Δ9Β/Φ.166/οικ8411/ΓΔΦΠ2373/117/2005
Τύπος: Αποφάσεις
Όροι και διαδικασία εκμίσθωσης του δικαιώματος του Δημοσίου για έρευνα και διαχείριση του γεωθερμικού δυναμικού και της εν γένει διαχείρισης των γεωθερμικών πεδίων της Χώρας.(καταργήθηκε με την αριθμ.Δ9Δ/Β/Φ.166/οικ.18513/ΓΔΦΠ/3512/2009, ΦΕΚ 1819 Β/2-9-2009)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Δ9Δ/Β/Φ166/οικ18513/ΓΔΦΠ 3512/2009
Όροι και διαδικασία εκμίσθωσης του δικαιώματος του Δημοσίου για έρευνα και διαχείριση του γεωθερμικού δυναμικού και της εν γένει διαχείρισης των γεωθερμικών πεδίων της Χώρας.
Δ9Β/Φ166/12647/ΓΔΦΠ3557/193/2005
Χαρακτηρισμός και υπαγωγή σε κατηγορίες των Γεωθερμικών Πεδίων της Χώρας.
Ν.3175/2003
Αξιοποίηση του γεωθερμικού δυναμικού, τηλεθέρμανση και άλλες διατάξεις.
ΥΠΕΝ/ΔΑΠ/137972/1210/2022
Όροι και διαδικασία εκμίσθωσης των δικαιωμάτων έρευνας, διαχείρισης και εκμετάλλευσης γεωθερμικού δυναμικού στα πεδία τοπικού ενδιαφέροντος και τις περιοχές γεωθερμικού ενδιαφέροντος της Χώρας.
ΥΠΕΝ/ΔΑΠ/25257/126/2022
Όροι και διαδικασία εκμίσθωσης των δικαιωμάτων έρευνας, διαχείρισης και εκμετάλλευσης γεωθερμικού δυναμικού στα πεδία εθνικού ενδιαφέροντος και τις μη χαρακτηρισμένες περιοχές της Χώρας.
Ν.4602/2019
Έρευνα, εκμετάλλευση και διαχείριση του γεωθερμικού δυναμικού της Χώρας, σύσταση Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών, ιδιοκτησιακός διαχωρισμός δικτύων διανομής φυσικού αερίου και άλλες διατάξεις.
Δ7Β/13803/4213/2004
Θεσμοθέτηση χρηματικού αντισταθμίσματος (παραβόλου) για την χορήγηση οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης ή δικαιώματος που προβλέπονται από την Μεταλλευτική και Λατομική Νομοθεσία. (Τροποποιήθηκε με τις Δ7/19488/2011 -ΦΕΚ: 1986/Β/2011 και ΚΥΑ 1264/2012 -ΦΕΚ: 230/Β/2012)
Καταργήθηκε με την Αριθμ. ΥΠΕΝ/ΔΑΠ/71099/67/2018, ΦΕΚ-5018/Β/12.11.2018
ΕλΣυν/Τμ.1/177/2012
Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων των άρθρων 269 παρ. 8 Κ.Δ.Κ., 25 παρ. 2 του ν. 3613/2007 και 17 παρ. 2 του ν. 3812/2009 συνάγεται ότι σε περίπτωση μετατροπής αμιγούς δημοτικής επιχείρησης σε δημοτική ανώνυμη εταιρεία είναι δυνατή η μεταφορά του προσωπικού της, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στις ίδιες διατάξεις διαδικασία και με βάση τις υφιστάμενες ανάγκες, σε υπηρεσίες του οικείου Δήμου. Στο κατά τα ανωτέρω μεταφερόμενο προσωπικό εφαρμόζονται, ως προς τους όρους και το ύψος της αμοιβής της εργασίας του, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που ισχύουν εκάστοτε για το προσωπικό των Ο.Τ.Α., λαμβανομένης υπόψη της προϋπηρεσίας που είχε αυτό στη δημοτική επιχείρηση από την οποία προέρχεται. Ο συνυπολογισμός, όμως, της προϋπηρεσίας του μεταφερόμενου προσωπικού, σύμφωνα με τη ρητή διατύπωση του νόμου, αφορά μόνο στην μισθολογική, και όχι στην εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση και βαθμολογική εξέλιξή του, για την οποία ισχύουν οι ειδικές διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (πρβλ. Πράξεις Ελ. Συν. Ι Τμ. 145/2011, 12/2009). Περαιτέρω, σύμφωνα με την πάγια νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων (βλ. Α.Π. 166/1994, 1362/1990, 880/1982, Εφ. Αθ. 5423/2003), η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας δεν έχει μισθολογικό χαρακτήρα. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει δεκτό και για την αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 204 του ν. 3584/2007, αφού ούτε από το γράμμα των σχετικών διατάξεων ή την αιτιολογική έκθεση του νόμου, ούτε από το σκοπό του νόμου, που είναι η διευκόλυνση της ανανέωσης του προσωπικού των Δήμων (πρβλ. απόφ. Α.Π. 723/1996), προκύπτει ότι η εν λόγω αποζημίωση έχει το χαρακτήρα μισθού. Κατά συνέπεια, η προϋπηρεσία του μεταφερόμενου προσωπικού στη δημοτική επιχείρηση από την οποία προέρχεται δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό της αποζημίωσης του άρθρου 204 παρ. 3 του ν. 3584/2007, καθόσον η αποζημίωση αυτή δεν συναρτάται με την μισθολογική κατάσταση και εξέλιξη του μεταφερόμενου προσωπικού.
ΕλΣυν/Τμ.7/122/2011
Αγορά ακινήτου.Από τις διατάξεις αυτές(3463/2006,270/1981) προκύπτει ότι για την αγορά ιδιωτικών ακινήτων εκ μέρους των Δήμων και των Κοινοτήτων διενεργείται κατά κανόνα δημοπρασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα και εκείνες του π.δ/τος 270/1981, ώστε να καθίσταται δυνατή η διασφάλιση των συμφερόντων αυτών με την επιλογή του καταλληλότερου και συμφερότερου από οικονομική άποψη ακινήτου. Ότι κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, η απευθείας (χωρίς διαγωνισμό) αγορά ακινήτου από Δήμο ή Κοινότητα, μετά από προηγούμενη έκδοση ειδικά αιτιολογημένης όμοιας απόφασης που προσδιορίζει τους λόγους, για τους οποίους το ακίνητο είναι το μόνο κατάλληλο για την εκπλήρωση του δημοτικού ή κοινοτικού σκοπού για τον οποίο προορίζεται. Ότι η απόφαση αυτή, προκειμένου περί αγοράς ακινήτου, όπου ως προϋπόθεση για την κατάρτιση της σύμβασης μεταβίβασης της κυριότητας, απαιτείται η εκτίμηση της αγοραίας αξίας του από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών, λαμβάνεται με την πλειοψηφία του συνόλου των μελών του και με την πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) αυτών σε κάθε άλλη περίπτωση. Ότι σε περίπτωση αγοράς ακινήτου, είτε με δημοπρασία, είτε απευθείας, δεν αποκλείεται η προηγούμενη έρευνα της τοπικής αγοράς προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη κατάλληλων και πρόσφορων ακινήτων, χωρίς να απαιτείται προς τούτο η τήρηση ορισμένης διαδικασίας, σε περίπτωση δε που κρίνονται κατάλληλα περισσότερα του ενός από αυτά, δεν αποκλείεται, περαιτέρω, κατά τη διαδικασία της απευθείας αγοράς, η εκτίμηση της αξίας τους από τα εσωτερικά όργανα αυτού, η συγκριτική αξιολόγησή τους, τόσο από την άποψη της καταλληλότητας τους, όσο και από την άποψη της προκαλούμενης οικονομικής επιβάρυνσης του οικείου Ο.Τ.Α. σε περίπτωση αγορά τους. Ότι η εκτίμηση της αγοραίας αξίας του ακινήτου από το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών απαιτείται σε κάθε περίπτωση αγοράς ιδιωτικού ακινήτου, η αγοραία αξία του οποίου υπερβαίνει το ποσό των 58.694,06 ευρώ (βλ. και Πράξεις VII Τμ. 17, 16/2010, 54/2009 και 247/2007). Τέλος, ότι σε περίπτωση απευθείας αγοράς ακινήτου, το μεν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ/τος 270/1981 και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται η προηγούμενη έκδοση και δημοσίευση διακήρυξης (άρθρο 3 και 4 του π.δ/τος 270/1981), η σύσταση εκτιμητικής επιτροπής και επιτροπής δημοπρασίας (άρθρο 7 του π.δ/τος 270/1981) και η τήρηση εν γένει της διαγραφόμενης από αυτές διαδικασίας, το δε δεν απαιτείται να επισυνάπτεται στα δικαιολογητικά του χρηματικού εντάλματος, που εκδίδεται για την καταβολή του τιμήματος, βεβαίωση του Δημοσίου Ταμείου (οικείας Δ.Ο.Υ.) ότι δεν έχει κοινοποιηθεί εκχώρηση ή επίσχεση του τιμήματος, καθόσον το δικαιολογητικό αυτό, σύμφωνα με την 81/1986 (αριθμ. πρωτ. 59774/1986) εγκύκλιο του Υπουργείου Εσωτερικών, η βεβαίωση αυτή απαιτείται σε περίπτωση αγοράς ακινήτου με δημοπρασία.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1172/2023
Παροχή υπηρεσιών φύλαξης για τις κτιριακές εγκαταστάσεις κτιρίων των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ) του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για 27 μήνες πλέον 12 μηνών δικαιώματος προαίρεσης(...) Στο πλαίσιο αυτό, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους προσφέροντες να διαθέτουν συγκεκριμένα προσόντα και λοιπές ικανότητες που διασφαλίζουν ότι διαθέτουν εμπειρία και πόρους, ανθρώπινους και τεχνικούς, κατάλληλους για την ποιοτική εκτέλεση της σύμβασης καθώς και να επιλέγουν πρότυπα διασφάλισης της ποιότητας και της περιβαλλοντικής διαχείρισης για τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Τα θεσπιζόμενα ως άνω κριτήρια ποιοτικής επιλογής και πρότυπα πρέπει να είναι πρόσφορα για τη διακρίβωση της καταλληλότητας των υποψηφίων ώστε οι τελευταίοι να προβούν στην ορθή και αποτελεσματική εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης, αλλά και ποσοτικά και ποιοτικά συναφή με το αντικείμενο αυτής. Τυχόν περιορισμοί των οικονομικών φορέων στην πρόσβαση στο διαγωνισμό πρέπει να δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος και να αποδεικνύεται ότι ο σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκαν δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά με λιγότερο περιοριστικά για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού μέσα.(...)Το στάδιο του ελέγχου της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων είναι διακριτό από εκείνο της ανάθεσης της σύμβασης, δεδομένου ότι αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες, οι οποίες διέπονται από διαφορετικούς κανόνες, ακόμα και στις περιπτώσεις που επιτρεπτώς, κατά την κείμενη νομοθεσία, πραγματοποιούνται ταυτοχρόνως.(...)Όταν, αντίθετα, η σύμβαση εκτελείται από πολυπληθές προσωπικό με όμοια εν γένει προσόντα, η συμβολή εκάστου των μελών του προσωπικού δεν μπορεί εξ αντικειμένου να επιδράσει σημαντικά στην ποιότητα εκτέλεσης της σύμβασης και, κατ’ επέκταση, να επηρεάσει αποφασιστικά την οικονομική αξία της προσφοράς. Κατά συνέπεια, στην τελευταία αυτή περίπτωση, η οργάνωση, τα προσόντα, η πείρα και η εκπαίδευση του προσωπικού αυτού δεν τίθενται νομίμως ως κριτήρια ανάθεσης.(...)το κριτήριο (Κ.4.) που αφορά στην οργάνωση, τα προσόντα και την πείρα του συνόλου του προσωπικού του προσφέροντος, μη νομίμως τέθηκε ως κριτήριο ανάθεσης, αφού ενόψει του αντικειμένου της υπό ανάθεση σύμβασης, το οποίο όπως ορθώς έκρινε και το Κλιμάκιο, δεν είναι πολύπλοκο, ούτε σύνθετο και κατά την κοινή πείρα, εκτελείται από πολυάριθμο προσωπικό με βασική οργανωτική δομή, χωρίς ειδικά προσόντα και εξειδικευμένη εμπειρία, δεν επιδρά σημαντικά στο επίπεδο και την ποιότητα εκτέλεσης της σύμβασης κατά τρόπο που να επηρεάζεται και διαμορφώνεται αντίστοιχα η οικονομική αξία της προσφοράς. Αντιθέτως, όπως προκύπτει και από την ελλειπτική ανάλυση του εν λόγω κριτηρίου στη διακήρυξη, τούτο προορίζεται για την εξέταση γενικά του ανθρώπινου δυναμικού των προσφερόντων και αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό αυτών και όχι της προσφοράς τους και συνιστά κριτήριο επιλογής τους. Επομένως, όπως προεκτέθηκε σε προηγούμενη σκέψη,το ως άνω κριτήριο συνολικά δεν είναι κατάλληλο για την επιλογή της προσφοράς που παρουσιάζει την καλύτερη σχέση μεταξύ ποιότητας και τιμής, παρελκομένης της εξέτασης της έτερης πλημμέλειας που διαπίστωσε επικουρικώς το Κλιμάκιο αναφορικά με την μη εξειδίκευση της εμπειρίας του προσωπικού(...)Ως εκ τούτου, η ως άνω ήδη προβλεφθείσα στη διακήρυξη υλικοτεχνική υποδομή θα αναφερθεί αναγκαστικά από τον ανάδοχο προκειμένου να περιγράψει τον τρόπο οργάνωσης και παροχής των επίμαχων υπηρεσιών και να αξιολογηθεί κατά το κριτήριο αυτό και όχι για να βαθμολογηθεί για τον εξοπλισμό που θα διαθέσει. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι νομίμως τέθηκε το κριτήριο Κ.3 ως κριτήριο ανάθεσης και οι σχετικοί ισχυρισμοί της προσφεύγουσας και του παρεμβαίνοντος πρέπει να γίνουν δεκτοί.(...)Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις της παρούσας και υπό τα πραγματικά δεδομένα που προεκτέθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει καταρχάς ότι ο σχετικός όρος της διακήρυξης (άρθρο 2.2.9.2), κατά το μέρος που απαιτεί όπως η έκδοση των πιστοποιητικών που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση των οικονομικών φορέων με τα αναφερόμενα στο άρθρο 2.2.7. αυτής πρότυπα διασφάλισης ποιότητας ανάγεται σε χρόνο πριν τη δημοσίευση της διακήρυξης, είναι μη νόμιμος διότι παρίσταται δυσανάλογος, καθόσον δεν προκύπτει ότι η εν λόγω πρόσθετη απαίτηση συνδέεται επαρκώς με το αντικείμενο της σύμβασης και ότι αυτή δικαιολογείται από τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των παρεχόμενων υπηρεσιών.(...)Δεν ανακαλεί την 335/2023 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1578/2023