ΕΣ/Τ7/305/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Προγραμματική σύμβαση που αφορά χρηματοδότηση της ΚΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, για εκτέλεση έργου. Νομοθετικό πλαίσιο αρχαιολογικών έργων. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται το μεν ότι τα αρχαιολογικά εν γένει έργα, στα οποία περιλαμβάνονται και οι κάθε είδους ανασκαφές, λόγω της ιδιαίτερης επιστημονικής και καλλιτεχνικής φύσης τους, είναι δυνατόν να εκτελούνται από την υπηρεσία δια αυτεπιστασίας. Το δε ότι οι αρχαιολογικές αυτεπιστασίες λόγω της δυσχερούς προμετρήσεως τους, είναι δυνατόν να εκτελούνται από την υπηρεσία βάσει προκαταρκτικής έκθεσης και ενδεικτικού χρονοδιαγράμματος και προϋπολογισμού, χωρίς την προηγούμενη σύνταξη μελέτης. Τέλος, ότι η εκτέλεση των έργων αυτών δύναται να αποτελέσει αντικείμενο προγραμματικής σύμβασης πολιτισμικής ανάπτυξης που συνάπτεται μεταξύ Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού και των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, οπότε στην περίπτωση αυτή η χρηματοδότηση της ανασκαφής νομίμως γίνεται, κατά τα οριζόμενα στην οικεία σύμβαση, από τον Ο.Τ.Α. και δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 37 του ν. 3028/2002.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
20867/2016
Καθορισμός ορίου προϋπολογισμού δαπάνης μελετών έργων και υπηρεσιών των Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού, των Συνδέσμων τους, των Νομικών τους Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Ιδρυμάτων τους και των ΔΕΥΑ του Ν. 1069/1980 και του Ν. 890/1979, πέραν του οποίου απαιτείται θεώρηση από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία ύστερα από γνώμη τεχνικού συμβουλίου.
ΕλΣυν/Τμ7/3/2010
Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει ότι μέρος των ετήσιων τακτικών εσόδων των Ο.Τ.Α. καλύπτει και η χρηματοδότησή τους από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων, βάσει σχετικής απόφασης των αρμοδίων υπουργών, με την οποία, πέραν του ποσού της χρηματοδότησης, καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία κατανομής των σχετικών πόρων (Συλλογική Απόφαση Τοπικής Αυτοδιοίκησης). Η χρηματοδότηση αυτή, λόγω της φύσης, αφορά, κατά κύριο λόγο, στις επενδυτικές δραστηριότητες των Ο.Τ.Α., οι οποίες όμως πρέπει να πληρούν συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις και η φύση αυτών να αντιστοιχεί στις περιοριστικά αναφερόμενες στις ως άνω περί δημοσίων επενδύσεων διατάξεις περιπτώσεις δαπανών. Ειδικότερα, ως δαπάνες, που δύνανται να καλύπτονται από τον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (ΣΑΤΑ), νοούνται αυτές που αφορούν σε προμήθειες μονίμων εξοπλιστικών μέσων ή μηχανικού εξοπλισμού τεχνικού ή αναδιοργανώσεως υπηρεσιών, ή σε προμήθειες κεφαλαιουχικών αγαθών, προοριζομένων αποκλειστικά για κατασκευές μονίμων ή ημιμονίμων εγκαταστάσεων ή έργων. Κάθε άλλη δαπάνη, στα πλαίσια των επενδυτικών δραστηριοτήτων των Ο.Τ.Α., που αντλεί σχετική πίστωση από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων, είναι μη νόμιμη.
ΕλΣυν/Τμ.7/57/2008
(..)Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 3 και 4 του π.δ/τος 28/1980 «Περί εκτελέσεως έργων και προμηθειών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως» (ΦΕΚ Α΄, 11), που εφαρμόζονται αναλόγως για την ανάθεση υπηρεσιών από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, σύμφωνα με το άρθρο 70 του ιδίου π.δ/τος, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 14, 26 και 28 του β.δ/τος της 17 Μαΐου/15 Ιουνίου 1959 «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» συνάγεται ότι προκειμένου να ανατεθεί από δήμο η εκτέλεση οποιασδήποτε υπηρεσίας ή εργασίας σε ιδιώτη, απαιτείται να προηγείται η σύνταξη μελέτης από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων, από την οποία να προκύπτει τεκμηριωμένα και αναλυτικά ο προϋπολογισμός της εν λόγω υπηρεσίας, προκειμένου να ακολουθηθούν με διαφάνεια οι προσήκουσες διαδικασίες ανάθεσης και να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί, από τη συνάρτηση του προϋπολογισθέντος κόστους προς την τελικώς καταβαλλόμενη αμοιβή, ότι έχει επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα με το συμφερότερο από οικονομικής άποψης τρόπο (Πρ. VΙΙ Τμ. 87/2006). Η μελέτη αυτή είναι απαραίτητο δικαιολογητικό της εντελλομένης δαπάνης (Πρ. VΙΙ Τμ. 363/2006, 107/2007).
ΕΣ/Τ7/171/2009
Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2738/1999, με τις οποίες είχε αντικατασταθεί το άρθρο 35 του προϊσχύσαντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (το άρθρο 35 επαναλαμβάνεται στο άρθρο 225 του ισχύοντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με τροποποιήσεις μόνο αναφορικά με τα πρόσωπα που δύνανται να συνάψουν ή να συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση, τη δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης, εκμετάλλευσης και συντήρησης των έργων της προγραμματικής σύμβασης καθώς και την περίπτωση που τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα είναι πολιτιστικού χαρακτήρα), γινόταν υπενθύμιση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφερόταν ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (πρβλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στο νόμο και στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε χρηματοδότηση κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης κατά παράβαση του άρθρου 259 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (πρβλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.).
ΕΣ/Τ7/78/2008
Ελ.Συν./Τμ.VII/78/2008.Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν.1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις ήδη ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 25 του ν.2738/1999, με τις οποίες αντικαταστάθηκε το άρθρο 35 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν.1416/1984, υπενθυμίζεται ο αναπτυξιακός χαρακτήρας του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφέρεται ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (βλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ. Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (βλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε ανεπίτρεπτη, κατά το άρθρο 277 παρ. 8 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, επιχορήγηση της δημοτικής επιχείρησης (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (βλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ. Συν.).
ΕλΣυν/Τμ.7/364/2010
Απόφαση απευθείας ανάθεσης υπηρεσίας για την προετοιμασία και υποστήριξη του φακέλου-αίτησης του άνω Δήμου στο πρόγραμμα «ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ» του Υπουργείου Ανάπτυξης και, ακολούθως, με την ίδια απόφαση κατακυρώθηκε στην εταιρία «…», η ως άνω υπηρεσία, αντί συνολικού ποσού 15.000,00 ευρώ (με Φ.Π.Α.). Εξάλλου, όπως προκύπτει και από το 5846/5.8.2010 έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου εντάλματος για την εκπόνηση της ως άνω υπηρεσίας απαιτείται η συνδρομή επιστημόνων μηχανικών, που δεν διαθέτει στο προσωπικό του ο Δήμος, με εξειδικευμένη εμπειρία: α) στον βιοκλιματικό σχεδιασμό κοινοχρήστων χώρων β) στην εκπόνηση μελετών φωτισμού, γ) στην εξοικονόμηση ενέργειας και σε συστήματα αυτοματισμού, δ) σε θέματα μεταφορών, κυκλοφοριακών μελετών και αστικής κινητικότητας, ε) σε θέματα ενεργειακών και περιβαλλοντικών πολιτικών και πρωτοβουλιών, καθώς και χρηματοοικονομικού συμβούλου με ειδική εμπειρία στην χρηματοδότηση και διαχείριση ενεργειακών έργων (πρβλ. και άρθρο 1.3 του Οδηγού Υποβολής Προτάσεων του «ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ» του Υπουργείου Ανάπτυξης). Επίσης, για την σύνταξη των ΟΣΔ και ΣΧΥ του Δήμου απαιτείται εξειδικευμένη υλικοτεχνική υποδομή και ειδικός εξοπλισμός (hardware) όπως υγρασιόμετρα, ανεμόμετρα, αναλυτής δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, αναλυτές καυσαερίων μηχανών εσωτερικής καύσης, θερμοκάμερες, τα οποία δεν διατίθενται από το Δήμο, και η απόκτησή τους, στο πλαίσιο του εν λόγω Προγράμματος, κρίνεται δαπανηρή, ενώ, εξάλλου, δεν υπάρχει σχετική εμπειρία χρήσης τους. Επιπρόσθετα, για την σύνταξη των πινάκων ΟΣΔ και ΣΧΥ του φακέλου του προγράμματος απαιτείται και ειδικό λογισμικό (software) αρχιτεκτονικής σχεδίασης, ενεργειακής προσομοίωσης κτιρίων, και μελετών φωτισμού υψηλού κόστους (εκτιμώμενο σε 15.000,00 ευρώ), το οποίο δεν διαθέτει ο Δήμος (πλην του λογισμικού αρχιτεκτονικής σχεδίασης), ούτε και την σχετική εμπειρία χρήσης του. V. Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι οι ως άνω εργασίες νομίμως ανατέθηκαν στην φερόμενη ως δικαιούχο του επίμαχου χρηματικού εντάλματος πληρωμής εταιρία, καθόσον για την υλοποίηση των εργασιών αυτών, που συντελούν στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία των υπηρεσιών του Δήμου και ως εκ τούτου εξυπηρετούν τη λειτουργική δραστηριότητα του, ο ως άνω Δήμος δεν διέθετε την απαιτούμενη οργάνωση, όπως σαφώς προκύπτει από τη διάρθρωση των Υπηρεσιών του και τις σχετικές αρμοδιότητές τους, όπως αυτές περιγράφονται αναλυτικά στον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δήμου.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)230/2013
Εξόφληση του 1ου λογαριασμού του έργου «Ασφαλτόστρωση οδών ΔήλεσιII.(...) Ο ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων» (ΦΕΚ Α΄ 116) ορίζει, στο άρθρο 46, ότι: «1. Σε κάθε σύμβαση κατασκευής έργου ορίζεται προθεσμία για την περάτωσή του στο σύνολο και κατά τμήματα. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης, ο ανάδοχος με βάση την ολική και τις τμηματικές προθεσμίες, συντάσσει και υποβάλλει στη διευθύνουσα υπηρεσία το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου. 2. Η διευθύνουσα υπηρεσία εγκρίνει μέσα σε δέκα (10) ημέρες το χρονοδιάγραμμα και μπορεί να τροποποιήσει τις προτάσεις του αναδόχου σχετικά με τη σειρά και τη διάρκεια κατασκευής των έργων, ανάλογα με τις δυνατότητες χρονικής κλιμάκωσης των πιστώσεων, μέσα στα όρια των συμβατικών προθεσμιών. Το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποτελεί συμβατικό στοιχείο του έργου. … Η έναρξη των εργασιών του έργου από μέρους του αναδόχου δεν μπορεί να καθυστερήσει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης», ενώ στο άρθρο 48 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι: «1. Κάθε σύμβαση, εκτός από την προθεσμία για την περάτωση του συνόλου του έργου (συνολική προθεσμία), περιλαμβάνει και προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων αυτού (τμηματικές προθεσμίες). … 2. Όλες οι προθεσμίες (συνολική και τμηματικές) αρχίζουν από την υπογραφή της σύμβασης, εκτός αν στα συμβατικά τεύχη ορίζεται διαφορετικά. 3. Μέσα στη συνολική προθεσμία πρέπει να έχουν τελειώσει όλες οι επί μέρους εργασίες του έργου και να έχουν ολοκληρωθεί οι τυχόν προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμές. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τις τμηματικές προθεσμίες. … 7. Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την κατασκευή του έργου για επιπλέον της συνολικής προθεσμίας χρονικό διάστημα ίσο προς το ένα τρίτο (1/3) αυτής και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών (οριακή προθεσμία). … 8. Παράταση της συνολικής ή των τμηματικών προθεσμιών εγκρίνεται: α) Είτε «με αναθεώρηση», όταν η καθυστέρηση του συνόλου των εργασιών του έργου ή του αντίστοιχου τμήματος δεν οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου ή προκύπτει από αύξηση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου. β) Είτε «χωρίς αναθεώρηση», για το σύνολο ή μέρος των υπολειπόμενων εργασιών, όταν η παράταση κρίνεται σκόπιμη για το συμφέρον του έργου, έστω και αν η καθυστέρηση του συνόλου ή μέρους των υπολειπόμενων εργασιών οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Σε περίπτωση έγκρισης παράτασης προθεσμίας «χωρίς αναθεώρηση» για το σύνολο των υπολειπόμενων εργασιών του έργου ή μιας τμηματικής προθεσμίας του, επιβάλλονται οι σχετικές ποινικές ρήτρες, ανεξάρτητα από την έγκριση της παράτασης αυτής. … 10. Η έγκριση των παρατάσεων προθεσμιών γίνεται από την προϊσταμένη αρχή, ύστερα από αίτηση του αναδόχου. Παράταση μπορεί να εγκριθεί και χωρίς αίτηση του αναδόχου, αν αυτή δεν υπερβαίνει την οριακή προθεσμία.(…)». Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 36 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (Α΄ 116) και του π.δ. 171/1987 «Όργανα που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν και ειδικές ρυθμίσεις σε θέματα έργων που εκτελούνται από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και άλλες σχετικές διατάξεις» (Α΄ 84), συνάγεται ότι για έργα που εκτελούνται από τους Δήμους διευθύνουσα ή επιβλέπουσα υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, τον έλεγχο ή την διοίκηση των έργων αυτών, είναι η τεχνική τους υπηρεσία και σε περίπτωση που δεν υπάρχει, η τεχνική υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων της Νομαρχίας (ΤΥΔΚ, Πράξη VII Τμ. 215/2011), ενώ μετά τη θέσπιση του ν. 3852/2010 (από 1.1.2011) αρμόδια είναι η τεχνική υπηρεσία του δήμου της έδρας του νομού (άρθρα 258 και 280 παρ.VII ν. 3852/2010). Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι εργασίες δημόσιου έργου εκτελούνται νομίμως μετά την υπογραφή σχετικής σύμβασης, μόνο εφόσον δεν έχει ακόμη εξαντληθεί η συμβατική προθεσμία περάτωσης του έργου ή η νόμιμη παράταση αυτής από την προϊσταμένη αρχή. Παράταση της προθεσμίας χορηγηθείσα μετά τη λήξη της αρχικής ή της νόμιμα παραταθείσας προθεσμίας δεν είναι νόμιμη (εφόσον λαμβάνει χώρα μετά την εκπνοή της και πέραν από την καταληκτική ημερομηνία της), αλλά συνιστά χορήγηση νέας προθεσμίας, η οποία δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις. Για τον ίδιο λόγο δεν είναι δυνατή ούτε η σύναψη νέας σύμβασης προκειμένου να χορηγηθεί νέα προθεσμία εκτέλεσης του έργου, διότι αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα οδηγούσε σε αποδοχή της δυνατότητας καταστρατηγήσεων των σχετικών περί προθεσμιών διατάξεων, η τήρηση των οποίων υπαγορεύεται από λόγους ασφάλειας δικαίου και δημόσιας τάξεως, εφόσον συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον ολοκληρώσεως του έργου και παραδόσεώς του έγκαιρα προς θεραπεία δημόσιου σκοπού. Κατά συνέπεια, δαπάνες που αφορούν σε εργασίες δημόσιου έργου, οι οποίες έχουν εκτελεσθεί μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης από τις προαναφερόμενες διατάξεις συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου ή των νόμιμα χ
ΕλΣυν.Τμ.V(ΚΠΕ)/9/2013
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Χρηματικό ένταλμα προπληρωμής.Άλλωστε, κατά τα γνωστά στο Δικαστήριο, έχουν επανειλημμένως εκδοθεί τακτικά χρηματικά εντάλματα για την πληρωμή έργων που εκτελούνται από τις Ένοπλες Δυνάμεις (βλ. Πράξεις 122/2007, 204/2009, 95/2010, 132/2010, 223Α/2010 IV Τμήματος Ελ. Συν.) και συνεπώς είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός της υπηρεσίας. Ούτε, άλλωστε, η εφαρμογή του ν. 3669/2008 περί δημοσίων έργων και οι δυνατότητες που παρέχονται στον ανάδοχο για μηνιαία υποβολή λογαριασμών ή για διακοπή της εργολαβικής σύμβασης σε περίπτωση καθυστερημένης πληρωμής του, είναι δυνατόν να δικαιολογήσει την έκδοση Χ.Ε.Π. λόγω της φύσης της δαπάνης, καθόσον η ανωτέρω κωδικοποίηση αφορά στο σύνολο των έργων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του και δεν περιορίζονται στα έργα που εκτελούν ο Ένοπλες Δυνάμεις, τα οποία, επιπλέον, δεν καθίστανται ιδιαίτερης φύσης λόγω του φορέα εκτέλεσής τους. Άλλωστε, η «ομαλή ροή χρηματοδότησης» του έργου, την διασφάλιση της οποίας υποστηρίζεται ότι υπηρετεί η έκδοση Χ.Ε.Π., μπορεί να εξασφαλιστεί και με την έκδοση τακτικών ενταλμάτων πληρωμής, πολλώ δε μάλλον καθόσον στην από 18.9.2013 εργολαβική σύμβαση μεταξύ της αναδόχου του έργου εταιρείας και του Υ.ΕΘ.Α. προβλέπονται τέσσερις (4) μήνες ως χρόνος ολοκλήρωσης των εργασιών, χρονικό διάστημα που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, είναι μικρό για να ανακύψει πρόβλημα στην ομαλή χρηματοδότηση του έργου. Επιπροσθέτως, η έκδοση του ελεγχόμενου Χ.Ε.Π. δεν δικαιολογείται ούτε λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εντελλόμενων με αυτό δαπανών. Τούτο διότι η ανάγκη «άμεσης εκκένωσης των εγκαταστάσεων του ΚΕΑ στο πρώην Α/Δ Ελληνικού» και η συνακόλουθη μετεγκατάστασή του στο Α/Δ ........, ήταν προφανώς γνωστή ήδη από το Μάιο του έτους 2012, όταν εγκρίθηκε, με τη Φ.690/ΕΠ.612987/Σ.76/15.5.2012 απόφαση του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (Γ1/2), η εκτέλεση του ως άνω έργου και, συνακόλουθα, ο ισχυρισμός της Υπηρεσίας περί έκτακτων αναγκών που επιβάλουν την έκδοση Χ.Ε.Π. πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αναπόδεικτος. Περαιτέρω, δεν αιτιολογείται επαρκώς για ποιο λόγο η έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής θα συντελέσει στην ταχύτερη πληρωμή της εργοληπτικής επιχείρησης, λαμβανομένης υπόψη και της αυστηρά τυπικής διαδικασίας που προβλέπει ο ν. 3669/2008 για τις τμηματικές πληρωμές της εργοληπτικής επιχείρησης (λογαριασμοί και πιστοποιήσεις κατόπιν επιμετρήσεων – βλ. άρθρο 53 του ως άνω νόμου). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα προπληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.7/45/2018
Παροχή πηρεσιών τεχνικής συμβουλευτικής υποστήριξης:..ζητείται η ανάκληση της 123/2018 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα τούτο... Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 5, το Τμήμα κρίνει ότι από το αντικείμενο της ανωτέρω σύμβασης που συνήφθη μεταξύ του αιτούντος Δήμου και της αιτούσας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. και κυρίως από τη διαμόρφωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων μερών, προκύπτει ότι αυτή δεν συνιστά προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, όπως επιγράφεται. Τούτο δε, διότι δεν πρόκειται για συμφωνία που θέτει το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημοσίων υπηρεσιών, με σκοπό τη διευκόλυνση της παροχής τους, ούτε τα συμβαλλόμενα μέρη συμπράττουν με ισορροπημένο τρόπο στην υλοποίηση του αντικειμένου της. Αντιθέτως, προκύπτει ότι στην ουσία πρόκειται για ανάθεση συγκεκριμένης συνήθους υπηρεσίας παροχής υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου από τον Δήμο ..., που λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή, στην αναπτυξιακή εταιρεία «....», που επέχει απλώς θέση παρόχου υπηρεσιών, υλοποιώντας ο ίδιος το αντικείμενο της σύμβασης, ενώ η συνεισφορά του Δήμου είναι όλως συμπληρωματική, καθόσον περιορίζεται στη χρηματοδότηση, σχεδόν στο σύνολο, της συγκεκριμένης δραστηριότητας (160.000 επί συνόλου 163.000 ευρώ), στην εξασφάλιση των απαιτούμενων αδειοδοτήσεων, στην παράδοση, στην οποία προβαίνει κάθε εργοδότης προς τον ανάδοχο, κάθε διαθέσιμου σε αυτόν στοιχείου σχετικά με την υπό εκτέλεση μελέτη ή υπηρεσία, καθώς και στη συμμετοχή του στην Κοινή Επιτροπή Παρακολούθησης. Άλλωστε, η επικαλούμενη από τις αιτούσες σύναψη, μετά την ολοκλήρωση των σχετικών μελετών, εκτελεστικών συμβάσεων με τρίτους για τα έργα που αναφέρονται στη σύμβαση, δεν αφορούν στην υλοποίηση αυτού καθεαυτού του αντικειμένου της, που συνίσταται στην παροχή από την «....» υπηρεσιών τεχνικής συμβουλευτικής υποστήριξης στην Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου ... κατά την εκπόνηση των απαριθμούμενων στη σύμβαση μελετών, στο πλαίσιο της διαδικασίας ωρίμανσης των αντίστοιχων έργων, ενώ η έλλειψη κέρδους που, επίσης, επικαλούνται, δεδομένου ότι το συμβατικό ποσό καλύπτει μόνο το κόστος εκτέλεσης της σύμβασης, δεν αναιρεί τον επαχθή χαρακτήρα αυτής (βλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 23.12.2009, CoNISMa, C-305/08, σκ. 33, απόφαση της 19.12.2012, Azienda Sanitaria Locale di Lecce, C-159/11, σκ. 29). Επομένως, εν προκειμένω, όπως ορθώς, αν και με διαφορετική αιτιολογία, έκρινε και το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη Πράξη του, πρόκειται για κοινή δημόσια σύμβαση παροχής τεχνικών υπηρεσιών συναφών με την εκπόνηση μελέτης, η οποία ανατέθηκε απευθείας στη συγκεκριμένη αναπτυξιακή ανώνυμη εταιρεία, χωρίς να συντρέχουν οι προς τούτο προβλεπόμενες στο άρθρο 32 του ν. 4412/2016 εξαιρετικές προϋποθέσεις..(..)Ενόψει των προεκτεθέντων, εφόσον η ελεγχόμενη σύμβαση καθιερώνει «οριζόντια συνεργασία μεταξύ αναθετουσών αρχών», σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016, εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού και, ως εκ τούτου, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι συνεξεταζόμενες λόγω συνάφειας αιτήσεις πρέπει να γίνουν δεκτές και να ανακληθεί η 123/2018 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα τούτο. Το ελεγχόμενο δε χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.Ανακαλεί την 123/2018 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο VΙΙ Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου