Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΚΛ.Ε/334/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

Βελτίωση επαρχιακής οδού-συμπληρωματική σύμβαση...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι ανωτέρω αόριστα αναφερόμενες στην αιτιολογική έκθεση εργασίες δε μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης, καθόσον αποσκοπούν στη βελτίωση του έργου, περαιτέρω δε, και αν ακόμη υποτεθεί ότι από τη φύση τους δε μπορούσαν να διαχωριστούν από το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης ή ότι αυτές ήταν αναγκαίες για την καλύτερη λειτουργία του έργου, δεν αποδεικνύεται από κάποιο στοιχείο του φακέλου ότι η αναγκαιότητα εκτέλεσής τους οφείλεται σε απρόβλεπτα γεγονότα ή καταστάσεις, δηλαδή σε πραγματικά περιστατικά που, αντικειμενικά, κατά τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν.

ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.6/2506/2009

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Ε Κλιμ/420/2010

Συμπληρωματική σύμβαση. Οι εργασίες εγκατάστασης δικτύων φυσικού αερίου, οι οποίες δεν προβλέπονται στην τεχνι¬κή περιγραφή δεν είναι, συμπληρωματικές, αλλά νέες εργασίες, που διαφοροποιούν το τεχνικό αντικείμενο του έργου και αποσκοπούν στη βελτίωσή του. Σε κάθε περίπτωση, και αν ακόμα υποτεθεί ότι οι εργασίες αυτές από τη φύση τους δεν μπορούσαν να διαχωριστούν από το αντι-κείμενο της αρχικής σύμβασης ή ότι αυτές ήταν αναγκαίες για την καλύτερη λειτουργία του έργου, δεν αποδεικνύεται ότι η αναγκαιότητα εκτέλεσής τους οφείλεται σε απρόβλεπτα γεγονό¬τα ή καταστάσεις, ήτοι σε πραγματικά γεγονότα, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης, τα οποία επηρεάζουν την τεχνική αρτιότητα του έργου και δεν μπορούσαν αντικειμενικά να προβλεφθούν στο στάδιο της οριστικής μελέτης. Για τις λοιπές εργασίες η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται ότι δεν ήταν δυνατό αντικειμενι¬κά να προβλεφθούν λόγω συνδρομής απροβλέπτων περιστάσεων κατά τη σύνταξη και έγκριση της μελέτης, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Ούτε η επίκληση από την αναθέτουσα αρχή της καλής κατασκευής και λειτουργίας, καθώς και της βελτίωσης της ποιότητας του έργου, δύναται να δικαιολογήσει τη σύναψη συμπληρωματι¬κής σύμβασης, καθόσον οι εργασίες αυτές καλύπτονται από το κονδύλιο των απροβλέπτων.


ΕλΣυν/Ε Κλιμ/465/2010

Συμπληρωματική σύμβαση Για κάποιες εργασίες αορίστως αιτιολογείται η συνδρομή απροβλέπτων περιστάσεων, ήτοι πραγματικών γεγονότων, που δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης, τα οποία επηρεάζουν την τεχνική αρτιότητα του έργου, χωρίς περαιτέρω οποιασδήποτε εξειδίκευσης των λόγων για τους οποίους, ακολουθώντας τους κανόνες της εμπειρίας και τεχνικής, ήταν αντικειμενικά αδύνατη εκ των προτέρων η ένταξη αυτών των εργασιών στην αρχική μελέτη του έργου. Αλλωστε το γεγονός ότι η αύξηση των ποσοτήτων των ως άνω εργασιών οφείλεται σε επιγενόμενες μετρήσεις, αποτελεί παραδοχή από την αναθέτουσα αρχή της ύπαρξης σφαλμάτων και παραλείψεων των αρχικών προμετρήσεων της μελέτης, που δεν δικαιολογούν κατά νόμο τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης. Εργασίες οφειλόμενες σε σφάλματα ή παραλείψεις των αρχικών προμετρήσεων καλύπτονται αποκλειστικά από το κονδύλι των απροβλέπτων, που περιλαμβάνεται στην αρχική σύμβαση. Οι λοιπές εργασίες αποτελούν μετά τη δημοπράτηση του έργου και την κατακύρωση του αποτελέσματός του μεταβολή του φυσικού και τεχνικού αντικειμένου του, που δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης του αναδόχου. Σε κάθε περίπτωση, και αν ακόμα υποτεθεί ότι οι εργασίες αυτές από τη φύση τους δεν μπορούσαν να διαχωριστούν από το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης ή ότι αυτές ήταν αναγκαίες για την καλύτερη λειτουργία του έργου, δεν αποδεικνύεται ότι η αναγκαιότητα εκτέλεσής τους οφείλεται σε απρόβλεπτα γεγονότα ή καταστάσεις, τα οποία αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν στο στάδιο της οριστικής μελέτης. Απρόβλεπτη περίσταση δεν αποτελεί, ούτε η επικαλούμενη από την αναθέτουσα αρχή και για όλες τις εργασίες, τήρηση των διατάξεων για την υγιεινή των εργαζομένων δεδομένου ότι η υποχρέωση τήρησης των διατάξεων αυτών ήταν εκ των προτέρων γνωστή στην ίδια αρχή. Με την 274/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Έλεγκτικού Συνεδρίου έγινε εν μέρει δεκτή αίτηση ανάκλησης κατά της προμνησθείσας Πράξης του Κλιμακίου και μόνο για τις εργασίες αποκατάστασης του σπασμένου καταθλιπτικού αγωγού, καθόσον κρίθηκε ότι δεν αποτελεί επέκταση του αρχικού αντικειμένου του έργου, όπως εσφαλμένως δέχθηκε το Κλιμάκιο, διότι αποτελούν εργασίες συντηρήσεως, η ανάγκη εκτελέσεως των οποίων προκλήθηκε από την ασφαλτόστρωση της εθνικής οδού, το δε πρόβλημα ανέκυψε μετά την ολοκλήρωση των εργασιών ασφαλτοστρώσεως, οπότε είχαν ήδη ξεκινήσει οι εργασίες της αρχικής συμβάσεως. Οι εργασίες αυτές μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της ελεγχόμενης συμπληρωματικής συμβάσεως.


ΕλΣυν/Τμ.7/48/2012

Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αντιστοίχως συναφθείσα σύμβαση.Οι περιστάσεις δε που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική τους ευθύνη. Περαιτέρω, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικές εργασίες», οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα, εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του ή αποδίδονται σε έλλειψη επιμέλειας της αναθέτουσας αρχής. Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην προρρηθείσα διαδικασία ανάθεσης, πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (βλ. Πράξεις VII Τμ. 32, 34, 305/2006, 25/2010 και 142/2011).


ΕλΣυν/Τμ.7/91/2010

Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται εκείνα τα πραγματικά γεγονότα που, παρά το ότι κατά την εκπόνηση της μελέτης του έργου καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικώς δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ούτως ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αντιστοίχως συναφθείσα σύμβαση. Η συνδρομή τέτοιων γεγονότων πρέπει να αιτιολογείται με την αναφορά αναλυτικών στοιχείων στις σχετικές με την προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων, δεν μπορούν δε, σε καμία περίπτωση, να θεωρηθούν ως συμπληρωματικές εργασίες οφειλόμενες σε απρόβλεπτες περιστάσεις εκείνες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου ή στην απλή βελτίωση της ποιότητάς του λ.χ. με ανώτερα υλικά και μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη (βλ. Πράξεις VII Τμ 63/2005, 85, 260/2006, 135, 231/2007, 44/2008, 32, 235, 249/2009 κ.ά.).


ΕΣ/ΤΜ.6/863/2018

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επιδιώκεται η ανάκληση της 115/2018 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(...)Περαιτέρω, ο αιτών Δήμος ισχυρίζεται ότι η έλλειψη αναλυτικής επιμέτρησης των εκτελεσμένων εργασιών, κατά το χρόνο υποβολής του σχεδίου σύμβασης στον προσυμβατικό έλεγχο, δεν οφείλεται σε αδυναμία της αναθέτουσας αρχής για εκτέλεση της επιμέτρησης αυτής, όπως εσφαλμένα φέρεται να δέχεται το Κλιμάκιο, και ότι η έλλειψη αυτή έχει ήδη αναπληρωθεί, προσκομίζει δε συναφώς την από 6.3.2018 αναλυτική επιμέτρηση.  Επισημαίνεται, κατ’ αρχήν, ότι το Κλιμάκιο απείχε του ελέγχου όχι μόνο των εκτελεσμένων εργασιών αλλά, επιπλέον, και των μη εκτελεσμένων υπολειπόμενων, τις οποίες αδυνατούσε να προσδιορίσει ως αυτοτελή κατηγορία εργασιών (βλ. ανωτέρω υπό 2.Α), στο μέτρο που η αναθέτουσα αρχή δεν είχε καταγράψει αναλυτικά ούτε το σύνολο των αναγκαίων εργασιών της συμπληρωματικής σύμβασης, όπως επισημάνθηκε στην προηγούμενη σκέψη, ούτε εκείνες τις πρόσθετες εργασίες που κατά το χρόνο υποβολής είχαν ήδη εκτελεσθεί (ως εκ της έλλειψης επιμέτρησης των εργασιών αυτών).  Παρά δε την προσκόμιση των επιπλέον στοιχείων, η εν λόγω αδυναμία προσδιορισμού των υπολειπόμενων εργασιών εξακολουθεί να υφίσταται.  Επικουρικά, ωστόσο, το Κλιμάκιο επεσήμανε ότι, ακόμη και αν μπορούσε να ελέγξει τις υπολειπόμενες εργασίες της συμπληρωματικής σύμβασης, αυτές δεν θα ήταν νόμιμες, λόγω έλλειψης συνάφειας αυτών με το αντικείμενο του αρχικού έργου.  Πράγματι, το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης για τη «Βελτίωση κυκλοφοριακών συνθηκών Δήμου .......», αφορούσε στην εκτέλεση εργασιών οδοποιίας και συναφών εργασιών στο οδικό δίκτυο του Δήμου, χωρίς ειδικότερο εκ των προτέρων προσδιορισμό των οδών εκτέλεσης των εργασιών. Ως εκ της φύσης του αντικειμένου τούτου, που φέρεται να συνδέεται με την κάλυψη όχι μόνο των τακτικών αλλά και των έκτακτων αναγκών συντήρησης του οδικού δικτύου της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου, δεν είναι δυνατόν να βεβαιωθεί ότι οι πρόσθετες εργασίες της συμπληρωματικής σύμβασης, που επίσης αφορούν σε έκτακτες εργασίες συντήρησης του ίδιου δικτύου, δεν περιλαμβάνονται στο αντικείμενο της αρχικής.  Επιπλέον, εφόσον το αρχικό αντικείμενο δεν αποτελεί σαφώς οριοθετημένο έργο, δεν μπορεί να βεβαιωθεί ότι οι πρόσθετες εργασίες καθίστανται αναγκαίες για την ολοκλήρωση και τελειοποίηση του αρχικού έργου (Ε.Σ. Τμ. VI 6064/2015, 285/2012).  Τα ανωτέρω, ισχύουν ανεξαρτήτως του ότι, από τα προσκομιζόμενα στοιχεία, δεν προκύπτει με σαφήνεια αν το αρχικό έργο, η συμβατική διάρκεια του οποίου είχε ήδη λήξει κατά το χρόνο επέλευσης των επικαλούμενων έκτακτων συνθηκών, εξακολουθεί να εκτελείται.  Επομένως, ο εξεταζόμενος λόγος ανάκλησης δεν δύναται να ανατρέψει την διαπιστωθείσα από το Κλιμάκιο πλημμέλεια και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος.Δεν ανακαλεί την 115/2018 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.​


ΕλΣυν/Τμ.6/897/2012

Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές οι εργασίες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του με ανώτερα ποιοτικώς υλικά ή με μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη διότι είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου καθόσον δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας αναδείξεως αναδόχου (Αποφάσεις Τμήματος Μείζονος - Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, 3030/2011, Απόφαση VI Τμήματος 2069/2010, Πράξεις VI Τμήματος 108/2007, 232/2006, 216/2006, 197/2006, 192/2006, 98/2006). Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων φέρει η αναθέτουσα αρχή (Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση C-601/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Απόφαση Τμήματος Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, Αποφάσεις VI Τμήματος 2726/2010, 2506/2009, 1780/2009, Πράξεις VI Τμήματος 52/2007, 106/2003). Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην εξαιρετική αυτή διαδικασία της απευθείας αναθέσεως μέσω καταρτίσεως συμπληρωματικής συμβάσεως, ως εκ της φύσεώς της, πρέπει να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, προκειμένου να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής των αναγκαίων για την κατάρτισή της προϋποθέσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 2066/2010, 286/2010, 285/2010, 136/2010). Τέλος, με το ποσό του κονδυλίου των απροβλέπτων της αρχικής συμβάσεως δύνανται να καλυφθούν εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, η οποία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εκτελέσεως και επιβάλλει αναγκαστικές τροποποιήσεις στο σχεδιασμό του αρχικού έργου, εργασίες, οι οποίες προκύπτουν από απαιτήσεις της κατασκευής και κρίνονται απαραίτητες για την αρτιότητα του έργου, καθώς και διαφορές, οι οποίες προκύπτουν στις ποσότητες των εργασιών που πρέπει να εκτελεσθούν και οφείλονται σε προφανείς παραλείψεις ή σε σφάλματα των προμετρήσεων (Αποφάσεις VI Τμήματος 792/2011, 791/2011).


ΕΣ/ΤΜ.7/366/2010

Έργο..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, αντικείμενο του 1ου Α.Π.Ε. δεν ήταν η διενέργεια συμπληρωματικών (νέων) εργασιών, αλλά η αύξηση των ποσοτήτων των ήδη προβλεπομένων συμβατικών εργασιών, το Τμήμα κρίνει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προύποθέσεις για την επιβάρυνση του κονδυλίου των απροβλέπτων της οικείας σύμβασης με τη δαπάνη των εργασιών αυτών, δοθέντος, επιπροσθέτως, ότι αφενός μεν αυτές κατέστησαν αναγκαίες λόγω εσφαλμένων προμετρήσεων της οικείας μελέτης, αφετέρου δε ότι το προς εκτέλεση αντικείμενο της σύμβασης δεν τροποποιήθηκε. Κατόπιν των ανωτέρω, η Πράξη της οποίας ζητείται η ανάκληση (23/2010), η οποία έθεσε ως προϋπόθεση για την αυξομείωση των ήδη προβλεπομένων συμβατικών εργασιών τη συνδρομή «απρόβλεπτων περιστάσεων», πρέπει να ανακληθεί ως προς την κρίση της περί μη νομιμότητας της δαπάνης, που εντέλλεται με το 176, οικονομικού έτους 2009, χρηματικό ένταλμα πληρωμής. Το ένταλμα δε αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί, εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2009, σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του οποίου εκδόθηκε.


ΕλΣυν/Επτ/1704/2011

Συμπληρωματικές συμβάσεις.Η κατάρτιση συμπληρωματικών συμβάσεων με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημόσιου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνο υπό τις αναφερόμενες περιοριστικά στο νόμο προϋποθέσεις. Ως συμπληρωματικές δε εργασίες θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) αφορούν το αρχικό συμβατικό αντικείμενο, με το οποίο παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικά συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου, όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της, το δε ποσό της συμπληρωματικής σύμβασης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης.Τέτοιες εργασίες θεωρούνται αυτές που είτε προβλέπονται κατ’ είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες), είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Περαιτέρω, οι ως άνω διατάξεις, λόγω του γεγονότος ότι επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από την κείμενη νομοθεσία στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος απόδειξης περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις, που δικαιολογούν την εφαρμογή τους, το φέρει όποιος τις επικαλείται (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 17.09.1998, C-323/96 Επιτροπή κατά Βελγίου, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 28.03.1996, C-318/1994 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.05.1995, C-57/94 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.03.1992, C-24/91 Επιτροπή κατά Ισπανίας, Ε.Σ. 2502, 2511/2009 κ.ά). Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίστηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου και να ενταχθούν στο αρχικό έργο και τη συναφθείσα σύμβαση. Οι περιστάσεις, επομένως, που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για την αιτιολόγηση του απρόβλεπτου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική τους ευθύνη (βλ. αποφ. VI Τμ. 1780, 3359/2009). Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές εργασίες, οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα, εκείνες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθόσον η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων, κατά την υποβολή της προσφοράς τους, και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου, είναι ανεπίτρεπτη. Τέλος, η απόφαση του αρμόδιου οργάνου περί προσφυγής στην ως άνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητάς της από το Ελεγκτικό Συνέδριο (π.ρ.βλ. Ε.Σ. 1780, 3729/2009 κ.α.).


ΕΣ/ΤΜ.6/2256/2011

Συμπληρωματική σύμβαση έργου...ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 305/2011 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις, που θέτει το άρθρο 28 παρ. 3 περ. ε΄ του ν. 3669/2008 για τη νόμιμη σύναψη σύμβασης συμπληρωματικών εργασιών, όπως ορθά έκρινε και το Κλιμάκιο με την υπό ανάκληση πράξη του. Ειδικότερα, αναφορικά με τις εργασίες για τη μετατόπιση υπόγειων δικτύων (υπόγειων τηλεφωνικών καλωδίων) ζωτικής σημασίας, που βρέθηκαν μετά τη διενέργεια των ερευνητικών τομών, όπως προβλέπεται στα συμβατικά τεύχη, ανεξαρτήτως του εάν η ύπαρξή τους ήταν γνωστή ή όχι εκ των προτέρων βάσει αποτυπώσεων, σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης, δοθέντος ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 12 της Γενικής Συγγραφής Υποχρεώσεων καθώς και με το άρθρο 12 της Ειδικής Συγγραφής Υποχρεώσεων, οι ως άνω μετατοπίσεις έπρεπε να βαρύνουν το κονδύλι των απροβλέπτων (βλ. και. το έγγραφο Φ. ΑΡ-218 Ε/6926/781327/Σ1327/7.7.2009, στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι η σχετική πρόσθετη δαπάνη θα βαρύνει το κονδύλι των απροβλέπτων). Εξάλλου και υπό την εκδοχή ακόμη ότι η συγκεκριμένη εργασία δεν θα βάρυνε το κονδύλι των απροβλέπτων, η αναγκαιότητα εκτέλεσης των οικείων εργασιών μπορούσε να προβλεφθεί με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου κατά τη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης, ενόψει του ότι η ύπαρξη υπόγειων τηλεφωνικών καλωδίων ήταν ήδη γνωστή στην αναθέτουσα αρχή (βλ. Γενική και Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων καθώς και άρθρο 9.2.3. της Τεχνικής Περιγραφής). Συνεπώς, όσα αντίθετα υποστηρίζει η αιτούσα και η παρεμβαίνουσα εταιρεία, είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Περαιτέρω, οι εργασίες που αφορούν στην προσαρμογή της εγκατάστασης τηλεφώνων και data προέκυψαν, σύμφωνα με όσα αναφέρει η αιτούσα Υπηρεσία στην αίτηση ανάκλησης, κατόπιν απαιτήσεως της οδηγίας της Συμμαχίας (ΝΑΤΟ) να δημιουργηθεί δίκτυο διακριβωμένων επικοινωνιών, το οποίο θα συνδέει όλες τις μονάδες της 116 Π.Μ. μεταξύ τους, αλλά και με άλλες μονάδες της Πολεμικής Αεροπορίας και θα εξασφαλίζει ασφαλέστερη και με υψηλές ταχύτητες επικοινωνία. Συνεπώς, οι εργασίες αυτές δεν μπορούν ν' αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης, καθόσον δεν κατέστησαν αναγκαίες κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, αλλά αποσκοπούν στην προσαρμογή αυτού στις νέες τεχνολογίες, και, ως εκ τούτου, κρίνονται αναγκαίες για την βελτίωση της ποιότητας και της λειτουργικότητάς του, όπως τούτο άλλωστε δεν αντικρούει και η αιτούσα. Συνεπώς, όπως ορθά έκρινε και η υπό ανάκληση πράξη, έπρεπε να βαρύνουν αποκλειστικά το κονδύλι των απροβλέπτων της αρχικής σύμβασης. Ομοίως, και οι εργασίες για την προσαρμογή των χώρων των συνεργείων στις νέες επιχειρησιακές ανάγκες της 116 ΠΜ καθώς και αυτές που προέκυψαν από εκκρεμότητες του υφιστάμενου κτηρίου από προηγούμενη εργολαβία, είναι απαραίτητες για την έντεχνη αποπεράτωση του έργου και τη λειτουργία του με ασφάλεια για τις εγκαταστάσεις και το προσωπικό, όπως τούτο σαφώς προκύπτει, τόσο από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον 1ο Α.Π.Ε., όσο και από την 147/17.11.2010 γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Έργων/ Γ.Ε.Α.. Συνεπώς, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης, όπως ορθά απεφάνθη και το Κλιμάκιο, αφού αποσκοπούν στην λειτουργικότητα και αρτιότητα του έργου και έπρεπε, ως εκ τούτου, να βαρύνουν και αυτές το κονδύλι των απροβλέπτων του αρχικού προϋπολογισμού. Οι δε νέες επιχειρησιακές ανάγκες (αλλαγή σχεδίου οργάνωσης του τμήματος συντήρησης αεροσκαφών), μίας μάχιμης μονάδας, που επικαλείται η αιτούσα, αποτελούν μία πάγια κατάσταση, η οποία ανάγεται στη σφαίρα δράσης της αναθέτουσας αρχής και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να στοιχειοθετήσει απρόβλεπτο γεγονός, υπό την έννοια που προαναφέρθηκε, το οποίο να δικαιολογεί τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης. Ειδικότερα δε, αναφορικά με τις εργασίες που προέκυψαν από εκκρεμότητες προηγούμενης εργολαβίας, δεν αιτιολογείται γιατί δεν ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του υφιστάμενου κτηρίου από την άλλη εργολαβία, ούτε αποδεικνύεται ότι η εκκρεμότητα αυτή δεν ήταν ήδη γνωστή ή ότι δεν μπορούσε να προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, με αποτέλεσμα να καταστεί απαραίτητη η εκτέλεση των ως άνω εργασιών για την ολοκλήρωσή του. Σε κάθε δε περίπτωση οι εργασίες αυτές ήταν αντικείμενο άλλης εργολαβίας (το οποίο ουδόλως αναφέρεται) και όχι της παρούσας, όπως δέχεται και η αιτούσα, και ως εκ τούτου, πέραν του ότι δεν συντρέχουν οι επικαλούμενες από την ίδια απρόβλεπτες περιστάσεις, οι εργασίες αυτές αποτελούν επέκταση του συμβατικού αντικειμένου του αρχικού έργου, ενώ τούτο δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η προηγούμενη εργολαβία χωροταξικά βρισκόταν στον ίδιο χώρο με την εργολαβία της κρινόμενης σύμβασης, όπως αβασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ανάκλησης. ..Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση.


ΕλΣυν/Τμ7/155/2010

Μελέτες.Μη ανάκληση της 102/2009 πράξης του 7ου τμήματος.Ο πρώτος από τους ανωτέρω ισχυρισμούς του Δήμου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, και αν υποτεθεί ότι σκοπός της σύμβασης ήταν η υποβοήθηση της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, το γεγονός αυτό δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της σύμβασης από σύμβαση εκπόνησης μελέτης σε σύμβαση μίσθωσης έργου, ενώ, εξάλλου, αφενός από το κείμενο της σύμβασης προκύπτει ότι ο ίδιος ο ανάδοχος όφειλε να προβεί στην ανάπτυξη ολοκληρωμένου σχεδίου κυκλοφοριακών παρεμβάσεων,