Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.6/2835/2010

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι για την πραγματοποίηση νέων έργων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον και έχουν καταταγεί σε μία από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Νόμο, απαιτείται προηγούμενη, δηλαδή προ της ενάρξεως πραγματοποιήσεως του έργου, έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη πραγματοποιήσεως του έργου θεωρείται όχι μόνον η υλική ενέργεια αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξεως, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της ενάρξεως κατασκευής του, ως η προκήρυξη (πρβλ. ΣτΕ 149/2000) ή η οικεία κατακυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια η παράλειψη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων προ της εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της αποφάσεως αναθέσεως εκτελέσεως του έργου (Πράξη VI Τμήματος 33/2007, Απόφαση VI Τμήματος 2515/2009 και Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009, ΣτΕ 149/2000). Τούτο δε καθόσον τα αρμόδια διοικητικά όργανα εκτιμώντας τις συνέπειες που μπορεί να έχει ένα νέο έργο στο περιβάλλον δεν πρέπει να επηρεάζονται από τα τεχνικά δεδομένα του υπό εκτέλεση έργου, αλλ’ αντιθέτως οι όροι του διαγωνισμού οφείλουν να προσαρμόζονται σε προϋφιστάμενους (και ήδη εγκριθέντες) περιβαλλοντικούς όρους. Περαιτέρω η απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δύναται να έχει ορισμένη χρονική διάρκεια, μετά το πέρας της οποίας δύναται να αναθεωρηθεί χωρίς ουσιώδεις τροποποιήσεις, εκτεινομένης ούτω της διάρκειας των αρχικών όρων σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα του αρχικώς προσδιορισθέντος. Απλή αναθεώρηση της εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων είναι επιτρεπτή πριν από τη λήξη ισχύος αυτών ή εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους. Αν παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα (πέραν του ευλόγου) από τη λήξη ισχύος της αρχικής αδειοδοτήσεως απαιτείται να τηρηθεί εξαρχής η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Απόφαση VI Τμήματος 2013/2010, ΣτΕ 297/2009, 3428/2004). Εκ τούτων παρέπεται ότι εάν κατά την έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας υπάρχουν εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι, η ισχύς των οποίων παύει κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα και πριν από την έκδοση της κατακυρωτικής αποφάσεως, η απλή αναθεώρηση αυτών, μετά την κατακύρωση του αποτελέσματος, αίρει (θεραπεύει) την πλημμέλεια της μη υπάρξεως αυτών κατά το χρόνο της κατακυρώσεως υπό την προϋπόθεση ότι η απόφαση αναθεωρήσεως εξεδόθη εντός ευλόγου χρόνου από της λήξεως των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και δεν επέρχονται ουσιώδεις μεταβολές στους αρχικών εγκριθέντες όρους σε σχέση με τις επιπτώσεις του έργου στο περιβάλλον. Τούτο δε καθόσον η ανάγκη της προϋπάρξεως (πριν την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού) περιβαλλοντικών όρων, προκειμένου τα αρμόδια διοικητικά όργανα να εκτιμούν τις επιπτώσεις κάθε έργου στο περιβάλλον, χωρίς να έχει δημιουργηθεί οποιαδήποτε νομική ή πραγματική κατάσταση (Ολ. ΣτΕ 526/2003, ΣτΕ 2472/2009), δεν θίγεται διότι οι περιβαλλοντικοί όροι έχουν εγκριθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου και η εντός ευλόγου χρόνου ανανέωση αυτών, ισοδυναμεί με απλή παράταση της ισχύος τους, η οποία, ως εκ της φύσεώς της, αναδράμει στο χρόνο λήξεως των αρχικών όρων και καλύπτει το χρονικό διάστημα από την εκπνοή τους έως το χρονικό σημείο που προβλέπεται στην ανανέωση. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση της Διοίκησης να ανακαλέσει την κατακυρωτική απόφαση και να εκδώσει (εφόσον δεν υφίστανται πλημμέλειες στη διαδικασία του διαγωνισμού) νέα, ομοίου περιεχομένου, η οποία απλώς θα έπεται του χρόνου αναθεωρήσεως της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με μόνη κατ’ ουσίαν συνέπεια την καθυστέρηση της διαδικασίας ολοκληρώσεως του διαγωνισμού (πρβλ. ΣτΕ 149/2000). Τέλος, το εύλογο του μεσολαβούντος, μεταξύ της παύσης ισχύος των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων και της αναθεωρήσεως αυτών, χρονικού διαστήματος, κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με βάση τα πραγματικά δεδομένα κάθε διαγωνισμού.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΛ.Ε/392/2008 (ΣΤ΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

Νομιμότητα της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου και του σχεδίου σύμβασης του έργου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ….«Έργα Διευθέτησης Χειμάρρου .....», Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι πριν την έναρξη πραγματοποίησης των έργων που με την ως άνω Κ.Υ.Α. έχουν καταταγεί σε μία ή περισσότερες από τις τρεις κατηγορίες που προβλέπει το άρθρο 3 του ν. 1650/1986, όπως τα αντιπλημμυρικά έργα διευθέτησης της ροής των υδάτων (Α κατηγορία) , απαιτείται, ως κύριο μέσο εφαρμογής της αρχής της πρόληψης, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ως έναρξη δε πραγματοποίησης του έργου θεωρείται όχι μόνο η υλική ενέργεια εκτέλεσης αυτού, αλλά και η έκδοση οποιασδήποτε διοικητικής πράξης, αποτελούσας προϋπόθεση έναρξης της κατασκευής του. Συνακόλουθα , η παράλειψη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν της έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της οικείας δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, η οποία δεν καλύπτεται από τη μεταγενέστερη έκδοση της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατασκευής και λειτουργίας του έργου. Τούτο διότι η ως άνω πλημμέλεια, άγουσα στη δημιουργία νέας πραγματικής και νομικής κατάστασης, κατά παραγνώριση των αξιώσεων της αρχής της νομιμότητας, καθώς και των περί προστασίας του περιβάλλοντος κοινοτικών και εθνικών διατάξεων, ως και της ανάγκης της εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον, εξακολουθεί να υφίσταται, καθόσον δεν έχει προηγηθεί η εκτίμηση των επιπτώσεων του προκείμενου έργου στο περιβάλλον (βλ. Ολομ. ΣτΕ 2175/2004, Πράξη VI Τμήματος Ελ.Συν. 33/2007).


ΕΣ/ΤΜ.6/33/2007

Ζητείται από το Τμήμα τούτο να ανακληθεί η 1400/2006 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η παράλειψη υποβολής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και, ακολούθως, έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν την έκδοση απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας συνιστά ουσιώδη νομική πλημμέλεια, καθισταμένης ούτως μη νόμιμης της απόφασης της αναθέτουσας αρχής περί αναθέσεως εκτέλεσης του έργου στην αιτούσα εταιρεία, όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη του Κλιμακίου, δοθέντος ότι η ελλείπουσα εκ των προτέρων εκτίμηση των επιπτώσεων του εν λόγω έργου στο περιβάλλον δε δύναται να καλυφθεί από τη μεταγενέστερη σύνταξη της οικείας μελέτης από τον ήδη ανάδοχο αυτού. Επιπροσθέτως, οι περιβαλλοντικοί όροι που τελικώς θα εγκριθούν είναι πιθανό να επιφέρουν ουσιώδεις τροποποιήσεις στην τεχνική μελέτη του δημοπρατηθέντος έργου ή τους λοιπούς συμβατικούς όρους, επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ουσιώδους μεταβολής του οικονομικού αντικειμένου της συναφθείσας σύμβασης, κατά παράβαση των αρχών της διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης των συμμετεχόντων στο διαγωνισμό, δεδομένου ότι η προβλεπόμενη από την αναθέτουσα αρχή δαπάνη ύψους 12.450 Ευρώ καλύπτει αποκλειστικά τα έξοδα εκπόνησης της σχετικής μελέτης και λήψης των λοιπών αναγκαίων μέτρων, μέχρι και το στάδιο έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων (βλ. και το 3870/15.06.2004 έγγραφο του Τμήματος Υδραυλικών Έργων της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων της Περιφέρειας .....), τα δε αντιθέτως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Ομοίως απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι πεπλανημένως πλην συγγνωστώς η αναθέτουσα αρχή, εξασφαλίζοντας δια του κονδυλίου των απροβλέπτων την κάλυψη των τυχόν απαιτούμενων πρόσθετων εργασιών για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που επρόκειτο να εγκριθούν, είχε την πεποίθηση ότι ηδύνατο να αναθέσει τη σύνταξη μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων στον ανάδοχο του έργου, καθόσον η εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 είναι ρητή και αρκούντως σαφής, ορίζοντας ότι η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων συνιστά σε κάθε περίπτωση την αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων που απαιτούνται για την πραγματοποίηση του έργου, όπως, εν προκειμένω, της απόφασης περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας.(...)Απορρίπτει την αίτηση ανάκλησης της εργοληπτικής επιχείρησης με την επωνυμία «….» και διακριτικό τίτλο «…..».


ΝΣΚ/465/2007

Πριν από τη δημοπράτηση έργου, που έχει καταταγεί στις κατηγορίες του άρθρου 3 του Ν 1650/1986, όπως ισχύει, απαιτείται να έχει εκδοθεί η κατ’ άρθρο 4 αυτού απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Τέτοια, όμως, απόφαση δεν απαιτείται να έχει εκδοθεί και πριν από την ανάθεση ή έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου.


ΕλΣυν/Τμ.6/2013/2010

Κατά συνέπεια, η υποχρέωση της Διοίκησης να εκδώσει εκτελεστή διοικητική πράξη, πλήρως αιτιολογημένη, κατά την οποία να βεβαιώνει ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις που έχει το έργο στο περιβάλλον δεν καλύπτεται από το εν λόγω έγγραφο, το οποίο δεν αποτελεί την κατά τα ανωτέρω εκτελεστή διοικητική πράξη. Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξαρτήτως του ότι η 138047/2.6.2009 ΚΥΑ, που αφορά την παράταση ισχύος της 91099/15.5.1997 ΚΥΑ έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για το ως άνω έργο, εκδόθηκε μετά την δεκαοκτάμηνη εκπνοή ισχύος της αρχικής ΚΥΑ, ενώ το έγγραφο της αίτησης για την παράταση είχε υποβληθεί στις 27.3.2009 (αριθμ. πρωτ. 3008), δηλαδή δεκαπέντε περίπου μήνες μετά τη λήξη ισχύος της πρώτης ΚΥΑ. Παρά ταύτα, ενόψει του γεγονότος ότι τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής απευθύνθηκαν σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να λάβουν τις σχετικές εγκρίσεις τόσο για το αρχικό έργο όσο και για την τροποποίησή του, εκδόθηκε δε το 138999/16.1.2004 έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κατά το χρόνο ισχύος της αρχικής 91099/15.5.1997 κοινής απόφασης των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε και Εμπορικής Ναυτιλίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, η 138047/2.6.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε και Εμπορικής Ναυτιλίας, με την οποία παρατάθηκε η ισχύς της πρώτης Κ.Υ.Α έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μέχρι 31.12.2009, στην οποία αναφέρεται το ως άνω έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., καθώς και η ΑΠ οικ.48051/2342/Φ.ΛΙΜ/32/3.6.2009 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας περί έγκρισης εκτέλεσης του έργου «Λιμάνι Μαντουδίου (1η τροποποίηση)», στην οποία αναφέρεται, επίσης, το ως άνω έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., το Τμήμα άγεται στην κρίση, κατά παραδοχή σχετικού λόγου ανάκλησης, ότι συγγνωστώς και χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των κρίσιμων διατάξεων τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής υπέλαβαν ότι δεν απαιτείται για τη νομιμότητα της ανάθεσης του έργου, η έκδοση από τη Διοίκηση εκτελεστής διοικητικής πράξης που να βεβαιώνει ότι δεν επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις που έχει το έργο στο περιβάλλον προκειμένου να εφαρμοσθούν και στη σχεδιαζόμενη επέκταση του έργου οι περιβαλλοντικοί όροι που έχουν αρχικώς εγκριθεί, εξαιτίας της έκδοσης των προαναφερθέντων εγγράφων.


ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜ.ΣΥΝΘ/276/2019

Έργο- Συμπληρωματική σύμβαση:..επιδιώκεται η αναθεώρηση της 1883/2018 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με τα ανωτέρω δεδομένα, το Τμήμα κρίνει ότι νομίμως ανατίθενται οι ως άνω εργασίες με συμπληρωματική σύμβαση στον ανάδοχο της κύριας σύμβασης, διότι α) αν και δεν περιλαμβάνονται στην αρχικώς συναφθείσα σύμβαση, το αντικείμενό τους συνάπτεται αναγκαίως με το αντικείμενο αυτής, αφού αφορούν στο σύνολό τους την κατασκευή της λιμενοδεξαμενής και των συνοδών έργων, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την τεχνική εκτέλεση του έργου αφενός λόγω της διαδοχικής τροποποίησης επί το δυσμενέστερο των περιβαλλοντικών όρων, αφετέρου λόγω της ακυρωτικής απόφασης του ΣτΕ. Οι περιστάσεις αυτές δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν κατά την εκπόνηση της αρχικής μελέτης του έργου, βάσει εγκεκριμένης τότε Μ.Π.Ε. και αρμοδίως καθορισμένων περιβαλλοντικών όρων, οι οποίοι αργότερα τροποποιήθηκαν, άνευ υπαιτιότητας της αναθέτουσας αρχής, δημιουργώντας μάλιστα σε αυτήν υποχρέωση συμμόρφωσης μέσω της εκτέλεσης των επίμαχων συμπληρωματικών εργασιών. Ούτε άλλωστε ήταν δυνατόν να προβλεφθεί η εκφερθείσα με την απόφαση του ΣτΕ κρίση και οι τροποποιήσεις που αυτή με τη σειρά της επέφερε στην εκτέλεση του έργου. γ) Οι επίμαχες συμπληρωματικές εργασίες είναι απαραίτητες για την ολοκλήρωση του έργου, καθόσον δεν είναι δυνατή η κατασκευή του χωρίς να τηρηθούν οι δεσμευτικοί περιβαλλοντικοί όροι, δ) ο προϋπολογισμός της συμπληρωματικής σύμβασης (1.860.438,32 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) δεν υπερβαίνει το 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης (3.725.110,87 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ).Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος που να κωλύει την υπογραφή της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης κατασκευής του έργου «Λιμενοδεξαμενή ... και δίκτυα άρδευσης». Περαιτέρω, πρέπει να επιστραφεί το καταβληθέν για την αίτηση αναθεώρησης παράβολο στην αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία «...».Δια ταύτα Δέχεται τις αιτήσεις αναθεώρησης. Αναθεωρεί την 1883/2018 απόφαση του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 


ΣΤΕ/2627/2016

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, ο ανωτέρω λόγος, κατά το μέρος που αφορά το ζήτημα του ανεπικαίρου της εγκριθείσας με την προσβαλλόμενη απόφαση μ.π.ε είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι πράγματι η έγκριση περιβαλλοντικών όρων πρέπει να ερείδεται σε επίκαιρη μ.π.ε., δηλαδή πρόσφατη μελέτη η οποία λαμβάνει υπ’ όψη την υπάρχουσα πραγματική κατάσταση (πρβλ. ΣτΕ 2675/2003 σκ. 12), το επίκαιρο όμως της μ.π.ε. κρίνεται σε σχέση με χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση της απόφασης περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Άλλωστε, ενόψει των αρχών της ασφάλειας δικαίου και δεδομένου ότι βάσει της περιβαλλοντικής αδειοδότησης δημιουργούνται νομικές και πραγματικές καταστάσεις που χρήζουν προστασίας, δεν δικαιολογείται ακύρωση της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων λόγω μεταβολής των απόψεων της Διοικήσεως, επί ζητημάτων, επί των οποίων διατυπώθηκε η γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών κατά την αρχική έγκριση περιβαλλοντικών όρων, στηριζομένη σε διαφορετική αξιολόγηση των στοιχείων που είχαν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την έγκριση, εκτός αν συνέτρεξε πλάνη περί τα πράγματα ή μεταβλήθηκαν πραγματικά δεδομένα, οπότε και στην περίπτωση αυτή τίθεται ζήτημα άρνησης της ανανέωσης των περιβαλλοντικών όρων σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, κατόπιν ειδικής αιτιολογημένης γνώμης της αρμόδιας υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 4357/2011 σκ. 8). Τα περαιτέρω προβαλλόμενα από τους αιτούντες περί πλάνης περί τα πράγματα σε σχέση με τη δυσχέρανση των κυκλοφοριακών συνθηκών, ανεξαρτήτως της αοριστίας τους, έχουν εξετασθεί και ανωτέρω. Εξάλλου ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται, καθ’ ερμηνεία των ανωτέρω, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη διότι τελικώς δεν πραγματοποιήθηκε η υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ, η οποία ήταν κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων αρρήκτως συνδεδεμένη με τη χάραξη της ζώνης διέλευσης του τραμ, είναι απορριπτέος ως απαραδέκτως προβαλλόμενος, δοθέντος ότι με αυτόν δεν προβάλλεται πλημμέλεια της προσβαλλομένης πράξεως, αλλά άλλης διαδικασίας, που δεν εντάσσεται στη διαδικασία της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων ούτε αποτελεί προϋπόθεση ή έρεισμα της προσβαλλομένης (πρβλ. ΣτΕ 258/2004 σκ. 39), ενώ άλλωστε ούτε από την προσβαλλόμενη απόφαση τέθηκε ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση του επίμαχου έργου η προηγούμενη υπογειοποίηση των γραμμών του ΗΣΑΠ. Ούτε άλλωστε μπορούσε να θεωρηθεί ως παραδεκτώς συμπροσβαλλόμενη, ως μη συναφής, η μεταγενεστέρως εκδοθείσα 203342/23.11.2012 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την υπογειοποίηση της γραμμής του ΗΣΑΠ από το σταθμό ........ έως το σταθμό Φαλήρου και την υλοποίηση νέου σταθμού στη θέση ........», ως αφορώσα άλλο έργο, ανεξάρτητο από το επίμαχο έργο της κατασκευής του τραμ.


ΣΤΕ 796/2011

Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την πρώτη προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 7072/ 31.12.2004 απόφαση του Γ.Γ. Περιφερείας …, κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση του ακινήτου του αιτούντος, για την κατασκευή Σταθμού Υπεραστικών της Α.Ε. Υπεραστικό ΚΤΕΛ νομού ... στο Ο.Τ. 298 του Δήμου .... Στο προοίμιο της πράξεως αυτής, μνημονεύεται εκ παραδρομής ως εγκριτική των περιβαλλοντικών όρων απόφαση η υπ’ αριθμ. ΚΟ/1229/12.7.2004 πράξη. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη στην πραγματικότητα έχει ως έρεισμα την υπ’ αριθμ. ΚΟ/1304/12.7.2004 απόφαση του Νομάρχη ..., με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή του έργου αυτού.Επειδή, η τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3731/2010 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο όργανο. Συνεπώς, μετά την ακύρωσή της αποφάσεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, πρέπει, για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη πράξη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, η οποία έχει ως νόμιμο έρεισμα την ακυρωθείσα απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων (Σ.τ.Ε. 4275/2009, 1908-10/2008 κ.ά.). Εξ άλλου, μετά την ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως για τον ανωτέρω λόγο, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των προβαλλομένων με την υπό κρίση αίτηση λόγων ακυρώσεως.


ΕΣ/Τ6/92/2008

Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, διαβαθμιζόμενη κατά τα ανωτέρω (τρεις κατηγορίες), διαφοροποιείται ως προς τα αρμόδια διοικητικά όργανα και τη διαδικασία, που συλλειτουργούν γνωμοδοτικά και αποφασιστικά, για να εκδοθεί η τελική απόφαση, ωστόσο, πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση χρονικά πρότερη της εναρκτήριας νομικής πράξης ή/και υλικής ενέργειας κατασκευής του δημόσιου έργου. Τούτο διότι, η μετά την εκκίνηση της σχετικής διαδικασίας, που συνιστά την επέμβαση στο περιβάλλον, απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων, καθίσταται αλυσιτελής, δοθέντος ότι, αν μεν διαφοροποιείται από το ήδη παραχθέν αποτέλεσμα, προσκρούει σε ημιτελή ή τετελεσμένη κατάσταση και, κατά συνέπεια, αποτυγχάνει να θεραπεύσει το σκοπό τον οποίο υπηρετεί (προστασία του περιβάλλοντος), ενώ αν δεν διαφοροποιείται από αυτό (παραχθέν αποτέλεσμα), τεκμαίρεται ότι αποτελεί απλή συμμόρφωση στην κανονιστική δύναμη της δημιουργηθείσας πραγματικότητας και επομένως δεν παρέχει στον πολίτη την εγγύηση ότι το δικαίωμα του για προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και η αντίστοιχη υποχρέωση της Πολιτείας, έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο. Όλα αυτά ανεξαρτήτως του ότι η έναρξη εκτέλεσης δημόσιου έργου, χωρίς να έχει εκδοθεί προηγουμένως απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, ενέχει σε υψηλότατο βαθμό τον κίνδυνο, η χρονικά μεταγενέστερη απόφαση (έγκρισης περιβαλλοντικών όρων) που θα εκδοθεί, αν βεβαίως εκδοθεί, να διαφοροποιείται από τη μελέτη και τον προϋπολογισμό κατασκευής ή την – ημιτελή ή τετελεσμένη – κατασκευή του έργου, με συνέπεια να αποτρέπεται έτσι η ολοκλήρωσή του (στην περίπτωση ημιτελούς κατασκευής) ή η λειτουργία του (στην περίπτωση τετελεσμένης κατασκευής) και να εγείρονται χρηματικές και άλλες αξιώσεις από τα συμβαλλόμενα μέρη, με αποτέλεσμα την κατασπατάληση δημόσιου χρήματος και την αναποτελεσματική ανάλωση δημόσιων πόρων. Συνεπώς, η παράλειψη έκδοσης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πριν από την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, που αναδεικνύει τον ανάδοχο εκτέλεσης δημόσιου έργου, δε δύναται να καλυφθεί από τη μεταγενέστερη έκδοση της απόφασης αυτής. Συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διαδικασίας, της οποίας η διαπίστωση από το αρμόδιο Κλιμάκιο άγει στην αρνητική κρίση για τη νομιμότητά της και κωλύει την υπογραφή του σχετικού σχεδίου σύμβασης.


Δ.Εφ.Ιωαν/181/2003

Επειδή, από τις παραπάνω διατάξεις (άρθρο 10 του ν. 1498/1984) συνάγεται σαφώς ότι σκοπός της αναθεωρήσεως είναι η άρση και μόνον των εις βάρος του εργολήπτου συνήθως δυσμενών οικονομικών επιπτώσεων από τις μεταγενέστερες της προσφοράς του και της αναλήψεως του έργου αυξήσεις των τιμών υλικών και ημερομισθίων και μάλιστα η άρση της ζημιάς του από τις αυξημένες τιμές του χρόνου εκτελέσεως του έργου (Α.Π. 582/1971, No Β 20/1988. Π. Ζιάννη, νομικαί ενασχολήσεις σελίς 46 επ., Δ, Εφ. Πατρών 144/1988). Επομένως, παρά το γεγονός ότι από την εφαρμογή του τύπου της αναθεωρήσεως, μπορεί θεωρητικώς να προκύψει και μείωση, και εν όψει του ότι στις παραταθείσες διατάξεις δεν προβλέπεται διαδικασία εισπράξεως τυχόν προκύπτοντος ποσού μειώσεως αναθεωρήσεως από τον κύριο του έργου, παρά μόνον διαδικασία καταβολής του ποσού που δικαιούται από την αύξηση αυτής ο ανάδοχος με τους απ' αυτόν συντασσόμενους λογαριασμούς που εγκρινόμενοι αποτελούν τις πιστοποιήσεις πληρωμής του, πρέπει να γίνει δεκτό ότι στην περίπτωση που από την εφαρμογή του τύπου της αναθεωρήσεως προκύπτει μείωση αυτής, τότε καταβάλλεται ακέραιο στον ανάδοχο του έργου το εργολαβικό αντάλλαγμα και δεν μειώνεται τούτο υπέρ του κυρίου του έργου, ούτε το ποσό της εν λόγω μειώσεως αναζητείται απ' αυτόν.  Επειδή από τα στοιχεία της δικογραφίας 

ΕλΣυν/Ε Κλιμ/434/2010

Συμπληρωματική σύμβαση. Για τις εργασίες όρυξης σε έδαφος βραχώδες δεν εξειδικεύονται οι λόγοι για τους οποίους, ακολουθώντας τους κανόνες της εμπειρίας και τεχνικής, ήταν αντικειμενικά αδύνατη πριν από την έναρξη των εκσκαφών η ένταξη αυτών των εργασιών στην αρχική μελέτη του έργου. Περαιτέρω, το ότι η ανάγκη εκτέλεσης εργασιών όρυξης χωρίς χρήση εκρηκτικών προέκυψε από την περιβαλλοντική μελέτη του έργου, που εκδόθηκε σε χρόνο μεταγενεστέρο της σύνταξης και έγκρισης της τεχνικής μελέτης του έργου, δεν επαληθεύεται από τα στοιχεία της διαδικασίας. Αντιθέτως, όπως προεκτέθηκε, η υποβληθείσα στο Τμήμα Περιβάλλοντος και Χωροταξικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, καθώς και η τροποποίηση αυτής, έχουν συνταχθεί και εκδοθεί πριν από την έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου. Σε κάθε περίπτωση, ενόψει της ανάγκης εκ των προτέρων εκτίμησης των επιπτώσεων κάθε έργου ή δραστηριότητας στο περιβάλλον η περιβαλλοντική αδειοδότηση, πρέπει να προηγείται από την έγκριση της τεχνικής μελέτης προκειμένου, μεταξύ άλλων, να μη μεταβάλλεται το φυσι¬κό και οικονομικό αντικείμενο της τεχνικής μελέτης του έργου από περιβαλλοντικούς όρους, που τίθενται εκ των υστέρων, κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των διαγωνιζομένων και της διαφάνειας της διαδικασίας . Ούτε, άλλωστε από τα στοιχεία του φακέλου της διαδικασίας, που υποβλήθηκαν στο Κλιμάκιο, αποδεικνύεται ο επικαλούμενος εξαιρετικά έντονος χαρακτήρας των καιρικών φαινομένων, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 57 του ν. 3669/2008. Τέλος ο ισχυρισμός ότι οι εργασίες της συμπληρωματικής σύμβασης είναι αναγκαίες για τη σωστή και πλήρη ολοκλήρωση του έργου τόσο από τεχνικής και λειτουργικής πλευράς όσο και για λόγους ασφαλείας δεν αρκεί για να καταστήσει νόμιμη την υπογραφή της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης, αφού για τη νόμιμη κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, απαιτείται, σε κάθε περίπτωση, να συντρέχουν σωρευτικά οι προβλεπόμενες από τις προαναφερθείσες διατάξεις προϋποθέσεις. Με την 261/2011 απόφαση του VI Τμήματος του Έλεγκτικού Συνεδρίου απορρίφθηκε αίτηση ανάκλησης κατά της προμνησθείσας Πράξης του Κλιμακίου