ΝΣΚ/24/2004
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Εφ άπαξ καταβαλλόμενο βοήθημα για έξοδα κηδείας. Παραγραφή. Αποσβεστική προθεσμία. Καταβολή ή μη εξόδων κηδείας σε περίπτωση αποτέφρωσης του νεκρού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Το εφ άπαξ καταβαλλόμενο βοήθημα για έξοδα κηδείας δεν αποτελεί παροχή του κλάδου ασθενείας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αλλά ιδιαίτερη ασφαλιστική παροχή, η αξίωση για την καταβολή της οποίας παραγράφεται μετά μία 5ετία, αρχομένη από την επομένη του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, ενώ εξάλλου, το σχετικό αίτημα δεν τελεί υπό κάποια αποσβεστική προθεσμία. (ομόφωνα) Το εν λόγω βοήθημα, είναι αποδοτέο στον επιμεληθέντα της κηδείας, είτε αυτή ολοκληρώθηκε με ταφή είτε με αποτέφρωση του νεκρού σε άλλη -πλην της Ελλάδας- Χώρα. (πλειοψ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/122/2017
Αποτέφρωση της σορού σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε. – Καταβολή εξόδων κηδείας. Η Υπηρεσία οφείλει να καταβάλλει τα προβλεπόμενα έξοδα κηδείας και στην περίπτωση που η κηδεία ολοκληρώνεται με αποτέφρωση της σορού σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε.
ΝΣΚ/361/2008
Καταβολή ή μη από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ των εξόδων κηδείας των προερχομένων από το ΤΣΠ-ΑΤΕ συνταξιούχων οι οποίοι αποβιώνουν μετά την ένταξη (1-1-2007) του Κλάδου Σύνταξης του Ταμείου τούτου στον αντίστοιχο Κλάδο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Το εφ’ άπαξ βοήθημα καταβάλλεται στους επιμεληθέντες της κηδείας των προερχομένων από το ΤΣΠ-ΑΤΕ συνταξιούχων, οι οποίοι αποβιώνουν μετά την ένταξη (1-1-2007) του Κλάδου Σύνταξης του Ταμείου τούτου στον αντίστοιχο Κλάδο του ΙΚΑ, λόγω της πλήρους εξομοίωσης που θεσπίζει η διάταξη της παρ.8 του άρθρου 5 του Ν 3028/2002 για τους συνταξιούχους αυτής της κατηγορίας με τους λοιπούς συνταξιούχους του ΙΚΑ και συνακόλουθα της εφαρμογής και στους πρώτους της ανωτέρω (περί χορήγησης εφ’ άπαξ βοηθήματος κηδείας) διάταξης του άρθρου 32 του ΑΝ 1846/1951. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/28/2009
Υποχρεωτική υπαγωγή στην ασφάλιση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης ή του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του ΤΣΜΕΔΕ, παράλληλα με την ασφάλιση σε φορέα επικουρικής ασφάλισης ή πρόνοιας που εποπτεύεται από άλλο Υπουργείο.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Παλαιοί, μέχρι την 31-12-1992 ασφαλισμένοι του ΤΣΜΕΔΕ, οι οποίοι ασφαλίζονται υποχρεωτικώς στα Μετοχικά Ταμεία Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας (ΜΤΣ, ΜΤΝ, ΜΤΑ), δεν έχουν υποχρέωση να ασφαλισθούν και στους κλάδους επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας του ΤΣΜΕΔΕ, υπό την προϋπόθεση ότι τα Ταμεία αυτά τους χορηγούν μέρισμα (επικουρική σύνταξη) και εφ άπαξ βοήθημα ως ενίσχυση της κυρίας συντάξεώς τους. (πλειοψ.)
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)219/2013
Εξόφληση του 1ου λογαριασμού του έργου «Αντιπλημμυρικά έργα .....(...). Στο άρθρο 48 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζεται ότι: «1. Κάθε σύμβαση, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία), περιλαμβάνει και προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων αυτού (τμηματικές προθεσμίες). ... 2. Όλες οι προθεσμίες (συνολική και τμηματικές) αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν στα συμβατικά τεύχη ορίζεται διαφορετικά. 3. Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι επί μέρους εργασίες του έργου και να έχουν ολοκληρωθεί οι τυχόν προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμές. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τις τμηματικές προθεσμίες (…) 7. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον της συνολικής προθεσμίας χρονικό διάστημα, ίσο προς το ένα τρίτο (1/3) αυτής και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). Η συνολική προθεσμία υπολογίζεται με βάση την αρχική συμβατική προθεσμία και τις τυχόν παρατάσεις που εγκρίθηκαν ύστερα από σχετικό αίτημα του αναδόχου μέσα στην αρχική συμβατική προθεσμία και δεν οφείλονται σε υπαιτιότητά του. 8. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται: α) Είτε "με αναθεώρηση", όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. β) Είτε "χωρίς αναθεώρηση", για το σύνολο ή μέρος των υπολειπόμενων εργασιών, όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμη για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου (…). …. 10. Η έγκριση των παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την προϊσταμένη αρχή, ύστερα από αίτηση του αναδόχου. Παράταση μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του αναδόχου, αν αυτή δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία. Η αίτηση, αν υπάρχει, κατατίθεται στη διευθύνουσα υπηρεσία που διατυπώνει πάντοτε τη γνώμη της προς την προϊσταμένη αρχή (…)». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι η εκτέλεση των εργασιών, που περιλαμβάνονται σε σύμβαση δημοσίου έργου, πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας περαίωσης του έργου ή της νόμιμης παράτασης αυτής. Είναι δε νόμιμη η παράταση της προθεσμίας περαίωσης του έργου όταν χορηγείται, με απόφαση της προϊσταμένης αρχής, είτε με αίτηση του αναδόχου είτε και χωρίς αυτή, κατόπιν γνωμοδότησης της διευθύνουσας υπηρεσίας, αλλά εντός της ανωτέρω συμβατικής προθεσμίας. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας διάρκειας της σύμβασης δεν αποτελεί όντως παράταση αυτής εφ’ όσον αυτή λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της, αλλά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία, όμως, δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκλήρωσης και παράδοσης ενός δημόσιου έργου.(βλ. Πρ.VII Τμ. 244/2010, 5,31/2012,94/2013, πρβλ. Αποφ. Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3463/2012).
ΝΣΚ/163/2003
Εξαγορά του επί συμβάσει και του εκτός υπηρεσίας χρόνου στην ασφάλιση του Τ.Π.Δ.Υ. από απολυθέντες επί συμβάσει υπαλλήλους, που επανήλθαν στην υπηρεσία του Δημοσίου (άρθρο 25 παρ.7 Ν 2190/1994).(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι ως άνω υπάλληλοι έχουν δυνατότητα αναγνώρισης με εξαγορά του επί συμβάσει και του εκτός υπηρεσίας χρόνου στην ασφάλιση του Τ.Π.Δ.Υ. για εφάπαξ βοήθημα υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) εφόσον έχει αναγνωρισθεί ο χρόνος αυτός ως συντάξιμος, β) το προσωπικό των υπηρεσιών στις οποίες υπηρετούσαν ως επί συμβάσει υπάλληλοι υπάγεται στην ασφάλιση του Τ.Π.Δ.Υ., γ) ο εκτός υπηρεσίας χρόνος να μη συμπίπτει με χρόνο ασφάλισης που διανύθηκε σε οποιονδήποτε άλλο ασφαλιστικό φορέα και δ) να μην έχει παρέλθει η προβλεπομένη από την νομοθεσία του Ταμείου τασσομένη προθεσμία για την υποβολή της αίτησης. Την αυτή δυνατότητα αναγνώρισης έχουν και μετά την 1.1.1983 προσληφθέντες υπάλληλοι, για τους οποίους ο επί συμβάσει χρόνος προσμετράται στον συντάξιμο χρόνο του Δημοσίου, εφ’ όσον τα πρόσωπα αυτά πληρούν επίσης όλες τις ανωτέρω προϋποθέσεις.
ΕλΣυν/Τμ.1/29/2014
Αποζημίωση συνταξιοδότησης.(...)Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, το προσωπικό των Δήμων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που δεν υπάγεται για τη χορήγηση σύνταξης στην ασφάλιση του Δημοσίου, όταν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για λήψη σύνταξης από τον ασφαλιστικό φορέα στον οποίο υπάγεται, δικαιούται από την υπηρεσία του αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης, η οποία υπολογίζεται όπως η αποζημίωση λόγω καταγγελίας, μειωμένη κατά τα προβλεπόμενα στο νόμο. Η επικουρική ασφάλιση και η συμπλήρωση των προϋποθέσεων απόληψης επικουρικής σύνταξης δεν αποτελεί προϋπόθεση, αλλά συνιστά περίπτωση περαιτέρω περιορισμού της μειωμένης αποζημίωσης. Αντιθέτως, η υπαγωγή του αποχωρούντος υπαλλήλου σε φορέα που έχει ως σκοπό τη χορήγηση στους ασφαλισμένους του εφάπαξ βοηθήματος, δεν κωλύει ούτε περιορίζει την παράλληλη καταβολή σε αυτόν της ανωτέρω αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης (ΑΠ 1720/2012, ΝΣΚ 112/1997, Ε.Σ. Κλ. Τμ. VΙΙ Πρακτικά Συν. 7η/12.3.2013). (...)Επιπλέον, οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 103/1975 (Α΄167) τις οποίες επικαλείται μεταξύ άλλων η Επίτροπος και οι οποίες αποκλείουν την παράλληλη καταβολή στους αποχωρούντες υπαλλήλους άλλου εφ’ άπαξ χρηματικού βοηθήματος ή αποζημιώσεως, αφορούν αποκλειστικά στο βοήθημα που χορηγείται βάσει των διατάξεων του νόμου αυτού και δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση. Τέλος, ο λόγος περί αντίθεσης στην αρχή της ισότητας προβάλλεται αορίστως, επιπλέον δε, η κρίσιμη διάταξη, η οποία είναι γενική, εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και δεν προκύπτει ότι εισάγει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ υπαλλήλων που βρίσκονται σε όμοιες συνθήκες.
ΣΤΕ/ΕΑ/220/2013
Εκτέλεση δημόσιου συγκοινωνιακού έργου- ανάδειξη αναδόχου:... Με τα δεδομένα αυτά, το γεγονός ότι η αιτούσα δεν υπέβαλε προσφορά στον επίμαχο διαγωνισμό δεν της αποστερεί το έννομο συμφέρον προς άσκηση της κρινομένης αιτήσεως, εφ’ όσον ισχυρίζεται ότι η υποβολή προσφοράς εκ μέρους της κατέστη αδύνατη λόγω των προβαλλομένων με την κρινόμενη αίτηση πλημμελειών της διακηρύξεως του διαγωνισμού και, ειδικότερα, λόγω της ανωτέρω εξαιρετικά συντόμου προθεσμίας υποβολής των προσφορών των διαγωνιζομένων, η οποία θεσπίσθηκε από τη διάταξη του άρθρου 7.4 της διακηρύξεως, ο δε περί του αντιθέτου ισχυρισμός της «....» είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, εφ’ όσον, σύμφωνα με τις αναφερθείσες σε προηγούμενη σκέψη διατάξεις, ο ένδικος διαγωνισμός εμπίπτει στο πεδίον εφαρμογής της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, αφ’ ενός μεν η διακήρυξή του έπρεπε να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφ’ ετέρου δε ως ελάχιστη προθεσμία υποβολής των προσφορών έπρεπε να ορισθεί το χρονικό διάστημα των πενήντα δύο ημερών από την ημερομηνία αποστολής της διακηρύξεως του διαγωνισμού προς δημοσίευση στην εν λόγω Επίσημη Εφημερίδα. Συνεπώς, εφ’ όσον εν προκειμένω η διακήρυξη του διαγωνισμού δημοσιεύθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, μόνο στον ελληνικό τύπο, ορίσθηκε δε ως καταληκτική προθεσμία υποβολής των προσφορών το χρονικό διάστημα των δέκα εννέα ημερών από τη δημοσίευση αυτή, πιθανολογείται σοβαρώς ότι συνέτρεξε παραβίαση των ως άνω διεπουσών τον διαγωνισμό διατάξεων, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση.(...)Επειδή, η Επιτροπή Αναστολών, σταθμίζοντας, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 3886/2010, τα συμφέροντα των διαδίκων, κρίνει ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί της «....» δεν αρκούν για να θεωρηθεί ότι συντρέχει εν προκειμένω επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος, σταθμιζόμενος προς τη βλάβη της αιτούσης, θα επέβαλλε την απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων. Τούτο δε διότι –ανεξαρτήτως της δυνατότητος της «....» να συνεχίσει την ακολουθούμενη μέχρι σήμερα (προς αντιμετώπιση των καθυστερήσεων κατά την εξέλιξη του προκηρυχθέντος με την ... διακήρυξη διαγωνισμού) πρακτική της διεξαγωγής διαγωνισμών βραχείας διαρκείας- η ανωτέρω εταιρεία δύναται, πάντως, όπως η ίδια αναφέρει στο από 6.6.2013 έγγραφο συμπληρωματικών απόψεων, είτε να προβεί σε απ’ ευθείας ανάθεση των σχετικών υπηρεσιών είτε να προσφύγει στην διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Εν όψει των ανωτέρω, η Επιτροπή Αναστολών κρίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί η εκτέλεση της ... διακηρύξεως της «....» μέχρι τη δημοσίευση οριστικής αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της αιτήσεως ακυρώσεως, την οποία οφείλει να ασκήσει η αιτούσα εντός τριάντα ημερών από την έκδοση της παρούσης αποφάσεως, προκειμένου να διατηρηθεί η ισχύς του διατασσομένου ασφαλιστικού μέτρου (άρθρο 5 παρ. 7 του ν. 3886/2010), κατόπιν δε τούτου παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών αιτιάσεων που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση κατά της ανωτέρω διακηρύξεως.
ΔΕΚ/C-225/1998
Περίληψη 1. Σκοπός των κανόνων δημοσιότητας που προβλέπονται στην οδηγία 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, στους οποίους περιλαμβάνεται η δημοσίευση της προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως, είναι να ενημερωθούν εγκαίρως όλοι οι δυνάμει προσφέροντες σε κοινοτικό επίπεδο ως προς τα κύρια σημεία μιας συμβάσεως, προκειμένου να μπορέσουν να υποβάλουν την προσφορά τους εμπροθέσμως. Ο σκοπός αυτός υποδηλώνει ότι ο υποχρεωτικός ή όχι χαρακτήρας της προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως πρέπει να καθορίζεται ανάλογα με τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας σχετικά με τις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών που υπέβαλαν οι προσφέροντες. Συναφώς, τα άρθρα 12, παράγραφος 1, και 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/37, που καθορίζουν, γενικώς, σε 52 ημέρες για τις ανοικτές διαδικασίες και 40 ημέρες για τις κλειστές, αντιστοίχως, τις συνήθεις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, ουδόλως αναφέρονται στην προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως. Αντιθέτως, τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 13, παράγραφος 4, της οδηγίας 93/37, που παρέχουν στις αναθέτουσες αρχές τη δυνατότητα να μειώσουν τις προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 12, παράγραφος 1, και 13, παράγραφος 3, συνδέουν ρητώς τη δυνατότητα αυτή με την προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως. Επομένως, η δημοσίευση προκηρύξεως προκαταρκτικής ενημερώσεως είναι υποχρεωτική μόνον εφόσον οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της ευχέρειας που τους παρέχεται να μειώσουν τις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών. ( βλ. σκέψεις 35-38 ) 2. Σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τα δημόσια έργα είναι είτε αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή είτε, αν η ανάθεση γίνεται στον υποβάλλοντα την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, διάφορα κριτήρια ανάλογα με το αντικείμενο της οικείας συμβάσεως, όπως η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, τα έξοδα λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η τεχνική αξία. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να αναφέρουν τα κριτήρια αυτά, είτε στην προκήρυξη είτε στη συγγραφή υποχρεώσεων. όντως, η διάταξη αυτή δεν στερεί εντελώς από τις αναθέτουσες αρχές τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν ως κριτήριο έναν όρο που συνδέεται με την καταπολέμηση της ανεργίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο όρος αυτός τηρεί όλες τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου και, κυρίως, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων, όπως αυτή απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Επιπλέον, ακόμη και αν το κριτήριο αυτό δεν είναι αφεαυτού ασυμβίβαστο προς την οδηγία 93/37, πρέπει κατά την εφαρμογή του να τηρούνται όλοι οι διαδικαστικοί κανόνες της οδηγίας αυτής και ιδίως οι κανόνες δημοσιότητας που περιέχονται σ' αυτήν. Επομένως, ένα κριτήριο αναθέσεως που συνδέεται με την καταπολέμηση της ανεργίας πρέπει να μνημονεύεται ρητώς στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ώστε να είναι οι εργολήπτες σε θέση να πληροφορηθούν την ύπαρξη της προϋποθέσεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 49-51, 73 ) 3. παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, το κράτος μέλος το οποίο, στην προκήρυξη του διαγωνισμού, περιορίζει σε πέντε τον αριθμό των υποψηφίων που μπορούν να υποβάλουν προσφορές για τις επίμαχες συμβάσεις. Καίτοι είναι αληθές ότι το άρθρο 22, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/37 δεν ορίζει ελάχιστο αριθμό υποψηφίων τους οποίους οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να προσκαλέσουν όταν δεν επιλέγουν τον καθορισμό ορίου που προβλέπει η διάταξη αυτή, πάντως, ο κοινοτικός νομοθέτης θεώρησε ότι, στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας και όταν οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν ένα όριο, αριθμός υποψηφίων μικρότερος του πέντε δεν αρκεί για την εξασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού. Τούτο πρέπει να ισχύει κατά μείζονα λόγο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να προσκαλέσουν τον ανώτατο αριθμό υποψηφίων. Επομένως, ο αριθμός των επιχειρήσεων που μία αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να προσκαλέσει για να υποβάλουν προσφορές στο πλαίσιο κλειστής διαδικασίας δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να είναι μικρότερος του πέντε. ( βλ. σκέψεις 59-63 ) 4. παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 59 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 49 ΕΚ) καθώς και από την οδηγία 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων, το κράτος μέλος που, στις προκηρύξεις διαγωνισμών, χρησιμοποιεί, όσον αφορά τη μέθοδο προσδιορισμού των τμημάτων του έργου, παραπομπές στις κατατάξεις εθνικών επαγγελματικών οργανώσεων και, άλλωστε, απαιτεί από τον καταρτίζοντα κατασκευαστικά σχέδια, ως ελάχιστη προϋπόθεση συμμετοχής, δικαιολογητικό εγγραφής στον σύλλογο αρχιτεκτόνων. πράγματι, στο μέτρο που ο καθορισμός των τμημάτων του έργου με παραπομπή σε κατατάξεις εθνικών επαγγελματικών οργ
ΕΣ/Τμ.7/58/2013
«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου …»(...) θεσπίζεται ταχεία διαδικασία ανάκλησης των Πράξεων που εκδίδονται από τα αρμόδια Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στα πλαίσια άσκησης του προληπτικού ελέγχου των δημοσίων δαπανών. Η δε προθεσμία για την υποβολή της αίτησης ανάκλησης ρυθμίζεται αποκλειστικώς από τις ως άνω διατάξεις, χωρίς επί της προθεσμίας αυτής να δύναται να τύχει εφαρμογής η - περιληφθείσα στο άρθρο 92 του ν. 4129/2013 - διάταξη του άρθρου 11 του Κώδικα Νόμων περί Δικών του Δημοσίου (δ/μα της 26.6/10.7.1944, Α΄ 139), όπως η τελευταία ισχύει μετά το άρθρο 12 του ν. 3514/2006 (Α΄ 266), περί αναστολής των προθεσμιών άσκησης των ενδίκων μέσων και βοηθημάτων κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, ήτοι από 1ης Ιουλίου έως 15ης Σεπτεμβρίου κάθε έτους, που εφαρμόζεται στις υποθέσεις δικαιοδοτικής αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. το άρθρο 22 παρ. 4 του ν. 1868/1989, Α΄ 230) και για την οποία, λόγω του διαφορετικού αντικειμένου της, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναλογικής επέκτασής της εν προκειμένω. Το αντίθετο, άλλωστε, θα αναιρούσε το νομοθετικό σκοπό της θεσμοθέτησης, το πρώτον με το ν. 4055/2012, της άπαξ και εντός σύντομης, αρχομένης από το ίδιο χρονικό σημείο για όλα τα μέρη, προθεσμίας άσκησης της αίτησης ανάκλησης, που προδήλως συνίσταται στην αποτροπή διαιώνισης των σχετικών με τη νομιμότητα των εντελλόμενων δαπανών αμφισβητήσεων, ούτως ώστε να μην παρεμποδίζεται η δημοσιονομική δραστηριότητα των διοικητικών οργάνων. Αίτηση ανάκλησης, επομένως, ασκηθείσα, από οποιονδήποτε νομιμοποιείται στην υποβολή της, μετά από την πάροδο της αποκλειστικής, κατά τα ανωτέρω, προθεσμίας των τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της Πράξης του Κλιμακίου στον οικείο φορέα, είναι εκπρόθεσμη και, για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Τμήμα, απορριπτέα ως απαράδεκτη (βλ. την 54/2013 Πράξη VII Τμ. Ελ. Συν.)(…)IΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη 106/2013 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο Τμήμα τούτο κοινοποιήθηκε στο Δήμο ......, από τον οποίον είχε εκδοθεί το 177Π, οικονομικού έτους 2012, χρηματικό ένταλμα, που κρίθηκε μη θεωρητέο από το Κλιμάκιο, στις 2.7.2013 (βλ. το σχετικό αποδεικτικό επίδοσης), η δε κρινόμενη κοινή αίτηση του Δήμου και της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος εταιρείας «......» για την ανάκλησή της πρωτοκολλήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο στις 15.10.2013 (αρ. πρωτ. 66633), μετά, δηλαδή, από την πάροδο της προθεσμίας του άρθρου 32 παρ. 6 του ν. 4129/2013, η οποία, για αμφότερους τους αιτούντες, άρχισε την επομένη της ως άνω κοινοποίησης (3.7.2013) και συμπληρώθηκε τριάντα μέρες μετά, ήτοι την 1.8.2013, ημέρα Πέμπτη. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα προηγουμένως έγιναν δεκτά, η αίτηση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.(…)υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ.. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων ή εγκαταστάσεων. Στην ανάθεση και κατασκευή των δημοσίων έργων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που προβλέπουν την επιβάρυνση της δαπάνης των εργασιών με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, υπολογιζόμενα, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης, σε ποσοστό 18% ή 28% επί της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών κατασκευής του έργου (πρξ. VII Τμ. Ελ.Συν. 40/2011, 38, 70, 368/2010, 331, 374/2009 κ.ά)(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης, όπως παρατέθηκε ανωτέρω, αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες αποπεράτωσης του κτιρίου και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού συνιστούν κατασκευή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ.3 του ν.3669/2008, το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται με το έδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις και μέθοδοι και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του παιδικού σταθμού και κυρίως η ασφαλής λειτουργία των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων καθώς και των εγκαταστάσεων ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης.(..)