Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/175/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1188/1981, 3146/2003

Αποζημίωση απολύσεως Δημοτικών υπαλλήλων.Σε περίπτωση που πριν το θάνατο του υπαλλήλου, εξαιτίας του οποίου επήλθε και η λύση της υπηρεσιακής του σχέσης με το Δήμο, μεσολάβησε διάστημα κατά το οποίο αυτός δεν παρείχε τις υπηρεσίες του για νόμιμο λόγο, όπως είναι και η προσωρινή συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας, το διάστημα αυτό θεωρείται χρόνος υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ποσού της πραναφερόμενης αποζημίωσης.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/5/2019

Καταβολή αναδρομικών αποδοχών...Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει κατά πλειοψηφία, ότι μη νομίμως προσμετρήθηκε, για την επανακατάταξη της φερόμενης ως δικαιούχου σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο, το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε με συμβάσεις μίσθωσης έργου στο Κ.Ε.Π. του τέως Δήμου ..., συνολικής διάρκειας τεσσάρων (4) ετών και οκτώ (8) μηνών. Και τούτο διότι η αίτηση της ως άνω υπαλλήλου υποβλήθηκε μετά την έναρξη ισχύος των ν. 4354/2015 και 4369/2016, ήτοι μετά την 1.1.2016, με τις διατάξεις των οποίων, σύμφωνα με όσα ήδη αναπτύχθηκαν στις ανωτέρω νομικές σκέψεις, ρυθμίζεται ειδικώς το καθεστώς αναγνώρισης παρασχεθείσας από υπαλλήλους προϋπηρεσίας σε φορείς του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 4354/2015, το δε άρθρο 24 του ν. 4305/2014 θεωρείται ήδη καταργηθέν. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων του χρόνου προγενέστερης απασχόλησής τους σε Κ.Ε.Π., δυνάμει συμβάσεων μίσθωσης έργου, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 24 του ν. 4305/2014 κατ’ αποδοχή αιτήσεων που υποβλήθηκαν μετά την 1.1.2016. Κατά τη γνώμη όμως του μειοψηφούντος μέλους, μη εχούσης καταργηθεί της διατάξεως του 24 του ν. 4305/2014, ορθώς προσμετρήθηκε το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε η ανωτέρω με φερόμενη ως σύμβαση έργου στο Κ.Ε.Π. 


ΝΣΚ/43/2013

Eφαρμογή ή μη της ποσοστιαίας μείωσης που προβλέπουν οι διατάξεις του Ν. 4093/2012 στο χορηγούμενο στους μόνιμους πολιτικούς υπαλλήλους του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού (Μ.Τ.Ν.) εφάπαξ χρηματικό βοήθημα του Ν. 103/1975.Η προηγούμενη συνταξιοδότηση των υπαλλήλων, με την έκδοση της οικείας συνταξιοδοτικής πράξης, δεν αποτελεί προϋπόθεση του δικαιώματος απολήψεως του εφάπαξ βοηθήματος του Ν. 103/1975, αλλ’ απαιτείται και αρκεί οι υπάλληλοι να δικαιούνται σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας. Η ποσοστιαία μείωση επί του καταβαλλομένου στους μόνιμους πολιτικούς υπαλλήλους του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού (Μ.Τ.Ν.) εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος του Ν. 103/1975, που επιβλήθηκε με το άρθρο πρώτο, υποπαράγραφος ΙΑ.5 του Ν. 4093/2012 (Α΄ 222), δεν καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η αυτοδίκαιη λύση της υπαλληλικής σχέσης επήλθε και η απόφαση χορήγησης του εν λόγω βοηθήματος από το Μ.Τ.Ν. εκδόθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4093/2012, ανεξαρτήτως αν έχουν εκδοθεί ή μη οι οικείες συνταξιοδοτικές πράξεις. (ομοφ.)


ΝΣΚ/173/2019

Χρονικό διάστημα υπολογισμού προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής χρέους εις βάρος οφειλέτη του Δημοσίου, σε περίπτωση τελεσίδικης ακύρωσης της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο και στη συνέχεια αναίρεσης της (ακυρωτικής) απόφασης και εκ νέου δικαστικής κρίσης, με την οποία κρίνεται τελεσίδικα η νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης.Σε περίπτωση τελεσίδικης ακύρωσης της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο και στη συνέχεια αναίρεσης της (ακυρωτικής) απόφασης και εκ νέου δικαστικής κρίσης, με την οποία κρίνεται η νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης, οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής του χρέους υπολογίζονται από το χρόνο που διενεργήθηκε το πρώτον η ταμειακή βεβαίωση, ανεξαρτήτως εάν μεσολάβησε ή όχι πράξη διαγραφής του χρέους, κατ’ άρθρο 10 του ν. 1160/1981, το οποίο, ενόψει της παραπάνω δικαστικής εξέλιξης, θεωρείται έκτοτε ληξιπρόθεσμο (ομόφ.).


ΝΣΚ/15/2020

Εάν η άδεια επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών που έχει μεταβιβαστεί κατά το χρόνο ισχύος του ν. 4264/2014, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 15 παρ. 1 του νόμου αυτού, μπορεί να μεταβιβαστεί και με βάση τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 59 παρ. 1 του ισχύοντος ν. 4497/2017.(...)Για τις άδειες επαγγελματία πωλητή λαϊκών αγορών που έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4497/2017, παρέχεται η δυνατότητα μεταβίβασης αυτών μια φορά στα τέκνα ή στον/στη σύζυγο ή στους αδελφούς του κατόχου της άδειας, εφόσον τα πρόσωπα αυτά αποδεδειγμένα εργάζονται μαζί με τον αδειούχο πωλητή, με βάση τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του προϊσχύοντος ν. 4264/2014, που διατηρείται σε ισχύ με το άρθρο 59 παρ. 1 του ν. 4497/2017. Εάν έγινε χρήση της δυνατότητας μεταβίβασης που παρείχε η εν λόγω διάταξη στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4497/2017, το σχετικό δικαίωμα έχει αναλωθεί, και δεν μπορεί να γίνει εκ νέου χρήση της διάταξης αυτής, κατ’ επίκληση των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 59 παρ. 1 του ισχύοντος νόμου (ομόφωνα).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/213/2019

Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης:Σύμφωνα, ωστόσο, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 197 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων και της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του π.δ. 410/1988, η παραμονή της ως άνω υπαλλήλου στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μετά και τη συμπλήρωση του 65 έτους της ηλικίας της, δοθέντος ότι δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο ελάχιστο αριθμό ενσήμων (4.500) για τη λήψη έστω μειωμένης σύνταξης. Ωστόσο, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η παραμονή της αυτή στην υπηρεσία ήταν επιτρεπτή μόνο μέχρι τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που, όπως προκύπτει από την 785/12.5.2017 απόφαση απονομής σύνταξης του ΕΦΚΑ, συντελέστηκε στις 28.7.2015, και όχι μέχρι τη συμπλήρωση του 70ου έτους της ηλικίας της. Ως εκ τούτου, μετά την άνω ημερομηνία η εργασιακή της σχέση θα έπρεπε να λυθεί αυτοδικαίως με την έκδοση σχετικής διαπιστωτικής πράξης του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου. Το γεγονός αυτό, πέραν των τυχόν άλλων  συνεπειών, επηρεάζει και τη νομιμότητα της ελεγχόμενης δαπάνης, αφού το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης απόλυσης προσδιορίζεται με βάση τις καταβαλλόμενες τακτικές αποδοχές, κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης, και συναρτάται επίσης με τους συνολικούς μήνες νόμιμης απασχόλησης. Κατά συνέπεια και για το λόγο αυτό, μη νομίμως εκκαθαρίζεται στην υπάλληλο αποζημίωση απόλυσης, η οποία υπολογίζεται με βάση τις τακτικές αποδοχές του τελευταίου μήνα απασχόλησής της (Δεκέμβριος 2016) και για χρόνο υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών, εννέα (9) μηνών και είκοσι πέντε (25) ημερών. Ωστόσο, αβάσιμος και απορριπτέος τυγχάνει ο δεύτερος προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας, σύμφωνα με τον οποίο η καταβαλλόμενη αποζημίωση απόλυσης θα πρέπει να συμψηφιστεί με τις αποδοχές που έλαβε η πρώην υπάλληλος κατά το χρονικό διάστημα από 23.7.2013 έως 17.7.2014, κατά το οποίο τελούσε υπό καθεστώς διαθεσιμότητας. Και τούτο δοθέντος ότι αυτό δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, αφού με την περίπτωση 4.α.ι της υποπαραγράφου Ζ2 του ν. 4093/2012, όπως τροποποιήθηκε, εισάγεται ειδική ρύθμιση και θεσπίζεται ειδική περίπτωση αποζημίωσης απόλυσης, λόγω κατάργησης θέσης, στην περίπτωση μη μεταφοράς του υπαλλήλου που τέθηκε σε καθεστώς διαθεσιμότητας σε άλλη θέση και λύσης της εργασιακής του σχέσης, που αποδίδεται και τους μόνιμους υπαλλήλους, για τον υπολογισμό του ύψους της οποίας γίνεται κατά τα λοιπά παραπομπή στις ρυθμίσεις του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 και ως προς την οποία αποκλειστικά επιβλήθηκε η υποχρέωση συμψηφισμού με τις ληφθείσες αποδοχές διαθεσιμότητας. Αν δε ο νομοθέτης επιθυμούσε τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας, ο χρόνος της οποίας θεωρείται, άλλωστε, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 39 του ν. 4369/2016, όπως τροποποιήθηκε, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και λαμβάνεται υπόψη για τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, με την αποζημίωση απόλυσης, κατά το χρόνο οριστικής αποχώρησης του υπαλλήλου από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, θα έπρεπε να το θεσπίσει ρητά.


ΕΣ/ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/303/2023

Προμήθεια ελαιολιπαντικών :επιδιώκεται η αναθεώρηση της 1831/2022 απόφασης του Έβδομου Τμήματος του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΜε τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκ. 4, 5), το Δικαστήριο κρίνει ότι η αιτιολογία της 178/9.8.2022 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του προσφεύγοντος Δήμου ως προς το επιδιωκόμενο με την ελεγχόμενη τροποποιητική σύμβαση ύψος αυξητικής αναπροσαρμογής σε ποσοστό 50% της τιμής μονάδας κάθε είδους της 30106/14.12.2020 αρχικής σύμβασης δεν είναι νόμιμη. Τούτο διότι τόσο τα στοιχεία που έλαβε υπόψη της η ανωτέρω απόφαση, όσο και αυτά που μεταγενέστερα υποβλήθηκαν ενώπιον του Τμήματος, δεν αρκούν για να τεκμηριώσουν την ανάγκη τροποποίησης των συμβατικών τιμών για τα επιμέρους είδη της κατηγορίας "Ελαιολιπαντικά είδη" της σύμβασης σε ποσοστό 50%, κατά τις ορθές κρίσεις της προσβαλλόμενης. Ειδικότερα, i) τα προσκομιζόμενα τιμολόγια που αφορούν διάφορα είδη λιπαντικών, εκδοθέντα από έναν μόνο προμηθευτή, δεν είναι ικανά να αναδείξουν την πράγματι επικρατούσα στην αγορά κατάσταση, επομένως δεν παρέχουν τα εχέγγυα αξιοπιστίας και αντικειμενικότητας και είναι απρόσφορα για την τεκμηρίωση του τρόπου υπολογισμού της αιτούμενης από τον αντισυμβαλλόμενο οικονομικό φορέα αναπροσαρμογής και του ύψους αυτής. Σε κάθε περίπτωση, όπως ορθώς έγινε δεκτό με την προσβαλλόμενη απόφαση με αναφορά σε συγκεκριμένες ενδεικτικές περιπτώσεις, τα αγαθά που αναφέρονται στα εν λόγω τιμολόγια δεν δύνανται να αντιστοιχηθούν με τα είδη που περιγράφονται στη σύμβαση ούτε ως προς το όνομα και τα επιμέρους ειδικότερα χαρακτηριστικά τους (π.χ. SAE), αλλά ούτε και ως προς τη μονάδα μέτρησης αυτών (λίτρο στην αρχική σύμβαση και τεμάχια με συγκεκριμένο βάρος ανά χιλιόγραμμα στα προσκομισθέντα τιμολόγια), με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η άντληση ασφαλών συμπερασμάτων περί της διαμορφωθείσας τιμής των επίμαχων ειδών στην αγορά. Άλλωστε, ουδεμία αντιστοίχιση επιχειρείται από τον προσφεύγοντα Δήμο με το δικόγραφο της προσφυγής και το υπόμνημά του, μη αρκούντος του αόριστου ισχυρισμού του ότι και μόνο η προσκόμιση εκ μέρους του  των εν λόγω τιμολογίων εμπεριέχει τη διαβεβαίωση ότι τα προϊόντα των τιμολογίων με την εμπορική ονοματολογία που περιέχεται σε αυτά ταυτίζονται με εκείνα της σύμβασης. ii) Επίσης, όπως ορθώς κρίθηκε και με την προσβαλλόμενη, οι προσκομιζόμενες ξενόγλωσσες εκθέσεις του φορέα ICIS για τις τιμές λιπαντικών διεθνώς για τα έτη 2019 και 2022, ως εκ της γενικότητάς τους και της έλλειψης οιασδήποτε συγκεκριμένης σύνδεσης με την εγχώρια αγορά, πολλώ μάλλον με τα προϊόντα της επίμαχης σύμβασης, δεν αποτελούν πρόσφορο στοιχείο για να θεμελιώσουν την ανάγκη αύξησης σε ποσοστό 50% της τιμής μονάδας εκάστου είδους. iii) Τέλος, τα προσκομιζόμενα από 9.9.2022 και 10.9.2021 δελτία τύπου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής σχετικά με τις μεταβολές των τιμών αγαθών της κατηγορίας «καύσιμα και λιπαντικά», ναι μεν αποτελούν στοιχεία προερχόμενα από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή πληροφόρησης και είναι πρόσφορα για την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας και τον αντικειμενικό προσδιορισμό του ύψους της αναπροσαρμογής των τιμών των ειδών της σύμβασης, πλην όμως, κατά τις ορθές παραδοχές του Τμήματος, αποτυπώνουν ποσοστό αύξησης κατά πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο εγκριθέν με την απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, και τούτο δεν αμφισβητείται με την κρινόμενη προσφυγή. Πέραν τούτου, η αναδειχθείσα με την προσβαλλόμενη απόφαση μεσοσταθμική αρνητική μεταβολή -11.9% του δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) της ΕΛΣΤΑΤ για την κατηγορία «καύσιμα και λιπαντικά», που επήλθε κατά το χρονικό διάστημα από Αύγουστο 2019 μέχρι Αύγουστο 2020, που είναι το εγγύτερο στο χρόνο υποβολής της οικονομικής προσφοράς της αναδόχου κατά τη διαδικασία σύναψης της αρχικής σύμβασης (14.7.2019), καθιστά το ποσοστό αύξησης του ΔΤΚ ακόμη χαμηλότερο από το αντίστοιχο αιτηθέν και χορηγηθέν, καταδεικνύοντας εμφανέστερα την ανεπάρκεια της αιτιολόγησης της ανωτέρω απόφασης της αναθέτουσας Αρχής ως προς το εν λόγω ποσοστό. Αβασίμως δε ο Δήμος ισχυρίζεται ότι η εν λόγω αρνητική μεταβολή του ΔΤΚ δεν επηρεάζει την ελεγχόμενη τροποιητική σύμβαση, η οποία συνήφθη στις 14.12.2020, και τούτο διότι κρίσιμο εν προκειμένω χρονικό διάστημα για τον προσδιορισμό της αύξησης του συμβατικού τιμήματος είναι αυτό που μεσολάβησε από τον χρόνο υποβολής της οικονομικής προσφοράς της αναδόχου εταιρείας (14.7.2019), η οποία διαμορφώθηκε με βάση τα κόστη που ίσχυαν τότε στη αγορά για έκαστο από τα προσφερόμενα είδη και αποτέλεσε εν τέλει το οικονομικό αντικείμενο της συναφθείσας σύμβασης, έως τον χρόνο λήψης της 178/9.8.2022 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου περί εγκρίσεως της επαύξησης της τιμής μονάδας εκάστου είδους της αρχικής σύμβασης. Τέλος, ανεξαρτήτως των ανωτέρω κρίσεων, το αίτημα του προσφεύγοντος περί προσδιορισμού από το Δικαστήριο της αυξητικής αναπροσαρμογής της τιμής μονάδος εκάστου είδους της αρχικής σύμβασης σε ποσοστό 38,9%, είναι απαράδεκτο, διότι το Δικαστήριο στερείται της αρμοδιότητος, κατά την έρευνα προσφυγής αναθεώρησης (άρθρο 329 ν. 4700/2020), να προβεί πρωτογενώς σε τέτοιο προσδιορισμό, καθόσον τούτο ανήκει στην αρμοδιότητα των διοικητικών οργάνων της αναθέτουσας Αρχής (πρβλ. ΕλΣυν. 1311/2022 σκ. 15, Τμ. Μείζ. - Επταμ. Σύνθ. 539/2020 σκ. 28). Απορρίπτει την προσφυγή αναθεώρησης.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/237/2013

Χορήγηση επιδόματος:(...) Με βάση το ιστορικό της συγκεκριμένης υπόθεσης πρέπει καταρχάς να γίνει δεκτό ότι μετά την έκδοση της πράξης της Επιτροπής, ο έλεγχος νομιμότητας της οποίας ανήκει στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 1 παρ. 7 α.ν. 599/1968, ΣτΕ 276/2001 εν συμβουλίω, πρβλ. ΣτΕ 61, 62/1980, 2900/2012), το Ε.Μ.Π., ως υπηρεσιακή διοίκηση δεσμευόμενη όσον αφορά στην αναγνώριση του χρόνου προϋπηρεσίας από την κρίση της Επιτροπής, δεν μπορούσε νομίμως να συνυπολογίσει το επίμαχο χρονικό διάστημα για τον καθορισμό του Ε.Χ.Υ. Ακόμα, με την Ε.Σ. 1079/2006 κρίθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που τάσσονται από τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 1 περ. μη΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, οπότε και ήταν προσμετρητέα η ως άνω προϋπηρεσία για τον καθορισμό του Ε.Χ.Υ., σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΑ της παρούσας. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω η απορρέουσα από την προσμέτρηση της επίμαχης προϋπηρεσίας από 28.12.1995 για τον καθορισμό του Ε.Χ.Υ αξίωση, η οποία, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κρατήσεων, αντιστοιχεί στην εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη μετά την μεταρρύθμιση της 191/23.10.1998 πράξη της Επιτροπής του άρθρου 4 του α.ν. 599/1968, οπότε και ήρθη ο νομικός λόγος που εμπόδιζε την έγερση σχετικής αγωγής, κατά συνέπεια και την έναρξη της παραγραφής (πρβλ. Ε.Σ. 1784/2012, σκέψη 7, ως προς το διαπλαστικό χαρακτήρα της διαφοράς, ΑΠ 161/1993, ΔΕφΑθ 1345/2011), η οποία, άλλωστε, σε κάθε περίπτωση διεκόπη με την άσκηση της από 7.12.1999 έφεσης. Εξάλλου, ανεξαρτήτως του αν η καταβολή της διαφοράς μεταξύ του Ε.Χ.Υ. που έλαβε από το χρόνο διορισμού  έως 6.10.2007 και του Ε.Χ.Υ. που θα ελάμβανε αν δεν είχε εκδοθεί η παράνομη πράξη της Επιτροπής εντάσσεται στο πλαίσιο αποκατάστασης της υπηρεσιακής νομιμότητας, υπό την ειδικότερη μορφή της μισθολογικής αποκατάστασης (πρβλ. ΣτΕ 148, 352/2005, 1227/2010, 3467/2013), το γεγονός ότι μετά την έκδοση της Ε.Σ.1079/2006 δεν απαιτείτο για τη θεμελίωση της αξίωσης η έκδοση διοικητικής πράξεως από τα αρμόδια όργανα του Ε.Μ.Π., περί αναγνώρισης της επίμαχης προϋπηρεσίας, αφού αυτή (θεμελίωση της αξίωσης) τελούσε σε συνάρτηση με τα δικαστικώς κριθέντα (πρβλ. ΣτΕ 3290/2013), άγει στο συμπέρασμα ότι στην προκειμένη περίπτωση τυγχάνει εφαρμογής η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν.δ/τος 496/1974. Δοθέντος δε ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ο χρόνος κοινοποίησης της Ε.Σ. 1079/2006 στον δικαιούχο του εντάλματος, η διετής παραγραφή άρχισε από το τέλος του έτους δημοσίευσης της απόφασης (πρβλ. Τριμ.Διοικ.Πρωτ.Θεσ. 5041/1996, Δ.Δίκη 1998, 134). Υπό την διττή δε εκδοχή ότι η από 3275/21.2.2007 αίτηση είναι το μεν σαφής και ορισμένη (πρβλ. Τριμ.Διοικ.Πρωτ.Θεσ. 1096/1995, ΕφΑθ8564/1993, ΝοΒ 1994, 435), το δε ότι αφορά όχι μόνο στην υποχρέωση της διοίκησης να συνυπολογίσει για το μέλλον την ως άνω προϋπηρεσία για τον καθορισμό του Ε.Χ.Υ., αλλά, συνιστά ταυτόχρονα και αίτηση πληρωμής της διαφοράς Ε.Χ.Υ. από 28.12.1995 και εντεύθεν, κατά την έννοια του άρθρου 51 περ. β΄ του ν.δ/τος 496/1974, που κατά πλάσμα δικαίου θεωρείται ότι ασκήθηκε την 1.1.2008, μετά την υποβολή της αίτησης αυτής ανεστάλη η έναρξη παραγραφής της επίμαχης αξίωσης για ένα εξάμηνο. Με βάση τις ως άνω παραδοχές και σε συνδυασμό με το ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει αφενός ότι ο φερόμενος ως δικαιούχος του εντάλματος παραπεμποδίστηκε ή αποθαρρύνθηκε, με οποιονδήποτε τρόπο, να προσφύγει δικαστικά για την ικανοποίηση της επίμαχης αξίωσης εντός διετίας από τη γέννηση αυτής, αφετέρου άλλο διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, η επίμαχη αξίωση υπέπεσε σε παραγραφή εντός του έτους 2010 και ως εκ τούτου η εντελλόμενη με το 605, οικονομικού έτους 2013, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Ε.Μ.Π. δαπάνη είναι μη νόμιμη. Εξάλλου, οι προβαλλόμενοι με το έγγραφο επανυποβολής λόγοι περί θεώρησης του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του αδικαιολόγητου πλουτισμού, άλλως, λόγω συγγνωστής πλάνης των αρμοδίων οργάνων του Ε.Μ.Π. είναι απορριπτέοι, προεχόντως, ως αόριστοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω το 605, οικονομικού έτους 2013, χρηματικό ένταλμα πληρωμής του .... δεν πρέπει να θεωρηθεί.Μη ανακληθείσα από την Πράξη Ι Τμ. 54/2014


ΕΣ/ΤΜ.6/1250/2019

Επισκευές φθορών γεφυρών...Mε τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, ως προς την πρώτη αναδειχθείσα από την Επίτροπο πλημμέλεια, ήτοι ότι η μετάθεση της καταληκτικής προθεσμίας υποβολής και αποσφράγισης προσφορών δεν έτυχε της απαιτούμενης δημοσιότητας, το Τμήμα κρίνει ότι κατά τον βασίμως προβαλλόμενο από την αιτούσα λόγο, η μετάθεση της εν λόγω προθεσμίας έλαβε την απαιτούμενη δημοσιότητα, όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα από την ίδια έγγραφα. Άλλωστε, από τον κατάλογο συμμετεχόντων (με κωδικό 0126C6A052E4C0D4082160925DEE78D5 και ημερομηνία δημιουργίας 28.2.2019 και ώρα 13:10:18), που περιέχεται στον φάκελο της υπόθεσης  και στον οποίο αποτυπώνεται η χρονοσήμανση της κατατιθέμενης από κάθε συμμετέχοντα προσφοράς στο ΕΣΗΔΗΣ για τον ελεγχόμενο διαγωνισμό (με αριθμό συστήματος 79528), προκύπτει ότι η επιχείρηση .... υπέβαλε προσφορά στις 5.2.2019 και ώρα 15:49:31, η επιχείρηση .... στις 18.2.2019 και ώρα 11:41:53, η επιχείρηση ... στις 28.2.2019 και ώρα 09:51:05, η επιχείρηση .... στις 28.2.2019 και ώρα 11:24:32 και η επιχείρηση .... στις 28.2.2019 και ώρα 12:55:28, δηλαδή τέσσερις από τους πέντε συμμετέχοντες υπέβαλαν προσφορά μετά τη μετάθεση με την 160/14.2.2019 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της ημερομηνίας του διαγωνισμού. Περαιτέρω, ως προς τη δεύτερη αναδειχθείσα πλημμέλεια, το Τμήμα κρίνει ότι ορθώς η Επίτροπος ερμήνευσε τις σχετικές διατάξεις ως προς τη συγκρότηση της Επιτροπής Διαγωνισμού, δεδομένου ότι σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην ανωτέρω ΙΙΙ.Β της παρούσας, ο διαγωνισμός μη νομίμως διενεργήθηκε από επιτροπή που δεν είχε νόμιμη συγκρότηση, ήτοι από την επιτροπή που συγκροτήθηκε με την 9/4.1.2019 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..., στην οποία το τακτικό μέλος Φωτεινή Παπαθανασίου ορίστηκε συγχρόνως και αναπληρώτρια του Προέδρου, ενώ η συγκεκριμένη επιτροπή μετά την παραίτηση και συνταξιοδότηση του αρχικού της Προέδρου ... μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών της και σύνταξη του Πρακτικού 2 στις 16.4.2019  δεν συγκροτήθηκε ούτε λειτούργησε νόμιμα. Πολλώ δε μάλλον που από τη συνδρομή του λόγου έλλειψης του Προέδρου μέχρι την πρώτη σύγκληση της Επιτροπής στις 6.3.2019 μεσολάβησε ικανό χρονικό διάστημα εντός του οποίου η Περιφέρεια μπορούσε να κινήσει τη διαδικασία ανασυγκρότησης της Επιτροπής του διαγωνισμού και αντικατάστασης του ελλείποντος μέλους της.  Συνεπώς, ορθώς κατά το σκέλος αυτό κρίθηκε με την προσβαλλόμενη ότι πάσχουν ακυρότητα όλες οι γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής διαγωνισμού, καθώς και οι εκδοθείσες βάσει αυτών αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας .... Πλην όμως, δεδομένου ότι στον επίδικο διαγωνισμό ως κριτήριο ανάθεσης της σύμβασης είχε ορισθεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μόνο βάσει τιμής (χαμηλότερη τιμή, άρθρο 86 ν.4412/2016), ότι η Επιτροπή του διαγωνισμού, όπως επιβάλλεται από τις διατάξεις, έλεγξε απλώς την πληρότητα των τυπικών δικαιολογητικών συμμετοχής των προσφερόντων και κατέγραψε τις οικονομικές τους προσφορές, χωρίς αξιολόγηση επί της ουσίας των προσφορών τους και διατύπωση υποκειμενικών κρίσεων, το δε αποτέλεσμα του διαγωνισμού εγκρίθηκε από την αρμόδια προϊσταμένη αρχή, ήτοι την Οικονομική Επιτροπή της Περιφέρειας (βλ σχετ VI Τμ Ελ.Συν 1349,1350, 1351/2017), ότι πάντως προσήλθαν και κατέθεσαν προσφορά πέντε επιχειρήσεις και η αναδειχθείσα ως μειοδότρια προσέφερε έκπτωση 56,15%, καθώς και ότι ο αποκλεισμός της ... έγινε για αντικειμενικούς λόγους αναγόμενους στο προδήλως παραδεκτό της προσφορά της, χωρίς να υποβληθούν ενστάσεις, παρά την ως άνω συντελεσθείσα πλημμέλεια κατά τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της κρινόμενης υπόθεσης, η μη νόμιμη συγκρότηση της Επιτροπής δεν δύναται να αποτελέσει διακωλυτικό λόγο της σύναψης της εξεταζόμενης σύμβασης, όπως βασίμως προβάλλεται την κρινόμενη αίτηση με τον δεύτερο λόγο ανάκλησης της προσβαλλόμενης πράξης.Κατ’ ακολουθίαν όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η 22/2019 Πράξη της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό ... και να επιτραπεί η υπογραφή των οικείου σχεδίου συμβάσεως, δοθέντος ότι με την προσβαλλόμενη πράξη δεν αναδείχθηκε άλλος λόγος διακωλυτικός της υπογραφής της.