Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Π.Δ 517/1991

Τύπος: Προεδρικά Διατάγματα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1892/1990
ΦΕΚ: 202/Α/24.12.1991

Τεχνικές προδιαγραφές, απαραίτητος ιατρικός εξοπλισμός, διάκριση και σύνθεση προσωπικού και συμπλήρωση του υπ' αριθ. 247/91 Π.Δ. "όροι, προυποθέσεις και διαδικασία για την ίδρυση, λειτουργία και μεταβίβαση Ιδιωτικών Κλινικών"


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

2/71045/0022/2002

Καθορισμός αποζημίωσης Επιτροπών Ιδιωτικών κλινικών προβλεπομένων απο το άρθρο 4 του ΠΔ 247/1991


Π.Δ. 247/1991

 Όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία για την ίδρυση, λειτουργία και μεταβίβαση ιδιωτικών Κλινικών


Π.Δ.84/2001

Όροι, προϋποθέσεις, διαδικασία και προδιαγραφές για την Ίδρυση και λειτουργία Ιδιωτικών Φορέων Παροχής Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.).


ΠΔ 188/2009

Κατάργηση υπ’ αριθμ. 180/2009 προεδρικού διατάγματος «Όροι, προϋποθέσεις, διαδικασία και προδιαγραφές για την ίδρυση και λειτουργία Ιδιωτικών Φορέων Παροχής Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.)».


Γ.Π/οικ.72218/2014

Τροποποίηση του παραρτήματος Α και Β του Π.Δ. 84/2001 (ΦΕΚ 70 Α΄ 2001) «΄Οροι, προϋποθέσεις, διαδικασία και προδιαγραφές για την ίδρυση και λειτουργία Ιδιωτικών Φορέων Παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.)».

ΠΔ 180/2009

Όροι, προϋποθέσεις, διαδικασία και προδιαγραφές για την ίδρυση και λειτουργία Ιδιωτικών Φορέων Παροχής Υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.).

(Το π.δ 180/2009 καταργήθηκε με το πδ 188/2009 ΦΕΚ Α 216.)


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/533/2023

«Προμήθεια και εγκατάσταση εξοπλισμού για την υλοποίηση της "έξυπνης" διαδρομής», (...)Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 22 της παρούσας, το Δικαστήριο κρίνει ότι, κατά τα ορθώς κριθέντα από την Επίτροπο, ο όρος του άρθρου 2.2.6. περ. Α της διακήρυξης εισάγει ανεπίτρεπτη διάκριση της αποκτηθείσας εμπειρίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, χωρίς να υφίσταται αποχρών λόγος δημοσίου συμφέροντος που να τη δικαιολογεί. Η διασφάλιση δε της αποφυγής καταστροφής του υπό προμήθεια εξοπλισμού από ενδεχόμενους βανδαλισμούς και καταστροφές, δεν δύναται να δικαιολογήσει τον περιορισμό του ανταγωνισμού, που συνεπάγεται η θέσπιση του ως άνω όρου, καθότι ο εν λόγω σκοπός θα μπορούσε να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά και με λιγότερο περιοριστικό για την ανάπτυξη ανταγωνισμού τρόπο, όπως μέσω του αυστηρού ελέγχου της τήρησης της υποχρέωσης του αναδόχου για τη συντήρηση και παρακολούθηση της ορθής λειτουργίας του εξοπλισμού, κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, καθώς και μέσω της φύλαξης του χώρου του Πάρκου τόσο κατά την εκτέλεση όσο και μετά την οριστική παραλαβή της σύμβασης, ενώ ούτε και το γεγονός ότι ο εν λόγω εξοπλισμός είναι εξωτερικού χώρου δύναται να δικαιολογήσει την ως άνω διάκριση, αφού παρόμοιος εξοπλισμός θα μπορούσε να τοποθετηθεί και σε εξωτερικούς χώρους ιδιωτικών κτιρίων (όπως μουσεία, ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα κ.λπ.).Για τους λόγους αυτούςΔέχεται την προσφυγή ανάκλησης.Ανακαλεί την 14/2023 Πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Υπηρεσία Επιτρόπου 


ΕΣ/ΤΜ.6/979/2019

Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας...ζητείται η ανάκληση της 217/2019 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι κατά τα ορθώς κριθέντα από το Κλιμάκιο, οι όροι 2.2.6 και 2.2.9.2. Β4 και 2.3. της διακήρυξης σύμφωνα με τους οποίους αποτελεί κριτήριο ποιοτικής επιλογής (τεχνικής και επαγγελματικής καταλληλότητας), παράλληλα δε και κριτήριο ανάθεσης, η εκτέλεση εκ μέρους του προσφέροντος οικονομικού φορέα τουλάχιστον μίας σύμβασης ή αθροιστικά πολλών συμβάσεων ποσού ύψους ίσου ή άνω των 1.395.000 € (με Φ.Π.Α.) αποκλειστικά σε δημόσιους φορείς δεν είναι νόμιμοι. Και τούτο διότι το μεν εισάγουν ανεπίτρεπτη διάκριση της αποκτηθείσας εμπειρίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, χωρίς να υφίσταται αποχρών λόγος δημοσίου συμφέροντος που να τη δικαιολογεί, το δε ο σκοπός, για τον οποίο θεσπίστηκαν, μπορεί να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά και με λιγότερο περιοριστικό για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού τρόπο. Ειδικότερα, η διασφάλιση της ικανότητας των υποψηφίων να παράσχουν τις ζητούμενες υπηρεσίες μπορεί να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά με την ύπαρξη λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών και τον αυστηρό έλεγχο της τήρησης αυτών, κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, επιπλέον δε και μέσω της απαίτησης οι υποψήφιοι να έχουν αναλάβει την παροχή ανάλογων υπηρεσιών καθαριότητας και σε ιδιωτικούς φορείς, όπως ιδιωτικά νοσοκομεία και κλινικές, οι οποίοι κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας θέτουν ομοίως με τους δημόσιους φορείς αυστηρές προδιαγραφές ως προς την παροχή των σχετικών υπηρεσιών. Η θέσπιση άλλωστε εκ μέρους των ιδιωτικών νοσοκομείων και κλινικών αυστηρών προδιαγραφών επιβάλλεται και από το γεγονός ότι και αυτά υπάγονται ομοίως, ως υγειονομικές μονάδες, στα ίδια μέτρα και όρους που επιβάλλονται από τη σχετική νομοθεσία για τη διαχείριση των ιατρικών αποβλήτων, στα οποία υπάγονται και τα δημόσια νοσοκομεία (βλ. Κ.Υ.Α. Η.Π.37591/2031/30.9.2003 “Μέτρα και όροι για τη διαχείριση ιατρικών αποβλήτων από υγειονομικές μονάδες”, Β΄ 1419). Συνεπώς, ο ισχυρισμός που προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση ανάκλησης και την υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση, σύμφωνα με τον οποίο οι εν λόγω όροι είναι νόμιμοι, διότι είναι ουσιωδώς διαφορετικές οι ανάγκες, από πλευράς καθαριότητας, ενός δημοσίου νοσοκομείου από ένα ιδιωτικό θεραπευτήριο, καθώς συναρτώνται αφενός με τον ιδιαίτερο μεγάλο αριθμό επισκεψιμότητας του δημόσιου νοσοκομείου και αφετέρου με τη σύνθεση ή την ιδιαιτερότητα των κοινωνικών ομάδων που το επισκέπτονται, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και δεν δύναται να δικαιολογήσει τον περιορισμό του ανταγωνισμού, που η θέσπισή τους συνεπάγεται. (..)Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης 


ΕΣ/ΚΛ.ΣΤ/84/2024

Προμήθεια με τίτλο «Δήμος ...- Ολοκληρωμένες Δράσεις Ηλεκτροκίνησης Υποέργο 1» (...)Ειδικότερα, η αναθέτουσα Αρχή οφείλει να αιτιολογεί, έστω και συνοπτικά, την δοθείσα στους διαγωνιζομένους βαθμολογία στα επί μέρους τεθέντα κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης της διακήρυξης, εξειδικεύοντάς την με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία και κατ’ ιδίαν χαρακτηριστικά των τεχνικών τους προσφορών, και αναδεικνύοντας, συνακόλουθα, τα σημεία συγκριτικής υπεροχής ή υστέρησης εκάστης προσφοράς τόσο σε σχέση με τις αντίστοιχες τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης όσο και σε σχέση με τις προσφορές των άλλων διαγωνιζόμενων οικονομικών φορέων, τα οποία ανταποκρίνονται στα αντίστοιχα ως άνω κριτήρια και έχουν ληφθεί υπ’ όψιν κατά τη βαθμολόγηση. Η απλή αριθμητική παράθεση μόνο βαθμών στα ανωτέρω κριτήρια δεν συνιστά ειδική κρίση ούτε αρκεί για την αιτιολόγηση της αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, καθόσον χωρίς αναλυτική λεκτική αποτύπωση αυτής, έστω και συνοπτικά, δυσχεραίνεται ο κατά τα ανωτέρω έλεγχος του αιτιολογημένου της σχετικής κρίσης. Του νόμου δε μη διακρίνοντος, η ως άνω βαθμολόγηση, συνοδευόμενη με έστω συνοπτική αιτιολόγηση, είναι απαραίτητη τόσο στην περίπτωση υποβολής μιας και μόνο (μοναδικής) παραδεκτής τεχνικής προσφοράς όσο και στην περίπτωση κατά την οποία η οικεία τεχνική προσφορά βαθμολογείται ως προς επί μέρους κριτήριο ή υποκριτήριο με τον ελάχιστο προβλεπόμενο στη διακήρυξη βαθμό (συνήθως 100), που υποδηλώνει ότι αυτή καλύπτει ακριβώς τους/τις αντίστοιχους/ες όρους και τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης. Τούτο δε, διότι και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να καθίσταται επαληθεύσιμο το ότι το κάθε επί μέρους κριτήριο ή υποκριτήριο συγκεντρώνει την ελάχιστη βαθμολογία, καλύπτοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τις αντίστοιχες απαιτήσεις της διακήρυξης, χωρίς να παρουσιάζονται αποκλίσεις από τα σχετικώς προβλεφθέντα σ’ αυτήν. Άλλωστε, η βαθμολόγηση των τεχνικών προσφορών έχει ως σκοπό προεχόντως τη σύγκρισή τους με τις σχετικές απαιτήσεις της οικείας αναθέτουσας Αρχής.(...)Σύμφωνα με το ανωτέρω κριτήριο ποιοτικής επιλογής για αμφότερα τα Τμήματα, μη νομίμως απαιτείται η προαναφερόμενη εμπειρία να προέρχεται αποκλειστικώς από συμβάσεις που έχουν συναφθεί μόνο με δημόσιους φορείς, αποκλείοντας αδικαιολόγητα τη συμμετοχή προσφερόντων που έχουν εκτελέσει αξιόπιστα σχετικές συμβάσεις ανατεθείσες από ιδιωτικούς φορείς.(...)Ομοίως, μη νομίμως απαιτείται η προαναφερόμενη εμπειρία να προέρχεται αποκλειστικώς από συμβάσεις που έχουν συναφθεί μόνο με δημόσιους φορείς, αποκλείοντας αδικαιολόγητα τη συμμετοχή προσφερόντων που έχουν εκτελέσει αξιόπιστα σχετικές συμβάσεις ανατεθείσες από οικονομικούς φορείς προερχόμενους από άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα οποία ενδεχομένως δεν ισχύει ο ίδιος διαχωρισμός μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών φορέων που ισχύει στην Ελλάδα, δοθέντος ότι το ενωσιακό δίκαιο σκοπεί, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση της οικονομικής συνοχής και του ανταγωνισμού και στον συντονισμό, ως προς τη διάκριση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, των διάφορων εθνικών νομικών συστημάτων. Για τους λόγους αυτούς Αποφαίνεται ότι κωλύεται η υπογραφή των δύο (2) σχεδίων συμβάσεων 


ΕΣ/Ζ ΚΛΙΜ/79/2009

Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της έννοιας των ανωτέρω συμβάσεων παραχώρησης είναι το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής. Στην περίπτωση, όμως, που η λειτουργία και εκμετάλλευση του παραχωρηθέντος έργου συνιστά παράλληλα και εκτέλεση υπηρεσίας, δηλαδή, εφόσον η λειτουργία του έργου εξυπηρετεί ή συνδέεται με τη λειτουργία ορισμένης υπηρεσίας, την παροχή της οποίας αναλαμβάνει ο ανάδοχος υποκαθιστώντας την αναθέτουσα αρχή, τότε η σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου αποτελεί ταυτόχρονα και σύμβαση παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου. Στη σύμβαση αυτή, η λειτουργία της παραχωρηθείσας υπηρεσίας συνίσταται στην εκμετάλλευση, χάριν του κοινού, των δημοσίων έργων που κατασκευάστηκαν από τον ανάδοχο, δηλαδή ο ανάδοχος της σύμβασης παραχώρησης αναλαμβάνει να υλοποιήσει με δικά του έξοδα τις επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία της υπηρεσίας και για τη λειτουργία αυτής εντός μιας μακράς χρονικής περιόδου. Η εν λόγω σύμβαση αποτελεί μικτή σύμβαση, δηλαδή ενιαία σύμβαση που εμφανίζει μία σύνθεση στοιχείων που ανήκουν σε περισσότερα είδη συμβάσεων. Σύμφωνα με τη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το προαναφερόμενο π.δ/μα 60/2007, εφόσον τα έργα γίνονται επικουρικώς και δεν αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης δημοσίων έργων. Συναφώς, το Δ.Ε.Κ. έκρινε (βλ. απόφαση της 19.4.1994, C-331/92), ότι εφόσον σε μία μικτή σύμβαση οι τεχνικές εργασίες έχουν παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενό της, τότε το σύνολο του διαγωνισμού αυτού δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σύμβαση δημοσίων έργων. Επομένως, στις περιπτώσεις που η προβλεπόμενη εκτέλεση έργων έχει παρεπόμενο μόνο χαρακτήρα ενώ το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η παραχώρηση υπηρεσιών, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών κι όχι για σύμβαση παραχώρησης έργου. Ως εκ τούτου, πρέπει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να προσδιορίζεται αν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης είναι η κατασκευή ενός έργου ή η παροχή υπηρεσιών ή, αντίθετα, αν η κατασκευή του έργου ή παροχή των υπηρεσιών έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Συνεπώς, στην περίπτωση που η κατασκευή του έργου αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την εκμετάλλευση της παραχωρούμενης υπηρεσίας, τότε πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης υπηρεσίας, επί της οποίας δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ/τος 60/2007. (Βλ. 209/2008 πράξη παρόντος Κλιμακίου, βλ. και Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης στο κοινοτικό δίκαιο, ΕΕ C 121/29.4.2000, Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα "Ενίσχυση του δικαίου παραχωρήσεων και συμβάσεων Δημοσίων και Ιδιωτικών Συμπράξεων", ΕΕ C 14/16.1.2001, σελ. 91 επ., Ε.Α ΣτΕ 119/1999, 791/2002, 543/2003, Ε. Τροβά – Δ. Κούτρας, Η κατασκευή του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου και η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων, Ι. Γκιτσάκης, Η παραχώρηση της δημόσιας υπηρεσίας και δημοσίου έργου, Σ. Παναγόπουλος, Η Σύμβαση παραχώρησης δημοσίου έργου στην κοινοτική και ελληνική έννομη τάξη, σε Κοινοτικό Δίκαιο 25 χρόνια εφαρμογής στην Ελλάδα, σελ. 83 επ.).