ΔΕΚ/C-615/2010
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία προκειμένου περί δημόσιας συμβάσεως συναπτόμενης από την αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την αγορά υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών, παρά μόνον αν το υλικό αυτό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΑ 121078/2006
Καθορισμός ως «αμυντικών υλικών», αυτών που προορί¬ζονται για στρατιωτικούς σκοπούς και συμβάλλουν στην ασφάλεια και άμυνα της χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 5 του ν.3433/2006 (Α΄ 20).
ΝΣΚ/387/2003
Αγορά ακινήτου από το Ταμείο Αεροπορικής Άμυνας (ΤΑΑ) για στρατιωτικούς σκοπούς. Φύση και δεσμευτικότητα της εκθέσεως εκτιμήσεως περί της αξίας τούτου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η διάταξη του άρθρου 4 του Ν 4407/1929, που εφαρμόζεται και για το ΤΑΑ, κατά το άρθρο 7 του Ν. Δ/τος 3960/1959, περί απ’ ευθείας αγοράς ακινήτων για κάλυψη στρατιωτικών σκοπών, εισάγουσα παρέκκλιση από τη διαδικασία του μειοδοτικού διαγωνισμού, είναι εξαιρετική και ως εκ τούτου στενά ερμηνευτέα, περιοριζόμενη σε αγορές για «στρατιωτικούς» σκοπούς, τους οποίους δεν συνιστούν η αξιοποίηση των διαθεσίμων του ΤΑΑ και η στέγαση παραρτήματος της Ενώσεως Αποστράτων Αξιωματικών Αεροπορίας. Η έκθεση εκτιμήσεως της Επιτροπής του άρθρου 4 του Ν 4407/1929 ως προς την αξία του προς αγορά ακινήτου αποτελεί απλή γνώμη συμβουλευτική για το ΤΑΑ.
ΔΕΚ/C-599/2010
Το άρθρο 55 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι επιβάλλει τη θέσπιση στην εθνική νομοθεσία εθνικής διάταξης όπως το άρθρο 42, παράγραφος 3, του σλοβακικού νόμου 25/2006 για τις δημόσιες συμβάσεις, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για την υπόθεση της κύριας δίκης χρόνο, που προβλέπει κατ’ ουσίαν ότι, σε περίπτωση που ο υποψήφιος προτείνει ασυνήθιστα χαμηλό τίμημα, η αναθέτουσα αρχή του ζητεί εγγράφως να διευκρινίσει την πρόταση αυτή. Στο εθνικό δικαστήριο απόκειται να εξακριβώνει, λαμβανομένων υπόψη όλων των στοιχείων της δικογραφίας που έχει ενώπιόν του, αν η αίτηση παροχής διευκρινίσεων κατέστησε εφικτή στους ενδιαφερόμενους υποψηφίους την επαρκή διευκρίνιση της προσφοράς τους. Αντιβαίνει προς το άρθρο 55 της οδηγίας 2004/18 η άποψη της αναθέτουσας αρχής ότι δεν υπέχει υποχρέωση να ζητεί από τον υποψήφιο να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους προτείνει ασυνήθιστα χαμηλό τίμημα. Δεν αντιβαίνει προς το άρθρο 2 της οδηγίας 2004/18 διάταξη της εθνικής νομοθεσίας όπως το άρθρο 42, παράγραφος 2, του νόμου 25/2006, κατά την οποία, κατ’ ουσίαν, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί εγγράφως από τους υποψηφίους να διευκρινίσουν την προσφορά τους χωρίς ωστόσο να απαιτεί ή να δέχεται οποιαδήποτε τροποποίηση της προσφοράς αυτής. Η αναθέτουσα αρχή, κατά την άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει, οφείλει να επιφυλάσσει ίση και σύννομη μεταχείριση προς όλους τους υποψηφίους, ώστε να μην δημιουργείται η υπόνοια ότι η αίτηση παροχής διευκρινίσεων, την οποία η εν λόγω αρχή απευθύνει κατά το πέρας της διαδικασίας επιλογής των προσφορών, δύναται, υπό το πρίσμα των αποτελεσμάτων της, να έχει αδικαιολόγητα ευνοϊκές ή δυσμενείς συνέπειες για τον ή τους υποψηφίους τους οποίους αφορά η αίτηση αυτή.
c-115/2014
1)Το άρθρο 26 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως δημόσιων συμβάσεων, έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 1251/2011 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2011, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε νομοθετική ρύθμιση περιφερειακής αρχής κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία υποχρεώνει τους προσφέροντες και τους υπεργολάβους τους να δεσμευθούν, με γραπτή δήλωση επισυναπτόμενη στην προσφορά τους, ότι θα καταβάλλουν στο προσωπικό που θα απασχοληθεί στην εκτέλεση των παροχών που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας δημόσιας συμβάσεως κατώτατο μισθό που καθορίζεται από την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση.2)Το άρθρο 26 της οδηγίας 2004/18, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1251/2011, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε νομοθετική ρύθμιση περιφερειακής αρχής κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, η οποία προβλέπει τον υποχρεωτικό αποκλεισμό από τη συμμετοχή στη διαδικασία συνάψεως δημόσιας συμβάσεως των προσφερόντων και των υπεργολάβων τους οι οποίοι αρνούνται να δεσμευθούν, με γραπτή δήλωση επισυναπτόμενη στην προσφορά τους, ότι θα καταβάλλουν στο προσωπικό που θα απασχοληθεί στην εκτέλεση των παροχών που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας δημόσιας συμβάσεως κατώτατο μισθό που καθορίζεται από την εν λόγω νομοθετική ρύθμιση.
C-305/2008
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)της 23ης Δεκεμβρίου 2009 .«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών – Οδηγία 2004/18 – Έννοιες των όρων “εργολήπτης”, “προμηθευτής” και “πάροχος υπηρεσιών” – Έννοια του όρου “οικονομικός φορέας” – Πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά ινστιτούτα – Κοινοπραξία (“consorzio”) που έχει συσταθεί από πανεπιστημιακά ιδρύματα και φορείς του Δημοσίου – Κύρια καταστατική δραστηριότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα – Συμμετοχή σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως»Επιβάλλεται, συνεπώς, στο δεύτερο ερώτημα να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 2004/18 έχει την έννοια ότι αποκλείει ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, όπως η εφαρμοζόμενη στην υπόθεση της κύριας δίκης, συνεπεία της οποίας απαγορεύεται σε φορείς, όπως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τα ερευνητικά ινστιτούτα, οι οποίοι δεν ασκούν δραστηριότητα με κατά κύριο λόγο κερδοσκοπικό χαρακτήρα, να συμμετέχουν σε διαδικασία διαγωνισμού για τη σύναψη δημόσιας συμβάσεως, μολονότι το εθνικό δίκαιο παρέχει στους ως άνω φορείς το δικαίωμα να παρέχουν τις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω συμβάσεως.
ΝΣΚ/314/2009
Δυνατότητα ή μη παραχώρησης της κυριότητας ακινήτων ιδιοκτησίας του Ταμείου Εθνικής Άμυνας (Τ.ΕΘ.Α.), προς το Ελληνικό Δημόσιο, βάσει της διατάξεως του άρθρου 11 του Ν 1989/1991, με προκαθορισμό του σκοπού της παραχώρησης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η διάταξη του άρθρου 11 του Ν 1989/1991, κατά την οποία, ακίνητα ανήκοντα στην περιουσία του Ταμείου Εθνικής Αμύνης, μη αναγκαιούντα για στρατιωτικούς σκοπούς, μπορεί να διατεθούν δωρεάν στο Δημόσιο,για οποιαδήποτε χρήση ή διάθεση, προϋποθέτει για την εφαρμογή της τη μη αναγκαιότητα του ακινήτου για στρατιωτικούς σκοπούς, ενόψει δε του σκοπού της, δεν επιτρέπει τη θέση όρου από το Τ.ΕΘ.Α. για την περαιτέρω από το Δημόσιο χρήση ή διάθεσή του. Συνεπώς, η ανωτέρω διάταξη δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην περίπτωση κατά την οποία το Τ.ΕΘ.Α. με τη δωρεάν προς το Δημόσιο παραχώρηση ακινήτου του, αποσκοπεί στην περαιτέρω παραχώρηση αυτού σε Δήμο ή Ν.Α., προκειμένου να λάβει αντάλλαγμα που θα χρησιμοποιήσει για την κατασκευή στρατιωτικών εγκαταστάσεων.
ΝΣΚ/133/2009
Στρατιωτικοί υπάλληλοι – Αποκατάσταση – Καταβολή αναδρομικών αποδοχών – Παραγραφή.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
α) Το ζήτημα του χρόνου ενάρξεως της παραγραφής των απαιτήσεων αποζημιώσεως υποψηφίων μονίμων στρατιωτικών από παράνομη παράλειψη κατατάξεώς των εκκρεμεί ενώπιον του ΣτΕ, κατόπιν αναιρέσεως του Δημοσίου και, ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να αναμένεται η απόφαση και να μη γνωμοδοτήσει το Τμήμα επί του ζητήματος αυτού. β) Τα επιδόματα ενεργείας για τα οποία έχει νομολογήσει το ΣτΕ πρέπει να καταβάλλονται στους στρατιωτικούς που αποκαταστάθηκαν διοικητικά. γ) Είναι δυνατή η απονομή αντιστοίχων με το χρόνο αποκαταστάσεως μισθολογικών προαγωγών και επιδομάτων χρόνου υπηρεσίας. δ) Είναι δυνατή η καταβολή αναδρομικών αποδοχών στους στρατιωτικούς με πρωτοβουλία της υπηρεσίας, εφ όσον έχει εκδοθεί διοικητική πράξη αναδρομικής κατατάξεώς των. ε) Είναι δυνατή η καταβολή αναδρομικών αποδοχών στους στρατιωτικούς που, ενώ έχουν δικαιωθεί αναδρομικής κατατάξεως, έχουν προσφύγει στα δικαστήρια με οικονομικά αιτήματα, εφ όσον παραιτηθούν των δικογράφων των ενδίκων βοηθημάτων που έχουν ασκήσει και η σχετική αξίωσή τους δεν έχει υποκύψει σε παραγραφή.
ΔΕΕ/Υπόθεση C-574/2012
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 19ης Ιουνίου 2014 [αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Centro Hospitalar de Setúbal, EPE, Serviço de Utilização Comum dos Hospitais (SUCH) κατά Eurest Portugal — Sociedade Europeia de Restaurantes Lda.:Όταν ο φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί δημόσια σύμβαση είναι ένωση κοινωφελούς σκοπού χωρίς κερδοσκοπικό χαρακτήρα η οποία, κατά τον χρόνο της αναθέσεως της συμβάσεως αυτής, περιλαμβάνει, μεταξύ των μελών του, όχι μόνο φορείς του δημοσίου τομέα, αλλά επίσης ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής αλληλεγγύης που ασκούν μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες, η προϋπόθεση του «ανάλογου ελέγχου» που έχει διαπλάσει η νομολογία του Δικαστηρίου προκειμένου να μπορεί η ανάθεση μιας δημόσιας συμβάσεως να θεωρείται ως πράξη «in house» δεν πληρούται, με συνέπεια να εφαρμόζεται η οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών.
ΔΕΚ/C-215/2009
Περίληψη της αποφάσεως Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2004/18 – Πεδίο εφαρμογής (Οδηγία 2004/18 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου) Η οδηγία 2004/18, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι σε περίπτωση συνάψεως συμβάσεως μεταξύ αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικής εταιρίας, ανεξάρτητης από αυτήν, προς σύσταση κοινής εταιρίας υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας και της ευεξίας στους χώρους εργασίας, η ανάθεση από την εν λόγω αρχή της παροχής των προοριζόμενων για τους υπαλλήλους της υπηρεσιών, αξίας υπερβαίνουσας το προβλεπόμενο από την ως άνω οδηγία κατώτατο όριο, η οποία ανάθεση μπορεί να αποσπασθεί από την ιδρυτική της εταιρίας αυτής σύμβαση, πρέπει να γίνεται τηρουμένων των διατάξεων της συγκεκριμένης οδηγίας που έχουν εφαρμογή στις υπηρεσίες του παραρτήματος II B. Ειδικότερα, καίτοι η σύσταση εκ μέρους αναθέτουσας αρχής και ιδιωτικού οικονομικού φορέα κοινής επιχειρήσεως δεν εμπίπτει αυτή καθεαυτή στην οδηγία 2004/18, εντούτοις, μια πράξη κεφαλαιακής συναλλαγής δεν μπορεί να υποκρύπτει στην πραγματικότητα την ανάθεση σε εταίρο του ιδιωτικού τομέα συμβάσεων που δύνανται να χαρακτηριστούν ως δημόσιες συμβάσεις ή συμβάσεις παραχωρήσεως. Εξάλλου, το γεγονός ότι ένας ιδιωτικός φορέας και μια αναθέτουσα αρχή συνεργάζονται στο πλαίσιο ενός φορέα μικτού κεφαλαίου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αθέτηση των διατάξεων των σχετικών με τις δημόσιες συμβάσεις και τις συμβάσεις παραχώρησης κατά την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης στον εν λόγω ιδιωτικό φορέα ή στον φορέα μικτού κεφαλαίου. Επομένως, σε περίπτωση που δεν αποδεικνύεται αντικειμενικώς η ανάγκη συνάψεως της μικτής συμβάσεως με ένα αποκλειστικώς αντισυμβαλλόμενο και το σκέλος της μικτής συμβάσεως που συνίσταται στη δέσμευση της αναθέτουσας αρχής να απευθύνεται στην κοινή εταιρία για την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της υγείας στους υπαλλήλους του είναι αποσπαστό από τη σύμβαση αυτή, οι κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2004/18 έχουν εφαρμογή επίσης επί της αναθέσεως του σκέλους αυτού. (βλ. σκέψεις 33-34, 45-47 και διατακτ.)
C-300/2007
Υπόθεση C-300/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 11ης Ιουνίου 2009 [αίτηση του Oberlandesgericht Düsseldorf (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Hans & Christophorus Oymanns GbR, Orthopädie Schuhtechnik κατά AOK Rheinland/Hamburg (Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών — Δημόσια ταμεία ασφαλίσεως ασθενείας — Οργανισμοί δημοσίου δικαίου — Αναθέτουσες αρχές — Πρόσκληση για την υποβολή προσφορών — Κατασκευή και προμήθεια ορθοπεδικών υποδημάτων ατομικά προσαρμοσμένων στις ανάγκες των πελατών — Παροχή λεπτομερών συμβουλών στους πελάτες) Διατακτικό 1) Το άρθρο 1, παράγραφος 9, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ', πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών έχει την έννοια ότι υπάρχει χρηματοδότηση κατά το μεγαλύτερο μέρος από το Κράτος οσάκις οι δραστηριότητες των δημόσιων ταμείων ασφαλίσεως ασθενείας χρηματοδοτούνται κυρίως με εισφορές των ασφαλισμένων που επιβάλλονται, υπολογίζονται και εισπράττονται σύμφωνα με κανόνες δημοσίου δικαίου, όπως οι επίδικες στην κύρια δίκη. Αυτά τα ταμεία ασφαλίσεως ασθενείας πρέπει να θεωρηθούν οργανισμοί δημοσίου δικαίου και, συνεπώς, αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια των κανόνων της οδηγίας αυτής. 2) Μια μικτή δημόσια σύμβαση έχει ως αντικείμενο συγχρόνως και προϊόντα και υπηρεσίες, το εφαρμοστέο κριτήριο για να κριθεί αν η σύμβαση πρέπει να θεωρηθεί ως σύμβαση προμηθειών ή ως σύμβαση υπηρεσιών είναι η αξία των προϊόντων και των υπηρεσιών που καλύπτει η σύμβαση. Σε περίπτωση διαθέσεως εμπορευμάτων που κατασκευάζονται και προσαρμόζονται ατομικά αναλόγως των αναγκών εκάστου πελάτη, ως προς δε τη χρήση των οποίων έκαστος πελάτης πρέπει να ενημερωθεί ατομικά, η κατασκευή των εμπορευμάτων αυτών πρέπει να καταταγεί στο τμήμα «προμήθειες» της εν λόγω σύμβασης, για τον υπολογισμό της αξίας εκάστης συνιστώσας αυτής. 3) Στην περίπτωση που η παροχή υπηρεσιών αποδειχθεί, στη συγκεκριμένη σύμβαση, πρωτεύουσα σε σχέση με την προμήθεια προϊόντων, μια συμφωνία, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, που συνάπτεται μεταξύ δημοσίου ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας και επιχειρηματία, με την οποία καθορίζονται οι αμοιβές των διαφόρων μορφών αγωγής που αναμένεται ότι θα πραγματοποιήσει ο εν λόγω επιχειρηματίας καθώς και η διάρκεια εφαρμογής της συμφωνίας και βάσει της οποίας ο επιχειρηματίας αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξυπηρετήσει τους ασφαλισμένους που θα του το ζητήσουν, το δε ταμείο είναι ο μοναδικός οφειλέτης της αμοιβής των υπηρεσιών του επιχειρηματία, πρέπει να θεωρηθεί συμφωνία-πλαίσιο κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 5, της οδηγίας 2004/18.