Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/336/1989

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005
Δημοπρασία επί δημοσίων έργων. Μία μόνο προσφορά. Μη εγκριση αποτελέσματος. Μελέτη-κατασκευή με καταποκοπή εργολαβικό αντάλλαγμα. Μη κατάπτωση των κατά την φάση προεπιλογής εγγυητικών επιστολών αν δεν επακολούθησε προσφορά. α)Το αποτέλεσμα της δημοπρασίας για την εκτέλεση του δημόσιου έργου ακυρώνεται αν υποβληθεί προσφορά μόνο από έναν ενδιαφερόμενο.β)Σε περίπτωση μη έγκρισης του αποτελέσματος της δημοπρασίας οι διαγωνισθέντες δεν δικαιούνται αποζημίωσης εκτός αν προβλέπεται το αντίθετο με τη διακήρυξη. γ)Σε περίπτωση δημοπράτησης έργου με το σύστημα μελέτη-κατασκευή με κατ αποκοπή εργολαβικό αντάλλαγμα, στην οποία προσήλθε μόνο ένας ενδιαφερόμενος, δεν δίνεται βραβείο αξιολογότερης μελέτης. δ)Δεν είναι νόμιμη η κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών που προσκόμισαν οι ενδιαφερόμενοι, κατά τη φάση της προεπιλογής για τα έργα εκτροπής Αχελώου, οι οποίοι στη συνέχεια δεν υπέβαλαν προσφορές.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2811.16−7/47047/2015

Απόδοση εσόδων από κατάπτωση εγγυητικών επιστολών σε ναυτικούς.


ΥΠΕΣ/11332/2009

Κατάπτωση εγγυητικών επιστολών που έχουν κατατεθεί από εργοδότες για την μετάκληση υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την παροχή εργασίας.(Διαδικασία είσπραξης)


2/70510/0026/2012

Τέλη χαρτοσήμου επί καταπτώσεως εγγυητικών επιστολών υπέρ του Δημοσίου( ΚΟΙΝ του αριθμ.Αριθ.Πρωτ.Δ.ΤΕΦ Α' 1105158 ΕΞ 2012 )


Δ17γ/09/154/ΦΝ437/2010

Δ17γ/ 9 /154 /ΦΝ437/2010-ΕΓΚ.17 ΘΕΜΑ: 1. Προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας των νέων συμπληρωματικώνΣυμβάσεων εργασιών (Σ.Σ.Ε.). 2. Έλεγχος γνησιότητας εγγυητικών επιστολών συμμετοχής και καλής εκτέλεσης.


ΝΣΚ/253/1987

Διαδικασία εισπράξεως από το Δημόσιο ποσών που καταβλήθηκαν αχρεώστητα σε εργολάβο.Για την ικανοποίηση χρηματικής απαιτήσεώς του κατά εργολάβου δημοσίων έργων, σε περίπτωση που του κατέβαλε χρήματα περισσότερα από αυτά που όφειλε, το Δημόσιο μπορεί να προβεί σε κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών που εκδόθηκαν για το συγκεκριμένο έργο, αλλά όχι και αυτών που εκδόθηκαν από τον ίδιο εργολάβο για άλλο έργο. Αν, μετά την κατάπτωση των εγγυήσεων, απομένει υπόλοιπο οφειλής, το Δημόσιο μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του εργολάβου ή να προβεί στην έκδοση αποφάσεως από την οποία θα προκύπτει η αιτία και το ποσό της οφειλής, την οποία θα στείλει στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο, για να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την είσπραξη της οφειλής. 

ΝΣΚ/58/2005

Εγκυρότητα εκχώρησης της εισπρακτέας αμοιβής του Αναδόχου σε Τράπεζα. Μηνιαία έντοκη προθεσμιακή κατάθεση μέρους της προκαταβολής του Αναδόχου. α) Η εκχώρηση – ενεχυρίαση της εισπρακτέας αμοιβής του Αναδόχου σε Τράπεζα, προς εξασφάλιση ποσού δανείου (παροχής πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό) που χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη εγγυητικών επιστολών (προκαταβολής και καλής εκτέλεσης) με ρήτρα πληρωμής «σε πρώτη ζήτηση» εκδοθεισών από την Τράπεζα για την υλοποίηση του έργου, δεν αντίκειται σε όρο της μεταξύ Αναδόχου και Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συναφθείσας σύμβασης έργου, σύμφωνα με τον οποίο η εν λόγω εκχώρηση επιτρέπεται μόνο για τη λήψη βραχυπροθέσμου δανείου που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για το έργο, διότι στην έννοια του έργου που αποτελεί το σύνολο των υποχρεώσεων και παροχών του Αναδόχου, στα πλαίσια της σύμβασης, εντάσσεται και το σύνολο των εγγυητικών επιστολών που αυτός όφειλε να προσκομίσει. Συνεπώς η εν λόγω εκχώρηση είναι έγκυρη έναντι του Δημοσίου για απαίτηση ίση με το συνολικό ποσό των εγγυητικών επιστολών και υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση ενεχυρίασης – εκχώρησης κοινοποιήθηκε κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 95 του Ν 2362/95. β) Η μηνιαία, έντοκη προθεσμιακή κατάθεση σε Τράπεζα μέρους της χορηγηθείσας στον Ανάδοχο προκαταβολής αποτελεί μη προσήκουσα εκπλήρωση του όρου της σύμβασης, σύμφωνα με τον οποίο η προκαταβολή απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί για δαπάνες που δεν σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το συμφωνημένο έργο. (πλειοψ.)


ΣτΕ/608/2007

Η προβλεπόμενη από το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 3263/2004 κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής σε διαγωνισμό συνιστά διοικητική κύρωση και, ως εκ τούτου, επιβάλλεται, κατ’ αρχήν, η άμεση εκτέλεσή της (πρβλ. ΣτΕ Ε.Α. 61/1998). Ανεξαρτήτως αυτού, όλως αναποδείκτως, πάντως, η αιτούσα προβάλλει ότι η εκτέλεση των προσβαλλομένων πράξεων, και ιδίως η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής θα καταστήσει αδύνατη την υπέρ αυτής έκδοση στο μέλλον εγγυητικών επιστολών με συνέπεια τον αποκλεισμό της από διαγωνισμούς δημοσίων έργων. Εξ άλλου, η βλάβη, την οποία η αιτούσα επικαλείται από τον υποβιβασμό ή τη διαγραφή της από το Μ.Ε.ΕΠ., δεν αποτελεί άμεση και αναπόφευκτη συνέπεια της εκτέλεσης των προσβαλλομένων πράξεων, αλλά πρόκειται για βλάβη μέλλουσα και μάλιστα ενδεχόμενη (πρβλ. ΣτΕ Ε.Α. 759/1997). Εν όψει τούτων, και δεδομένου ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως δεν κρίνονται προδήλως βάσιμοι, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/Τ6/138/2006

Το άρθρο 15.2 της διακήρυξης ορίζοντας ως χρονικό διάστημα καταβολής του ποσού της εγγύησης τις 5 ημέρες ταυτίζεται κατά περιεχόμενο με την ανωτέρω διάταξη του ν.3263/2004 περί εγγυητικών επιστολών. Περαιτέρω η διαγνωστική διαδικασία είναι από τη φύση της αυστηρή και τυπική (αρχή τυπικότητας της διαδικασίας), διεπόμενη σ' όλα τα στάδια από την αρχή της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης σύμφωνα με τις οποίες όλοι οι υποψήφιοι πρέπει να τυγχάνουν ίσης αντιμετώπισης (C-285/99, C-286/99 Lombardini Mantovani, C-324/98 Telaustria και Telefonandress Συλλογή 2000). Εξάλλου από τη γραμματική και συστηματική ερμηνεία των άρθρων 24.1.1 και 15.2 της Διακήρυξης προκύπτει ότι οι εγγυητικές επιστολές πρέπει επί ποινή αποκλεισμού να αναφέρουν ως χρονικό διάστημα καταβολής του ποσού της εγγύησης τις 5 ημερολογιακές ημέρες και αυτό γιατί στο άρθρο 24.1.1 (στο οποίο αναφέρονται τα δικαιολογητικά που πρέπει, να προσκομίζονται επί ποινή αποκλεισμού) γίνεται αναφορά στο άρθρο 15 περί εγγυητικών επιστολών, δηλαδή στο σύνολο των διατάξεων του χωρίς διάκριση και άρα περιλαμβάνεται και η παρ. 2 αυτού). Επομένως, έσφαλε το Τμήμα κρίνοντας με την προσβαλλόμενη πράξη του ότι η προϋπόθεση των 5 ημερών δεν τίθεται επί ποινή αποκλεισμού. Εξάλλου δεν προκύπτει ασάφεια της διακήρυξης αφού ταυτίζεται κατά περιεχόμενο με το νόμο (3263/2004 άρθρο 4 παρ.6 εδ β) και τα σχετικά πρότυπα τεύχη από τα οποία δεν επιτρέπεται απόκλιση παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (άρθρο 8 του ν.3263/2004). Συνεπώς έσφαλε το Τμήμα κρίνοντας ότι υπήρχε ασάφεια της διακήρυξης εξαιτίας της οποίας ο αποκλεισμός της εταιρείας ……… ήταν αντίθετος στις αρχές της διαφάνειας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Περαιτέρω από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα (αρ.241 επ) και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (αρ. 144 επ) προκύπτει ότι αναφορικά με τις προθεσμίες όπου ο νόμος αναφέρεται σε ημέρες εννοεί ημερολογιακές ημέρες αφού οτιδήποτε διαφορετικό ορίζεται και διακρίνεται ρητά (εργάσιμες ή εξαιρετέες). Επίσης η κρίση του Τμήματος, ότι η εγγυητική επιστολή της εταιρείας …., η οποία όριζε χρονικό διάστημα καταβολής του ποσού της εγγύησης τις 3 εργάσιμες ημέρες έχει περιεχόμενο ευνοϊκότερο της διακήρυξης δεν είναι ορθή. Και τούτο διότι αν από την ειδοποίηση της Αρχής μέχρι την καταβολή του ποσού της εγγύησης μεσολαβήσουν περισσότερες από δύο μη εργάσιμες ημέρες η καταβολή θα μπορεί να γίνει και πέραν των πέντε ημερών που είναι το ανώτατο κατά το νόμο χρονικό διάστημα καταβολής. Συνακόλουθα σ' αυτή την περίπτωση, εγγυητική επιστολή με χρονικό διάστημα καταβολής τις 3 εργάσιμες ημέρες (όπως στην προκειμένη περίπτωση της ….ΑΕ) δεν καλύπτει τις απαιτήσεις του νόμου και είναι δυσμενέστερη κατά περιεχόμενο από τα οριζόμενα στη διακήρυξη.


Δ17α/02/85/2007

Παρέχονται οδηγίες σχετικά με τα ακόλουθα θέματα δημοσίων έργων: α) ορθή εφαρμογή της διάταξης του ν. 3481/2006 που προβλέπει την επανάληψη διαγωνισμών που δεν διεξήχθησαν ή δεν υποβλήθηκαν προσφορές, β) αναγκαίος χρόνος κατάπτωσης εγγυητικών επιστολών, γ) εφαρμογή διατάξεων ν. 3548/07 για δημοσίευση προκηρύξεων στο νομαρχιακό και τοπικό τύπο, δ) αυτοδίκαιη έγκριση αναλυτικών επιμετρήσεων έργων.ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ε.16


ΣτΕ/901/1999

Επειδή, όπως ήδη έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 4358-61/1997), από τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφοι 2, 4, 5 και 6 του ν. 1418/1984 (όπως η παρ. 6 τροποποιήθηκε με τα άρθρα 1 παράγραφοι 4 και 5α του ν. 2229/1994 και δέκατο τρίτο παρ. 4 του ν. 2338/1995) και των άρθρων 10 παρ. 3, 17 παρ. 7 και 8, 18 19 παρ. 2 και 20 του π.δ. 609/1985 προκύπτει ότι όσοι συμμετέχουν σε διαγωνισμό μπορούν να υποβάλλουν αντιρρήσεις μόνο για τα στάδια προεπιλογής, κατάθεσης των προσφορών (τεχνικών και οικονομικών) και αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών και μόνο για λόγους που ανακύπτουν κατά το αντίστοιχο στάδιο. Αντιθέτως, για το στάδιο της εξέτασης ή αξιολόγησης - όταν απαιτείται τέτοια αξιολόγηση - των οικονομικών προσφορών, στάδιο κατά το οποίο έχει ήδη επιληφθεί η επιτροπή εισήγησης για ανάθεση και, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 1418/1984, έχει εκφέρει τη σύμφωνη γνώμη της για την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, δεν προβλέπεται, ως τυπικό στοιχείο της διαδικασίας, η υποβολή αντιρρήσεων για λόγους που ανακύπτουν κατά το στάδιο αυτό. Υποβολή αντιρρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 20 του π.δ. 609/1985, δεν προβλέπεται ούτε κατά του πρακτικού με το οποίο η επιτροπή εισήγησης για ανάθεση, εκφέροντας τη σύμφωνη γνώμη της για την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, γνωμοδοτεί για τον αποκλεισμό υποψήφιου αναδόχου που δεν αιτιολόγησε την υπερβολικά χαμηλή προσφορά του. Συνεπώς η αιτούσα αβασίμως προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση των πιο πάνω διατάξεων και κατά παράλειψη ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, επειδή δεν της κοινοποιήθηκε προηγουμένως το πρακτικό με το οποίο η επιτροπή εισήγησης για ανάθεση γνωμοδότησε για να απορριφθεί η οικονομική προσφορά της ως μη αιτιολογημένη και έτσι η αιτούσα δεν μπόρεσε να ασκήσει τις κατά το άρθρο 20 του π.δ. 609/1985 αντιρρήσεις της κατά του πιο πάνω πρακτικού.