×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ4/10/1995

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Σύμφωνα με το άρθρον 423 παρ . 1 ΑΚ ο καταλογισμός του καταβληθέντος ποσού θα γίνη πρώτον εις τους τόκους και είτα εις το κεφάλαιον "


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/347/2004

Διάλυσις Κοινωφελούς Ιδρύματος κατ’ άρθρο 118 ΑΚ και εν όψει α) απαιτήσεως του διατεθέντος ποσού από τον ιδρυτή, δι’ αγωγής και β) την, εν διαλύσει, περιέλευσι-διάθεσι της περιουσίας του Ιδρύματος σε άλλον παρεμφερή σκοπόν.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Ι. Το ανέφικτον (κατ’ άρθρον 118 ΑΚ) του σκοπού ως λόγος διαλύσεως του Κ.Ι. είναι ζήτημα πραγματικόν, απόκειται δε εις την διάκρισιν της Διοικήσεως. Δύναται να γίνη δεκτόν ότι, ο επιδιωκόμενος σκοπός κατέστη όντως ανέφικτος εις την πράξιν, αφού το γε νυν έχον α) περιουσία, δυναμένη να χρηματοδοτήση τις κατά τον σκοπόν υποτροφίες, δεν υφίσταται πράγματι, κατά το ιστορικόν (Π. Βάλληνδα Γ.Αρχ. σ.79 αρ.108) χρήζουσα δε οπωσδήποτε, δικαστικής επιδιώξεως, ώστε, εν όψει και β) της επί όλην 10ετίαν περίπου απολύτου αδράνειας - μη λειτουργίας του Κ.Ι., η Διοίκησις, κατά διακριτικήν της εξουσίαν, ανέλεγκτον υπό των δικαστηρίων, διαπιστούσα την συνδρομήν των όρων του 118 ΑΚ, δύναται να χωρήση εις την δια ΠΔ διάλυσιν του Ιδρύματος (ίδετε AD HOC ΑΠ 1242/79 Ολομ. ΝΒ 28,711, ΣτΕ 2233/1974 Ολομ. και Γνωμ. ΝΣΚ 190/1976 Πρ.Κ.Τσαγκαράκης). ΙΙ. Εις την περίπτωσιν της διαλύσεως του εις το ιστορικόν Κ.Ι. θα πρέπει να προηγηθή α) αντικατάστασις της Διοικήσεως αυτού (κατά τις δ/ξεις του ΑΝ 2039/39, άρθρα 86 παρ.1,2, 99) ώστε, να επιδιωχθή η είσπραξις από τον ιδρυτή του σχετικού ποσού, το πρώτον δι’ οχλήσεως ή και, εν αρνήσει, δι’ ενοχικής αγωγής, ασκηθησομένης είτε υπό του Ιδρύματος είτε παρά του Υπ. Οικονομικών (κατ’ άρθρον 126 ΑΝ 2039/39 ίδετε και Γνωμ. Ολ.ΝΣΚ 308/2000, Γν.ΝΣΚ 471/92), προς δε β) και κατά το οικείον καταστατικόν, λήψις αποφάσεως του ΔΣ για την εν διαλύσει, περιέλευσι της περιουσίας του Κ.Ι. σε ημεδαπό Κ.Ι. για την εκτέλεσι παρεμφερούς σκοπού, (96 παρ.1 ΑΝ 2039/39) ακολουθουμένης εις την περίπτωσι αυτήν και της διαδικασίας των άρθρων 2 και 3 Ν 455/1976. ΙΙΙ. Κατά την νομολογίαν και την επιστήμην, οι ως άνω ενέργειες και οι περί αυτών διατάξεις δεν αντιβαίνουν εις τα άρθρα 5 παρ.1, 17 παρ.1 και 109 παρ.1, 2 του Σ και άρθρο 1 Π.Π.ΕΣΔΑ. (ομοφώνως).


ΝΣΚ/294/2002

Κοινωφελές Ιδρυμα (ΚΙ). Διάλυση Κοινωφελούς Ιδρύματος λόγω αδράνειας του ΔΣ του επί 10ετία. Μεταβίβαση περιουσίας σε Ιδρυμα. Περιέλευση της περιουσίας ΚΙ σε άλλο ΚΙ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Εις την υπό κρίσιν περίπτωσιν το ανέφικτον (κατ άρθρον 118 ΑΚ) του σκοπού ως λόγος διαλύσεως του Κοινωφελούς Ιδρύματος (ΚΙ) είναι ζήτημα πραγματικόν, απόκειται δε εις την διάκρισιν της Διοικήσεως. Δύναται να γίνη δεκτόν ότι, ο επιδιωκόμενος εν αρχή σκοπός κατέστη όντως ανέφικτος εις την πράξιν, αφού το γε νυν έχον α) περιουσία, δυναμένη να χρηματοδοτήση τις κατά τον σκοπόν υποτροφίες, δεν υφίσταται πράγματι, κατά το ιστορικόν (Π. Βάλληνδα Γ.Αρχ. σ.79 αρ.108) χρήζουσα δε οπωσδήποτε, δικαστικής επιδιώξεως, ώστε, εν όψει και β) της επί όλην 10ετίαν περίπου απολύτου αδράνειας – μη λειτουργίας του ΚΙ, η Διοίκησις, κατά διακριτικήν της εξουσίαν, ανέλεγκτον υπό των δικαστηρίων, διαπιστούσα την συνδρομήν των όρων του 118 ΑΚ, δύναται να χωρήση εις την δια ΠΔ διάλυσιν του Ιδρύματος (ίδετε AD HOC ΑΠ 1242/79 Ολομ.ΝΒ 28.711, ΣτΕ 2233/1974 Ολομ. και Γνωμ. ΝΣΚ 190/1976 Πρ. Κ.Τσαγκαράκης). Οπωσδήποτε, εις την περίπτωσιν αυτήν, θα προηγηθή 1) αντικατάστασις της Διοικήσεως του ΚΙ ώστε α) να επιδιωχθή η είσπραξις από τον ιδρυτή του σχετικού ποσού, και δι ενοχικής αγωγής, ασκηθησομένης είτε υπό του Ιδρύματος είτε παρά του Υπ. Οικονομικών κατ άρθρο 125 παρ.2 ΑΝ 2039/39, προς δε β) και κατά το οικείο καταστατικό, λήψις αποφάσεως του ΔΣ για την εν διαλύσει, περιέλευσι της περιουσίας του ΚΙ σε ημεδαπό ΚΙ για την εκτέλεσι παρεμφερούς σκοπού, κατ άρθρον 96 παρ.1 ΑΝ 2039/39.


ΔΕφΑθ /1684/2012

Δημόσια έργα. Μετά την έγκριση των λογαριασμών από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία ανακύπτει υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή τους. Τόκος υπερημερίας οφείλεται από την υποβολή έγγραφης όχλησης με το επιτόκιο που ορίζεται στο π.δ. 166/2003. Προληπτικός έλεγχος των δαπανών του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των νπδδ από το Ε.Σ. Δεν ελέγχεται παρεμπιπτόντως και η νομιμότητα των ατομικών διοικητικών πράξεων ανάθεσης της εκτέλεσης του έργου στον ανάδοχο. Υπαρξη περισσοτέρων χρεών του οφειλέτη και καταλογισμός των καταβολών κατά τα άρθρα 422-423 ΑΚ.


Β.Δ.581/1960

Περί προσθήκης 6ης παραγράφου εις το άρθρον 3 του από 15.9.1941 Διατάγματος «περί μεταφοράς δασικών προϊόντων».


ΝΣΚ/202/2012

ΙΚΑ ΕΤΑΜ – Συμμόρφωση Διοικήσεως – Χρηματικές απαιτήσεις συνταξιούχου από διαφορές συντάξεων εις βάρος του ΙΚΑ ΕΤΑΜ – Ζητήματα παραγραφής, εντόκου ή μη καταβολής και δεδικασμένου.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
α) Το παραχθέν από την εξεταζομένην εφετειακή απόφασιν δεδικασμένον εν προκειμένω καλύπτει και το ουσιαστικόν διοικητικής φύσεως ζήτημα (της μερικής ακυρότητος της αποφάσεως του Δ.Σ. του Τ.Α.Π.Ι.Λ.Τ.). (ομοφ.) β) Αι αξιώσεις του Λ.Α. αα) είναι νόμιμοι δια την προ της καταθέσεως της αιτήσεώς του διετίαν, ενώ ββ) δια το προγενέστερον της διετίας διάστημα έχουν υποπέσει εις (την διετήν) παραγραφήν και το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ συμφώνως προς το άρθρον 272 εδάφιον πρώτον του αστικού κώδικος, δικαιούται να αρνηθεί την καταβολήν των. Επομένως υποχρεούται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ να καταβάλει εις τον Λ.Α. τας διαφοράς εκ της συνταξιοδοτικής παροχής αι οποίαι αντιστοιχούν εις το διάστημα της προ της καταθέσεως της αιτήσεως αυτής εις το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ διετίας. (ομοφ.) γ) Το αίτημα του Λ.Α. περί εντόκου καταβολής του ποσού, το οποίον αιτείται, είναι νόμω αβάσιμον, αφού, εκτός της αιτήσεώς του αυτής, δεν φαίνεται να έχει ασκήσει δια το εν λόγω ποσόν και αγωγήν κατά του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. (ομοφ.) δ) Εκ του δεδικασμένου και εν όψει των αρχών της καλής πίστεως και της χρηστής διοικήσεως εδημιουργήθη υποχρέωσις του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ προς καταβολήν δια το εφ’ εξής χρονικόν διάστημα της μηνιαίας συντάξεως εις τον Λ.Α. υπολογιζομένης συμφώνως προς το παραχθέν δεδικασμένον. (ομοφ.)


ΣτΕ/4162/1997

Η τυχόν εκ των υστέρων κρίσις των άνευ εγγράφου εντολής εκτελεσθεισών εργασιών ως βαρυνουσών τον κύριον του έργου δεν παρέχει εις τον ανάδοχον το δικαίωμα να ζητήση άνευ ετέρου διά της προσφυγής την επιδίκασιν των δαπανών εις τας οποίας υπεβλήθη προς τούτο, αλλ' απαιτείται και εις την περίπτωσιν ταύτην διά τον καθορισμόν του διά τας εργασίας ταύτας ανταλλάγματος η τήρησις της ως άνω διαδικασίας καταρτίσεως συγκριτικού πίνακος και πρωτοκόλλου κανονισμού τιμής μονάδος νέων εργασιών, διά δε την πληρωμήν η διενέργεια επιμετρήσεως και η έγκρισις του σχετικού λογαριασμού, αποτελούντος την προς τούτο απαιτουμένην πιστοποίησιν, κατά τα οριζόμενα εις τα άρθρα 5 παρ. 7 επ. και 8 του ν. 1418/1984 ως και 38, 40, 43 και 44 του Π. Διατάγματος 609/1985. Οθεν, κατόπιν της διά της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως χαρακτηρισμού της ως άνω εργασίας ως βαρυνούσης το Ελληνικόν Δημόσιον και της ακυρώσεως της περί του αντιθέτου αποφάσεως του Β' Υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ανακύπτει μεν συμφώνως προς το άρθρον 56 παρ. 4 του Π. Διατάγματος 341/1978, εις το οποίον το άρθρον 4 του ν. 1406/1983 παραπέμπει, υποχρέωσις της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης να προβή εις τας ως άνω ενεργείας προς καθορισμόν και πληρωμήν εις τον ανάδοχον του διά την εργασίαν ταύτην ανταλλάγματος, ουχί νομίμως όμως το εκδόν την αναιρεσιβαλλομένην απόφασιν Διοικητικόν Εφετείον προέβη αυτό εις κρίσιν περί του οφειλομένου διά τας εργασίας ταύτας ποσού και επιδίκασιν εις την αναιρεσίβλητον ανάδοχον κοινοπραξίαν το υπό ταύτης διά της προσφυγής αιτηθέν ποσόν των δαπανών εις τας οποίας αύτη, κατά τους ισχυρισμούς της, υπεβλήθη, χωρίς να βεβαιώση ότι είχεν εν προκειμένω κινηθή ενώπιον της αρμοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης η υπό των ανωτέρω διατάξεων διά τον καθορισμόν του σχετικού ποσού διαδικασία, εις τούτο δε δεν ήσκει επιρροήν το ότι το καθ' ου η προσφυγή Ελληνικόν Δημόσιον δεν ημφισβήτησε το ύψος της δαπάνης ταύτης, εφ' όσον τούτο ηρνείτο κατ' αρχήν την υποχρέωσίν του να αποκαταστήση την δαπάνην ταύτην.


ΝΣΚ/88/2014

Ζητήματα ανακύπτοντα στο πλαίσιο του προγράμματος LEADER II, λόγω μη λειτουργίας της επιχορηγηθείσας επένδυσης δημιουργίας τουριστικών καταλυμάτων – Υπόχρεος επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού της επιχορήγησης – Διαδικασία καταλογισμού – Παραγραφή της αξιώσεως. Υποχρεωτική η κοινοποίηση στον τελικό επενδυτή της έκθεσης διοικητικού ελέγχου, προκειμένου να διατυπώσει τις αντιρρήσεις του, και να υποβάλει τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία. Κατόπιν αυτού, η Διοίκηση υποχρεούται να απαντήσει συνολικά στις αντιρρήσεις του τελικού επενδυτή, κατά το μέρος που οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της για τον έλεγχο συμμορφώσεως προς τις απαιτήσεις του προγράμματος και όχι στην αρμοδιότητα άλλων αρχών (π.χ. φορολογικών, δασικών ή τουριστικών) και εφ’ όσον συντρέχει περίπτωση, να προβεί στην διαδικασία εκδόσεως πράξεως καταλογισμού κατ’ αυτού. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ. δεν δύναται να υποκαταστήσει την Διοίκηση στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της, αλλά με τη γνωμοδότηση δίδονται απαντήσεις στα ερμηνευτικά ζητήματα που τίθενται, τις οποίες, εφ’ όσον γίνει αποδεκτή η γνωμοδότηση από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (άρθρο 7 παρ.4 του Ν. 3086/2002), θα υποχρεούται να λάβει υπόψη της η Διοίκηση προκειμένου να εφαρμόσει τις οικείες διατάξεις. Εφ’ όσον κριθεί ότι πρέπει να εκδοθεί καταλογιστική πράξη, αυτή θα πρέπει να εκδοθεί τόσο κατά του ενδιάμεσου φορέα, όσο και κατά του τελικού επενδυτή, δεδομένου ότι και οι δύο αυτοί φορείς ευθύνονται έναντι του Δημοσίου αλληλεγγύως και εις ολόκληρο. Σύμφωνα με το άρθρο 103 του Ν. 2362/1995, η αναζήτηση του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού υπόκειται σε πενταετή παραγραφή από της διαπιστώσεως της παρατυπίας, εντός της οποίας πρέπει να γίνει ο καταλογισμός. (ομοφ.)

ΝΣΚ/146/2004

Καταλογισμός σε βάρος υπαλλήλων Δ.Ο.Υ. Εφαρμογή των διατάξεων α) των άρθρων 56 παρ.4α, 22 και 33 του Ν 2362/1995 και των άρθρων 125, 161, 164 του ΠΔ 16/1989 και β) του άρθρου 38 παρ.4 του Ν 2683/1999.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Ι. 1. Εκ των διατάξεων α) των άρθρων 56 παρ.4α, 22 και 33 του Ν 2362/1995, β) των άρθρων 121, 161, 164 του ΠΔ 16/1989, προκύπτει ότι, οι δημόσιοι υπόλογοι και οι προς αυτούς κατά νόμον εξομοιούμενοι (DE FACTO) κατά συνδρομήν των εις τον νόμον προϋποθέσεων υπόκεινται εις καταλογισμόν, παρά των αρμοδίων οργάνων (Οικ. Επιθ/τών, Ε.Σ. - άρθρα 33, 54, 56 Ν 2362/95, άρθρο 46 ΠΔ 774/80). 2. Ομοίως, τα κατά την παρ.4α, άρθρου 56 Ν 2362/95 «υπηρεσιακά όργανα, που «εκ δόλου ή βαρείας αμελείας» εξέδωκαν παράνομες διοικητικές πράξεις ή έχουν συμπράξει στην μη τήρησι των νομίμων διαδικασιών» δια τις περιπτώσεις πληρωμής μη νομίμων δαπανών. Τούτο διότι, καθοριστικής σημασίας δια την ορθήν και νόμιμον του δημοσίου χρήματος διαχείρισι, έχει όχι μόνον αυτή αύτη αλλά, εξ ίσου, η προηγουμένη έκδοσις των σε ουσιώδη συνάφειαν τελουσών προς αυτήν (αναγκαίων) σχετικών διοικητικών πράξεων με την τήρησιν των νομίμων. Άλλως, το τότε ισχύον άρθρον 85 ΠΔ 611/77 περί ΚΔΥ θα ήτο επαρκές και η προκειμένη ρύθμισις θα ήτο, ούτω, περιττή. Εξ άλλου, εκ του αδιαστίκτου της δ/ξεως της παρ.1 άρθρου 33 Ν 2362/95 «με οποιονδήποτε τίτλον πληρωμής, αν επληρώθησαν μη νόμιμες δαπάνες, καταλογίζονται» σαφώς προκύπτει ότι, εις την έννοιαν του νόμου εμπίπτει κάθε τίτλος πληρωμής και κατά λογικήν ακολουθίαν τα εις το ιστορικόν ΑΦΕΚ η δ’ εκταμίευσις δι’ αυτών, των σχετικών ποσών επιστροφής ΦΠΑ συνιστά, αναμφιβόλως δημοσίαν δαπάνην κατά την έννοιαν του νόμου (άρθρα 22, 28 Ν 2362/95). Ο κατά τις διατάξεις των άρθρων 33, 54 και 56 παρ.4 Ν 2362/95 καταλογισμός νοητέος ο αυτός, επιβαλλόμενος δε αρμοδίως και νομίμως, υπόκειται εις την ειδικήν 20ετή παραγραφήν του άρθρου 86 παρ.3 εδ.γ’ και ιδία στ’ και τελευταίων του αυτού νόμου…. από λήξεως του οικον.έτους εν ω η εν στενή εννοία βεβαίωσις. ΙΙ. Οι εις το ιστορικόν υπάλληλοι Δ.Ο.Υ. φέρονται ότι συνετέλεσαν παρά τον νόμον, εκ βαρείας αμελείας κλπ εις την έκδοσιν τίτλων εκπτώσεως (ΑΦΕΚ) ώστε να εκταμιευθούν ποσά, από τις Δ.Ο.Υ. εις μη δικαιούχους, επί ζημία του Δημοσίου. 1. Συνεπώς, οι αυτοί υπέχουν ευθύνην αντίστοιχη-ανάλογη με την των δημοσίων υπολόγων, κατ’ άρθρον 56 παρ.4α Ν 2362/95 και καταλογίζονται κατά νόμον εν συνδυασμώ προς τις δ/ξεις των άρθρων 22 παρ.1, 2 και 33 αυτού (και άρθρα 121, 161 του ΠΔ 16/89). 2. Κατά λογικήν ακολουθίαν και εν εφαρμογή των ειδικών δ/ξεων περί Δημοσίων Υπολόγων και 20ετούς παραγραφής, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής των δ/ξεων του άρθρου 38 παρ.4 Ν 2683/99.


ΝΣΚ/125/2021

α) Νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης χρηματικού ποσού εις βάρος Κοινοπραξίας για οφειλές προερχόμενες από τα κοινοπρακτούντα μέλη της. β) Διερεύνηση της εις ολόκληρον ή διαιρετής ευθύνης των κοινοπρακτούντων μελών έναντι του Δημοσίου προς απόδοση αχρεωστήτως εισπραχθέντων τόκων υπερημερίας, μετά την αναίρεση της δικαστικής απόφασης, βάσει της οποίας είχαν εισπραχθεί.(...)α) Νόμιμα, μετά την αναίρεση της απόφασης 1409/2009 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, διενεργήθηκε η βεβαίωση του συνολικού ποσού από τόκους υπερημερίας, του οποίου επισπεύδεται η ανάκτηση από το Δημόσιο, σε βάρος της Κοινοπραξίας με την επωνυμία «Κ..Κ..Α..», πλην όμως, το ποσόν αυτό πρέπει να ταυτίζεται πλήρως με το συνολικό ποσό που οφείλουν να αποδώσουν τα κοινοπρακτούντα μέλη της, μετά από εκκαθάριση και σαφή πιστοποίηση του ακριβούς ποσού των παρακρατηθέντων από το Δημόσιο φόρων και τελών (ομόφωνα). β) Το Δημόσιο, μέσω του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ), δικαιούται να εισπράξει (ανακτήσει), εντόκως, το συνολικό χρηματικό ποσό από τόκους υπερημερίας, που κατέβαλε ή συμψήφισε αχρεωστήτως, σύμφωνα με την παραπάνω -ήδη αναιρεθείσα- απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, πλην όμως η είσπραξη αυτή πρέπει να λάβει χώρα διαιρετά από κάθε κοινοπρακτούν μέλος της ως άνω Κοινοπραξίας, επί τη βάσει του χρηματικού ποσού, που, πράγματι, εισπράχθηκε αχρεωστήτως από κάθε ένα από αυτά (ομόφωνα). Το ερώτημα παραδεκτά υποβλήθηκε μόνον από τον Υπουργό Τουρισμού, χωρίς να τίθεται ή συνυπογράφεται και από τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (κατά πλειοψηφία)


ΝΣΚ/48/2001

Σχολάζουσα κληρονομία. Εκμίσθωσις ακινήτου. Οροι μισθώσεως.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Ι. Ημπορεί να στοιχειοθετηθή η συνδρομή ειδικών λόγων δια "το ασύμφορον της δημοπρασίας και το δυνατόν απ ευθείας μισθώσεως" με τήρησι της διαδικασίας του άρθρου 7 παρ.2 ΒΔ 18-9/20-10-1947, ήτοι σχετική έγκριση του Υπ.Οικ/κών μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων. ΙΙ. 1) Αν την μισθώτρια την διαδεχθή άλλη εταιρεία ή θα συστεγάζεται και άλλη εταιρεία λχ θυγατρική, θα πρέπει να προβλεφθή ότι, η αρχική και ήδη μισθώτρια, είναι εις ολόκληρον με την νέαν υπεύθυνος για την τήρησι των όρων της μισθώσεως (άρθρο 489 ΑΚ) και παραμένει οπωσδήποτε μισθώτρια η ίδια. 2) Κατά τον Ν 3190/1955 περί ΕΠΕ: Δια τας εταιρικάς υποχρεώσεις ευθύνεται μόνον η εταιρεία δια της περιουσίας της (άρθρο 7) πλην αντιθέτου διατάξεως του καταστατικού και υπό τα εις άρθρον 29 παρ.1, το εταιρικόν μερίδιον είναι μεταβιβαστόν δια πράξεως εν ζωή (άρθρο 28 παρ.1) ορίζεται η δυνατότης εξόδου εταίρου, υπό προϋποθέσεις και ένεκα σπουδαίου λόγου, αλλά και αποκλεισμού εταίρου (άρθρο 33 παρ.1,2,3). Τέλος προβλέπεται η δυνατότης τροποποιήσεως της συνεταιρικής συμβάσεως. Συνεπώς, περί της δυνατότητος εισόδου-εξόδου εταίρων θέμα δεν τίθεται αφού περί αυτού ρητώς προβλέπει ο νόμος προς δε δεν μεταβάλλεται το νομικό πρόσωπο της εταιρείας. ΙΙΙ. Κατ ακολουθίαν είναι δυνατή η παράτασις κλπ της εις το ιστορικόν μισθώσεως ή νέα μίσθωσις, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 ΒΔ 18-9/20-10-1947, η δε εκτίμησις των όρων της μισθωτρίας γενήσεται ως ανωτέρω κατά τις αυτές διατάξεις.