Ν.4617/2019
Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα
Κύρωση του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια σχετικά με την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιοποικιλότητα και άλλες διατάξεις.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΠΕΝ/ΔΔΕΔ/24248/598/2019
Μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 511/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 «σχετικά με τα μέτρα συμμόρφωσης των χρηστών βάσει του πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίηση τους στην Ένωση», σύμφωνα με τα άρθρα 6 (παράγραφος 1) και 11 αυτού καθώς και του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/1866 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 13ης Οκτωβρίου 2015»
Ν.3017/2002
Κύρωση του Πρωτοκόλλου του Κιότο στη Σύμβαση - πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος.
Ν.2321/1995
Κύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και της συμφωνίας που αφορά την εφαρμογή του Μέρους ΧΙ της Σύμβασης»
Ν.3858/2010
Προσαρμογή του Ελληνικού Δικαίου στο πρότυπο νόμου του έτους 1997 για τη «Διασυνοριακή πτώχευση» της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο και άλλες διατάξεις.
Ν.5196/2025
Κύρωση της Συμφωνίας υπό τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας σχετικά με τη διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας σε περιοχές πέραν της εθνικής δικαιοδοσίας.
Ν.5132/2024
Κύρωση του Πρωτοκόλλου για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση στη Σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη «για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε διασυνοριακό πλαίσιο», που κυρώθηκε με τον ν. 2540/1997.
Ν.5010/2023
Κύρωση του Πρωτοκόλλου για τη μείωση της οξίνισης, του ευτροφισμού και του όζοντος σε επίπεδο εδάφους, στη Σύμβαση του 1979 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη «σχετικά με τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση» που κυρώθηκε με τον ν. 1374/1983 και των τροποποιήσεων του Πρωτοκόλλου που υιοθετήθηκαν από τη Σύνοδο των συμβαλλομένων στη Σύμβαση Μερών, με τις Αποφάσεις 2012/1 και 2012/2.
ΝΣΚ/172/2018
Δασμοφορολογικές απαλλαγές κατά την εισαγωγή/παραλαβή επιβατηγών αυτοκινήτων για υπηρεσιακή χρήση από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες – Δασμοφορολογικές απαλλαγές κατά την εισαγωγή ειδών από το Γραφείο UNHCR για τη λειτουργία Κέντρων Υποδοχής Προσφύγων – Απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης αυτοκινήτων υπηρεσιακής χρήσης της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1.Το τέλος ταξινόμησης, όπως και ο ΦΠΑ, εμπίπτουν στην έννοια των εσωτερικών φόρων κατανάλωσης του Άρθρου Δεύτερου, Τμήματος 8 της Συμβάσεως περί προνομίων και ασυλιών των Ηνωμένων Εθνών που έχει κυρωθεί με το ν.412/1947. Όμως για την απαλλαγή από την καταβολή ή την επιστροφή τους, δυνάμει της ως άνω διάταξης, απαιτείται απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας, προγενέστερη ή μεταγενέστερη, αντιστοίχως, της εισαγωγής. Απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης και το ΦΠΑ παρέχεται και από τις διατάξεις των άρθρων 27 παρ.1 του ν.2859/2000 και 132 παρ.13 του ν.2960/2001. (ομόφ.) 2. Στην έννοια της ατελούς εισαγωγής του Άρθρου Πέμπτου, Τμήματος 18 περ. η' της σύμβασης «Περί προνομίων και ασυλιών των Ηνωμένων Εθνών», εμπίπτει ο ΦΠΑ εισαγωγής και ο εισαγωγικός δασμός, δεν εμπίπτει το τέλος ταξινόμησης ως εσωτερικός φόρος. Η απαλλαγή από τον ΦΠΑ εισαγωγής και τον εισαγωγικό δασμό κατά την εισαγωγή επιβατηγών αυτοκινήτων, για το μη ελληνικής καταγωγής ανώτερο προσωπικό της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, παρέχεται και από τη διάταξη του άρθρου Μόνου του ν.δ.2402/1953. Η απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 132 παρ.13 του ν.2960/2001. (ομόφ.) 3. Η απαλλαγή από το ΦΠΑ παρέχεται από τις διατάξεις του άρθρου 27 παρ.1 περ. στ’ υποπερ. ββ) του ν. 2859/2000, σε συνδυασμό με το άρθρο 29 παρ.1 περ.α’ του ιδίου νόμου. Η απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης παρέχεται με τις διατάξεις του άρθρου 132 παρ.13 του ν.2960/2001, όπου ρητά ορίζεται ότι απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα αυτοκίνητα οχήματα που παραλαμβάνονται από το προσωπικό των αναγνωρισμένων στην Ελλάδα διεθνών οργανισμών. Επίσης όπως προεκτέθηκε, το τέλος ταξινόμησης, ως εσωτερικός φόρος, δεν καλύπτεται από την ατέλεια του Άρθρου Πέμπτου, Τμήματος 18 περ. η’ της σύμβασης περί προνομίων και ασυλιών των Ηνωμένων Εθνών, διότι δεν συνιστά χρηματική εισφορά που καταβάλλεται κατά την εισαγωγή του επιβατικού αυτοκινήτου στη χώρα και εξ’ αιτίας αυτής, αλλά κατά τη θέση αυτού σε κυκλοφορία. Επομένως δεν τίθεται ζήτημα αν οι διατάξεις των διεθνών συνθηκών έχουν την έννοια, ότι η απαλλαγή από το ΦΠΑ και το τέλος ταξινόμησης αφορά και την παραλαβή αυτοκινήτων οχημάτων από άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. (ενδοκοινοτική απόκτηση). Σε κάθε περίπτωση τόσο η εισαγωγή όσο και η παραλαβή αγαθών, πρέπει να αντιμετωπίζονται όμοια, κατά την εφαρμογή των απαλλακτικών διατάξεων, που προβλέπονται από διεθνείς συνθήκες. (ομόφ.) 4. Τα είδη που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για τον εξοπλισμό των χώρων υποδοχής προσφύγων, εφόσον εισάγονται από το Γραφείο UNHCR για την επίτευξη του σκοπού της ίδρυσής του, που είναι η προστασία των προσφύγων, εμπίπτουν στην έννοια της «επίσημης» από αυτό χρήσης. (πλειοψ.) 5. Η διάταξη του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου περί των Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε. έχει την έννοια ότι χορηγείται απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης των αυτοκινήτων που παραλαμβάνονται από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα για την υπηρεσιακή αυτής χρήση με την έκδοση, κατά περίπτωση, απόφασης της αρμόδιας αρχής, εφόσον, κατά την ουσιαστική αυτής κρίση, πρόκειται για σημαντικές αγορές ειδών, που επιφέρουν μεγάλη οικονομική επιβάρυνση. (ομόφ.)
ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜ/1145/2023
ΜΕΙΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Συνακόλουθα, για λόγους ισότητας των διαδίκων και ίσου μέτρου κρίσης όμοιων ή παρεμφερών υποθέσεων, το Δικαστήριο οφείλει να συμπεριλάβει στην κρίση του όλα τα ανωτέρω και να μην μεταβάλει τη νομολογία του θέτοντας νέα κριτήρια. Ενόψει αυτών και τα ισχύοντα κατά τον χρόνο δημοσίευσης του ν. 4093/2012, οι συγκεκριμένες μειώσεις των αποδοχών των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., που επήλθαν με τον νόμο αυτό αποκλειστικά με βάση το αμιγώς αριθμητικό κριτήριο και χωρίς να προκύπτει, από συγκεκριμένα στοιχεία, ότι ελήφθη υπόψη η εκ του άρθρου 16 παρ. 6 εδ. β΄ αναγνώριση του δημοσίου λειτουργήματος που αυτά επιτελούν, και, ακολούθως, οι με βάση αυτές μειώσεις των συντάξεων του προσωπικού αυτού, συνυπολογιζόμενες με τις υπόλοιπες μειώσεις που, κατά τα ανωτέρω, επιβλήθηκαν διαδοχικά στις αποδοχές του εν λόγω προσωπικού, καθώς και τα βάρη που έχουν επιβληθεί στους συνταξιούχους του Δημοσίου (περικοπές συντάξεων, πλήρης κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας) και τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις, υπερβαίνουν, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της έκτασής τους, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη και παραβιάζουν την κατ’ άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, υποχρέωση των πολιτών για εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, δεδομένης, εξάλλου, και της αδυναμίας προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και είσπραξης των ληξιπροθέσμων φορολογικών οφειλών που απετέλεσαν, κατά τα προεκτεθέντα, έναν από τους λόγους για τους οποίους κρίθηκαν και πάλι αναγκαίες, μεταξύ άλλων, οι επίμαχες μειώσεις στις αποδοχές των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι. (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 479/2018, ΣτΕ 1198/2017). Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της περίπτωσης 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των εν ενεργεία μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., κατ’ επέκταση δε και οι συντάξιμες αποδοχές των συνταξιούχων πρώην μελών του, αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5, 16 παρ. 6 εδ. β΄ και 25 παρ. 1δ και 4 και καθίστανται, ως εκ τούτου ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. H γνώμη, όμως, αυτή δεν κράτησε.(..) Με το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ [«Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της περιουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του παρά μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους όρους που προβλέπουν ο νόμος και οι γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου»], που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, υπερνομοθετική ισχύ, κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας κάθε προσώπου, την οποία μπορεί να στερηθεί μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας, τηρουμένων των συνταγματικών αρχών της ισότητας συμμετοχής στα δημόσια βάρη (άρθρ. 4 παρ. 5) και της αναλογικότητας (άρθρ. 25 παρ. 1). Στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα περιουσιακής φύσης δικαιώματα και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, ήτοι και απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση είτε απλώς γεγενημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία ότι μπορούν, σε περίπτωση αρνήσεως, να ικανοποιηθούν δικαστικώς. Τέτοιες είναι και οι απαιτήσεις για σύνταξη και για κοινωνικοασφαλιστικές εν γένει παροχές. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται, επίσης, ότι η διατήρηση στο διηνεκές των απονεμηθεισών ήδη συντάξεων στο ίδιο ύψος δεν αποτελεί μεν δικαίωμα που εμπίπτει στην έννοια της προστατευόμενης από τις ως άνω διατάξεις περιουσίας, ώστε η μειωτική μεταβολή αυτών για το μέλλον να στοιχειοθετεί παραβίαση αυτών (διατάξεων) πλην, η αναγνωρισμένη από το υφιστάμενο δίκαιο αξίωση του συνταξιούχου για καταβολή της νομίμως κανονισθείσας συντάξεώς του, που έχει γεννηθεί και, δυναμένη να επιδιωχθεί δικαστικά, αποτελεί στοιχείο της περιουσίας αυτού, δεν επιτρέπεται να καταργηθεί ή αποσβεστεί ή περιοριστεί με αναδρομική ουσιαστική νομοθετική ρύθμιση, παρά μόνο στην περίπτωση που συντρέχουν πράγματι λόγοι επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν την κατάργηση ή τον περιορισμό της, τηρουμένης πάντοτε μίας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των επιταγών της προάσπισης του περιουσιακού δικαιώματος (ΕλΣυν Ολ. 1854/2019, 1506/2016, 4327/2014, 1517/2011, 2028/2004 κ.ά.). (..) Κατ’ ακολουθίαν των ως άνω παραδοχών, οι διατάξεις της περιπτώσεως 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, σύμφωνα με τις οποίες η μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των ΑΕΙ ανατρέχει στην 1η.8.2012, σε χρόνο, δηλαδή, πριν από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12.11.2012), ειδικώς ως προς την αναδρομική τους ισχύ πάσχουν εκ του ότι αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι, ενώ πρόκειται για στέρηση γεγενημένου περιουσιακής φύσης δικαιώματος, ήτοι συνταξιοδοτικής παροχής συγκεκριμένου ποσού το οποίο έχει νομίμως καταβληθεί, δεν προκύπτει ότι το αναδρομικό της μείωσης υπαγορεύθηκε από ειδικούς και επιτακτικούς λόγους δημόσιας ωφέλειας ούτε τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και προσφορότητα της αναδρομικότητας για την επίτευξη του συνολικώς επιδιωκόμενου με τον ν. 4093/2012 σκοπού δημοσίου συμφέροντος (ΕλΣυν Ολ. 4327/2014, 7412/2015, 1506/2016, 1854/2019, 738/2020, 2070/2020). Καθ’ ο μέρος, επομένως, η ισχύς τους ανατρέχει σε χρόνο προγενέστερο της δημοσιεύσεως του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι επίμαχες διατάξεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια να εκδοθεί σε βάρος τής εκκαλούσης η προαναφερθείσα από 4.2.2013 απόφαση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία υποχρεούται στην επιστροφή, σε έξι μηνιαίες δόσεις, του ποσού των 381,65 ευρώ από τις ήδη καταβληθείσες σε αυτήν συντάξεις, παρίστανται ανίσχυρες.