×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/62/2018

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Εκούσια διανομή κοινών ακινήτων μεταξύ συγκληρονόμων-συγκυρίων, στους οποίους περιλαμβάνονται Α.Ε.Ι. και ιδιώτες – εφαρμοζόμενες διατάξεις.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Για την εξώδικη (εκούσια) διανομή κοινών ακινήτων μεταξύ συγκληρονόμων-συγκυρίων στους οποίους περιλαμβάνονται Ν.Π.Δ.Δ. (Α.Ε.Ι.) και ιδιώτες, εφαρμόζεται αναλογικά η παράγραφος 3 του άρθρου 64 του Π.Δ. 715/1979 και συμπληρωματικά οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα. (πλειοψ.)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΥΠΟΙΚ.1022712/94/Β0013/ΠΟΛ.1053/1994

Θέματα σχετικά με τη διανομή ακινήτων μεταξύ των συγκυρίων.


ΝΣΚ/408/2007

Διαθήκη ιδιόγραφη. Διαθήκης εκτελεστές. Κοινωφελείς σκοποί.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Τα κατονομαζόμενα στην από 30-8-2001 ιδιόγραφη διαθήκη του Θ.Μ. έξι φυσικά πρόσωπα, τα οποία ορίστηκαν να εκποιήσουν το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του και να διανείμουν το προϊόν της εκποιήσεως κατά τα σ’ αυτήν οριζόμενα, εγκαταστάθηκαν ως κληρονόμοι επί του κοινού μεριδίου του 25% της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη και έκαστος εξ αυτών ατομικά επί ποσοστού 4,16% αυτής, συμμετέχοντας κατά το πιο πάνω ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας επί του προϊόντος της εκποίησης της ακίνητης περιουσίας κατά τον καθορισθέντα με τη διαθήκη τρόπο διανομής αυτής μεταξύ των συγκληρονόμων. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και εκτελεστές της εν λόγω διανεμητικής διατάξεως της διαθήκης περί εκποιήσεως των ακινήτων και διανομής του τιμήματος μεταξύ των συγκληρονόμων κατά το ποσοστό της κληρονομικής μερίδας εκάστου, κατά τα στη διαθήκη οριζόμενα, υπαγόμενοι ως προς τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους στον ΑΝ 2039/1939 και όχι στον ΑΚ. Η αποποίηση της κληρονομίας από τα έξι πιο πάνω φυσικά πρόσωπα με δήλωση στον Γραμματέα του Πρωτοδικείου της κληρονομίας, δεν συνεπάγεται και την αποποίηση του λειτουργήματός τους ως εκτελεστών της διατάξεως της διαθήκης για τον τρόπο διανομής της καταλειπομένης ακίνητης περιουσίας μεταξύ των συγκληρονόμων, με την εκποίησή της εκ μέρους τους και την, εν συνεχεία, διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως μεταξύ τους κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας εκάστου. Μετά την αποποίηση της κληρονομίας από τα πιο πάνω κατονομαζόμενα στην από 30-8-2001 ιδιόγραφη διαθήκη του Θ.Μ. έξι φυσικά πρόσωπα, η κληρονομική τους μερίδα επί του 25% της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη και η αντίστοιχη συμμετοχή τους κατά το ποσοστό αυτό στη διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως κατά την πιο πάνω διανεμητική διάταξη της διαθήκης, θα προσαυξήσει τις μερίδες των λοιπών συγκληρονόμων επί της ακίνητης περιουσίας κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας, οι οποίοι ούτω θα λάβουν το σύνολο του προϊόντος της εκποιήσεως κατά την εκτέλεση της πιο πάνω διανεμητικής διατάξεως της διαθήκης και ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν συντρέχει περίπτωση διορισμού κηδεμόνα ως προς τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας, εφόσον η εξουσία διαχειρίσεως της κληρονομουμένης ακίνητης περιουσίας ανήκει στους κατά τα άνω διορισθέντες εκτελεστές της διαθήκης. Εφόσον, επομένως, μετά την αποποίηση εκ μέρους των πιο πάνω έξι φυσικών προσώπων της επαχθείσης σ’ αυτά κληρονομίας και την εγκατάσταση λόγω προσαυξήσεως, κατά τα ήδη πιο πάνω αναπτυχθέντα, επί του συνόλου της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη των λοιπών νομικών προσώπων, τα οποία με την διαθήκη είχαν εγκατασταθεί επί του 75% αυτής, κατά τα σ’ αυτήν προσδιοριζόμενα ποσοστά και αιτίες διαθέσεως, τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα θα υπεισέλθουν, κατά το αντίστοιχο ποσοστό της κληρονομικής μερίδας εκάστου επί της ακίνητης περιουσίας, και στις τυχόν υφιστάμενες μισθωτικές σχέσεις επί των ακινήτων αυτής και μέχρι την εκποίηση αυτών προς διανομή του προϊόντος της εκποιήσεως, σύμφωνα με τη διανεμητική διάταξη της διαθήκης και αυτά θα έχουν την αντίστοιχη υποχρέωση προς καταβολή των χρεών από την τοιαύτη διαχείριση των εν λόγω ακινήτων, εφόσον αυτά βαρύνουν τον εκμισθωτή και όχι τον μισθωτή επί τη βάσει της μισθωτικής σχέσεως.


ΑΕΠΠ/1098/2022

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Στην προκείμενη περίπτωση, ούτε στην, από 24.05.2022, Εξώδικη Διαμαρτυρία του προσφεύγοντος (η οποία παραπέμπει στην, από 14.02.2022, Εξώδικη Διαμαρτυρία του), αλλά κυρίως ούτε και στην, από 14.02.2022, Εξώδικη Διαμαρτυρία, προβλήθηκαν ειδικοί και συγκεκριμένοι ισχυρισμοί ως προς το «ασυνήθιστα χαμηλό» ποσό της Προσφοράς του οικονομικού φορέα με την επωνυμία «…», ώστε να έχει γεννηθεί υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να τους εξετάσει (βλ. σκ. 8 της παρούσας). Όπως μάλιστα προκύπτει από το περιεχόμενο των προαναφερθέντων, δύο (2) Εξώδικων Δηλώσεων, ο εξωδίκως διαμαρτυρόμενος οικονομικός φορέας αναφέρεται γενικώς και αορίστως στην ανάγκη αιτιολόγησης της συγκεκριμένης Προσφοράς για λόγους δημοσίου συμφέροντος, χωρίς να αναφέρει συγκεκριμένα τους λόγους εκείνους για τους οποίους η επίμαχη Προσφορά χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, υπό την έννοια του άρ. 88 του Ν. 4412/2016. Επίσης, δέον επισημανθεί ότι στην προγενέστερη, υπό ΓΑΚ 348/04.03.2022 Προσφυγή του (νυν) προσφεύγοντος, επί της οποίας εκδόθηκε η με αρ. 656/2022 Απόφαση της Αρχής, δεν γινόταν καμία αναφορά στην, από 14.02.2022, Εξώδικη Διαμαρτυρία του προς την αναθέτουσα αρχή και επομένως, ορθώς κρίθηκε από την Αρχή, ότι απόκειται στη διακριτική Αριθμός απόφασης: 1098 /2022 24 ευχέρεια του υπόψη Δήμου, όπως εντοπίσει τις «ασυνήθιστα χαμηλές» Προσφορές και όπως προβεί - εν συνεχεία - στη διαδικασία του ως άνω άρθρου, προκειμένου να αξιολογήσει τις παρασχεθείσες διευκρινίσεις, εκτός και εάν έχουν προβληθεί συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από άλλον διαγωνιζόμενο. Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση που η, από 14.02.2022, Εξώδικη Διαμαρτυρία είχε ρητώς αναφερθεί στην προγενέστερη Προσφυγή του οικονομικού φορέα με την επωνυμία «…», ήτοι, είχε περιέλθει σε γνώση της Αρχής κατά την εξέταση της προγενέστερης Προσφυγής του, ο επίμαχος λόγος Προσφυγής θα είχε απορριφθεί (όπως πράγματι απορρίφθηκε), λόγω του ότι στην εν λόγω Διαμαρτυρία δεν περιλαμβάνονται, ως προελέχθη, ειδικοί και συγκεκριμένοι ισχυρισμοί ως προς το δήθεν «ασυνήθιστα χαμηλό» ποσό της εν λόγω Προσφοράς. Ως, εξάλλου, κρίθηκε με την με αρ. 656/2022 Απόφαση της Αρχής, ο υπόψη Δήμος, αφενός μεν, είχε δικαίωμα να μην θεωρήσει ως «ασυνήθιστα χαμηλή» την εν λόγω Προσφορά, αφετέρου δε, ουδόλως υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας στην προκείμενη περίπτωση. Τέλος, γίνονται δεκτοί οι ισχυρισμοί της οικείας αναθέτουσας αρχής, ότι δηλαδή η Οικονομική Επιτροπή (αποφασιστικό όργανο), μπορεί νομίμως να απόσχει από την γνώμη της Επιτροπής Διενέργειας Διαγωνισμού (γνωμοδοτικό όργανο). Με βάση το σύνολο των προλεχθέντων και δοθέντος ότι η Απόφαση της αναθέτουσας αρχής, με την οποία συμμορφώνεται με την Απόφαση της ΕΑΔΗΣΥ δεν μπορεί να προσβληθεί παραδεκτά ως προς τα ήδη κριθέντα με την Απόφαση της ΕΑΔΗΣΥ (άλλως, θα παραβίαζε τις διατάξεις των άρθρων 367 και 372 του Ν. 4412/2016, σύμφωνα με τα οποία οι κρίσεις της ΕΑΔΗΣΥ δύνανται να προσβληθούν μόνο με τα συγκεκριμένα ένδικα βοηθήματα της αίτησης αναστολής και ακύρωσης (ΣτΕ 54/2018), καθώς και τις διατάξεις που προβλέπουν την ταχεία άσκηση αίτησης αναστολής και την αποκλειστική προθεσμία εντός της οποίας υποχρεούται να εκδώσει απόφαση η ΕΑΔΗΣΥ (ΔΕφΠειρ ΕΑ 219/2018), οι αιτιάσεις της προσφεύγουσας, που αφορούν στον οικονομικό φορέα με την επωνυμία «…», θα πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες


ΕλΣυν.Τμ.7/123/2011

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι μη νομίμως ο Ο.Ν.Α. ενέκρινε την καταβολή σε χρήμα της αξίας του οφειλόμενου γάλακτος στους δικαιούχους εργαζομένους του για τα έτη 2007 και 2008, ολοκληρώνοντας μάλιστα τη σχετική διαδικασία ετεροχρονισμένα, ήτοι περί τις αρχές του έτους 2010, με συνέπεια την καταστρατήγηση των ως άνω διατάξεων, που αποκλειστικό σκοπό έχουν την πρόληψη και προστασία της υγείας των δικαιούχων εργαζομένων, με την πρόβλεψη χορήγησης γάλακτος σε ημερήσια βάση ή, εναλλακτικά, της αξίας αυτού σε χρήμα, ενώ από τα συνοδευτικά του χρηματικού εντάλματος δικαιολογητικά, δεν αποδεικνύονται οι λόγοι της επικαλούμενης αντικειμενικής αδυναμίας εκ μέρους του Οργανισμού να χορηγήσει εγκαίρως είτε την προβλεπόμενη ποσότητα γάλακτος ημερησίως είτε την αξία αυτού σε χρήμα. Οι ισχυρισμοί του Ο.Ν.Α. ότι ούτε η καθημερινή διανομή φρέσκου γάλακτος στους χώρους εργασίας των δικαιούχων ήταν δυνατή από πλευράς των εταιρειών – προμηθευτριών γάλακτος ούτε η χορήγηση γάλακτος εβαπορέ για τα έτη 2007 και 2008 ήταν πρόσφορη λόγω της μεγάλης ποσότητας που αναλογούσε σε κάθε εργαζόμενο (168 κουτιά για τις ανάγκες ενός έτους), προβάλλονται αλυσιτελώς, καθώς και αληθείς υποτιθέμενοι δεν αιτιολογούν γιατί ο Οργανισμός, στο μέτρο που αδυνατούσε να προβεί σε διανομή γάλακτος σε ημερήσια βάση κατά τη διάρκεια των ετών 2007 και 2008, δεν προέβη εγκαίρως στην καταβολή της αξίας αυτού σε χρήμα στους εργαζόμενους, προκειμένου να προμηθεύονται οι ίδιοι το είδος αυτό καθημερινά. Αντιθέτως, το γεγονός ότι οι καταστάσεις των δικαιούχων των ειδών ατομικής προστασίας συντάχθηκαν για πρώτη φορά το έτος 2009, η δε σχετική διαδικασία για την απόδοση της αξίας του οφειλόμενου γάλακτος των ετών 2007 και 2008 σε χρήμα ξεκίνησε με μεγάλη καθυστέρηση, ήτοι περί τα μέσα του έτους 2009, καταδεικνύουν ότι η επικαλούμενη εκ μέρους του Ο.Ν.Α. αδυναμία οφείλεται στην έλλειψη οργάνωσης και προγραμματισμού των αρμοδίων υπηρεσιών του Οργανισμού να λάβουν εγκαίρως όλα τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να συμμορφωθούν στις επιταγές των ανωτέρω διατάξεων, σκοπός των οποίων είναι η προστασία της υγείας των εργαζομένων και όχι η οικονομική τους ενίσχυση. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του Ο.Ν.Α. ότι η πρόσληψη ιατρού εργασίας και τεχνικού ασφαλείας το Δεκέμβριο του έτους 2007 για το νεοσύστατο αυτοτελές γραφείο υγιεινής και ασφάλειας προσωπικού είχε ως συνέπεια την καθυστερημένη διατύπωση γνώμης εκ μέρους τους σχετικά με την προμήθεια γάλακτος, ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, δεδομένου ότι για τη χορήγηση του γάλακτος δεν απαιτείται, σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες διατάξεις, προηγούμενη γνώμη του τεχνικού ασφαλείας ή και του γιατρού εργασίας. Περαιτέρω, η εν λόγω δαπάνη είναι μη νόμιμη για ορισμένες κατηγορίες υπαλλήλων (πολιτικούς μηχανικούς, αρχιτέκτονες, σχεδιαστές, τοπογράφους, κλητήρες), για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των δικαιούχων των ειδών ατομικής προστασίας της Κ.Υ.Α. 53361/2.10.2006, αφού δεν απασχολούνται κατ΄ αποκλειστικότητα στις αναφερόμενες στην ανωτέρω Κ.Υ.Α. εργασίες ή χώρους και συνεπώς, δεν δικαιούνται ούτε της παροχής του αντιτίμου της αξίας του γάλακτος.


ΣΤΕ 4402/2015

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ..Εσφαλμέμνη δασμολογική κατάταξη..:Επειδή, εφ’ όσον, κατά τα γενόμενα δεκτά με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η εταιρεία «Σ. ... Α.Β.Ε.Ν.Ε» είχε ασκήσει προσφυγή κατά της 53/20.6.1996 αποφάσεως της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.), παραπονούμενη για την εσφαλμένη δασμολογική κατάταξη των προς εξαγωγή τυροκομικών προϊόντων της, νομίμως, σύμφωνα με την σκέψη 4, το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι η άσκηση της προσφυγής αυτής διέκοψε την παραγραφή της αξιώσεώς της προς ανόρθωση της ζημίας την οποία η εταιρεία υπέστη από την εσφαλμένη αυτή δασμολογική κατάταξη και ότι, περαιτέρω, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής (28.8.2003), η εν λόγω αξίωση δεν είχε παραγραφεί, διότι δεν είχαν παρέλθει πέντε έτη από την δημοσίευση της 69/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου … επί της ως άνω προσφυγής με την οποία ξεκίνησε ο χρόνος της νέας παραγραφής της αξιώσεως. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος με την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου λόγος αναιρέσεως ότι η αξίωση της εταιρείας, γεννηθείσα και καταστάσα δικαστικώς επιδιώξιμη το έτος 1996, κατά το οποίο έλαβε χώρα η ζημιογόνα εσφαλμένη δασμολογική κατάταξη, είχε υποπέσει, εξ αυτού του λόγου, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αγωγής στην πενταετή παραγραφή που προβλέπει ο νόμος.Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην σκέψη 5, νομίμως το διοικητικό εφετείο όρισε την έναρξη της έντοκης καταβολής του επιδικασθέντος υπέρ της εταιρείας χρηματικού ποσού στον χρόνο επιδόσεως της αγωγής και όχι σε προγενέστερους χρόνους κατά τους οποίους υποβλήθηκαν η διασάφηση εξαγωγής ή η εξώδικη δήλωση της εταιρείας προς το Δημόσιο και, συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τον μόνο λόγο αναιρέσεως της αιτήσεως της εταιρείας είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν, όπως και η αίτηση αυτή στο σύνολό της.Επειδή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην σκέψη 6 και κατά τον βασίμως προβαλλόμενο με την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου λόγο αναιρέσεως, δεν είναι νόμιμη η κρίση του διοικητικού εφετείου ότι οι επιδικασθέντες υπέρ της αναιρεσείουσας τόκοι πρέπει να υπολογισθούν βάσει του εκάστοτε ισχύοντος για τους ιδιώτες επιτοκίου υπερημερίας και όχι με το προβλεπόμενο από το άρθρο 21 του κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου, επιτόκιο σε ποσοστό 6%. Συνεπώς, πρέπει η αίτηση αυτή να γίνει εν μέρει δεκτή και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί κατά το μέρος που αφορά το ύψος του επιτοκίου βάσει του οποίου πρέπει να υπολογισθούν οι οφειλόμενοι στην εταιρεία τόκοι επί του ποσού της καταβαλλόμενης από το Δημόσιο αποζημιώσεως. ...Αναιρεί εν μέρει την 222/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου …σύμφωνα με το αιτιολογικό.


ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜ/1145/2023

ΜΕΙΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ: Συνακόλουθα, για λόγους ισότητας των διαδίκων και ίσου μέτρου κρίσης όμοιων ή παρεμφερών υποθέσεων, το Δικαστήριο οφείλει να συμπεριλάβει στην κρίση του όλα τα ανωτέρω και να μην μεταβάλει τη νομολογία του θέτοντας νέα κριτήρια. Ενόψει αυτών και τα ισχύοντα κατά τον χρόνο δημοσίευσης του ν. 4093/2012, οι συγκεκριμένες μειώσεις των αποδοχών των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., που επήλθαν με τον νόμο αυτό αποκλειστικά με βάση το αμιγώς αριθμητικό κριτήριο και χωρίς να προκύπτει, από συγκεκριμένα στοιχεία, ότι ελήφθη υπόψη η εκ του άρθρου 16 παρ. 6 εδ. β΄ αναγνώριση του δημοσίου λειτουργήματος που αυτά επιτελούν, και, ακολούθως, οι με βάση αυτές μειώσεις των συντάξεων του προσωπικού αυτού, συνυπολογιζόμενες με τις υπόλοιπες μειώσεις που, κατά τα ανωτέρω, επιβλήθηκαν διαδοχικά στις αποδοχές του εν λόγω προσωπικού, καθώς και τα βάρη που έχουν επιβληθεί στους συνταξιούχους του Δημοσίου (περικοπές συντάξεων, πλήρης κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας) και τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις, υπερβαίνουν, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της έκτασής τους, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη και παραβιάζουν την κατ’ άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, υποχρέωση των πολιτών για εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, δεδομένης, εξάλλου, και της αδυναμίας προώθησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και είσπραξης των ληξιπροθέσμων φορολογικών οφειλών που απετέλεσαν, κατά τα προεκτεθέντα, έναν από τους λόγους για τους οποίους κρίθηκαν και πάλι αναγκαίες, μεταξύ άλλων, οι επίμαχες μειώσεις στις αποδοχές των μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι. (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 479/2018, ΣτΕ 1198/2017). Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της περίπτωσης 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των εν ενεργεία μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των Α.Ε.Ι., κατ’ επέκταση δε και οι συντάξιμες αποδοχές των συνταξιούχων πρώην μελών του, αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5, 16 παρ. 6 εδ. β΄ και 25 παρ. 1δ και 4 και καθίστανται, ως εκ τούτου ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. H γνώμη, όμως, αυτή δεν κράτησε.(..) Με το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ [«Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της περιουσίας του. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί την περιουσία του παρά μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους όρους που προβλέπουν ο νόμος και οι γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου»], που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, υπερνομοθετική ισχύ, κατοχυρώνεται ο σεβασμός της περιουσίας κάθε προσώπου, την οποία μπορεί να στερηθεί μόνο για λόγους δημόσιας ωφέλειας, τηρουμένων των συνταγματικών αρχών της ισότητας συμμετοχής στα δημόσια βάρη (άρθρ. 4 παρ. 5) και της αναλογικότητας (άρθρ. 25 παρ. 1). Στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα περιουσιακής φύσης δικαιώματα και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, ήτοι και απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση είτε απλώς γεγενημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία ότι μπορούν, σε περίπτωση αρνήσεως, να ικανοποιηθούν δικαστικώς. Τέτοιες είναι και οι απαιτήσεις για σύνταξη και για κοινωνικοασφαλιστικές εν γένει παροχές. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται, επίσης, ότι η διατήρηση στο διηνεκές των απονεμηθεισών ήδη συντάξεων στο ίδιο ύψος δεν αποτελεί μεν δικαίωμα που εμπίπτει στην έννοια της προστατευόμενης από τις ως άνω διατάξεις περιουσίας, ώστε η μειωτική μεταβολή αυτών για το μέλλον να στοιχειοθετεί παραβίαση αυτών (διατάξεων) πλην, η αναγνωρισμένη από το υφιστάμενο δίκαιο αξίωση του συνταξιούχου για καταβολή της νομίμως κανονισθείσας συντάξεώς του, που έχει γεννηθεί και, δυναμένη να επιδιωχθεί δικαστικά, αποτελεί στοιχείο της περιουσίας αυτού, δεν επιτρέπεται να καταργηθεί ή αποσβεστεί ή περιοριστεί με αναδρομική ουσιαστική νομοθετική ρύθμιση, παρά μόνο στην περίπτωση που συντρέχουν πράγματι λόγοι επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν την κατάργηση ή τον περιορισμό της, τηρουμένης πάντοτε μίας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των επιταγών της προάσπισης του περιουσιακού δικαιώματος (ΕλΣυν Ολ. 1854/2019, 1506/2016, 4327/2014, 1517/2011, 2028/2004 κ.ά.). (..) Κατ’ ακολουθίαν των ως άνω παραδοχών, οι διατάξεις της περιπτώσεως 18 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του                ν. 4093/2012, σύμφωνα με τις οποίες η μειωτική αναπροσαρμογή των συντάξεων των συνταξιούχων μελών Ε.Ε.ΔΙ.Π. των ΑΕΙ ανατρέχει στην 1η.8.2012, σε χρόνο, δηλαδή, πριν από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12.11.2012), ειδικώς ως προς την αναδρομική τους ισχύ πάσχουν εκ του ότι αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι, ενώ πρόκειται για στέρηση γεγενημένου περιουσιακής φύσης δικαιώματος, ήτοι συνταξιοδοτικής παροχής συγκεκριμένου ποσού το οποίο έχει νομίμως καταβληθεί, δεν προκύπτει ότι το αναδρομικό της μείωσης υπαγορεύθηκε από ειδικούς και επιτακτικούς λόγους δημόσιας ωφέλειας ούτε τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και προσφορότητα της αναδρομικότητας για την επίτευξη του συνολικώς επιδιωκόμενου με τον ν. 4093/2012 σκοπού δημοσίου συμφέροντος (ΕλΣυν Ολ. 4327/2014, 7412/2015, 1506/2016, 1854/2019, 738/2020, 2070/2020). Καθ’ ο μέρος, επομένως, η ισχύς τους ανατρέχει σε χρόνο προγενέστερο της δημοσιεύσεως του ν. 4093/2012 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι επίμαχες διατάξεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια να εκδοθεί σε βάρος τής εκκαλούσης η προαναφερθείσα από 4.2.2013 απόφαση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία υποχρεούται στην επιστροφή, σε έξι μηνιαίες δόσεις, του ποσού των 381,65 ευρώ από τις ήδη καταβληθείσες σε αυτήν συντάξεις, παρίστανται ανίσχυρες.