Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.7/2016/2017

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2717/1999, 2362/1995, 4270/2014

Καταλογισμοι:Κατόπιν όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη κατά το μέρος που με αυτήν καταλογίζεται εις βάρος της εκκαλούσας το επίδικο έλλειμμα με τις ανάλογες επ’ αυτού προσαυξήσεις. Περαιτέρω, μετά την παραδοχή της έφεσης πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα το καταβληθέν παράβολο, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων της υπόθεσης, πρέπει να απαλλαγούν το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ..... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας», το οποίο, κατ’ άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως αντικαταστάθηκε  από  το άρθρο  12  παρ. 2 του ν. 3472/2006 (Α΄ 135), εφαρμόζεται αναλόγως και στην παρούσα δίκη.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.7/1847/2019

Έλλειμμα διαχείρισης Δήμου..Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη κατά το μέρος που με αυτή η εκκαλούσα καταλογίστηκε με το συνολικό ποσό των 171.627,02 ευρώ, να επιστραφεί σε αυτή το καταβληθέν παράβολο, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο και ο Δήμος ... από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).Ακυρώνει την 28/2015 πράξη του Β΄ Κλιμακίου


ΕΣ/ΤΜ.4/265/2017

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ.(...) Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στους εκκαλούντες (βλ. άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος Οργανισμός από τη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων (βλ. άρθρα 123 π.δ. 1225/1981 και 275 παρ. 1 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ν. 2717/1999).


ΣΤΕ/833/2010

Επειδή, το Β2 Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την … απόφαση, παρέπεμψε στην τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κατ’ άρθρο 563 παρ.2 εδ. β΄ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας το λόγο της αίτησης αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου που έπληττε την κρίση της … απόφασης του Εφετείου Αθηνών ως προς την αναγνώριση οφειλής από το Δημόσιο τόκων στην περίπτωση μετατροπής (περιορισμού) της εναντίον του αγωγής από καταψηφιστική σε αναγνωριστική, λόγω δημιουργίας ζητήματος γενικότερου ενδιαφέροντος εξαιτίας της διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης του όρου « αγωγή » στη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … από τον Αρειο Πάγο και το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ.2 του Συντάγματος. Με τη 10/2008 απόφαση η τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε τα εξής : από τη διάταξη του άρθρου 21 του δ/τος της … σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345 και 346 Α.Κ προκύπτει ότι επί χρηματικής οφειλής του Δημοσίου μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρεώσεως αυτού προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση αντιγράφου αγωγής. Ως «αγωγή» νοείται εν προκειμένω η καταψηφιστική αγωγή, η επίδοση της οποίας επιφέρει έναρξη τοκοφορίας. Η επίδοση καταψηφιστικής αγωγής, της οποίας το αίτημα περιορίστηκε εν συνεχεία σε απλώς αναγνωριστικό, δεν αρκεί για να γεννηθεί η υποχρέωση του Δημοσίου προς τοκοδοσία κατά το άρθρο 346 Α.Κ, αφού η αγωγή αυτή θεωρείται μη ασκηθείσα ως προς το καταψηφιστικό της αίτημα (άρθρο 295 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, η επίδοσή της εξακολουθεί μεν να ισχύει ως όχληση, δεν γεννά όμως υποχρέωση του Δημοσίου για πληρωμή τόκων υπερημερίας κατά τα άρθρα 340 και 345 Α.Κ. Και τούτο, διότι η υποχρέωση αυτή δεν γεννάται με την όχληση αλλά μόνο με την επίδοση της αγωγής. Τελικώς ο Άρειος Πάγος, με την προαναφερόμενη απόφασή του , δέχθηκε ότι το εφετείο με την κρίση του ως προς την αναγνώριση οφειλής τόκων από το Δημόσιο παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τη διάταξη του άρθρου 21 του ως άνω Κώδικα  και έκρινε βάσιμο τον παραπεμφθέντα στην Ολομέλεια λόγο αναιρέσεως με τον οποίο, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, καταλογιζόταν στο εφετείο η ανωτέρω πλημμέλεια. Η κρίση όμως αυτή του Αρείου Πάγου ως προς την έννοια του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου είναι αντίθετη προς την κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας την εκφερόμενη με την παρούσα απόφαση· .. Η αναφορά δε στην απόφαση αυτή και των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345 και 346 του Αστικού Κώδικα έγινε, όχι υπό την εκδοχή ότι και αυτές διέπουν την επί την επίδικη περίπτωση και τυγχάνουν συνεφαρμοστέες, αλλά προς αιτιολόγηση του πορίσματος, στο οποίο κατέληξε το ανώτατο αυτό δικαστήριο καθ΄ ερμηνεία της –μόνης εφαρμοσθείσης- διατάξεως του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου και δε διαφοροποιεί σε τίποτε το νομικό ζήτημα που αντιμετώπισε η απόφαση αυτή από το ίδιο ακριβώς νομικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το ζήτημα δηλαδή της οφειλής από το Δημόσιο νόμιμων τόκων σε περίπτωση άσκησης κατ’ αυτού αναγνωριστικής αγωγής .. Επομένως, πρέπει να παραπεμφθεί το ζήτημα της έννοιας της διάταξης του άρθρου 21 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για να αρθεί η πιο πάνω αμφισβήτηση σύμφωνα με τα άρθρα 100 παρ.1 περίπτ. ε΄ του Συντάγματος και 48 παρ.2 του Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου...


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/142/2018

Προμήθεια εξοπλισμού γραφείων-Δικαστικός συμβιβασμός:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η Α430/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ...... (Συμβούλιο) συνιστά εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με τα άρθρα 126Β παρ.3  και 199 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και επομένως δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προληπτικό έλεγχο της ερειδόμενης σ’ αυτό δαπάνης. Συνεπώς, δεν δύναται να αμφισβητηθεί η ουσιαστική νομιμότητα του δικαστικού συμβιβασμού, καθιστώντας ανενεργό τον εκτελεστό τίτλο, όπως αβασίμως προβάλλει η διαφωνούσα Αναπληρώτρια Επίτροπος.  Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η δαπάνη που εντέλλεται με το 199, οικονομικού έτους 2018, χρηματικό ένταλμα πληρωμής είναι νόμιμη και ως εκ τούτου αυτό πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Τμ.4/265/2015

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις το Δικαστήριο κρίνει ότι, η ιστορική αιτία του καταλογισμού, όπως αποτυπώνεται στην προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται ελλιπής, αφού το Κλιμάκιο με μια γενικόλογη κρίση περί της έννοιας του συνευθυνομένου και των πράξεων εν γένει των εκκαλούντων, αποφαίνεται για τον καταλογισμό τους, χωρίς στο σώμα της προσβαλλόμενης πράξης να εξειδικεύεται ο χρόνος δημιουργίας των επιμέρους ελλειμμάτων, ο τρόπος με τον οποίο τα ποσά αυτά προέκυψαν και υπολογίσθηκαν με αναφορά σε κάθε επιμέρους αχρεωστήτως καταβληθείσα σύνταξη, καθώς και οι ειδικότερες διαχειριστικές πράξεις των εκκαλούντων, ως συνευθυνομένων, οι οποίες συνδέονται αιτιωδώς με τη δημιουργία εκάστου επιμέρους ελλείμματος. Ένεκα των ελλείψεων των ως άνω κρίσιμων για τη δημοσιολογιστική ευθύνη των εκκαλούντων στοιχείων, η προσβαλλόμενη πράξη στερείται ειδικής, πλήρους και σαφούς αιτιολογίας, η οποία δεν δύναται να συμπληρωθεί, ούτε άλλωστε συνάγεται από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, τα οποία είναι πάντως ελλιπή, ενώ δεν στηρίζουν την κρίση της προσβαλλόμενης πράξης, με συνέπεια το Τμήμα τούτο να μην δύναται να εκφέρει ασφαλή κρίση, αφού δεν προκύπτουν με σαφήνεια τα στοιχεία εκείνα που δικαιολογούν τον κρινόμενο καταλογισμό..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου έφεσης, να επιστραφεί το κατατεθέν παράβολο στους εκκαλούντες (βλ. άρθρο 73 παρ. 4 του ν. 4129/2013) και εκτιμωμένων των περιστάσεων να απαλλαγεί ο εφεσίβλητος Οργανισμός από τη δικαστική δαπάνη των εκκαλούντων


ΕλΣυν.Τμ.7/304/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ-ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ:Με τα δεδομένα αυτά και λαμβανομένου υπόψη του ύψους των καταλογισθέντων ποσών, η εκτέλεση της προσβαλλόμενης καταλογιστικής πράξης συνεπάγεται πράγματι ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε βάρος   των αιτούντων. Συνεπώς η κρινόμενη αίτησή τους πρέπει να γίνει δεκτή και να ανασταλεί εν όλω η εκτέλεση της πράξης αυτής μέχρι να δημοσιευθεί οριστική απόφαση στην έφεση που άσκησαν οι ίδιοι ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού  ή να καταργηθεί η ανοιγείσα με την έφεση δίκη. Περαιτέρω, λόγω της παραδοχής της αίτησης, πρέπει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 51 παρ. 2 του    π.δ. 1225/1981, να επιστραφεί στους αιτούντες το παράβολο που κατέθεσαν για την άσκησή της. Τέλος, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, πρέπει να απαλλαγούν οι αιτούντες από τη δικαστική δαπάνη του Δήμου … (άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 275 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/62/2019

Καταβολή αποζημίωσης σε υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου... Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη της παρούσας, ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου, με τον οποίο  αμφισβητείται, εξ αφορμής του ελέγχου της δαπάνης που αφορά στην καταβολή αποζημίωσης για την υπερωριακή απασχόληση των υπαλλήλων τον Αύγουστο του έτους 2018, η νομιμότητα της υποκείμενης έννομης σχέσης, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού, δια της θεώρησης του 405Β, οικονομικού έτους 2017, χρηματικού εντάλματος πληρωμής, το οποίο και εξοφλήθηκε, έχει ήδη κριθεί νόμιμη, η επίμαχη υπηρεσιακή μεταβολή (παράταση της διάρκειας των συμβάσεων εργασίας δυνάμει του άρθρου 95 παρ. 1 α του ν. 4486/2017). Περαιτέρω, δεν προκύπτει ότι η πράξη θεώρησης έχει ανακληθεί, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 48 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (Α΄ 52) Κώδικα Νόμων για το Ε.Σ., ούτε ότι μεσολάβησε κάποια απόφαση αρμοδίου οργάνου, που να ανακαλεί ή ακυρώνει την παράταση της διάρκειας των συμβάσεων εργασίας των φερόμενων στο ένταλμα ως δικαιούχων. Επομένως, μη προβαλλομένου άλλου λόγου, με τον οποίο να αμφισβητείται ευθέως η νομιμότητα της δαπάνης αποζημίωσης, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι νόμιμη, πλην όμως αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί λόγω λήξης του οικονομικού έτους 2018 τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/ΤΜ.7/59/2011

Εκτύπωση  εντύπων. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι δεν προβλέπεται από διάταξη νόμου, δεν εξυπηρετεί λειτουργικές ανάγκες του Δήμου ούτε συντελεί στην εκπλήρωση των σκοπών και της αποστολής του. Εξάλλου, από τις διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006) προβλέπεται συγκεκριμένος τρόπος ενημέρωσης των δημοτών για τις δραστηριότητες της δημοτικής τους αρχής. Ειδικότερα, οι δημότες μπορούν: α) να ενημερωθούν για τα θέματα που απασχόλησαν το δημοτικό συμβούλιο και για το περιεχόμενο των ληφθεισών αποφάσεων είτε από το σχετικό πίνακα που αναρτάται στο δημοτικό κατάστημα είτε μέσω της τυχόν υπάρχουσας ιστοσελίδας του Δήμου, μπορούν δε επιπροσθέτως να ζητήσουν και επικυρωμένο αντίγραφο των πρακτικών και αποφάσεων (άρθρο 97 παρ. 6, 7 και 8), β) να παρακολουθήσουν τις δημόσιες συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο 96 παρ. 1), γ) να καταθέσουν ατομικά ή συλλογικά στο Δήμο αναφορές και ερωτήσεις για την ενημέρωση τους επί αποφάσεων που τους ενδιαφέρουν (άρθρο 215 παρ. 2) και δ) να ενημερωθούν για τα πεπραγμένα της δημοτικής αρχής μέσα από την ειδική και αδάπανη διαδικασία της ετήσιας λογοδοσίας του Δημάρχου, που καθιερώνει το άρθρο 217 του Κώδικα, το οποίο ειδικά για Δήμους πρωτευουσών νομών ή Δήμους άνω των 50.000 κατοίκων προβλέπει τη συμμετοχή σε αυτήν θεσμοθετημένων συλλογικών φορέων της τοπικής κοινωνίας, που αποσκοπεί στην ευρύτερη δυνατή εκπροσώπηση των κατοίκων και στην ως εκ τούτου επαρκέστερη ενημέρωσή τους. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν.Ελασσ.Ολομ/6470/2015

Μη καταβληθείσες διαφορές συντάξεων-Παραγραφή:Αυτά δεχθέν το Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 2362/1995, καθόσον έπρεπε να κάνει δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του ως άνω νόμου, που έχει κωδικοποιηθεί στο άρθρο 61 παρ. 1 του συνταξιοδοτικού κώδικα (π.δ. 169/2007), με την οποία θεσπίζεται διετής παραγραφή για τις κατά του Δημοσίου αξιώσεις των συνταξιούχων αυτού, δεν αντίκειται, κατά τα δεκτά γενόμενα στις σκέψεις ΙΙ και IΙΙ της παρούσας, στις προαναφερθείσες συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο αναιρέσεως.Κατ’ ακολουθίαν αυτών, που προηγουμένως κρίθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, εν όψει του γεγονότος ότι η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να διακρατηθεί και να δικασθεί η αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης. Δεδομένου ότι η ίδια υπέβαλε στις 10.2.2006 την αίτησή της με την οποία ζητούσε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους να της καταβάλει τις διαφορές συντάξεώς της, η αξίωσή της για το πριν της 1.1.2004 χρονικό διάστημα έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διατάξεως της παραγράφου 5 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 (61 παρ. 1 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα) και ως εκ τούτου η υπό κρίση αγωγή της για την καταβολή διαφοράς συντάξεώς της από 1.1.2001 έως 31.12.2003 είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΜ.4/2/2018

Αναστολή εκτέλεσης καταλογιστικής απόφασης(...) ζητείται η αναστολή εκτέλεσης των 396/27.4.2016, 411/24.8.2016 και 426/30.11.2016 αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.) (...)Κατά συνέπεια, συντρέχει, εν προκειμένω, ως προς τους ανωτέρω αιτούντες, ειδικός λόγος που δικαιολογεί την εν μέρει χορήγηση της αιτούμενης αναστολής εκτέλεσης και ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να ανασταλεί εν μέρει κατά τις ως άνω διακρίσεις, η εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, ως προς αυτούς, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας κατά της ως άνω πράξης από 20.2.2017 (ΑΒΔ 546/2017) έφεσής τους ή μέχρι την κατάργηση της  δι’ αυτής  ανοιγείσας  δίκης. Ακολούθως, πρέπει να επιστραφεί σε όλους τους αιτούντες το παράβολο της αίτησης (άρθρο 73 παρ. 4 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) και να απαλλαγούν το Δημόσιο και ο Ε.Φ.Κ.Α. κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, από τα δικαστικά έξοδα των αιτούντων (βλ. άρθρο 275 παράγραφος 1 εδάφιο τελευταίο του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α΄ 97, Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που εφαρμόζεται αναλόγως σύμφωνα με το άρθρο 123 του π.δ. 1225/1981, όπως ισχύει μετά το ν. 3472/2006, ΦΕΚ Α΄ 135, πρβλ. Ολομ.Ελ.Συν. 2599, 188/2016).