×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΠ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/31/2007

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 496/1974

Η διετής παραγραφή που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ 496/75, έχει θεσπισθεί από λόγους γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, δε δημιουργεί άνιση δυσμενή μεταχείριση των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ σε σχέση με τους υπαλλήλους των ιδιωτικών επιχειρήσεων και επομένως δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας του συντάγματος. Ούτε αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ αφού αυτή δεν απαγορεύει τη θέσπιση διαφορετικού χρόνου παραγραφής κατά κατηγορία αξιώσεων και δικαιούχων, ούτε είναι αντίθετη στις διατάξεις του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΑρΠ/1/2011

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ αξιώσεων υπαλλήλων ν.πδ.δ. Η διάταξη του άρθ. 48 § 3 ν.δ. 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, ούτε στο άρθ. 6 § 1 ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αντίθετη μειοψηφία.


ΣτΕ/802/2006

Ο νόμιμος τόκος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του δημοσίου, κατά τη διάταξη του άρθρου 21 του κώδικα νόμων περί δικών του δημοσίου, που ορίζεται σε 6% ετησίως, αντίκειται στο σύνταγμα και την ΕΣΔΑ. Παραπέμπει στην  Ολομέλεια.

ΑΕΔ/9/2009

Η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν.Δ/τος 496/1974(Διετής παραγραφή) δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς και ότι η έννοια των διατάξεων των άρθρων 49 και 51 περ. β του αυτού ως άνω Ν.Δ/τος είναι, ότι αίτηση, υποβληθείσα στο αρμόδιο ν.π.δ.δ. πριν από την έναρξη του χρόνου παραγραφής αναστέλλει την έναρξη της παραγραφής αυτής επί ένα εξάμηνο, κατά τα εις το αιτιολογικό.


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/184/2020

Διαδοχικές συμβάσεις ανάθεσης έργου - καταβολή αποδοχών...Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε έστω και με ελλιπή αιτιολογία η οποία αντικαθίσταται από την παρούσα δεν έσφαλε και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς τους, ότι ο εναρκτήριος χρόνος της διετούς παραγραφής είναι το τέλος του χρόνου που οι αξιώσεις τους κατέστησαν απαιτητές και όχι ο χρόνος της γέννησή τους, ότι η διετής παραγραφή αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ και ότι λόγο της δόλιας συμπεριφοράς του εναγόμενου παρεμποδίστηκαν να ασκήσουν νωρίτερα την αγωγή, είναι αβάσιμος. Κατόπιν τούτου ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες – ενάγοντες παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν όσα ισχυρίστηκαν στον πρώτο λόγο της έφεσης και ο τρίτος λόγος της έφεσης με τον οποίο παραπονούνται για ελλιπή αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ως προς το θέμα της παραγραφής των αξιώσεών τους, είναι ομοίως αβάσιμοι.Κατόπιν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της. 


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/20/2019

Καταβολή αποδοχών - νόμιμος τόκος υπερημερίας...:Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλούμενης απόφασης, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της, αναγνωρίζεται ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στους ενάγοντες, των οποίων έγινε δεκτή η  αγωγή, τα αναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της. Ωστόσο, κατά την ως άνω διάταξη του ν. 496/1974, που είναι ανάλογη  προς το άρθρο 21 του δευτέρου κεφαλαίου του κώδικα νόμων περί  δικών του Δημοσίου (β.δ. της 26-6/10.7.1944), ορίζεται ότι ο νόμιμος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του νομικού προσώπου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με σύμβαση ή ειδικό νόμο και αρχίζει από την επίδοση της αγωγής. Τούτο επιβάλλεται από λόγους γενικότερου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, στην περιουσία και την οικονομική κατάσταση των οποίων  συμβάλλει το σύνολο των πολιτών, με την καταβολή φόρων, συμφέρον το οποίο, πρωτίστως, εξυπηρετεί και η διάταξη του άρθρου 7 §2 του ν.δ. 496/1974 “περί λογιστικού των ΝΠΔΔ”. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία, επί υπερημερίας, αναγνωρίζεται στα ΝΠΔΔ το δικαίωμα να καταβάλλουν, με την ιδιότητα του οφειλέτη, ποσοστό τόκου 6% ετησίως, ήτοι μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση υπέρ των ΝΠΔΔ, που δε βρίσκεται σε αντίθεση ούτε  προς τις διατάξεις των άρθρων 20 §1 του Συντάγματος και 6 §1 της    Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 4.11.1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με  το ν.δ. 53/1974 και έχει την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 §1  του Συντάγματος, ούτε προς αυτές του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την περιουσία παντός προσώπου (Α.Π. 992/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί η πιο πάνω ουσιαστική διάταξη και επιδίκασε τα χρηματικά ποσά, που δέχθηκε ως οφειλόμενα, με το νόμιμο τόκο, αορίστως, ήτοι με το συνήθη τόκο υπερημερίας και όχι προς 6%, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο λόγος αυτός της έφεσης. Κατόπιν τούτων, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι το εκκαλούν – εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει σε καθένα από τους εφεσίβλητους – ενάγοντες τα χρηματικά ποσά, που τους επιδικάστηκαν με  την εκκαλουμένη, με τόκο 6% από την επίδοση της αγωγής.


ΜΠρΗρ/3878/2005

Απορρίπτεται ο λόγος αναστολής εκτέλεσης του αιτούντος Δήμου, βασιζόμενος στο άρ. 20 Ν. 3301/2004 - περί εκτελεστών τίτλων - τον οποίο νόμο κρίνει ότι αντίκειται στο άρ. 20 παρ. 1 Συντάγματος σε συνδυασμό με το άρ. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ. Δέχεται το β` λόγο αναστολής περί υποχρέωσης του Δήμου για καταβολή τόκων με ποσοστό 6% κατ` αρ. 7 παρ. 2 ΝΔ 496/74 και όχι με το επιτόκιο που ισχύει για τις μεταξύ ιδιωτών σχέσεις.


ΣτΕ/1663/2009/ΟΛΟΜ

H διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, με την οποία θεσπίζεται, για τις οφειλές του Δημοσίου, επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.


ΑΕΔ/25/2012

Η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου που προβλέπει προνομιακό ποσοστό τόκου υπερημερίας για τις οφειλές του Δημοσίου έναντι των ιδιωτών αντιδίκων του, δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5, 17, 20 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς εισάγει επιτρεπτή υπέρ του Δημοσίου προνομιακή μεταχείριση 

ΣΤΕ/2908/2019

Φορολογία. Επί αχρεώστητης καταβολής φόρων, τόκοι οφείλονται από την άσκηση της προσφυγής, με την οποία υποβάλλεται το σχετικό αίτημα. Το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 1473/1984, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2120/1993, καθ’ ό μέρος ορίζει διαφορετικό χρόνο έναρξης της τοκοφορίας, αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 17 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Επιτρέπεται να υποβληθεί το πρώτον κατ’ έφεση αίτημα περί επιδικάσεως τόκων, γεννηθέντων μετά την τελευταία 13 συζήτηση στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την έφεση και όχι με το υπόμνημα. Το ίδιο ισχύει και για τη συζήτηση της έφεσης ενώπιον του μετ’ αναίρεση επιλαμβανόμενου δικαστηρίου. Νομίμως το διοικητικό εφετείο απέρριψε το περί τόκων αίτημα της αναιρεσείουσας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 2148/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών). Όμοια με την αρ. 2909/2019 ΣτΕ. 


ΑΕΔ/9/2009

Η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν.Δ/τος 496/1974 περί διετούς παραγραφής των μισθολογικών κ.λ.π. αξιώσεων υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος - Η έννοια των διατάξεων των άρθρων 49 και 51 περ. β του αυτού ως άνω Ν.Δ/τος είναι, ότι αίτηση, υποβληθείσα στο αρμόδιο Ν.Π.Δ.Δ. πριν από την έναρξη του χρόνου παραγραφής αναστέλλει την έναρξη της παραγραφής αυτής επί ένα εξάμηνο.