.Απορρίπτει την αίτηση. ​


ΣΤΕ/ΕΑ/98/2011

Προμήθεια αντιδραστηρίων ανοσολογικών εξετάσεων...Επειδή, η αιτούσα με την προδικαστική προσφυγή της είχε προβάλει και επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αίτηση ότι το κριτήριο τη προηγούμενης εμπειρίας στη διάθεση παρομοίων αντιδραστηρίων σε άλλα Νοσοκομεία, δεν συνιστά «κριτήριο αναθέσεως», κατά την έννοια τού άρθρου 51 τού πδ 60/2007, αλλά «κριτήριο ποιοτικής επιλογής», κατά την έννοια τού άρθρου 46 τού αυτού πδ και, επομένως, κατά παράβαση τών εν λόγω διατάξεων έχει περιληφθεί στα κριτήρια βαθμολογίας τής τεχνικής προσφοράς τών διαγωνιζομένων. Και αυτός ο προβαλλόμενος λόγος πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος. Τούτο δε διότι το κριτήριο αυτό, το οποίο στην επίμαχη διακήρυξη έχει τεθεί ως αυτοτελές κριτήριο βαθμολόγησης (στοιχείο 3 της ομάδας Β των κριτηρίων βαθμολόγησης) και όχι ως στοιχείο εξειδίκευσης ή απόδειξης άλλου βαθμολογητέου κριτηρίου, καθ’ ο μέρος ανάγεται σε αξιολόγηση ποσοτικών απλώς δεδομένων, που αφορούν αποκλειστικά τον αριθμό τών προηγουμένων παραδόσεων παρομοίων αγαθών, και μάλιστα αποκλειστικά σε νοσοκομεία, χωρίς άλλες διευκρινίσεις σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες παραδόσεις, δεν παρέχει ενδείξεις που να επιτρέπουν να διατυπωθεί η κρίση περί της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς και, συνεπώς, δεν αποτελεί πρόσφορο κριτήριο αναθέσεως της συμβάσεως, παρά μόνον κριτήριο ποιοτικής επιλογής, δηλαδή κριτήριο που αφορά την καταλληλότητα των συμμετεχόντων στοστον διαγωνισμό να εκτελέσουν τη σύμβαση ... Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και κατά το μέρος αυτό.


ΕλΣυν/Τμ.6/467/2011

Στο άρθρο 3 (άρθρο 2 οδηγίας 2004/18/ΕΚ) του π.δ. 60/2007 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» …» (ΦΕΚ Α΄ 64) ορίζεται ότι: «Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις ενεργώντας με διαφάνεια». Σύμφωνα με το περιεχόμενο της διάταξης αυτής στο πλαίσιο του συντονισμού σε κοινοτικό επίπεδο των διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, κύριος σκοπός είναι η κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως, παροχής υπηρεσιών και προϊόντων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προκειμένου να ισχύσει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ των οικονομικών φορέων των κρατών μελών και, περαιτέρω, η αποσόβηση του κινδύνου να προτιμηθούν οι ημεδαποί υποψήφιοι κατά τη σύναψη συμβάσεως καθώς και ο αποκλεισμός του ενδεχομένου η δημοσίου δικαίου αναθέτουσα αρχή να καθορίζει τη στάση της με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως (ΔΕΚ C-380/98 University of Cambridge, σκέψεις 16-17, C-285/99 Lombardini σκέψεις 34-38, όπου περαιτέρω παραπομπές). Περαιτέρω, στο άρθρο 51 του ίδιου π.δ. (άρθρο 53 Οδηγίας 2004/18/ΕΚ) ορίζεται ότι: «1. (…) τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τις δημόσιες συμβάσεις, είναι: όταν η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά κατά την κρίση της αναθέτουσας, κριτήρια συνδεόμενα με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης, ιδίως η ποιότητα, η τιμή, η τεχνική αξία, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το κόστος λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική συνδρομή, η ημερομηνία παράδοσης και η προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης (…)». Από το συνδυασμό των προαναφερομένων διατάξεων, συνάγεται ότι το στάδιο του ελέγχου της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων είναι διακριτό από εκείνο της ανάθεσης της σύμβασης, αφού αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες, ακόμα και στις περιπτώσεις που κατά την κείμενη νομοθεσία πραγματοποιούνται ταυτόχρονα. Ειδικότερα, ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων, που λογικά και χρονικά προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης και συνδέεται με την αποδοχή ως υποψηφίων διαγωνιζομένων μόνον όσων πληρούν ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και τεχνικών ή και επαγγελματικών ικανοτήτων, γίνεται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας (κριτήρια ποιοτικής επιλογής, που αναφέρονται στα άρθρα 45 έως 50 του π.δ. 60/2007), για την αξιολόγηση των οποίων προσκομίζονται αντίστοιχα δικαιολογητικά. Η ανάθεση της σύμβασης γίνεται αφού ελεγχθεί η καταλληλότητα του διαγωνιζομένου και πραγματοποιείται σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει η διακήρυξη βάσει είτε της χαμηλότερης τιμής είτε της πιο συμφέρουσας οικονομικά προσφοράς. Όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επιμέρους κριτηρίων, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την ανάδειξη του αναδόχου, όμως, η επιλογή αυτή αφορά αποκλειστικά τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορισθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά και μόνον. Ως εκ τούτου, δεν δύνανται να ανάγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία βάσει των οποίων πιστοποιείται η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων, προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (δηλαδή τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής), τα οποία μόνον στο πλαίσιο του ελέγχου της συνδρομής των τυπικών προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό μπορούν να εκτιμηθούν (ΔΕΚ απόφαση της 20.9.1988, C-31/1987, Beentjes, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκέψεις 17 έως 20 και 24, απόφαση της 19.6.2003, C-315/2001, Gesellschaft fur Abfallentsorgungs-Technik GmbH (GAT), σκέψεις 59 έως 67, απόφαση της 24.1.2008, C-532/2006, Εμ. Γ. Λιανάκης Α.Ε., σκέψεις 26 έως 32, απόφαση της 12.11.2009, C-199/2007 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 50 έως 58, ΣτΕ 2229/2010, 1128/2009, Ε.Α. ΣτΕ 1318/2009, 1148/2009, 101/2009). Ο Σύμβουλος Γεώργιος Βοΐλης διατύπωσε την εξής γνώμη: Όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας προσφοράς καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επί μέρους κριτηρίων τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την επιλογή του αναδόχου. Και ναι μεν εκτός από την προσφερόμενη τιμή μπορεί να τίθενται και κριτήρια συνδεόμενα με την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και την οργάνωση του διαγωνιζομένου για την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως, δεν δύνανται ωστόσο να άγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 45 και 46 του π.δ. 60/2007 δηλαδή τα στοιχεία εκείνα, βάσει των οποίων πιστοποιείται η οικονομική φερεγγυότητα και η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (τ


ΕλΣυν/Κλ.6/103/2009

Από το συνδυασμό των άρθρων 42 παρ. 1-2, 46 παρ. 1-2,6, 51 παρ. 1 α, 2 του Π.Δ. 60/07 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» …» (Α΄ 64) σε συνδυασμό και με τα άρθρα 8 και 20 του Π.Δ. 394/1996 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (Α΄ 266), συνάγεται ότι στο σύστημα των οδηγιών που αφορούν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων και η ανάθεση της συμβάσεως αν και δεν αποκλείεται να πραγματοποιούνται ταυτόχρονα, αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ο έλεγχος της καταλληλότητας των προσφερόντων γίνεται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας (κριτήρια ποιοτικής επιλογής), για την αξιολόγηση των οποίων προσκομίζονται αντίστοιχα δικαιολογητικά. Αντίθετα, η ανάθεση βασίζεται είτε στη χαμηλότερη τιμή είτε στην πιο συμφέρουσα οικονομικά προσφορά. Στην τελευταία περίπτωση τα κριτήρια αξιολόγησης που μπορούν να γίνουν δεκτά από τις αναθέτουσες αρχές ποικίλουν, χωρίς να απαριθμούνται περιοριστικά στις ισχύουσες διατάξεις, επαφίεται δε στην αναθέτουσα αρχή να τα επιλέξει με τη διακήρυξη του διαγωνισμού. Η επιλογή αυτή, πάντως, δεν μπορεί να αναφέρεται παρά μόνο στα κριτήρια που αφορούν την εξακρίβωση της προσφοράς που είναι η πλέον συμφέρουσα οικονομικά. Συνεπώς, αποκλείονται ως κριτήρια αναθέσεως τα κριτήρια που δεν σκοπούν στον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, αλλά συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση. Κριτήρια όπως η εμπειρία των υποψηφίων από ανάλογες προμήθειες, ή από τη χρήση ομοίων προς τα υπό προμήθεια προϊόντων ή το πελατολόγιο αφορούν την καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, επομένως δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως κριτήρια αξιολόγησης της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής άποψης προσφοράς και αναθέσεως της συμβάσεως (ΔΕΚ, Απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2006, C 532/06, Λιανάκης ΑΕ κ.λπ., Απόφαση της 19ης Ιουνίου 2003, C- 315/2001, Gat, Πράξη 38/2009 VI Τμ., 26/2009 Στ΄ Κλ.).

Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.4/2509/2009


ΣτΕ/1318/2009

Επειδή, εν προκειμένω, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του άρθρου 21.2 συνάγεται ότι η διακήρυξη δεν διακρίνει μεταξύ των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής και των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης. Πράγματι, τα καθορισθέντα ως άνω κριτήρια αξιολόγησης Α1, Α2, Α3, Β1 και Β2, τα οποία, κατά την ένδικη διακήρυξη, σκοπούν στην ανάδειξη της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, αναφέρονται στην εμπειρία, τον αριθμό του προσωπικού, τα επαγγελματικά προσόντα των στελεχών της επιχείρησης, τον τεχνικό εξοπλισμό και τη λήψη μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης. Συνεπώς, δεν αποτελούν «κριτήρια ανάθεσης», κατά την έννοια του άρθρου 53 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, αλλά συνιστούν «κριτήρια ποιοτικής επιλογής», καθόσον συνάπτονται προς την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του διαγωνιζόμενου να εκτελέσει την οικεία σύμβαση, σύμφωνα με το άρθρο 48 της εν λόγω Οδηγίας 2004/18/ΕΚ. Ως εκ τούτου, πιθανολογείται σοβαρά ότι, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 46 και 51 του ρηθέντος πδ/τος 60/2007, ανήχθησαν με την ένδικη διακήρυξη τα ανωτέρω κριτήρια ποιοτικής επιλογής σε κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης. Ενόψει τούτων, είναι βάσιμος ο λόγος που είχε προβάλει ο αιτών με την προσφυγή του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 2522/1997 και επαναλαμβάνει με την υπό κρίση αίτηση, ότι τα ανωτέρω μνημονευθέντα κριτήρια αξιολόγησης Α1, Α2, Α3, Β1 και Β2 μη νομίμως χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, εφόσον δεν αποτελούν κριτήρια ανάθεσης αλλά κριτήρια ποιοτικής επιλογής, διότι σχετίζονται με την εμπειρία, την τεχνική και επαγγελματική επάρκεια του διαγωνιζόμενου καθώς και τον διατιθέμενο από αυτόν τεχνικό εξοπλισμό, είναι δε απορριπτέος ο προβαλλόμενος με το από 11.11.2009 υπόμνημα του Νοσοκομείου ισχυρισμός ότι τα επίμαχα κριτήρια συνδέονται με την ποιότητα και αποδοτικότητα της συγκεκριμένης παρεχόμενης υπηρεσίας. Εξάλλου, είναι απορριπτέοι ως αόριστοι οι προβαλλόμενοι με το ως άνω υπόμνημα του Νοσοκομείου ισχυρισμοί, με τους οποίους ζητείται η απόρριψη της κρινόμενης αίτησης για λόγους δημοσίου συμφέροντος αναγόμενους στην κάλυψη των αναγκών καθαρισμού του Νοσοκομείου (βλ. ΕΑ 315, 331, 547/2008), ενόψει του ότι το Νοσοκομείο δεν επικαλείται αδυναμία καθαρισμού κατ’ αλλον τρόπο (πρβλ. ΕΑ 1070/2006).


ΣτΕ/100/2009

Κριτήρια ανάθεσης. Νόμιμα τίθενται ως κριτήρια όπως η προηγούμενη εμπειρία και ο αριθμός του απασχολούμενου προσωπικού ,αν κριθεί ότι συνδέονται με την εκτίμηση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών. Αντίθετα το ύψος του κύκλου εργασιών δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο αναθέσεως:


ΕΣ/ΤΜ.6/1283/2010

ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΗΡΙΩΝ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑΣ:..ζητείται η ανάκληση της 31/2010 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις υπό στοιχ. III, IV, V και VI σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει, κατ’ αρχάς, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου ανάκλησης, ότι νομίμως συγκροτήθηκε η Επιτροπή του διαγωνισμού, δεδομένου ότι και στο προοίμιο της οικείας πράξης συγκρότησης αναφέρεται ως εφαρμοσθείς ο ν. 2955/2001, αλλά και από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι τα εν λόγω μέλη δεν είχαν την ιδιότητα του μέλους της οικείας Περιφέρειας ή του αιτούντος Νοσοκομείου. Εξ άλλου, εσφαλμένα το Κλιμάκιο υπέλαβε το ως άνω κριτήριο τεχνικής αξιολόγησης («Αξιοπιστία αντιπροσώπου Ελλάδος, Διάθεση παρομοίων Αντιδραστηρίων και Αναλυτών σε άλλα νοσοκομεία») ως κριτήριο ανάθεσης, καθόσον αυτό ορθά συμπεριλήφθηκε μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, ήτοι ελήφθη υπ’ όψιν ως κριτήριο καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών (εξακρίβωσης της ικανότητάς τους να εκτελέσουν τη σύμβαση), συνεπώς ορθά το στοιχείο αυτό βαθμολογήθηκε ειδικά και αξιολογήθηκε, χωρίς να καθίσταται, ως εκ τούτου, πλημμελής η διακήρυξη του ελεγχόμενου διαγωνισμού, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από το αιτούν Νοσοκομείο. Περαιτέρω, ορθώς κρίθηκε από το Κλιμάκιο ότι, κατά παράβαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων, δεν αξιολογήθηκε η οικονομική προσφορά της εταιρείας «…» για το είδος 4.1 «Ομάδες αίματος του συστήματος ΑΒΟ» του Παραρτήματος Β της οικείας διακήρυξης, δεδομένου ότι η τεχνική της προσφορά, μετά από την κατάθεση σχετικής ένστασης, κρίθηκε τελικώς αποδεκτή, απορριπτομένου ως αναπόδεικτου του ισχυρισμού του αιτούντος ότι αξιολογήθηκε μεν, αλλά εκ παραδρομής δεν ανεγράφη στο οικείο πρακτικό. (...)Τέλος, το Τμήμα κρίνει, περαιτέρω, ότι η τεχνική προσφορά της εταιρείας «…..» για το είδος 3.13 «Σύστημα ποιοτικού ελέγχου εσωτερικού και εξωτερικού ομάδων αίματος ανίχνευσης και ταυτοποίησης ερυθροκυτταρικών αντισωμάτων» του Παραρτήματος Α της οικείας διακήρυξης, αποκλείστηκε από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού χωρίς νόμιμη αιτιολογία, δεδομένου ότι προσέφερε και αυτή, όπως και άλλες εταιρείες, των οποίων οι τεχνικές προσφορές κρίθηκαν τεχνικά αποδεκτές, μόνο έναν εκ των δύο ζητουμένων ποιοτικών ελέγχων, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου λόγου ανάκλησης περί μη συμφωνίας της εν λόγω προσφοράς με όλους τους αιτούμενους ελέγχους, ως αναπόδεικτου.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου ... πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, για λόγους συγγνωστής πλάνης ως προς τον πέμπτο λόγο ανάκλησης, να ανακληθεί η 31/2010 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το μέρος που έκρινε ότι κωλύεται η υπογραφή των υποβληθέντων σχεδίων συμβάσεων για την προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας και να μην ανακληθεί κατά το μέρος που αφορά το είδος της διακήρυξης με α/α 3.13 «Σύστημα ποιοτικού ελέγχου εσωτερικού και εξωτερικού ομάδων αίματος ανίχνευσης και ταυτοποίησης ερυθροκυτταρικών αντισωμάτων» του Παραρτήματος Α και δεδομένου ότι δεν συντρέχει άλλος νόμιμος λόγος που να κωλύει τη σύναψη των προαναφερθέντων υπό κρίση σχεδίων συμβάσεων, πρέπει αυτά να υπογραφούν.