×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΕΠΠ/1357/2019

Τύπος: Προδικαστικές Προσφυγές

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Η προσφεύγουσα εταιρεία αιτούνταν την ακύρωση της υπ' αριθμ. 64/26.06.2019 Απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο του δημόσιου ανοικτού ηλεκτρονικού Διαγωνισμού με τίτλο «Συντήρηση Αγροτικής Οδοποιίας Δ.Ε. ... στο Δήμο ... για τα έτη 2017-2018 (Α' ΦΑΣΗ)». Το αντικείμενο της σύμβασης αφορά τη συντήρηση αγροτικής οδοποιίας με προϋπολογισμό 155.322,58 ευρώ χωρίς Φ.Π.Α. 24% και κριτήριο κατακύρωσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει τιμής. Ο αιτών ισχυρίζεται ότι η κατακύρωση στην επιχείρηση «... ... Ε.Δ.Ε» ήταν αντικανονική καθώς το υποβληθέν Τ.Ε.Υ.Δ. περιείχε ψευδή ή/και ανακριβή στοιχεία σχετικά με τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και έπρεπε να είχε αποκλειστεί.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΛ.Ε/558/2020

Συντήρηση - βελτίωση εθνικής οδού...Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η παράλειψη από τον προσωρινό μειοδότη να συμπληρώσει κατά την αρχική υποβολή του Τ.Ε.Υ.Δ. το συγκεκριμένο πεδίο αυτού (Μέρος ΙΙΙ, Ενότητα Γ, Πεδίο 3) ως προς το εάν συντρέχει στο πρόσωπό του ο λόγος αποκλεισμού περί διάπραξης σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, όπως απαιτούσε το άρθρο 22.Α.4 περίπτωση θ΄ της διακήρυξης του διαγωνισμού, επιφέρει τον αποκλεισμό του από τη συνέχεια του διαγωνισμού (βλ. άρθρο 91 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4412/2016), δοθέντος ότι αυτή δεν συνιστά ασάφεια, επουσιώδη πλημμέλεια ή πρόδηλο τυπικό σφάλμα της προσφοράς του, που επιδέχεται διόρθωση ή συμπλήρωση, κατά την έννοια του άρθρου 102 του ν. 4412/2016, αφού προϋπέθετε, κατά παράβαση της παρ. 2 εδ. β΄ του ως άνω άρθρου, την αντικατάσταση του υποβληθέντος από αυτόν Τ.Ε.Υ.Δ. όσον αφορά στο επίμαχο πεδίο, με τη δήλωση το πρώτον της εταιρείας αυτής ότι δεν συντρέχει ο συγκεκριμένος λόγος αποκλεισμού. Ούτε, εξάλλου, τίθεται ζήτημα ασάφειας των σχετικών όρων της διακήρυξης (άρθρα 22.Α.4. και 23.1 εδ. α΄), ως προς τον τρόπο συμπλήρωσης του αντίστοιχου πεδίου του Τ.Ε.Υ.Δ.. Η εν λόγω ουσιώδης έλλειψη καθιστά το υποβληθέν Τ.Ε.Υ.Δ. εξαρχής ελλιπές ως δικαιολογητικό, χωρίς να επιτρέπεται η αντικατάστασή του ή η συμπλήρωσή του ως προς το επίμαχο πεδίο με μεταγενέστερη δήλωση, η οποία συνιστά επιγενόμενη του χρόνου υποβολής της προσφοράς μεταβολή του περιεχομένου της, με τη συμπλήρωση στοιχείων που ουδόλως αναφέρονταν αρχικώς και που απαιτούνταν επί ποινή αποκλεισμού, ώστε αυτή να καταστεί επιγενομένως παραδεκτή. Ως εκ τούτου, μη νομίμως κλήθηκε η ανωτέρω εργολήπτρια να συμπληρώσει τη σχετική έλλειψη ενώ η προσφορά της έπρεπε να αποκλειστεί ως απαράδεκτη, καθόσον δεν απέδειξε, κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής των δικαιολογητικών συμμετοχής, την απαιτούμενη επί ποινή αποκλεισμού από τη διακήρυξη αξιοπιστία και φερεγγυότητά της.


ΕΣ/ΚΛ.Ε/470/2019

Συντήρηση δημοτικών οδών...Με δεδομένα τα ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις τροποποίησης της αρχικής – κύριας σύμβασης του έργου «Συντήρηση δημοτικών οδών Δ.Κ. ..., Τ.Κ. ... και Τ.Κ. ... Δ.Ε. ... Δήμου ...» και ανάθεσης των συμπληρωματικών εργασιών. Τούτο, διότι οι ανωτέρω εργασίες δεν προέκυψαν από περιστάσεις τις οποίες τα αρμόδια όργανα του Δήμου δεν μπορούσαν να προβλέψουν με επιμελή δράση. Ειδικότερα: Α) Ως προς το βοτσαλωτό δάπεδο της προαναφερόμενης πλατείας, επικαλούνται τη γνώμη που εκφράστηκε από το αρμόδιο όργανο (Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής), στο πλαίσιο του έργου διαμόρφωσης της πλατείας. Τη διαφοροποίηση του αρμόδιου Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής από το περιεχόμενο της μελέτης του έργου μπορούσε να έχει προβλέψει η αναθέτουσα αρχή ως ενδεχόμενο, κατά συνέπεια τα αρμόδια όργανα όφειλαν να προβούν εγκαίρως στις ενέργειες που θα επέτρεπαν να ληφθεί υπόψη τέτοια γνώμη, από την οποία, άλλωστε, δεσμεύονταν, κατά την κατάστρωση της αρχικής μελέτης του κυρίως εν προκειμένω έργου. Β) Ως προς τις εργασίες αποχέτευσης ομβρίων, με την εκτέλεση των οποίων σκοπείται να αποφευχθεί η εισροή υδάτων στα οικήματα της προαναφερόμενης οδού, δεν γίνεται επίκληση κανενός απρόβλεπτου παράγοντα. Αντίθετα, η εκτέλεσή τους συνδέεται με την ανάγκη να ανταποκριθεί οψίμως και με βραδύτητα η αναθέτουσα αρχή στις συχνές οχλήσεις, έγγραφες και προφορικές, των θιγόμενων σε περίπτωση βροχόπτωσης παρόδιων ιδιοκτητών οικημάτων. Περίπτωση διατύπωσης των οχλήσεων σε χρόνο μεταγενέστερο της σύνταξης της αρχικής μελέτης, αποδιδόμενη σε απρόοπτη μεταβολή των βροχοπτώσεων, ως φυσικού φαινομένου, σε βαθμό που το υφιστάμενο δίκτυο δεν επαρκούσε για την απορροή των υδάτων, δεν προκύπτει. Με στοιχειώδη προνοητικότητα, επιμελώς ενεργώντας τα όργανα της αναθέτουσας αρχής και αυτεπαγγέλτως, πολλώ μάλλον που οχλούσαν οι παρόδιοι ιδιοκτήτες, όφειλαν, κατά τη σύνταξη της αρχικής μελέτης οδοποιίας του κυρίως έργου να αξιολογήσουν την κατάσταση του δικτύου απορροής ομβρίων, ώστε σε περίπτωση ανεπάρκειας να μεριμνήσουν για τη διασφάλιση της πλήρους και επαρκούς λειτουργικότητάς του, συμπεριλαμβάνοντας τις σχετικές εργασίες είτε στη μελέτη του κυρίως εν προκειμένω έργου, είτε στο πλαίσιο διαχωρισμένου έργου, για την προστασία των προσώπων και της περιουσίας τους και της δημόσιας υποδομής. Γ) Ως προς τις εργασίες φρεζαρίσματος σε βάθος 8 εκ., αυτές γενικά είναι συνυφασμένες με τα έργα οδοποιίας, άλλωστε, συμπεριλήφθηκαν σε μικρότερο βάθος (4 εκ.) και στην αρχική μελέτη, δεν προκύπτει ότι εκτείνονται σε σπάνιο βάθος, και δεν γίνεται επίκληση κανενός παράγοντα που τις επέβαλε κατά τρόπο απρόβλεπτο. Τέλος, οι εργασίες ασφαλτόστρωσης δρόμων που δεν περιλαμβάνονταν στο αρχικό έργο, όμως προέκυψε ανάγκη να αποκατασταθούν μετά από την εκτέλεση έργων ύδρευσης και αποχέτευσης σε αυτούς, δεν παρουσιάζουν οποιαδήποτε συνάφεια με το φυσικό αντικείμενο του αρχικού - κυρίως έργου, συνιστούν επέκτασή του, ούτε είναι αναγκαίες, και μάλιστα απόλυτα, για την τελειοποίησή του, και, προφανώς, ανάγονται στην εκτέλεση διαφορετικού έργου. Εξάλλου, από το σύνολο των προαναφερόμενων, που αναφέρονται σε αποσπασματικό αντικείμενο επιμέρους εργασιών, συνάγεται ότι δεν συντρέχει ούτε η περίπτωση ανάθεσης συμπληρωματικού έργου, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 132 παρ. 1 περ. β.


ΕΣ/ΚΛΙΜ.Ε/179/2018

Νομιμότητα σχεδίου σύμβασης έργου. (..) «Συντήρηση οδικού δικτύου έτους 2016-2017 της Δημοτικής Ενότητας ... Δήμου ...»Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως έλαβε χώρα ο αποκλεισμός των εταιρειών «….» και «….» από τη συνέχεια της διαγωνιστικής διαδικασίας, με την εσφαλμένη αιτιολογία ότι αυτές δεν είχαν προσκομίσει πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου τους περί εξουσιοδότησης εκπροσώπου για την υποβολή προσφοράς στον ελεγχόμενο διαγωνισμό, δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 23.8 της οικείας διακήρυξης – κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία της οποίας η αναθέτουσα αρχή προέβη στον ως άνω αποκλεισμό – προβλέπει ρητώς ότι η προσκόμιση του επίμαχου πρακτικού εκπροσώπησης ζητείται κατά το μεταγενέστερο στάδιο ελέγχου της νομιμοποίησης του προσωρινού αναδόχου, στο πλαίσιο ελέγχου των δικαιολογητικών κατακύρωσης αυτού. Ούτε από την ως άνω διακήρυξη ούτε από άλλη διάταξη ιδρύεται υποχρέωση του διαγωνιζόμενου να προσκομίσει το εν λόγω αποδεικτικό νομιμοποίησης (πρακτικό εκπροσώπησης) κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς του, αντιθέτως δε, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 24 της οικείας διακήρυξης, κατά την υποβολή της προσφοράς κατατίθεται φάκελος του διαγωνιζόμενου, που περιλαμβάνει μόνον τον υποφάκελο με τα αποκλειστικώς ζητούμενα δικαιολογητικά συμμετοχής, δηλαδή το Τ.Ε.Υ.Δ. και την εγγύηση συμμετοχής, και τον υποφάκελο με το έντυπο οικονομικής προσφοράς(..)Περαιτέρω δε, η κατά τα ανωτέρω μη νόμιμη απόρριψη της προσφοράς της εταιρείας «….» είχε ως συνέπεια τον αποκλεισμό αυτής από το επόμενο στάδιο του διαγωνισμού, το οποίο αφορούσε στην αιτιολόγηση των προσφορών που φαίνονταν ως ασυνήθιστα χαμηλές, επειδή υπερέβαιναν το μέσο όρο (55,00%) των προσφερθέντων ποσοστών έκπτωσης. Κατά το στάδιο δε αυτό, στο οποίο ορθώς καταρχήν προχώρησε η αναθέτουσα αρχή κάνοντας  χρήση της σχετικής δυνατότητας που παρέχει ο νόμος (άρθρο 88 του ν. 4412/2016) και η διακήρυξη του διαγωνισμού (βλ. υποσημείωση xv στο άρθρο 4.1.ζ της διακήρυξης), ορίζοντας ως αφετηρία για την αιτιολόγηση των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών το ως άνω αντικειμενικό κριτήριο του μέσου όρου των προσφερθέντων ποσοστών έκπτωσης, θα έπρεπε να είχε προσκληθεί να συμμετάσχει – εάν δεν είχε παρανόμως αποκλειστεί προηγουμένως, κατά τα ανωτέρω – και η εταιρεία «….», ως εκ του προσφερθέντος από αυτήν ποσοστού έκπτωσης (61,52%) βάσει του οποίου είχε καταταχθεί στην 3η θέση του αρχικού πίνακα μειοδοσίας, ήτοι σε ευνοϊκότερη θέση από τον τελικό ανάδοχο, πλην όμως, λόγω του παράνομου αποκλεισμού της, δεν της δόθηκε η δυνατότητα να αιτιολογήσει την προσφορά της, γεγονός που επηρέασε το αποτέλεσμα του ελεγχόμενου διαγωνισμού. Λόγω των παραπάνω πλημμελειών η ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία καθίσταται μη σύννομη, με συνέπεια να κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης.


ΕΣ/Β΄ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/98/2025

Η παρούσα υπόθεση, αντικείμενο αρχικώς της διασκέψεως της 21ης.9.2022 επαναφέρεται προς διάσκεψη μετά την δημοσίευση, στις 5.10.2023, της 1334/2023 αποφάσεως της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με την απόφαση αυτή εισήχθη το πρώτον στην νομολογία του Δικαστηρίου και στο πεδίο της διαδικασίας ανακτήσεως μη ορθώς διατεθέντων κεφαλαίων συγχρηματοδοτουμένων από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους δράσεων, η αρχή της προστατευομένης εμπιστοσύνης του τελικού αποδέκτη συγχρηματοδοτούμενης ενισχύσεως. Ειδικότερα και στην σκέψη 50 της ως άνω αποφάσεως αναφέρεται ότι η εν λόγω αρχή «(…) αφορά στην προστασία της εύλογης και δικαιολογημένης, ενόψει των συνθηκών, πεποίθησης του λήπτη της ενωσιακής συνδρομής, ως μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου δραστηριότητας, ότι η δημιουργηθείσα από δημόσια εξουσία νομική κατάσταση, ως απόρροια πράξης του αρμοδίου οργάνου, θα συνεχιστεί. Για τη συνδρομή της αρχής αυτής απαιτείται να έχουν δοθεί από τη διοίκηση στον δικαιούχο της ενίσχυσης συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές, τέτοιες που να μπορούν να δημιουργήσουν σ’ αυτόν θεμιτή προσδοκία ότι η δημιουργηθείσα νομική κατάσταση θα συνεχιστεί (ΔΕΕ, 5.3.2019, C-349/17, σκέψεις 96-106, ΕλΣυν Ολ. 232/2019, σκέψη 18). Περαιτέρω, οι διαβεβαιώσεις αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες προς τους ισχύοντες κανόνες δικαίου ή έστω να μην βρίσκονται σε προφανή αντίθεση με αυτούς (ΕλΣυν Ολ. 1377/2021, σκέψη 39). Εξ άλλου, η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιτάσσει τη σαφήνεια και ακρίβεια της κανονιστικής ρύθμισης βάσει της οποίας χορηγείται η ενωσιακή συνδρομή στον δικαιούχο, ώστε ο τελευταίος να έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει σαφώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, καθώς και τις επιβαλλόμενες σ’ αυτόν κυρώσεις σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεών του. Εφόσον υφίσταται τέτοια σαφής και ακριβής ρύθμιση για την οποία έχει καταστεί ενήμερος, δεν νοείται επίκληση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προκειμένου να αποκλειστεί η αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθείσας ενωσιακής συνδρομής (ΕλΣυν Ολ. 1791/2018, 7413, 3384/2015, 1523/2017).».(...)Το Δικαστήριο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως, δια του οποίου επαναφέρεται κατ’ αναίρεση ο εκτεθείς στη σκέψη 16 λόγος εφέσεως, είναι βάσιμος. Τούτο διότι για το προκείμενο πρόγραμμα οικονομικής κεφαλαιουχικής ενισχύσεως έγιναν δεκτά ως νόμιμα, κριθέντα αρμοδίως δύο φορές τα δικαιολογητικά που υπέβαλε η αναιρεσείουσα, μεταξύ αυτών και το επίμαχο Β.1.3, σύμφωνα με τους όρους της σχετικής προκηρύξεως, εκδοθείσης στις 24.8.2009 (ημερομηνία δημοσιεύσεως στο ΦΕΚ), η οποία και μόνον συνιστούσε το κανονιστικό πλαίσιο του επιμάχου προγράμματος που εδέσμευε τους επενδυτές. Η "διευκρινιστική" Οδηγία-εσωτερικό έγγραφο της Διοίκησης, εκδοθείσα στις 3.2.2010, η οποία το πρώτον απαίτησε πρόσθετο δικαιολογητικό - το αναφερόμενο στη σκέψη 14 της παρούσης, απευθυνόταν στα ελέγχοντα όργανα και δεν προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη ούτε ότι περιελήφθη στην προκήρυξη, ούτε ότι, πολλώ μάλλον, ήταν εκ των προτέρων γνωστή στους ενδιαφερομένους, όπως εσφαλμένως δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη, αναφέροντας ως νόμιμη αιτία της δημοσιονομικής διορθώσεως την «παράβαση όρων και προϋποθέσεων της οικείας προκήρυξης αναφορικά με την αξιολόγηση του υποκριτηρίου Β.1.3». Επιπλέον η αναιρεσιβαλλομένη δεν διαπίστωσε ούτε περιέχει κρίση ότι η αναιρεσείουσα υπέβαλε δικαιολογητικά ανακριβή ή ψευδή, ώστε να εγερθεί ζήτημα κακής πίστεως αυτής