Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΠΟΛ 1077/2010

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3301/2004, 2238/1994

Υπολογισμός της πραγματικής αξίας των μεταβιβαζομένων μετοχών μη εισηγμένων στο Χ.Α., όταν εφαρμόζονται τα Δ.Λ.Π.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1060/2019

Φορολογία μεταβιβάσεως μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο. Υπολογισμός της πραγματικής αξίας πώλησης των μετοχών και του αναλογούντος φόρου κατά την διάταξη του άρθρου 3 παρ. 4 του ν. 2753/1999, η οποία δεν αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος. Εφόσον η ανωτέρω διάταξη είναι αυτοτελής και μπορεί να τύχει αυτοδυνάμου εφαρμογής, η ρύθμιση της παρ. 11 του αυτού άρθρου δεν επηρεάζει το κύρος της. Ως «πραγματική αξία πώλησης» μετοχών μη 9 εισηγμένων στο Χρηματιστήριο δεν νοείται η αναγραφόμενη στο σχετικό συμφωνητικό πωλήσεως. Εσφαλμένη αντίθετη κρίση της προσβαλλόμενης απόφασης. Δεκτές η αναίρεση και η έφεση του Δημοσίου, απορρίπτεται η προσφυγή (αναιρεί την αριθμ. 1436/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών)


1002355/2016

Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ.1195/1942 εφαρμόζονται σε απαιτήσεις από παραγραφέντα μερίσματα τόσο των εισηγμένων (διαπαραγματεύσιμων) μετοχών όσο και των μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο μετοχών


1030366/10307/Β0012/2003 ΠΟΛ.1053/2003

Προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας κατά τη μεταβίβαση με επαχθή αιτία ολόκληρης επιχείρησης, εταιρικών μεριδίων ή μερίδων, ποσοστών συμμετοχής, καθώς και μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.


ΣΛΟΤ/1721/2016

Προσδιορισμός αξίας μετοχών εταιριών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο σε περίπτωση μεταβίβασης αυτών αιτία θανάτου, δωρεάς, ή γονικής παροχής


1031583/253/Α' 0013/2003

ΠΟΛ 1055/2003.«Προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας ολόκληρης επιχείρησης μερίδων ή μεριδίων και μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών που μεταβιβάζονται αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής».

ΠΟΛ 1056/2011

Πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε  αλλοδαπά χρηματιστήρια που διενεργούνται από την 1η Απριλίου 2011 και μετά.

1106181/704/Α΄0013/2003

ΠΟΛ 1127/2003.ΘΕΜΑ: Συμπλήρωση-τροποποίηση της 1031583/253/ΠΟΛ.1055/Α΄0013/01-04-2003 απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ.477Β΄/21-04-2003) «Προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας ολόκληρης επιχείρησης, μερίδων ή μεριδίων και μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών που μεταβιβάζονται αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής».

ΝΣΚ/319/2014

Δικαίωμα του Δημοσίου επί παραγεγραμμένων απαιτήσεων τρίτων από μερίσματα μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο μετοχών.Το Δημόσιο, βάσει του άρθρου 1 του ΝΔ 1195/1942, μετά την πάροδο της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής ή τυχόν βραχύτερης συμβατικής αποσβεστικής προθεσμίας, καθίσταται δικαιούχο της παραγεγραμμένης αξίωσης οποιουδήποτε μετόχου για καταβολή του οφειλόμενου μερίσματος εκ μέρους ανώνυμης εταιρείας, έστω και αν η αξίωση αυτή προέρχεται από μετοχές μη εισηγμένες στο Χρηματιστήριο. (ομοφ.)


ΣΤΕ 2786/2007

Μεταφορά μαθητών:.Επειδή, ενόψει του ότι, όπως προεκτέθηκε σε προηγούμενη σκέψη, είναι νόμιμος ο όρος της διακήρυξης, κατά τον οποίο για την εκτέλεση της ένδικης υπηρεσίας απαιτείται στόλος ογδόντα λεωφορείων, και, λαμβανομένου υπόψη ότι ο αιτών, όπως ισχυρίζεται, διαθέτει ένα λεωφορείο, αλυσιτελώς προβάλλεται ότι με δεδομένο τον κατά τα ανωτέρω απαιτούμενο αριθμό λεωφορείων, η αναθέτουσα αρχή δεν εφάρμοσε ορθά το μαθηματικό τύπο που προβλέπεται στο άρθρο 9 της ΚΥΑ ΙΒ/6071/26.8.1998, και ότι, ως εκ τούτου, προϋπολόγισε δαπάνη μεγαλύτερη της πραγματικής αξίας της υπηρεσίας. Ομοίως, τέλος, αλυσιτελής καθίσταται και ο λόγος ότι η διαφορά των 1.219.857,03 Ευρώ μεταξύ της πραγματικής αξίας της υπηρεσίας (η οποία, κατά τον αιτούντα, ανέρχεται στο ποσό των 1.904.039,50 Ευρώ) και της προϋπολογισθείσας δαπάνης (2.176.037,38 Ευρώ) συνιστά έμμεση κρατική ενίσχυση προς την υπέρ ης η ανάθεση εταιρία, η οποία αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 87 επ. του ενοποιημένου κειμένου της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (πρώην άρθρα 92 επόμ. της Συνθήκης). Τούτο δε, ανεξαρτήτως του ότι ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος και διότι οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου δεν είναι, κατ’ αρχήν, δεκτικές άμεσης εφαρμογής από το Δικαστήριο, αλλά εφαρμόζονται με πρωτοβουλία και ευθύνη της Επιτροπής, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 (πρώην 93) της Συνθήκης ...Επειδή, επομένως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕλΣυν/Τμ7/226/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις και ενόψει των προπαρατιθέμενων άρθρων 2 παρ.3 και 14 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ θεμελιώνοντας δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους, επιπροσθέτως δε εγγυώνται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, καθώς και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάστηκε από αυτό, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δικαστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητά της, συνάγεται ότι η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως το τρίτο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004, σύμφωνα με την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και η διαταγή πληρωμής, αποβαίνει ανίσχυρη ως αντικειμένη προς τις αρχές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που οι ως άνω εκτεθείσες διατάξεις κατοχυρώνουν (Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010, Α.Π. 2347/2009, βλ. και Ολομ. Α.Π. 21/2001). Επομένως, υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται και στις διαταγές πληρωμής, οι οποίες ναι μεν εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφενός επιλύουν διαφορές, αφετέρου ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής όσο και ως προς την απαίτηση. Ενόψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της δαπάνης στηρίζεται σε διαταγή πληρωμής δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο των διατάξεων 623 επ. του Κ.Πολ.Δικ., το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος, διότι δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της διαταγής πληρωμής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η οποία αποτελεί γι’ αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με το οποίο αποδεικνύεται η οικεία απαίτηση (πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010).