Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣτΕ/1148/2009

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 60/2007, 118/2007

Κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, σε περίπτωση που προδιαγραφές ιατροτεχνολογικών προϊόντων έχουν καταστεί αντικείμενο εναρμόνισης σε κοινοτικό επίπεδο, όπως μέσω μονογραφιών της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας, οι οποίες θεσπίζουν κοινούς τεχνικούς κανόνες, μεταξύ άλλων, για τα χειρουργικά ράμματα, οι τεχνικές προδιαγραφές που θέτουν οι αναθέτουσες αρχές στις διακηρύξεις διαγωνισμών για τη σύναψη σύμβασης δημόσιας προμήθειας, πρέπει να συνάδουν προς τα οριζόμενα με τις εν λόγω πράξεις εναρμόνισης. Εξάλλου, οι αναθέτουσες αρχές επιτρεπτώς μεν θέτουν τεχνικές προδιαγραφές για τα υπό προμήθεια ιατροτεχνολογικά προϊόντα με αναφορά σε επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που αφορούν στην προστασία της υγείας και της ασφάλειας και μπορούν να βαίνουν και πέραν των «βασικών απαιτήσεων» της Οδηγίας 93/42/ΕΟΚ (και των αντίστοιχων προτύπων) ή των σχετικών κοινών τεχνικών κανόνων, όμως, οι προδιαγραφές που τίθενται με τον τρόπο αυτό πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, όπως επιβάλλεται από τις γενικές αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας που διέπουν τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων. Πράγματι, σύμφωνα με τις αρχές αυτές, τα κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών πρέπει να διατυπώνονται έτσι ώστε, αφενός, να επιτρέπεται στους ενδιαφερόμενους οι οποίοι είναι καλώς πληροφορημένοι και επιμελείς να τα κατανοούν πλήρως και να τα ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και, αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση περί της εφαρμογής τους από τη Διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο ως προς όλους τους προσφέροντες (Ε.Α. 603/2009, πρβ. ειδικά για διαγωνισμούς με κριτήριο ανάθεσης τη συμφερότερη προσφορά, όπως ο επίδικος Σ.τ.Ε. 2183/2004 7μ., Ε.Α. 113/2008).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ4/61/1999

Eπιτακτικά επείγουσα ανάγκη, που προκύπτει από γεγονότα απρόβλεπτα για τις ενδιαφερόμενες αναθέτουσες αρχές, δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν οι προθεσμίες που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, αλλά μόνο στο βαθμό που αυτό είναι απολύτως αναγκαίο. Ως απρόβλεπτα δε γεγονότα νοούνται αιφνίδια πραγματικά περιστατικά, που αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, και να ληφθούν υπόψη κατά τον προγραμματισμό των αναγκών της αναθέτουσας αρχής.


ΔΕΚ/C-226/2009

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων – Σύναψη συμβάσεως παροχής υπηρεσιών διερμηνείας και μεταφράσεως – Υπηρεσίες εμπίπτουσες στο παράρτημα II B της εν λόγω οδηγίας – Υπηρεσίες μη υποκείμενες σε όλες τις επιταγές της οδηγίας – Στάθμιση των κριτηρίων αναθέσεως μετά την υποβολή των προσφορών – Tροποποίηση της σταθμίσεως των κριτηρίων αναθέσεως κατόπιν της πρώτης εξετάσεως των προσφορών – Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της υποχρεώσεως διαφάνειας» 1. Οι αναθέτουσες αρχές που συνάπτουν συμβάσεις οι οποίες εμπίπτουν στο παράρτημα II B της οδηγίας 2004/18 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, ακόμη και αν δεν υπόκεινται στους κανόνες της οδηγίας περί των υποχρεώσεων εισόδου σε ανταγωνισμό με προηγούμενη δημοσιότητα, εξακολουθούν να υπόκεινται στους θεμελιώδεις κανόνες του δικαίου της Ένωσης και ιδίως στις αρχές που θέτει η Συνθήκη ΛΕΕ όσον αφορά το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Το καθεστώς που καθιερώνει ο νομοθέτης της Ένωσης για τις αγορές που συνδέονται με τις προβλεπόμενες στο εν λόγω παράρτημα II B υπηρεσίες δεν μπορεί, συνεπώς, να ερμηνευθεί ως εμπόδιο στην εφαρμογή των απορρεουσών από τα άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 56 ΣΛΕΕ αρχών και, ως εκ τούτου, των υποχρεώσεων που σκοπούν στην εξασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών και της ίσης μεταχειρίσεως των διαγωνιζομένων, στην περίπτωση κατά την οποία οι αγορές αυτές παρουσιάζουν κάποιο διασυνοριακό ενδιαφέρον. (βλ. σκέψεις 29, 31) (...)3. Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων συνεπάγονται για τις αναθέτουσες αρχές την υποχρέωση να ακολουθούν την ίδια ερμηνεία των κριτηρίων αναθέσεως καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Όσον αφορά καθαυτά τα κριτήρια αναθέσεως, δεν πρέπει κατά μείζονα λόγο να τροποποιούνται κατά οποιονδήποτε τρόπο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως. Κατά συνέπεια, κράτος μέλος που τροποποιεί τη στάθμιση των κριτηρίων αναθέσεως του αντικειμένου συμβάσεως παροχής υπηρεσιών διερμηνείας και μεταφράσεως εμπίπτουσας στο παράρτημα II B της οδηγίας 2004/18 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, κατόπιν μιας πρώτης εξετάσεως των υποβληθεισών προσφορών, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και την παρεπόμενη υποχρέωση διαφάνειας. (βλ. σκέψεις 59-60, 66)


ΔΕΚ/C-107/1992

Περίληψη Το άρθρο 9, περίπτωση δ', της οδηγίας 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, επιτρέπει, σε εξαιρετικές περιστάσεις, παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες και ιδίως αυτούς που αφορούν τη δημοσιότητα. Οι παρεκκλίσεις αυτές, ωστόσο, δεν μπορούν να ισχύσουν όταν οι αναθέτουσες αρχές διαθέτουν επαρκή χρόνο για την τήρηση της ταχείας διαδικασίας διαγωνισμού, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 15 της οδηγίας.


ΕλΣυν/Κλ.7/115/2016

Προμήθειες.(...)Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων (ΠΔ 60/2007)  συνάγεται, μεταξύ  άλλων, ότι η σύναψη από τις αναθέτουσες αρχές συμβάσεων ανάθεσης προμηθειών καταλαμβάνεται από τις ρυθμίσεις της Οδηγίας 2004/18, όπως  αυτή ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το π.δ. 60/2007, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτών υπερβαίνει το ποσό των  200.000,00 ευρώ  (μη  συμπεριλαμβανομένου  του  Φ.Π.Α.).  Προκειμένου  δε  να  διαπιστωθεί  το ποσό στο οποίο ανέρχεται η δαπάνη συγκεκριμένης προμήθειας αγαθών και, κατ’ επέκταση, η δυνατότητα αναθέσεώς της απευθείας, με πρόχειρο ή ανοιχτό διαγωνισμό λαμβάνεται υπόψη η συνολική δαπάνη που απαιτείται για να καλυφθούν οι ανάγκες του οικείου φορέα σε αγαθά που, κατά  τα  διδάγματα  της κοινής πείρας και τις συναλλακτικές αντιλήψεις, θεωρούνται όμοια ή ομοειδή ή που ως εκ της φύσεώς τους, του αντικειμένου τους ή της λειτουργικότητάς τους εντάσσονται σε όμοιες ή παρεμφερείς κατηγορίες αγαθών. Δεν είναι νόμιμος, επομένως, ο επιμερισμός της κατά τα ανωτέρω συνολικής ποσότητας όμοιων ή ομοειδών αγαθών σε περισσότερες μικρότερες ποσότητες ή  μερικότερες  όμοιες  ή  ομοειδείς  κατηγορίες  και  στη  συνέχεια  η απευθείας ανάθεση ή διενέργεια πρόχειρου διαγωνισμού, με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής  ποσότητας,  γιατί  με τον τρόπο αυτό επιχειρείται, κατά περιγραφή των οικείων διατάξεων, η αποφυγή τηρήσεως της οριζόμενης από αυτές διαδικασίας της διενέργειας ενιαίου τακτικού δημοσίου διαγωνισμού προμήθειας για τα ενιαία είδη αυτής (βλ. 12, 25 και 246/2009, 173/2010 και 391/2010, 62/2012). Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση όπου μια προμήθεια χωρίζεται σε τμήματα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του π.δ. 60/2007, για τα τμήματα τα οποία έχουν εκτιμώμενη αξία μικρότερη των ογδόντα χιλιάδων ευρώ (80.000,00 ευρώ) και υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό αυτών δεν υπερβαίνει το 20% της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.


ΣΤΕ/150/2011

Μετακινήσεις ερευνητών...Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην 7η σκέψη, η ημερομηνία υπογραφής της υπεύθυνης δήλωσης πρέπει, κατ’ αρχήν, να συμπίπτει με την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς. Αν όμως από τα στοιχεία του φακέλου μπορεί να συναχθεί ότι από προφανή παραδρομή οι υπεύθυνες δηλώσεις διαγωνιζομένου φέρουν ημερομηνία μεταγενέστερη της ημερομηνίας υποβολής της προσφοράς του σε διαγωνισμό, περίπτωση που ανακύπτει ιδίως όταν η ημερομηνία που φέρουν οι υπεύθυνες δηλώσεις διαγωνιζομένου είναι όχι απλώς μεταγενέστερη της ημερομηνίας υποβολής της προσφοράς του αλλά μεταγενέστερη και της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής των προσφορών για το συγκεκριμένο διαγωνισμό και μάλιστα όταν αυτή συμπίπτει με την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, η πλημμέλεια αυτή των υπεύθυνων δηλώσεων δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό του από τον διαγωνισμό (Πρβλ. και Σ.τ.Ε. 2017/2010). Τούτο, διότι στην περίπτωση αυτή μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι ο διαγωνιζόμενος, που, άλλωστε, δεν παραβιάζει κατ’ ουσίαν τον σχετικό όρο της διακηρύξεως, υπέπεσε στην παραδρομή συγχέοντας την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς του με την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών ή με την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού. Με τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων θα έπρεπε να γίνει δεκτή και να διαταχθούν ως κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα η αναστολή της εκτέλεσης του 205/2.11.2010 πρακτικού του Ειδικού Επταμελούς Οργάνου της Επιτροπής Ερευνών του καθ’ου Πανεπιστημίου, η αξιολόγηση της τεχνικής προσφοράς της αιτούσας και η περαιτέρω συνέχιση του διαγωνισμού με τη συμμετοχή της. Ενόψει όμως αντίθετης νομολογίας επί του θέματος αυτού (Ε.Α. 43/2010), η Επιτροπή κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην Επιτροπή υπό πενταμελή σύνθεση κατ’ άρθρο 10 του ν. 3900/2010 (Α΄213).


ΕλΣυν.Τμ.6/1606/2016

Προμήθεια μηχανολογικού εξοπλισμού καθαριότητας, δύο απορριμματοφόρων οχημάτων και ενός σαρώθρου οδοκαθαρισμού μέσω χρηματοδοτικής μίσθωσης..:ζητείται η ανάκληση της 58/2016 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι ο επίμαχος όρος είναι αντίθετος με την Οδηγία 2007/46/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) με την οποία θεσπίστηκε εναρμονισμένο πλαίσιο για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά. Το σύστημα έγκρισης τύπου γενικά βασίζεται στις αρχές της έγκρισης από τρίτους (διαπιστευμένο ανεξάρτητο φορέα από κάθε χώρα της ΕΕ) και της αμοιβαίας αναγνώρισης (σύμφωνα με την οποία οι χώρες της ΕΕ αναγνωρίζουν τα πιστοποιητικά έγκρισης τύπου που εκδίδονται από αρχές άλλων χωρών αυτής). Αβασίμως, δε, προβάλλεται με τις αιτήσεις ανάκλησης ότι, εν προκειμένω, δεν απαιτείται έγκριση ΕΚ τύπου, αλλά «μεμονωμένη έγκριση», καθόσον, σύμφωνα με την ως άνω οδηγία και το άρθρο 2 της 29949/1841/2009 Κοινής Υπουργικής Απόφασης στο πεδίο εφαρμογής της υπάγεται και η μεμονωμένη έγκριση των οχημάτων. Επομένως στους διαγωνιζόμενους έπρεπε να παρέχεται η δυνατότητα να προσκομίσουν την ως άνω έγκριση και όχι «μεμονωμένη έγκριση» ελληνικού τύπου, όπως αβασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. Οι ως άνω πλημμέλειες κρίνονται ουσιώδεις, λαμβανομένου υπόψη ότι στον ελεγχόμενο διαγωνισμό συμμετείχε μόνο ένας οικονομικός φορέας και συνεπώς εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι η ένταξη των ως άνω μη νόμιμων όρων στη σχετική διακήρυξη λειτούργησε αποτρεπτικά στη συμμετοχή περισσότερων υποψηφίων στο διαγωνισμό, με συνέπεια τον περιορισμό του ανταγωνισμού(...)το Τμήμα κρίνει ότι, ενόψει των ως άνω ουσιωδών νομικών πλημμελειών, οι συνεκδικαζόμενες αιτήσεις ανάκλησης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «....» και του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «…» πρέπει απορριφθούν και η προσβαλλόμενη 58/2016 πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου δεν πρέπει να ανακληθεί

ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΜΕ.ΣΥΝΘ./1977/2016


ΕλΣυν.Τμ.6/1249/2011

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:Επομένως ορθά έκρινε το Κλιμάκιο με τη προσβαλλόμενη πράξη και ο σχετικός  λόγος ανάκλησης ότι δεν προκύπτει κατά το νόμο υποχρέωση για σύνταξη πρακτικού πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη ως νόμω αβάσιμος. Περαιτέρω πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και ο συναγόμενος από το περιεχόμενο της αίτησης ανάκλησης ισχυρισμός περί συνδρομής λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, καθόσον το δημόσιο συμφέρον  εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης εκτέλεσης υπηρεσιών και όχι, όπως στη προκειμένη περίπτωση, με τις πολλαπλές παραβιάσεις αυτής. Τέλος και ο ισχυρισμός, ότι τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής ενήργησαν λόγω συγγνωστής πλάνης κατά τον κριθέντα ως μη νόμιμο τρόπο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και αυτό διότι η πλάνη το μεν  ως λόγος νομιμοποίησης πράξεων της  διαδικασίας που προηγείται της υπογραφής μιας δημόσιας σύμβασης, δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, το δε ενόψει της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου στα ζητήματα αυτά και του γεγονότος  ότι οι σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας είναι σαφείς, δεν είναι συγγνωστή.


ΣτΕ ΕΑ 112/2011

Στε. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.-Διακήρυξη-Ανάθεση. (...) Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών και η ανάθεση της σύμβασης, έστω και αν δεν διενεργούνται ταυτόχρονα , είναι διαδικασίες αυτοτελείς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων διενεργείται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοοικονομικής και τεχνικής ικανότητας, αντιθέτως, κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης είναι , είτε η χαμηλότερη τιμή, είτε η πλέον συμφέρουσα προσφορά από οικονομικής απόψεως . Συνεπώς, τα κριτήρια τα οποία δεν σκοπούν στον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς , δεν συνιστούν κριτήρια ανάθεσης, αλλά αφορούν κυρίως την εκτίμηση της καταλληλότητας των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό , να εκτελέσουν την οικεία σύμβαση . .. Επίσης, οι όροι της διακήρυξης , πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, ώστε , αφενός μεν, να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να κατανοούν αυτούς πλήρως και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση, περί της εφαρμογής αυτών από την διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο προς όλους τους προσφέροντες. Με την ένδικη αίτηση προβάλλεται, ότι, ενώ η προσβαλλόμενη διακήρυξη επιτρέπει την προσφορά για κάθε είδος χωριστά και προβλέπει την δυνατότητα υποβολής εγγύησης για συγκεκριμένο ποσοστό της αναλογικά προυπολογισθείσας δαπάνης για την ποσότητα του κάθε προσφερόμενου είδους ,εντούτοις δεν περιέχει αναλογικό προυπολογισμό των επιμέρους ειδών , ώστε να είναι τελικά εφικτός ο υπολογισμός της .... Η επιτροπή αναστολών ΣΕ δέχεται εν μέρει την αίτηση..


ΔΕΚ/C-385/2002

Οι διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/37, περί συντoνισμoύ των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημoσίων έργων, οι οποίες επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της δυνατότητας ασκήσεως των αναγνωριζόμενων από τη Συνθήκη δικαιωμάτων στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικώς, ενώ το βάρος αποδείξεως του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την παρέκκλιση φέρει αυτός που επικαλείται τις εν λόγω διατάξεις. Από το γράμμα του άρθρου 7, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, της εν λόγω οδηγίας, κατά το οποίο οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις έργων προσφεύγοντας στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς να προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, «για τα έργα η εκτέλεση των οποίων, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, είναι δυνατόν να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο εργολήπτη», προκύπτει ότι ένα κράτος μέλος οφείλει να αποδεικνύει ότι τεχνικοί λόγοι καθιστούν αναγκαία τη σύναψη των επίμαχων συμβάσεων με τον εργολήπτη της αρχικής συμβάσεως.


90130/2024

Εγκύκλιος-Οδηγία προς τις αναθέτουσες αρχές σχετικά με τον τρόπο υποβολής- υπογραφής προσφορών και λοιπών ιδιωτικών εγγράφων, σε ηλεκτρονικές διαδικασίες ανάθεσης σύμβασης, που διενεργούνται στο Υποσύστημα ΕΣΗΔΗΣ. ΑΔΑ:9ΠΛΨ46ΝΛΣΞ-3ΓΝ