Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Ε.2080/2022

Τύπος: ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ-ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ-ΠΟΛ

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 27/1975, 4607/2019

«Παροχή οδηγιών για τον επιμερισμό του ελλείμματος της Νέας Οικειοθελούς Παροχής, που εξετάζεται ανά διετία, στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 56 του ν. 4607/2019 (Α΄65), καθώς και για την βεβαίωση και είσπραξή του με βάση τις διατάξεις του άρθρου 56Α του ίδιου νόμου. ΑΔΑ: 6ΒΟΞ46ΜΠ3Ζ-ΝΣΙ

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Α.1073/2022

Τύπος και περιεχόμενο της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του ελλείμματος της Νέας Οικειοθελούς Παροχής κατά το ΑΡΘΡΟ 7ο του Νέου Συνυποσχετικού, το οποίο κυρώθηκε με το άρθρο 56 του ν. 4607/2019 (Α’ 65), με βάση τις διατάξεις του άρθρου 56Α του ίδιου νόμου.


Α. 1003/2020

Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης εισφοράς επί του ετήσιου συνολικού εισαγόμενου και μετατρεπόμενου σε ευρώ συναλλάγματος και εισαγόμενου ποσού σε ευρώ, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4111/2013, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 53 του ν. 4607/2019, φορολογικών ετών 2019 και μετά, τρόπος υποβολής και καθορισμός των δικαιολογητικών.


Α.1223/2019

Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης φόρου μερισμάτων, καθώς και εκτάκτων αμοιβών και ποσοστών (bonus) επιπλέον των μισθών, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 (Α΄18), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 53 του ν. 4607/2019 (Α΄65), καθορισμός των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται με αυτή και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.


1680/2020

Διευκρινίσεις επί των διατάξεων της παρ. 1(α) του άρθ. 14Α του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α΄, 285), όπως προστέθηκε με τις διατάξεις του άρθ. 34 του ν. 4607/2019 (ΦΕΚ Α΄, 65). ΑΔΑ: 6Ε6ΜΗ-0ΔΨ


ΝΣΚ/217/2019

α) Εάν οι διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 4607/2019 που προβλέπουν περί του νομίμου και του επιτοκίου υπερημερίας των οφειλών του Δημοσίου, εφαρμόζονται και επί απαιτήσεων κατά του ΕΦΚΑ. β) Εάν το ύψος του επιτοκίου για το τρέχον έτος ανέρχεται σε τρεις εκατοστιαίες μονάδες.


ΝΣΚ/83/2021

Εάν, μετά από την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 4488/2017, με βάση τις οποίες οι εργοδότες υποχρεούνται να αναγγέλλουν κάθε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού, εντός τεσσάρων (4) εργασίμων ημερών, από την ημερομηνία οικειοθελούς αποχώρησής του, στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν Πράξη Επιβολής Αυτοτελούς Προστίμου (ΠΕΑΠ), όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011, ως κύρωση, για την, εκ μέρους των εργοδοτών, μη αναγγελία ή την εκπρόθεσμη αναγγελία στον ΟΑΕΔ, της οικειοθελούς αποχώρησης των μισθωτών.(....)Μετά την θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 4488/2017, οι διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011 δεν θα πρέπει να θεωρηθούν σιωπηρά καταργημένες και, επομένως, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν Πράξη Επιβολής Αυτοτελούς Προστίμου (ΠΕΑΠ), όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011, ως κύρωση, για την, εκ μέρους των εργοδοτών, μη αναγγελία ή την εκπρόθεσμη αναγγελία στον ΟΑΕΔ, της οικειοθελούς αποχώρησης των μισθωτών (κατά πλειοψηφία)


Α.1157/2020

Καθορισμός των απαιτούμενων δικαιολογητικών και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την απόδειξη της καταστροφής των πλοίων της δεύτερης κατηγορίας του ν. 27/1975 (Α΄ 77), με βάση τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 17, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση τους με το άρθρο 58 του ν. 4646/2019 (Α΄ 201).


Α.1175/2023

Τροποποίηση της υπό στοιχεία Α.1223/2019 απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων «Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης φόρου μερισμάτων, καθώς και εκτάκτων αμοιβών και ποσοστών (bonus) επιπλέον των μισθών, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 53 του ν. 4607/2019 (Α΄ 65), καθορισμός των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται με αυτή και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών» (B΄ 2357) αναφορικά με τον τύπο και περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης φόρου μερισμάτων, καθώς και έκτακτων αμοιβών και ποσοστών (bonus) επιπλέον των μισθών, που καταβάλλονται ή πιστώνονται στα έτη 2023 και επόμενα. 


ΕΣ/ΤΜ.6/1276/2016

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις νομικές παραδοχές της αρχικής, επί της  υπό  κρίση  έφεσης, 230/2009 απόφασης του Τμήματος, οι οποίες δεν ανατράπηκαν με την πιο πάνω 1806/2014 απόφαση της Ολομέλειας, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, η οποία είχε οριστεί αναπληρώτρια ελεγκτής εξόδων Ο.Τ.Α., εγκρίνοντας την εξόφληση του 21/1994 χρηματικού εντάλματος (το οποίο, σύμφωνα με τη γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε, έφερε την υπογραφή της), διενήργησε πράξη διαχείρισης επί των χρημάτων της Κοινότητας, το πραγματικό δε αυτό γεγονός της προσέδωσε την ιδιότητα της υπολόγου και την, εντεύθεν, δημοσιονομική πλέον ευθύνη της προς αποκατάσταση του ελλείμματος, που προκλήθηκε από την εν λόγω διαχειριστική δράση της. Εξάλλου, η εκκαλούσα, κατά τη διενέργεια της εν λόγω διαχειριστικής πράξης (έγκριση εξόφλησης του 21/1994 Χ.Ε.), δεν επέδειξε την απαιτούμενη εκ της ιδιότητάς της επιμέλεια, αφού δεν προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του επίμαχου χρηματικού εντάλματος και, συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί έλλειψης οποιασδήποτε υπαιτιότητας στο πρόσωπό της ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα  είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της, προς υποστήριξη της επικαλούμενης παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας στο  πρόσωπό της, ότι συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της τότε προϊσταμένης της  και,  αληθής  υποτιθέμενος,  δεν  αναιρεί  την  ευθύνη  της  εκκαλούσας για την ανωτέρω πλημμελή διαχειριστική ενέργεια που της αποδίδεται. Τα δε υποστηριζόμενα από την ίδια περί απειρίας της και έλλειψης ειδικών γνώσεων, λόγω της ιδιότητάς της ως μαθητευόμενης - δόκιμης υπάλληλου, προβάλλονται αλυσιτελώς, καθόσον, όπως εκτέθηκε ανωτέρω (σκ. II), η υπαιτιότητα δεν κρίνεται με βάση τις ατομικές ιδιότητες του υπολόγου, αλλά με βάση τη συμπεριφορά  που  θα  επιδείκνυε,  στη  συγκεκριμένη  κάθε  φορά περίπτωση, ο  μέσος  συνετός  άνθρωπος,  που  ανήκει  στον ίδιο κύκλο επαγγελματικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Περαιτέρω, η αποδιδόμενη, με τον ένδικο καταλογισμό, πλημμελής άσκηση από την εκκαλούσα των καθηκόντων της αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων Ο.Τ.Α., κατά την πληρωμή της εντελλόμενης με το ως άνω χρηματικό ένταλμα δαπάνης, ήτοι η έγκριση πληρωμής αυτής χωρίς να έχει προηγηθεί πλήρης έλεγχος των δικαιολογητικών αυτού, παρουσιάζει μεν απόκλιση από την επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου, που κινείται εντός του οικείου κύκλου επαγγελματικής δραστηριότητας, πλην όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η απόκλιση αυτή εξικνείται πέραν του βαθμού  της ελαφράς αμέλειας, καθόσον η διαχειριστική αυτή συμπεριφορά της δεν αποκλίνει σημαντικά από το ως άνω μέτρο της επιμέλειας, ώστε να μπορεί  να  χαρακτηρισθεί  ως  βαρεία.  Συνεπώς,  η  εκκαλούσα  ευθύνεται   ως υπόλογος σε βαθμό ελαφράς αμέλειας για τη δημιουργία του επίδικου ελλείμματος στη διαχείριση της Κοινότητας Γραμματικού. Εξάλλου, η επίμαχη δαπάνη δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί, κατ’ εφαρμογή των αναφερομένων στη σκέψη IV της παρούσας διατάξεων, καθόσον δεν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις τέσσερις προϋποθέσεις που θέτουν οι εν λόγω διατάξεις, αφού δεν αποδεικνύεται  από  τα  στοιχεία του φακέλου ότι έχει επιτελεσθεί ο σκοπός για τον οποίο διενεργήθηκε (πρβλ. αποφ. VII Τμ. Ε.Σ. 1679/2012, 587/2014). Περαιτέρω, συγγνωστή πλάνη της εκκαλούσας ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, καθόσον όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει  τις  νόμιμες  υποχρεώσεις  της, που συνδέονταν με την ιδιότητά της ως αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων και, συνεπώς, δεν νοείται απαλλαγή της από το συνολικό ποσό του καταλογισμού, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009. Ωστόσο, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας την έλλειψη δόλου ή βαρείας αμέλειας της εκκαλούσας, τη (μικρή) βαρύτητα της δημοσιονομικής παράβασης που διέπραξε και τις συνθήκες τέλεσης αυτής, άγεται στην κρίση ότι πρέπει αυτή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009,  να καταλογιστεί με μέρος μόνο του διαπιστωθέντος ελλείμματος, το οποίο πρέπει να προσδιορισθεί στο ποσό των 1.500 ευρώ.


ΝΣΚ/181/2020

Ειδικότερα ερωτήματα ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 3 του Καν. (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/1995, σχετικά με το χρόνο παραγραφής της “παρατυπίας”.(...)α) Με βάση τον κανόνα ότι τα ευρωπαϊκά γεωργικά ταμεία χρηματοδοτούν μόνον τις πραγματοποιούμενες σύμφωνα με τις διατάξεις της Ένωσης δαπάνες και, με βάση την υποχρέωση επιμέλειας και ανάκτησης που έχουν τα κράτη μέλη και το σύστημα οικονομικής ευθύνης που αυτή συνεπάγεται, η τετραετής προθεσμία παραγραφής του άρθρου 3 παρ. 1 του κανονισμού 2988/1995, δεν έχει την έννοια ότι δεν διεξάγεται έρευνα, κατόπιν καταγγελιών, για πληρωμές/παρατυπίες παλαιότερες των τεσσάρων ετών από το τρέχον έτος (στις περιπτώσεις που δεν πρόκειται για επαναλαμβανόμενες παρατυπίες). Η παραγραφή δεν συνιστά διοικητική ενέργεια, ούτε εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, αλλά προβάλλεται κατ’ ένσταση από τον καθ’ού η ανάκτηση και, εφόσον προβληθεί, εξετάζεται ατομικά κατά περίπτωση. Ο ενδιαφερόμενος έχει τη δυνατότητα να την προβάλει στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 28 του ν. 2520/1997. Με βάση την κρίση της περί της βασιμότητας ή μη της ένστασης, η υπηρεσία θα την αποδεχθεί ή θα την απορρίψει και θα αποφασίσει κατά πόσον θα προβεί ή όχι στην εισηγητική έκθεση για έκδοση απόφασης ανάκτησης ή μη των επίμαχων ποσών. Υπό τις προεκτεθείσες προϋποθέσεις οι ανωτέρω ενέργειες του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν αντίκεινται στην αρχή της ασφάλειας του δικαίου (ομόφωνα). β) Μία παρατυπία είναι «διαρκής» ή «επαναλαμβανόμενη», όταν τελείται από οικονομικό φορέα ο οποίος αντλεί οικονομικά οφέλη από ένα σύνολο όμοιων πράξεων που συνιστούν παράβαση της ίδιας διάταξης του δικαίου της Ένωσης, ακόμα και αν δεν πρόκειται ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά ή όταν συνίσταται σε παράλειψη που εξακολουθεί. Το χρονικό διάστημα που μπορεί, στην περίπτωση αυτή, να μεσολαβεί μεταξύ αυτών - ξεκινώντας από το χρόνο της καταγγελίας προς το παρελθόν μέχρι τη διάπραξη ή και αντίστροφα, μέχρι την παύση της παρατυπίας - δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο της τετραετίας (ομόφωνα). γ) Η παραγραφή του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/1995 έχει εφαρμογή, τόσο στις παρατυπίες του άρθρου 5 αυτού, όσο και στις λοιπές παρατυπίες του άρθρου 4 του εν λόγω κανονισμού. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του κανονισμού 2988/1995 θεσπίζει απόλυτο όριο εφαρμοζόμενο και για τη λήψη διοικητικών μέτρων. Σε περίπτωση θέσπισης από τα κράτη μέλη μεγαλύτερης προθεσμίας παραγραφής, η παραγραφή επέρχεται, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο κατά τη λήξη χρονικού διαστήματος ίσου με το διπλάσιο της μεγαλύτερης αυτής προθεσμίας (ομόφωνα). δ) Το άρθρο 122 του ν. 4270/2014 περί Δημοσίου Λογιστικού βρίσκεται σε διάσταση με το άρθρο 3 παρ. 1 του κανονισμού 2988/1995, ως προς το χρονικό σημείο έναρξης της παραγραφής. Συνεπώς, υφίσταται αυτοτελής υποχρέωση των υπηρεσιών να εφαρμόζουν το άρθρο 3 παρ. 1 του καν. 2988/95, όπως έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δ.Ε.Ε., δηλαδή, τόσο ως προς την έναρξη, όσο και ως προς τη διάρκεια της παραγραφής. Περαιτέρω όμως, απαιτείται νομοθετική ρύθμιση, ορίζουσα ως εναρκτήριο σημείο της παραγραφής της δίωξης της παρατυπίας τη διάπραξή της. Υπό την προϋπόθεση δε της νομοθετικής πρόβλεψης της αφετηρίας αυτής, η πενταετία θεωρείται, κατά τα νομολογιακά δεδομένα εύλογο χρονικό διάστημα της παραγραφής αυτής (κατά πλειοψηφία). Παραπέμφθηκε στη Β΄ Τακτική Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 154/2020 γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος.