ΕΣ/Τ7/151/2008
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Μελέτες.O συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός είναι άκυρος διότι δεν συντρέχουν τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά του ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία αυτού, υπό την έννοια της ύπαρξης δικαιώματος ουσιαστικού δικαίου, ήτοι έγκυρης αιτίας (όπως επιβάλλεται λόγω του αιτιώδους χαρακτήρα του αλλά και λόγω της αρχής της νομιμότητας που οφείλει να διέπει τη δράση της δημόσιας διοίκησης), δεδομένου ότι την αιτία αυτού αποτελεί σύμβαση, η οποία είναι άκυρη. Εξάλλου τα υποστηριζόμενα περί αδικαιολογήτου πλουτισμού του Δήμου σε βάρος των φερομένων ως δικαιούχων δεν ασκούν επιρροή, δοθέντος ότι, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ελέγχου, οι εξωδίκως αναγνωρισθείσες αξιώσεις αδικαιολογήτου πλουτισμού δεν λαμβάνονται υπόψη, αφού η νομιμότητα ή μη των εντελλόμενων δαπανών κρίνεται πάντοτε με βάση το πλέγμα των ειδικών εκάστοτε διατάξεων που διέπουν την έννομη σχέση μεταξύ του οικείου Ο.Τ.Α. και του παρασχόντος τις υπηρεσίες προσώπου.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/294/2014
Εξώδικος συμβιβασμός.Με δεδομένα τα ανωτέρω και ενόψει των εκτιθέμενων στην δεύτερη σκέψη της παρούσας, ο εξώδικος συμβιβασμός, μεταξύ του Δήμου …και της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος, ως αιτιώδης δικαιοπραξία, είναι άκυρος. Ειδικότερα, δοθέντος ότι η εκτέλεση των επίμαχων εργασιών ανατέθηκε απευθείας, καίτοι το ύψος του συμβατικού ανταλλάγματος υπερέβαινε το όριο της απευθείας ανάθεσης (το οποίο κατά τον κρίσιμο χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 8.804 ευρώ), από μη εξουσιοδοτημένα όργανα του Δήμου και χωρίς να τηρηθεί ο αναγκαίος έγγραφος τύπος, η αιτία του εξώδικου συμβιβασμού δεν είναι έγκυρη διότι πηγάζει από μη νομίμως συναφθείσα -άκυρη σύμβαση παροχής υπηρεσιών. Συνεπώς μη νόμιμα ενταλματοποιήθηκε η δαπάνη του επιμάχου Χ.Ε., αφού αυτή ερείδεται σε άκυρο συμβιβασμό, που δεν υποχρεώνει το Δήμο σε παροχή. Εξάλλου τα υποστηριζόμενα περί αδικαιολογήτου πλουτισμού του Δήμου σε βάρος της φερόμενης ως δικαιούχου δεν ασκούν έννομη επιρροή. Και τούτο διότι, πέραν των αμφιβολιών που προεκτέθηκαν ως προς την αποδεικτική ισχύ των προσκομισθέντων χειρόγραφων αποδείξεων, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ελέγχου, οι διατάξεις των άρθρων 904 ΑΚ επ. δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για τη διενέργεια δαπάνης, η δε ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηριου δύναται να επιδιωχθεί (πρβ. ΚΠΕΔ στο Ι Τμ. 265/2013 και εκεί παρατεθείσα νομολογία).
ΣτΕ/578/2004
Δημόσια έργα. Αν ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, χωρίς έγγραφη εντολή της υπηρεσίας ή σε επείγουσες περιπτώσεις προφορική εντολή, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτη βάσει των διατάξεων του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Δεκτή η αναίρεση για παραβίαση ουσιαστικού δικαίου .
ΕΣ/ΤΜ.7/85/2008
Εξώδικος συμβιβασμός.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, καθόσον ο συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός - τυχόν πλημμέλειες της εγκυρότητας και νομιμότητας του οποίου, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω (σκέψη V), εξετάζονται παρεμπιπτόντως και υπό την επιφύλαξη των περί δεδικασμένου διατάξεων από το Δικαστήριο τούτο - είναι άκυρος. Και τούτο διότι ναι μεν τηρήθηκαν τα τυπικά, εξωτερικά στοιχεία του συμβιβασμού (γνωμοδότηση δικηγόρου, απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου), ωστόσο δε συντρέχουν τα απαιτούμενα ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία αυτού, υπό την έννοια της ύπαρξης δικαιώματος ουσιαστικού δικαίου, ήτοι έγκυρης αιτίας, δεδομένου ότι την αιτία αυτού αποτελεί σύμβαση εκτέλεσης δημοτικού έργου, η οποία είναι άκυρη ως προφορικώς συναφθείσα, αφού, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη III), ο έγγραφος τύπος κατάρτισης της σύμβασης δημοσίων έργων, στην περίπτωση της απευθείας ανάθεσης αυτών, απαιτείται από το νόμο ως συστατικός, η έλλειψη δε αυτού έχει ως συνέπεια να λογίζεται η ως άνω σύμβαση ως μη γενομένη (άρθρ. 180 Α.Κ.) και επομένως, μη παράγουσα έννομες συνέπειες. Περαιτέρω, τα έργα που φέρεται ότι εκτελέστηκαν στον ως άνω Δήμο (σύμφωνα με την από 12.8.2004 αγωγή των εργολάβων... και ...), μη νόμιμα ανατέθηκαν στους εν λόγω εργολάβους αφενός χωρίς να έχουν περιληφθεί στο τεχνικό πρόγραμμα του Δήμου και να έχει προηγηθεί η σύνταξη σχετικής μελέτης και αφετέρου χωρίς διεξαγωγή δημοπρασίας, ή χωρίς να προκύπτει ότι συνέτρεξαν οι εξαιρέσεις ή οι ειδικές περιπτώσεις που δικαιολογούσαν την απευθείας ανάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2γ΄ του ν. 1418/1984. Εξάλλου, ναι μεν, η παράλειψη προσκόμισης αποδεικτικού κρατήσεων υπέρ τρίτων και κατάθεσης από τον εργολάβο δημοσίου έργου «ενημερότητας πτυχίου» δεν πλήττουν, όπως προεκτέθηκε (σκέψη IV), την κατά τα λοιπά νόμιμη εκτέλεση του έργου και τη βάσει αυτής νόμιμη καταβολή της δαπάνης πληρωμής αυτού, πλην όμως, μη νόμιμα ενταλματοποιήθηκε η επίμαχη δαπάνη με μόνα δικαιολογητικά τη συνταχθείσα από την Τ.Υ.Δ.Κ. Ν. ... 1η συγκεντρωτική κατάσταση έργων, με ημερομηνία 27.12.2007, καθώς και τα 6, 7 και 48/3.6.2002 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ποσού 6.925,90 ευρώ το καθένα, που εκδόθηκαν από τους προαναφερόμενους εργολάβους, χωρίς την προσκόμιση των λοιπών απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών (πιστοποιήσεις, τιμολόγια και αποδείξεις παροχής υπηρεσιών για το σύνολο της δαπάνης, βεβαίωση καλής εκτέλεσης, πρωτόκολλα παραλαβής κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση, ο συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός παραμένει άκυρος, δεδομένου ότι στερείται έγκυρης αιτίας, αφού από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η σχετική απαίτηση των ανωτέρω εργολάβων ούτε βεβαιώνεται, με οποιονδήποτε τρόπο, από το αρμόδιο όργανο ότι εκτελέστηκαν τα επίμαχα έργα. Κατά συνέπεια, δεδομένης της ακυρότητας των συμβάσεων εκτέλεσης των εν λόγω δημοτικών έργων, είναι άκυρος και ο εξώδικος συμβιβασμός που καταρτίστηκε μεταξύ του Δήμου και των διεκδικούντων αμοιβή για την εκτέλεση αυτών, με σκοπό την εκπλήρωση υποχρεώσεων του Δήμου από τις άνω συμβάσεις και ο Δήμος δεν υποχρεούτο σε καταβολή οποιουδήποτε ποσού συνεπεία του ανωτέρω άκυρου συμβιβασμού....Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, είναι μη νόμιμη η εντελλόμενη με το κρινόμενο Β/36, οικονομικού έτους 2008, χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη, ως ερειδόμενη σε άκυρο συμβιβασμό και συνεπώς, το ένταλμα αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.4/168/2006
Αξίωση περί αδικαιολογήτου πλουτισμού.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ο προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας παρίσταται βάσιμος. Πράγματι, το προαναφερόμενο Πρακτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου των δημοσίων δαπανών, οι δε γενικές περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, επί τη βάσει των οποίων αναγνωρίστηκε η επίμαχη αξίωση της φερομένης ως δικαιούχου, ακριβώς επειδή για την εφαρμογή τους προϋποθέτουν την έλλειψη έγκυρης συμβατικής (μισθωτικής) σχέσης, δεν μπορούν, στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού, να αποτελέσουν νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης.Τούτων δοθέντων και ενόψει, περαιτέρω, του ότι η 302/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, της οποίας ωσαύτως γίνεται επίκληση από την Υπηρεσία, δεν παράγει δεδικασμένο εκτεινόμενο στην παρούσα υπόθεση, αφού εκδόθηκε σε δίκη με διαφορετικό αντικείμενο και διαδίκους, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΝΣΚ/506/2008
Ακύρωση της σύμβασης εκπόνησης μελέτης, λόγω απόκλισης του αντικειμένου της μελέτης που αναφέρεται στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Απολύτως άκυρο είναι το μέρος της συμβάσεως με το οποίο ανατέθηκε επιπλέον μελετητικό αντικείμενο εκείνου που είχε δημοσιοποιηθεί με την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και είχε εγκριθεί με πράξη του αρμοδίου οργάνου. (ομοφ.) Τυχόν αξιώσεις εκκαθαρίζονται με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Θεωρητικό θεμέλιο, στην προεκτεθείσα άποψη περί απολύτου ακυρότητος της διοικητικής συμβάσεως, αποτελεί η παραδοχή ότι οι διοικητικές συμβάσεις δεν παράγουν τεκμήριο νομιμότητος και συνεπώς το ζήτημα περί του εγκύρου αυτών και επέκεινα της ελλείψεως συμβατικής δεσμεύσεως των συμβληθέντων μερών, μπορεί να ανακύπτει οποτεδήποτε μετά την κατάρτιση και κατά το στάδιο εκτελέσεως της συμβάσεως, ακόμη και στο τελικό στάδιο ολοκληρώσεως της (Βλ. Δαλτόγλου ο.πρ.παρ.781).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/107/2019
Εκτέλεση συμβάσεων μίσθωσης μηχανημάτων αποχιονισμού:.. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, η διαδικασία ανάθεσης των ανωτέρω συμβάσεων είναι πλημμελής, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο. Τούτο διότι, διενεργήθηκε κατά τις διατάξεις του π.δ. 242/1996, το οποίο καταργήθηκε από την έναρξη ισχύος του ν. 4412/2016, και δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις οποιασδήποτε από τις προβλεπόμενες στις διατάξεις του νόμου αυτού κατά κανόνα εφαρμοστέες διαγωνιστικές διαδικασίες, διενεργούμενες με ηλεκτρονικά μέσα, από τα προβλεπόμενα στις ίδιες διατάξεις όργανα, στις προθεσμίες και στα στάδια εξέλιξης που ομοίως καθορίζονται, τις οποίες και η ίδια Περιφέρεια είχε ήδη εφαρμόσει, σύμφωνα με στοιχεία γνωστά στο Δικαστήριο από άλλες δικαστικές ενέργειές του (βλ. Πράξεις Ζ΄ Κλιμακίου 30/2017, για τη χειμερινή περίοδο 2016-2017, 286 και 310/2017 για τη χειμερινή περίοδο 2017 – 2018, από τις οποίες προκύπτει ότι η ίδια Περιφέρεια διενήργησε κατόπιν των 2095/2016 και 447/2017, αντίστοιχων, αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής διαδικασίες ανάθεσης υπηρεσιών αποχιονισμού για το υποδιαιρούμενο σε τμήματα εθνικό οδικό δίκτυο της αρμοδιότητάς της, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4412/2016, οι διαδικασίες δε αυτές είχαν ολοκληρωθεί όταν η Οικονομική Επιτροπή έλαβε την 2688/14.11.2017 απόφασή της σχετικά με το κρίσιμο εν προκειμένω αντικείμενο υπηρεσιών αποχιονισμού –βλ. και 323/2018 όμοια Πράξη, αντίστοιχα για την περίοδο 2018-2019, κατόπιν των 190/30.1.2018 και 526/27.2.2018 αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής). Δεδομένου, δε, ότι δεν προκύπτει ούτε η αναθέτουσα Αρχή επικαλείται εξαιρετική περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων και ότι η προϋπολογιζόμενη δαπάνη του συνόλου των εργασιών αποχιονισμού (4 τομείς διαδρομών) υπερβαίνει το ισχύον, κατά τον κρίσιμο χρόνο, όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι το οποίο επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση, άνευ ειδικών λόγων, αλλά και το όριο των 60.000 ευρώ μέχρι το οποίο επιτρέπεται η διενέργεια συνοπτικού διαγωνισμού, ούτε ως νόμιμη περίπτωση απευθείας ανάθεσης ή συνοπτικού διαγωνισμού μπορούν, οι ανατεθείσες υπηρεσίες - προμήθειες να αντιμετωπιστούν. Τέλος, ο εξώδικος συμβιβασμός μεταξύ της Περιφέρειας … και της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος 3, οικονομικού έτους 2019, …, ως αιτιώδης δικαιοπραξία, είναι άκυρος, διότι στηρίζεται σε μη νόμιμη σύμβαση, η οποία στο πεδίο, του δημοσιολογιστικού δικαίου δεν συνιστά έγκυρη αιτία εξώδικου συμβιβασμού, αφού δεν είναι δυνατό να προβληθούν αξιώσεις κατά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, εν προκειμένω της Περιφέρειας, ευθέως από τη σύμβαση (βλ. Πράξεις IV Τμήματος 7/2019, 47/2017, και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Τούτα θα ίσχυαν και στην περίπτωση του … εάν είχε ληφθεί θετική απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής επί της αντίστοιχου περιεχομένου αίτησής του, η οποία και μόνο προσκομίζεται. Επομένως, ο ισχυρισμός που προβάλλεται με το 70833/24.4.2019 έγγραφο της Περιφερειακής Ενότητας …, σχετικά με την επίτευξη εξωδικαστικού συμβιβασμού δεν ασκεί επιρροή επί της νομιμότητας των εντελλόμενων δαπανών, πέραν του ότι αιτιολογία αυτών, όπως σαφώς αναγράφεται στα εκδοθέντα χρηματικά εντάλματα, είναι η εκτέλεση των οικείων συμβάσεων και η καταβολή του προβλεπόμενου συμβατικού τιμήματος. Κατά συνέπεια, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες. Ωστόσο, το Κλιμάκιο εκτιμά ότι τα αρμόδια όργανα της Περιφέρειας …, χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των ισχυουσών διατάξεων, αλλά από πλάνη, λόγω του ότι το φυσικό συμβατικό αντικείμενο ήταν ιδιαίτερα περιορισμένο ανήκε δε στο επαρχιακό οδικό δίκτυο, θεώρησαν ότι εξακολουθούσαν να ισχύουν παράλληλα και μπορούσαν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του π.δ. 242/1996, διότι δεν συγκαταριθμούνται στις ρητώς καταργούμενες με τις διατάξεις του άρθρου 377 παρ. 2 του ν. 4412/2016.Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη νόμιμες, ωστόσο, τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πρέπει να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης.