ΝΣΚ/228/2004
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ανάκληση άδειας σύστασης Ανωνύμου Εταιρίας.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Κατ’ άρθρο 48 ΚΝ 2190/1920, η ανάκληση της διοικητικής άδειας σύστασης Ανωνύμου Εταιρίας χωρεί από την Διοίκηση, όταν το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας, έχει καταστεί μικρότερη του ενός δεκάτου (1/10) του μετοχικού κεφαλαίου, μετά από εκτίμηση της πραγματικής αξίας των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της εταιρίας. Η ανάκληση αυτής για να είναι έγκυρη πρέπει να δημοσιευτεί, στο οικείο ΦΕΚ συντόμως, πάντως, όχι πέραν του ευλόγου χρόνου, άλλως η δημοσίευση αυτή καθίσταται ανεπίκαιρη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.6/2776/2011
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ.(..) ζητείται η ανάκληση της 196/2011 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή των σχεδίων σύμβασης με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών καθαριότητας... με την αιτιολογία ότι δεν συνέτρεχαν οι τιθέμενες από τις διατάξεις του άρ.25 παρ.1 περ.γ΄ του π.δ.60/2007 προϋποθέσεις προσφυγής στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. (..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, όπως βασίμως ισχυρίζεται το ….., αποφαινόμενο ως ανωτέρω το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη 196/2011 Πράξη του, έσφαλε, καθόσον πράγματι συνέτρεχε κατεπείγουσα ανάγκη άμεσης κάλυψης των επιτακτικών αναγκών καθαριότητας των χώρων του Πανεπιστημίου κατά το μεσοδιάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της νέας ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, προς αποτροπή σοβαρών κινδύνων για την υγεία της πανεπιστημιακής κοινότητας, δεδομένης τόσο της συνεχούς χρήσης των πανεπιστημιακών εγκαταστάσεων από μεγάλο αριθμό ατόμων, όσο και της ιδιαιτερότητας πολλών από αυτές (όπως τα κτίρια της ιατρικής και της οδοντιατρικής σχολής). Η δε δραστική μείωση της επιχορήγησης του πανεπιστημίου και η ως εκ του λόγου αυτού μεταβολή των οικονομικών του δεδομένων, η οποία κατέστησε ανεπίκαιρα τα δεδομένα της αρχικής διαγωνιστικής διαδικασίας και άρα αλυσιτελή την ολοκλήρωσή της και επέβαλε τη διενέργεια νέου διαγωνισμού κατόπιν σύνταξης νέων, αναπροσαρμοσμένων προδιαγραφών, συνιστά, κατά την κρίση του Τμήματος, απρόβλεπτη περίσταση, μη αναγόμενη στη σφαίρα ευθύνης της αναθέτουσας αρχής. Σε κάθε περίπτωση πάντως η αναθέτουσα αρχή είχε δρομολογήσει εγκαίρως τη διαγωνιστική διαδικασία (23.3.2010) και σε χρόνο ικανό πριν τη λήξη των ισχυουσών συμβάσεων (31.1.2011), και άρα δε δύναται να θεωρηθεί ότι συντρέχει περίπτωση έλλειψης προγραμματισμού και επιμέλειας, πέραν του ότι, όπως προαναφέρθηκε, η ανατροπή των οικονομικών δεδομένων κατέστησε ανεπίκαιρη την όλη διαγωνιστική διαδικασία, η ολοκλήρωση της οποίας παρίστατο πλέον ούτως ή άλλως αλυσιτελής. Ομοίως αλυσιτελής για τον αυτό λόγο θα ήταν εξάλλου και τυχόν παράταση της ισχύος κατ΄ άρ.13 του π.δ.118/2007 των υποβληθεισών προσφορών, οι οποίες είχαν συνταχθεί βάσει των προγενέστερων οικονομικών δεδομένων, πέραν του ότι σε κάθε περίπτωση η δυνητική διατύπωση της ως άνω διάταξης συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης σχετικής διακριτικής ευχέρειας και όχι δέσμιας αρμοδιότητας της αναθέτουσας αρχής. Ομοίως κατ΄ ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας μπορεί –και δεν υποχρεούται- η αναθέτουσα αρχή κατ΄ άρ.21 παρ.1 του π.δ.118/2007 να προβεί σε μείωση του συμβατικού αντικειμένου, κατακυρώνοντας μικρότερη ποσότητα των υπό προμήθεια ειδών, ωστόσο η συγκεκριμένη διάταξη δε δύναται να τύχει ανάλογης εφαρμογής εν προκειμένω, όπως δέχεται το Κλιμάκιο, επί εσφαλμένης προϋπόθεσης ερειδόμενο, καθόσον δεν πρόκειται για προμήθεια, αλλά για παροχή υπηρεσιών καθαριότητας, και μάλιστα σε εγκαταστάσεις που παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες, γεγονός που δεν επιτρέπει την οριζόντια, αναλογική μείωση του συμβατικού αντικειμένου. Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, το Τμήμα αποφαίνεται ότι πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης καθώς και η ασκηθείσα παρέμβαση και να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 196/2011 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. (..) Ανακαλεί την 196/2011 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΣΤΕ/1505/2015
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, με την από 4.8.2005 σύμβαση, η οποία συνήφθη κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα τεχνική εταιρεία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Οδοσήμανση Οδικού Επαρχιακού Δικτύου», σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984 και του π.δ/τος 609/1985. Στις 30.6.2006 υπεγράφη η 1η συμπληρωματική σύμβαση, λόγω υπερβάσεως του συμβατικού αντικειμένου του έργου. Στα πλαίσια των ανωτέρω συμβάσεων, στις 29.9.2006 υποβλήθηκε ο 4ος λογαριασμός του έργου, ποσού 204.049,91 ευρώ. Στις 6.10.2006 εγκρίθηκε από τη διευθύνουσα υπηρεσία το ένα μόνον αντίγραφο του εν λόγω λογαριασμού, προς διευκόλυνση της αναιρεσειούσης, ώστε να προβεί σε ενεχυρίαση – εκχώρηση της απαιτήσεώς της από τον ως άνω λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.». Για την εν λόγω εκχώρηση συνήφθη η από 19.10.2006 σύμβαση μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ως άνω Τραπέζης προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Κατά τον ίδιο τρόπο, στις 17.1.2007 υποβλήθηκε ο 5ος λογαριασμός του έργου, ποσού 142.704,92 ευρώ, εγκρίθηκε στις 19.1.2007 το ένα μόνον αντίγραφο αυτού από τη διευθύνουσα υπηρεσία και με την από 2.2.2007 σύμβαση εκχωρήσεως λόγω ενεχύρου, μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ίδιας Τραπέζης, ενεχυριάσθηκε η ως άνω απαίτηση του 5ου λογαριασμού, προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό προς την αναιρεσείουσα. Με την αγωγή της η αναιρεσείουσα ζήτησε την αναγνώριση της καταβολής των ως άνω ποσών, προσαυξημένων με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από της επιδόσεως της αγωγής, υποστηρίζοντας ότι η απαίτησή της για την εξόφληση των δύο ανωτέρω λογαριασμών, συνολικού ποσού 346.754,83 ευρώ, είναι, μετά τη θεώρηση – έγκριση αυτών από τη διευθύνουσα υπηρεσία, βεβαία και εκκαθαρισμένη και, επομένως, έπρεπε οι εν λόγω λογαριασμοί να εξοφληθούν εντός διμήνου από την υποβολή τους ή εντός μηνός από την έγκριση και θεώρησή τους, ήτοι από τις 7.11.2006 και 20.2.2007, αντιστοίχως. Με τα ως άνω δεδομένα, το Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: «Επειδή σε περίπτωση ενεχυριάσεως απαιτήσεως (προς εξασφάλιση απαιτήσεως ανωνύμου εταιρίας με αιτία αλληλόχρεο λογαριασμό), μετά την αναγγελία της εκχωρήσεως της απαιτήσεως στον οφειλέτη αποκόπτεται κάθε δεσμός του τελευταίου με τον εκχωρητή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην 5η σκέψη. Όταν όμως υφίστανται οφειλές του εκχωρητή προς το ΙΚΑ, εκχώρηση της απαιτήσεως που συναρτάται με τις οφειλές αυτές δεν ισχύει, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992. Εν προκειμένω, προκύπτει ότι η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία, εκχώρησε τις απαιτήσεις της από τον 4ο και 5ο λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.», χωρίς να καταβάλει τις οφειλές της προς το ΙΚΑ, ή τουλάχιστον χωρίς να αποδεικνύει ότι δεν έχει σχετικές οφειλές, αφού δεν προσκομίζει αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας. Περαιτέρω, η καταβολή του ανωτέρω ποσού και πριν από την ενεχυρίαση της σχετικής απαιτήσεως και μετά, δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Επομένως, εφόσον δεν καθίσταται γνωστό στο δικαστήριο, εάν εχώρησε νόμιμη ή όχι εκχώρηση των ανωτέρω απαιτήσεων για καταβολή των ανωτέρω ποσών των δύο λογαριασμών (4ου και 5ου) και μόνο υπό την εκδοχή ότι η ενάγουσα νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση αγωγής, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί και ως προς την κύρια απαίτησή της, για καταβολή των ποσών των δύο πιο πάνω λογαριασμών, αφού πληρωμή λογαριασμών δεν χωρεί, χωρίς την εξόφληση των αντιστοιχουσών εισφορών και επιβαρύνσεων προς το Ίδρυμα, η δε ενάγουσα δεν απέδειξε ότι δεν υφίστανται οι παραπάνω οφειλές αυτής προς το Ίδρυμα. Τέλος, εφόσον η τελευταία δεν προσκομίζει το σχετικό αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου –Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ροδόπης– για τη μη πληρωμή του 4ου και 5ου λογαριασμού του παραπάνω έργου και κατά συνέπεια, δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς καταβολή τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη της ενάγουσας αναδόχου να υποβάλλει την κατά τα ανωτέρω απόδειξη για καταβολή των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών». Επειδή, η αναιρεσείουσα προβάλλει, ειδικότερα, ότι η προπαρατεθείσα κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου είναι αναιρετέα, διότι, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η μη υποβολή εξαρχής από την ανάδοχο της ασφαλιστικής και φορολογικής της ενημερότητας δεν δύναται να θεμελιώσει υπαιτιότητά της για τη μη πληρωμή, αφού δεν προκύπτει από τις εν λόγω διατάξεις ότι η ανάδοχος είναι υποχρεωμένη να συνυποβάλει τις ως άνω ενημερότητες με τις σχετικές πιστοποιήσεις προς πληρωμή, αλλά τουναντίον η ανάδοχος έχει την ευχέρεια να τις υποβάλει μεταγενεστέρως και μάλιστα μετά την οριστικοποίηση των πληρωτέων ποσών, οπότε και θα γνωρίζει το ύψος των σχετικών ποσών που πρέπει να αποδοθούν στους τρίτους. Σύμφωνα, όμως, με τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη, εφόσον, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, οι επίδικοι λογαριασμοί δεν συνοδεύονταν από τις, απαραίτητες κατά το νόμο για την πληρωμή τους, βεβαιώσεις ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας, δεν γεννήθηκε υποχρέωση της αναιρεσίβλητης προς πληρωμή τους. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί ο ως άνω λόγος ως αβάσιμος.