ΕλΣυν.Τμ.1/23/2016
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα άγεται, κατ’ αρχάς, στην κρίση ότι νομίμως καταλογίστηκε, διά της προσβαλλομένης πράξης, σε βάρος του εκκαλούντος το ποσό των 26.341,66 ευρώ, το οποίο εισέπραξε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αχρεωστήτως ως σύνταξη. Τούτο, καθόσον, η επιγενόμενη της ήδη συντελεσθείσας μονιμοποίησής του ακύρωση του διορισμού του, με την 2114/2009 απόφαση του ΣτΕ, στέρησε από αυτήν το νόμιμο έρεισμά της και για το λόγο αυτό, η μονιμοποίησή του κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο παρίστατο ανίσχυρη, μη παράγουσα έννομες συνέπειες και ιδίως δικαιώματα υπέρ του εκκαλούντος, όπως αυτό της μισθοδοσίας, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών αυτού.(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη, ενώ, περαιτέρω, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Τμ.1/457/2016
Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η 2401/2007 απόφαση της Ε.Ε.Π.Κ.Σ. ακυρώθηκε με την 4383/2015 απόφαση του ΙΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών απώλεσε το νόμιμο έρεισμά της, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενης από το Δικαστήριο της πλημμέλειας αυτής. Κατ ακολουθία αυτών πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη του Α΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς η ενσωματωθείσα σε αυτήν 129241/2007/14.4.2009 καταλογιστική πράξη του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών..
ΣΤΕ/1871/2003
Μονιμοποίηση επίκουρης καθηγήτριας:..Επειδή, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι παρά το νόμο εκρίθη για μονιμοποίηση αφού με την από 5.7.2001 δήλωσή της είχε ανακαλέσει την αίτηση για μονιμοποίησή της και έτσι δεν συνέτρεχαν οι κατά νόμο προϋποθέσεις για την κρίση της. Όπως όμως έγινε δεκτό ανωτέρω, μετ' ακύρωση η υπόθεση επανέρχεται στο στάδιο κατά το οποίο διαπιστώθηκε η πλημμέλεια και δεν υπάρχει δυνατότης να τροποποιηθεί εκ των υστέρων το πραγματικό καθεστώς με υποβολή νέων στοιχείων ή ανάκληση αυτών. Εν προκειμένω, με την 1769/2001 απόφαση του ΣτΕ κρίθηκε, όπως προαναφέρθηκε, ότι μετά την ανεπιφύλακτη υποβολή της από 3.4.98 αιτήσεως της αιτούσας για μονιμοποίησή της αυτή εστερείτο πλέον εννόμου συμφέροντος να προβάλει ότι η αίτησή της έπρεπε να απορριφθεί από τα πανεπιστημιακά όργανα λόγω μη συμπληρώσεως πραγματικής τριετίας και η υπόθεση αναπέμφθηκε στη Διοίκηση για νέα αιτιολογημένη κρίση της αιτούσας ως μονιμοποιητέας ή μη. Ενόψει των ανωτέρω, το οικείο εκλεκτορικό Σώμα όφειλε να κρίνει την υπόθεση από του σημείου που ακυρώθηκε η σχετική διαδικασία, με τα πραγματικά δεδομένα που είχε υπόψη του την πρώτη φορά. Κατόπιν αυτών οι λόγοι με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.Επειδή, περαιτέρω, όπως προκύπτει από το πρακτικό της 3ης/30.10.2001 Γενικής Συνέλευσης και του Εκλεκτορικού Σώματος του Τμήματος ... του Πανεπιστημίου …, οι εκλέκτορες δεν ψήφισαν υπέρ της μονιμοποιήσεως της αιτούσας, αλλά εξέφρασαν τη βούλησή τους με λευκή ψήφο, αιτιολογώντας την κρίση τους με αναφορά στην έλλειψη ικανοποιητικού επιστημονικού και ερευνητικού έργου της κρινομένης. Με τα δεδομένα αυτά, οι λευκές ψήφοι των εκλεκτόρων παρίστανται κατ' αρχήν αιτιολογημένες και οι λόγοι με τους οποίους, όλως αορίστως, πλήσσεται η αιτιολογία αυτή είναι απορριπτέοι.
ΣΤΕ/3358/2003
Καταβολή αναδρομικών αποδοχών σε επίκουρη καθηγήτρια:..Επειδή, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι παρά το νόμο εκρίθη για μονιμοποίηση αφού με την από 5.7.2001 δήλωσή της είχε ανακαλέσει την αίτηση για μονιμοποίησή της και έτσι δεν συνέτρεχαν οι κατά νόμο προϋποθέσεις για την κρίση της. Όπως όμως έγινε δεκτό ανωτέρω, μετ' ακύρωση η υπόθεση επανέρχεται στο στάδιο κατά το οποίο διαπιστώθηκε η πλημμέλεια και δεν υπάρχει δυνατότης να τροποποιηθεί εκ των υστέρων το πραγματικό καθεστώς με υποβολή νέων στοιχείων ή ανάκληση αυτών. Εν προκειμένω, με την 1769/2001 απόφαση του ΣτΕ κρίθηκε, όπως προαναφέρθηκε, ότι μετά την ανεπιφύλακτη υποβολή της από 3.4.98 αιτήσεως της αιτούσας για μονιμοποίησή της αυτή εστερείτο πλέον εννόμου συμφέροντος να προβάλει ότι η αίτησή της έπρεπε να απορριφθεί από τα πανεπιστημιακά όργανα λόγω μη συμπληρώσεως πραγματικής τριετίας και η υπόθεση αναπέμφθηκε στη Διοίκηση για νέα αιτιολογημένη κρίση της αιτούσας ως μονιμοποιητέας ή μη. Ενόψει των ανωτέρω, το οικείο εκλεκτορικό Σώμα όφειλε να κρίνει την υπόθεση από του σημείου που ακυρώθηκε η σχετική διαδικασία, με τα πραγματικά δεδομένα που είχε υπόψη του την πρώτη φορά. Κατόπιν αυτών οι λόγοι με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.Επειδή, περαιτέρω, όπως προκύπτει από το πρακτικό της 3ης/30.10.2001 Γενικής Συνέλευσης και του Εκλεκτορικού Σώματος του Τμήματος Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου ..., οι εκλέκτορες δεν ψήφισαν υπέρ της μονιμοποιήσεως της αιτούσας, αλλά εξέφρασαν τη βούλησή τους με λευκή ψήφο, αιτιολογώντας την κρίση τους με αναφορά στην έλλειψη ικανοποιητικού επιστημονικού και ερευνητικού έργου της κρινομένης. Με τα δεδομένα αυτά, οι λευκές ψήφοι των εκλεκτόρων παρίστανται κατ' αρχήν αιτιολογημένες και οι λόγοι με τους οποίους, όλως αορίστως, πλήσσεται η αιτιολογία αυτή είναι απορριπτέοι.Επειδή, μη προβαλλομένων άλλων λόγων ακυρώσεως, οι υπό κρίση αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους.
ΣτΕ ΕΑ 603/2009
ΣΤΕ –αίτηση ασφαλιστικών μέτρων -διαγωνισμός –ανάθεση –προμήθειες –προσφορές.(...) Επειδή, περαιτέρω, η αιτούσα προέβαλε με την προδικαστική προσφυγή της και επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αίτηση ότι οι επίμαχοι όροι της διακήρυξης, οι οποίοι θέτουν προδιαγραφές που δεν περιλαμβάνονται στην ευρωπαϊκή φαρμακοποιία και στις κοινές προδιαγραφές του Υπουργείου Ανάπτυξης, περιέχουν ασαφείς ρυθμίσεις...οι προδιαγραφές του Υπουργείου Ανάπτυξης, αντίθετα προς αυτές της διακήρυξης, ακολουθούν τα επιστημονικά δεδομένα και δίνουν τα ίδια περιθώρια χρόνου όπως αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία και όχι σε συγκεκριμένες ημέρες, όπως η διακήρυξη κατ’ αντιγραφή φυλλαδίων συγκεκριμένου κατασκευαστή.» Και η αιτίαση αυτή ναι μεν δεν αντιμετωπίστηκε ειδικά με την απόφαση του Δ.Σ. του καθού που απέρριψε την προσφυγή της αιτούσας, αλλά δεν παρίστατο ουσιώδης, καθόσον στηρίζεται σε αόριστες και στερούμενες προσήκουσας τεκμηρίωσης αναφορές σε επιστημονικά δεδομένα για χρονικά διαστήματα περί απορρόφησης και στο περιεχόμενο φυλλαδίων κατασκευαστή. Τούτων έπεται ότι δεν πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα του παραπόνου της αιτούσας περί ασάφειας των τεχνικών προδιαγραφών της διακήρυξης για τις κατηγορίες χειρουργικών ραμμάτων Δ΄ και Ζ΄. Συνεπώς η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί κατά τούτο...Δέχεται εν μέρει την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/2502/2004
Νομιμότητα διοικητικής πράξης:... Και υπό την εκδοχή συνεπώς, κατά τους αιτούντες, της μη υπάρξεως συνταγματικού προβλήματος, υπό την προεκτεθείσα έννοια, κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, εν τούτοις, μετά την επιγενόμενη μεταβολή του νομοθετικού και πραγματικού πλαισίου και την εισαγωγή, κατά τα ανωτέρω, πλήρους μηχανογραφικού συστήματος παρακολούθησης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ο επίδικος περιορισμός δεν είναι, πλέον, δυνατόν να θεωρηθεί ως αναγκαίος για την επίτευξη του σκοπού αυτού και συνεπώς προσκρούει, ήδη, στην αρχή της οικονομικής ελευθερίας, άλλως στην αρχή της αναλογικότητας και πρέπει να ακυρωθεί. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι, δοθέντος ότι, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξεως, εφόσον δεν ορίζεται ή δεν συνάγεται από τον νόμο κάτι το διάφορο, κρίνεται σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο εκδόσεώς της (βλ. ΣτΕ 1944/2001, 870/1994 κ.ά., πρβλ. 3288/2002). Είναι δε διαφορετικό το ζήτημα του κατά πόσον και υπό ποίους όρους η Διοίκηση, αν διαπιστωθεί μεταβολή του νομοθετικού ή και του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυαν κατά την έκδοση νόμιμης πράξεως, με συνέπεια η εν λόγω πράξη να καθίσταται πλέον μη νόμιμη, υποβληθεί δε σχετικό αίτημα, είναι υποχρεωμένη να τροποποιήσει ή και να καταργήσει την πράξη αυτή, το οποίο όμως δεν τίθεται στα πλαίσια της παρούσας δίκης.
ΝΣΚ/253/2016
Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.(...)Σε περίπτωση επιβολής κατασχέσεως εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, εκ μέρους της Διοίκησης και υποβολής αρχικής εμπρόθεσμης και αρνητικής δηλώσεως εκ μέρους αυτού και ενημερώσεως της φορολογικής αρχής περί του θανάτου της υπόχρεου προ της επιβολής τη κατασχέσεως, αυτή καθίσταται ανυπόστατη και ενδείκνυται η Διοίκηση να αναμορφώσει, με τις απαραίτητες ενέργειες, τις νομικές και πραγματικές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν εξ αιτίας της κατασχέσεως αυτής, ήτοι να επιστρέψει στο Τραπεζικό Ίδρυμα και στους τραπεζικούς λογαριασμούς από τους οποίους εκταμιεύθηκαν, ενόσω υφίστατο αναστολή εισπράξεως, τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά. Η Δ.Ο.Υ., ειδικότερα, οφείλει να εκκαθαρίσει το Ατομικό Φύλλο Εκπτώσεως (ΑΦΕΚ), που της απέστειλε η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Αττικής, χωρίς να κωλύεται από τη διάταξη του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, στην οποία ορίζεται ότι τα καταβληθέντα ποσά, ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται, διότι η διάταξη προϋποθέτει έγκυρη καταβολή, βασιζόμενη σε υποστατή κατάσχεση. Τα ως άνω χρηματικά ποσά θα επιστραφούν στην Τράπεζα, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, καθόσον δεν έχει επέλθει παραγραφή της απαιτήσεως προς επιστροφή, σύμφωνα με το άρθρο 140 του Ν. 4270/2014, χωρίς πάντως να οφείλονται τόκοι υπερημερίας, διότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση του άρθρου 21 του ΚΝΔΔ (ομοφ.).
ΕΣ/ΤΜ.4/610/2018
Αχρεωστήτως καταβληθέντα μερίσματα. Με το υπό κρίση ένδικο βοήθημα χαρακτηριζόμενο στο δικόγραφο ως «έφεση», ζητείται η ακύρωση: α) της 1287/2.3.2015 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ..., με την οποία αναθεωρήθηκε η 7237/2002 απόφασή του και επανακανονίστηκε από 1.8.1997, το ποσό του καταβλητέου μερίσματος στον «εκκαλούντα» και β) του 32964/4.5.2015 εγγράφου του Τμήματος Μεταβολών Μερίσματος, με το οποίο, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο, κοινοποιήθηκε σε αυτόν η προαναφερόμενη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και ενημερώθηκε ότι η συνολική οφειλή του από αχρεωστήτως καταβληθέντα μερίσματα χρονικού διαστήματος από 1.8.1997 έως 1.1.2008 ανέρχεται σε 125.733,44 ευρώ, την οποία και κλήθηκε να εξοφλήσει.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας, το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας για την εκδίκαση της ως άνω διαφοράς που αναφύεται από την αμφισβήτηση της προαναφερόμενης απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του .... καθώς και του εγγράφου του Τμήματος Μεταβολών Μερίσματος, διότι αυτή ανέκυψε, κατά την εφαρμογή της ασφαλιστικής νομοθεσίας, αναγόμενη στην αμφισβήτηση του ύψους παροχών κοινωνικής ασφάλισης και ως εκ τούτου αποτελεί διοικητική διαφορά ουσίας.
ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/243/2021
Αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά - μισθοδοσία και έξοδα κίνησης...Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η υπαλληλική σχέση του αρχικώς εκκαλούντος λύθηκε αυτοδικαίως στις 23.9.2004, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την επομένη της υποβολής της παραίτησής του, είχε δε δικαίωμα να του καταβληθούν τρίμηνες αποδοχές μέχρι και τις 24.12.2004. Συνεπώς, δεν είναι νόμιμος ο σε βάρος του καταλογισμός των αποδοχών που του καταβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 22.6.2004 μέχρι και 24.12.2004. Ειδικά όσον αφορά στα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας, ως χρονικό διάστημα κατά το οποίο μισθοδοτήθηκε δεν έπρεπε να ληφθεί το χρονικό διάστημα μέχρι και τις 22.6.2004, αλλά το χρονικό διάστημα μέχρι και τις 24.12.2004. Τέλος, όσον αφορά στα έξοδα κίνησης, ορθά καταλογίστηκε σε βάρος του το ποσό που του καταβλήθηκε από τις 22.6.2004 και έπειτα, δηλαδή κατά το χρονικό διάστημα που απουσίαζε από την υπηρεσία του.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης επί της έφεσης και να παραπεμφθεί με επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου ο φάκελος της υπόθεσης στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου ..., προκειμένου εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στην υπηρεσία αυτή να επανυπολογιστεί το ποσό των καταλογιστέων σε βάρος του αρχικώς εκκαλούντος αποδοχών, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη και να επιστραφεί ο φάκελος στη Γραμματεία του Δικαστηρίου.
ΝΣΚ/56/2017
Ανάκληση αποφάσεων τοποθέτησης προϊσταμένων οργανικών μονάδων στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας – Αρμόδιο Όργανο – Αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών λόγω της ανάκλησης. Κατάσταση : (Εν μέρει αποδεκτή) Αρμόδιο όργανο για την ανάκληση των αποφάσεων τοποθέτησης προϊσταμένων οργανικών μονάδων στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας και για την ανάκληση της απόφασης τοποθέτησης του Η.Τ. στη θέση του Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων, είναι ο ασκών καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας. Τα καταβληθέντα ποσά στους Η.Τ. και Α.Π., λόγω της εσφαλμένης κατάταξής τους στο Α' βαθμό και της αντίστοιχης χορήγησης του βασικού μισθού του βαθμού αυτού, καταλογίζονται σε βάρος τους, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα (πλειοψ.) Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την 298/2016 Γνωμ. του Ε΄ Τμήματος. ΑΠΟΔΕΚΤΗ μόνο ως προς το πρώτο και δεύτερο σκέλος του ερωτήματος.
ΝΣΚ/333/2013
Ανάκληση κατασχετηρίου εγγράφου Δ.Ο.Υ. εις βάρος εταιρείας τελούσας υπό ειδική εκκαθάριση του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007.α) Η διοίκηση μπορεί να προβεί σε ανάκληση του κατασχετηρίου εγγράφου με το οποίο επιβλήθηκε κατάσχεση εις χείρας τραπεζικού ιδρύματος και επί απαιτήσεων εταιρείας που τελεί υπό ειδική εκκαθάριση, διότι η κατάσχεση επιβλήθηκε παρά τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 3606/2007, που απαγορεύουν στη συγκεκριμένη περίπτωση την αναγκαστική εκτέλεση, ενώ δεν υφίσταται υποχρέωση συμμόρφωσης προς την υπ’ αριθ. 14846/2012 απόφαση του Μ.Δ.Π. Αθηνών, η οποία δεν καταλαμβάνει την εν λόγω κατάσχεση. β) Εφόσον η διοίκηση αποφασίσει την ανάκληση αυτή, θα έχει αναδρομικές συνέπειες και πρέπει να επιστραφούν στην Τράπεζα ως αχρεωστήτως καταβληθέντα τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά, τα οποία στην περίπτωση αυτή δεν προσαυξάνονται με τόκο υπερημερίας. (ομοφ.) Παραπέμφθηκε στην Α΄Τακτική Ολομέλεια Ν.Σ.Κ., η οποία εξέδωσε την υπ'αριθμ. 191/2014 Γνωμοδότηση