Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/769/2001

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: νσκ/769/2001

Δεν αποκλείεται κατ αρχήν η έκτοτε αύξηση του κεφαλαίου μιας αμιγούς Δημοτικής επιχείρησεως και αποτελεί αξιολογική εκτίμηση πραγματικού γεγονότος το εάν η τοιαύτη αύξηση του Κεφαλαίου μιας αμιγούς δημοτικής επιχειρήσεως IN CONCRETO συνιστά ή όχι επιχορήγηση αυτής από το Δήμο.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/769/2001

Δεν αποκλείεται κατ αρχήν η έκτοτε αύξηση του κεφαλαίου μιας αμιγούς Δημοτικής Επιχείρησης και αποτελεί αξιολογική εκτίμηση πραγνατικού γεγονότος το εάν η τοιαύτη αύξηση Κεφαλαίουμιας αμιγούς δημοτικής επιχείρησης IN CONCRETO συνιστά ή όχι επιχορήγηση αυτής απο το Δήμο.


ΕΣ/ΤΜ.7/399/2010

Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου αμιγούς δημοτικής επιχείρησης. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι, .... η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη, διότι σύμφωνα με τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις η καταβολή της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ανωτέρω αμιγούς δημοτικής επιχείρησης εχώρησε αφενός κατόπιν επέκτασης των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων της (δια της προσθήκης στους καταστατικούς της σκοπούς και της ανέγερσης-λειτουργίας του Πολιτιστικού και Συνεδριακού Κέντρου ... (Π.Σ.Κ.Η.) το οποίο δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί) και μετά από σύνταξη σχετικής οικονομοτεχνικής μελέτης βιωσιμότητας (βλ. την προσκομιζόμενη Μαρτίου 2010 οικονομοτεχνική μελέτη, αναφορικά με την αποπεράτωση της ανωδομής των κτιρίων Α και Β του Π.Σ.Κ.Η.) και αφετέρου σε εκπλήρωση ανειλημμένων υποχρεώσεων του Δήμου ..., για την πραγματοποίηση του αυτοχρηματοδοτούμενου τμήματος του έργου από πόρους του Δήμου....Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)331/2015

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ:Μη νόμιμη η καταβολή ποσού από Δήμο σε ανώνυμη εταιρεία (η οποία προήλθε από μετατροπή  αμιγούς δημοτικής επιχείρησης εκμετάλλευσης), που αφορά στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, καθόσον η ανωτέρω δαπάνη αποσκοπεί, τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στην ταμειακή διευκόλυνση της εταιρείας, προκειμένου αυτή να εκπληρώσει οικονομικές υποχρεώσεις της προς τρίτους προμηθευτές, ενώ επιπλέον δεν έχει παρασχεθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο η δυνατότητα να αποφασίσει, αν η μειωμένη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας αυτής (250.000,00 ευρώ) εξακολουθεί να εξυπηρετεί την εκπλήρωση του σκοπού, για τον οποίο αρχικά είχε αποφασιστεί μεγαλύτερη αύξηση (326.500,00 ευρώ) (άρθρα 252 παρ. 1 και 253 παρ. 1 του ΚΔΚ, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006,ΦΕΚ Α΄ 114/2006).


ΕΣ/ΤΜ.7/80/2011

Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης.(..). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις το Τμήμα κρίνει ότι: α) Η συμμετοχή του Δήμου ... στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΗ.Κ.Ε.ΔΗ.Σ. δεν αντίκειται στις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 259 του Δ.Κ.Κ., αφού ουσιαστικά σκοπό έχει την εξόφληση των υποχρεώσεων και την εξυγίανση της μετατρεπόμενης αμιγούς δημοτικής επιχείρησης, ούτως ώστε η νέα επιχείρηση, η οποία, λόγω της φύσης της ως κοινωφελούς, έχει εκ των πραγμάτων περιορισμένη οικονομική αυτοδυναμία, να είναι σε θέση να προχωρήσει στην υλοποίηση των προβλεπόμενων από το διετές πρόγραμμα δράσεων, εκ των οποίων άλλες αποτελούν συνέχεια των δράσεων της αμιγούς επιχείρησης και άλλες αναλαμβάνονται για πρώτη φορά από τη νέα επιχείρηση (π.χ. λειτουργία κινηματογράφου και μουσείου). β) Το αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης της ΔΗ.Κ.Ε.ΔΗ.Σ. κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της (τελευταίο τρίμηνο του έτους 2008, 2009 και 2010) παρουσιάζει θετικό πρόσημο μεταξύ της διαφοράς εσόδων και εξόδων των δράσεων της, η δε βιωσιμότητά της δεν στηρίζεται αποκλειστικά στην χρηματοδότηση του Δήμου, ενόψει αφενός της πρόβλεψης ίδιων εσόδων από τους χρήστες των υπηρεσιών της, ήτοι 27.500,00 ευρώ κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2008 και 276.900,00 ευρώ το έτος 2009 και αφετέρου της αναμενόμενης χρηματοδότησης μέρους των δράσεών της από κοινοτικά ή εθνικά προγράμματα. Συνεπώς, κρίνεται βιώσιμη κατά τη μετατροπή της η κοινωφελής επιχείρηση, εφόσον τα εκτιμώμενα έσοδα αυτής, είτε από τις ανωτέρω χρηματοδοτήσεις είτε από αποζημίωση που καταβάλλουν οι χρήστες των υπηρεσιών της, της επιτρέπουν να αναλάβει πάνω από το ήμισυ των εξόδων λειτουργίας της και δεν στηρίζεται αποκλειστικά στη χρηματοδότηση του Δήμου που τη συνέστησε.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το κρινόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί, εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2010, σε βάρος των πιστώσεων του οποίου είχε εκδοθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/116/2012

Αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρίας.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της άνω δημοτικής ανώνυμης εταιρείας αποσκοπεί μεν στην υλοποίηση των προαναφερόμενων επενδυτικών προγραμμάτων, η σχετική ωστόσο απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... λήφθηκε χωρίς οι συνταχθείσες για το λόγο αυτό οικονομοτεχνικές μελέτες να φέρουν το αναγκαίο κατά νόμο ελάχιστο περιεχόμενο καθόσον δεν αναφέρονται σε παράγοντες που προσδιορίζουν τη βιωσιµό­τητα της εταιρείας και στην ικανότητα αυτής να ανταποκριθεί στις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις που θα δημιουργηθούν με τις προαναφερόμενες επενδύσεις, καθώς και στους προβλεπόμενους ισολογισμούς με τα αποτελέσματα χρήσης και τις αναµενόµενες ταμειακές ροές. Περαιτέρω, δεν περιλαμβάνουν τεκμηριωμένη ανάλυση του κόστους εκάστης επένδυ­σης με όλες τις δαπάνες που απαιτούνται και χρηματοδοτικό σχήμα στο οποίο να αναλύετε η άντληση των κεφαλαίων με βάση την ανάλυση του κόστους και αξιολόγηση των επενδυτικών έργων και να προσδιορίζονται οι πηγές της χρηματοδότησης. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι έχει συνταχθεί η απαιτούμενη, κατά τα προαναφερόμενα, οικονομοτεχνική μελέτη βιωσιμότητας για την υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος της συμμετοχής της άνω δημοτικής εταιρείας στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «... Α.Ε.», δεν δύναται δε αυτή να υποκατασταθεί από τις συνταχθείσες εκείνες που αφορούν στην υλοποίηση επενδυτικών έργων από την τελευταία. Κατά συνέπεια, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη και δεν πρέπει αυτό να θεωρηθεί.


8325/2015

ΑΠΟΔΟΧΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ ΝΣΚ 54/2015 (ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΕΤΑΙ)

Διαδικασία προτάσεως εκπροσώπου εργαζομένων σε δημοτική κοινωφελή επιχείρηση, στο Δ.Σ. της επιχειρήσεως. α) Υπό τον όρο «γενική συνέλευση» των εργαζομένων μιας δημοτικής κοινωφελούς επιχειρήσεως, η οποία προτείνει εκπρόσωπο των εργαζομένων στο διοικητικό συμβούλιο αυτής (άρθρο 255 παρ.1-3 του Ν. 3463/2006), νοείται το συλλογικό όργανο του σωματείου των εργαζομένων στην επιχείρηση, με βάση τις εκάστοτε για το όργανο αυτό ισχύουσες ειδικότερες διατάξεις του νόμου και του καταστατικού του και όχι κάποια ειδικά για τον σκοπό αναδείξεως του εκπροσώπου συγκαλούμενο όργανο (συνέλευση), αποτελούμενο από το σύνολο των εργαζομένων, ανεξάρτητα εάν αυτοί είναι μέλη του σωματείου ή όχι. β) Για τον προσδιορισμό της εννοίας των εργαζομένων που έχουν δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι, λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές διατάξεις του νόμου και του καταστατικού του σωματείου, παρέλκει δε, κατά τα άλλα, η απάντηση επί του ερωτήματος, ποιές ειδικότερα κατηγορίες εργαζομένων ή απασχολούμενων στην επιχείρηση, έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στην γενική συνέλευση. (ομοφ.)


ΕΣ/ΤΜ.7/51/2012

Συμμετοχή του Δήμου στην αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου εταιρίας.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι όσον αφορά στους προβαλλόμενους από το διαφωνούντα Επίτροπο λόγους μη θεώρησης του ελεγχόμενου εντάλματος, η εντελλόμενη με αυτό δαπάνη είναι νόμιμη, διότι από τα στοιχεία του φακέλου και ιδίως από το περιεχόμενο της προσκομισθείσας οικονομοτεχνικής μελέτη βιωσιμότητας της φερόμενης ως δικαιούχου ανώνυμης δημοτικής εταιρείας, η οποία (μελέτη) έχει το οριζόμενο στην 43886/3.8.2007 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης περιεχόμενο, προκύπτει ότι η αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου αποσκοπεί στην υλοποίηση ενός επενδυτικού προγράμματος και στην επέκταση των καταστατικών της δραστηριοτήτων που θα έχουν ως επακόλουθο την αύξηση του κύκλου εργασιών της και των εσόδων της κατά τα επόμενα πέντε έτη, γεγονός που θα καταστήσει αυτήν όχι απλά βιώσιμη αλλά κερδοφόρα. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός του διαφωνούντος Επιτρόπου ότι δεν προσκομίστηκαν στοιχεία διαχείρισης κατά την πρώτη περιόδο χρήσης της ανωτέρω δημοτικής ανώνυμης εταιρείας πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον, κατόπιν του 47674/13.9.2011 εγγράφου του, προσκομίστηκαν οι ισολογισμοί των δύο πρώτων εταιρικών χρήσεων της εταιρείας, από τους οποίους προκύπτουν κέρδη ποσού 15.827,96 ευρώ για το έτος 2009 και ποσού 42.882,09 ευρώ για το έτος 2010. Περαιτέρω, από τις προεκτιθέμενες διατάξεις δεν συνάγεται απαγόρευση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου δημοτικής ανώνυμης εταιρείας μέσα στο πρώτο εξάμηνο λειτουργίας της, ενώ εν προκειμένω το ποσό αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας κατά 500.000,00 ευρώ είναι κατώτερο του ιδρυτικού της κεφαλαίου (775.000,00 ευρώ). Τέλος, και ο ισχυρισμός του Επιτρόπου ότι από την προαναφερόμενη οικονομοτεχνική μελέτη βιωσιμότητας προκύπτει ότι με την ως άνω χρηματοδότηση του Δήμου ... προς τη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία καταστρατηγούνται τόσο οι κανόνες του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου για την κατ’ αρχήν απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων, όσο και οι διατάξεις του 259 του ν. 3463/2006, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφάλαιου της φερόμενης ως δικαιούχου εταιρείας πρόκειται να αναλωθεί για την κάλυψη των λειτουργικών της δαπανών και την ταμειακή της διευκόλυνση προκειμένου να εξυπηρετήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς τρίτους. Ως εκ τούτου, οι προβαλλόμενοι λόγοι διαφωνίας είναι αβάσιμοι και εφόσον δεν συντρέχει άλλος λόγος μη νομιμότητας της δαπάνης, το χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/ΤΜ.7/126/2010

Κάλυψη μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη ΙΙ της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου ... έπρεπε, ενόψει των νέων δεδομένων που ανέκυψαν μετά την απόφασή του 290/29.10.2009 περί εγκρίσεως μετατροπής της αμιγούς δημοτικής επιχείρησης σε ανώνυμη εταιρεία και της ψηφίσεως του σχεδίου καταστατικού της, ήτοι την οριστική απάντηση για το ποσοστό συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της α.ε. από την Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. ... και το Δήμο ... και τη μη απάντηση από το Δήμο ..., να λάβει νέα απόφαση, σύμφωνα προς τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 263 παρ. 2 και 253 παρ. 1 του νέου Δ.Κ.Κ., για αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο της α.ε. από 95% σε 97%, με καταβολή του ποσού των 53.640,00 ευρώ που αντιστοιχεί σε αυτή τη διαφορά του 2%. Η θέση της αιρέσεως για συμμετοχή με ποσοστό 97%, στην αρχική απόφαση περί συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο κατά ποσοστό 95%, δεν είναι νόμιμη, καθώς εξαρτά την επέλευση του αποτελέσματος της απόφασης αυτής (ποσοστό 97%) από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο (μη συμμετοχή Δήμων ... και ...), κατά παράβαση της προαναφερθείσας γενικής αρχής του διοικητικού δικαίου...(..)Τέλος, η αναφορά στο άρθρο 4 του καταστατικού ότι σκοπός της α.ε. είναι και «κάθε άλλος σκοπός, ακόμα και αν δεν ορίζεται ρητά δια του παρόντος, με τους ανωτέρω γενικότερους σκοπούς της εταιρείας», και αν θεωρηθεί ότι εκ παραδρομής παρελήφθησαν οι λέξεις «όμοιος ή συναφής», ως διατείνεται ο Δήμος, είναι πλημμελής, δεδομένου ότι δεν είναι νόμιμη η αόριστη ή γενική περιγραφή της εταιρικής δραστηριότητας, καθώς ο σκοπός της ανώνυμης εταιρείας συγκαταλέγεται μεταξύ των στοιχείων που την εξατομικεύουν και ως εκ τούτου το καταστατικό της α.ε. είναι μη νόμιμο κατά το σημείο αυτό.(..) Πλην όμως το Τμήμα κρίνει ότι πεπλανημένως πλην συγγνωστώς και άνευ πρόθεσης καταστρατήγησης των κειμένων διατάξεων ο Δήμος ... υπέλαβε ότι νομίμως προβαίνει στην κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου της α.ε. σε ποσοστό 97% σε εκπλήρωση της τεθείσας κατά τα άνω αιρέσεως, ενόψει του περιορισμένου χρόνου λήψης αποφάσεων, λόγω της εκπνοής της προθεσμίας μετατροπής της δημοτικής επιχείρησης σε ανώνυμη εταιρεία (μέχρι 31.12.2009), εντός του οποίου ο Δήμος κατέβαλε κάθε προσπάθεια (αλληλογραφία με Τ.Ε.Δ.Κ. και Δήμους ... και ...), ώστε οι λοιποί φορείς να απαντήσουν εμπροθέσμως για το εάν επιθυμούν συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της α.ε. και μέχρι ποίου ποσοστού.(Θεωρητέο λόγω συγγνωστής πλάνης)


ΕλΣυν.Τμ.7/41/2015

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ. Ζητείται  η ανάκληση της 207/2015 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών του Τμήματος  VII, με την οποία κρίθηκε ότι δεν πρέπει να θεωρηθεί το 4, οικονομικού έτους 2015, χρηματικό ένταλμα πληρωμής της Δημοτικής Επιχείρησης ……., με το οποίο εντέλλεται η καταβολή στην ανώνυμη αναπτυξιακή εταιρεία με την επωνυμία «Αναπτυξιακή …… Α.Ε. - Αναπτυξιακή Ανώνυμη Εταιρεία Ο.Τ.Α.» ποσού 9.010,91 ευρώ, που αντιστοιχεί σε τμήμα της συμφωνηθείσας αμοιβής της για την εκτέλεση της από 11.11.2014 προγραμματικής σύμβασης, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου για το έργο «Επέκταση εγκαταστάσεων ευρύτερης περιοχής …..» (..) Ενόψει των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη IV, η επίμαχη σύμβαση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 59/2007, διότι αφορά μεν σε υπηρεσίες που εξυπηρετούν την κατασκευή δικτύου διανομής θερμότητας (τηλεθέρμανσης) και ανατίθεται από τη ......., που αποτελεί ως δημόσια επιχείρηση αναθέτοντα φορέα, πλην όμως η αξία της σύμβασης υπολείπεται του κατώτερου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 16 περ. α΄ του εν λόγω π.δ.. (..) Περαιτέρω, η επίμαχη σύμβαση δεν συνιστά σύμβαση οιονεί αυτεπιστασίας «in house» - το οποίο άλλωστε  δεν προβάλλεται από τις αιτούσες - όπως ορθώς έγινε δεκτό με την υπό ανάκληση πράξη, δοθέντος ότι η ....... δεν ασκεί επί της ...... Α.Ε. έλεγχο ανάλογο προς εκείνον που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών, ενώ η έστω και μειοψηφική συμμετοχή ιδιωτικών φορέων στη μετοχική σύνθεση της ...... Α.Ε., όπως οι Ενιαίοι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί ….. - …… και ….., που αποτελούν ν.π.ι.δ. με εμπορική ιδιότητα (βλ. άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 2810/2000, Α΄ 61 - Διορθ.Σφαλμ. στο Α΄ 108, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 2 του ν. 4015/2011, Α΄ 210) και ο Αναγκαστικός Συνεταιρισμός ……., που επίσης αποτελεί ν.π.ι.δ. (βλ. άρθρο 1 παρ. 1 του ν.δ. υπ’ αριθ. 818 της 15/19 Ιαν. 1971, A΄ 9), αποκλείει την ύπαρξη σχετικού ελέγχου. Περαιτέρω, η επίμαχη σύμβαση δεν εμπίπτει στην έννοια της μη θεσμοθετημένης οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ δημοσίων φορέων για την εκπλήρωση από κοινού μιας δημόσιας αποστολής, τούτο διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν ήδη δεκτά ανωτέρω στη σκέψη IV, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συμφωνία ν’ αφορά μόνο δημόσιους φορείς, χωρίς τη συμμετοχή -έστω και μειοψηφική - ιδιωτικού κεφαλαίου και ότι καμία ιδιωτική επιχείρηση με τη σύναψη της σύμβασης δεν περιέρχεται σε προνομιακή θέση, τα οποία όμως δεν συντρέχουν εν προκειμένω, αφού οι προαναφερθέντες Συνεταιρισμοί είναι ιδιώτες μέτοχοι της ...... Α.Ε., σύμφωνα δε με τις καταστατικές της διατάξεις, η τελευταία προάγει τα συμφέροντα όλων των μετόχων της.(Απορρίπτεται το αίτημα για ανάκληση της 207/2015 πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών του Τμήματος  VII)


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/182/2022

Όλες, δηλαδή οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου της ενάγουσας έφεραν εξ αρχής τα χαρακτηριστικά μίας ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, κατ` εφαρμογή των άνω διατάξεων των άρθρων 648 § 1 ΑΚ, 6 Ν. 765/1943 και 8 του Ν. 2112/1920, αφού αυτή τελούσε σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη της, είχαν τον χαρακτήρα της διαδοχικότητας και, τέλος, δεν υπαγορεύτηκαν από αντικειμενικούς λόγους, που δικαιολογούνταν από τη φύση τους, δηλαδή κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη και ο καθορισμένος χρόνος διάρκειάς τους έγινε προς καταστρατήγηση των δικαιωμάτων της που απορρέουν από τις διατάξεις αυτές. Επομένως, εφόσον η χρονική αφετηρία τους τοποθετείται προ της 17-4-2001, εφαρμοστέες τυγχάνουν εν προκειμένω οι παραπάνω διατάξεις και αυτές είχαν ήδη προσλάβει τον χαρακτήρα της ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, τον οποίο διατήρησαν και μετά ταύτα, χωρίς αυτό να προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 103 § § 7 και 8 του Συντάγματος, μετά την αναθεώρησή τους αλλά ούτε και στην παραπάνω Οδηγία 1999/70/1999, σύμφωνα με τις σχετικές σκέψεις που εκτίθενται στην αρχή της παρούσας. Ως εκ τούτου, δεν καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις παραπάνω μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του πδ 164/2004. Σημειώνεται ότι, λόγω της συγχώνευσης του πραγματικού εργοδότη της ενάγουσας, νπδδ με την επωνυμία «Πνευματικό Κέντρο Δήμου …..», στο εναγόμενο, το τελευταίο, υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εκ της προαναφερθείσας σύμβασης εργασίας της, ενώ και οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, που το ίδιο συνήψε με αυτήν, υποδηλώνει πέραν της εξυπηρέτησης της παραπάνω πάγιας και διαρκούς ανάγκης, που κατέστη πλέον ανάγκη του ιδίου, μετά τη σύστασή του, τη συνέχεια της εργασιακής σχέσης της, και  αυτό υποχρεούτο έκτοτε να την απασχολεί υπό τους ίδιους όρους. Η κρίση αυτή, σύμφωνα και με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, δεν θεμελιώνεται απλώς και μόνον στο γεγονός ότι το εναγόμενο ανέλαβε, κατά τον ιδρυτικό του σκοπό, την ίδια δραστηριότητα με εκείνη της προαναφερθείσας δημοτικής επιχείρησης, αλλά στο ότι η σχέση εργασίας που τη συνέδεε την ενάγουσα με αυτό μετά το 2014 αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια της εργασιακής σχέσης της με τη δημοτική επιχείρηση, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθώς ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας τον νόμο αλλά και εκτιμώντας το αποδεικτικό υλικό, κατέληξε στην ίδια κρίση αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας, και πρέπει όλοι οι λόγοι έφεσης, με τους οποίους το εκκαλούν πλήττει την εκκαλουμένη για την κρίση της αυτή, διατεινόμενο ότι πραγματικός εργοδότης της ενάγουσας ήταν ο εκάστοτε φορέας απασχόλησής της (α΄λόγος), ότι οι συμβάσεις αυτές εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες ανάγκες και γι’αυτό έφεραν τα χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου (β΄λόγος), ότι δεν κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες (γ΄λόγος), και ότι η κρίση αυτή της εκκαλουμένης αντιβαίνει στις διατάξεις της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ και των διατάξεων του Συντάγματος (δ΄λόγος), να απορριφθούν ως αβάσιμοι.