Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/21/2013

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008

(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προέχων χαρακτήρας των ανατεθεισών με την συναφθείσα σύμβαση εργασιών, όπως αυτές αναλυτικά περιγράφονται ανωτέρω προσιδιάζει σε εκτέλεση δημόσιου τεχνικού έργου, καθόσον οι εργασίες αυτές αφορούν στην επισκευή, ανακαίνιση και συντήρηση κτιρίων κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 3669/2008, το αποτέλεσμα των οποίων συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, αυτές απαιτούν ειδικές τεχνικές γνώσεις και μεθόδους, καθώς και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό με κατάλληλη οργάνωση και συντονισμό, ενόψει της ιδιαιτερότητας των σχολικών κτηρίων, που απαιτούν ιδιαίτερο επίπεδο έντεχνης εκτέλεσης εργασιών και πρόσθετες προϋποθέσεις ασφαλείας (βλ. πράξεις VII Τμήματος 40/2011, 70/2010, 331, 374/2009, 316/2010, όπου και μειοψηφία, αντίθετη 68/2010 VII Τμήματος, πράξεις Κλιμ. προληπτ., ελέγχου δαπανών στο VII Τμ. 9,92/2012). Εξάλλου, οι εν λόγω εργασίες πρέπει να εκτιμηθούν ως ενιαίο σύνολο και για το λόγο αυτό δεν ασκεί επιρροή για το χαρακτηρισμό τους ως «δημόσιου έργου», το γεγονός ότι σε αυτές περιλαμβάνονται και απλές εργασίες όπως τοποθετήσεις σωλήνων, πλαστικών καναλιών, ηλεκτρικού πίνακα κ.λπ.. Ως εκ τούτου, νομίμως υπολογίστηκε επί της αξίας των ως άνω εργασιών του 1ου λογαριασμού ποσοστό εργολαβικού οφέλους του αναδόχου.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Κλ.Τμ.7/92/2012

Εξόφληση μέρους του 1ου λογαριασμού του έργου «Αναβάθμιση- Αποκατάσταση επικίνδυνων στοιχείων σχολικών κτιρίων Δήμου ...». Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προέχων χαρακτήρας των ανατεθεισών με την από 29.3.2010 σύμβαση εργασιών, όπως αυτές αναλυτικά περιγράφονται ανωτέρω προσιδιάζει σε εκτέλεση δημόσιου τεχνικού έργου, καθόσον οι εργασίες αυτές αφορούν στην επισκευή, ανακαίνιση και συντήρηση κτιρίων κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 3669/2008, το αποτέλεσμα των οποίων συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του. Επιπλέον, αυτές σχετίζονται και με τη στατικότητα του κτιρίου, απαιτούν δε ειδικές τεχνικές γνώσεις και μεθόδους, καθώς και εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό, ενόψει των ειδικών προδιαγραφών που επιβάλλονται από τον Ο.Σ.Κ. για τη συντήρηση και επισκευή σχολικών συγκροτημάτων (βλ. Πράξεις VII Τμήματος 40/2011, 70/2010, 331, 374/2009, 316/2010, όπου και μειοψηφία, αντίθετη 68/2010 VII Τμήματος). 


ΕλΣυν/Ε Κλ/27/2010

Μη νόμιμη διαδικασία ανάθεσης δημοσίου έργου της ΔΈΣΦΑ ΑΈ, καθόσον ο όρος της διακήρυξης περί δυνατότητας επαύξησης του τελικού αντικειμένου έως 50% του συμβατικού τιμήματος είναι ανεφάρμοστος ως αόριστος, διότι δεν προσδιορίζει το είδος και την έκταση των εργασιών, που θα αποτελέσουν το περιεχόμενό του, αλλά ορίζει ότι αυτό θα εξαρτηθεί από τη μελλοντική πορεία της εκτέλεσης της σύμβασης και θα προσδιοριστεί είτε μέσω μεταβολής, είτε μέσω συμπληρωματικής σύμβασης.(Σχ.η 26/2010) Με τις 659 και 660/2010 αποφάσεις του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανακλήθηκαν οι προμνησθείσες Πράξεις του Κλιμακίου, αφού κρίθηκε ότι οι εργασίες που αποτελούν κατά παραπομπή το περιεχόμενο του δικαιώματος προαίρεσης είναι οριστές με την αναλυτική περιγραφή των εργασιών και προμηθειών υλικών, που περιγράφονται στη διακήρυξη και αφορούν σε υπερσυμβατικές ποσότητες και νέες εργασίες, σε σχέση με αυτές που αφορούν στο αντικείμενο του έργου.


ΕΣ/Τ7/0038/2007

Εντελλόμενες δαπάνες μη νόμιμες, για το λόγο ότι αυτές αφορούν σε εκτέλεση εργασιών και όχι έργου, που ανατέθηκαν απευθείας στους φερόμενους ως δικαιούχους των κρινόμενων ενταλμάτων και όχι κατόπιν διενέργειας δημόσιου διαγωνισμού


ΕλΣυν/Τμ.4/206/2009

Δεν επιτρέπεται όμως σε καμμία περίπτωση ο επιμερισμός (κατάτμηση) εργασιών, που επί τη βάσει λειτουργικών κριτηρίων, όπως η οικονομική και η τεχνική λειτουργία του αποτελέσματος στο οποίο αυτές αποβλέπουν, σύμφωνα με στοιχεία, όπως η ταυτόχρονη έναρξη των διαδικασιών αναθέσεώς τους και η ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου πρόκειται αυτές να εκτελεστούν, αποτελούν τμήματα ενός ενιαίου έργου και για το οικονομοτεχνικώς άρτιο αυτού επιβάλλεται να ανατεθούν με έναν ενιαίο διαγωνισμό (βλ. ΕλΣ IV Τμ. πράξεις 88, 72, 13, 5/2008, 89, 21, 18/2007, 43, 44, 45/2006, 137/2004). Επίσης δεν επιτρέπεται ο επιμερισμός εργασιών που αποτελούν εργασίες συμπληρωματικές αυτών ενός ήδη ανατεθέντος και εκτελούμενου έργου του οικείου φορέα. Τέτοιες είναι εργασίες συναφείς με το οικείο έργο, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην αρχική του σύμβαση, δεν μπορούν, τεχνικά ή οικονομικά, να διαχωρισθούν από αυτές της αρχικής συμβάσεως χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή, είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίηση του έργου, κατέστησαν δε αναγκαίες κατά την εκτέλεσή του λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πραγματικών δηλαδή γεγονότων τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής συμβάσεως και τα οποία, παρότι η μελέτη (οριστική ή προμελέτη), με βάση την οποία προσδιορίσθηκε το τεχνικό αντικείμενο του έργου, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Οι εργασίες αυτές (συμπληρωματικές) ανατίθενται στον ανάδοχο του οικείου αρχικού έργου με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής ή των προϋποθέσεων χαρακτηρισμού των ανατιθέμενων εργασιών ως συμπληρωματικών. Δεν αποτελούν πάντως συμπληρωματικές εργασίες οι εργασίες που αφορούν στη διαφοροποίηση, στην επέκταση του τεχνικού αντικειμένου ή στη βελτίωση της ποιότητας του έργου (βλ. ΕλΣ ΙV Τμ. πράξεις 199, 120/2008, 122, 143, 63/2007, 91, 88, 56/2006).(...)Από το συνδυασμό των προεκτιθέμενων διατάξεων, συνάγεται ότι η σύναψη συμβάσεως εκτελέσεως συμπληρωματικών εργασιών δημόσιου έργου είναι νόμιμη μόνο όταν η απόφαση για την ανάθεση των οικείων εργασιών και η υπογραφή της συμβάσεως λαμβάνουν χώρα πριν από τη λήξη της συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεως του οικείου έργου ή της νόμιμης παρατάσεώς της, ήτοι παρατάσεως που εγκρίνεται με σχετική απόφαση της προϊσταμένης αρχής του έργου, η οποία όμως έχει εκδοθεί πριν από τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του. Η έκδοση δε αποφάσεως για παράταση του χρόνου εκτελέσεως του έργου μετά την εκπνοή της αρχικής ή νομίμως παραταθείσας συμβατικής συνολικής προθεσμίας εκτελέσεώς του, δε συνεπάγεται την παράταση αλλά αποτελεί μη προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις χορήγηση νέας προθεσμίας εκτέλεσης του έργου (βλ. ΕλΣ VII Τμ. πράξη 92/2009).


ΕλΣυν/Τμ.7/219/2011

Κατάτμηση-έργου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι οι ανωτέρω εργασίες που εκτελέστηκαν στο Δήμο .... δεν είναι ανεξάρτητες και αυτοτελείς, αλλά αποτελούν ενιαίο σύνολο ιδίων ή παρεμφερών εργασιών (εργασίες συντήρησης του δικτύου ομβρίων υδάτων και των φρεατίων υδροσυλλογής του Δήμου), οι οποίες εκτελούνται στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, κατά την ίδια χρονική περίοδο, επιπλέον δε ανατέθηκαν και οι τρεις στον ίδιο εργολάβο, οι δύο δε από αυτές την ίδια ημέρα (11.6.2010). Κατά συνέπεια, δεν είναι νόμιμη η κατάτμηση των ανωτέρω εργασιών συντήρησης σε τρεις επιμέρους ξεχωριστές συμβάσεις, με το χαρακτηρισμό αυτών ως «ανεξάρτητων εργασιών», με σκοπό την αποφυγή διενέργειας δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού και την προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός κάθε ομάδας εργασιών χωρίς Φ.Π.Α. (12.393,00 ευρώ, 12.396,00 ευρώ και 12.194,00 ευρώ), υπερβαίνει τα προαναφερόμενο όριο της απευθείας ανάθεσης μικρών δημοτικών έργων και εργασιών συντήρησης.


ΕλΣυν/Τμ.4/123/2011

Κατάτμηση-έργου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι αμφότερες οι προαναφερόμενες συμβάσεις είχαν ως αντικείμενο ομοειδείς μεταξύ τους εργασίες και, εφόσον ο συνολικός προϋπολογισμός τους (59.950 ευρώ), ακόμη και αν δεν συνυπολογιστούν τα εκδοθέντα για παρεμφερείς εργασίες ….. χρηματικά εντάλματα, υπερέβαινε καταφανώς το όριο των 45.000 ευρώ, μη νομίμως οι εργασίες αυτές επιμερίστηκαν και ανατέθηκαν κατά το αυτό οικονομικό έτος (2010) χωριστά, στον ίδιο, μάλιστα, ανάδοχο, χωρίς την τήρηση των διατυπώσεων του τακτικού διαγωνισμού. Ως εκ τούτου, οι εντελλόμενες δαπάνες δεν είναι νόμιμες, τα δε υποστηριζομένα από την Υπηρεσία περί αδυναμίας ετήσιου προγραμματισμού των εργασιών συντήρησης των εγκαταστάσεων του Ιδρύματος αορίστως προβάλλονται, αφού ουδόλως εξειδικεύονται οι συγκεκριμένες διαφοροποιήσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία που καθιστούσαν ανέφικτο τον προγραμματισμό αυτό.


ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/101/2017

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ:(...) Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι η ανάθεση συμπλη-ρωματικών εργασιών στον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου έργου επιτρέπεται, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του οικείου τεχνικού συμβουλίου, όταν οι συμπλη-ρωματικές εργασίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι αυτές δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την κύρια σύμβαση, χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή ή, μολονότι μπορούν να διαχωριστούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της. Τέτοιες εργασίες θεωρούνται αυτές που, είτε προβλέπονται, κατ’ είδος, από το συμβατικό τιμολόγιο και τον προϋπολογισμό, αλλά εκτελούνται σε ποσότητες μεγαλύτερες από τις προβλεπόμενες (πρόσθετες ή υπερσυμβατικές εργασίες), είτε δεν προβλέπονται καθόλου ή προβλέπονται μεν, αλλά εκτελούνται με διαφορετικό τρόπο (νέες εργασίες). Ως απρόβλεπτες, εξ άλλου, περιστάσεις νοούνται τα αιφνίδια εκείνα πραγματικά γεγονότα, τα οποία δεν προϋπήρχαν της ανάθεσης του έργου και, παρότι κατά την εκπόνηση της μελέτης δημοπράτησης του έργου καταβλήθηκε η ενδεδειγμένη επιμέλεια και προσοχή, αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, ούτως ώστε οι αναγκαίες για την αντιμετώπισή τους εργασίες να ενταχθούν στο αρχικό έργο και την οικεία σύμβαση (Ε.Σ. αποφ. Τμ. Μείζονος - Επταμελούς Σύνθεσης 3205/2011, VI Τμ. 614/2014, Πραξ. Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015). Η δε απόφαση του αρμοδίου οργάνου περί προσφυγής στην ως άνω διαδικασία για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών πρέπει, ως εκ της φύσης της, να είναι σαφώς και επαρκώς αιτιολογημένη, ώστε να καθίσταται δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητάς της από το Δικαστήριο τούτο (Ε.Σ. VI Τμ. 2066/2010 κ.α., Πραξ. Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015). Ειδικότερα, ο χαρακτηρισμός των συμπληρωματικών εργασιών ως εργασιών που κατέστησαν αναγκαίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται με πραγματικά και αναλυτικά στοιχεία, τόσο στις απαιτούμενες γνωμοδοτήσεις του οικείου τεχνικού συμβουλίου, όσο και στις αντίστοιχες αποφάσεις της προϊσταμένης αρχής, ενώ δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ως συμπληρωματικές εργασίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, εκείνες που αφορούν σε επέκταση του τεχνικού αντικειμένου του αρχικού έργου ή στη βελτίωση της ποιότητάς του με ανώτερα ποιοτικώς υλικά και μεθόδους μη προδιαγραφόμενες στα οικεία συμβατικά τεύχη ή είναι επακόλουθο της έλλειψης επιμέλειας της αναθέτουσας αρχής. (Ε.Σ. Πράξ. VII Τμ. 57/2012, Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. 35/2015, 290/2014 κ.α.).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτά τα εξής: Η προκείμενη τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου αποτελεί απρόβλεπτη περίσταση που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης, καθώς έλαβε χώρα μετά την αρχική μελέτη του έργου και την αρχική σύμβαση, δεν ήταν δε αντικειμενικά δυνατό, σύμφωνα με τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να προβλεφθούν εξ αρχής οι εργασίες που κατέστησαν εκ των υστέρων αναγκαίες λόγω της τροποποίησης αυτής. Εκ τούτων παρέπεται ότι μόνον οι συναφείς με την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου εργασίες, ως οφειλόμενες στο απρόβλεπτο αυτό γεγονός, μπορούν να εκτελεσθούν νομίμως κατόπιν σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης. Αντιθέτως, όσες εργασίες δεν συνέχονται με την εν λόγω τροποποίηση, ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά το στάδιο της αρχικής μελέτης και επομένως η ανάθεσή τους με την επίμαχη συμπληρωματική σύμβαση είναι μη νόμιμη.Βάσει αυτών, οι εργασίες υπό στοιχεία β) και δ) που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη 4 της παρούσας νομίμως ανατέθηκαν με συμπληρωματική σύμβαση, διότι αποδεικνύεται από τη σχετική αιτιολογική έκθεση και την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ότι κατέστησαν αναγκαίες λόγω αλλαγής των σχετικών Ο.Α. μετά την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου. Ωστόσο, οι λοιπές ως άνω υπερσυμβατικές ή νέες εργασίες, δεν προκύπτει από τις ίδιες αποφάσεις ότι σχετίζονται με την εν λόγω τροποποίηση.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη και εκ του λόγου τούτου το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


Ελσυν/Τμ 7/241/2009

Δαπάνη αμοιβής σε τεχνολόγο γεωπόνο, για την εκτέλεση του έργου «Συντήρηση πρασίνου στο Δήμο». Μη νομίμως ανατέθηκαν οι επίμαχες εργασίες, καθόσον αφορούν, στη φροντίδα, συντήρηση και βελτίωση του πρασίνου του Δήμου και ανάγονται στα καθήκοντα του υπηρετούντος, στο Γραφείο Κήπων και Δενδροστοιχιών της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών, προσωπικού. Οι εργασίες αυτές δεν απαιτούν ειδικότερες γνώσεις και εμπειρία από αυτές που κατέχει το, ήδη, υπηρετούν προσωπικό και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται η ανάθεσή της σε τρίτο και η διενέργεια πρόσθετης δαπάνης. Η ανεπάρκεια του υπηρετούντος προσωπικού, λόγω της μη κάλυψης όλων των προβλεπόμενων οργανικών θέσεων, δεν καθιστά, σε καμία περίπτωση, τη δαπάνη λειτουργική, καθόσον στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται η κάλυψη από το Δήμο, με την προβλεπόμενη νόμιμη διαδικασία, των κενών θέσεων.


ΣτΕ/3307/2005

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο ανάδοχος δεν δύναται, κατ’ αρχήν, να προβεί σε τροποποιήσεις ως προς την μορφή του έργου, την ποιότητα, το είδος ή την ποσότητα των εργασιών, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση, χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή του κυρίου του έργου και προηγούμενη σύνταξη και έγκριση συγκριτικού πίνακα και, εφ’ όσον απαιτείται, πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, καθώς και ότι ο ανάδοχος δεν δικαιούται αποζημιώσεως για μεταβολές στο έργο, οι οποίες έγιναν χωρίς προηγούμενη έγγραφη εντολή, έστω και αν αυτές βελτιώνουν το έργο. Επομένως, η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών πρέπει, κανονικώς, να προηγούνται της εκτελέσεως των νέων εργασιών. Από τις ίδιες διατάξεις, όμως, δεν αποκλείεται νέες εργασίες που εκτελέσθηκαν χωρίς έγγραφη διαταγή και χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επείγοντος να κριθούν από τα αρμόδια όργανα του κυρίου του έργου ως αναγκαίες, οπότε οι εργασίες αυτές νομιμοποιούνται δια της εκ των υστέρων συντάξεως και εγκρίσεως συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου καθορισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών (βλ. Σ.τ.Ε. 4162/1997 επταμ., 3306/1997 επταμ.).


ΕλΣυν/Τμ7/179/2010

Από τη διακήρυξη, καθώς και την τεχνική περιγραφή του έργου, προκύπτει ότι το αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης συνίσταται κυρίως σε εργασίες καθαιρέσεως κτισμάτων (με φέρουσα τοιχοποιία, από λαμαρίνες και ξύλινο σκελετό, με φέροντα οργανισμό, από οπλισμένο σκυρόδεμα), καθώς και σε εργασίες αποξηλώσεως και δευτερευόντως σε εργασίες επισκευών, που θα προκύψουν στα εναπομείναντα τμήματα μετά τις κατεδαφίσεις. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τον επισυναπτόμενο προϋπολογισμό μελέτης, η δαπάνη για εργασίες καθαιρέσεως ανερχόταν στο ποσό των 112.069,60 ευρώ, για προμήθεια σκυροδέματος στο ποσό των 495,00 ευρώ και η δαπάνη των εργασιών για τοιχοποιίες - επιχρίσματα στο ποσό των 1.025,00 ευρώ. Για την εξόφληση του 1ου λογαριασμού εκτέλεσης των ανωτέρω εργασιών εκδόθηκε αρχικά το 1116, οικονομικού έτους 2009, ποσού 10.245,40 ευρώ και στη συνέχεια, αφού αυτό ακυρώθηκε, εκδόθηκαν τα 1611, οικονομικού έτους 2009 και 813, οικονομικού έτους 2010 χρηματικά εντάλματα πληρωμής ποσού 8.004,23 και 2.241,17 ευρώ, αντίστοιχα, το δεύτερο εκ των οποίων και ήδη ελεγχόμενο, αφορά στην καταβολή γενικών εξόδων και εργολαβικού οφέλους. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι το κύριο αντικείμενο της προαναφερόμενης σύμβασης, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, δεν αφορά σε εκτέλεση έργου, καθόσον οι εκτελούμενες κυρίως εργασίες καθαιρέσεως κτισμάτων και αποξηλώσεων υλικών δεν συνίστανται σε κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία. Ούτε, εξάλλου για την εκτέλεσή τους απαιτούν ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις και μεθόδους, αλλά δύνανται να εκτελεστούν προσηκόντως από επαγγελματίες, που διαθέτουν τα κατάλληλα μηχανήματα και τη σχετική εμπειρία. Επομένως, η εν λόγω σύμβαση αφορά στην εκτέλεση εργασιών, για τις οποίες ο ανάδοχος δεν δικαιούται εργολαβικό όφελος, το οποίο προβλέπεται και καταβάλλεται μόνο στην εξόφληση λογαριασμών που αφορούν στην εκτέλεση δημοσίων έργων, όπως βάσιμα υποστηρίζει και η διαφωνούσα Επίτροπος. Εξάλλου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός ότι ο Δήμος θα επιβαρυνθεί με τόκους υπερημερίας αν ο εργολάβος προσφύγει στα δικαστήρια, δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά τη νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης, στην εξέταση της οποίας και μόνον περιορίζεται το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την παρούσα διαδικασία και δεν δύναται επ’ ουδενί να δικαιολογήσει τη θεώρηση του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος (πρβλ. Πράξεις VII Τμ. 215/2008 και IV Tμ. 143/2007). Τέλος, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δικαιούται να προβαίνει σε παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, που αποτελούν το έρεισμα της ελεγχόμενης δαπάνης, για τις οποίες ισχύει το τεκμήριο νομιμότητας. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη και γι’ αυτό δεν πρέπει τούτο να θεωρηθεί.