ΝΣΚ/74/2004
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ένσταση συμμετέχουσας εταιρείας σε κλειστό διαγωνισμό προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων κατά ανταγωνίστριας. Ερμηνεία όρων προσκλήσεως συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία αναδείξεως προμηθευτή. Αρμοδιότητα των επιτροπών αξιολογήσεως.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η απόφαση της αρμόδιας επιτροπής τεχνικοοικονομικής αξιολογήσεως επί ενστάσεως εταιρείας που συμμετέχει σε κλειστό διαγωνισμό πρέπει να είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, ήτοι να αντιμετωπίζονται σ’ αυτή όλοι οι πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί της. Ερμηνεία των όρων της προσκλήσεως συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία αναδείξεως προμηθευτή Συλλογών Γεφυρώσεως Ξηρών Κωλυμάτων για τις ανάγκες του ΓΕΣ. Μη νόμιμα αιτιολογημένη, η απόφαση της επιτροπής τεχνικοοικονομικής αξιολογήσεως που δέχθηκε ότι δεν απαιτείτο από τους όρους προσκλήσεως συμμετοχής η επίτευξη των χρόνων καθελκύσεως και αποκαθελκύσεως των γεφυρών κατά τη νύκτα.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΠΕΚ/Τ-160/2003
Περίληψη της αποφάσεως 1. Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Παρανομία — Ζημία — Αιτιώδης συνάφεια (Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ) 2. Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Εξουσία των θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως — Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ενός υποβαλόντος προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών — Περιθώριο εκτιμήσεως της Επιτροπής — Όρια — Παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως — Στοιχειοθέτηση της ευθύνης της Κοινότητας (Άρθρο 288 ΕΚ) 3.Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Διαδικασία προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών — Δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά — Δικαίωμα αποζημιώσεως — Δεν υφίσταται — Εξαίρεση — Παράβαση του κοινοτικού δικαίου 1.Το κοινοτικό δίκαιο αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως αν συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις, ότι δηλαδή ο παραβιασθείς κανόνας δικαίου αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, ότι η παράβαση είναι κατάφωρη και ότι υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως που υπέχει το όργανο που εξέδωσε την πράξη και της ζημίας που υπέστησαν τα βλαβέντα πρόσωπα. (βλ. σκέψη 31) 2. Δυνάμει των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της ίσης μεταχειρίσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή, στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, μετά την ανακάλυψη της υπάρξεως συγκρούσεως συμφερόντων μεταξύ ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως και ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά, να καταρτίσει και να λάβει, με όλη την απαιτούμενη επιμέλεια και βάσει όλων των δυναμένων να ασκήσουν επιρροή στοιχείων, την απόφασή της σχετικά με τη συνέχεια της διαδικασίας συνάψεως της επίμαχης συμβάσεως. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή οφείλει να μεριμνά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας υποβολής προσφορών, για την τήρηση της ίσης μεταχειρίσεως και, κατά συνέπεια, τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους τους υποψηφίους. Συναφώς, η Επιτροπή διαθέτει περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως προς τη διεξαγωγή της διαδικασίας. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή δεν διεξάγει έρευνα σχετικά με τον ενδεχόμενο συντονισμό μεταξύ ενός εκ των υποβαλόντων προσφορά και ενός μέλους της επιτροπής αξιολογήσεως, υπερβαίνει το ως άνω περιθώριο εκτιμήσεως και παραβιάζει, κατά τρόπο πρόδηλο και σοβαρό, τα όρια που επιβάλλονται στην εν λόγω εξουσία εκτιμήσεως. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή διαπράττει παρανομία που είναι ικανή να στοιχειοθετήσει ευθύνη της Κοινότητας. (βλ. σκέψεις 75, 77, 79, 93) 3. Οι επιχειρηματίες οφείλουν να αναλαμβάνουν τους οικονομικούς κινδύνους που είναι συμφυείς με τις δραστηριότητές τους και οι οποίοι, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μειοδοτικού διαγωνισμού, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα έξοδα που συνδέονται με την προετοιμασία της προσφοράς. Επομένως, τα σχετικά έξοδα βαρύνουν την επιχείρηση που επέλεξε να συμμετάσχει στη διαδικασία, δεδομένου ότι η δυνατότητα συμμετοχής σε διαγωνισμό για την ανάθεση συμβάσεως δεν συνεπάγεται τη βεβαιότητα ότι η εν λόγω σύμβαση θα κατακυρωθεί στον συμμετέχοντα. Επομένως, κατ’ αρχήν, τα έξοδα και οι δαπάνες που καταβάλλει ένας υποβαλών προσφορά για τη συμμετοχή του σε διαδικασία υποβολής προσφορών δεν αποτελούν ζημία που μπορεί να αποκατασταθεί με την επιδίκαση αποζημιώσεως. Ωστόσο, το άρθρο 24 των γενικών κανόνων περί προσκλήσεων προς υποβολή προσφορών και περί αναθέσεως συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τα κεφάλαια των προγραμμάτων Phare και Tacis δεν μπορεί να έχει εφαρμογή, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος προσβολής των αρχών της ασφαλείας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σε περιπτώσεις που η παράβαση του κοινοτικού δικαίου κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας υποβολής προσφορών έθιξε τις πιθανότητες ενός υποβαλόντος προσφορά να του κατακυρωθεί η σύμβαση. Οσάκις θίγονται οι πιθανότητες του υποβαλόντος προσφορά, πρέπει να επιδικάζεται αποζημίωση στον τελευταίο για τη ζημία που αφορά τα έξοδα στα οποία αυτός υποβλήθηκε για τη συμμετοχή του στη διαδικασία. (βλ. σκέψεις 98, 102)
ΝΣΚ/164/2004
Κρατικές Προμήθειες – Κλειστός διαγωνισμός – Αξιολόγηση προσφορών – Συμπληρωματικά στοιχεία και διευκρινίσεις – Ονομαστικοποίηση μετοχών Ανωνύμων Εταιρειών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Κατά την αξιολόγηση των δικαιολογητικών συμμετοχής και των στοιχείων των τεχνικών προσφορών των υποψηφίων αναδόχων που έχουν ήδη επιλεγεί από την Διοίκηση για να συμμετάσχουν σε κλειστό διαγωνισμό προμήθειας δεν είναι επιτρεπτή η προσκόμιση νέου δικαιολογητικού ή στοιχείου που δεν υποβλήθηκε με την προσφορά. Εν τούτοις και εφόσον κατατεθέντα δικαιολογητικά ή στοιχεία παρουσιάζουν ελαφρές αποκλίσεις ως προς όρους της διακηρύξεως και τις τεχνικές προσφορές, που δεν έχουν χαρακτηρισθεί ως απαράβατοι, μπορεί -κατά τη κρίση της επιτροπής αξιολογήσεως- να συμπληρωθούν, ενώ, κατά τη κρίση πάντα της επιτροπής, μπορεί να ζητηθούν διευκρινίσεις σχετικά με οποιοδήποτε κατατεθέν δικαιολογητικό ή στοιχείο. β) Η από τις διατάξεις του Ν 2328/95 και Π. Δ/τος 82/96 υποχρέωση των Ανωνύμων Εταιρειών για την ονομαστικοποίηση των μετοχών θεωρείται ότι εκπληρώθηκε εφόσον η Εταιρεία κατά την υποβολή της προσφοράς της για τη συμμετοχή της στις διαδικασίες αναλήψεως έργων ή προμηθειών, εκτός των άλλων στοιχείων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις νόμων ή από την προκήρυξη του διαγωνισμού, υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα: α) πιστοποιητικό της αρμόδιας εποπτεύουσας την Εταιρεία αρχής από το οποίο προκύπτει ότι οι μετοχές της, με βάση το ισχύον καταστατικό, είναι ονομαστικές και β) αναλυτική κατάσταση με τα στοιχεία των μετόχων της Εταιρείας και τον αριθμό των μετοχών κάθε μετόχου, όπως τα στοιχεία αυτά είναι καταχωρημένα στο βιβλίο μετόχων της Εταιρείας το πολύ τριάντα εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα υποβολής της προσφοράς. Επισημαίνεται ότι προκειμένου περί μετόχων με τη μορφή της ανωνύμου εταιρείας η εταιρεία υποχρεούται να τηρεί ειδικό μετοχολόγιο με καταχώρηση όλων των στοιχείων των μετόχων μέχρι φυσικού προσώπου. γ) Η Επιτροπή αξιολογήσεως μπορεί εφόσον έχει αμφιβολίες, να ζητήσει 1) διευκρινίσεις προκειμένου να διαπιστώσει αν η επιβληθείσα στον αναπληρωτή εκπρόσωπο της Κοινοπραξίας ποινή φυλακίσεως συνδέεται με τη διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος προερχομένου από τη δράση κάποιας από τις Κοινοπρακτούσες εταιρείες και 2) το βιβλίο μετόχων ως αποδεικτικό ονομαστικοποιήσεως των μετοχών Α.Ε., δηλ. ως διευκρινιστικό στοιχείο σε σχέση με την ορθότητα του περιεχομένου της σχετικής από την εταιρεία υποβληθείσας καταστάσεως. δ) Απαράδεκτες οι προσφορές που δεν περιλαμβάνουν αποδεικτικό ασφαλείας, βεβαίωση HACCP, κατάσταση ονομαστικών μετόχων με ανάλυση μέχρι φυσικών προσώπων και ποινικό μητρώο νομίμου εκπροσώπου. Η επίδειξη αποδεικτικού ασφαλείας σε ξένη γλώσσα δεν αρκεί για το παραδεκτό της προσφοράς.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/460/2023
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΒΛΑΒΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΚΛΗΘΗΚΑΝ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΚΡΑΙΩΝ ΚΑΙΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ.(...)Από τη συστηματική ερμηνεία των προδιαληφθεισών διατάξεων προκύπτουν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: i) Oι αναθέτουσες Αρχές υποχρεούνται να συνάπτουν συμβάσεις παροχής υπηρεσιών κατόπιν προσφυγής, κατά κανόνα, στις ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες ανάθεσης, καθόσον με τη δημοσίευση της προκήρυξης γνωστοποιείται ευρέως η πρόθεσή τους να συνάψουν σύμβαση και, επέκεινα, διασφαλίζεται καλύτερα η τήρηση των θεμελιωδών αρχών της διαφάνειας και της ισότητας συμμετοχής των ενδιαφερομένων και μειώνονται οι πιθανότητες παρακώλυσης, περιορισμού ή νόθευσης του ανταγωνισμού. ii) Μόνο κατ’ εξαίρεση, στις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 32 του ως άνω νόμου 4412/2016 περιπτώσεις, δύνανται οι αναθέτουσες να προσφεύγουν στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση διακήρυξης, οι οποίες, ως εκ του εξαιρετικού τους χαρακτήρα πρέπει να ερμηνεύονται στενά. iii) Μία από τις περιπτώσεις αυτές είναι η θεσπιζόμενη στην περ. γ΄ της παρ. 2 του εν λόγω άρθρου, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής στη διαπραγμάτευση προκειμένου να αντιμετωπιστεί κατεπείγουσα, ήτοι άκρως επείγουσα ανάγκη, οφειλόμενη σε γεγονότα απρόβλεπτα, τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν δια της προσφυγής σε ανοικτή ή κλειστή διαγωνιστική διαδικασία, διότι ο χρόνος ολοκλήρωσης αυτής θα έθετε σε διακινδύνευση υπέρτερα αγαθά όπως η ζωή, η υγεία, η ιδιοκτησία, η ασφάλεια των υποδομών κ.λ.π.Λαμβάνοντας υπόψη το παρατεθέν ιστορικό της υπόθεσης, τα συμπληρωματικώς υποβληθέντα με την προσφυγή στοιχεία και τις προαναφερθείσες και ερμηνευθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναθέτουσα Π.Ι.Ν. προσέφυγε εν προκειμένω σε διαπραγμάτευση χωρίς να πληρούται η τιθέμενη από το άρθρο 32 παρ. 2 περ. γ΄ προϋπόθεση του κατεπείγοντος που τη διέπει. Για τους λόγους αυτούςΑπορρίπτει την με ΑΒΔ 85/12.1.2023 προσφυγή της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων.Δεν ανακαλεί, κατά τα αναφερόμενα στο αιτιολογικό, την 992/2022 Πράξη προσυμβατικού ελέγχου του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕλΣυν/Τμ6/896/2012
Προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας με συνοδό εξοπλισμό (..)Η υποχρέωση κατάθεσης των απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών ονομαστικοποίησης ( 3310/2005 άρθρο 8, άρθρο 1 του π.δ/τος 82/1996) για την ανώνυμη εταιρία που συμμετέχει σε διαγωνισμό ανάθεσης δημόσιας σύμβασης προμηθειών, απορρέει ευθέως από τις προεκτεθείσες διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή το γεγονός ότι τυχόν υποβολή των δικαιολογητικών αυτών δεν προβλέπεται ρητά στη διακήρυξη του οικείου διαγωνισμού, ούτε, άλλωστε, είναι δυνατή η μεταγενέστερη προσκομιδή αυτών, αφού η υποχρέωση υποβολής τους συνιστά ουσιώδη τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού συμμετοχής της υποψήφιας εταιρείας, η παράλειψη της οποίας καθιστά την υποβληθείσα προσφορά απαράδεκτη (Ε.Σ. Ολομ. Πρακτ. της 27ης Γεν. Συν. της 29.11.2000, της 9ης Γεν. Συν. της 28.3.2001 και της 10ης Γεν.Συν. της 6.6.2007, VI Τμ. αποφάσεις 2200, 465/2011, πράξεις 16/2006, 11, 110, 137/2007). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 15) για τη συγκρότηση των συλλογικών γνωμοδοτικών οργάνων διενέργειας διαγωνισμών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, ήτοι της επιτροπής διαγωνισμού και της επιτροπής ενστάσεων, συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι αρμόδια να γνωμοδοτήσει επί ένστασης κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής είναι η αρμόδια επιτροπή ενστάσεων και όχι η επιτροπή διαγωνισμού, που είναι αρμόδια να γνωμοδοτεί μόνο για τις λοιπές πράξεις της διαδικασίας του διαγωνισμού (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ. απόφαση 2430/2011, ΙV Τμ. πράξεις 224/2010, 161/2009, 34/2007). (…)Κατά συνέπεια, είναι μη νόμιμη η σύνθεση της οικείας επιτροπής, όταν συνεδριάζει χωρίς την παρουσία όλων των μελών της, χωρίς ν’ αποδεικνύεται, κατά τρόπο αναμφίβολο και από προγενέστερα της συνεδρίασης σχετικά στοιχεία, ότι τα απόντα τακτικά μέλη κλήθηκαν με έναν από τους ως άνω τρόπους να παραστούν ή ότι συνέτρεχε κάποιος από τους ως άνω λόγους, για τους οποίους δεν ήταν απαραίτητη η πρόσκλησή τους (πρβλ. ΣτΕ 3831/2009, 811/2008) και στη συνέχεια προσκλήθηκαν νόμιμα και τ’ αναπληρωματικά μέλη αυτών. Εξάλλου, για τις συνεδριάσεις των ως άνω επιτροπών συντάσσεται πρακτικό, το οποίο πρέπει ν’ αναφέρει μεταξύ άλλων, τα ονόματα και την ιδιότητα των παρισταμένων μελών, τον τόπο και το χρόνο της συνεδρίασης, ενώ αν για τη λήψη της σχετικής απόφασης πραγματοποιήθηκαν περισσότερες συνεδριάσεις, πρέπει να μνημονεύεται ιδίως η ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης, κατά την οποία λήφθηκε η σχετική απόφαση, καθώς και τα μέλη που μετέχουν κατά τη συνεδρίαση αυτή. Ειδικότερα, η αναγραφή της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό της επιτροπής αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη νόμιμη υπόσταση της πράξης που δεν μπορεί ν’ αναπληρωθεί από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρβλ. ΔΕφΑθ 601/2009), με συνέπεια η έλλειψη της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό να καθιστά ανέφικτο τον έλεγχο ως προς τη νομιμότητα της σύνθεσης της οικείας επιτροπής όταν στη συγκεκριμένη συνεδρίαση απουσιάζουν μέλη, καθώς και όταν, λόγω της αβέβαιης ημερομηνίας κατά την οποία η συνεδρίαση έλαβε χώρα, δεν μπορεί να διακριβωθεί αν τηρήθηκαν οι ανωτέρω διατυπώσεις ως προς τις προσκλήσεις των μελών της (τακτικών και αναπληρωματικών). (…)Με τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 21 ) παρέχεται στην αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης προμηθειών η δυνατότητα για κατακύρωση στον προμηθευτή, που αναδεικνύεται μειοδότης ποσότητας μεγαλύτερης ή μικρότερης από εκείνη που προκηρύχθηκε, μέχρι ποσοστού 15% ή 50%, αντίστοιχα (για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσης αξίας από 100.001 ευρώ και άνω με Φ.Π.Α.). Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αναθέτουσας αρχής για αύξηση ή μείωση της προκηρυχθείσας ποσότητας των προς προμήθεια ειδών, μπορεί, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, να ασκηθεί, με την ενεργοποίηση της σχετικής δυνατότητας, μόνο κατά το χρόνο κατακύρωσης των αποτελεσμάτων του σχετικού διαγωνισμού, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου για την έγκριση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού οργάνου, ύστερα από σχετική εισήγηση της επιτροπής του διαγωνισμού (βλ. Ε.Σ. VI Tμ. 1646/2011). Εξάλλου, το ποσοστό της κατακυρούμενης ποσότητας δύναται να μειωθεί περαιτέρω, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης αποδοχής του από τον ανάδοχο προμηθευτή. Επομένως, μη νομίμως κατακυρώνεται είδος σε ποσότητα που υπολείπεται του 50% της ζητούμενης από την οικεία διακήρυξη ποσότητας, χωρίς την προηγούμενη προς τούτο ρητή συναίνεση του οικείου αναδόχου (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2385, 1645/2011). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 2, ν. 2955/2001 (ΦΕΚ 256 Α΄) άρθρο 4) συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι στην περίπτωση που από τη διακήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών, και ειδικότερα σύμβασης προμηθειών Νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ., προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για μέρος των προκηρυχθέντων ειδών, απαιτείται να καθορίζεται με αυτήν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη για κάθε επί μέρους είδος, ώστε αφενός να δύναται ο υποψήφιος να διαμορφώσει την προσφορά του υπό όρους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης, αφετέρου να
ΔΕΚ/C-337/2008
Περίληψη της αποφάσεως 1.Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία – Όχληση (Άρθρο 226 ΕΚ) 2.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων προμηθειών – Οδηγία 93/36 – Παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες – Συσταλτική ερμηνεία (Οδηγία 93/36 του Συμβουλίου, άρθρα 6 §§ 2 και 3) 3.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων προμηθειών – Οδηγίες 77/62 και 93/36 – Σύναψη συμβάσεων (Οδηγίες 93/36 και 77/62 του Συμβουλίου) 1.Κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής λόγω παραβάσεως διαδικασίας, μολονότι η αιτιολογημένη γνώμη του άρθρου 226 ΕΚ πρέπει να εκθέτει με λογική πληρότητα και λεπτομερώς τους λόγους που οδήγησαν την Επιτροπή να σχηματίσει την πεποίθηση ότι το οικείο κράτος μέλος παρέβη υποχρέωση που υπέχει από τη Συνθήκη, προκειμένου περί του εγγράφου οχλήσεως δεν μπορεί να απαιτείται τόσο μεγάλη ακρίβεια, δεδομένου ότι το έγγραφο αυτό κατ’ ανάγκη συνίσταται σε μια πρώτη σύντομη περίληψη των αιτιάσεων. (βλ. σκέψη 23) 2.Όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τη δωδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, η διαδικασία με διαπραγμάτευση έχει εξαιρετικό χαρακτήρα και πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικώς απαριθμούμενες περιπτώσεις. Προς τούτο, το άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας αυτής απαριθμεί ρητώς και περιοριστικώς τις περιπτώσεις κατά τις οποίες και μόνον μπορεί να γίνει προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση. Συγκεκριμένα, οι αποκλίσεις από τους κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Προκειμένου η οδηγία 93/36 να μην απολέσει την πρακτική αποτελεσματικότητά της, τα κράτη μέλη δεν μπορούν, επομένως, να προβλέπουν περιπτώσεις προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση που δεν προβλέπονται από την οδηγία αυτή ή να συνοδεύουν τις ρητώς προβλεπόμενες από την εν λόγω οδηγία περιπτώσεις με νέους όρους που έχουν ως αποτέλεσμα να καθιστούν ευκολότερη την προσφυγή στην εν λόγω διαδικασία. Εξάλλου, το βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται. (βλ. σκέψεις 56-58) 3.Ένα κράτος μέλος, έχοντας καθιερώσει από παλιά και εξακολουθώντας να εφαρμόζει την πρακτική της απευθείας σύναψης συμβάσεων αγοράς ελικοπτέρων ορισμένης εθνικής μάρκας για την κάλυψη των αναγκών πολλών στρατιωτικών και πολιτικών σωμάτων, χωρίς την προκήρυξη διαγωνισμού και, μεταξύ άλλων, χωρίς την τήρηση των διαδικασιών που προβλέπει η οδηγία 93/36 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52 και προέβλεπε προηγουμένως η οδηγία 77/62 περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις οδηγίες 80/767 και 88/295, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες αυτές. Μια τέτοιου είδους πρακτική δεν δικαιολογείται από την ύπαρξη «εσωτερικής» σχέσης στην περίπτωση της, έστω και κατά μειοψηφία, συμμετοχής μιας ιδιωτικής επιχείρησης στο κεφάλαιο της εταιρίας που κατασκευάζει τα εν λόγω ελικόπτερα, στην οποία συμμετέχει και η οικεία αναθέτουσα αρχή κατά τρόπο που να μην έχει τη δυνατότητα να ασκεί επί της εταιρίας αυτής έλεγχο ανάλογο προς αυτόν που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες. Εξάλλου, όσον αφορά τις θεμιτές επιταγές εθνικού συμφέροντος που προβλέπουν τα άρθρα 296 ΕΚ και 2, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 93/36, καθόσον τα ελικόπτερα αυτά είναι προϊόντα διπλής χρήσεως, κάθε κράτος μέλος δύναται, δυνάμει του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ΕΚ, να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι τα μέτρα αυτά δεν αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς. Επομένως, κατά την αγορά εξοπλισμού, ο οποίος δεν προορίζεται με βεβαιότητα να χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικούς σκοπούς, πρέπει απαραιτήτως να τηρούνται οι κανόνες περί συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Κατά την προμήθεια ελικοπτέρων από στρατιωτικά σώματα για πολιτική χρήση πρέπει να τηρούνται οι ίδιοι κανόνες. (βλ. σκέψεις 38-41, 46-49, 60 και διατακτ.)