×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Κλ.6/103/2009

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 60/2007

Από το συνδυασμό των άρθρων 42 παρ. 1-2, 46 παρ. 1-2,6, 51 παρ. 1 α, 2 του Π.Δ. 60/07 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» …» (Α΄ 64) σε συνδυασμό και με τα άρθρα 8 και 20 του Π.Δ. 394/1996 «Κανονισμός Προμηθειών Δημοσίου» (Α΄ 266), συνάγεται ότι στο σύστημα των οδηγιών που αφορούν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων και η ανάθεση της συμβάσεως αν και δεν αποκλείεται να πραγματοποιούνται ταυτόχρονα, αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ο έλεγχος της καταλληλότητας των προσφερόντων γίνεται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας (κριτήρια ποιοτικής επιλογής), για την αξιολόγηση των οποίων προσκομίζονται αντίστοιχα δικαιολογητικά. Αντίθετα, η ανάθεση βασίζεται είτε στη χαμηλότερη τιμή είτε στην πιο συμφέρουσα οικονομικά προσφορά. Στην τελευταία περίπτωση τα κριτήρια αξιολόγησης που μπορούν να γίνουν δεκτά από τις αναθέτουσες αρχές ποικίλουν, χωρίς να απαριθμούνται περιοριστικά στις ισχύουσες διατάξεις, επαφίεται δε στην αναθέτουσα αρχή να τα επιλέξει με τη διακήρυξη του διαγωνισμού. Η επιλογή αυτή, πάντως, δεν μπορεί να αναφέρεται παρά μόνο στα κριτήρια που αφορούν την εξακρίβωση της προσφοράς που είναι η πλέον συμφέρουσα οικονομικά. Συνεπώς, αποκλείονται ως κριτήρια αναθέσεως τα κριτήρια που δεν σκοπούν στον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, αλλά συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση. Κριτήρια όπως η εμπειρία των υποψηφίων από ανάλογες προμήθειες, ή από τη χρήση ομοίων προς τα υπό προμήθεια προϊόντων ή το πελατολόγιο αφορούν την καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, επομένως δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως κριτήρια αξιολόγησης της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής άποψης προσφοράς και αναθέσεως της συμβάσεως (ΔΕΚ, Απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2006, C 532/06, Λιανάκης ΑΕ κ.λπ., Απόφαση της 19ης Ιουνίου 2003, C- 315/2001, Gat, Πράξη 38/2009 VI Τμ., 26/2009 Στ΄ Κλ.).

Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.4/2509/2009


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν.Τμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/992/2011

Ανάθεση υπηρεσιών καθαρισμού:  Με  τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπ’ αριθμ.. ΙΙ σκέψη, το παρόν Τμήμα κρίνει, κατά πλειοψηφία, ότι εσφαλμένως υπελήφθησαν τόσο από το δικάσαν Τμήμα (VI) όσο και από το Κλιμάκιο (Z΄ ) τα ως άνω κριτήρια τεχνικής αξιολόγησης ως κριτήρια ανάθεσης και συνακόλουθα εσφαλμένως κρίθηκε ότι η διακήρυξη του υπό κρίση διαγωνισμού ήταν πλημμελής, επειδή τα ως άνω κριτήρια περιλαμβάνονταν μεταξύ των στοιχείων τεχνικής αξιολόγησης των προσφορών (Ομάδα Β΄). Τούτο, διότι τα εν λόγω κριτήρια, στη συγκεκριμένη περίπτωση (όπου ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων διενεργείται ταυτόχρονα με την τεχνική αξιολόγηση), είναι πρόσφορα για τον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς και συνεπώς ορθώς αυτά συμπεριλήφθηκαν μεταξύ των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, ήτοι ελήφθησαν υπόψη ως κριτήρια καταλληλότητας των υποψηφίων αναδόχων (εξακρίβωσης της ικανότητάς τους να εκτελέσουν τη σύμβαση) και νομίμως τα στοιχεία αυτά βαθμολογήθηκαν ειδικά και αξιολογήθηκαν για κάθε συμμετέχουσα εταιρία, κατά τα οριζόμενα τη διακήρυξη, για την οποία τηρήθηκαν πλήρως και νομίμως όλοι οι κανόνες δημοσιότητος.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αίτηση αναθεώρησης του Τ.Ε.Ι. .., όπως και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση της εταιρείας «.....» πρέπει να γίνουν δεκτές, να αναθεωρηθεί η προσβαλλόμενη  467/2011 απόφαση του VI Τμήματος και δεδομένου ότι δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, τo υπό κρίση σχέδιο αυτής πρέπει να υπογραφεί.


ΔΕΚ/Τ-148/2004

Δημόσιες συμβάσεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Σύναψη συμβάσεως κατόπιν προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών — Ανάθεση των συμβάσεων — Κριτήρια αναθέσεως — Επιλογή της αναθέτουσας αρχής — Όριο — Προσφυγή σε κριτήρια που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς — Επιτρέπεται η χρήση όχι αποκλειστικά οικονομικών κριτηρίων.Σχετ.ΣτΕ/100/2009


ΕλΣυν/Τμ.6/467/2011

Στο άρθρο 3 (άρθρο 2 οδηγίας 2004/18/ΕΚ) του π.δ. 60/2007 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» …» (ΦΕΚ Α΄ 64) ορίζεται ότι: «Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις ενεργώντας με διαφάνεια». Σύμφωνα με το περιεχόμενο της διάταξης αυτής στο πλαίσιο του συντονισμού σε κοινοτικό επίπεδο των διαδικασιών για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, κύριος σκοπός είναι η κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως, παροχής υπηρεσιών και προϊόντων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προκειμένου να ισχύσει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ των οικονομικών φορέων των κρατών μελών και, περαιτέρω, η αποσόβηση του κινδύνου να προτιμηθούν οι ημεδαποί υποψήφιοι κατά τη σύναψη συμβάσεως καθώς και ο αποκλεισμός του ενδεχομένου η δημοσίου δικαίου αναθέτουσα αρχή να καθορίζει τη στάση της με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως (ΔΕΚ C-380/98 University of Cambridge, σκέψεις 16-17, C-285/99 Lombardini σκέψεις 34-38, όπου περαιτέρω παραπομπές). Περαιτέρω, στο άρθρο 51 του ίδιου π.δ. (άρθρο 53 Οδηγίας 2004/18/ΕΚ) ορίζεται ότι: «1. (…) τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τις δημόσιες συμβάσεις, είναι: όταν η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά κατά την κρίση της αναθέτουσας, κριτήρια συνδεόμενα με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης, ιδίως η ποιότητα, η τιμή, η τεχνική αξία, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το κόστος λειτουργίας, η αποδοτικότητα, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική συνδρομή, η ημερομηνία παράδοσης και η προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης (…)». Από το συνδυασμό των προαναφερομένων διατάξεων, συνάγεται ότι το στάδιο του ελέγχου της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων είναι διακριτό από εκείνο της ανάθεσης της σύμβασης, αφού αποτελούν δύο αυτοτελείς διαδικασίες και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες, ακόμα και στις περιπτώσεις που κατά την κείμενη νομοθεσία πραγματοποιούνται ταυτόχρονα. Ειδικότερα, ο έλεγχος της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων, που λογικά και χρονικά προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης και συνδέεται με την αποδοχή ως υποψηφίων διαγωνιζομένων μόνον όσων πληρούν ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και τεχνικών ή και επαγγελματικών ικανοτήτων, γίνεται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοδοτικής και τεχνικής ικανότητας (κριτήρια ποιοτικής επιλογής, που αναφέρονται στα άρθρα 45 έως 50 του π.δ. 60/2007), για την αξιολόγηση των οποίων προσκομίζονται αντίστοιχα δικαιολογητικά. Η ανάθεση της σύμβασης γίνεται αφού ελεγχθεί η καταλληλότητα του διαγωνιζομένου και πραγματοποιείται σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει η διακήρυξη βάσει είτε της χαμηλότερης τιμής είτε της πιο συμφέρουσας οικονομικά προσφοράς. Όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επιμέρους κριτηρίων, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την ανάδειξη του αναδόχου, όμως, η επιλογή αυτή αφορά αποκλειστικά τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορισθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά και μόνον. Ως εκ τούτου, δεν δύνανται να ανάγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία βάσει των οποίων πιστοποιείται η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων, προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (δηλαδή τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής), τα οποία μόνον στο πλαίσιο του ελέγχου της συνδρομής των τυπικών προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό μπορούν να εκτιμηθούν (ΔΕΚ απόφαση της 20.9.1988, C-31/1987, Beentjes, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκέψεις 17 έως 20 και 24, απόφαση της 19.6.2003, C-315/2001, Gesellschaft fur Abfallentsorgungs-Technik GmbH (GAT), σκέψεις 59 έως 67, απόφαση της 24.1.2008, C-532/2006, Εμ. Γ. Λιανάκης Α.Ε., σκέψεις 26 έως 32, απόφαση της 12.11.2009, C-199/2007 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 50 έως 58, ΣτΕ 2229/2010, 1128/2009, Ε.Α. ΣτΕ 1318/2009, 1148/2009, 101/2009). Ο Σύμβουλος Γεώργιος Βοΐλης διατύπωσε την εξής γνώμη: Όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας προσφοράς καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επί μέρους κριτηρίων τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την επιλογή του αναδόχου. Και ναι μεν εκτός από την προσφερόμενη τιμή μπορεί να τίθενται και κριτήρια συνδεόμενα με την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και την οργάνωση του διαγωνιζομένου για την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως, δεν δύνανται ωστόσο να άγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 45 και 46 του π.δ. 60/2007 δηλαδή τα στοιχεία εκείνα, βάσει των οποίων πιστοποιείται η οικονομική φερεγγυότητα και η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (τ


ΣτΕ ΕΑ 112/2011

Στε. Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.-Διακήρυξη-Ανάθεση. (...) Ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων προμηθευτών και η ανάθεση της σύμβασης, έστω και αν δεν διενεργούνται ταυτόχρονα , είναι διαδικασίες αυτοτελείς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες. Ειδικότερα, ενώ ο έλεγχος της καταλληλότητας των υποψηφίων διενεργείται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα κριτήρια οικονομικής, χρηματοοικονομικής και τεχνικής ικανότητας, αντιθέτως, κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης είναι , είτε η χαμηλότερη τιμή, είτε η πλέον συμφέρουσα προσφορά από οικονομικής απόψεως . Συνεπώς, τα κριτήρια τα οποία δεν σκοπούν στον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής απόψεως προσφοράς , δεν συνιστούν κριτήρια ανάθεσης, αλλά αφορούν κυρίως την εκτίμηση της καταλληλότητας των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό , να εκτελέσουν την οικεία σύμβαση . .. Επίσης, οι όροι της διακήρυξης , πρέπει να είναι αρκούντως ακριβείς και σαφείς, ώστε , αφενός μεν, να επιτρέπεται στους ενδιαφερομένους να κατανοούν αυτούς πλήρως και να τους ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση, περί της εφαρμογής αυτών από την διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο προς όλους τους προσφέροντες. Με την ένδικη αίτηση προβάλλεται, ότι, ενώ η προσβαλλόμενη διακήρυξη επιτρέπει την προσφορά για κάθε είδος χωριστά και προβλέπει την δυνατότητα υποβολής εγγύησης για συγκεκριμένο ποσοστό της αναλογικά προυπολογισθείσας δαπάνης για την ποσότητα του κάθε προσφερόμενου είδους ,εντούτοις δεν περιέχει αναλογικό προυπολογισμό των επιμέρους ειδών , ώστε να είναι τελικά εφικτός ο υπολογισμός της .... Η επιτροπή αναστολών ΣΕ δέχεται εν μέρει την αίτηση..


ΣΤΕ/ΕΑ/98/2011

Προμήθεια αντιδραστηρίων ανοσολογικών εξετάσεων...Επειδή, η αιτούσα με την προδικαστική προσφυγή της είχε προβάλει και επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αίτηση ότι το κριτήριο τη προηγούμενης εμπειρίας στη διάθεση παρομοίων αντιδραστηρίων σε άλλα Νοσοκομεία, δεν συνιστά «κριτήριο αναθέσεως», κατά την έννοια τού άρθρου 51 τού πδ 60/2007, αλλά «κριτήριο ποιοτικής επιλογής», κατά την έννοια τού άρθρου 46 τού αυτού πδ και, επομένως, κατά παράβαση τών εν λόγω διατάξεων έχει περιληφθεί στα κριτήρια βαθμολογίας τής τεχνικής προσφοράς τών διαγωνιζομένων. Και αυτός ο προβαλλόμενος λόγος πιθανολογείται σοβαρά ως βάσιμος. Τούτο δε διότι το κριτήριο αυτό, το οποίο στην επίμαχη διακήρυξη έχει τεθεί ως αυτοτελές κριτήριο βαθμολόγησης (στοιχείο 3 της ομάδας Β των κριτηρίων βαθμολόγησης) και όχι ως στοιχείο εξειδίκευσης ή απόδειξης άλλου βαθμολογητέου κριτηρίου, καθ’ ο μέρος ανάγεται σε αξιολόγηση ποσοτικών απλώς δεδομένων, που αφορούν αποκλειστικά τον αριθμό τών προηγουμένων παραδόσεων παρομοίων αγαθών, και μάλιστα αποκλειστικά σε νοσοκομεία, χωρίς άλλες διευκρινίσεις σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες παραδόσεις, δεν παρέχει ενδείξεις που να επιτρέπουν να διατυπωθεί η κρίση περί της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς και, συνεπώς, δεν αποτελεί πρόσφορο κριτήριο αναθέσεως της συμβάσεως, παρά μόνον κριτήριο ποιοτικής επιλογής, δηλαδή κριτήριο που αφορά την καταλληλότητα των συμμετεχόντων στοστον διαγωνισμό να εκτελέσουν τη σύμβαση ... Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και κατά το μέρος αυτό.


ΕλΣυν/Επταμ/610/2012

Ανάθεση υπηρεσιών καθαριότητας των χώρων  του Νοσοκομείου. ...ζητείται η αναθεώρηση της υπ΄ αριθμ. 3369/2011 απόφασης του VI  Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, (...) Με τις παραδοχές αυτές, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη (υπό ΙΙ) σκέψη, το Τμήμα μείζονος – επταμελούς σύνθεσης άγεται στην κρίση, κατά πλειοψηφία, ότι εσφαλμένως τα περιλαμβανόμενα στη συγκεκριμένη διακήρυξη κριτήρια υπελήφθησαν τόσο από το δικάσαν Τμήμα (VI) όσο και από το Κλιμάκιο (Z΄) ως κριτήρια ανάθεσης κατά την έννοια του άρθρου 51 του π.δ. 60/2007 και, συνακόλουθα, εσφαλμένως κρίθηκε ότι η διακήρυξη του ελεγχόμενου διαγωνισμού ήταν πλημμελής, με την αιτιολογία ότι έπληξε τον ελεύθερο ανταγωνισμό, αποτρέποντας, ενδεχομένως, πιθανούς υποψήφιους παρόχους υπηρεσιών να συμμετάσχουν στη διαγωνιστική διαδικασία και, κυρίως, συμβάλλοντας στην αλλοίωση τόσο της αξιολόγησης των προσφορών των διαγωνιζομένων όσο και στη διαμόρφωση του αποτελέσματος της δημοπρασίας. Τούτο, διότι τα εν λόγω κριτήρια είναι πρόσφορα για τον έλεγχο της καταλληλότητας των υποψηφίων, βάσει των επαγγελματικών και τεχνικών τους γνώσεων και ικανοτήτων, συνεπώς ορθώς αυτά συμπεριελήφθησαν μεταξύ των κριτηρίων «ποιοτικής επιλογής», κατά την έννοια των άρθρων 45 έως 50 του π.δ. 60/2007, προκειμένου να εξακριβωθεί η ικανότητά τους να εκτελέσουν τη σύμβαση, αξιολογήθηκαν και βαθμολογήθηκαν ειδικά για κάθε συμμετέχουσα εταιρεία. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη την ως άνω τεχνική αξιολόγηση, η αναθέτουσα αρχή ορθώς προχώρησε, μετά την αξιολόγηση των οικονομικών προσφορών των υποψηφίων αναδόχων, βάσει συγκριτικού πίνακα, στην κατακύρωση των ελεγχόμενων υπηρεσιών καθαριότητας, έχοντας ως κριτήριο τη συμφερότερη προσφορά, για την επιλογή της οποίας εφάρμοσε τον προβλεπόμενο στο οικείο άρθρο της διακήρυξης τύπο. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Χρυσούλας Καραμαδούκη και Μαρίας Βλαχάκη, τόσο το δικάσαν Τμήμα όσο και το Κλιμάκιο δεν έσφαλαν κρίνοντας ότι τα τεθέντα από την οικεία διακήρυξη ως κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών στην ομάδα Α’ και Β΄ δεν είναι πρόσφορα για τον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, αλλά αφορούν αποκλειστικά στην εξακρίβωση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση και επομένως μη νομίμως τέθηκαν από τη διακήρυξη ως επιμέρους κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος περί αναθεωρήσεως πρέπει να απορριφθεί. Πλην όμως η γνώμη αυτή δεν κράτησε. Περαιτέρω, ορθώς το VI Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι μη νομίμως η αξιολόγηση του διαγωνισμού έγινε από τη συγκροτηθείσα με την 12047/22.9.2010 απόφαση του Διοικητή του Νοσοκομείου επιτροπή, η οποία δεν συγκροτήθηκε παγίως και με ετήσια διάρκεια, σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 3 του π.δ. 118/2007, αλλά για να καλύψει τις ανάγκες διενέργειας του συγκεκριμένου διαγωνισμού και μόνο. Πλην όμως, η εν λόγω πλημμέλεια, συνεκτιμωμένων και των ειδικότερων περιστάσεων της εξέλιξης της συγκεκριμένης διαγωνιστικής διαδικασίας, δεν παρίσταται ουσιώδης σε τέτοιο βαθμό που να μπορεί να επιφέρει ακυρότητα της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας και να καθιστά εύλογη την επέλευση μιας τέτοιας συνέπειας, κωλύουσας την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Τέλος, το Τμήμα της Μείζονος Επταμελούς Σύνθεσης κρίνει ότι ο περιλαμβανόμενος στο άρθρο 5 του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης όρος περί δυνατότητας τρίμηνης παράτασης της σύμβασης δεν είναι νόμιμος και πρέπει να απαλειφθεί, καθόσον δεν αποτέλεσε περιεχόμενο της δημοσιευθείσας περίληψης της διακήρυξης του ελεγχόμενου διαγωνισμού.(...)Αναθεωρεί την 3369/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αποφαίνεται υπέρ της υπογραφής της οικείας σύμβασης υπό την προϋπόθεση απάλειψης του, στο σκεπτικό της παρούσας αναφερόμενου περί παράτασης της ελεγχόμενης σύμβασης, όρου, κατά τα λεπτομερώς στο σκεπτικό της παρούσας διαλαμβανόμενα.


ΕλΣυν/Τμ.6/472/2011

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα : Κατά τη διαδικασία για την κατάρτιση δημόσιας συμβάσεως για την εκπόνηση μελετών, λαμβάνουν χώρα δύο διακριτά και αυτοτελή στάδια, τα οποία διέπονται από διαφορετικούς κανόνες και ικανοποιούν διαφορετικούς στόχους : στο πρώτο στάδιο επιλέγονται οι υποψήφιοι, οι οποίοι είναι κατάλληλοι από άποψη τεχνικής – επαγγελματικής ικανότητας και χρηματοοικονομικών δεδομένων να αναλάβουν την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως, με κριτήρια ποιοτικής επιλογής, ενώ στο δεύτερο στάδιο προσδιορίζεται, επί τη βάσει των κριτηρίων αναθέσεων που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας συμβάσεως, ποια από τις προσφορές των υποψηφίων, οι οποίες κρίθηκαν στο πρώτο στάδιο «κατάλληλες», είναι η καλύτερη για την εκτέλεση της συμβάσεως (ΔΕΚ απόφαση της 20.9.1988, C-31/1987 , …, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκέψεις 15 και 16, απόφαση της 12.11.2009, C-199/2007 , Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 51 έως 53, Ε.Α. ΣτΕ 1148/2009, 1318/2009, 100/2009 , 1091/2006). Όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επιμέρους κριτηρίων, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την ανάδειξη του αναδόχου, όμως, η επιλογή αυτή αφορά αποκλειστικά τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορισθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομικής απόψεως προσφορά και μόνον. Ως εκ τούτου, δεν δύνανται να ανάγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία βάσει των οποίων πιστοποιείται η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων, προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (δηλαδή τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής), τα οποία μόνον στο πλαίσιο του ελέγχου της συνδρομής των τυπικών προϋποθέσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό μπορούν να εκτιμηθούν (ΔΕΚ απόφαση της 20.9.1988, C-31/1987, …, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκέψεις 17 έως 20 και 24, απόφαση της 19.6.2003, C-315/2001 , …. (GAT), σκέψεις 59 έως 67, απόφαση της 24.1.2008, C-532/2006 , …., σκέψεις 26 έως 32, απόφαση της 12.11.2009, C-199/2007 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 50 έως 58, ΣτΕ 2229/2010, 1128/2009, Ε.Α. ΣτΕ 1318/2009, 1148/2009, 101/2009). Κατά τη γνώμη όμως ενός μέλους του Τμήματος με αποφασιστική ψήφο, του Συμβούλου Γεωργίου Βοΐλη, όταν η ανάθεση της συμβάσεως γίνεται βάσει του κριτηρίου της πλέον συμφέρουσας προσφοράς καταλείπεται στην αναθέτουσα αρχή περιθώριο επιλογής ως προς τον καθορισμό των επί μέρους κριτηρίων τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν για την επιλογή του αναδόχου. Και ναι μεν εκτός από την προσφερόμενη τιμή μπορεί να τίθενται και κριτήρια συνδεόμενα με την ποιότητα των μελετών και την οργάνωση του διαγωνιζομένου για την εκτέλεση της συγκεκριμένης συμβάσεως, δεν δύνανται ωστόσο να άγονται σε κριτήρια αναθέσεως, τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 45 και 46 του π.δ. 60/2007 δηλαδή τα στοιχεία εκείνα, βάσει των οποίων πιστοποιείται η οικονομική φερεγγυότητα και η τεχνική και επαγγελματική επάρκεια των διαγωνιζομένων προκειμένου να τους επιτραπεί η συμμετοχή στο διαγωνισμό (τα αναφερόμενα, δηλαδή στις διατάξεις του π.δ. 60/2007 και της Οδηγίας 2004/18 Εκ άρθρα 47 και 48 ως κριτήρια ποιοτικής επιλογής) εφόσον πάντως τα στοιχεία αυτά δεν συνδέονται με τον τρόπο εκτελέσεως της συγκεκριμένης προς ανάθεση μελέτης. Συνακόλουθα η εμπειρία μπορεί να συνδέεται κατά περίπτωση με την εκτίμηση της ποιότητας της συγκεκριμένης προς ανάθεση μελέτης με την παραπάνω έννοια οπότε και μόνο μ’ αυτή την προϋπόθεση επιτρεπτώς βαθμολογείται και συνακόλουθα επηρεάζει την επιλογή αναδόχου (Ε.Α. ΣτΕ 100/2009). Ακολούθως, η αναθέτουσα αρχή έχει υποχρέωση να αναφέρει στην προκήρυξη όλα τα κριτήρια αναθέσεως, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιήσει κατά την επιλογή αναδόχου, προκειμένου τα να καταστήσει γνωστά στους εν δυνάμει προσφέροντες, πριν από την υποβολή των προσφορών τους (ΔΕΚ απόφαση της 12.12.2002, ΔΕC-470/1999 , … κ.λπ., σκέψεις 97 και 98) ενώ, περαιτέρω, δεν δύναται να εφαρμόσει υποκριτήρια για τα κριτήρια αναθέσεως, τα οποία δεν είχαν προηγουμένως γνωστοποιηθεί στους υποψηφίους (ΔΕΚ απόφαση της 24.12.2008, C-532/2006, ….Ε., σκέψεις 34 έως 38, ΣτΕ 798/2009, 4024/2008, 1794/2008). Τα κριτήρια αναθέσεως πρέπει να διατυπώνονται κατά τρόπον ώστε, αφενός να επιτρέπεται στους ενδιαφερόμενους, οι οποίοι είναι καλώς πληροφορημένοι και επιμελείς να τα κατανοούν πλήρως και να τα ερμηνεύουν με τον ίδιο τρόπο, και, αφετέρου, να παρέχεται επαρκής εγγύηση περί της εφαρμογής τους από τη Διοίκηση κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαίο ως προς όλους τους προσφέροντες (ΔΕΚ απόφαση της 17.9.2002, C-513/1999 , … κ.λπ., σκέψεις 81 έως 83, απόφαση της 18.10.2001, C-19/2000 , …, σκέψεις 41 έως 44, ΣτΕ 2183/2004, Ε.Α. ΣτΕ 1148/2009, 603/2009, 113/2008). Τέλος, από τις ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 20 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σύμφωνα με το οποίο όταν εκ του νόμου προβλέπεται η έκδοση γνώμης από το αρμόδιο διοικητικό όργανο, αυτή πρέπει να είναι έγγραφη και αιτιολογημένη,


ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/96/2010

Η διακήρυξη ανοικτού διαγωνισμού που αφορά στην προμήθεια οχημάτων, μέσω σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing), με κριτήριο ανάθεσης τη συμφερότερη προσφορά και συνακόλουθα όλη η διαδικασία διενέργειας του διαγωνισμού, είναι μη νόμιμες, καθόσον τέθηκαν με τη διακήρυξη και λήφθηκαν υπόψη για την εξεύρεση της πλέον συμφέρουσας από οικονομι¬κής άποψης προσφοράς, κριτήρια α) όπως «Αξιοπιστία του κατασκευαστή, του αντιπροσώπου (θα ληφθεί υπόψη «η διαγωγή» του οχήματος και του προμηθευτή στην Έλληνική αγορά, η οργάνωση, η εμπειρία, ο απαιτούμενος εξοπλισμός του διαγωνιζομένου, πιστοποίηση σειράς ISO κλπ)» και β) «Πωλήσεις παρομοίων οχημάτων στην Έλλάδα». Τα ως άνω κριτήρια τέθηκαν μη νομίμως, καθόσον α) τα κριτήρια «Αξιοπιστία του κατασκευαστή, του αντιπροσώπου, η οργά¬νωση, η εμπειρία, ο απαιτούμενος εξοπλισμός, πιστοποίηση σειράς !SO» αφορούν αποκλειστι¬κά στην εξακρίβωση της καταλληλότητας των υποψηφίων οικονομικών φορέων να εκτελέσουν τη σύμβαση και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη για την εξεύρεση της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής άποψης προσφοράς και β) ως προς το μέρος που αναφέρονται σε πωλήσεις των υπό προμήθεια ειδών στην Έλλάδα και στη «διαγωγή» του οχήματος και του προμηθευτή στην Έλληνική αγορά, τα εν λόγω κριτήρια αφενός τελούν σε αντίθεση προς τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων και της απαγόρευσης των διακρίσεων και διαφάνειας, αφετέρου δεν μπορούν νομίμως να ληφθούν υπόψη για την εξεύρεση της πλέον συμφέρουσας από οικονομικής άποψης προσφοράς, αλλά μπορούν να εκτιμηθούν από την αναθέτουσα αρχή μόνο στο πλαίσιο ελέγχου της καταλληλότητας του οικονομικού φορέα για την εκτέλεση της σύμβασης σε σχέση με τις πραγματοποιηθείσες από αυτόν κυριότερες παραδόσεις. Οι ως άνω μη νόμιμοι όροι της διακήρυξης έπληξαν ουσιωδώς τον ελεύθερο ανταγωνισμό, διότι ενδεχομένως απέτρεψαν τυχόν υποψήφιους οικονομικούς φορείς να συμμετάσχουν στη διαγωνιστική διαδικασία, υποβάλλοντας σχετική προσφορά. Με την 3144/2010 Απόφασή του το VI Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανακάλεσε την ως άνω Πράξη του Κλιμακίου αναγνωρίζοντας συγγνωστή πλάνη στα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής.


ΔΕΚ/C-331/2004

«Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Οδηγίες 92/50/ΕΟΚ και 93/38/ΕΟΚ — Κριτήρια αναθέσεως — Πλέον συμφέρουσα από οικονoμική άποψη προσφορά — Τήρηση των προβλεπομένων στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτηρίων αναθέσεως — Καθιέρωση υποκριτηρίων όσον αφορά ένα από τα προβλεπόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην προκήρυξη του διαγωνισμού κριτήρια αναθέσεως — Απόφαση προβλέπουσα στάθμιση — Αρχές περί ίσης μεταχειρίσεως των υποβαλόντων προσφορά και περί διαφανείας»


ΕλΣυν/Κλ7/246/2014

Προμήθεια  αντλητικών συγκροτημάτων.(....) Σε κάθε περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί στο δεύτερο στάδιο της αξιολόγησης (βαθμολόγησης) των τεχνικών προσφορών να χρησιμοποιεί κριτήρια που συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, καθόσον αυτά χρησιμοποιήθηκαν ήδη κατά το πρώτο στάδιο, για την παραδεκτή συμμετοχή των υποψηφίων στο διαγωνισμό. Ειδικότερα, το κριτήριο της εμπειρίας, το οποίο αφορά στην καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, αξιολογείται στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού (και εάν δεν υπάρχει στο πρόσωπο υποψηφίου, κρίνεται απαράδεκτη η προσφορά του) και δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί εκ νέου για τη βαθμολόγηση των προσφορών, η δε πρόβλεψή του στη διακήρυξη, ως κριτήριο αξιολόγησης αυτών, καθιστά αυτή μη νόμιμη (Αποφάσεις Μείζονος Επταμελούς Σύνθεσης 610/2012, 992/2011, αποφάσεις VI Τμήματος 3061/2014, 3014/2013, πρβλ. απόφασεις ΔΕΚ της 20.9.1988, C-31/1987, Beentjes, Συλλογή 1988, σελ. 4635, σκ. 15 έως 24, της 12.11.2009, C-199/2007, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 51 έως 53, της 19.6.2003, C-315/2001, Gesellschaft      fur Abfallentsorgungs -Technik GmbH (GAT),  σκ. 59 έως 67,  της 24.1.2008, C-532/2006, Εμ. Γ. Λιανάκης Α.Ε., σκ. 26 έως 32, Ε.Α. Στ.Ε. 1148/2009. 1318/2009, 100/2009, 1091/2006). (....) Ενόψει όμως των συνθηκών υπό τις οποίες εξελίχθηκε ο ελεγχόμενος διαγωνισμός, η πρόβλεψη της εμπειρίας ως κριτηρίου αναθέσεως, δεν άσκησε επιρροή, καθόσον σε αυτό το στάδιο είχε απομείνει μόνον μία συμμετέχουσα προμηθεύτρια εταιρεία και ως εκ τούτου, η βαθμολογία της με συνυπολογισμό της εμπειρίας, δεν προσέδωσε σε αυτήν οιαδήποτε συγκριτική υπεροχή σε σχέση με τους λοιπούς διαγωνιζόμενους.