×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΔΝΣβ/οικ. 30265/ΦΝ 393/2020

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: ΔΝΣγ/oικ.19875/ΦΝ 393/2017, 4388/2016
ΦΕΚ: 2119/Β/03.06.2020

Τροποποίηση της υπ’ αρ. ΔΝΣγ/οικ.19875/ΦΝ 393/2017 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Καθορισμός εξαιρέσεων από την απαγόρευση διέλευσης στο παράπλευρο και εναλλακτικό οδικό δίκτυο των αυτοκινητοδρόμων και οδών ταχείας κυκλοφορίας» (Β΄1218).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΟ/ΟΛ/00/13/58/00/17090/2024

Συμπλήρωση της υπό στοιχεία ΔΝΣγ/oικ.19875/ΦΝ393/15.3.2017 απόφασης Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Καθορισμός εξαιρέσεων από την απαγόρευση διέλευσης στο παράπλευρο και εναλλακτικό οδικό δίκτυο των αυτοκινητοδρόμων και οδών ταχείας κυκλοφορίας» (Β’ 1218).


ΔΝΣγ/oικ.19875/ΦΝ 393/2017

Καθορισμός εξαιρέσεων από την απαγόρευση διέλευσης στο παράπλευρο και εναλλακτικό οδικό δίκτυο των αυτοκινητοδρόμων και οδών ταχείας κυκλοφορίας


ΔΝΣ/8560/ΦΝ393/2018

Απαγόρευση διέλευσης στο παράπλευρο και εναλλακτικό οδικό δίκτυο.(ΑΔΑ:9ΩΒΑ465ΧΘΞ-Ξ69) ΕΓΚ/5/2018


323009/2021

Τροποποίηση της υπό στοιχεία ΔΝΣγ/οικ.70849/ΦΝ393/2017 απόφασης «Καθορισμός και σήμανση οδών οι οποίες χρησιμοποιούνται παραπλεύρως και εναλλακτικά των αυτοκινητοδρόμων και των οδών ταχείας κυκλοφορίας και στις οποίες επιβάλλεται απαγόρευση της κυκλοφορίας» (Β΄ 3769).


ΔΝΣγ/οικ.70849/ΦΝ393/2017

Καθορισμός και σήμανση οδών οι οποίες χρησιμοποιούνται παραπλεύρως και εναλλακτικά των αυτοκινητοδρόμων και των οδών ταχείας κυκλοφορίας και στις οποίες επιβάλλεται απαγόρευση της κυκλοφορίας.


ΝΣΚ/380/2008

Ορισμός του φορέα τροποποίησης των ορίων ταχύτητος στο δευτερεύον και τριτεύον εθνικό δίκτυο, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ.7 του Ν 2696/1999 (ΚΟΚ), όπως αυτός τροποποιήθηκε με το Ν 3542/2007.Το εθνικό οδικό δίκτυο, περιλαμβάνει το πρωτεύον ή βασικό οδικό δίκτυο, το δευτερεύον και τριτεύον, κατά την βασική διάκριση των άρθρων 1, 2, 3 του Ν 3155/1955. Η γραμματική διατύπωση του άρθρου 7 του ισχύοντος ΚΟΚ δεν αποκλείει το δευτερεύον και τριτεύον οδικό δίκτυο από την συντήρηση και εποπτεία του εθνικού δικτύου όπως έχει διαμορφωθεί με το προαναφερόμενο νομοθετικό πλαίσιο. Προφανώς το πρωτεύον ή βασικό οδικό δίκτυο αντιδιαστέλλεται, κατά την, κατά παράταξη αναφορά, στην γραμματική διατύπωση της παρ.7 του άρθρου 20 ΚΟΚ, από τους αυτοκινητοδρόμους και τους δρόμους ταχείας κυκλοφορίας και αναφέρεται στο διαχρονικά διαμορφωμένο οδικό δίκτυο που κατά το παρελθόν (προηγούμενοι ΚΟΚ) αναφερόταν ως πρωτεύον εθνικό σε αντιπαραβολή με το επαρχιακό, την συντήρηση του οποίου είχαν οι Νομαρχίες με τα αρμόδια Νομαρχιακά Ταμεία και μετέπειτα οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις (άρθρο 22 ΠΔ 30/1996). Αρμόδιο όργανο για να καθορίζει και μεταβάλλει, με απόφασή του τα όρια ταχύτητος και στο δευτερεύον και τριτεύον οδικό δίκτυο είναι ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, όπως και στο πρωτεύον εθνικό οδικό δίκτυο.( Εγινε αποδεκτή-Εγγραφο Δ17α/353/7/ΦΝ 443/25-10-2010 έγγραφο της Δ/νσης Νομ. Συντ/σμού & Κωδ/σης).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/33/2018

ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΡΓΑ:Με αυτά τα δεδομένα, ο πρώτος λόγος διαφωνίας πρέπει να απορριφθεί, διότι η ακύρωση της εκλογής του Προεδρείου του Δημοτικού Συμβουλίου Κεντρικών ......, το οποίο σημειωτέον επανεξελέγη μεταγενέστερα με την ίδια σύνθεση (76/23.4.2017 απόφαση του Δ.Σ.), δεν έχει σχέση με τη νομιμότητα των δαπανών, οι οποίες σε κάθε περίπτωση εντάχθηκαν στο Τεχνικό Πρόγραμμα εκτελεστέων έργων του Δήμου για το έτος 2017, με την 104/27.4.2017 απόφαση του Δ.Σ.. Ομοίως απορριπτέος είναι και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας, καθώς στηρίζεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι η νομιμότητα της σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου επηρεάζει τη νομιμότητα των αποφάσεων του διάφορου οργάνου της Οικονομικής Επιτροπής. Ο τρίτος λόγος διαφωνίας πρέπει επίσης να απορριφθεί, δοθέντος ότι ο Δήμος στην προκείμενη περίπτωση δεν προέβη σε κατάτμηση του έργου που προβλέφθηκε στο Τεχνικό Πρόγραμμά του και προϋπολογίσθηκε ως ενιαίο, ώστε να στοιχειοθετείται παράβαση της παρ. 4 του άρθρου 17 ν. 2539/1997, αλλά τροποποιώντας το Τεχνικό Πρόγραμμα και τον προϋπολογισμό του, απλώς μετέφερε ποσό από το έργο «Βελτίωση βατότητας εσωτερικής οδοποιίας Τ.Κ.......» στο έργο με διαφορετικό Κ.Α.Ε. «Βελτίωση βατότητας οδών Τ.Κ.......». Τέλος, και ο τέταρτος λόγος διαφωνίας πρέπει να απορριφθεί. Συγκεκριμένα, αν και κατά το χρόνο λήψης των αποφάσεων απευθείας ανάθεσης των επίμαχων εργασιών (31.3.2017) είχε ενεργοποιηθεί, με τη δημοσίευση στις 17.3.2017 της ΔΝΣγ/οικ 15299 /ΦΝ 466/2.3.2017 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, η νέα διαδικασία για τις απευθείας αναθέσεις έργων κατά τις παρ. 5 και 6 του ν. 4412/2016, εφαρμοστέα και στα μικρά δημοτικά έργα όπως τα προκείμενα, εντούτοις για την ανάθεση ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη η τήρηση της διαδικασίας αυτής. Τούτο διότι από                την ενεργοποίηση του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Συστήματος Κληρώσεων                      για Δημόσιες Συμβάσεις μέχρι τη λήψη των ως άνω αποφάσεων απευθείας ανάθεσης δεν είχε ακόμα παρέλθει το εικοσαήμερο που πρέπει να παραμείνει δημοσιευμένη η πρόσκληση από το Δήμο προς τους ενδιαφερομένους, προκειμένου να καταρτίσει στη συνέχεια τους σχετικούς καταλόγους υποψηφίων αναδόχων ανά κατηγορίες έργων/μελετών (παρ. 5 άρθρου 118 ν. 4412/2016). Τέλος, η παραλαβή των επίμαχων εργασιών νομίμως έλαβε χώρα από την οριζόμενη στο άρθρο 15 παρ. 2 του π.δ. 171/1987 Επιτροπή Παραλαβής, μη εφαρμοζομένων εν προκειμένω των άρθρων 168, 170 και 172 του ν. 4412/2016.


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.6/2028/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ (ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά). ζητείται η ανάκληση της 23/2017 πράξης της Επιτρόπου στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Δήμο ….., με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή της σύμβασης μεταξύ του Δήμου …… και του ……….., για την εκτέλεση του έργου «Συντήρηση ασφαλτοταπήτων δημοτικών οδών έτους 2016» (..) Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι στα συμβατικά τεύχη κάθε δημοσίου έργου πρέπει να περιγράφεται με ακρίβεια και σαφήνεια το αντικείμενό του, προκειμένου αφενός να καθίσταται δυνατός ο ακριβής προσδιορισμός του προϋπολογιζόμενου κόστους αυτού, αφετέρου να διασφαλίζεται τόσο η διαφάνεια στην ανάθεση κατασκευής όσο και η νόμιμη διάθεση του δημοσίου χρήματος. Έχει εντούτοις κριθεί ότι ειδικώς στη δημοπράτηση έργου που περιλαμβάνει επεμβάσεις – συντηρήσεις στο οδικό δίκτυο, δεν είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός επακριβώς των συγκεκριμένων σημείων του οδοστρώματος στα οποία θα πραγματοποιηθούν αυτές, καθόσον τούτο δύναται να αξιολογηθεί και να υποδειχθεί από την αναθέτουσα αρχή κατά το χρόνο της επέμβασης (επιλογή συγκεκριμένων στοχευμένων σημείων, ανάλογα με την ύπαρξη προβλημάτων, την τυχόν προτεραιότητα που επιβάλλεται να δοθεί έναντι άλλων, τη σημασία αυτών για την εξυπηρέτηση των τοπικών ή ευρύτερων αναγκών της αναθέτουσας αρχής κλπ) (βλ. ad hoc Ε.Σ. Τμ. VI 244/2014 και Ε΄ Κλ. 427/2012, 52, 359/2014, 269, 409/2015, 393/2016, πρβλ. Ε.Σ. Τμ. VI 285/2012, 6064/2015).(...) Με την προσβαλλόμενη πράξη κρίθηκε, κατ’ εκτίμηση των λόγων της, ότι η προσφορά της εργοληπτικής επιχείρησης που αναδείχθηκε μειοδότρια, ανερχόμενη σε ποσοστό έκπτωσης 74,15 % επί των τιμών του προϋπολογισμού υπήρξε, κατά κοινή εμπειρία, ασυνήθιστα χαμηλή, κατά τούτο δε, η αναθέτουσα αρχή που έκρινε παραδεκτή την προσφορά της χωρίς να ζητήσει διευκρινίσεις για το προτεινόμενο κόστος, υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.  Επισημαίνεται ωστόσο ότι, παρά το γεγονός ότι η προσφερόμενη έκπτωση εμφανίζεται πράγματι εξαιρετικά υψηλή, εντούτοις, στο μέτρο που δεν έχει οριστεί συγκεκριμένο όριο (κατώφλι) από το νομοθέτη για το χαρακτηρισμό μιας προσφοράς ως υπερβολικά χαμηλής, ο προσδιορισμός μιας τέτοιας τιμής (ως ποσοστό επί τοις εκατό) από τον ελεγκτή εμφανίζεται κατά κανόνα αυθαίρετος, δεδομένου ότι η εν λόγω εκτίμηση προϋποθέτει τεχνικές, οικονομικές και νομικές παραδοχές και εκτίμηση πραγματικών στοιχείων, στα οποία ο προσυμβατικός έλεγχος, ως εκ της φύσης του, δεν υπεισέρχεται.  Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι α) το αντικείμενο της σύμβασης συνίσταται σε συντηρήσεις οδών, όπου, όπως είναι γνωστό από προηγούμενες ελεγκτικές ενέργειες των ελεγκτικών σχηματισμών του Δικαστηρίου, είναι συνήθης η υποβολή προσφορών με υψηλές εκπτώσεις (βλ. Ε.Σ. Κλ. Ε΄257/2011, 136, 269/2015, 250, 324/2016, 189/2017), β) αναπτύχθηκε επαρκής ανταγωνισμός, με τη συμμετοχή στο διαγωνισμό εννέα εργοληπτών, οι οποίοι προσέφεραν ομοίως υψηλά ποσοστά έκπτωσης (62,92% - 74,15%), και γ) δεν υποβλήθηκαν ενστάσεις, ώστε να δημιουργήσουν στην αναθέτουσα αρχή αμφιβολίες ως προς τη φερεγγυότητα της υποβληθείσας οικονομικής προσφοράς (βλ. Ε.Σ. Τμ. VI).  Με τα δεδομένα αυτά, ο Δήμος, ο οποίος δεν εκτίμησε την προσφορά της μειοδότριας επιχείρησης ως ασυνήθιστα χαμηλή, δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο αιτών.(..) Περαιτέρω, στην προσβαλλόμενη πράξη επισημαίνεται, ως πλημμέλεια του σχεδίου σύμβασης και των συμβατικών τευχών, η παράλειψη ειδικότερης αναφοράς στις περιπτώσεις έκπτωσης του αναδόχου.  Εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιπτώσεις έκπτωσης του αναδόχου καθορίζονται αναλυτικά στο ν. 4412/2016, στις διατάξεις του οποίου παραπέμπει ευθέως και σαφώς «για τη δημοπράτηση του έργου, την εκτέλεση της σύμβασης και την κατασκευή του» τόσο η διακήρυξη (άρθρο 7) όσο και το υποβληθέν σχέδιο της σύμβασης, το Τμήμα κρίνει ότι η παράλειψη αυτή δεν είναι ουσιώδης και δεν κωλύει την υπογραφή του σχεδίου σύμβασης.(..) Κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης και η σχετική παρέμβαση, πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να κριθεί ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης.