ΝΣΚ/83/2021
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Εάν, μετά από την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 4488/2017, με βάση τις οποίες οι εργοδότες υποχρεούνται να αναγγέλλουν κάθε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού, εντός τεσσάρων (4) εργασίμων ημερών, από την ημερομηνία οικειοθελούς αποχώρησής του, στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν Πράξη Επιβολής Αυτοτελούς Προστίμου (ΠΕΑΠ), όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011, ως κύρωση, για την, εκ μέρους των εργοδοτών, μη αναγγελία ή την εκπρόθεσμη αναγγελία στον ΟΑΕΔ, της οικειοθελούς αποχώρησης των μισθωτών.(....)Μετά την θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 4488/2017, οι διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011 δεν θα πρέπει να θεωρηθούν σιωπηρά καταργημένες και, επομένως, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να εκδίδουν Πράξη Επιβολής Αυτοτελούς Προστίμου (ΠΕΑΠ), όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 65 του ν. 3996/2011, ως κύρωση, για την, εκ μέρους των εργοδοτών, μη αναγγελία ή την εκπρόθεσμη αναγγελία στον ΟΑΕΔ, της οικειοθελούς αποχώρησης των μισθωτών (κατά πλειοψηφία)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
366738/2021
Επιβολή χρηματικού προστίμου Π.Ε.Α.Π. λόγω εκπρόθεσμης δήλωσης οικειοθελούς αποχώρησης στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ και μετά την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 38 του Ν.4488/2017» ΑΔΑ:68ΕΗ46ΜΑΠΣ-ΨΜΧ
ΙΚΑ/Σ32/9/2011
ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση της διάταξης της παρ. 9 του άρθρου 77 του ν. 3996/2011, σύμφωνα με την οποία παύει από 5/8/2011 η αρμοδιότητα της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής να προσαυξάνει το ποσοστό αναπηρίας που χορηγείται από τις Υγειονομικές Επιτροπές.»ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ: 67
ΙΚΑ/Σ40/97/2013
ΘΕΜΑ: Οι άνδρες ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ έχουν δικαίωμα να συμπληρώσουν τις 10.000 ημέρες ασφάλισης με αναγνώριση πλασματικών χρόνων του άρθ. 40 του N . 3996/2011, προκειμένου να λάβουν μόνο πλήρη σύνταξη και όχι μειωμένη.Σχετ: Το με αρ. πρωτ. Φ. 11221/21120/1404/21.2.2013 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
ΝΣΚ/126/2020
Εάν στην έννοια του όρου «ορισμού οργάνου ή οργάνων» της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 70 του ν. 3996/2011 περιλαμβάνεται η δυνατότητα σύστασης Επιτροπών Εκδίκασης Ενδικοφανών Προσφυγών, που έγινε κατ’ επίκληση της εν λόγω διάταξης με την 635/8.3.2016 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΔ περί Νέου Κανονισμού Εκδίκασης Ενδικοφανών Προσφυγών του ΟΑΕΔ.(…) «Ο ορισμός οργάνου ή οργάνων» από το Δ.Σ. του ΟΑΕΔ σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1 του ν. 3996/2011, δεν πρέπει να εκλαμβάνεται υπό τη στενή, αλλά υπό την ευρεία του έννοια, που περιλαμβάνει και τη σύσταση Επιτροπών Εκδίκασης Ενδικοφανών Προσφυγών (κατά πλειοψηφία).
ΙΚΑ/Σ40/114/2016
ΘΕΜΑ: «Οι άνδρες ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μπορούν να συμπληρώσουν τις 10.000 ημέρες ασφάλισης με αναγνώριση πλασματικών χρόνων του άρθ. 40 του Ν. 3996/2011,προκειμένου να λάβουν μειωμένη σύνταξη εφόσον η αίτηση αναγνώρισης και η αίτηση για σύνταξη έχει υποβληθεί έως την 31/12/2013»- Τροποποίηση οδηγιών.Σχετ: Το με αρ. Σ40/97/23-04-2013 Γ.Ε. της Δ/νσης Παροχών, Τμήμα Κύριας Σύνταξης
ΔΕΔ/Θεσ/1323/2025
Η απόφαση 1323/2025 της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών αφορά την απόρριψη ενδικοφανούς προσφυγής κατά πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2024, η οποία όριζε φόρο 426,99€. Ο προσφεύγων ζήτησε την τροποποίηση της πράξης, ισχυριζόμενος ότι ποσό 4.556,46€, το οποίο δηλώθηκε ως παροχή σε είδος από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, αποτελεί μέρος πρότασης οικειοθελούς αποχώρησης από το 2020 (παρελθούσα εργασιακή σχέση) και αφορά την κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών υγείας για το 2024, οι οποίες έπρεπε να αφαιρεθούν από το φορολογητέο εισόδημά του. Η ΔΕΔ απέρριψε την προσφυγή, κρίνοντας τους ισχυρισμούς αβάσιμους, καθώς ο προσφεύγων δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο.
ΕλΣυν/Κλ.1/30/2016
Δικηγόροι-Αποζημίωση συνταξιοδότησης.(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι από ..και από …αιτήσεις του φερόμενου ως δικαιούχου του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος προς το Δήμο ...., οι οποίες υποβλήθηκαν πριν αυτός θεμελιώσει δικαίωμα για πλήρη σύνταξη, κατά τη νομοθεσία που διέπει τον οικείο Ο.Τ.Α. (ν.3584/2007, ν.4505/1966 και ν.δ. 1827/1942), έχοντας συμπληρώσει είκοσι οκτώ (28) έτη συντάξιμης υπηρεσίας και όχι τριάντα πέντε (35) έτη που απαιτούνται για πλήρη σύνταξη, συνιστούν καταγγελία της σύμβασης έμμισθης εντολής (οικειοθελή αποχώρηση) και δεν συνεπάγονται υποχρεωτική αποχώρηση. Περαιτέρω, το δικαίωμα προς αποζημίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου κρίνεται σύμφωνα με νομοθετικό καθεστώς, που ίσχυε κατά τον χρόνο περιέλευσης (βλ. και άρθρο 152 παρ. 5 του ν. 3584/2007) της σχετικής δεύτερης αίτησης – καταγγελίας στο Δήμο .... (31.10.2014), που αποτελεί τον κρίσιμο χρόνο, δεδομένου ότι η καταγγελία της έμμισθης εντολής, παράγει τα έννομα αποτελέσματά της, μεταξύ των οποίων και το δικαίωμα προς αποζημίωση, από την περιέλευσή της στον εντολέα (Ε.Σ. Κλ.Πρ.Ελ.Δαπ. 116/2015). Λαμβάνοντας, δε, υπόψη ότι ο εν λόγω πρώην έμμισθος δικηγόρος του Δήμου κατήγγειλε (έλυσε) οικειοθελώς τη σύμβαση έμμισθης εντολής με τον Δήμο ...., δεν δικαιούται την προβλεπόμενη στο άρθρο 46 παρ. 3 του Κώδικα Δικηγόρων αποζημίωση. Περαιτέρω, δεδομένου ότι από 7.4.2014, ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου πρώτου υποπαρ. ΙΕ.1.α΄ του ν.4254/2014, καταργήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρο 46 παρ.5 του Κώδικα Δικηγόρων αποζημίωση σε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης δικηγόρου από την υπηρεσία, ο φερόμενος ως δικαιούχος δεν δικαιούται ούτε την μειωμένη αποζημίωση που προβλεπόταν μέχρι τις 6.4.2014, σε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης δικηγόρου. Εξάλλου, εσφαλμένως υπολαμβάνει αυτός ότι θεμελίωσε δικαίωμα για πλήρη σύνταξη από το Ελληνικό Δημόσιο, βάσει του άρθρου 6 παρ.2 περ. βα΄ του ν. 3865/2010, καθόσον με τη διάταξη αυτή, οι δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι, οι οποίοι έχουν ανήλικο τέκνο δικαιούνται να λάβουν σύνταξη, ακόμα και αν έχουν συμπληρώσει χαμηλότερο όριο ηλικίας, ήτοι το πεντηκοστό δεύτερο (52ο) έτος της ηλικίας τους συμπληρωμένο, το οποίο αυξάνεται στο πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος από 1ης Ιανουαρίου 2012, κατ’ εξαίρεση των γενικών κανόνων που διέπουν τα όρια ηλικίας που απαιτούνται για τη θεμελίωση δικαιώματος σε σύνταξη. Η διάταξη αυτή, ωστόσο δεν αναιρεί το γεγονός ότι πλήρη σύνταξη, ανερχόμενη δηλαδή στα 35/35 του μηνιαίου συντάξιμου μισθού δικαιούται ο υπάλληλος που συμπληρώνει 35ετή πραγματική συντάξιμη υπηρεσία. Κατ’ ακολουθία, είναι αβάσιμα όσα περί του αντιθέτου προβάλλονται με τα από 10.12.2015, 5.1.2016 και 15.1.2016 υπομνήματα του φερόμενου ως δικαιούχου. Κατόπιν τούτων η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη στο σύνολό της και το χρηματικό αυτό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση του επικουρικά προβαλλόμενου λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου.
ΝΣΚ/273/2015
Δυνατότητα ή μη συνεργασίας της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.) με το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών (Σ.Ο.Ε.Λ.) για τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων.Ερωτάται, ενόψει του διδόμενου ιστορικού, εαν:α) Δύναται η Ε.Λ.Τ.Ε να συνεργαστεί με το Σ.Ο.Ε.Λ,για τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων σε ελεγκτικά γραφεία και νόμιμους ελεγκτές που ελέγχουν οντότητες μη δημοσίου ενδιαφέροντος,σύμφωνα με το εθνικό και ενωσιακό νομοθετικό πλαίσιο, β) σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο ανωτέρω ερώτημα,ποιά δύναται να είναι η ακριβής μορφή μιας τέτοιας συνεργασίας και από ποιό πλαίσιο θα διέπεται. γ)στις περιπτώσεις που το Σ.Ο.Ε.Λ διενεργεί ποιοτικούς ελέγχους στις ελεγκτικές εταιρείες που ελέγχουν οντότητες μη δημοσίου ενδιαφέροντος, νομιμοποιείται η Ε.Λ.Τ.Ε με τα ευρήματα των ελέγχων αυτών να επιβάλλει κυρώσεις και ποινές σύμφωνα με την πειθαρχική διαδικασία. δ) με βάση το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο έχει επέλθει πλήρης κατάργηση του συνόλου των διατάξεων του π.δ 226/1992.(...) Δυνατότητα ή μη συνεργασίας της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.) με το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών (Σ.Ο.Ε.Λ.) για τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων. Επί του α’ ερωτήματος ότι δεν νοείται, σύμφωνα με το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, συνεργασία της Ε.Λ.Τ.Ε. με το Σ.Ο.Ε.Λ. για τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων σε ελεγκτικά γραφεία και νόμιμους ελεγκτές που ελέγχουν οντότητες μη δημοσίου ενδιαφέροντος, με συνέπεια να παρέλκει η απάντηση στα δύο επόμενα (β’ και γ’) ερωτήματα. Τέλος, σε ό,τι αφορά το δ’ ερώτημα είναι σαφές ότι, βάσει της κείμενης εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, έχουν σιωπηρώς καταργηθεί οι διατάξεις της περ.ε’ της παρ.2 του άρθρου 9 του π.δ. 226/1992, κατά το σκέλος που μ’ αυτές προβλεπόταν η άσκηση από το Εποπτικό Συμβούλιο του ΣΟΕΛ ταυτόσημων αρμοδιοτήτων μ’ αυτές που ήδη ασκούνται από το ΣΠΕ της ΕΛΤΕ, κατ’ άρθρο 27 του ν. 3693/2008, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του ν. 3148/2003, όπως ισχύει, ή τους εντεταλμένους αυτής (ΕΛΤΕ) ελεγκτές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 παρ.1 της υπ’ αρ. 7950/159/22-2-2011 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. (πλειοψ.) - ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/107/2019
Καταβολή αποδοχών:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις προηγούμενες σκέψεις, το διάστημα από 23.6.1993 έως 14.3.1995 κατά το οποίο ο προαναφερόμενος υπάλληλος απασχολήθηκε ως σερβιτόρος, δεν μπορεί να αναγνωριστεί για τη μισθολογική του εξέλιξη στην κατηγορία εκπαίδευσης όπου ήδη υπηρετεί, διότι παρασχέθηκε χωρίς τίτλο σπουδών της ΠΕ κατηγορίας. Επιπροσθέτως δε διότι παρασχέθηκε σε αντικείμενο και θέση απασχόλησης που δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε συνάφεια ή σχέση με τα καθήκοντα του ίδιου υπαλλήλου που εμπίπτουν σε αρμοδιότητες οικονομικής υπηρεσίας. Ακόμα, το διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 δεν μπορεί να συνυπολογιστεί για τη μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, διότι και κατά τον χρόνο αυτό δεν είχε αποκτήσει τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο ανωτέρω χρόνος δεν προσμετρήθηκε ούτε ως εμπειρία, σύμφωνα με την 2272/2005 απόφαση ΑΣΕΠ, κατά τη διαδικασία διορισμού του. Εξάλλου, το προαναφερόμενο διάστημα από 15.3.1995 έως 9.10.1995 και έως 17.6.1998 κατά το οποίο συνολικά ο ανωτέρω υπηρέτησε με την ιδιότητα του βοηθού λογιστή σε δημοτική επιχείρηση, δεν μπορεί να προσμετρηθεί για τη μισθολογική του εξέλιξη, διότι οι ειδικότητες βοηθού λογιστή και λογιστή διαφέρουν, τα αντίστοιχα καθήκοντα διαφοροποιούνται, η δε θέση του βοηθού λογιστή είναι κατώτερη του λογιστή και από την άποψη των προβλεπόμενων, στις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αμοιβών και από την άποψη της ευθύνης που συνεπάγεται η σχετική απασχόληση. Το γεγονός ότι ο ανωτέρω ήταν πτυχιούχος ΑΕΙ από το έτος 1995 και είχε τον απαιτούμενο για την κατηγορία πανεπιστημιακής εκπαίδευσης τίτλο σπουδών δεν επιδρά εξομοιωτικά, διότι η προσμέτρηση προϋπηρεσίας για τη μισθολογική κατάταξη προϋποθέτει κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 2 ανωτέρω τη συνδρομή σωρευτικά των προϋποθέσεων να υφίσταται ο απαιτούμενος τίτλος σπουδών και αντιστοιχία μεταξύ των ασκούμενων καθηκόντων, του επιπέδου ευθύνης της θέσης εργασίας και του αντικειμένου εργασίας. Άλλωστε, όπως συνάγεται και από τα αναγραφόμενα στην αναγγελία πρόσληψης, η απασχόληση σε θέση βοηθού λογιστή (ακόμα δε και αυτή του λογιστή στη συνέχεια) δεν συναρτήθηκε, ως προς τα τυπικά προσόντα, με τον τίτλο σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης που απέκτησε ο ανωτέρω υπάλληλος, ενώ δεν γίνεται επίκληση οποιουδήποτε εσωτερικού κανονισμού εργασίας από τον οποίο προκύπτουν οι θέσεις που είχαν συσταθεί, μεταξύ των οποίων και θέση «βοηθού λογιστή» και οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που ασκούσε ο υπηρετών στη συγκεκριμένη θέση στην τότε «Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης … (..)» ούτε άλλα στοιχεία από τα οποία προκύπτουν τα καθήκοντα που πράγματι άσκησε ο φερόμενος ως δικαιούχος, τέτοια δε στοιχεία δεν υποβλήθηκαν προς εκτίμηση ούτε ενώπιον του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου προκειμένου να αξιολογηθούν ουσιαστικά. Εξάλλου, ούτε το γεγονός ότι ο ανωτέρω είχε την άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3, η άδεια αυτή, προβλεπόταν μεν κατά το παρελθόν ως προϋπόθεση άσκησης των οικείων δραστηριοτήτων κατ’ επάγγελμα, ωστόσο δεν προσέδιδε την ιδιότητα του λογιστή σε όσους, παρά ταύτα, όπως ο φερόμενος ως δικαιούχος του χρηματικού εντάλματος, απασχολήθηκαν σε θέση βοηθού λογιστή. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας κατά τον οποίο μη νομίμως στο χρόνο προϋπηρεσίας που αναγνωρίστηκε για τη μισθολογική εξέλιξη του ανωτέρω υπαλλήλου συνυπολογίστηκε το διάστημα από 23.6.1993 ως 17.6.1998, είναι βάσιμος, είχε δε ως συνέπεια να επανακαταταχθεί εσφαλμένως στο 12ο μισθολογικό κλιμάκιο της ΠΕ κατηγορίας και η εντελλόμενη δαπάνη για το λόγο αυτό είναι εν μέρει μη νόμιμη, τυγχάνουν δε απορριπτέοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος υπαλλήλου που προβάλλονται με το από 11.10.2018 έγγραφο υπόμνημά του. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 44 του ν. 4569/2018 αναφέρεται σε μετατασσόμενους υπαλλήλους, περίπτωση που δεν είναι κρίσιμη εν προκειμένω.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/213/2019
Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Σύμφωνα, ωστόσο, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 197 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων και της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του π.δ. 410/1988, η παραμονή της ως άνω υπαλλήλου στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μετά και τη συμπλήρωση του 65 έτους της ηλικίας της, δοθέντος ότι δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο ελάχιστο αριθμό ενσήμων (4.500) για τη λήψη έστω μειωμένης σύνταξης. Ωστόσο, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η παραμονή της αυτή στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μόνο μέχρι τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που, όπως προκύπτει από την 785/12.5.2017 απόφαση απονομής σύνταξης του ΕΦΚΑ, συντελέστηκε στις 28.7.2015, και όχι μέχρι τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας της. Ως εκ τούτου, μετά την άνω ημερομηνία η εργασιακή της σχέση θα έπρεπε να λυθεί αυτοδικαίως με την έκδοση σχετικής διαπιστωτικής πράξης του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου. Το γεγονός αυτό, πέραν των τυχόν άλλων συνεπειών, επηρεάζει και τη νομιμότητα της ελεγχόμενης δαπάνης, αφού το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης προσδιορίζεται με βάση τις καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές, κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης, και συναρτάται επίσης με τους συνολικούς μήνες νόμιμης απασχόλησης. Κατά συνέπεια και για το λόγο αυτό, μη νομίμως εκκαθαρίζεται στην υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης, η οποία υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα απασχόλησής της (Δεκέμβριος 2016) και για χρόνο υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών, εννέα (9) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών. Ωστόσο, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας, σύμφωνα με τον οποίο η καταβαλλόμενη αποζημίωση απόλυσης θα πρέπει να συμψηφιστεί με τις αποδοχές που έλαβε η πρώην υπάλληλος κατά το χρονικό διάστημα από 23.7.2013 έως 17.7.2014, κατά το οποίο τελούσε υπό καθεστώς διαθεσιμότητας. Και τούτο δοθέντος ότι αυτό δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, αφού με την περίπτωση 4.α.ι της υποπαραγράφου Ζ2 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκε, εισάγεται ειδική ρύθμιση και θεσπίζεται ειδική περίπτωση αποζημίωσης απόλυσης, λόγω κατάργησης θέσης, στην περίπτωση μη μεταφοράς του υπαλλήλου που τέθηκε σε καθεστώς διαθεσιμότητας σε άλλη θέση και λύσης της εργασιακής του σχέσης, που αποδίδεται και τους μόνιμους υπαλλήλους, για τον υπολογισμό του ύψους της οποίας γίνεται κατά τα λοιπά παραπομπή στις ρυθμίσεις του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 και ως προς την οποία αποκλειστικά επιβλήθηκε η υποχρέωση συμψηφισμού με τις ληφθείσες αποδοχές διαθεσιμότητας. Αν δε ο νομοθέτης επιθυμούσε τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας, ο χρόνος της οποίας θεωρείται, άλλωστε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 4369/2016, όπως τροποποιήθηκε, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, με την αποζημίωση απόλυσης, κατά το χρόνο οριστικής αποχώρησης του υπαλλήλου από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, θα έπρεπε να το θεσπίσει ρητά.