Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Β1/324588/2023

Τύπος: Εγκύκλιοι

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: Β1/οικ 347707/2021, 3887/2010, 4850/2021

N. 3887/2010 - Ν. 4850/2021 – Υπενθύμιση εγκυκλίου για τη λήξη μεταβατικής περιόδου λειτουργίας των μεταφορικών επιχειρήσεων με μορφή ΙΜΕ ΑΔΑ:ΨΡΡΕ465ΧΘΞ-5ΗΤ

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Β1/οικ 347707/2021

N. 3887/2010 - Ν. 4850/2021 - Παράταση μεταβατικής περιόδου λειτουργίας των μεταφορικών επιχειρήσεων με μορφή ΙΜΕ - Μεταβιβάσεις ΦΔΧ μετά την 27η Ιανουαρίου 2022 ΑΔΑ: Ψ9ΓΙ465ΧΘΞ-ΟΦ7


Β1/47833/4534/2010

Ίδρυση, οργάνωση, συγχώνευση, μετατροπή και λειτουργία των μεταφορικών εταιρειών, αποτίμηση του εισφερόμενου κεφαλαίου από την εκτιμητική επιτροπή του άρθρου 7 του ν. 3887/2010, έκδοση Αδειών Οδικών Μεταφορών


Β1/ 53534/5213/2010

ΘΕΜΑ: Ίδρυση και λειτουργία μεταφορικών εταιριών σύμφωνα με το ν.3887/2010 (ΦΕΚ Α΄174/ ΑΔΑ 4ΙΚ81-Ο) «Οδικές εμπορευματικές μεταφορές»    ΣΧΕΤ. : α) Η B1/ 47832/4533/11-10-2010 εγκύκλιος (ΑΔΑ 4ΙΚ81-6) β) Η Β1/47883/4534/2010 (ΦΕΚ1644/Β/14-10-2010 / ΑΔΑ 4ΙΞΨ1-Ξ) υ.α.


ΝΣΚ/320/2016

Συμβάσεις μεταξύ Δημοσίου και ΟΑΣΘ (φύση, διάρκεια) – Παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας – Νομοθετική κύρωση σύμβασης παραχώρησης – Ελεγκτικό Συνέδριο και προσυμβατικός έλεγχος.(..)Οι από 11-1-2008 και από 8-4-2010 συμβάσεις μεταξύ του Δημοσίου και του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης ήταν, μέχρι την κύρωσή τους με τους νόμους ν. 3652/2008 και 3897/2010, αντιστοίχως, άκυρες, μετά δε την κύρωση αυτή παράγουν τα έννομα αποτελέσματά τους μέχρι τη λήξη τους. Οι ίδιες συμβάσεις δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρ. 3 περ. δ' του άρθρου 8 και των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 4 του Κανονισμού 1370/2007 και συνεπώς δεν τίθεται θέμα ακυρότητάς τους, η διάρκειά τους όμως λήγει στις 3-12-2019 με τη λήξη της μεταβατικής περιόδου του Κανονισμού αυτού (ομόφ.).


ΕΣ/ΤΜ.7/4/2016

ΑΠΟΔΟΧΕΣ...ζητείται η ανάκληση της 318/2015 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου στο VII Τμήμα...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας Πράξεως, το Τμήμα κρίνει ότι: A) Η υπαγωγή του προσωπικού των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης στο μισθολόγιο του δημόσιου τομέα από 1.1.2013, με την επανάληψη της διάταξης του άρθρου 31 του Ν. 4024/2011 στο άρθρο 12 του Ν. 4093/2012, βρίσκει έρεισμα στα κριτήρια που θεσπίζονται για την υπαγωγή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ευρύτερων κατηγοριών στις ρυθμίσεις αυτού (μισθολογίου). Οι ως άνω Επιχειρήσεις πληρούν τα κριτήρια αυτά, καθόσον επιδιώκουν δημόσιο σκοπό (διανομή ύδατος, συντήρηση και επέκταση δικτύου ύδρευσης), παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, τα μέλη τους διορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο και τελούν υπό την εποπτεία του Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η δε ένταξή τους, με διατάξεις τυπικών νόμων, στο ενιαίο μισθολόγιο δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 23 παρ.1, 5 παρ.1 και 22 παρ.2 και 4 του ισχύοντος Συντάγματος διότι, αιτιολογείται από σκοπό υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, αυτόν της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και του εξορθολογισμού των οικονομικών απολαβών των μισθωτών (ώστε να μην παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των αποδοχών που χορηγούνται στο δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα και αυτών που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις που, καίτοι οργανώνονται με τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, τελούν σε άμεση συνάρτηση προς την κεντρική εξουσία ή τους πρωτοβάθμιους φορείς αυτοδιοίκησης), με στόχο την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να εξέλθει στο μέλλον η χώρα από την οξεία δημοσιονομική κρίση. Κατά συνέπεια, ο καθορισμός των αποδοχών των μισθωτών χωρίς τη μεσολάβηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα (έως τη λήξη, το έτος 2016, του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής) είναι δικαιολογημένος ανεξαρτήτως : α) της νομικής μορφής της επιχείρησης, του ότι δεν συγκαταλέγεται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης (καθόσον τούτο δεν αποτελεί κριτήριο) και του ότι οι πόροι της προέρχονται από ίδια έσοδα (η τιμολογιακή πολιτική κάθε επιχείρησης ωστόσο εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου), καθόσον, στην τελευταία περίπτωση, το οικονομικό βάρος της λειτουργίας της, εξαιτίας της ζωτικής σημασίας των υπηρεσιών που προσφέρει, μετακυλύεται στο κοινωνικό σύνολο, β) του ότι ενδεχομένως, μετά το πέρας της ως άνω χρονικής περιόδου, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις θα εκκινήσουν από το όριο των αποδοχών που επάγεται το νέο μισθολόγιο, με συνέπεια τη δυσμενέστερη μισθολογική μεταχείριση των εργαζομένων σε σχέση με όσα ίσχυαν πριν από την 1.1.2013, καθόσον τούτο, πέραν του ότι επιβάλλεται από την ανάγκη εξορθολογισμού των απολαβών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (στο μέτρο που μέρος του τελευταίου οργανώνεται από έναν Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για τους πολίτες, τις οποίες αυτοί δεν μπορούν να αρνηθούν), εξαρτάται πλήρως από τη μελλοντική δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση της χώρας, γ) του ότι ως προς τις εργασιακές συνθήκες, οι ως άνω επιχειρήσεις δεν εξομοιώνονται με τυπική δημόσια υπηρεσία, διότι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στη λειτουργία της επιχείρησης (εργασία πέραν του συνήθους ωραρίου, αντιμετώπιση έκτακτων βλαβών, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας) δύνανται να αντιμετωπισθούν στο πλαίσιο του ενιαίου μισθολογίου, όπως συμβαίνει σε άλλα νομικά πρόσωπα που χωρίς να αποτελούν, ομοίως, τυπική δημόσια υπηρεσία, οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (π.χ. νοσοκομεία) και υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο, Β) Η νομική μορφή των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου κοινωφελούς χαρακτήρα και η χρηματοδοτική τους αυτάρκεια, δεν αίρουν τη στενή σύνδεση αυτών με τον οικείο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με απόφαση του οποίου ιδρύονται, διορίζονται τα μέλη της διοίκησής τους και καθορίζεται η τιμολογιακή τους πολιτική, ούτε την άσκηση εποπτείας επ’ αυτών από τον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ούτε το γεγονός ότι παρέχουν ζωτικής σημασίας υπηρεσίες, εξυπηρετώντας δημόσιο σκοπό (οι οποίες σε περίπτωση, που δεν είχαν συστηθεί ως ίδια νομικά πρόσωπα, θα παρέχονταν απευθείας από τον οικείο Ο.Τ.Α.), παράγοντες, οι οποίοι τις καθιστούν υπόχρεες στην εφαρμογή των ρυθμίσεων του νέου μισθολογίου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει λόγος για αυτοτέλεια αυτών, αλλά για οικονομική αυτάρκεια, ο νομοθετικός περιορισμός της οποίας, για την επίτευξη υπέρτερου δημόσιου σκοπού (οικονομική ανάκαμψη της χώρας) είναι, ως ανωτέρω εξετέθη, θεμιτός...

Κατόπιν αυτών, απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης.