ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/29/2025
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Η Απόφαση 29/2025 της Μείζονος Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά το προδικαστικό ερώτημα σχετικά με τη συνταγματικότητα των διατάξεων της περίπτωσης 23 της υποπαραγράφου Γ.1 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Οι διατάξεις αυτές μείωσαν τις αποδοχές του ερευνητικού προσωπικού του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (Κ.Ε.Π.Ε.) και τις συντάξεις των συνταξιούχων αυτού. Το Δικαστήριο απεφάνθη ότι οι διατάξεις, ως προς τις συνταξιοδοτικές τους συνέπειες, αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 1, του Συντάγματος, καθώς ο νομοθέτης παραγνώρισε την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση που επιβάλλεται για την προαγωγή της έρευνας. Επιπλέον, κρίθηκε ότι η αναδρομική ισχύς των διατάξεων από 1.8.2012 παραβιάζει το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, λόγω στέρησης περιουσιακού δικαιώματος.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/562/2025
Η Απόφαση 562/2025 του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Σε Μείζονα Ολομέλεια) επιλύει το προδικαστικό ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4093/2012 που μείωσαν τις συντάξεις των πρώην καθηγητών της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ). Η Ολομέλεια έκρινε ότι οι εν λόγω διατάξεις, ως προς τις συνταξιοδοτικές τους συνέπειες, δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 5, 21 παρ. 3 και 25 παρ. 1δ και 4 του Συντάγματος, καθώς η μείωση κρίθηκε περιορισμένη (232,81 ευρώ ακαθάριστα μηνιαίως) και δικαιολογημένη από λόγους οξείας δημοσιονομικής κρίσης, χωρίς να αποτελεί συνταγματικώς σημαντική επέμβαση. Ωστόσο, η Ολομέλεια έκρινε ότι οι διατάξεις αντίκεινται στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, καθ' ό μέρος η έναρξη ισχύος τους ανατρέχει στην 1η.8.2012, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο της δημοσίευσης του νόμου (12.11.2012), διότι η αναδρομικότητα δεν τεκμηριώθηκε ως αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού δημοσίου συμφέροντος.
ΕΣ/ΟΛΟΜ/4707/2015
Η 4707/2015 με την οποία, δέχεται έφεση του «….», η οποία εισήχθη ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου με τη διαδικασία του άρθρου 108 Α του π.δ. 1225/1981 (πρότυπη δίκη), καθώς και τις υπέρ αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις απορριπτομένης της παρέμβασης των «….» και «….» αυτών, κατά εκδοθείσας το έτος 2012 πράξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία μειώθηκε η σύνταξή του αναδρομικά από 1.8.2012 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου παρ. Γ υποπαρ. Γ1 περ. 31 και 32 του ν. 4093/2012 σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 34 του ΣΚ και του άρθρου 4 παρ. 12 περ. α’ του ν. 4151/2013, καθόσον κρίθηκε ότι οι ως άνω διατάξεις είναι αντικείμενες προς τα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος και 1 του Πρώτο Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Πλην όμως, ενόψει των νεότερων διατάξεων του άρθρου 86 του ν. 4307/2014, οι οποίες αν και μεταγενέστερες του χρόνου έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης καταλαμβάνουν λόγω της αναδρομικότητάς τους και την επίδικη υπόθεση, η εκκαλούμενη πράξη έχει απωλέσει το νόμιμο έρεισμά της, αφού οι διατάξεις των περιπτώσεων 31, 32 και 33 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργήθηκαν από τότε που ίσχυσαν.
ΑρΠ/1/2011
ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ αξιώσεων υπαλλήλων ν.πδ.δ. Η διάταξη του άρθ. 48 § 3 ν.δ. 496/1974, που θεσπίζει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας, ούτε στο άρθ. 6 § 1 ΕΣΔΑ, ούτε στο άρθ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αντίθετη μειοψηφία.
ΣτΕ/1620/2011
Για τους εκτεθέντες στις προηγούμενες σκέψεις (6 και 8) δύο λόγους, αυτοτελώς λαμβανόμενους υπόψη, οι οποίοι δεν είχαν εκτιμηθεί από τις προαναφερόμενες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του ΕΔΔΑ, η ρύθμιση του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Συνεπώς, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, κρίνοντας αντιθέτως, έσφαλε και για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο αναιρέσεως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του θα ήταν αναιρετέα. Λόγω, όμως, της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος και της εν τω μεταξύ, αντίθετης προς την απόφαση 1663/2009 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας νομολογίας επ' αυτού του Αρείου Πάγου (βλ. ΑΠ 1127,1128/2010) πρέπει το εν λόγω ζήτημα, της συμφωνίας του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου προς το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. β΄ του π.δ.18/1989.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1975/2021
ΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ:(....)Εξετάζει τα παραπεμφθέντα από το Τμήμα ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου προδικαστικά ερωτήματα. Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος, η Ολομέλεια αποφαίνεται ότι, σύμφωνα με όσα έγινα δεκτά στις σκέψεις 36 έως 48, το θέμα της συμβατότητας των διατάξεων της παραγράφου 10 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 και του άρθρου 1 παρ. 1 εδ. α' του ν. 4051/2012 με το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ έχει ήδη απαντηθεί με τα πρακτικά της 10ης Γενικής Συνεδριάσεως της 3.6.2015 και της 5ης Γενικής Συνεδριάσεως της 29.3.2017 της διοικητικής Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αντίστοιχα, με τα οποία κρίθηκε ότι οι εν λόγω διατάξεις δεν εγείρουν θέματα συμβατότητας με το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Επί του δευτέρου ερωτήματος, η Ολομέλεια αποφαίνεται, ότι ως βάση υπολογισμού των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων κατά την 31.12.2014 νοούνται οι συντάξεις στο ύψος που ανέρχονταν κατά την ως άνω ημερομηνία, ανεξάρτητα από τη συνταγματικότητα των περικοπών που είχαν υποστεί οι συντάξεις, υπό την ισχύ δε του ν. 4387/2016, το ύψος των συντάξεων, με τον συνυπολογισμό των εν λόγω περικοπών, είναι συμβατό με υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, ανταποκρινόμενο και στις απαιτήσεις της εύλογης αναλογίας. Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, η Ολομέλεια αποφαίνεται ότι (α) οι αξιώσεις των συνταξιούχων του Δημοσίου από την περικοπή που υπέστησαν οι πληρωτέες σε αυτούς συντάξεις, κατ’ εφαρμογή της υποπαραγράφου Β.3 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, υπόκεινται στη διετή παραγραφή της παραγράφου 5 του άρθρου 140 του ν. 4270/2020, (β) οι αξιώσεις των συνταξιούχων του Δημοσίου από την ίδια αιτία που ανάγονται στο χρονικό διάστημα από 11.6.2015 έως 12.5.2016 αποσβένονται με την αναγνώριση, με το άρθρο 33 του ν. 4734/2020, της υποχρεώσεως επιστροφής σε αυτούς των αντίστοιχων ποσών, ακόμη και αν αξιώσεις αυτές εκκρεμούσαν σε δίκη, κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, και (γ) ωσαύτως, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 33 του ν. 4734/2020, συναποσβένονται και οι αξιώσεις για τους αναλογούντες επί του επιστρεπτέου ποσού, έως την καταβολή του στους συνταξιούχους του Δημοσίου, τόκους επιδικίας. Αναπέμπει, κατά τα λοιπά, την αγωγή στο Τέταρτο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΣΤΕ ΟΛΟΜ/2307/2014
Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ είναι αντίθετες στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι, κατά τους αιτούντες, «τα δικαιώματα που συνδέονται με τη σχέση εξαρτημένης εργασίας (προσδιορισμός μισθού, ρύθμιση όρων εργασία με συλλογικές συμβάσεις ...)» θίγονται με την πράξη αυτή «στο βαθμό που αυτές [οι ρυθμίσεις] ισοδυναμούν με απαλλοτρίωση δικαιωμάτων που απορρέουν από τη σχέση εργασίας». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Τούτο, διότι ναι μεν, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 668/2012 Ολομ), η αξίωση για καταβολή προβλεπόμενων από την νομοθεσία του συμβαλλόμενου κράτους αποδοχών αποτελεί περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, εφ’ όσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες για την καταβολή τους προϋποθέσεις, όμως με το τελευταίο αυτό άρθρο δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε μισθό ορισμένου ύψους. Δεν αποκλείεται, επομένως, κατ’ αρχήν, η διαφοροποίηση του ύψους του μισθού ανάλογα με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες. Κάθε δε επέμβαση σε περιουσιακής φύσεως αγαθό, υπό την ανωτέρω έννοια, πρέπει να προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις και να δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος, στους οποίους περιλαμβάνονται, κατ’ αρχήν, και λόγοι συναπτόμενοι προς την αντιμετώπιση ενός ιδιαιτέρως σοβαρού, κατά την εκτίμηση του εθνικού νομοθέτη, δημοσιονομικού προβλήματος. Η εκτίμηση δε του νομοθέτη ως προς την ύπαρξη λόγου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλοντος τον περιορισμό περιουσιακού δικαιώματος και ως προς την επιλογή της ακολουθητέας πολιτικής για την εξυπηρέτηση του δημοσίου αυτού συμφέροντος υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, η επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα πρέπει να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση με αυτόν ... Συνεπώς, εν προκειμένω, εφ’ όσον, όπως κρίθηκε ανωτέρω στην σκέψη 23, οι ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012, θεωρούμενες στο σύνολό τους, δεν θίγουν τον πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων, που απορρέουν ιδίως από τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ούτε παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, οι ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζουν ούτε το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και, άρα, είναι απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως.. Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές, κατά το μέρος που πλήττουν τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1, 2 και 4 της προσβαλλόμενης ΠΥΣ 6/2012 και να απορριφθούν κατά τα λοιπά. Αντιστοίχως, πρέπει η παρέμβαση του ... να απορριφθεί, κατά το μέρος που αφορά τις διατάξεις αυτές της προσβαλλόμενης ΠΥΣ, και να γίνει δεκτή κατά τα λοιπά.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/561/2025
Η απόφαση 561/2025 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε Μείζονα Ολομέλεια αφορά την εξέταση προδικαστικού ερωτήματος σχετικά με τη συνταγματικότητα των διατάξεων της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Γ.1 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Οι διατάξεις αυτές επέφεραν μειώσεις στις συντάξεις των συνταξιούχων Γενικών Γραμματέων Υπουργείων και των συνταξιούχων μετακλητών ή επί θητεία νομαρχών α΄ ειδικών θέσεων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι, ως προς τις συνταξιοδοτικές τους συνέπειες, οι εν λόγω διατάξεις αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με τα άρθρα 103 παρ. 5 και 101, καθώς η περικοπή θεωρήθηκε δυσανάλογη και βασίστηκε σε αμιγώς αριθμητικό κριτήριο, παραβλέποντας την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση της κατηγορίας αυτής. Η Ολομέλεια απέρριψε το αίτημα του Δημοσίου για τον περιορισμό των αποτελεσμάτων της διάγνωσης της αντισυνταγματικότητας.
ΑΠ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/31/2007
Η διετής παραγραφή που καθιερώνει η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ΝΔ 496/75, έχει θεσπισθεί από λόγους γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, δε δημιουργεί άνιση δυσμενή μεταχείριση των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ σε σχέση με τους υπαλλήλους των ιδιωτικών επιχειρήσεων και επομένως δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας του συντάγματος. Ούτε αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ αφού αυτή δεν απαγορεύει τη θέσπιση διαφορετικού χρόνου παραγραφής κατά κατηγορία αξιώσεων και δικαιούχων, ούτε είναι αντίθετη στις διατάξεις του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ
ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/541/2023
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:επιδιώκεται η αναίρεση της 585/2016 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψεις 17 έως 25 της παρούσας, το Τμήμα με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένως εφάρμοσε το άρθρο 25 παρ. 1δ του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο, διότι, όπως προεκτέθηκε, όφειλε στο πλαίσιο εξέτασης του σχετικού προβαλλομένου λόγου έφεσης, να ερευνήσει με βάση την αρχή της αναλογικότητας και της δίκαιης ισορροπίας, αν με τον επιβληθέντα καταλογισμό, ο οποίος συνιστά επέμβαση σε περιουσιακό δικαίωμα του αναιρεσείοντος (σκέψη 25), επιτεύχθηκε δίκαιη ισορροπία μεταξύ του υπηρετούμενου δημοσίου σκοπού και της συνταγματικώς επιβεβλημένης προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των διακυβευόμενων περιουσιακών δικαιωμάτων του καταλογιζομένου υπαλλήλου που εθίγησαν από αυτόν και είτε να διαλάβει ειδική κρίση περί τον σεβασμό της αρχής αυτής, κατά την επιβολή του επίδικου καταλογισμού, είτε, στην αντίθετη περίπτωση, να προβεί σε επιμέτρηση του καταλογισθέντος ποσού στο αναγκαίο κατά την κρίση του μέτρο, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στη σκέψη 26 της παρούσας. Επομένως, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 δ Συντάγματος) και του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, κατ’ αποδοχή του οικείου λόγου αναίρεσης .Αναιρεί την 585/2016 απόφαση του ΙV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΕΔ/2/2012
Ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του Ν. Δ/τος 321/1969, η οποία ανέκυψε με την έκδοση αντιθέτων αποφάσεων της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου.(...)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αίρει την αμφισβήτηση που ανέκυψε από τις αποφάσεις 954/2011 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και 1270/1983 του Αρείου Πάγου και εμμέσως και από τις υπ' αριθμ. 882/1980, 1294/1983, 941/1988, 535/1992 1010/1993 1110/1994 όμοιες του Αρείου Πάγου ως προς την ουσιαστική συνταγματικότητα της διατάξεως του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969.
Αποφαίνεται ότι η διάταξη του άρθρου 91 παρ. 3 του ν.δ/τος 321/1969, δεν αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος.