Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν.Τμ.1/291/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 496/1974, 1225/1981, 437/1977

ΕΦΑΠΑΞ ΧΡΗΜΑΤΙΚΟ ΒΟΗΘΗΜΑ-ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η αξίωση της φερόμενης ως δικαιούχου για λήψη της άνω διαφοράς του εφάπαξ βοηθήματος του ν. 103/1975 έχει παραγραφεί, αφού από το τέλος του οικονομικού έτους 1993, κατά το οποίο, λόγω της αποχώρησής της από την υπηρεσία, η αξίωση αυτή γεννήθηκε και ήταν δικαστικά επιδιώξιμη, παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω , η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και, ως εκ τούτου, αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/131/2022

Χρόνος έναρξης της παραγραφής της αξίωσης δικηγόρου για την είσπραξη αποζημίωσης στο πλαίσιο παροχής νομικής βοήθειας του άρθρου 14 ν. 3226/2004.(....)Η αξίωση αποζημίωσης δικηγόρου στο πλαίσιο παροχής νομικής βοήθειας γεννήθηκε και ήταν δικαστικά επιδιώξιμη με την πλήρωση των οριζόμενων στον νόμο και την σχετική κ.υ.α. προϋποθέσεων και την προσκομιδή της σχετικής απόφασης (ομόφωνα).


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)39/2016

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ:Μη νόμιμη η καταβολή ποσού από τέως Νομαρχία σε ιατρό Γενικού Νοσοκομείου, σε εκτέλεση αποφάσεων Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου και Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, καθόσον η αξίωση της ανωτέρω ιατρού, έχει υποπέσει σε παραγραφή, μετά την πάροδο πενταετίας από την έκδοση της απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία κατέστη τελεσίδικη η  απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου (άρθρο 48 παρ. του ν.δ./τος 496/1974, ΦΕΚ Α΄ 204/1974).


ΝΣΚ/111/2022

Ερωτάται εάν έχει υποπέσει σε παραγραφή η αξίωση αναδόχου δημοσίου έργου για καταβολή του ποσού εγκεκριμένου λογαριασμού.:Η αξίωση αναδόχου δημοσίου έργου για την εξόφληση εγκεκριμένου από την Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου λογαριασμού πληρωμής δεν έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού, ούτε και έχει παραγραφεί λόγω απόσβεσης του δικαιώματος της αναδόχου κατά το άρθρο 75Α του Ν. 3669/2008, δεδομένου του χρόνου έγκρισης του λογαριασμού (11-11-2021), από την οποία υπάρχει γεννημένη και δικαστικά επιδιώξιμη αξίωση και του χρόνου έγκρισης του πρωτοκόλλου οριστικής παραλαβής (20-12-2018), ενώ και αν ακόμα ήθελε θεωρηθεί ως αφετηρία της παραγραφής η 31η-12-2016, ήτοι το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου υπήρξε, στις 24-2-2016, σιωπηρή απόρριψη της αίτησης θεραπείας που άσκησε ο ανάδοχος κατά της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής του έργου και πάλι δεν συμπληρώθηκε πενταετής παραγραφή μέχρι την ημερομηνία υποβολής του 61ου λογαριασμού, που συνιστά διακοπτικό της παραγραφής γεγονός. Τέλος δεν μπορεί να θεωρηθεί η τελευταία αυτή ημερομηνία (ήτοι η 24η-2-2016) ή άλλη ημερομηνία ως χρόνος έναρξης της τετράμηνης αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 75Α του Ν. 3669/2008, ενόψει του σκοπού της διάταξης αυτής (κατά πλειοψηφία).


ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.1/46/2017

Επιδότηση για αγορά κατοικίας σε προβληματική περιοχή:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι και οι τρεις φερόμενοι ως δικαιούχοι των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, πληρούσαν, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για επιδότηση, και δη προ της έναρξης ισχύος του ν. 4002/2011, τις απαιτούμενες από τις οικείες διατάξεις προϋποθέσεις για την απόληψη της επίμαχης παροχής, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα από αυτούς δικαιολογητικά. Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, ορισμένα από τα δικαιολογητικά αυτά, υπεβλήθησαν μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου, αφού πρόκειται για συμπληρωματικά δικαιολογητικά που αποδεικνύουν γεγονότα, τα οποία ανάγονται στο χρόνο υποβολής της ανωτέρω αίτησης και δη τη μη ύπαρξη, κατά το χρόνο αυτό, άλλης οικίας που να καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες των ίδιων και των μελών της οικογένειάς τους. Εξάλλου, η σχετική αξίωση των ως άνω υπαλλήλων δεν έχει παραγραφεί, καθόσον η αξίωση αυτή γεννήθηκε στις 7.6.2007, 23.8.2007 και 29.10.2007, αντίστοιχα, η δε πενταετής παραγραφή, η οποία άρχισε στις 31.12.2007, διεκόπη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την υποβολή της από 19.11.2012 αίτησης των εν λόγω υπαλλήλων προς την αρμόδια Οικονομική Υπηρεσία, ενώ, μέχρι την έκδοση, το έτος 2016, των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, οπότε διεκόπη εκ νέου η παραγραφή (βλ. άρθρο 51 περ. γ του ν.δ/τος 496/1974), δεν παρήλθε πενταετία. Κατά τη γνώμη, όμως, της Παρέδρου Ελένης Νικολάου: α) Η αξίωση του Παναγιώτη Τοπαλίδη για καταβολή της επιδότησης κατοικίας του γεννήθηκε στις 21.12.2006, β) Η αξίωση της Αικατερίνης Κατσαρού για καταβολή της επιδότησης κατοικίας της, η οποία απέκτησε κατοικία κατά τη διάρκεια συμπλήρωσης του χρόνου πενταετούς παραμονής στο Γ.Ν. ......, γεννήθηκε με τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού, εντός του έτους 2007 και γ) η αξίωση της ….. για καταβολή της επιδότησης κατοικίας γεννήθηκε στις 29.10.2002. Μετά από την υποβολή των από 7.6.2007, 23.8.2007 και 29.10.2007, αντίστοιχα, αιτήσεων των ανωτέρω, η από 19.11.2012 αίτησή τους, ως δεύτερη, δεν επενεργεί διακόπτοντας την πενταετή παραγραφή της αξίωσης καθενός, σύμφωνα με τις οικείες εφαρμοστέες διατάξεις του ν.δ/τος 496/1974, στο χρόνο δε παραγραφής των αξιώσεών τους ουδεμία ασκεί επιρροή η, κατά το έτος 2015, συμπλήρωση του φακέλου των δικαιολογητικών των ανωτέρω. Με τα δεδομένα αυτά, οι αξιώσεις των ανωτέρω κατά το χρόνο έκδοσης των τίτλων πληρωμής, ήδη δε και κατά το χρόνο έκδοσης της από 29.6.2016 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου είχαν παραγραφεί. Επομένως, η εντελλόμενη δαπάνη, δεν είναι νόμιμη, αν και με διάφορη του προβαλλόμενου λόγου αιτιολογία. Η γνώμη αυτή, ωστόσο, δεν εκράτησε.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/35/2020

Καταβολή αποδοχών διαθεσιμότητας...Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙ, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η μετάταξη του φερόμενου ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος πληρωμής υπαλλήλου συνιστά υπηρεσιακή μεταβολή επαγόμενη τη λήξη της ισχύος της ειδικής άδειας που είχε χορηγηθεί στον ίδιο και την υπαγωγή του σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με τις προαναφερόμενες ειδικές διατάξεις. Επομένως, η υπό κρίση δαπάνη είναι μεν  καταρχήν και ως προς την ουσία της νόμιμη, πλην όμως μη κανονική, καθόσον η σχετική αξίωση του υπαλλήλου έχει ήδη υποκύψει στη διετή παραγραφή του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 140 παρ. 3 του ν. 4270/2014. Συγκεκριμένα, η προθεσμία της παραγραφής εκκίνησε εν προκειμένω στις 16.8.2015, οπότε σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 2 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.3584/2007 – Α΄ 143) που ορίζει ότι ο μισθός προκαταβάλλεται στην αρχή κάθε δεκαπενθημέρου, γεννήθηκε η αξίωση για την καταβολή του μισθού του β΄ δεκαπενθημέρου του μήνα αυτού (15.8.2015) και κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Η ως άνω προθεσμία διεκόπη με την υποβολή της με αριθμ. πρωτ. 13059/24.8.2015 αιτήσεως του φερόμενου ως δικαιούχου και ξεκίνησε πάλι στις 27.8.2015, χρονολογία που φέρει η απάντηση της αρμόδιας αρχής επί της ανωτέρω αιτήσεως. Δοθέντος δε ότι οι 14823/21.9.2015, 17967/9.12.2016 και 18143/12.12.2017 αιτήσεις που υπεβλήθησαν στη συνέχεια δεν συνιστούν νέο διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143 του ν. 4270/2014, προκύπτει ότι η διετής προθεσμία της παραγραφής συμπληρώθηκε στις 27.8.2017, δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο της εκκαθάρισης του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος πληρωμής, το οποίο εκδόθηκε στις 29.10.2018. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ενταλματοποίηση παραγεγραμμένης απαίτησης δεν επιτρέπεται, η εν λόγω πλημμέλεια, που καθιστά τη δαπάνη μη κανονική, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (βλ. Πρ. Κλιμ. Ι Τμ. 39/2016, 46/2017).


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/87/2020

Συμβάσεις πώλησης ιατρικών – φαρμακευτικών προϊόντων..Με δεδομένο, όμως, ότι όλες οι επίδικες συμβάσεις καταρτίστηκαν εντός των ετών 2006 και 2007, η παραγραφή των αντίστοιχων αγωγικών αξιώσεων άρχιζε από 1.1.2007 και 1.1.2008 και συμπληρωνόταν την 31.12.2011 και την 31.12.2012 αντίστοιχα. Με την ασκηθείσα στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο από 16.6.2015 αγωγή της, η οποία επιδόθηκε στο εναγόμενο την 29.6.2015, η ενάγουσα ζήτησε, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, λόγω ακυρότητας των επίδικων συμβάσεων εξαιτίας της μη τήρησης του απαιτούμενου από το νόμο για τη σύναψή τους έγγραφου τύπου, το ποσό των 56.039,84 ευρώ ως ισόποση δαπάνη που το εναγόμενο ΝΠΔΔ εξοικονόμησε και στην οποία θα υποβαλλόταν, εάν προμηθευόταν το ιατροφαρμακευτικό υλικό με έγκυρες συμβάσεις από άλλο πρόσωπο. Από το χρόνο, όμως, που γεννήθηκε η επίδικη αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη μέχρι την άσκηση της ως άνω αγωγής (29.6.2015), παρήλθε χρόνος μεγαλύτερος των πέντε ετών, με αποτέλεσμα να έχει παραγραφεί η αξίωση αυτή της ενάγουσας έναντι του εναγομένου ΝΠΔΔ, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας (άρθρα 48 παρ. 1 και 49 ν.δ. 496/1974), κατά την βάσιμη σχετική ένσταση του τελευταίου, ζήτημα άλλωστε, που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 52 εδ. γ΄ του ν.δ. 496/1974). Και ναι μεν η ενάγουσα επικαλείται διακοπή της παραγραφής με την επίδοση της προγενέστερης από 18.4.2011 (με αριθμό κατάθεσης …./2011) αγωγής της στο εναγόμενο πριν την πάροδο της πενταετίας, πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός είναι ουσιαστικά αβάσιμος. Ειδικότερα, με την ως άνω προγενέστερη αγωγή της η ενάγουσα ζήτησε να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει, ως οφειλόμενο τίμημα από τις συμβάσεις πώλησης (σε συνδυασμό με τις συμβάσεις εκχώρησης), την αξία των πωληθέντων ιατροφαρμακευτικών υλικών εντόκως από την επομένη της παρέλευσης 60 ημερών από την επίδοση εκάστου τιμολογίου. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3437/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ..., η οποία δέχθηκε εν μέρει αυτήν, ως βάσιμη κατ’ ουσία, ως προς τα αναφερόμενα τιμολόγια πώλησης που δεν υπερέβαιναν το ποσό των 2.500 ευρώ έκαστο και απέρριψε αυτήν, ως αόριστη, ως προς τα λοιπά τιμολόγια, που υπερέβαιναν το ποσό των 2.500 ευρώ έκαστο. Η αγωγή, όμως, αυτή είχε ιστορική και νομική αιτία διάφορη της μεταγενέστερης από 16.6.2015 αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου για τα ίδια αυτά τιμολόγια, δεδομένου ότι η ευθύνη του εναγομένου στην πρώτη αγωγή στηριζόταν αποκλειστικά στη σύμβαση πώλησης, ενώ στην μεταγενέστερη αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, δηλαδή σε εντελώς διαφορετική ιστορική και νομική βάση. Σύμφωνα, όμως, με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας για να επέλθει διακοπή της παραγραφής λόγω της ασκηθείσης πρώτης χρονικά αγωγής και της επανέγερσής της κατ’ άρθρο 263 ΑΚ (το οποίο έχει εφαρμογή και στην παραγραφή των κατά των ΝΠΔΔ χρηματικών απαιτήσεων, ενόψει του ότι δεν υπάρχει αντίθετη ρύθμιση με το ν.δ. 496/1974), πρέπει η μεταγενέστερη αγωγή να έχει την ίδια ιστορική και νομική βάση με την αρχική αγωγή, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση ως προς τις αγωγές αυτές (ήτοι την αρχική που ασκήθηκε με βάση τη σύμβαση πώλησης και την μεταγενέστερη που ασκήθηκε με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό), οι οποίες εισάγουν διαφορετικά αντικείμενα δίκης, δεδομένου ότι το πραγματικό των εφαρμοζομένων διατάξεων είναι διαφορετικό στις δύο αυτές περιπτώσεις, ενώ και οι έννομες συνέπειες (νομική θεμελίωση) είναι, επίσης, διαφορετικές κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Επομένως, η εκκαλούμενη απόφαση, η οποία δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως παραγεγραμμένη την αξίωση της ενάγουσας και, συνακόλουθα, ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή, κατά παραδοχή του περί παραγραφής ισχυρισμού του εναγόμενου ΝΠΔΔ, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρθηκαν στη ίδια ως άνω νομική σκέψη της και, ως εκ τούτου, ο μοναδικός λόγος της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.


ΑΠ/712/2013

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ- ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΟΤΑ:..κατά τη συζήτηση της αναίρεσης, το αναιρεσείον, ζήτησε, .. την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, με την επίκληση, ότι η ένδικη αξίωση των αναιρεσίβλητων, παρεγράφη κατ' άρθρο 90 ν. 2362/1995, εφόσον παρήλθε διετία από τότε που γεννήθηκε μέχρι την άσκηση της αγωγής, προκειμένου δε να θεμελιώσει το παραδεκτό του, για πρώτη φορά, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, προταθέντος ισχυρισμού, επικαλείται ότι ο καταλυτικός της αξίωσης των αναιρεσίβλητων ισχυρισμός του, περί παραγραφής, στη συγκεκριμένη περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από τα δικαστήρια και αφορά τη δημόσια τάξη. Όμως, ο ισχυρισμός αυτός είναι απαράδεκτος, προεχόντως, διότι δεν προβλήθηκε ως λόγος αναίρεσης, με το δικόγραφο της αναίρεσης, ανεξαρτήτως του ότι, είναι μεν από εκείνους οι οποίοι, κατ' εξαίρεση, λαμβάνονται υπόψη από τα δικαστήρια της ουσίας, και χωρίς να προταθούν, όχι όμως και από τον Άρειο Πάγο, ειδικώς δε στην προκειμένη περίπτωση, ο ίδιος ισχυρισμός δεν αφορά τη δημόσια τάξη. Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να κκαταδικασθεί το αναιρεσείον, ως ηττώμενο, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσίβλητων, μειωμένα, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ και 281 του ν. 3463/2006 (Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/80/2018

ΕΦΑΠΑΞ:Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει των προεκτεθεισών νομικών παραδοχών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης νομικής προϋπόθεσης, καθόσον, εκ μόνης της υποβολής της 4671/16.3.1999 αίτησης του προαναφερόμενου υπαλλήλου, για την κατ’ εφαρμογή του άρθρου 30 παρ. 2 του ν. 2592/1998 αναγνώριση και εξαγορά του χρόνου προϋπηρεσίας του, δεν γεννήθηκε οποιαδήποτε αξίωσή του έναντι του ...., ώστε να ανακύπτει ζήτημα παραγραφής της, εξαιτίας της παρέλευσης μακρού χρονικού διαστήματος μέχρι την αποδοχή της υποβληθείσας αίτησης από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου. Τέτοια αξίωση του ανωτέρω υπαλλήλου, αφορώσα στην καταβολή της εφάπαξ παροχής του ν. 103/1975, γεννήθηκε μόνον μετά την αποχώρησή του από την ενεργό υπηρεσία και την υποβολή της 39170/7.11.2016 σχετικής αίτησής του, δεν έχει δε υποπέσει σε παραγραφή. Νομίμως, εξάλλου, συμπεριελήφθη στο συνολικό ποσό της εντελλόμενης δαπάνης το επιμέρους ποσό των 4.608,36 ευρώ, που αντιστοιχεί στους 49 μήνες υπηρεσίας για τους οποίους δεν έχει εισέτι καταβληθεί από τον αποχωρήσαντα υπάλληλο το αναλογούν ποσό εξαγοράς (2.104,06 ευρώ), δοθέντος ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, η καταβολή αυτού δύναται.. να συντελεστεί διά συμψηφισμού κατά τον υπολογισμό και την πληρωμή του εφάπαξ βοηθήματος, και, συνεπώς, αποβαίνει απορριπτέος, ως νόμω αβάσιμος, ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος δεύτερος λόγος διαφωνίας. Ενόψει αυτών και εφόσον δεν προβάλλεται οποιοσδήποτε άλλος λόγος διαφωνίας, η περιεχόμενη στο υπό έλεγχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη παρίσταται νόμιμη και, επομένως, θα μπορούσε αυτό να θεωρηθεί, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2017, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/283/2019

Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:..Με τα δεδομένα αυτά και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η αξίωση του ως άνω πρώην δημοτικού υπαλλήλου για απόληψη της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννήθηκε από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης του, ήτοι από 2.3.2015. Τούτο διότι, κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 204 του Κ.Κ.Δ.Κ.Υ. (ν. 3584/2007), η συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψης σύνταξης, ήτοι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης ούτε η λήψη της σύνταξης συνιστά προϋπόθεση για τη γέννηση της αξίωσης ως προς την καταβολή της τελευταίας (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 19/2017, 244, 245/2018, πρβλ. Α.Π. 1359/2015). Δοθέντος δε ότι, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η αξίωση του εν λόγω πρώην δημοτικού υπαλλήλου για τη λήψη αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης γεννάται και καθίσταται δικαστικώς επιδιώξιμη από τον χρόνο αποχώρησής του από την υπηρεσία, ήτοι από το χρόνο έκδοσης της οικείας πράξης αυτοδίκαιης λύσης της υπαλληλικής του σχέσης, η διετής παραγραφή της αξίωσης για λήψη της επίμαχης αποζημίωσης, αρχόμενη από τις 2.3.2015 θα συμπληρωνόταν στις 3.3.2017, ήτοι σε χρόνο πριν την υποβολή της αρχικής με αριθμ. πρωτ. 3256/28.2.2018 αίτησης του φερόμενου ως δικαιούχου και, κατ’ επέκταση πριν από την εκκαθάριση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος. Εντούτοις, εφόσον τα αρμόδια όργανα του Δήμου θεώρησαν - κατά την έννοια που προσέδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις - ότι η έκδοση τόσο της οριστικής όσο και της επικουρικής απόφασης απονομής σύνταξης στον ως άνω πρώην δημοτικό υπάλληλο αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση και την εκκαθάριση της σχετικής αξίωσής του, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη, μετά την πάροδο της διετίας εκκαθάρισή της, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η διετής παραγραφή - εν προκειμένω - δεν συμπληρώθηκε στις 3.3.2017. Τούτο δε διότι, υπό το εκτεθέν ιστορικό και ειδικότερα, ενόψει της δικαιολογημένης εν τοις πράγμασι και επομένως, απολαμβάνουσας συνταγματικής προστασίας εμπιστοσύνης του στην ερμηνεία που έδωσαν στις κρίσιμες διατάξεις τα αρμόδια όργανα του Δήμου, η επίμαχη αξίωση του ως άνω πρώην δημοτικού υπαλλήλου κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την έκδοση της 22710/20.10.2016 οριστικής απόφασης του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. ... για την απονομή σε αυτόν οριστικής σύνταξης (χρονικό σημείο, από το οποίο αρχίζει εν προκειμένω και η διετής παραγραφή αυτής). Συνεπώς, νομίμως αυτός υπέβαλε την με αριθμ. πρωτ. 3256/28.2.2018 αίτησή του προκειμένου να του καταβληθεί η δικαιούμενη και μη υποκύψασα στη διετή παραγραφή αξίωση αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης, για να ακολουθήσουν η 1319/30.11.2018 απόφαση του Δημάρχου ... περί καταβολής της και εν τέλει η ενταλματοποίησή της με τον ελεγχόμενο τίτλο.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/228/2019

Εφάπαξ  του ν. 103/1975:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας το Κλιμάκιο κρίνει ότι είναι νόμιμος ο υπολογισμός της εφάπαξ παροχής της φερομένης ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος σύμφωνα με το νέο σύστημα υπολογισμού του άρθρου 35 του ν. 4387/2016, καθώς αυτή εξήλθε από την υπηρεσία της και υπέβαλε σχετική αίτηση χορήγησης του βοηθήματος αυτού μετά την 1.9.2013 (αποχώρησε από την υπηρεσία της την 2.12.2013 και υπέβαλε την από 23.6.2014 αίτηση για την χορήγηση σε αυτήν του εφάπαξ βοηθήματος). Όπως δε προκύπτει από το άρθρο 35 παρ.5 του ιδίου νόμου, ο υπολογισμός των εφάπαξ παροχών με το προγενέστερο σύστημα, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις που διέπουν τον κάθε τομέα – κλάδο πρόνοιας, που αποδίδει το εφάπαξ βοήθημα του ν. 103/1975, αλλά και τις μειώσεις που έχουν επιβληθεί με το ν. 4093/2012,  αφορούν σε αιτήσεις για αποχωρήσεις μέχρι και την 31.8.2013, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου διαφωνίας του Επιτρόπου για την υποχρέωση περικοπής του ποσού κατά 42,29%. Περαιτέρω, η αξίωση της ανωτέρω ασφαλισμένης για λήψη της επίμαχης εφάπαξ παροχής, η οποία γεννήθηκε από την επομένη της ημερομηνίας αποχώρησής της από την υπηρεσία (3.12.2013), σε κάθε περίπτωση δεν είχε υποπέσει, κατά την ημερομηνία ενταλματοποίησης της οικείας δαπάνης (5.10.2018), στην πενταετή παραγραφή της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του ν.δ. 496/1974, ανεξαρτήτως του γεγονότος της διακοπής της σχετικής προθεσμίας με την υποβολή της 3382/23.6.2014 αίτησής της, αλλά και των συνεπειών που επέφερε στη δράση των εμπλεκόμενων διοικητικών οργάνων η εισαγωγή του νέου συστήματος υπολογισμού της εφάπαξ παροχής με τις ρυθμίσεις του άρθρου 35 του ν. 4387/2016.