×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ6/253/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Η θέσπιση από τον εθνικό νομοθέτη κατώτατων επιτρεπτών ορίων αμοιβών των μελετητών δεν αντίκειται στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ. Νόμιμα αποκλείστηκαν διαγωνιζόμενοι που υπέβαλαν οικονομικές προσφορές υπολειπόμενες των κατωτάτων προβλεπόμενων ορίων. Είναι νόμιμη η αιτιολόγηση της βαθμολογίας των τεχνικών προσφορών, καθόσον από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει αναλυτικά ο τρόπος αξιολόγησης των επιμέρους κριτηρίων. Ο όρος περί δικαιώματος προαίρεσης που εκ παραδρομής αναγράφηκε στην περίληψη της διακήρυξης θα πρέπει να θεωρηθεί ως μη γεγραμμένος. Η ανάθεση συμπληρωματικών μελετών επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 29 ν.3316/2005.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/527/2007

Μελέτες.Αίτηση αναστολής εκτελέσεως αποφάσεως με την οποία η αιτούσα αποκλείστηκε από διαγωνισμό μελέτης Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Δήμου. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι οι «ειδικοί σύμβουλοι», με τους οποίους, κατά το άρθρο 18.2.4 της διακήρυξης, πρέπει να συνεργασθούν οι διαγωνιζόμενοι μελετητές, δεν απαιτείται να έχουν, και αυτοί, την ιδιότητα του μελετητή, εγγεγραμμένου, περαιτέρω, στα Μητρώα Μελετητών.


ΕΣ/Τμ.VII/278/2007

Εξόφληση 1ου λογαριασμού μελέτης με τίτλο «Μελέτη Ακαθάρτων Δήμου». Μη νόμιμη η ανάθεση της εν λόγω μελέτης, καθόσον τόσο το πρακτικό της Επιτροπής Αξιολόγησης όσο και η σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου στερούνται νόμιμης και επαρκούς αιτιολογίας, δεδομένου ότι αφενός δεν περιέχουν συγκεκριμένα στοιχεία συγκριτικής αξιολόγησης και βαθμολογίας των επιμέρους στοιχείων που υποβλήθηκαν, ώστε να είναι σαφής και ελέγξιμη η κατάταξη όλων των συμμετεχόντων, αφετέρου η επιλογή της αναδειχθείσας σύμπραξης μελετητών έγινε κατ΄ επίκληση κριτηρίου που δεν προβλεπόταν στην οικεία πρόσκληση ενδιαφέροντος


ΕΣ/Τ6/251/2007

ΕλΣυν/Τμ.VI/251/2007.Οι ως άνω διατάξεις, με τις οποίες καθιερώνεται ειδικότερο σύστημα αμοιβής των μελετητών, ακόμα και κατά τη διενέργεια διαγωνισμών, δεν αντίκεινται καταρχήν στους κανόνες του κοινοτικού δικαίου περί σύναψης δημοσίων συμβάσεων, όπως αυτοί διατυπώνονται στην Οδηγία 2004/18/ΕΚ, καθόσον, όπως ήδη εκτέθηκε, ο κοινοτικός νομοθέτης επιφυλάσσεται ρητώς ως προς την εφαρμογή των εθνικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων περί ελάχιστων ορίων αμοιβής ορισμένων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και των υπηρεσιών των μηχανικών (πρβλ. ΔΕΚ C-94/2004 Cipolla, C-202/2004 Macrino - Capodarte). Επομένως, η υποβολή από τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμό για την ανάθεση μελέτης οικονομικών προσφορών κατώτερων του ελαχίστου ορίου αμοιβής, όπως αυτό προκύπτει από την προαναφερθείσα υπουργική απόφαση, επιτρεπτώς οδηγεί στον άνευ ετέρου αποκλεισμό του προσφέροντος από το διαγωνισμό και την απόρριψη ως απαράδεκτης της οικονομικής του προσφοράς, ήτοι ακόμη και χωρίς να του παρασχεθεί προηγουμένως η δυνατότητα διευκρίνησης και αιτιολόγησης των επιμέρους στοιχείων της προσφοράς του, καθόσον εφαρμοστέες καθίστανται εν προκειμένω όχι οι διατάξεις για την υποβολή υπερβολικά χαμηλής προσφοράς του άρθρου 55 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, αλλά οι ειδικότερη διάταξη του άρθρου 53 της ίδιας Οδηγίας, βάσει της οποίας τα κράτη-μέλη δύνανται να θεσπίζουν κανόνες περί ελάχιστων ορίων αμοιβής ορισμένων υπηρεσιών μηχανικών και, συνεπώς, η απόρριψη στην περίπτωση αυτή ως απαράδεκτων των προσφορών που δεν συνάδουν με τους κανόνες αυτούς παρίσταται καταρχήν νόμιμη.


ΣΤΕ ΕΑ 1045/2010

Εκπόνηση μελέτης..:Με τα δεδομένα αυτά η κρίση της αναθέτουσας αρχής ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δικαιολογείται λόγω της μη επίτευξης ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, ενόψει, προφανώς, του γεγονότος ότι στον διαγωνισμό υποβλήθηκε μια μόνον προσφορά, αυτή της αιτούσας, πιθανολογείται σοβαρώς ότι είναι πλημμελής. Και τούτο διότι η αναθέτουσα αρχή δεν εξηγεί για ποιους λόγους η προσφορά της αιτούσας, αυτοτελώς εκτιμώμενη, δεν είναι ικανοποιητική, εν όψει, μάλιστα, της βαθμολογίας που συγκέντρωσε η τεχνική της προσφορά και του γεγονότος ότι έδωσε την μεγαλύτερη επιτρεπτή έκπτωση με την οικονομική της προσφορά, ενώ, εξάλλου, η αναθέτουσα αρχή δεν επικαλείται συγκεκριμένα στοιχεία, αναγόμενα στη φύση της υπό ανάθεση μελέτης και τις συνθήκες της διεξαγωγής του διαγωνισμού, από τα οποία να μπορεί να συναχθεί ότι είναι εύλογη η προσδοκία της να επιτύχει μεγαλύτερη συμμετοχή υποψήφιων μελετητών σε περίπτωση επαναπροκηρύξεως του διαγωνισμού, εν όψει, μάλιστα, του ότι η ίδια επικαλείται στην προσβαλλόμενη απόφαση τον πολύπλοκο και ειδικό χαρακτήρα του αντικειμένου της μελέτης. Περαιτέρω, η πρόθεση της αναθέτουσας αρχής να εξετάσει το ενδεχόμενο να κληθούν στον επαναληπτικό διαγωνισμό μελετητές με πτυχία μικρότερης τάξης, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συμμετοχή διαγωνιζομένων, δεν πιθανολογείται ότι μπορεί να δικαιολογήσει, κατά νόμο, την ακύρωση του διαγωνισμού, διότι η πρόσκληση μελετητών με πτυχία μικρότερης τάξεως από τα προβλεπόμενα με την διέπουσα τον επίδικο διαγωνισμό διακήρυξη αποκλείεται χωρίς τη μείωση της προεκτιμώμενης αμοιβής, η διαμόρφωση, όμως, της οποίας δεν αφίεται, κατά νόμο, στην ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με τα εκτεθέντα ανωτέρω στην ένατη σκέψη...Επειδή, με τα δεδομένα αυτά πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να διαταχθεί η μη επαναπροκήρυξη του επιδίκου διαγωνισμού έως ότου δημοσιευθεί οριστική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει η αιτούσα να ασκήσει, κατά την παρ. 7 του άρθρου 3 παρ. 7 του ν. 2522/1997, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112), προκειμένου να διατηρηθεί η ισχύς του ήδη χορηγουμένου ασφαλιστικού μέτρου. Η αναθέτουσα αρχή, πάντως, έχει την ευχέρεια, εάν το κρίνει σκόπιμο, πριν από την άσκηση της εν λόγω αιτήσεως ή την δημοσίευση οριστικής αποφάσεως επ’ αυτής, να επιληφθεί εκ νέου του ζητήματος της ακυρώσεως του επιδίκου διαγωνισμού, προκειμένου να εκδώσει νέα πράξη περί ακυρώσεώς του, νομίμως αιτιολογημένη.


ΣτΕ/377/2008

Διαγωνισμός για την ανάθεση εκπόνησης μελέτης. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της απόρριψης της προσφοράς της αιτούσας σύμπραξης διότι εταιρεία-μέλος της δεν διέθετε εταιρικό πτυχίο της καλούμενης τάξης για κατηγορία μελέτης. 10. Επειδή, η Επιτροπή, εκτιμώντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς και λαμβάνοντας υπ' όψη ότι, πρώτον, κατά τη Διακήρυξη, η οποία δεν προκύπτει ότι είχε αμφισβητηθεί από τα αιτούντα Γραφεία Μελετών, οι διαγωνιζόμενοι προσκομίζουν πτυχίο κατάταξης στις καλούμενες κατηγορίες και τάξεις και ότι η εγγραφή τους στα μητρώα πρέπει να είναι σε ισχύ κατά την ημερομηνία λήξης της παραλαβής των φακέλων συμμετοχής στο διαγωνισμό και δεύτερον, κατά το άρθρο 6 παρ. 2 του Π.Δ. 799/1978, η προθεσμία εντός της οποίας υποχρεούται η Διοίκηση να διενεργεί τις μεταβολές της κατάστασης των μελετητών και γραφείων μελετών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η προαγωγή πτυχίου είναι εξηκονθήμερη από την υποβολή της σχετικής αίτησης και όχι τριακονθήμερη (δεδομένου ότι η προθεσμία των 30 ημερών αφορά ανανέωση πτυχίου ή αναθεώρηση πτυχίου λόγω αποχωρήσεως ή θανάτου ή αντικαταστάσεως μέλους Γραφείου Μελετών), κρίνει ότι η βασιμότητα των προβαλλομένων αιτιάσεων κατά του αποκλεισμού της σύμπραξης των αιτούντων Γραφείων δεν πιθανολογείται σοβαρά Και τούτο διότι, ανεξαρτήτως του ότι η συμπράττουσα εταιρεία «..... .............» δεν προσκόμισε, με τον φάκελλο των δικαιολογητικών, πτυχίο της καλούμενης τάξης στην κατηγορία μελέτης 27, όπως ρητώς απαιτεί η Διακήρυξη, πάντως, κατά την ημερομηνία λήξης της παραλαβής των φακέλων συμμετοχής στο διαγωνισμό (20.12.2007), δεν είχε παρέλθει η ανωτέρω 60ήμερη προθεσμία από την υποβολή της αίτησής της στη Διοίκηση (9.11.2007) για την προαγωγή του πτυχίου από την Β΄ στη Γ΄ τάξη. Επίσης, σύμφωνα με τη Διακήρυξη, σε περίπτωση της μη προσκόμισης από διαγωνιζόμενο του απαιτούμενου πτυχίου, η Αναθέτουσα Αρχή οφείλει να προχωρήσει στον αποκλεισμό του από το διαγωνισμό και συνεπώς τα περί υπέρβασης των άκρων της διακριτικής ευχέρειας, κατά τον αποκλεισμό της σύμπραξης των αιτούντων Γραφείων, δεν φαίνεται να ευσταθούν. 11. Επειδή, κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση. Διά ταύτα Απορρίπτει την αίτηση.»


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/386/2007

Μελέτες.Αποκλεισμός υποψηφίων.Η Επιτροπή του Διαγωνισμού καθ΄ υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας και της αρχής της αναλογικότητας που διέπει το κοινοτικό δίκαιο δεν προσκάλεσε τις ως άνω συμπράξεις γραφείων σύμφωνα με το άρθρο 4.6. της διακήρυξης προκειμένου να συμπληρώσουν τις ανωτέρω ελλείψεις. Και τούτο γιατί, η μεν σύμπραξη γραφείων .......... έχοντας ήδη καταθέσει στο πρωτόκολλο της αναθέτουσας αρχής αίτηση- επιστολή υποβολής προσφοράς στο διαγωνισμό μαζί με το φάκελο των δικαιολογητικών συμμετοχής της, καθώς επίσης και την υπ΄αριθμ. 210/702277-8/25.10.2006 εγγυητική επιστολή συμμετοχής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για ποσό 309.743 ευρώ υπέρ της εν λόγω σύμπραξης (βλ. σελ. 4 του Πρακτικού Ι της Επιτροπής Διαγωνισμού), κατέστησε νομικά δεσμευτική τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό, έτσι ώστε τυχόν μη προσέλευση αυτής στην υπογραφή της σύμβασης σε περίπτωση που αναδεικνυόταν ανάδοχος του έργου, θα επέφερε εις βάρος της δυσμενείς συνέπειες (κατάπτωση εγγυητικής επιστολής συμμετοχής κ.λ.π.) με αποτέλεσμα η εκ μέρους της παράλειψη τοποθέτησης της αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος-προσφοράς εντός του υποφακέλου των δικαιολογητικών συμμετοχής να μη συνιστά κατά την κρίση του Κλιμακίου ουσιώδη πλημμέλεια επιφέρουσα τον αποκλεισμό του ως άνω διαγωνιζόμενου εξ αυτού και μόνο του λόγου, η δε σύμπραξη ……...... είχε ομοίως υποβάλλει κατά την ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού τις προβλεπόμενες από τη διακήρυξη υπεύθυνες δηλώσεις, η δε θεώρηση του γνησίου της υπογραφής αυτών θα μπορούσε να ζητηθεί από την Επιτροπή του Διαγωνισμού στο πλαίσιο συμπλήρωσης νομίμως καταρχήν υποβληθέντων εγγράφων κατά το άρθρο 4.6 της διακήρυξης ενόψει και της ανάγκης εξασφάλισης ευρύτερης συμμετοχής υποψηφίων στο διαγωνισμό (πρβλ. και 225/2007 πράξη VI Τμ. Ε.Σ.). Συνακόλουθα, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι ως άνω συμπράξεις γραφείων μη νομίμως αποκλείστηκαν από το διαγωνισμό για τους παραπάνω λόγους.Ανακλήθηκε με την 10/2008 του 6ου Τμήματος


ΔΕΚ/C-225/1998

Περίληψη 1. Σκοπός των κανόνων δημοσιότητας που προβλέπονται στην οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, στους οποίους περιλαμβάνεται η δημοσίευση της προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως, είναι να ενημερωθούν εγκαίρως όλοι οι δυνάμει προσφέροντες σε κοινοτικό επίπεδο ως προς τα κύρια σημεία μιας συμβάσεως, προκειμένου να μπορέσουν να υποβάλουν την προσφορά τους εμπροθέσμως. Ο σκοπός αυτός υποδηλώνει ότι ο υποχρεωτικός ή όχι χαρακτήρας της προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως πρέπει να καθορίζεται ανάλογα με τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας σχετικά με τις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών που υπέβαλαν οι προσφέροντες. Συναφώς, τα άρθρα 12, παράγραφος 1, και 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/37, που καθορίζουν, γενικώς, σε 52 ημέρες για τις ανοικτές διαδικασίες και 40 ημέρες για τις κλειστές, αντιστοίχως, τις συνήθεις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, ουδόλως αναφέρονται στην προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως. Αντιθέτως, τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 13, παράγραφος 4, της οδηγίας 93/37, που παρέχουν στις αναθέτουσες αρχές τη δυνατότητα να μειώσουν τις προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 12, παράγραφος 1, και 13, παράγραφος 3, συνδέουν ρητώς τη δυνατότητα αυτή με την προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως. Επομένως, η δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως είναι υποχρεωτική μόνον εφόσον οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της ευχέρειας που τους παρέχεται να μειώσουν τις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών. ( βλ. σκέψεις 35-38 ) 2. Σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τα δημόσια έργα είναι είτε αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή είτε, αν η ανάθεση γίνεται στον υποβάλλοντα την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, διάφορα κριτήρια ανάλογα με το αντικείμενο της οικείας συμβάσεως, όπως η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, τα έξοδα λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η τεχνική αξία. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να αναφέρουν τα κριτήρια αυτά, είτε στην προκήρυξη είτε στη συγγραφή υποχρεώσεων. όντως, η διάταξη αυτή δεν στερεί εντελώς από τις αναθέτουσες αρχές τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν ως κριτήριο έναν όρο που συνδέεται με την καταπολέμηση της ανεργίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο όρος αυτός τηρεί όλες τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου και, κυρίως, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, όπως αυτή απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Επιπλέον, ακόμη και αν το κριτήριο αυτό δεν είναι αφεαυτού ασυμβίβαστο προς την οδηγία 93/37, πρέπει κατά την εφαρμογή του να τηρούνται όλοι οι διαδικαστικοί κανόνες της οδηγίας αυτής και ιδίως οι κανόνες δημοσιότητας που περιέχονται σ' αυτήν. Επομένως, ένα κριτήριο αναθέσεως που συνδέεται με την καταπολέμηση της ανεργίας πρέπει να μνημονεύεται ρητώς στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ώστε να είναι οι εργολήπτες σε θέση να πληροφορηθούν την ύπαρξη της προϋποθέσεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 49-51, 73 ) 3. παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, το κράτος μέλος το οποίο, στην προκήρυξη του διαγωνισμού, περιορίζει σε πέντε τον αριθμό των υποψηφίων που μπορούν να υποβάλουν προσφορές για τις επίμαχες συμβάσεις. Καίτοι είναι αληθές ότι το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37 δεν ορίζει ελάχιστο αριθμό υποψηφίων τους οποίους οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να προσκαλέσουν όταν δεν επιλέγουν τον καθορισμό ορίου που προβλέπει η διάταξη αυτή, πάντως, ο κοινοτικός νομοθέτης θεώρησε ότι, στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας και όταν οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν ένα όριο, αριθμός υποψηφίων μικρότερος του πέντε δεν αρκεί για την εξασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού. Τούτο πρέπει να ισχύει κατά μείζονα λόγο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να προσκαλέσουν τον ανώτατο αριθμό υποψηφίων. Επομένως, ο αριθμός των επιχειρήσεων που μία αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να προσκαλέσει για να υποβάλουν προσφορές στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να είναι μικρότερος του πέντε. ( βλ. σκέψεις 59-63 ) 4. παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 59 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 49 ΕΚ) καθώς και από την οδηγία 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων, το κράτος μέλος που, στις προκηρύξεις διαγωνισμών, χρησιμοποιεί, όσον αφορά τη μέθοδο προσδιορισμού των τμημάτων του έργου, παραπομπές στις κατατάξεις εθνικών επαγγελματικών οργανώσεων και, άλλωστε, απαιτεί από τον καταρτίζοντα κατασκευαστικά σχέδια, ως ελάχιστη προϋπόθεση συμμετοχής, δικαιολογητικό εγγραφής στον σύλλογο αρχιτεκτόνων. πράγματι, στο μέτρο που ο καθορισμός των τμημάτων του έργου με παραπομπή σε κατατάξεις εθνικών επαγγελματικών οργ


ΔΕΚ/Τ-4/2001

Περίληψη 1. Για τη θεμελίωση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας, δυνάμει του άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, απαιτείται η συνδρομή ενός συνόλου προϋποθέσεων σχετικών με τον παράνομο χαρακτήρα της προσαπτόμενης στα κοινοτικά όργανα συμπεριφοράς, το υποστατό της ζημίας και την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της προβαλλόμενης συμπεριφοράς και της ζημίας της οποίας γίνεται επίκληση. Όσον αφορά την πρώτη από τις προϋποθέσεις αυτές, η νομολογία απαιτεί να αποδεικνύεται κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου σκοπούντος στην προστασία των ιδιωτών. Οσάκις το όργανο διαθέτει περιθώριο εκτιμήσεως, το αποφασιστικό κριτήριο για την εκτίμηση του αν συγκεκριμένη παράβαση του κοινοτικού δικαίου είναι κατάφωρη αποτελεί η πρόδηλη και σοβαρή εκ μέρους του υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται στην εξουσία του εκτιμήσεως. ( βλ. σκέψεις 60, 63 ) 2. Το άρθρο 30, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, αφήνει στην αναθέτουσα αρχή την επιλογή των κριτηρίων αναθέσεως της συμβάσεως στην οποία προτίθεται να προβεί υπό τον όρο ότι τα επιλεγέντα κριτήρια σκοπούν στην εξατομίκευση της συμφερότερης οικονομικά προσφοράς. Πράγματι, η αναθέτουσα αρχή πρέπει να μπορεί να λάβει απόφαση κατά το δοκούν με βάση ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια μεταβαλλόμενα ανάλογα με τη σύμβαση, προκειμένου να καθορίσει την πλέον συμφέρουσα οικονομικά προσφορά. Εντούτοις, το άρθρο 30, παράγραφος 1, στοιχείο β_, της οδηγίας 93/37 δεν μπορεί να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι έκαστο των κριτηρίων αναθέσεως που επέλεξε η αναθέτουσα αρχή προκειμένου να ταυτοποιήσει την πλέον συμφέρουσα οικονομικά προσφορά πρέπει κατ' ανάγκη να είναι ποσοτικής φύσεως ή αποκλειστικά προσανατολισμένο προς τις τιμές ή τα τιμολόγια του συγκεντρωτικού καταλόγου. Πράγματι, διάφοροι παράγοντες, μη αμιγώς ποσοτικοί, μπορούν να επηρεάζουν την εκτέλεση των έργων και, κατά συνέπεια, την οικονομική αξία μιας προσφοράς. ( βλ. σκέψεις 66, 68 ) 3. Καίτοι η αναθέτουσα αρχή δεν είναι υποχρεωμένη, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 30, παράγραφος 4, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, να επαληθεύει κάθε παρατιθέμενη σε ατομική προσφορά τιμή, οφείλει, εντούτοις, να εξετάζει τη φερεγγυότητα και τη σοβαρότητα των προσφορών που την εμβάλλουν σε υποψίες εν γένει, πράγμα που συνεπάγεται κατ' ανάγκη ότι ζητεί, ενδεχομένως, διευκρινίσεις επί των ατομικών τιμών που θεωρεί ύποπτες, κατά μείζονα δε λόγο αν είναι πολυάριθμες. Το γεγονός ότι τυχόν προσφορά κρίθηκε σύννομη προς τη συγγραφή υποχρεώσεων δεν απαλλάσσει την αναθέτουσα αρχή από την υποχρέωσή της να επαληθεύσει τις τιμές συγκεκριμένης προσφοράς αν προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη φερεγγυότητά τους κατά τη διάρκεια της εξετάσεως των προσφορών και μετά την αρχική εκτίμηση του συννόμου αυτών. Έτσι, η αναθέτουσα αρχή τήρησε ορθά την προβλεπόμενη στο άρθρο 30, παράγραφος 4, της ανωτέρω οδηγίας 93/37 διαδικασία, προσφέροντας επανειλημμένα σε υποβαλούσα προσφορά επιχείρηση τη δυνατότητα να αποδείξει τη σοβαρότητα της προσφοράς της. ( βλ. σκέψεις 76-77 ) 4. Όπως προκύπτει από το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, το οποίο εφαρμόζεται, δυνάμει του άρθρου 56 του δημοσιονομικού κανονισμού, επί των συμβάσεων που συνάπτουν τα κοινοτικά όργανα οσάκις η αξία της συμβάσεως υπερβαίνει το προβλεπόμενο από την οδηγία κατώτατο όριο, ένα κοινοτικό όργανο πληροί την υποχρέωση αιτιολογήσεως έναντι των αποκλεισθέντων υποβαλόντων προσφορά εφόσον αρκείται, κατ' αρχάς, στην άμεση ενημέρωσή τους σχετικά με την απόρριψη της προσφοράς τους με απλή και μη αιτιολογημένη κοινοποίηση, ακολούθως δε παρέχει στους υποψηφίους που διατύπωσαν ρητώς σχετικό αίτημα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και τα πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του υπέρ ου η ανάθεση εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από την παραλαβή γραπτού αιτήματος. Ο τρόπος αυτός ενεργείας συνάδει προς τον σκοπό της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως κατά το άρθρο 253 ΕΚ, ότι δηλαδή από την αιτιολογία πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και αναμφισβήτητο η συλλογιστική της κοινοτικής αρχής που εξέδωσε την πράξη, κατά τρόπον ώστε, αφενός, να παρέχεται η δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη του μέτρου προκειμένου να είναι σε θέση να υπερασπίσουν τα δικαιώματά τους, και, αφετέρου, στον δικαστή να ασκεί τον έλεγχό του. Ο επαρκής βαθμός αιτιολογήσεως δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση από το γεγονός ότι το θεσμικό όργανο δίδει στη συνέχεια λεπτομερέστερη εξήγηση. ( βλ. σκέψεις 92-93, 96 ) 5. Η κατά το άρθρο 253 ΕΚ υποχρέωση αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τα πληροφοριακά στοιχεία που διαθέτει η ενάγουσα κατά τον χρόνο ασκήσεως αγωγής. Αν ο αποκλεισθείς υποβαλών προσφορά ζητεί, όπως εν προκειμένω, από το εναγόμενο όργανο συμπληρωματικές εξηγήσεις σε σχέση με απόφαση πριν από την άσκηση αγωγής αλλά μετά την προβλεπόμενη με το άρθρο 8, παράγραφος 1, της ανωτέρω οδηγίας ημερομηνία και το


ΕΣ/ΤΜ.6/1980/2020

Καθαρισμός ρεμάτων...ζητείται η ανάκληση της 289/2020 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Επιπλέον, ενόψει του προηγούμενου αποτελέσματος, η ανάθεση σε περισσότερους παρόχους θα επιβάρυνε το κόστος της σύμβασης, χωρίς  η αναθέτουσα  να δύναται να εξαντλήσει τις δυνατότητες αξιοποίησης των  μέσων για την ικανοποίηση των αναγκών της. Εξάλλου, από την εξέλιξη της διαγωνιστικής διαδικασίας δεν προκύπτει ότι περιορίστηκε η συμμετοχή στον διαγωνισμό (προσφορά υπέβαλαν δέκα διαγωνιζόμενοι) εκ της μη υποδιαίρεσης σε τμήματα, ούτε υπήρξε επίπτωση στην καινοτομία (όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η προσβαλλόμενη), δεδομένου του εν πολλοίς τυποποιημένου αντικειμένου της εν λόγω ανάθεσης. Κατόπιν αυτών, εκτιμωμένων των ιδιαιτεροτήτων της ελεγχόμενης σύμβασης και των αναγκών, που πρόκειται να ικανοποιήσει, συντρέχουν οι, εκ των ενδεικτικά αναφερομένων, λόγοι του Προοιμίου της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ για τη μη υποδιαίρεση της σύμβασης, ήτοι το ενδεχόμενο να γίνει η εκτέλεση αυτής υπερβολικά δύσκολη από τεχνικής άποψης ή ακριβή ή η ανάγκη να συντονιστούν οι διάφοροι εργολάβοι να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την ορθή εκτέλεση αυτής και, ως εκ τούτου, η αναθέτουσα αρχή έδρασε εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας, ως προς την επιλογή της ενιαίας ανάθεσης της σύμβασης σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, αιτιολόγησε δε, έστω και συνοπτικώς, επαρκώς την απόφασή της αυτή.Περαιτέρω, ναι μεν η συμμετοχή δύο υπαλλήλων που συνδέονταν με συγγενική σχέση (αδελφές) στην Επιτροπή Διαγωνισμού είναι αντίθετη στο άρθρο 14 παρ.6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, πλην όμως, δεδομένου ότι α) κριτήριο κατακύρωσης ήταν η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά  μόνο βάσει τιμής και δεν καταλειπόταν περιθώριο εκτίμησης από τα μέλη της (όπως π.χ. σε ενδεχόμενη βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων), β) η εισήγηση της Επιτροπής υπέρ του αποκλεισμού της εταιρείας «...» έγινε για αντικειμενικό λόγο (μη υποβολή εγγυητικής επιστολής συμμετοχής και Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εντύπου Σύμβασης), γ) ο αποκλεισμός της εταιρείας «...» έγινε σε συμμόρφωση με την προηγηθείσα απόφαση της Α.Ε.Π.Π. και δ) το Κλιμάκιο κατά τον διενεργηθέντα έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας δεν αμφισβήτησε επί της ουσίας την εσωτερική νομιμότητα των αποφάσεων που στηρίζονται στη γνώμη της Επιτροπής Διαγωνισμού, το Τμήμα κρίνει ότι,στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ως άνω πλημμέλεια δε συνιστά  ουσιώδη πλημμέλεια που να επηρέασε το αποτέλεσμα της διαγωνιστικής διαδικασίας.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, κατά παραδοχή των προβαλλόμενων λόγων ανάκλησης, πρέπει η κρινόμενη προσφυγή και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 289/2020 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να επιτραπεί η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας .... και της εταιρείας «...», με αντικείμενο τον «Καθαρισμό ρεμάτων Περιφερειακής Ενότητας .... ΥΔΡ20».Ανακαλεί την 289/2020 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.