Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/157/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3086/2002

Τα πρακτικά του Ν.Σ.Κ. δεν παρέχουν στην αρμόδια υπηρεσία την ευχέρεια καταβολής των εγκριθέντων με αυτά ποσών, εκτός αν κριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι η σχετική δαπάνη είναι νόμιμη (βλ. πρακτικά Ολομ. Ε.Σ. 17ης Γεν./4.6.2003, Πράξεις Ι Τμ. 96/2006, 134/2005 κ.ά).

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.1/186/2012

Περαιτέρω, όσον αφορά τον πρώτο λόγο ανάκλησης, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, ναι μεν τα πρακτικά του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους  δεν παρέχουν στην αρμόδια υπηρεσία την ευχέρεια καταβολής των εγκριθέντων με αυτά ποσών, αν προηγουμένως δεν κριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι οι αναγνωρισθείσες απαιτήσεις υφίστανται, πλην, όμως, ο Επίτροπος στην έκθεση διαφωνίας δεν προβάλλει αιτιάσεις σχετικά με τη συνδρομή ή μη των νόμιμων προϋποθέσεων του άρθρου 904 Α.Κ. που αποτέλεσε τη νομική βάση για την αναγνώριση των απαιτήσεων των φερόμενων ως δικαιούχων με τα ως άνω πρακτικά. Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον δεν αμφισβητείται ή ύπαρξη και η έκταση των απαιτήσεων που αναγνωρίστηκαν με τα προαναφερόμενα πρακτικά, που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της σχετικής αρμοδιότητας του Ν.Σ.Κ., δεν συντρέχει νόμιμος λόγος μη θεώρησης των ελεγχόμενων χρηματικών ενταλμάτων. Επομένως, το Τμήμα έσφαλε κρίνοντας διαφορετικά με την υπό ανάκληση πράξη του, καθόσον  νομική βάση για την έκδοση των ως άνω τίτλων πληρωμής και την καταβολή των εντελλόμενων με αυτούς δαπανών δεν αποτελούν οι διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (αρθρ. 904 επ. Α.Κ.), αλλά τα προαναφερόμενα, νομίμως εκδοθέντα και αρμοδίως εγκριθέντα, πρακτικά του Ν.Σ.Κ.. Κατ’ ακολουθία αυτών, η αίτηση για την ανάκληση της 109/2012 πράξης του Τμήματος τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή, πλην τα 189841 και 189842, οικονομικού έτους 2011, χρηματικά εντάλματα πληρωμής της Υπηρεσίας  Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) στο ….είναι μη θεωρητέα, λόγω λήξης του οικονομικού έτους (2011), τις πιστώσεις του οποίου βαρύνουν.

ΕΣ/Τ7/77/2009

Κατά τον ενεργούμενο από τον Ελεγκτικό Συνέδριο έλεγχο των δαπανών, ως δικαιολογητικό της δαπάνης προσκομίζεται ο εκτελεστός τίτλος της διαταγής πληρωμής, το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ./τος 774/1980 να προέρχεται σε παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της δαπάνης και υπάγονται στη δικαιοδοσία και καθ’ ύλην αρμοδιότητα άλλων δικαστηρίων. Κατά τον έλεγχο αυτό παρακολουθεί και το θέμα της υποχρέωσης για συμμόρφωση ή μη του ελεγχόμενου φορέα προς εκδοθείσα διαταγή πληρωμής. Κατά συνέπεια, εάν ο εκδοθείς τίτλος πληρωμής της δαπάνης δεν συνοδεύεται από άλλα, πλην της διαταγής πληρωμής, δικαιολογητικά στα οποία να ερείδεται η καταβολή αυτού, η οποία, όπως προεκτέθηκε δεν δύναται να στηρίξει αυτοτελώς την νομιμότητα της δαπάνης αφού δεν ενέχει αυθεντική διάγνωση των αξιώσεων που περιέχει, δεν δημιουργείται υποχρέωση συμμόρφωσης των ΟΤΑ προς αυτή, ούτε εκτελείται κατ’ αυτών, το δε Ελεγκτικό Συνέδριο δεν δεσμεύεται να καταλήξει σε κρίση ότι η προαναφερόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη (βλ. Πρακτικά της 4ης Γεν. Συν. της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 27.2.2008, της 7ης Γεν. Συν. της Ολομ. του Ε.Σ. της 19-3-2003,Θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμήματος 14/2005, 27/2006, 237/2007, IV.Τμήμ.17/2001, 30, 31/2004, Ι Τμήμ. 51, 71/2005 και Πρακτικά Ι τμήματος Συν.14η/5.6.2007 Θέμα Β΄).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/69/2018

Προμήθεια καυσίμων.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν υπόκειται σε προληπτικό έλεγχο από το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθόσον αφορά σε ποσό υπολειπόμενο του ισχύοντος, προκειμένου για τα νπδδ, νομίμου ορίου των 10.000 ευρώ. Άλλο δε ζήτημα αποτελεί η ενδεχόμενη πρόθεση του ... για έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής, όπως αυτή δύναται να συναχθεί από λοιπά στοιχεία του φακέλου (βλ. το 1087/21.3.2018 σημείωμα της νομικής συμβούλου), για την έκδοση του οποίου προβλέπεται άλλη διαδικασία, και η υπαγωγή ή μη των χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής στις διατάξεις του ως άνω π.δ. 136/2011 (πρβλ. Πρακτικά 11ης Γεν. Συν. Ολομ. Ελ. Συν./2.5.2012, Θέμα Α΄), επί του οποίου, σε κάθε περίπτωση, αρμόδιο να εκφέρει κρίση θα ήταν το Κλιμάκιο Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο V Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΦΓ8/22043/4.4.2012 απόφ. Ολομ. Ελ. Συν.). Κατόπιν αυτών, η από 25.4.2018 απευθυνόμενη στο παρόν Κλιμάκιο έκθεση διαφωνίας της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Υπουργείο ... απαραδέκτως εισάγεται, το δε Κλιμάκιο απέχει της εκφοράς κρίσης επί αυτής.


ΕλΣυν/Τμ7/226/2010

Από τις ανωτέρω διατάξεις και ενόψει των προπαρατιθέμενων άρθρων 2 παρ.3 και 14 παρ.1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τα οποία δεν ιδρύουν μόνο διεθνή ευθύνη των συμβαλλομένων κρατών, αλλά έχουν άμεση εφαρμογή και υπερνομοθετική ισχύ θεμελιώνοντας δικαιώματα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής τους, επιπροσθέτως δε εγγυώνται την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο, καθώς και την πραγματική ικανοποίηση του δικαιώματος που επιδικάστηκε από αυτό, δηλαδή το δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την οποία η προσφυγή στο δικαστήριο θα απέβαλλε την ουσιαστική αξία και χρησιμότητά της, συνάγεται ότι η νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 του ν. 3068/2002, όπως το τρίτο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004, σύμφωνα με την οποία δεν εκτελούνται οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή εκτελεστοί τίτλοι, μεταξύ των οποίων και η διαταγή πληρωμής, αποβαίνει ανίσχυρη ως αντικειμένη προς τις αρχές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που οι ως άνω εκτεθείσες διατάξεις κατοχυρώνουν (Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010, Α.Π. 2347/2009, βλ. και Ολομ. Α.Π. 21/2001). Επομένως, υπάρχει υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται και στις διαταγές πληρωμής, οι οποίες ναι μεν εκδίδονται από δικαστή, χωρίς προηγουμένως να ακουστεί και να αναπτύξει τις απόψεις του ο καθού, μετά από εξέταση της συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή τους και όχι από συγκροτημένο δικαστήριο, πλην όμως εξομοιώνονται λειτουργικώς με τις δικαστικές αποφάσεις, διότι αφενός επιλύουν διαφορές, αφετέρου ανταποκρίνονται στα βασικά λειτουργικά γνωρίσματα της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 του Συντάγματος δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στον καθού να ασκήσει ανακοπή και να προβάλει τους ισχυρισμούς του, τόσο ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής όσο και ως προς την απαίτηση. Ενόψει τούτων, όταν για την αξίωση του φερόμενου ως δικαιούχου δαπάνης το δικαίωμα αυτού για την πραγμάτωση της δαπάνης στηρίζεται σε διαταγή πληρωμής δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο των διατάξεων 623 επ. του Κ.Πολ.Δικ., το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου χρηματικού εντάλματος, διότι δεν αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα κατά τον ασκούμενο έλεγχο του Συνεδρίου ο έλεγχος της ορθότητας ή μη της διαταγής πληρωμής, δηλαδή η νομιμότητα και βασιμότητα των λόγων και των όρων που την δικαιολογούν, η οποία αποτελεί γι’ αυτό νόμιμο δικαιολογητικό με το οποίο αποδεικνύεται η οικεία απαίτηση (πρβλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. της 9ης Γεν. Συν./19.5.2010).


ΕλΣυυν/Τμ.1(ΚΠΕ)/149/2013

Στο πλαίσιο του κατ’ άρθρο 98 του Συντάγματος (βλ. και άρθρο 17 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 του Κώδικος Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) προληπτικού ελέγχου των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο που προηγείται της εκταμιεύσεως του δημοσίου χρήματος, όταν πρόκειται για ικανοποίηση χρηματικής αξιώσεως αναγνωρισθείσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακόμη και όταν αυτή  υπόκειται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την εξέταση της υπάρξεως αξιώσεως στο πρόσωπο του φερομένου ως δικαιούχου δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως αυτής που παρήχθη στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. 7ης Γεν. Συν/σεως της 19.3.2003, Θέμα Α΄, άρθρο 17 παρ. 3 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 παρ. 3). Συντρεχουσών δε και των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητος και κανονικότητος της δαπάνης το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου τίτλου πληρωμής, δοθέντος ότι η εκταμίευση συνιστά την αναγκαία πράξη συμμορφώσεως προς το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως κατά τα  άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002, χωρίς να συνιστά πρόσθετο όρο νομιμότητος της δαπάνης και κανονικότητος της πληρωμής η προσκόμιση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως. 

ΕΣ/ΣΤκλ/158/2014

Προμήθεια καυσίμων.Δεν αποκλείεται η κατακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, για τον οποίο τηρήθηκαν οι απαιτούμενοι κανόνες δημοσιότητας για την επιλογή αναδόχου προμηθευτή στον εξαρχής μοναδικό υποψήφιο, αφού αφενός δεν τίθεται από το νόμο ως προϋπόθεση συνέχισης της διαδικασίας ή ανάθεσης της προμήθειας η ύπαρξη περισσότερων διαγωνιζομένων, αφετέρου, τα αρμόδια όργανα της Διοίκησης έχουν τη δυνατότητα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 21 και 22 του Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α., σε περίπτωση που κρίνουν το αποτέλεσμα του διαγωνισμού ασύμφορο, να ματαιώσουν και να επαναλάβουν το διαγωνισμό ή την προμήθεια (πρβλ. Ε.Σ. Ολομ. Πρακτικό 24ης Συν./23.11.1998, βλ. ΣΤ΄ Κλιμ. 9, 39, 76, 96/2009, 15/2013 κ.ά.). Ειδικώς, όμως, στην περίπτωση που, όπως εν προκειμένω, ο μοναδικώς συμμετέχων στο διαγωνισμό προσφέρει ταυτοχρόνως αρνητικό ποσοστό έκπτωσης επί της μέσης λιανικής ή χονδρικής τιμής του υπό προμήθεια καυσίμου, τότε η διακριτική ευχέρεια της Οικονομικής Επιτροπής, δηλαδή του αρμοδίου σύμφωνα με το άρθρο 72 παρ. 1 περ. ε΄ του ν. 3852/2010 οργάνου, να κατακυρώσει το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, ελέγχεται ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009) ενόψει και των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως και της οικονομικότητας, οι οποίες επιβάλλουν την εκπλήρωση των εκ του νόμου ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων με την κατά το δυνατόν ηπιότερη επιβάρυνση του προϋπολογισμού για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας του δήμου.


ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ/218/2013

Δημόσια έργα-Κατάτμηση.Απαγορεύεται ο επιμερισμός της κατασκευής ενός «ενιαίου» έργου σε μερικότερα μη αυτοτελή έργα - έργα δηλαδή που από τεχνική και ουσιαστική άποψη όχι μόνο δεν μπορούν, αλλά και επιβάλλεται για το οικονομικοτεχνικώς άρτιο και το συμφέρον του ευρύτερου έργου να αποτελέσουν αντικείμενο ενιαίας δημοπρασίας - και στη συνέχεια η απευθείας ανάθεση αυτών χωριστά ή η ανάθεση κατόπιν πρόχειρου διαγωνισμού με βάση το ύψος της δαπάνης που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής δαπάνης που απαιτείται για την κατασκευή του «ενιαίου» έργου, καθόσον με τον τρόπο αυτό επιχειρείται, κατά περιγραφή των οικείων διατάξεων, η μη τήρηση της οριζόμενης από τις διατάξεις αυτές διαδικασία διενέργειας τακτικού διαγωνισμού (βλ. Πράξεις VII Τμ. 324, 19/2010, 45/2009, 79/2008 47, 134, 139, 142/2008, 4, 267/2007, 83, 145, 164, 259, 280/2006, 70/2005, IV Τμ. 136, 137/2004, 193, 37/2003, 88/97, 93/1999 κ.ά.). Το ενιαίο, δε, του έργου κρίνεται κατά περίπτωση με βάση λειτουργικά κριτήρια και ειδικότερα την οικονομικοτεχνική λειτουργία των ανατιθέμενων μερικότερων έργων, το είδος των απαιτούμενων για την κατασκευή καθενός από τα έργα αυτά  εργασιών, την ύπαρξη μιας αναδόχου εργοληπτικής εταιρείας ή περισσοτέρων  ασχολούμενων  με  το  αυτό  αντικείμενο,  την ταυτόχρονη ανάθεση της κατασκευής των μερικότερων έργων, την ομοιότητα των μελετών, τη δυνατότητα πραγματοποίησης του συνόλου των εργασιών από μία και μόνο επιχείρηση, τη χρονική διάρκεια κατασκευής τους, την ενότητα του γεωγραφικού πλαισίου, εντός του οποίου θα εκτελεστούν τα ανατιθέμενα έργα. Κατά συνέπεια, ο επιμερισμός της κατασκευής ενός ενιαίου δημοτικού έργου, η εκτέλεση του οποίου λαμβάνει χώρα εντός του γεωγραφικού πλαισίου του Δήμου, σε περισσότερα ομοειδή έργα, για τα οποία έχουν αναγραφεί ιδιαίτερες πιστώσεις στον οικείο προϋπολογισμό, προς αποφυγή της διαδικασίας επιλογής αναδόχου με δημόσιο ανοικτό διαγωνισμό δεν είναι νόμιμος και επομένως, δεν είναι νόμιμη και η δαπάνη που προκαλείται από την εκτέλεση των έργων αυτών (βλ. Πράξεις VIΙ Τμ. 83, 164, 259/2006, 4, 210, 267/2007, 45/2009, 19, 103/2010 κ.ά.). Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η κατάτμηση δημοτικών έργων και η σύνταξη των αντίστοιχων μελετών, καθώς και η αναγραφή στο δημοτικό προϋπολογισμό κατατμημένων πιστώσεων, εφόσον τα έργα αυτά εκτελούνται σε διαφορετικά δημοτικά ή τοπικά διαμερίσματα.(....) Ενόψει όσων ήδη εκτέθηκαν, δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες, αν και υπάγονται στον ως άνω προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεν υποβλήθηκαν στον έλεγχο αυτόν, είναι αυτοδικαίως άκυρες και δεν παράγουν, ως εκ τούτου, έννομες συνέπειες (Ελ.Συν. Πρακτικά Ολομ. της 7ης Γ.Σ. της 7.3.2001, VI Tμ. Απόφ. 3069/2011, IV Τμ. Πράξεις 166/2006, 199/2004).

ΕλΣυν/Τμ.6/1470/2009

Εξ άλλου, ο προβαλλόμενος από την παρεμβαίνουσα εταιρεία «….» ισχυρισμός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει δικαιοδοσία να ελέγξει τη νομιμότητα της ως άνω βεβαίωσης, καθ’ όσον αυτή δεν προσεβλήθη στα αρμόδια δικαστήρια και συνεπώς καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας των διοικητικών πράξεων, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι ο προβλεπόμενος από το άρθρο 98 παρ.1 εδ. β΄ του Συντάγματος έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκτείνεται επί του συνόλου των πράξεων που συνθέτουν τις επί μέρους φάσεις της διαδικασίας, η οποία προηγείται της σύναψης της σχετικής σύμβασης, χωρίς να εξαρτάται από το αν υπήρξαν ή όχι αμφισβητήσεις κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού ή να περιορίζεται αποκλειστικά στα ζητήματα εκείνα που τίθενται από την πλευρά του φορέα του ελεγχόμενου έργου, ενώ, περαιτέρω, ως έλεγχος καθολικός, εκτεινόμενος και στα αμέσως συναπτόμενα με την εν λόγω διαδικασία παρεμπιπτόντως αναφυόμενα ζητήματα, υπό την προϋπόθεση ότι τα τελευταία δεν έχουν κριθεί τελεσίδικα με απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου (βλ. άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ. 774/1980), δεν εμποδίζεται ούτε από το γενικώς ισχύον για τις ατομικές διοικητικές πράξεις τεκμήριο νομιμότητας, άλλως θα καθίστατο αλυσιτελής, εάν η ελεγχόμενη σύμβαση μπορούσε να συναφθεί και συνεπώς το δημόσιο χρήμα να εκταμιευθεί ελεύθερα με βάση παράνομες ατομικές διοικητικές πράξεις (πρβλ. Πρακτικά 14ης Γ.Σ./20.05.1992 της Ολομ. του Ελ. Συν., Πράξεις IV Τμ. 48/2001, 72/1997, VI Τμήμα 245, 177/2007 και 232, 236/2006).


ΕλΣυν/Τμ.1/149/2013

Εκτέλεση δικαστικής απόφασης-προσκόμιση εγγυητικής επιστολής.Κατά την συμμόρφωση της Διοικήσεως σε τελεσίδικη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που υπόκειται σε ένδικα μέσα, διά της οποίας αναγνωρίζεται χρηματική αξίωση σε βάρος του Δημοσίου, δεν απαιτείται η κατάθεση από τον δικαιούχο εγγυητικής επιστολής, ισόποσης προς την αναγνωριζόμενη με την απόφαση αξίωση, καθόσον η προσκόμιση τέτοιων επιστολών απαιτείται μόνο σε περίπτωση εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων. Συνακόλουθα, στο πλαίσιο του κατ’ άρθρο 98 του Συντάγματος (βλ. και άρθρο 17 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 του Κώδικος Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) προληπτικού ελέγχου των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο που προηγείται της εκταμιεύσεως του δημοσίου χρήματος, όταν πρόκειται για ικανοποίηση χρηματικής αξιώσεως αναγνωρισθείσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακόμη και όταν αυτή υπόκειται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την εξέταση της υπάρξεως αξιώσεως στο πρόσωπο του φερομένου ως δικαιούχου δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως αυτής που παρήχθη στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. 7ης Γεν. Συν/σεως της 19.3.2003, Θέμα Α΄, άρθρο 17 παρ. 3 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 παρ. 3). Συντρεχουσών δε και των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητος και κανονικότητος της δαπάνης το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου τίτλου πληρωμής, δοθέντος ότι η εκταμίευση συνιστά την αναγκαία πράξη συμμορφώσεως προς το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως κατά τα άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002, χωρίς να συνιστά πρόσθετο όρο νομιμότητος της δαπάνης και κανονικότητος της πληρωμής η προσκόμιση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως.


ΣΤΕ/2242/2013

Δημοσίευση πράξης κανονιστικού χαρακτήρα:..Επειδή, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη Τ.Υ. οικ. 7278/21-10-1999 απόφαση του Νομάρχη …, η οποία, κατά τα ανωτέρω, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, δεν δημοσιεύθηκε, η απόφαση αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση. Περαιτέρω, εφόσον η εν λόγω απόφαση είναι ανυπόστατη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κινήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο για τους αιτούντες η προθεσμία για την άσκηση κατ’ αυτής αιτήσεως ακυρώσεως (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η παραπάνω απόφαση, η οποία, εξάλλου, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε και, συνεπώς, δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου, να ακυρωθεί, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έτυχε εφαρμογής, ενόψει του ότι η διοίκηση την υπέλαβε ως ισχύουσα κατά την έκδοση της 1573/14.8.2002 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας … (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 859/1997, 3008/ 1996).Επειδή, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, η 1488/7.2.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας .., που εκδόθηκε κατόπιν της προσφυγής των αιτούντων και με την οποία ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη .., δεν είναι εκτελεστή πράξη, και, για το λόγο αυτό, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτής, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.