Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.6/2212/2011

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 59/2007, 3669/2008

Ενιαίο έργο -Κατάτμηση.(...)Από τις προεκτιθέμενες διατάξεις (π.δ.59/2007) συνάγεται ότι όταν ένα ενιαίο έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των εργασιών του, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων του ισούται με ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ, που είναι το κατώτατο ισχύον όριο εφαρμογής του π.δ. 59/2007, οι διατάξεις του προεδρικού αυτού διατάγματος εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματά του (υποέργα). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη έργο και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, χρησιμοποιείται κάθε πρόσφορο κατά περίπτωση λειτουργικό κριτήριο όπως η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου εκτέλεσής τους, το είδος των εργασιών τους, η χρονική εγγύτητα της έναρξης των διαδικασιών για την ανάθεσή τους, καθώς και της ανάθεσής τους και η τυχόν ομοιότητα των μελετών τους. Στο πλαίσιο αυτό συνεκτιμώνται τα ειδικότερα χαρακτηριστικά και ο προορισμός εκάστης εργολαβίας και ερευνάται εάν ο σκοπός αυτών κατατείνει στην πραγματοποίηση ενός ενιαίου έργου. Εξάλλου δεν επιτρέπεται, μέσω της κατάτμησης ενός ενιαίου έργου σε τμήματα και του αντίστοιχου επιμερισμού του συνολικού προϋπολογισμού του, να καταστρατηγείται το ως άνω π.δ. με τη μη υπαγωγή των επιμέρους υποέργων, λόγω των επιμερισμένων προϋπολογισμών τους, στο πεδίο εφαρμογής του καθώς και τη μη αποστολή περίληψης των διακηρύξεων για την ανάθεση αυτών στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς δημοσίευση

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/264/2011

Από τις ως άνω διατάξεις (Π.Δ. 59/2007- άρθρο 2 παρ.2 περ.β) , άρθρο 16 , άρθρο 17 ) συνάγεται ότι όταν ένα έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των οικείων εργασιών, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων εγγίζει ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ που είναι το κατώτατο, ισχύον όριο εφαρμογής του Π.Δ/τος 59/2007, οι διατάξεις αυτού εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα (υποέργα). Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, χρησιμοποιούνται λειτουργικά κριτήρια και δή : η χωροθέτηση του έργου, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, το είδος των απαιτουμένων για την κατασκευή καθενός από τα έργα αυτά, εργασιών, η ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας των περισσοτέρων συμβάσεων, η ομοιότητα των μελετών και η χρονική διάρκεια της κατασκευής τους. Η διαπίστωση της τεχνητής, μη επιτρεπτής κατατμήσεως ενός ενιαίου έργου σε τμήματα, παρά τη συνδρομή των ως άνω κριτηρίων, παραβιάζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου που επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού για την ανάθεση αυτού και τη δημοσίευση της οικείας προκηρύξεως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ακολούθως, η μη εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου ως προς το σύνολο των υποέργων του ενιαίου έργου, ιδία με την αποστολή της προκηρύξεως αυτών προς δημοσίευση, συνιστά πλημμέλεια, η οποία καθιστά μη νόμιμη την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού διότι η παράλειψη των διατυπώσεων δημοσιότητας οδηγεί σε αποκλεισμό των δραστηριοποιουμένων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εργοληπτικών επιχειρήσεων και ως εκ τούτου πλήττονται οι αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού, της προσβάσεως στις διαδικασίες αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων και της διαφάνειας (Απόφαση ΔΕΚ της 5.10.2000 στη C-16/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, σελ. Ι-8315, Αποφάσεις VI Τμήματος 3741/2009, 3740/2009, 3730/2009, Πράξεις VI Τμήματος 49/2006, 33/2006, Πράξεις Ε΄ Κλιμακίου 565/2009, 562/2009, 555/2009, 148/2006, 42/2004, 41/2004, 4/2004, 365/2003, 363/2003, 359/2003). Τέλος, σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας, η κατάτμηση ενός ενιαίου έργου σε επιμέρους τμήματα οδηγεί σε καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 102 του Ν. 3669/2008 αναφορικά με τις καλούμενες τάξεις πτυχίων εργοληπτικών επιχειρήσεων διότι η δημοπράτηση του ενιαίου έργου συνεπάγεται την κλήση εργοληπτικών επιχειρήσεων διαφορετικής (μεγαλύτερης) τάξεως σε σχέση με αυτές που καλούνται όταν δημοπρατούνται χωριστά τμήματα του έργου, καθόσον ο προϋπολογισμός των τμημάτων είναι προδήλως μικρότερος αυτού του ενιαίου έργου. Κατά τη γνώμη όμως ενός μέλους του Τμήματος με συμβουλευτική ψήφο, της Παρέδρου, Ευαγγελίας Σεραφή, το κοινοτικό δίκαιο δεν απαγορεύει (εφόσον υπάρχει δυνατότητα συνάψεως χωριστών συμβάσεων) τον επιμερισμό του ενιαίου έργου σε περισσότερα τμήματα, αρκεί σε κάθε ένα από αυτά να εφαρμόζονται οι κανόνες του κοινοτικού δικαίου, ιδία δε η δημοσίευση των διακηρύξεων των υποέργων στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Περαιτέρω, από καμία διάταξη του εθνικού δικαίου δεν απαγορεύεται η κατάτμηση των ενιαίων έργων σε περισσότερα, μικρότερα έργα, στα οποία η καλούμενη τάξη εργοληπτικών πτυχίων προσδιορίζεται από τον προϋπολογισμό τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 102 του Ν. 3669/2008. Η μη νομιμότητα της κατατμήσεως στη διαδικασία δημοπρατήσεως έργων έχει την έννοια της απαγορεύσεως καταστρατηγήσεως των κοινοτικών διατάξεων που οδηγούν στον αποκλεισμό των εργοληπτικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε κάποιο από τα κράτη μέλη ή των εθνικών διατάξεων που ρυθμίζουν τη διαδικασία αναθέσεως δημοσίων έργων (π.χ. κατάτμηση για την αποφυγή διενέργειας ανοικτού διαγωνισμού ή για την αποφυγή υποβολής των συμβάσεων στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου). Υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου, δεν γεννάται ζήτημα καταστρατηγήσεως των διατάξεων που ρυθμίζουν τις καλούμενες τάξεις πτυχίων των εργοληπτών (άρθρο 102 του Ν. 3669/2008), καθόσον δι’ αυτών απλώς ορίζεται αυτοτελώς το δικαίωμα συμμετοχής, το οποίο εξαρτάται από τον προϋπολογισμό κάθε υποέργου.


ΕλΣυν/Τμ.6/2159/2011

Από τις ως άνω διατάξεις (π.δ.59/2007) συνάγεται ότι όταν ένα έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των οικείων εργασιών, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων εγγίζει ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ που είναι το κατώτατο, ισχύον όριο εφαρμογής του π.δ/τος 59/2007, οι διατάξεις αυτού εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα (υποέργα). Προκειμένου δε, να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή έργο, εφαρμόζονται λειτουργικά κριτήρια και δη: η χωροθέτηση του έργου, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, το είδος των απαιτουμένων για την κατασκευή καθενός από τα υποέργα αυτά εργασιών, η ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας των περισσοτέρων συμβάσεων, η ομοιότητα των μελετών και η χρονική διάρκεια της κατασκευής τους. Η διαπίστωση της τεχνητής, μη επιτρεπτής κατάτμησης ενός ενιαίου έργου σε τμήματα, παρά τη συνδρομή των ως άνω κριτηρίων, παραβιάζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου, που επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού για την ανάθεση αυτού και τη δημοσίευση της οικείας προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ακολούθως, η μη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου ως προς το σύνολο των υποέργων του ενιαίου έργου, ιδίως με την αποστολή της προκήρυξης αυτών προς δημοσίευση, συνιστά πλημμέλεια, η οποία καθιστά μη νόμιμη την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού, διότι η παράλειψη των διατυπώσεων δημοσιότητας οδηγεί σε αποκλεισμό των δραστηριοποιουμένων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εργοληπτικών επιχειρήσεων και ως εκ τούτου πλήττονται οι αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού, της πρόσβασης στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και της διαφάνειας (βλ. Απόφαση ΔΕΚ της 5.10.2000 στη C-16/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, σελ. Ι-8315, Αποφάσεις VI Τμήματος 2507, 3741, 3740/2009, 264/2011, Πράξεις VI Τμήματος 49/2006, 33/2006, Πράξεις Ε΄ Κλιμακίου 565/2009, 562/2009, 555/2009, 148/2006, 42/2004, 41/2004, 4/2004, 365/2003, 363/2003, 359/2003). (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω τόσο το ελεγχόμενο έργο όσο και οι λοιπές σχετιζόμενες με αυτό εργολαβίες, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου, καθόσον όλα εκτελούνται στην ίδια γεωγραφική ενότητα (τομέας Ηρακλείου), χωρίς να ασκεί ουσιώδη επιρροή το γεγονός, ότι ο ανωτέρω τομέας περιλαμβάνει περισσότερους δήμους, και αποσκοπούν στη συντήρηση και επέκταση του δικτύου ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ Α.Ε., δηλαδή κατατείνουν στην ίδια οικονομική και τεχνική λειτουργία. Περαιτέρω, οι εργασίες που απαιτούνται για την εκτέλεσή τους (εργασίες επαναφοράς ασφαλτικού οδοστρώματος, αντικατάστασης, επισκευής, τοποθέτησης φρεατίου παροχής, σύνδεσης παροχής με την εσωτερική εγκατάσταση του υδρευόμενου, εξυγίανσης υφιστάμενων παροχών, εκσκαφής τάφρων, τοποθέτησης αγωγών διανομής ύδατος, αποκατάστασης διαρροών κ.λπ.) είναι παρόμοιες, οι δε μεταξύ τους διαφοροποιήσεις του τεχνικού τους αντικειμένου είναι επουσιώδεις και δεν αναιρούν τον «ενιαίο» χαρακτήρα του έργου, συγχρόνως δε, η έγκριση δημοπράτησης και των πέντε επίμαχων εργολαβιών έγινε εντός του ιδίου έτους 2010. Εξάλλου, το γεγονός ότι για κάποιες από τις επίμαχες εργασίες καταβάλλεται οικονομικό αντάλλαγμα από τους καταναλωτές δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω, καθόσον όλα τα προαναφερόμενα έργα κατατείνουν στην συντήρηση και επέκταση του δικτύου ύδρευσης της Ε.Υ.Δ.Α.Π. Α.Ε.. Κατά συνέπεια και οι πέντε εργολαβίες αποτελούν ένα «ενιαίο» έργο, η τεχνητή κατάτμηση του οποίου είναι ανεπίτρεπτη καθόσον για τις επιμέρους συμβάσεις δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, ιδίως δε η αποστολή της προκήρυξης του ελεγχόμενου έργου στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, απορριπτομένου περαιτέρω, ως αβάσιμου του ισχυρισμού περί συνδρομής λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, καθόσον το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης εκτέλεσης έργων και όχι, όπως στη προκειμένη περίπτωση, με την παραβίαση αυτής (βλ. Απόφ.1251, 1640/2011VI Τμ.).


ΕλΣυν/Ε Κλ/114/2010

Δημόσιο έργο, που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/17 ΕΚ και του Π.Δ/τος 59/2007. Διαίρεση του έργου σε περισσότερα τμήματα. Κατακύρωση ενός ή περισσοτέρων τμημάτων του έργου όχι στον πρώτο μειοδότη είναι μη νόμιμη, αφού παραβιάζει τις διατάξεις των άρθρων 55 της Οδηγίας 2004/17 ΕΚ και 46 του Π.Δ/τος 59/2007. Με την 1193/2010 απόφαση του VI Τμήματος απορρίφθηκε αίτηση ανάκλησης της προμνη- σθείσας Πράξης του Κλιμακίου.


ΕλΣυν/Τμ.6/2159/2011

«Επαναφορές οδοστρωμάτων και πεζοδρομίων σε εργασίες που έχουν εκτελεσθεί από συνεργεία της Ε.Υ.Δ.Α.Π. Α.Ε., αντικαταστάσεις – επισκευές φρεατίων παροχών κ.ά., σε περιοχές ευθύνης τομέα Ηρακλείου, Εργολαβία Ε- 841», (...)Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι όταν ένα έργο, η ύπαρξη του οποίου εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των οικείων εργασιών, μπορεί να διαιρεθεί σε περισσότερα τμήματα και το άθροισμα της προϋπολογισθείσας αξίας των επιμέρους τμημάτων εγγίζει ή υπερβαίνει το όριο των 4.845.000 ευρώ που είναι το κατώτατο, ισχύον όριο εφαρμογής του π.δ/τος 59/2007, οι διατάξεις αυτού εφαρμόζονται σε όλα τα τμήματα (υποέργα). Προκειμένου δε, να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα υποέργα συνέχονται σε ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο από κάθε άποψη και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή έργο, εφαρμόζονται λειτουργικά κριτήρια και δη: η χωροθέτηση του έργου, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, το είδος των απαιτουμένων για την κατασκευή καθενός από τα υποέργα αυτά εργασιών, η ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, η ταυτόχρονη έναρξη της διαδικασίας των περισσοτέρων συμβάσεων, η ομοιότητα των μελετών και η χρονική διάρκεια της κατασκευής τους. Η διαπίστωση της τεχνητής, μη επιτρεπτής κατάτμησης ενός ενιαίου έργου σε τμήματα, παρά τη συνδρομή των ως άνω κριτηρίων, παραβιάζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου, που επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού για την ανάθεση αυτού και τη δημοσίευση της οικείας προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ακολούθως, η μη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου ως προς το σύνολο των υποέργων του ενιαίου έργου, ιδίως με την αποστολή της προκήρυξης αυτών προς δημοσίευση, συνιστά πλημμέλεια, η οποία καθιστά μη νόμιμη την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού, διότι η παράλειψη των διατυπώσεων δημοσιότητας οδηγεί σε αποκλεισμό των δραστηριοποιουμένων στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εργοληπτικών επιχειρήσεων και ως εκ τούτου πλήττονται οι αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού, της πρόσβασης στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και της διαφάνειας (βλ. Απόφαση ΔΕΚ της 5.10.2000 στη C-16/1998, Επιτροπή κατά Γαλλίας, σελ. Ι-8315, Αποφάσεις VI Τμήματος 2507, 3741, 3740/2009, 264/2011, Πράξεις VI Τμήματος 49/2006, 33/2006, Πράξεις Ε΄ Κλιμακίου 565/2009, 562/2009, 555/2009, 148/2006, 42/2004, 41/2004, 4/2004, 365/2003, 363/2003, 359/2003). (...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω τόσο το ελεγχόμενο έργο όσο και οι λοιπές σχετιζόμενες με αυτό εργολαβίες, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου, καθόσον όλα εκτελούνται στην ίδια γεωγραφική ενότητα (τομέας Ηρακλείου), χωρίς να ασκεί ουσιώδη επιρροή το γεγονός, ότι ο ανωτέρω τομέας περιλαμβάνει περισσότερους δήμους, και αποσκοπούν στη συντήρηση και επέκταση του δικτύου ύδρευσης της ΕΥΔΑΠ Α.Ε., δηλαδή κατατείνουν στην ίδια οικονομική και τεχνική λειτουργία. Περαιτέρω, οι εργασίες που απαιτούνται για την εκτέλεσή τους (εργασίες επαναφοράς ασφαλτικού οδοστρώματος, αντικατάστασης, επισκευής, τοποθέτησης φρεατίου παροχής, σύνδεσης παροχής με την εσωτερική εγκατάσταση του υδρευόμενου, εξυγίανσης υφιστάμενων παροχών, εκσκαφής τάφρων, τοποθέτησης αγωγών διανομής ύδατος, αποκατάστασης διαρροών κ.λπ.) είναι παρόμοιες, οι δε μεταξύ τους διαφοροποιήσεις του τεχνικού τους αντικειμένου είναι επουσιώδεις και δεν αναιρούν τον «ενιαίο» χαρακτήρα του έργου, συγχρόνως δε, η έγκριση δημοπράτησης και των πέντε επίμαχων εργολαβιών έγινε εντός του ιδίου έτους 2010. Εξάλλου, το γεγονός ότι για κάποιες από τις επίμαχες εργασίες καταβάλλεται οικονομικό αντάλλαγμα από τους καταναλωτές δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω, καθόσον όλα τα προαναφερόμενα έργα κατατείνουν στην συντήρηση και επέκταση του δικτύου ύδρευσης της Ε.Υ.Δ.Α.Π. Α.Ε.. Κατά συνέπεια και οι πέντε εργολαβίες αποτελούν ένα «ενιαίο» έργο, η τεχνητή κατάτμηση του οποίου είναι ανεπίτρεπτη καθόσον για τις επιμέρους συμβάσεις δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, ιδίως δε η αποστολή της προκήρυξης του ελεγχόμενου έργου στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, απορριπτομένου περαιτέρω, ως αβάσιμου του ισχυρισμού περί συνδρομής λόγων υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι δικαιολογούν τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, καθόσον το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης εκτέλεσης έργων και όχι, όπως στη προκειμένη περίπτωση, με την παραβίαση αυτής (βλ. Απόφ.1251, 1640/2011VI Τμ.).


ΕλΣυν/Κλ.Ε/439/2010

Κατά την έννοια των άνω διατάξεων(Π.Δ. 59/2007- άρθρο 2 παρ.2 περ.β) η ύπαρξη ενός έργου πρέπει να εκτιμάται με βάση την οικονομική και τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος των οικείων εργασιών (βλ Απόφαση ΔΕΚ C-16/98). Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ένα ή περισσότερα τμήματα αποτελούν ενιαίο έργο, δηλ. ολοκληρωμένο από κάθε άποψη και έτοιμο να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που είχε προβλεφθεί από την αναθέτουσα αρχή, ως κριτήρια χρησιμοποιούνται η χωροθέτηση του έργου, η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, στο οποίο αναφέρονται οι οικείες προκηρύξεις, η ύπαρξη συνολικής μελέτης, η έκδοση μιας απόφασης για τη συνολική χρηματοδότηση του έργου (πρβλ Αποφ. ΔΕΚ C-16/98, ΕΑ ΣτΕ 86/2000). Συνέπεια της διαπίστωσης της τεχνητής(μη επιτρεπτής) κατάτμησης ενός ενιαίου έργου σε τμήματα είναι η υποχρεωτική τήρηση των κανόνων δημοσιότητας(άρθρο 32 Π.Δ. 59/2007 και παράρτημα XX σημ. 1 στοιχεία α και β) με δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης του ή των διαγωνισμών όλων των τμημάτων σε κοινοτικό επίπεδο, αφού με τον τρόπο αυτό εξυπηρετείται ο σκοπός της Οδηγίας 2004/17, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση του ότι επιχειρήσεις άλλων κρατών μελών θα είναι σε θέση να υποβάλλουν προσφορά για διαγωνισμούς για κατάρτιση σύμβασης ή συνόλου συμβάσεων που μπορεί να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για αντικειμενικούς λόγους σχετικούς με την αξία τους(βλ σκέψη 44 της Απόφασης ΔΕΚ C-16/98). Κατ΄ ακολουθία η παράλειψη αποστολής για δημοσίευση της διακήρυξης τμήματος ενιαίου έργου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου του συγκεκριμένου τμήματος του έργου (βλ. Πρ VI Τμ. 33,49/2006, Ε΄ Κλιμ. 359, 363, 365/2003, 4, 41, 42/2004, 148/2006, 565/2009). Περαιτέρω, σε επίπεδο εθνικής νομοθεσίας, η κατάτμηση ενός ενιαίου έργου σε επιμέρους τμήματα οδηγεί σε καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 102 του ν.3669/2008 σχετικά με τις καλούμενες τάξεις εργοληπτικών επιχειρήσεων με βάση τα όρια προϋπολογισμού ανά κατηγορία έργων, αφού η δημοπράτηση του ενιαίου έργου θα είχε ως συνέπεια τη κλήση εργοληπτικών επιχειρήσεων διαφορετικών τάξεων σε σχέση με αυτές της χωριστής δημοπράτησης των τμημάτων αυτού.


ΕΣ/ΤΜ.6/444/2018

ΕΡΓΑ.(συμπληρωματική σύμβαση).(..) ζητείται η ανάκληση της 532/2017 Πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το μέρος αυτής που κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του έργου..(..)Με την προσβαλλόμενη Πράξη κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης Συμπληρωματικής Σύμβασης κατά το μέρος που αφορά στις προαναφερόμενες εργασίες, με την αιτιολογία ότι δεν συντρέχουν οι προβλεπόμενες στο νόμο προϋποθέσεις για τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης..(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα προς όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 2, το Τμήμα, κατά πλειοψηφία, κρίνει ότι όσον αφορά στις εργασίες για την ολοκλήρωση του υπογείου έργου της σήραγγας Μελισσίου σε τμήματα διανοιγμένα από προηγούμενη εργολαβία, αυτές κατέστησαν αναγκαίες όχι συνεπεία παραλείψεων ή σφαλμάτων της μελέτης του αρχικού εν προκειμένω έργου, όπως εσφαλμένως έκρινε το Κλιμάκιο, αλλά, όπως βασίμως προβάλλει η αιτούσα και η παρεμβαίνουσα, λόγω των μη δυνάμενων να προβλεφθούν τοπικών συγκλίσεων των εσωτερικών τοιχωμάτων τέτοιας κλίμακας που επηρέασαν την ασφάλεια του έργου και οι οποίες οφείλονται στην αιφνίδια τοπική μεταβολή των υδρογεωλογικών συνθηκών στη μη ορατή περιβάλλουσα συγκεκριμένου τμήματος της ήδη διανοιγμένης σήραγγας, πίσω και άνωθεν των προσωρινών μέτρων υποστήριξης. Τούτο άλλωστε καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι οι ως άνω απρόβλεπτου μεγέθους συγκλίσεις εκδηλώθηκαν αιφνιδίως σε συγκεκριμένη περιοχή (κατά τόπους) και όχι σε όλο το μήκος της σήραγγας (τοπική εμφάνιση του φαινομένου), αρκετά μετά την υπογραφή της αρχικής σύμβασης και κατά την εξέλιξη των υπολειπόμενων εργασιών διάνοιξης από Χ.Θ. 26+208 έως 26+283, ενώ το μέτωπο εκσκαφής πλησίαζε από δυτικά, καίτοι είχαν ληφθεί μέτρα απάντλησης των υπογείων υδάτων με χρήση μόνιμου δικτύου άντλησης στα διανοιγμένα τμήματα της σήραγγας και από την παρούσα αλλά και την προηγούμενη διαλυθείσα εργολαβία. Επομένως, συντρέχουν απρόβλεπτες περιστάσεις που επιτρέπουν την κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης για την εκτέλεση των εργασιών αυτών, οι οποίες είναι συναφείς με το αρχικό έργο και αναγκαίες για την ολοκλήρωσή του.(..)Περαιτέρω, το Τμήμα ομοφώνως κρίνει ότι, όσον αφορά στις εργασίες για την εγκατάσταση συστημάτων σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης και τηλεπικοινωνιών και λοιπών συναφών υποδομών στο Σ.Σ. Κιάτου και στο Κ.Ε.Κ. Κορίνθου, αυτές δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης, καθόσον πρόκειται για ένα νέο έργο, το οποίο δεν προβλεπόταν στην αρχική μελέτη του επίμαχου έργου και συνεπώς δεν πρόκειται για συμπληρωματικές εργασίες, αλλά για ανεπίτρεπτη εκ των υστέρων (μετά τη δημοπράτηση) επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου,...Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και να ανακληθεί η 532/2017 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου, κατά το μέρος αυτής που κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης αναφορικά με τις εργασίες για την ολοκλήρωση του υπογείου έργου της σήραγγας Μελισσίου σε τμήματα διανοιγμένα από προηγούμενη εργολαβία, να μην ανακληθεί δε η πράξη αυτή κατά το μέρος αυτής που κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης αναφορικά με τις εργασίες για την εγκατάσταση συστημάτων σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης και τηλεπικοινωνιών και λοιπών υποδομών

ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ-ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/1352/2018:Αναθεωρεί εν μέρει την 444/2018 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό της παρούσας. Ανακαλεί την 532/2017 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.


ΕΣ/ΚΛ.Ε/359/2003

Ανάδειξη αναδόχου για την κατασκευή έργου:..Με δεδομένα αυτά και αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν προηγουμένως δεκτά, πριν από την απόρριψη των άνω υπερβολικά χαμηλών προσφορών δεν κλήθηκαν οι προσφέροντες να τις αιτιολογήσουν, η άνω κατακυρωτική απόφαση δεν είναι νόμιμη.Μετά από αυτά και του γεγονότος ότι ο προσδιορισμός των κριτηρίων για το χαρακτηρισμό – διαπίστωση εάν ένα ή περισσότερα τμήματα αποτελούν ενιαίο έργο είναι πρωταρχικής σημασίας για τον έλεγχο των σχετικών συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθόσον ο εντοπισμός των κατατμήσεων έργων συμβάλλει στην εξυπηρέτηση των σκοπών της οδηγίας 93/37, που είναι η διασφάλιση της δυνατότητας συμμετοχής στις εν λόγω διαδικασίες και εργοληπτών άλλων κρατών μελών, η προστασία τους από την αυθαιρεσία της αναθέτουσας αρχής με την μη αυτόματη απόρριψη των προσφορών τους που χαρακτηρίσθηκαν ως υπερβολικά χαμηλές και η ανάπτυξη πραγματικού ανταγωνισμού, το Κλιμάκιο κρίνει ομόφωνα ότι τα ζητήματα αυτά είναι μείζονος σπουδαιότητας και, για τους λόγους αυτούς πρέπει να παραπεμφθούν σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 131 παρ. 3 Π.Δ. 1225/1981 (πρβλ και άρθρο 22 παρ. 6 εδ β του Π.Δ. 774/1980) στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αυτή καλείται να εκφέρει τη γνώμη για το ποια κριτήρια μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να διαπιστωθεί εάν δύο ή περισσότερες διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων εκτελέσεως έργων από την ίδια αναθέτουσα αρχή συνιστούν τμήματα ενός ενιαίου έργου, τα οποία έχουν κατατμηθεί τεχνητώς για την αποφυγή τήρησης των κανόνων δημοσιότητας και της αιτιολόγησης των υπερβολικά χαμηλών προσφορών, διακοπτόμενης, ως εκ τούτου, της σχετικής 30ήμερης προθεσμίας μέχρις ότου η Ολομέλεια αποφανθεί επί των ανωτέρω γενικότερου ενδιαφέροντος ερωτημάτων.


Ελσυν/Τμ 7/392/2009

Νόμιμη η εξόφληση λογαριασμού συνεχιζόμενου έργου, καθόσον τα συνεχιζόμενα από προηγούμενα έτη έργα διατηρούν την από οικονομική και τεχνική άποψη αυτοτέλειά τους και δεν δύνανται να αποτελέσουν ενιαίο έργο, με τα νέα εκείνα, η εκτέλεση των οποίων προβλέφθηκε το πρώτον σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του τρέχοντος εκάστοτε οικονομικού έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984, του π.δ. 171/1987, του ν.2539/1997. Όμοιες οι 393,394/2009 πράξεις του ιδίου Τμήματος


Ελσυν/Τμ 7/45/2009

Δεν είναι νόμιμες οι δαπάνες που αφορούν στην πληρωμή εργολάβου για την εκτέλεση τριών δημοτικών έργων, καθόσον αποτελούν κατ' ουσίαν ένα ενιαίο δημοτικό έργο, του οποίου η κατάτμηση έγινε προς αποφυγή της διαδικασίας ανοικτού διαγωνισμού, καθώς ο προϋπολογισμός της συνολικής του δαπάνης υπερβαίνει το όριο της απευθείας ανάθεσης δημοτικών έργων, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 17 παρ.4 του ν.2539/1997. Όμοιες οι πράξεις 264, 276/2009 του ιδίου Τμήματος


ΕλΣυν/Τμ.6/784/2011

Οι ανωτέρω διατάξεις (Ν.3669/2008) έχουν την έννοια ότι η απευθείας ανάθεση συμπληρωματικών εργασιών στον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου δημόσιου έργου, αποτελεί εξαιρετική διαδικασία απευθείας ανάθεσης και για το λόγο αυτό εφαρμόζεται μόνον στις περιοριστικά αναφερόμενες στο Νόμο περιπτώσεις, καθόσον συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές της διαφάνειας, της ισότητας και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως συμπληρωματικές εργασίες, θεωρούνται εκείνες για τις οποίες συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με το έργο και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικώς συναφθείσα σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου, όπως αυτό περιγράφεται στην αρχική σύμβαση και τα οικεία συμβατικά τεύχη (μελέτες, γενική συγγραφή υποχρεώσεων κ.λπ.), λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα στην αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται εκείνες, οι οποίες αν και προβλέπονται κατά είδος από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό, εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες) είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Δεν θεωρούνται συμπληρωματικές οι εργασίες που αφορούν στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του, καθώς είναι ανεπίτρεπτη η εκ των υστέρων μεταβολή του αντικειμένου του έργου, που δεν ήταν γνωστή στο σύνολο των διαγωνιζομένων κατά την υποβολή της προσφοράς τους και δεν αποτέλεσε τη βάση της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου (E.Σ. 2069/2010 κ.α.). Οι ως άνω διατάξεις, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα τους, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, το δε βάρος αποδείξεως της συνδρομής των έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων το φέρει όποιος τις επικαλείται (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 17.09.1998, C-323/96 Επιτροπή κατά Βελγίου, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 28.03.1996, C-318/1994 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.05.1995, C-57/94 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Δ.Ε.Κ. απόφαση της 18.03.1992, C-24/91 Επιτροπή κατά Ισπανίας). Ως απρόβλεπτες περιστάσεις νοούνται αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ώστε να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την ήδη συναφθείσα σύμβαση (Ε.Σ. 1780/2009, 2506/2009, 2726/2010, κ.α.). Τέλος, η απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην παραπάνω διαδικασία ανάθεσης πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να είναι ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται εφικτός από το Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητάς της (Ε.Σ. 2066, 285, 136/2010). (..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας, το Τμήμα κρίνει ότι για την πρώτη κατηγορία εργασιών (ενίσχυση του φέροντος οργανισμού), συντρέχουν οι προϋποθέσεις σύναψης της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση. Τούτο, διότι, αφενός μεν οι εργασίες αυτές τελούν σε απόλυτη συνάφεια με το προς εκτέλεση έργο, δεν συνιστούν τροποποίηση του τεχνικού του αντικειμένου και δεν μπορούν τεχνικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση, αφετέρου δε οφείλονται σε περιστάσεις που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά την κατάρτιση αυτής. Συγκεκριμένα, η εκτέλεση εργαστηριακών ελέγχων μετά τον αυξημένο αριθμό δειγματοληψιών κατά το στάδιο εκπόνησης της στατικής μελέτης εφαρμογής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τα πρότυπα του ΚΑΝ.ΕΠΕ., αποκάλυψε μικρότερες ποσότητες σκυροδέματος από τις ληφθείσες υπόψη κατά την εκπόνηση της οριστικής μελέτης. Εξάλλου, για ένα τμήμα του κτιρίου, μετά τις πραγματοποιηθείσες κατά την εκτέλεση του έργου καθαιρέσεις, αποκαλύφθηκε ότι είχαν κατά το παρελθόν πραγματοποιηθεί εργασίες ενίσχυσης με προβληματικό τρόπο, γεγονός που δεν θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί κατά τη σύνταξη της οριστικής μελέτης, λόγω της έλλειψης σχετικών στοιχείων, γεγονός που δικαιολογείται άλλωστε από την παλαιότητα του κτιρίου. Όσον αφορά, όμως, στη δεύτερη κατηγορία εργασιών, που αποτελούν αντικείμενο της επίμαχης συμπληρωματικής σύμβασης, κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, ορθώς το Κλιμάκιο έκρινε ότι η εκτέλεσή τους συνεπάγεται την επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου, καθόσον πρόκειται για ριζική αναδιαρρύθμιση του διώροφου τμήματος του Νοσοκομείου, η οποία διαφοροποιείται ουσιωδώς από την απλή εκτέλεση επισκευών, που προβλέπονται στην τεχνική περιγραφή του αρχικού έργου.