Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΕΚ/C-525/2003

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2004/18

Περίληψη της αποφάσεως Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Παράβαση εξαλειφθείσα πριν τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας — Απαράδεκτο (Άρθρο 226, εδ. 2, ΕΚ) Κατά το άρθρο 226, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, η Επιτροπή μπορεί να ασκήσει ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγή λόγω παραβάσεως μόνον αν το οικείο κράτος μέλος δεν συμμορφώθηκε προς την αιτιολογημένη γνώμη εντός της προθεσμίας που τού τάχθηκε προς τούτο με τη γνώμη αυτή. Εξάλλου, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την κατάσταση του κράτους μέλους όπως αυτή παρουσιαζόταν κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη. Επομένως, η προσφυγή λόγω παραβάσεως είναι απαράδεκτη όταν το εθνικό μέτρο, το οποίο αποτελεί μόνο αντικείμενο της προσφυγής, έχει παύσει να παράγει οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα πριν τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, και μάλιστα ήδη πριν την αποστολή της προειδοποιητικής επιστολής. (βλ. σκέψεις 13-14, 16-17)

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕΚ/C-523/2003

«Παράβαση κράτους μέλους — Κανόνες της εθνικής νομοθεσίας που έπαυσαν να παράγουν οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα πριν τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας — Απαράδεκτο της προσφυγής»


ΔΕΚ/C-337/1998

Περίληψη  1. Στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, το κοινοτικό δίκαιο δεν επιβάλλει σε αναθέτουσα αρχή κράτους μέλους να παρεμβαίνει, κατόπιν αιτήσεως ιδιώτη, στις υφιστάμενες έννομες σχέσεις που συστήθηκαν για διάρκεια αορίστου χρόνου ή για πολλά έτη, εφόσον οι σχέσεις αυτές συστήθηκαν πριν από τη λήξη της προθεσμίας για τη μεταφορά της σχετικής οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο. Η γενική αυτή αρχή μπορεί να έχει εφαρμογή σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας αναθέσεως μιας συμβάσεως οι οποίες είχαν συντελεσθεί πριν την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο, αλλά αποτελούν μέρος μιας διαδικασίας η οποία περατώθηκε μετά την ημερομηνία αυτή. Κατά συνέπεια, η οδηγία 93/38, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, δεν έχει εφαρμογή στην απόφαση του αναθέτοντος φορέα να προσφύγει στη διαδικασία με διαπραγματεύσεις χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση δημοσίας συμβάσεως που λήφθηκε πριν τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο και αποτελεί μέρος της διαδικασίας διαγωνισμού που περατώθηκε μετά τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο. ( βλ. σκέψεις 38-39, 41-42 ) 2. Στην Επιτροπή απόκειται, στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης (νυν άρθρου 226 ΕΚ), να αποδείξει την ύπαρξη της προβαλλομένης παραβάσεως και να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου αυτό να διαπιστώσει την ύπαρξη της παραβάσεως αυτής. ( βλ. σκέψη 45 )  

ΔΕΚ/C-458/2008

Περίληψη της αποφάσεως 1. Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Αντικείμενο της διαφοράς – Προσδιορίζεται κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία – Διευκρίνιση των αρχικών αιτιάσεων με το εισαγωγικό της δίκης έγγραφο – Επιτρέπεται (Άρθρο 226 ΕΚ) 2. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Περιορισμοί – Οικοδομικός τομέας (Άρθρο 49 ΕΚ) 1. Το γεγονός ότι, με το δικόγραφο της προσφυγής, η Επιτροπή αναπτύσσει λεπτομερώς τα επιχειρήματά της περί της προβαλλόμενης παραβάσεως, τα οποία ήδη προβλήθηκαν σε γενικότερο πλαίσιο με το έγγραφο οχλήσεως και την αιτιολογημένη γνώμη, διευκρινίζοντας περαιτέρω τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ένα καθεστώς ασύμβατο με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, δεν μεταβάλλει το αντικείμενο της εν λόγω παραβάσεως και δεν έχει, επομένως, καμία επίπτωση στο περιεχόμενο της διαφοράς. (βλ. σκέψη 47) 2. Συνιστά παράβαση των υποχρεώσεων που ένα κράτος μέλος υπέχει από το άρθρο 49 ΕΚ η εκ μέρους του απαίτηση από τους εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος παρέχοντες κατασκευαστικές υπηρεσίες να πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων που το επίμαχο εθνικό καθεστώς επιβάλλει για τη χορήγηση άδειας ασκήσεως οικοδομικής δραστηριότητας και αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό την προσήκουσα συνεκτίμηση των αντίστοιχων υποχρεώσεων στις οποίες υπόκεινται οι παρέχοντες τις εν λόγω υπηρεσίες εντός του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, καθώς και των ήδη πραγματοποιηθέντων από τις αρχές του εν λόγω κράτους μέλους σχετικών ελέγχων. Ο περιορισμός του άρθρου 49 ΕΚ μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο στο μέτρο που το γενικό συμφέρον το οποίο επιδιώκει να προστατεύσει η εθνική νομοθεσία δεν προασπίζεται με τους κανόνες στους οποίους υπόκειται εντός του κράτους μέλους εγκαταστάσεως ο παρέχων την υπηρεσία. (βλ. σκέψεις 100, 108 και διατακτ.)


ΔΕΚ/C‑284/2007

«Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2005/51/ΕΚ — Δημόσιες συμβάσεις — Διαδικασίες συνάψεως των συμβάσεων — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας»


ΔΕΚ/C-57/1994

Προσέγγιση νομοθεσιών * Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων έργων * Οδηγία 71/305 * Παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες * Στενή ερμηνεία * 'Υπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων * Βάρος αποδείξεως.1. Οσάκις προσφυγή ασκηθείσα βάσει του άρθρου 169 της Συνθήκης κηρύσσεται απαράδεκτη με το αιτιολογικό ότι το δικόγραφο της προσφυγής της Επιτροπής στηρίζεται σε αιτίαση διαφορετική από εκείνη που περιέχεται στην αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή μπορεί να θεραπεύσει την πλημμέλεια που διαπίστωσε το Δικαστήριο με την άσκηση, όσον αφορά τα ίδια πραγματικά περιστατικά, νέας προσφυγής στηριζομένης στις ίδιες αιτιάσεις, λόγους και επιχειρήματα με την αρχικώς εκδοθείσα αιτιολογημένη γνώμη, χωρίς να χρειάζεται να κινήσει εκ νέου ολόκληρη την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία ή να εκδώσει συμπληρωματική γνώμη. 2. Οι διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 71/305, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων, οι οποίες επιτρέπουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικής ασκήσεως των αναγνωριζομένων από τη Συνθήκη δικαιωμάτων στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων, πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Το βάρος αποδείξεως περί του ότι συντρέχουν όντως οι δικαιολογούσες την παρέκκλιση εξαιρετικές περιστάσεις το φέρει όποιος τις επικαλείται. Λαμβανομένου υπόψη του γράμματος του άρθρου 9, σημείο β', της οδηγίας, δυνάμει του οποίου οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις έργων χωρίς να εφαρμόζουν τις διατάξεις της οδηγίας, και ιδίως εκείνες που προβλέπουν τη δημοσίευση προκηρύξεως, "όταν για τεχνικούς ή καλλιτεχνικούς λόγους ή για λόγους σχετιζομένους με την προστασία των δικαιωμάτων αποκλειστικότητας τα έργα δύνανται να εκτελεστούν μόνο από ορισμένο ανάδοχο", το κράτος μέλος οφείλει, για να δικαιολογήσει την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας αναθέσεως, όχι μόνον να αποδείξει την ύπαρξη τεχνικών λόγων κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, αλλά και να αποδείξει ότι οι τεχνικοί αυτοί λόγοι καθιστούν απολύτως αναγκαία τη σύναψη της επίδικης συμβάσεως με συγκεκριμένη επιχείρηση.


ΝΣΚ/83/2011

Δυνατότητα ή μη ματαίωσης ανοικτού διαγωνισμού προμήθειας, μετά τη λήξη της ισχύος των προσφορών των διαγωνιζομένων.Σε περίπτωση, που πριν την λήξη της ισχύος των προσφορών των διαγωνιζομένων, δεν κλήθηκαν αυτοί από την αναθέτουσα αρχή να παρατείνουν εγγράφως την ισχύ των προσφορών τους, και ως εκ τούτου δεν υφίστανται πλέον προσφορές σε ισχύ, τα αποτελέσματα του διαγωνισμού ματαιώνονται υποχρεωτικά, δεν υφίσταται δε κατ’ εξαίρεση, δυνατότητα συνέχισης του διαγωνισμού, με αιτιολογημένη περί εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος απόφαση συνέχισης του διαγωνισμού, δεδομένου ότι  η δυνατότητα αυτή, παρέχεται μόνο στην περίπτωση που, πριν την εκπνοή, του ανώτατου κατά παράταση χρόνου ισχύος των προσφορών, κληθούν οι διαγωνιζόμενοι, μετά από αιτιολογημένη απόφαση της αναθέτουσας αρχής, να δηλώσουν ότι παρατείνουν την ισχύ των προσφορών τους. 

ΔΕΚ/C-355/1998

Περίληψη 1 Στο πλαίσιο προσφυγής ασκουμένης βάσει του άρθρου 169 της Συνθήκης (νυν άρθρου 226 ΕΚ), η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την κατάσταση του κράτους μέλους όπως αυτή παρουσιάζεται κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, οι δε μεταβολές που επέρχονται στη συνέχεια δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο. (βλ. σκέψη 22) 2 Ως παρέκκλιση από τον θεμελιώδη κανόνα της ελευθερίας εγκαταστάσεως, η προβλεπόμενη στο άρθρο 55, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν άρθρο 45, πρώτο εδάφιο, ΕΚ), εξαίρεση, σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με το άρθρο 66 της Συνθήκης (νυν άρθρο 55 ΕΚ), πρέπει να περιορίζεται στις δραστηριότητες οι οποίες συνιστούν αυτές καθεαυτές, άμεση και συγκεκριμένη συμμετοχή στην άσκηση της δημόσιας εξουσίας. Τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση της δραστηριότητας των επιχειρήσεων φυλάξεως ή ασφαλείας και των εσωτερικών υπηρεσιών φυλάξεως. (βλ. σκέψεις 24-26) 3 Υποχρεώνοντας μια επιχείρηση φυλάξεως να έχει την έδρα εκμεταλλεύσεως στο εθνικό έδαφος, καθιστώντας έτσι αδύνατη την παροχή στο έδαφος αυτό υπηρεσιών από επιχειρήσεις εγκατεστημένες εντός άλλων κρατών μελών, ένα κράτος μέλος παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 59 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 49 ΕΚ). Μια τέτοια απαίτηση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από λόγους δημοσίας τάξεως και δημοσίας ασφαλείας. Συγκεκριμένα, η ευχέρεια των κρατών μελών να περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών για τους προαναφερθέντες λόγους δεν αποσκοπεί στον αποκλεισμό οικονομικών τομέων, όπως αυτός της ιδιωτικής ασφαλείας, από την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας, όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, αλλά αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητας στα κράτη μέλη να απαγορεύουν την πρόσβαση ή τη διαμονή στο έδαφός τους σε πρόσωπα των οποίων η πρόσβαση ή η διαμονή στα εδάφη αυτά θα συνιστούσε, αυτή καθεαυτή, κίνδυνο για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία. (βλ. σκέψεις 27-29, 41 και διατακτ.) 4 Συνιστά περιορισμό της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων ένας κανόνας εθνικού δικαίου βάσει του οποίου τα διευθυντικά στελέχη και το προσωπικό των επιχειρήσεων φυλάξεως και των εσωτερικών υπηρεσιών φυλάξεως, εξαιρουμένου του προσωπικού που ασκεί καθήκοντα διοικητικά και υλικοτεχνικής υποστήριξης, πρέπει να διαμένουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο οι επιχειρήσεις αυτές είναι εγκατεστημένες. Η ως άνω προϋπόθεση περί διαμονής δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την ανάγκη ελέγχου του παρελθόντος και της συμπεριφοράς των εν λόγω προσώπων. Συγκεκριμένα, η ανάγκη συλλογής των σχετικών στοιχείων μπορεί να ικανοποιηθεί με λιγότερο περιοριστικά της ελεύθερης κυκλοφορίας μέσα, ενδεχομένως με συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών. Επιπλέον, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι και να επιβάλλονται κυρώσεις κατά κάθε επιχειρήσεως εγκατεστημένης εντός κράτους μέλους, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής των διευθυντικών στελεχών της. (βλ. σκέψεις 31-34, 41 και διατακτ.) 5 Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ως θεμελιώδης αρχή της Συνθήκης, μπορεί να περιοριστεί μόνον από ρυθμίσεις δικαιολογούμενες από το γενικό συμφέρον και εφαρμοζόμενες σε κάθε πρόσωπο ή επιχείρηση που ασκεί δραστηριότητα επί του εδάφους του κράτους μέλους που είναι αποδέκτης της παροχής, στον βαθμό που το συμφέρον αυτό δεν διασφαλίζεται από τους κανόνες στους οποίους υπόκειται ο παρέχων τις υπηρεσίες εντός του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος. (βλ. σκέψη 37) 6 Συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών ένας εθνικός κανόνας δικαίου βάσει του οποίου κάθε υπάλληλος επιχειρήσεως φυλάξεως ή εσωτερικής υπηρεσίας φυλάξεως πρέπει να είναι κάτοχος δελτίου ταυτότητας εκδοθέντος σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, οι διατυπώσεις που συνεπάγεται η κατοχή ενός τέτοιου δελτίου ταυτότητας μπορούν να καταστήσουν επαχθέστερη την παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών. Περαιτέρω, δεδομένου ότι ο παρέχων υπηρεσίες, ο οποίος μεταβαίνει σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να είναι κάτοχος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, η απαίτηση προσθέτου εγγράφου ταυτότητας είναι δυσανάλογη σε σχέση με την ανάγκη διασφαλίσεως του προσδιορισμού της ταυτότητας των εν λόγω προσώπων. (βλ. σκέψεις 39-41 και διατακτ.)


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)141/2014

ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ: Νόμιμη η πληρωμή του 3ου λογαριασμού του έργου «Βελτίωση κοινοτικών δρόμων και κοινοτικών χώρων του Δήμου ….», καθόσον νομίμως παρατάθηκε με  απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου η προθεσμία εκτέλεσης του έργου, διότι η ως άνω  εγκριτική πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου εκδόθηκε εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας περαίωσης του έργου, ύστερα από σχετική αίτηση της αναδόχου, η οποία υποβλήθηκε πριν από την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας (άρθρο 48 του ν. 3669/2008).


ΕλΣυν/Κλιμ.7/300/2015

Παράταση προθεσμίας.Με τις διατάξεις του ν. 3669/2008,άρθρο 48,παρέχεται η δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας αποπεράτωσης δημοσίου έργου, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής του και πριν από την εκπνοή αυτής, μετά από σχετική αίτηση του οικείου αναδόχου και έγκριση αυτής από την προϊσταμένη αρχή. Η αίτηση του αναδόχου για παράταση της συμβατικής προθεσμίας, που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση της σχετικής εγκριτικής απόφασης, πρέπει να υποβληθεί πριν από τη λήξη της αρχικής συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του οικείου έργου ή της νόμιμης παράτασής της, ενώ για την έκδοση από την αρμόδια αρχή της σχετικής εγκριτικής απόφασης δεν τίθεται προθεσμία, ούτε καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος της. Εν όψει δε της γενικής αρχής περί μη αναδρομικής ισχύος των συστατικών ατομικών διοικητικών πράξεων, η σχετική εγκριτική απόφαση δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής της, εκτός εάν αυτή εκδοθεί εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη της συνολικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου, οπότε ανατρέχει στο χρόνο αυτό. Και τούτο, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, η καθυστέρηση έκδοσης της εγκριτικής απόφασης λόγω υπαιτιότητας του κυρίου του έργου θα απέβαινε σε βάρος του αναδόχου που υπέβαλε το σχετικό αίτημά του εντός της προθεσμίας για την ολοκλήρωση του έργου, λαμβανομένης υπόψη και της υποχρέωσης του τελευταίου για συνέχιση της κατασκευής  του εντός της οριακής προθεσμίας (βλ. Αποφ. VI Τμ. 3101/2012, 2753/2011, Πράξεις Κλιμ. VII Tμ. 158, 141/2014).


ΔΕΚ/C-263/2013

«Αίτηση αναιρέσεως — Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Αναπτύξεως (ΕΤΠΑ) — Μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής — Μέθοδος κατά προβολήν υπολογισμού — Διαδικασία εκδόσεως της αποφάσεως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Μη τήρηση της ταχθείσας προθεσμίας — Συνέπειες»(....)