ΔΕΕ/C-137/2012
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
«Προσφυγή ακυρώσεως – Απόφαση 2011/853/ΕΕ του Συμβουλίου – Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην πρόσβαση υπό όρους – Οδηγία 98/84/ΕΚ – Νομική βάση – Άρθρο 207 ΣΛΕΕ – Κοινή εμπορική πολιτική – Άρθρο 114 ΣΛΕΕ – Εσωτερική αγορά»
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΕΕ/C-24/2020
«Προσφυγή ακυρώσεως – Απόφαση (ΕΕ) 2019/1754 – Προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Πράξη της Γενεύης της Συμφωνίας της Λισσαβώνας για τις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις – Άρθρο 3, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης – Άρθρο 207 ΣΛΕΕ – Κοινή εμπορική πολιτική – Εμπορικές πτυχές της διανοητικής ιδιοκτησίας – Άρθρο 218, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ – Δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Τροποποίηση της πρότασης της Επιτροπής από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 293, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Δυνατότητα εφαρμογής – Άρθρο 4, παράγραφος 3, άρθρο 13, παράγραφος 2, και άρθρο 17, παράγραφος 2, ΣΕΕ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ – Αρχές της δοτής αρμοδιότητας, της θεσμικής ισορροπίας και της καλόπιστης συνεργασίας»
ΔΕΚ/C‑51/2015
«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 4, παράγραφος 2, ΣΕΕ – Σεβασμός της εθνικής ταυτότητας των κρατών μελών η οποία είναι συμφυής με τη θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση – Εσωτερική οργάνωση των κρατών μελών – Οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως – Νομική πράξη διά της οποίας συστήνεται νέος φορέας δημοσίου δικαίου και ρυθμίζεται η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και ευθυνών προς εκτέλεση υπηρεσιών δημοσίου χαρακτήρα – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2004/18/ΕΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ – Έννοια της “δημοσίας συμβάσεως”»
ΝΣΚ/290/2003
Δημόσια έργα. Ρήτρα πρόσθετης καταβολής «πριμ». Δυνατότητα του κυρίου του έργου να μην διατηρήσει σε ισχύ τη σχετική ρήτρα της διακήρυξης, σε περίπτωση παράτασης προθεσμίας. Πιθανές επιπτώσεις.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1. Εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του κυρίου του δημοσίου έργου να διατηρήσει ή να καταργήσει, με απόφαση πλήρως και ειδικώς αιτιολογημένη, την ρήτρα της Διακήρυξης του έργου περί πρόσθετης καταβολής αμοιβής (πριμ), σε περίπτωση που αποφασίζει την παράταση των προθεσμιών του έργου και κατά την κρίση του, έχουν ανατραπεί οι συνθήκες υπό τις οποίες δόθηκε η σχετική υπόσχεση. 2. Στην περίπτωση άρνησης διατήρησης της ρήτρας η ανάδοχος έχει την νομική δυνατότητα να επιδιώξει δια της δικαστικής οδού είτε την ακύρωση της άρνησης του κυρίου του έργου, είτε την πλασματική πλήρωση της αίρεσης κατά τη διάταξη του άρθρου 207 του Αστικού Κώδικα. 3. Αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ.2 του άρθρου 7 του Ν 1418/84, δηλαδή αντισυμβατική συμπεριφορά του κυρίου του έργου, που προκάλεσε θετικές ζημίες στον ανάδοχο, οφειλόμενες σε δαπάνες στις οποίες προέβη για την επιτάχυνση των εργασιών εκτέλεσης και οι οποίες αποσκοπούσαν στην έγκαιρη εκτέλεση και στην εντεύθεν καταβολή του πριμ, επιπλέον δε είχε έγκαιρα υποβληθεί η προβλεπόμενη όχληση, είναι δυνατόν να υποχρεωθεί ο κύριος του έργου στην καταβολή σχετικής αποζημιώσεως.
ΔΕΚ/C-382/2008
Περίληψη της αποφάσεως 1. Μεταφορές – Αεροπορικές μεταφορές – Έννοια – Εμπορική αεροπορική μεταφορά επιβατών με αερόστατο θερμού αέρος (Άρθρα 12 ΕΚ, 49 ΕΚ, 51 § 1, ΕΚ και 80 § 2, ΕΚ) 2. Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Ίση μεταχείριση – Διάκριση λόγω ιθαγενείας – Απαγορεύεται (Άρθρο 12 ΕΚ) 3. Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Ίση μεταχείριση – Διάκριση λόγω ιθαγενείας – Απαγορεύεται (Άρθρο 12 ΕΚ) 1. Η εμπορική αεροπορική μεταφορά επιβατών με αερόστατο θερμού αέρος εμπίπτει στον τομέα των μεταφορών και, ειδικότερα, στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, τον οποίο αφορά το άρθρο 80, παράγραφος 2, ΕΚ. Καίτοι βάσει του εν λόγω άρθρου 80, παράγραφος 2, ΕΚ, εφόσον ο κοινοτικός νομοθέτης δεν έχει αποφασίσει άλλως, οι θαλάσσιες και οι αεροπορικές μεταφορές εξαιρούνται από τους κανόνες του κεφαλαίου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης που αφορούν την κοινή πολιτική μεταφορών, εντούτοις οι μεταφορές αυτές, όπως οι λοιποί τρόποι μεταφοράς, εξακολουθούν να υπόκεινται στους γενικούς κανόνες της Συνθήκης. Παρά ταύτα, όσον αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, βάσει του άρθρου 51, παράγραφος 1, ΕΚ, το άρθρο 49 ΕΚ δεν έχει αυτό καθ’ εαυτό εφαρμογή στον τομέα της αεροπλοΐας. Αντιθέτως, η εμπορική αεροπορική μεταφορά επιβατών με αερόστατο θερμού αέρος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης και επομένως υπόκειται σε γενικό κανόνα της τελευταίας όπως το άρθρο 12 ΕΚ. Συγκεκριμένα, ο κοινοτικός νομοθέτης έχει θεσπίσει διάφορα μέτρα βάσει του άρθρου 80, παράγραφος 2, ΕΚ, τα οποία δύνανται να αφορούν μια τέτοια αεροπορική μεταφορά. Όσον αφορά τον κανονισμό 2407/92 περί της εκδόσεως αδειών των αερομεταφορέων, από τις δύο πρώτες αιτιολογικές σκέψεις του προκύπτει ότι ο σκοπός που το Συμβούλιο επεδίωκε με την έκδοση του εν λόγω κανονισμού ήταν να εφαρμοστεί, από τις 31 Δεκεμβρίου 1992, μια πολιτική αεροπορικών μεταφορών ώστε να πραγματωθεί σταδιακώς η εσωτερική αγορά, η οποία συνεπάγεται έναν χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα εντός του οποίου διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων. Πάντως, ο ευρύς αυτός σκοπός a priori καταλαμβάνει και μια εμπορική αεροπορική μεταφορά επιβατών με αερόστατο θερμού αέρος. (βλ. σκέψεις 19, 21-23, 26-27, 29) 2. Το άρθρο 12 ΕΚ αποκλείει ρύθμιση κράτους μέλους η οποία, για την οργάνωση πτήσεων με αερόστατο εντός αυτού του κράτους μέλους και με την απειλή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση μη τηρήσεως της ρυθμίσεως αυτής, απαιτεί από πρόσωπο, το οποίο κατοικεί ή είναι εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος και διαθέτει σε αυτό το δεύτερο κράτος μέλος άδεια οργανώσεως εμπορικών πτήσεων με αερόστατο, να έχει κατοικία ή έδρα στο πρώτο κράτος μέλος. Συγκεκριμένα, αφενός, το κριτήριο διαφοροποιήσεως που στηρίζεται στην κατοικία καταλήγει, στην πράξη, στο ίδιο αποτέλεσμα με τις διακρίσεις λόγω ιθαγενείας, εφόσον δημιουργεί τον κίνδυνο να αποβεί εις βάρος κυρίως των υπηκόων άλλων κρατών μελών, στο μέτρο που οι μη κάτοικοι ημεδαπής είναι το συνηθέστερο αλλοδαποί. Αφετέρου, το κριτήριο διαφοροποιήσεως που στηρίζεται στον τόπο της έδρας, κατ’ αρχήν, δημιουργεί διακρίσεις λόγω ιθαγενείας. (βλ. σκέψεις 34, 37, 44 και διατακτ.) 3. Το άρθρο 12 ΕΚ αποκλείει ρύθμιση κράτους μέλους η οποία, για την οργάνωση πτήσεων με αερόστατο εντός αυτού του κράτους μέλους και με την απειλή διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση μη τηρήσεως της ρυθμίσεως αυτής, επιβάλλει σε πρόσωπο, το οποίο κατοικεί ή είναι εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος και διαθέτει σε αυτό το δεύτερο κράτος μέλος άδεια οργανώσεως εμπορικών πτήσεων με αερόστατο, υποχρέωση αποκτήσεως νέας άδειας χωρίς να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το γεγονός ότι οι προϋποθέσεις αδειοδοτήσεως είναι στην ουσία ίδιες με εκείνες βάσει των οποίων του έχει ήδη χορηγηθεί άδεια στο δεύτερο κράτος μέλος. Συγκεκριμένα, μια τέτοια ρύθμιση εισάγει κριτήριο διαφοροποιήσεως το οποίο στην πράξη καταλήγει στο ίδιο αποτέλεσμα με κριτήριο στηριζόμενο στην ιθαγένεια, επειδή στην πράξη η υποχρέωση που επιβάλλεται από την ρύθμιση αυτή αφορά κυρίως υπηκόους άλλων κρατών μελών ή εταιρίες που εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Ασφαλώς, το συμφέρον προστασίας της ζωής και της υγείας των μεταφερομένων προσώπων και το συμφέρον ασφάλειας της αεροπλοΐας συνιστούν αναντίρρητα θεμιτούς σκοπούς. Παρά ταύτα, το γεγονός ότι κράτος μέλος επιβάλλει σε ένα πρόσωπο υποχρέωση αποκτήσεως νέας άδειας, χωρίς να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το γεγονός ότι οι προϋποθέσεις αδειοδοτήσεως είναι στην ουσία ίδιες με εκείνες βάσει των οποίων του έχει ήδη χορηγηθεί άδεια σε άλλο κράτος μέλος, δεν είναι αναλογικό με τους θεμιτούς σκοπούς που επιδιώκονται. Συγκεκριμένα, εφόσον στην ουσία είναι ίδιες οι προϋποθέσεις χορηγήσεως, εντός των δύο κρατών μελών, των αδειών μεταφοράς, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα προαναφερθέντα έννομα συμφέροντα έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά τη χορήγηση της πρώτης άδειας εντός του άλλου κράτους μέλους. (βλ. σκέψεις 38-39, 42, 44 και διατακτ.)