Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Κλ.Ζ/141/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, κατ’ εξαίρεση, να συνάπτουν συμβάσεις εκπονήσεως μελετών ή παροχής υπηρεσιών με τη διαδικασία της διαπραγματεύσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις του άρθρου 10, οι οποίες, ως εισάγουσες εξαίρεση από τον κανόνα του ανοικτού διαγωνισμού, ερμηνεύονται στενά (βλ. ενδεικτικά απόφαση ΔΕΚ στην υπόθεση C-385/2002, Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας). Μεταξύ των περιπτώσεων που απαριθμούνται στο ως άνω άρθρο συγκαταλέγεται και η κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως με τον ανάδοχο της αρχικής τοιαύτης υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με τις αρχικές, αλλά δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου εξαιτίας απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της, δ) η συνολική δαπάνη των συμπληρωματικών συμβάσεων να μην υπερβαίνει αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) του ύψους της αρχικής συμβατικής αμοιβής και ε) να έχει προηγηθεί γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι ο αρχικός σχεδιασμός με βάση τον οποίο προσδιορίσθηκε το αντικείμενο των μελετών ή των υπηρεσιών, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Εξάλλου, ως εκ της φύσεως της σχετικής απόφασης για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, επιβάλλεται να προκύπτει κάθε φορά πλήρης και σαφής αιτιολογία περί της συνδρομής των προϋποθέσεων για την εφαρμογή της (βλ. σχετ. πράξεις VI ΤμΕλΣυν. 95, 99/2004, 27/2005, IV ΤμΕλΣυν. 33/2000, 112/2002, 189/2003, 102/2002). Περαιτέρω, για την εκτέλεση της συμπληρωματικής σύμβασης συντάσσεται και εγκρίνεται Συγκριτικός Πίνακας, ο οποίος επιδίδεται στον ανάδοχο της αρχικής συμβάσεως. Η επίδοση αυτή επέχει θέση προσκλήσεως προς υπογραφή του συμβατικού κειμένου (βλ. σχετ. VI Τμ. Ελ.Συν. 113/2008).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Κλ.Ζ/133/2009

Με τις μνημονευθείσες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις, με τις οποίες, κατά τα ήδη εκτεθέντα (ανωτέρω σκέψη 6), ενσωματώνεται η σχετική κοινοτική Οδηγία, καθορίζονται οι προϋποθέσεις καθώς, επίσης, και η διαδικασία για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενης δημόσιας σύμβασης μελετών και συναφών υπηρεσιών. Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι, κατά τα παγίως κριθέντα από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), η σύναψη συμπληρωματικών συμβάσεων, η οποία γίνεται με προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο περιπτώσεις, το δε βάρος απόδειξης περί του ότι συντρέχουν όντως οι έκτακτες περιστάσεις που δικαιολογούν την προσφυγή στη διαδικασία αυτή το φέρει εκείνος ο οποίος τις επικαλείται (βλ. Δ.Ε.Κ.: απόφαση της 2.6.2005, Υπόθεση C-394/02, σκέψη 33, απόφαση της 14.9.2004, Υπόθεση C-385/02, σκέψη 19, απόφαση της 10.4.2003, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-20/01 και C-28/01, σκέψη 58, απόφαση της 18.5.1995, Υπόθεση C-57/94, σκέψη 23, απόφαση της 10.3.1987, Υπόθεση C-199/85, σκέψη 14). Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν.3316/2005, για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης και την ανάθεση, στον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, της εκπόνησης συμπληρωματικών μελετών ή της παροχής συμπληρωματικών υπηρεσιών, που, κατά το είδος ή την ποσότητα, δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Να είναι αναγκαίες οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης, επομένως, πρέπει να παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το εκτελούμενο έργο, δηλαδή να αφορούν το τεχνικό αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, και να μην περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση. β) Να συντρέχει περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης. Συναφώς, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. 20/2009, 199/2008, 246/2007, 147, 30/2005, 45/2004 πράξεις παρόντος Κλιμακίου), ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται εκείνα τα πραγματικά γεγονότα, που, παρά το ότι καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να μπορέσουν να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την αρχικώς συναφθείσα σύμβαση. γ) Να μη μπορούν οι συμπληρωματικές υπηρεσίες, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα για τον εργοδότη ή να κρίνονται απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της έστω και αν μπορούν να διαχωριστούν από αυτήν. Επίσης, προϋπόθεση για την έγκυρη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης είναι η προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, η σύνταξη και έγκριση σχετικού Συγκριτικού Πίνακα. Τέλος, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών συμβάσεων δεν πρέπει να υπερβαίνει αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Με δεδομένο ότι κατά την εκπόνηση των μελετών κτηματογράφησης των προγραμμάτων που προηγήθηκαν το ποσοστό των δηλώσεων δεν ξεπέρασε συνολικά, κατά προσέγγιση, το 60% του προεκτιμηθέντος αριθμού δικαιωμάτων, η εκτίμηση της εταιρείας κατά το χρόνο προκήρυξης του έργου ήταν ότι δεν θα υπήρχε υπέρβαση του ως άνω αριθμού των δικαιωμάτων που προέβλεψε το μοντέλο στατιστικής εκτίμησης. Όμως, οι σημαντικές απρόβλεπτες αλλαγές που επήλθαν τα τελευταία χρόνια στην αγορά ακινήτων (όπως, ενδεικτικά, η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας λόγω των ευνοϊκών χρηματοοικονομικών συνθηκών και της κατασκευής σημαντικών έργων υποδομής που βελτίωσαν την ποιότητα ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα, η εισαγωγή του Φ.Π.Α. στην κατασκευή ακινήτων κλπ.) είχαν ως αποτέλεσμα, ιδίως στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων που αφορά η συγκεκριμένη σύμβαση, να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των δικαιωμάτων που υπάρχουν σ’ αυτές.


ΕλΣυν/ΚλΖ/155/2015

ΜΕΛΕΤΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά οι ελεγχόμενες υπηρεσίες μελετών, οι οποίες δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση α) παρουσιάζουν, κατά την κρίση του Κλιμακίου, αναγκαία συνάφεια με το αρχικό συμβατικό αντικείμενο, αφού αφορούν σε περιοχή όμορη με αυτήν της αρχικής σύμβασης και μάλιστα εντός της εδαφικής περιφέρειας του ίδιου δήμου, β) κατέστησαν αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων, αφού η νέα διοικητική διαίρεση της χώρας αντικειμενικώς δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά την δημοπράτηση και ανάθεση της αρχικής μελέτης, την δε τυχόν ολιγωρία των αρχών του τέως δήμου.. να μεριμνήσουν για τον πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής ευθύνης του δήμου αυτού δεν μπορεί να την χρεωθεί ο δήμος …, γ) αν και μπορούν, κατά την εκτίμηση του Κλιμακίου, να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, είναι απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή της, αφού, χωρίς να μεταβάλλουν ουσιωδώς το αντικείμενο της αρχικής μελέτης, αλληλεπιδρούν στον πολεοδομικό σχεδιασμό και τη διαμόρφωση των χρήσεων γης και στις ήδη ενταχθείσες στην αρχική σύμβαση δημοτικές ενότητες. Επομένως, η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών παρίσταται νόμιμη.


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)106/2013

«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......»(…) Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση.  Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008).(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως συνήφθη η 1η Συμπληρωματική Σύμβαση της κρίσιμης μελέτης, διότι η μεν αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής των γεωλογικών μελετών δεν μπορεί να περιληφθεί, ως αυτοτελές κονδύλιο σε συμπληρωματική σύμβαση, καθόσον δεν αφορά σε πρόσθετες ή νέες μελέτες που χρειάζεται να εκπονηθούν εξαιτίας της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων, οι δε ρυθμίσεις της Υ.Α. οικ.37691/12.9.2007, με τις οποίες μεταβλήθηκαν οι προδιαγραφές και η διαδικασία εκπόνησης των γεωλογικών μελετών Γ.Π.Σ./Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., αφενός δεν συνιστούν περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, καθώς είχαν ήδη τεθεί σε ισχύ σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της υπογραφής αυτής (στις 14.9.2007, ενώ η αρχική σύμβαση υπεγράφη στις 16.1.2008), αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 9 της από 10.7.2006 διακήρυξης του διαγωνισμού, έπρεπε να αποτελούν το θεσμικό πλαίσιο εκπόνησης των μελετών της αρχικής σύμβασης, ενώ για την πρόσθετη αμοιβή των μελετητών από το ενδεχόμενο της τροποποίησης του ισχύοντος κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης θεσμικού πλαισίου (της Υ.Α. ΥΠΕΧΩΔΕ 9572/1845/2000), που αφορούσε το σκέλος της γεωλογικής διερεύνησης της μελέτης, είχε προβλεφθεί μέρος του ποσού των 30.000,00 ευρώ, το οποίο είχε προστεθεί στην προεκτιμώμενη αμοιβή της αρχικής σύμβασης. Επιπλέον, μη νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 περ. β΄ της Υ.Α. 37691/12.9.2007, η ανάδοχος εταιρεία δεν διέθετε πτυχίο στην κατηγορία 20 του Μητρώου μελετητών Δημοσίων Έργων, έλλειψη η οποία δεν καλύπτεται από το πτυχίο του ειδικού συνεργάτη της μελετητή, καθώς οι επικαλούμενες μεταβατικές διατάξεις της ως άνω Υ.Α. δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, εφόσον ρυθμίζουν περιπτώσεις μελετών που κατά το χρόνο ισχύος των κρίσιμων διατάξεων (στις 14.9.2007) ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη και όχι μεταγενεστέρως ανατεθεισών μελετών(…)

ΕλΣυν.Κλ.Ζ/147/2017

ΜΕΛΕΤΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά, οι ελεγχόμενες συμπληρωματικές εργασίες μελετών, οι οποίες δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση,: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το αρχικό συμβατικό αντικείμενο, εφόσον αφορούν σε επιπλέον, των προεκτιμώμενων και περιλαμβανόμενων στην κύρια σύμβαση, εγγραπτέα δικαιώματα και είναι απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή του, με στόχο τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου στους δήμους που αφορά, β) κατέστησαν αναγκαίες λόγω απροβλέπτων περιστάσεων, αφού η «….», ως αναθέτουσα αρχή, κατέβαλε κάθε δυνατή επιμέλεια κατά τον τεχνικό προσδιορισμό του έργου για την ακριβή προεκτίμηση των ποσοτήτων των εγγραπτέων δικαιωμάτων, εφαρμόζοντας πρόσφορες και παραδεδεγμένες επιστημονικές μεθόδους, οι οποίες ωστόσο δεν της παρείχαν ασφαλή πρόβλεψη ως προς την πραγματική απόκλιση της εκτίμησης από την πραγματικότητα, γ) δεν μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης χωρίς να δημιουργήσουν προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή ως προς την έγκαιρη και ποιοτική ολοκλήρωση της μελέτης, και δ) το συνολικό ποσό τους (16,78% επί του αρχικού συμβατικού αντικειμένου) δεν υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Επομένως, η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών παρίσταται νόμιμη.


ΕλΣυν.Κλ.Ζ/144/2017

ΜΕΛΕΤΕΣ(..)Με τα δεδομένα αυτά, οι ελεγχόμενες συμπληρωματικές εργασίες μελετών, οι οποίες δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το αρχικό συμβατικό αντικείμενο, εφόσον αφορούν σε επιπλέον, των προεκτιμώμενων και περιλαμβανόμενων στην κύρια σύμβαση, εγγραπτέα δικαιώματα και είναι απολύτως αναγκαίες για την ολοκλήρωσή του με στόχο τη δημιουργία Εθνικού Κτηματολογίου στις Περιφερειακές Ενότητες που αφορά, β) κατέστησαν αναγκαίες, λόγω απροβλέπτων περιστάσεων, αφού η «.....», ως αναθέτουσα αρχή, κατέβαλε κάθε δυνατή επιμέλεια κατά τον τεχνικό προσδιορισμό του έργου για την ακριβή προεκτίμηση των ποσοτήτων των εγγραπτέων δικαιωμάτων, εφαρμόζοντας πρόσφορες και παραδεδεγμένες επιστημονικές μεθόδους, οι οποίες ωστόσο δεν της παρείχαν ασφαλή πρόβλεψη ως προς την πραγματική απόκλιση της εκτίμησης από την πραγματικότητα, γ) δεν μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, χωρίς να δημιουργήσουν προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή ως προς την έγκαιρη και ποιοτική ολοκλήρωση της μελέτης, και δ) το συνολικό ποσό τους (46,82% επί του αρχικού συμβατικού αντικειμένου) δεν υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Επομένως, η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών παρίσταται νόμιμη


ΕΣ/Τ7/277/2008

Συμπληρωματικές συμβάσεις.Κατά την κρίση του Τμήματος πρόκειται για νέα μελέτη ή σε κάθε περίπτωση για εργασίες, οι οποίες δεν κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων αλλά οφείλονται σε αστοχίες της αρχικής μελέτης, η οποία κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας θα έπρεπε να καλύπτει όλο το αποχετευτικό δίκτυο της πόλης, το οποίο είναι ενιαίο και οδηγεί στην ίδια εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων. Κατά συνέπεια η ανατεθείσα μελέτη συνιστά νέα μελέτη και δεν έχει το χαρακτήρα συμπληρωματικών εργασιών αφού περιλαμβάνει νέες αυτοτελείς εργασίες που δεν συνδέονται κατά κανένα τρόπο με την αρχική σύμβαση. Εξάλλου, οι συμπληρωματικές συμβάσεις υπεγράφησαν μετά τη λήξη της προθεσμίας περαίωσης της αρχικής χωρίς να έχει δοθεί εμπρόθεσμα παράταση.


ΕΣ/Κλ.Ζ/152/2017

Νομιμότητα του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης της μελέτης με τίτλο «Μελέτη Κτηματογράφησης για την ολοκλήρωση δημιουργίας Εθνικού Κτηματολογίου....» Με τα δεδομένα αυτά, οι ελεγχόμενες συμπληρωματικές εργασίες μελετών, οι οποίες δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση: α) είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αρχικής σύμβασης, καθώς αφενός οφείλονται στη διαπιστωμένη κατά την εκτέλεση των συμβάσεων έλλειψη υποβάθρων ορθοφωτοχαρτών πολύ μεγάλης κλίμακας χωρικής ανάλυσης 20 cm (VLSO) στις αστικές περιοχές, για τις οποίες δεν έχουν διατεθεί ούτε ψηφιακές ορθοφωτογραφίες διακριτικής ικανότητας έως 25 εκατοστών στο έδαφος ή καλύτερης (LSO25), αφετέρου αποσκοπούν στη δημιουργία κατάλληλου υποβάθρου κτηματογράφησης, βάσει του οποίου θα συνταχθούν τα προσωρινά κτηματολογικά διαγράμματα της ανάρτησης στις αστικές περιοχές των μελετών, με την εξασφάλιση της ορθότητας απεικόνισης των ορίων των γεωτεμαχίων, της γεωμετρικής ακρίβειας και της γεωμετρικής συμβατότητας αυτών, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από τις τεχνικές προδιαγραφές των μελετών κτηματογράφησης ακρίβειες, β) κατέστησαν αναγκαίες, λόγω απροβλέπτων περιστάσεων, αφού η «Ε.Κ.ΧΑ. Α.Ε.», ως αναθέτουσα αρχή, κατέβαλε κάθε δυνατή επιμέλεια κατά τον τεχνικό προσδιορισμό του έργου και στη φάση προκήρυξης του διαγωνισμού ανάθεσης είχε τη δικαιολογημένη πεποίθηση, κατά την εκτίμηση των υπό IV.Δ περιγραφομένων δυνατοτήτων (οι οποίες δεν είχαν ολοκληρωθεί κατά το κρίσιμο αυτό χρονικό σημείο), ότι τα χορηγούμενα στοιχεία (υπόβαθρα) θα κάλυπταν γενικά το σύνολο των περιοχών των μελετών κτηματογράφησης, ενώ οι σχετικές ελλείψεις σχετικά με την κάλυψη των απαιτούμενων ακριβειών δεν ήταν δυνατόν να εντοπιστούν παρά μόνο κατά το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, γ) δεν μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης χωρίς να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή ως προς την έγκαιρη και ποιοτική ολοκλήρωση της μελέτης, και δ) το συνολικό ποσό τους (1,53% επί του αρχικού συμβατικού αντικειμένου) δεν υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής. Επομένως, η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης συμπληρωματικών μελετών παρίσταται νόμιμη.


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)106/2013

Εξόφληση του 3ου και 4ου λογαριασμού της μελέτης με τίτλο «Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......».(...)Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση.  Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008). (Κρίθηκε μη ανακλητέα (Πράξη Ελ. Συν. 58/2013 Τμ. 7)

ΕλΣυν/Τμ.4/206/2009

Δεν επιτρέπεται όμως σε καμμία περίπτωση ο επιμερισμός (κατάτμηση) εργασιών, που επί τη βάσει λειτουργικών κριτηρίων, όπως η οικονομική και η τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος στο οποίο αυτές αποβλέπουν, σύμφωνα με στοιχεία, όπως η ταυτόχρονη έναρξη των διαδικασιών αναθέσεώς τους και η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου πρόκειται αυτές να εκτελεστούν, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου και για το οικονομοτεχνικώς άρτιο αυτού επιβάλλεται να ανατεθούν με έναν ενιαίο διαγωνισμό (βλ. ΕλΣ IV Τμ. πράξεις 88, 72, 13, 5/2008, 89, 21, 18/2007, 43, 44, 45/2006, 137/2004). Επίσης δεν επιτρέπεται ο επιμερισμός εργασιών που αποτελούν εργασίες συμπληρωματικές αυτών ενός ήδη ανατεθέντος και εκτελούμενου έργου του οικείου φορέα. Τέτοιες είναι εργασίες συναφείς με το οικείο έργο, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην αρχική του σύμβαση, δεν μπορούν, τεχνικά ή οικονομικά, να διαχωρισθούν από αυτές της αρχικής συμβάσεως χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίηση του έργου, κατέστησαν δε αναγκαίες κατά την εκτέλεσή του λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πραγματικών δηλαδή γεγονότων τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Οι εργασίες αυτές (συμπληρωματικές) ανατίθενται στον ανάδοχο του οικείου αρχικού έργου με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής ή των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού των ανατιθέμενων εργασιών ως συμπληρωματικών. Δεν αποτελούν πάντως συμπληρωματικές εργασίες οι εργασίες που αφορούν στη διαφοροποίηση, στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου ή στη βελτίωση της ποιότητας του έργου (βλ. ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 199, 120/2008, 122, 143, 63/2007, 91, 88, 56/2006).(...)Από το συνδυασμό των προεκτιθέμενων διατάξεων, συνάγεται ότι η σύναψη συμβάσεως εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών δημόσιου έργου είναι νόμιμη μόνο όταν η απόφαση για την ανάθεση των οικείων εργασιών και η υπογραφή της συμβάσεως λαμβάνουν χώρα πριν από τη λήξη της συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεως του οικείου έργου ή της νόμιμης παρατάσεώς της, ήτοι παρατάσεως που εγκρίνεται με σχετική απόφαση της προϊσταμένης αρχής του έργου, η οποία όμως έχει εκδοθεί πριν από τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του. Η έκδοση δε αποφάσεως για παράταση του χρόνου εκτελέσεως του έργου μετά την εκπνοή της αρχικής ή νομίμως παραταθείσας συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του, δε συνεπάγεται την παράταση αλλά αποτελεί μη προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις χορήγηση νέας προθεσμίας εκτέλεσης του έργου (βλ. ΕλΣ VII Τμ. πράξη 92/2009).


ΕΣ/Τ7/143/2009

Ως συμπληρωματικές εργασίες θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται αυτές που είτε προβλέπονται κατά είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες), είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη) με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές εργασίες οφειλόμενες σε απρόβλεπτα γεγονότα εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητας του (βλ. πρ. VII Τμ. 32, 78/2006). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην προρρηθείσα διαδικασία ανάθεσης, πρέπει, ως εκ της φύσεως της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος της νομιμότητας της.