×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΟΛ.1046/2015

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2238/1994
Φορολογική μεταχείριση καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών οικ. έτους 2014 από μισθωτούς και συνταξιούχους, καθώς και δικηγόρους που απασχολούνται με έμμισθη εντολή και βρίσκονται σε αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος.(ΑΔΑ:61Θ0Η-ΧΥΒ)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/110/2012

Ειδικοί Συνεργάτες Περιφερειών – Αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν δύναται να χορηγήσει σε Ειδικό Συνεργάτη Περιφερειάρχη εξαίρεση από την αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος. Τυχόν εκδοθείσες σχετικές πράξεις δύνανται να ανακληθούν. (πλειοψ.)


180696/2023

Έναρξη λειτουργίας νέας ηλεκτρονικής/διαδικτυακής υπηρεσίας επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών εργατικών εισφορών περιόδου 2019 – 2020 σε έμμισθους δικηγόρους, μισθωτούς μηχανικούς και υγειονομικούς απασχοληθέντων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα με σχέση ιδιωτικού δικαίου (Ι.Δ.Α.Χ., Ι.Δ.Ο.Χ. με υποχρέωση υποβολής Α.Π.Δ. Κοινών Επιχειρήσεων) και σε πρόσωπα υπαγόμενα στις διατάξεις παρ. 9, του άρθρου 39, του ν.4387/2016.ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ- ΑΔΑ:ΡΞΡΔ46ΜΑΠΣ-82Τ


126826/2020

Επιλογή Ασφαλιστικής Κατηγορίας και απεικόνιση στην ΑΠΔ Δημόσιου Τομέα των ασφαλιστικών εισφορών: 1. Δικηγόρων που απασχολούνται στο Δημόσιο με έμμισθη εντολή για Kλάδους Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας του τ. ΕΤΕΑΕΠ 2. Μηχανικών και Υγειονομικών για Kλάδο Πρόνοιας του τ. ΕΤΕΑΕΠ, κατ΄ εφαρμογή των άρθρων 4 και 5 του Ν.4578/2018 καθώς και των άρθρων 45 και 31 του Ν.4670/2020. ΑΔΑ: 9ΕΤΧ465ΧΠΙ-ΚΑΥ


172656/2025

«Αναπροσαρμογή, από 01.01.2025 :       - ανώτατου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών (πλαφόν)       - ποσών ασφαλιστικών κατηγοριών κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του e - Ε.Φ.Κ.Α. και του Τ.Ε.Κ.Α. εμμίσθων Δικηγόρων και μισθωτών Μηχανικών,        - ποσών ασφαλιστικών κατηγοριών Εφάπαξ Παροχών (πρόνοιας) του e - Ε.Φ.Κ.Α. εμμίσθων Δικηγόρων, μισθωτών Μηχανικών και Υγειονομικών,       - ποσών ασφαλιστικών κατηγοριών για καταβολή Πόρου υπέρ e - Ε.Φ.Κ.Α. κλάδου Επικουρικής για απασχολουμένους συνταξιούχους Δικηγόρους και Μηχανικούς        - ποσών ασφαλιστικών εισφορών για Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (Π.Π.Υ.) _ Τίτλους Κτήσης» ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 3/2025 - ΑΔΑ:Ρ73Τ46ΜΑΠΣ-Θ65


ΣΤΕ ΕΑ/242/2013

Πειθαρχική ποινή προσωρινής παύσης δικηγορικού λειτουργήματος:Επειδή, ο αιτών προβάλλει ότι η εκτέλεση της πράξης του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων θα επιφέρει σε αυτόν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, δεδομένου ότι, όπως ισχυρίζεται, τα έσοδά του από την άσκηση της δικηγορίας αποτελούν τη μοναδική πηγή του εισοδήματός του για την κάλυψη των δαπανών της οικογένειάς του, εφόσον, μάλιστα, η σύζυγός του, όπως περαιτέρω ισχυρίζεται, δεν εργάζεται, περιοριζόμενη στην ανατροφή των δύο ανηλίκων τέκνων τους γεννηθέντων τα έτη 1999 και 2008 αντίστοιχα. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί του αιτούντος πρέπει να απορριφθούν προεχόντως ως αναπόδεικτοι. Ειδικότερα, ο αιτών δεν επικαλείται ούτε προσκομίζει συγκεκριμένα και πρόσφορα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η οικονομική κατάσταση του ίδιου και της οικογένειας του, ώστε να πιθανολογείται η βλάβη που επικαλείται..Επειδή, τα προβαλλόμενα από τον αιτούντα ότι η εκτέλεση της πράξης του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων τον θίγει ηθικώς και τον διασύρει σε επαγγελματικό επίπεδο, πρέπει να απορριφθούν, διότι η τυχόν ηθική βλάβη του θα αποκατασταθεί πλήρως σε περίπτωση που ευδοκιμήσει η αίτηση ακυρώσεως που έχει ασκήσει (Ε.Α. 660, 805/2010, 827/2009, 2/2008 κ.ά.) και συνεπώς δεν συνιστά λόγο ικανό να δικαιολογήσει την αναστολή εκτέλεσης της επίμαχης απόφασης.Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η Επιτροπή Αναστολών κρίνει, λαμβάνοντας υπόψη και ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως δεν είναι προδήλως βάσιμοι, ότι δεν πρέπει να χορηγηθεί η αναστολή εκτελέσεως των προσβαλλομένων πράξεων και, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/248/2013

ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Υπό τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα γενόμενα δεκτά σε προηγούμενη νομική σκέψη (υπό ΙΙ Β), το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, στον βαθμό που υπερβαίνει την αναλογία των 2/3 της εκ του νόμου υποχρεωτικής ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται βάσει του άρθρου 4 του π.δ/τος 125/1993. Και τούτο, διότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, βάσει των άρθρων 21 παρ.11 του ν. 3959/2011 και του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, όπως ισχύει, αναλόγως εφαρμοζομένου στο εν αναστολή τελούν νομικό επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, υποχρεούται σε καταβολή της ως άνω αναλογίας επί της ασφαλιστικής εισφοράς αναστολής, την οποία επιβάλλεται εκ του νόμου να καταβάλλουν οι υπηρετούντες σ’ αυτήν δικηγόροι και όχι σε καταβολή της ίδιας αναλογίας επί των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στην εκάστοτε επιλεγείσα από αυτούς ασφαλιστική κατηγορία, τα όσα δε αντίθετα προβάλλει η υπέρ της καταβολή των εισφορών νομικός με το από 27.7.2012 υπόμνημά της είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Περαιτέρω, η εν λόγω νομικός αλυσιτελώς επικαλείται την 408/25.7.2007 εγκύκλιο του Ταμείου Νομικών, συμφώνως προς την οποία, βάσει του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989, οι απασχολούντες δικηγόρους με σχέση έμμισθης εντολής οφείλουν να καταβάλλουν τα 2/3 της μονομερώς επιλεγμένης από τους τελευταίους ασφαλιστικής κατηγορίας, αφού ο νόμος δεν προβλέπει συναίνεση του Εργοδότη, καθόσον ανεξαρτήτως της μη περιβολής της εν λόγω εγκυκλίου με νομική δεσμευτικότητα (βλ. Ελ. Συν. πρ. Ι Τμ. 202, 50/2011, 153/2009), αυτή αφορά σε κατηγορία εμμίσθων δικηγόρων μη τελούντων σε καθεστώς αναστολής εν αντιθέσει προς τους νομικούς της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η ως άνω δε διάταξη εφαρμόζεται μόνο αναλόγως, κατ’ άρθρο 21 παρ. 11 του ν. 3989/2011 και όχι ευθέως στο επιστημονικό προσωπικό της εν λόγω Ανεξάρτητης Αρχής, για το οποίο έχει κατά νόμο ανασταλεί η άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. Επίσης, η επίκληση αποφάσεως του ιδίου ως άνω Ταμείου ως προς την δυνατότητα του νομικού επιστημονικού προσωπικού των Ανεξαρτήτων Αρχών να επιλέγει αν και τελεί σε αναστολή, ασφαλιστική κατηγορία ανώτερη της εκ του νόμου υποχρεωτικής (βλ. την 179/3.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών), παρίσταται αλυσιτελής, δοθέντος ότι μία τέτοια επιλογή, εμπίπτουσα στο σύστημα της όλως προαιρετικής υπαγωγής σε ανώτερο επίπεδο ασφαλιστικής καλύψεως, ουδόλως συνεπάγεται ελλείψει σχετικής ειδικής προς τούτο ρυθμίσεως την αυτόθροη μετακύλιση στην Αρχή του αντιστοίχου ασφαλιστικού βάρους, ήτοι της αναλογίας των 2/3 όχι επί της εκ του νόμου υποχρεωτικής αλλά επί της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας (βλ. άλλωστε και την 181/17.10.2012 απόφαση της Διοικούσης Επιτροπής του Ταμείου Νομικών περί ευχέρειας και όχι υποχρεώσεως των Ανεξαρτήτων Αρχών να καλύψουν την αναλογία της επιλεγμένης ασφαλιστικής κατηγορίας που όμως θα διερρήγνυε κατά τα εκτεθέντα σε προηγούμενη νομική σκέψη τον αναγκαστικό χαρακτήρα των ισχυουσών για τους δημοσίους φορείς μισθολογικών και ασφαλιστικών διατάξεων). Τέλος, αβασίμως ισχυρίζεται τόσο η Επιτροπή Ανταγωνισμού με το έγγραφο υποβολής του οικείου τίτλου πληρωμής προς θεώρηση όσο και η υπέρ ης οι ασφαλιστικές εισφορές νομικός ότι διά της μη καταβολής της αναλογίας των 2/3 της αντιστοιχούσης στην επιλεγείσα από την τελευταία ασφαλιστική κλάση ετησίας εισφοράς επέρχεται η ασφαλιστική της υποβάθμιση και καθίσταται ασφαλιστικώς μη ενήμερη για το επίμαχο ασφαλιστικό έτος (2011). Και τούτο, διότι κατά τα προεκτεθέντα, η Ανεξάρτητη Αρχή υποχρεούται κατά νόμο σε κάλυψη των 2/3 της εισφοράς αναστολής της εν λόγω δικηγόρου, αφού αυτή συνιστά πλέον την ασφαλιστική υποχρέωση της τελευταίας έναντι του Ταμείου, τυχόν δε διατήρηση εκ μέρους της ανώτερης ασφαλιστικής κατηγορίας ανάγεται στην σχέση της ιδίας με τους οικείους ασφαλιστικούς φορείς και στο σύστημα προαιρετικής μείζονος ασφαλιστικής καλύψεως, χωρίς να επιδρά στο ύψος της υποχρεωτικής συμμετοχής της Αρχής στην τακτική εισφορά αναστολής, όπως αυτή διαμορφώνεται στο νόμο.


ΝΣΚ/63/2024

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ-ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗ: Ερωτάται εάν, προκειμένου να επιστραφούν σε έμμισθους δικηγόρους, μισθωτούς μηχανικούς και υγειονομικούς, καθώς και σε ασφαλισμένους του τ. Ε.Τ.Α.Α., που παρέχουν υπηρεσία με σύμβαση, από την οποία προκύπτει υποχρέωση έκδοσης Δ.Π.Υ. (άρθρο 39 παρ. 9 του ν. 4387/2016), αχρεωστήτως καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές κλάδων επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, που υπερβαίνουν το ποσό των 1.500,00 ευρώ ανά δικαιούχο, απαιτείται να αναζητείται, από τον e-ΕΦΚΑ, Αποδεικτικό Φορολογικής Ενημερότητας (Α.Φ.Ε.) - σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024) και της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της με αρ. πρωτ. 1162/19.10.2023 Απόφασης του Υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη - για να διαπιστωθεί εάν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους προς τη φορολογική διοίκηση. (...) Δεν προβλέπεται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο η προσκόμιση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας των ασφαλισμένων του τ. ΕΤΑΑ και ήδη e-ΕΦΚΑ, ως προϋπόθεση για την επιστροφή σε αυτούς αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών επικουρικού Κλάδου και Προνοίας, και συνεπώς δεν απαιτείται η αναζήτηση, από τον Φορέα, τέτοιου αποδεικτικού, για την πραγματοποίηση των συγκεκριμένων πληρωμών από την αρμόδια υπηρεσία αυτού, ενώ δεν είναι δυνατόν να τίθεται πρόσθετη, πέραν των τασσομένων υπό του νόμου, προϋπόθεση, με εγκυκλίους και Γενικά Έγγραφα που ο Φορέας εκδίδει προς τις υπηρεσίες του ή τους πολίτες προς παροχή οδηγιών ή διευκρινίσεων, καθόσον, η σε τέτοιου είδους έγγραφα διατυπωμένη θέση, δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, δεν παράγει έννομες συνέπειες για τους διοικούμενους (ομόφωνα).


ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α356/2022

Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν σε προηγούμενη σκέψη, από το συνδυασμό των προπαρατεθεισών διατάξεων της ΚΥΑ 33700/2890/1950 και της ΥΑ Φ10221/οικ.26816/929/2011, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν και με την υπ’ αριθ. 27/2012 Εγκύκλιο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, προκύπτει πράγματι, ότι εργαζόμενοι καθαριότητας που απασχολούνται για έξι (6) ώρες ημερησίως επί πέντε (5) ημέρες την εβδομάδα, ήτοι τουλάχιστον τριάντα (30) ώρες εβδομαδιαίως, όπως στην κρινόμενη περίπτωση, νοούνται ως εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης και εξομοιώνονται μισθολογικά και κοινωνικοασφαλιστικά με αυτούς, δικαιούμενοι το πλήρες ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη επί του οποίου υπολογίζονται και οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές, ενώ επίσης, εργαζόμενοι και εργαζόμενες καθαριότητας απασχολούμενοι για έξι (6) ώρες ημερησίως επί πέντε (5) ημέρες την εβδομάδα (πλην των εξαιρέσεων που προβλέπονται στις προπαρατεθείσες διατάξεις βάσει του χώρου απασχόλησης) υπάγονται στο καθεστώς των βαρειών και ανθυγιεινών εργασιών, πλην όμως, η κατά τα ανωτέρω εξομοίωση αποσκοπεί στην εξασφάλιση ότι οι μερικώς απασχολούμενοι κατά τα 3/4 του πλήρους ωραρίου εργαζόμενοι καθαριότητας θα λαμβάνουν, σε κάθε περίπτωση, το διά των εκάστοτε ΕΓΣΣΕ προβλεπόμενο ελάχιστο ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη πλήρους απασχόλησης (ΕφΠειρ 770/2018, σκ. 3), καθόσον η μείωση των ωρών εργασίας κατά το 1/4 για οποιοδήποτε λόγο (πχ ατομική σύμβαση εργασίας) δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από την υποχρέωση καταβολής αυτού. Εξασφαλίζεται δηλαδή, ότι οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων καθαριότητας που απασχολούνται με ωράριο εργασίας έξι (6) ωρών ημερησίως και τουλάχιστον πέντε (5) ημερών εβδομαδιαίως, ήτοι, κατά πλάσμα δικαίου, με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, θα πρέπει να υπολογίζονται επί τη βάσει του ελάχιστου νομοθετημένου ημερομισθίου εργατοτεχνίτη, το οποίο δικαιούνται αυτοί να λαμβάνουν, και όχι επί τυχόν μειωμένων καταβαλλόμενων αποδοχών, διότι η καταβολή αυτή δεν είναι νόμιμη στο μέτρο που οι τελευταίες υπολείπονται των κατά τα άνω νόμιμων αποδοχών. Επομένως, η ανωτέρω εξομοίωση δεν καταλαμβάνει και το ποσοστό των εργοδοτικών εισφορών(παρ. 15) που πρέπει να επιβληθεί, αλλά μόνο το ύψος των αποδοχών επί των οποίων πρέπει να επιβληθεί. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα, εργοδότης που καταβάλλει μειωμένο ποσό αποδοχών που αντιστοιχεί στην πραγματική απασχόληση καθαριστών παρότι οι εργαζόμενοι της εν λόγω κατηγορίας θεωρούνται κατά πλάσμα δικαίου ως πλήρους απασχόλησης, θα επωφελείτο και από το μειωμένο ποσοστό εργοδοτικής εισφοράς που αντιστοιχεί στους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, σε σχέση με το προβλεπόμενο για τους απασχολούμενους με μερική απασχόληση. Εν προκειμένω, όπως άλλωστε προκύπτει από το περιεχόμενο της οικονομικής προσφοράς της παρεμβαίνουσας, αλλά δέχθηκε και η ΑΕΠΠ, αυτή, παρότι επικαλείται τις προπαρατεθείσες διατάξεις, στη συνέχεια, υπολογίζει τις απολαβές των εργαζόμενων με εξάωρη απασχόληση μειωμένες έναντι των απολαβών των εργαζόμενων με πλήρη απασχόληση, ενώ περαιτέρω, τις υπάγει όσον αφορά το αντίστοιχο ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών, σε συνολικό ποσοστό 24,69% που βαρύνει συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Ενόψει όμως, των όσων εκτέθηκαν ανωτέρω, το ποσοστό των οφειλόμενων εισφορών για τους εργαζόμενους με ωράριο εργασίας έξι (6) ωρών ημερησίως και τουλάχιστον πέντε (5) ημερών εβδομαδιαίως, θα έπρεπε να ανέρχεται σε 25,17% και όχι σε 24,69% που δηλώθηκε, με αποτέλεσμα η προσφορά της εν λόγω εταιρείας να μην είναι νόμιμη ως προς το σκέλος αυτό, όπως βασίμως προβάλλει η αιτούσα με το σχετικό λόγο της αιτήσεως ακυρώσεως. Η αντίθετη δε κρίση της ΑΕΠΠ, παρίσταται εσφαλμένη και για τούτο ακυρωτέα.