ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)210/2013
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εξόφληση του πρώτου λογαριασμού της μελέτης «Σύνταξη τευχών δημοπράτησης έργου (Διαμόρφωση Πολυχώρου πρώην Εκπαιδευτηρίου ......)». (...)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στο άρθρο 37 παρ. 2 του ν. 3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα τους ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν. Όταν δε πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των ανωτέρω φορέων και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων τους όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνσή τους. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσης υποθέσεις για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 27/2013, VII Tμ. πρ. 16/2012, 85, 114, 176, 309/2011) είτε αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί χωρίς υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου φορέα (Κλιμ. VII Τμ. 83/2013, 6, 26/2012, VII Τμ. πρ. 8/2012, 42, 210, 310/2011, 40, 55, 56, 250, 364/2010 κ.ά.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/194/2013
«Μελέτης τοπογραφίας για την ανάπλαση της περιοχής αθλητισμού και αναψυχής(…)Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 37 παρ. 2 εδ. α΄ του ν. 3801/2009 (ΦΕΚ Α΄ 163), οι Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές ενδεικτικώς περιγράφονται στο άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και οριοθετούνται με το άρθρο 102 του Συντάγματος, δύνανται νομίμως να προβαίνουν στη διάθεση πιστώσεων και την συνακόλουθη καταβολή δαπανών, που δεν προβλέπονται μεν από διάταξη νόμου, όμως: α) είναι λειτουργικές για τον οικείο Ο.Τ.Α., συνάδουν δηλαδή προδήλως με την αποστολή και τις αρμοδιότητές του και συμβάλλουν στην εκπλήρωση των σκοπών του ή στην αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών του, υπό την έννοια ότι η μη πραγματοποίησή τους θα προκαλούσε πρόβλημα στην παροχή υπηρεσίας ή θα εμπόδιζε την επιδίωξη των νόμιμων σκοπών του, β) σχετίζονται με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων εκ μέρους του Ο.Τ.Α., οι οποίες προάγουν τα κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και οικονομικά συμφέροντα των δημοτών του ή συμβάλλουν στην ενεργό συμμετοχή τους για την προαγωγή των τοπικών υποθέσεων και δραστηριοτήτων του Ο.Τ.Α και γ) ανταποκρίνονται στο ανάλογο ή προσήκον μέτρο, χωρίς να υπερβαίνουν τα εύλογα όρια που διαγράφονται με την τήρηση της αρχής της οικονομικότητας, ενόψει των συνθηκών πραγματοποίησής τους. Επίσης, γίνεται δεκτό από την νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση των σκοπών των Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους, με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, είναι επιτρεπτή, στο βαθμό που αυτό επιβάλλεται από τις αρχές αναγκαιότητας και αποδοτικότητας, η ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, που το συμφέρον του νομικού προσώπου επιβάλλει να ανατεθούν σε τρίτους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένα, δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011, Κλ. Προλ. Ελ. VII Τμ. 55, 106/2012), είτε αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου Ν.Π.Δ.Δ. (βλ. Ελ.Συν. Κλιμ. VII Τμ. πράξεις 15, 63, 71/2013, 26, 70, 75/2012).(...) . Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ως άνω μελέτη αφορά μεν σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, καθόσον δεν είναι ειδικής φύσεως, πλην όμως από τα στοιχεία του φακέλου, και ειδικότερα από το 15784/17.4.2013 έγγραφο του Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών προκύπτει αδυναμία της αρμόδιας υπηρεσίας (Τμήμα Κτιριακών και Υπαίθριων Έργων της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών) να προβεί στην έγκαιρη εκπόνησή της, λόγω ανεπαρκούς στελέχωσής της και έλλειψης κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, νομίμως ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης σε ιδιώτη
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)231/2013
Καταβολή ποσού 14.760,00 ευρώ στο φερόμενο ως δικαιούχο ......, αγρονόμο – τοπογράφο μηχανικό, ως αμοιβή του για την εκπόνηση της μελέτης με τίτλο «Μελέτη περιμετρικής ζώνης ...... – Αποτύπωση – Κτηματογράφηση – Όρια αγροκτήματος».(...)Σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας των δαπανών, η οποία διέπει το δημοσιολογιστικό δίκαιο, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της υπάρξεως πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της υπηρεσίας, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν προβλέπεται από συγκεκριμένη διάταξη, να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του Δημοσίου, του ν.π.δ.δ. ή του Ο.Τ.Α. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν οι ως άνω φορείς. Σε κάθε περίπτωση δε, οι δαπάνες αυτές δεν πρέπει να αντιτίθενται στην αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία σε κάθε κατηγορία δαπανών ορίζεται σε σχέση με τις αρχές της οικονομικότητας, της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της αναγκαιότητας, ενόψει των συνθηκών πραγματοποίησής τους. Ειδικότερα, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, που επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών των φορέων αυτών με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους, δεν δύνανται, για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους, να διαθέτουν νομίμως πιστώσεις για την πληρωμή δαπανών που αφορούν στην εκτέλεση εργασιών, τα οποία εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, αφού αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Κατ’ εξαίρεση, στο βαθμό που αυτό επιβάλλεται από τις αρχές της αναγκαιότητας και της αποδοτικότητας, είναι δυνατή η ανάθεση σε τρίτους ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εργασιών ειδικής φύσης, για την εκτέλεση των οποίων απαιτείται είτε προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, που δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, το ήδη υπηρετούν προσωπικό είτε η χρήση τεχνικών μέσων, που δεν διαθέτει ο οικείος δήμος (βλ. Πρ. VII Τμ. 8/2012 και Πρ. Κλιμ. VII Τμ. 60, 106, 133, 245, 246/2012). Περαιτέρω, στον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) του Δήμου ......, ο οποίος εγκρίθηκε με την 9764/2011 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης ...... (ΦΕΚ Β΄ 2130/22.9.2011), προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η διάρθρωση των υπηρεσιών του Δήμου. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 1, Ενότητα Δ΄, η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών, Περιβάλλοντος και Πολεοδομίας περιλαμβάνει τα Τμήματα α) Περιβάλλοντος και Πολεοδομίας και β) Τεχνικών Υπηρεσιών, στο οποίο υπάγεται το Γραφείο Τεχνικών Έργων και Μελετών, στο δε άρθρο 9 του ως άνω Ο.Ε.Υ. προσδιορίζονται οι αρμοδιότητες της ανωτέρω Διεύθυνσης και των επιμέρους οργανικών μονάδων αυτής, οι οποίες, όσον αφορά στο προαναφερόμενο Γραφείο Τεχνικών Έργων και Μελετών, συνίστανται, μεταξύ άλλων, στη μέριμνα για την εκπόνηση όλων των αναγκαίων μελετών για την υλοποίηση των έργων του Τμήματος (εκπόνηση με προσωπικό του τμήματος ή με ανάθεση σε τρίτους), καθώς και στην επίβλεψη της καλής εκπόνησης των μελετών (παρ. 3).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/156/2019
Εκτέλεση εργασιών επισκευής και συντήρησης δικτύων αποχέτευσης.: Με δεδομένα αυτά, ελλείψει σχετικής ρύθμισης για την αρμοδιότητα σύνταξης και υπογραφής των χρηματικών ενταλμάτων στη Δ.Ε.Υ.Α. ....., εφαρμόζονται οι σχετικές για τους Δήμους διατάξεις (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Τμ. 69/2016, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 212/2016) που, πλέον, ορίζουν ότι τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής υπογράφονται από τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) του Δήμου, ή το υφιστάμενό του όργανο που εξουσιοδοτείται από αυτόν, και τον συντάκτη τους, ήτοι τον υπάλληλο της λογιστικής υπηρεσίας, ως αρμοδίου για την εκκαθάριση οργάνου (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 228, 276/2018, 63/2019). Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα αναρμοδίως υπογράφεται τόσο από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α. όσο και από τον Αντιπρόεδρό της, στον οποίο παρανόμως έχουν ανατεθεί καθήκοντα έκδοσης χρηματικών ενταλμάτων διότι, κατά τα προαναφερθέντα, αυτά ανήκουν στους υπαλλήλους της λογιστικής υπηρεσίας.
ΕλΣυν/Τμ.7/50/2010
Οταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του ν.π.δ.δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδηλώσεως του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και πράξεις IV Τμ. Ελ. Συν. 50/2005, 74/2004, 19, 21, 105, 124/ 2002, 86, 94, 106, 209/2003 κ.ά. και Ι Τμ. Ελ. Συν. 206/1999, 638/ 1988, 56/1995, 252/1985 κ.ά.). Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πρ. VII Τμ. 112, 146, 147, 171/2007, 55, 56, 124, 208, 215, 251/2006 και IV Τμ. 94/2003, 19, 70/2002).
ΕλΣυν/Τμ.4/137/2010
Σύμφωνα με πάγια αρχή του δημοσιολογιστικού δικαίου για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης των ν.π.δ.δ. πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται από ρητή διάταξη νόμου, ειδάλλως να προκύπτει από τα δικαιολογητικά της δαπάνης ότι αυτή ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του ν.π.δ.δ. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών του. Περαιτέρω, γίνεται παγίως δεκτό από τη νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι, όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων του, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές του διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, κατά παράβαση της αρχής της οικονομικότητας, η οποία διέπει τη δράση και τη λειτουργία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται τέτοια ανάθεση, όταν οι συγκεκριμένες εργασίες είναι ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσης, με συνέπεια το συμφέρον του νομικού προσώπου να επιβάλει την ανάθεσή τους σε τρίτους διαθέτοντες εξειδικευμένες γνώσεις και σχετική εμπειρία, τις οποίες αποδεδειγμένα δεν διαθέτει το αρμόδιο για την εκτέλεση των εργασιών αυτών προσωπικό του. Σε περίπτωση δε που κάποιες από τις οργανικές θέσεις είναι κενές, επιβάλλεται να πληρούνται με τις νόμιμες διαδικασίες και όχι η έλλειψη προσωπικού να χρησιμοποιείται ως πρόφαση για την περιγραφή των διατάξεων, με συνέπεια την ανάθεση εκτέλεσης των εργασιών σε εξωτερικούς αναδόχους και την υποκατάσταση με τον τρόπο αυτό των αρμοδίων υπαλλήλων από τρίτους ιδιώτες. Κατ’ εξαίρεση μπορεί να κριθεί επιτρεπτή τέτοια ανάθεση, στην περίπτωση που εξαντλήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες και κατέστη αδύνατη η πλήρωση θέσεων αντίστοιχης αρμοδιότητας, με συνέπεια την έλλειψη προσωπικού σε τέτοια έκταση, που αποδεδειγμένα πλέον καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση των επίμαχων εργασιών και η εξυπηρέτηση της λειτουργικής δραστηριότητας του νομικού προσώπου (βλ. Πρ. IV Τμ. 10/2010, 141/2009).
ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)15/2013
Εκπόνηση τοπογραφικής μελέτης(…)Σύμφωνα με βασική αρχή του δημοσιονομικού δικαίου, που απορρέει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας, που διέπει τη δράση των διοικητικών οργάνων, συνάγεται από βασικές διατάξεις αυτού (άρθρα 3, 13 και 40 του ν.δ/τος 496/1974, 1 παρ. 2α΄ του π.δ/τος 465/1975, 1 παρ.1 του ν.δ/τος 1265/1972, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 968/1979, και 22, 26, 28 και 79 του ν. 2362/1995) και έχει αποτυπωθεί νομοθετικά στη διάταξη του άρθρου 37 παρ. 2 του ν.3801/2009, για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό της υπηρεσίας, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται ρητά από διάταξη νόμου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν προβλέπεται από συγκεκριμένη διάταξη, να προκύπτει από τα δικαιολογητικά που τη συνοδεύουν, ότι ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που επιδιώκουν οι ως άνω φορείς. Επιπλέον, όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους (φυσικά ή νομικά πρόσωπα), με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ' εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011), είτε εφ' όσον αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου ν.π.δ.δ. (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πράξ. 3/2004, 81/2006, 3/2008, 54/2008, 179/2011).(…) Από τις ανωτέρω διατάξεις, 3463/2006 και 3316/2005 σε συνδυασμό ερμηνευόμενες, συνάγονται τα ακόλουθα: Για την εκτέλεση εργασιών και την παροχή υπηρεσιών από τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού απαιτείται η προηγούμενη σύνταξη και θεώρηση μελέτης από την τεχνική υπηρεσία τους και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία ή αυτή αδυνατεί, από την Τεχνική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ). Περαιτέρω, εξαιρετικά στην περίπτωση που ο Προϊστάμενος της Τ.Υ.Δ.Κ. επιβεβαιώνει εγγράφως την αδυναμία της τελευταίας να προβεί στη σύνταξη της σχετικής μελέτης, επιτρέπεται, η ανάθεση εκπόνησης αυτής σε ιδιώτες μελετητές και ιδιωτικά γραφεία μελετών, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, στην οποία πρέπει να εξειδικεύονται οι λόγοι που επιβάλουν την ανάθεση εκπόνησης αυτής σε τρίτους (πρβλ. 18/2012 πράξ. Κλιμ. VII Τμημ.). Ως κύρια διαδικασία ανάθεσης μελετών από τους Ο.Τ.Α. καθιερώνεται η διενέργεια διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση ικανού αριθμού συμμετεχόντων, η αποφυγή του κινδύνου μεθοδεύσεων, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η επιλογή της πλέον συμφέρουσας από τεχνικής και οικονομικής απόψεως προσφοράς. Η με απευθείας ανάθεση εκπόνηση μελέτης αποτελεί εξαιρετική διαδικασία, που επιτρέπεται μόνο στις ρητά καθοριζόμενες από το νόμο περιπτώσεις.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει κατά τον βασίμως προβαλλόμενο πρώτο λόγο διαφωνίας της Επιτρόπου ότι μη νομίμως ανατέθηκε στη φερόμενη ως δικαιούχο του υπό κρίση χρηματικού εντάλματος η εν λόγω μελέτη, καθόσον αυτή αφορά σε αντικείμενο, που ανάγεται στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, όπως προκύπτει από τη διάρθρωση των υπηρεσιών αυτού, ενώ περαιτέρω δεν πρόκειται για ειδικής φύσεως εργασίες για την εκτέλεση των οποίων απαιτούνται ειδικές γνώσεις, που αποδεδειγμένα δεν διέθετε το προσωπικό που υπηρετούσε στο Δήμο.
ΕΣ/Τμ.1(ΚΠΕ)42/2015
Οδοιπορικά έξοδα. Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι εντελλόμενες δαπάνες είναι μη κανονικές, καθόσον, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν στις προηγούμενες νομικές σκέψεις, οι προαναφερόμενες αποφάσεις ανάληψης υποχρέωσης, εκδόθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο της πραγματοποίησης των δαπανών μετακίνησης του προσωπικού του ……., ενώ έπρεπε να προηγούνται χρονικά οποιασδήποτε διοικητικής πράξης ή υλικής ενέργειας που αφορά στην πραγματοποίηση των δαπανών, δεδομένου ότι με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ο σκοπός του νόμου που συνίσταται στην εκ των προτέρων δέσμευση των αναγκαίων δαπανών και στην αποτροπή της διενέργειας δαπανών καθ’ υπέρβαση αυτών (βλ. ΕΣ. Αποφ. VI Τμ. 1545/2013, Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο I Τμ. 166, 172, 179/2013, Κλιμ.Προλ. Ελ. Δαπ. στο IV Τμ. 44/2013, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 78/2012).
ΕΣ/Ζ Κλ/103/2014
Προμήθεια ελαστικών επισώτρων.Επιτροπή συντήρησης κρατικών αυτοκινήτων.Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αλλά και όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η κατά ανωτέρω Επιτροπή, συνιστά το μόνο κατά νόμο αρμόδιο όργανο με αποφασιστική αρμοδιότητα για την προμήθεια των αναγκαίων ανταλλακτικών και ελαστικών επισώτρων με την εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, στην ειδικότερη περίπτωση της επισκευής οχημάτων του Δήμου, που έχουν ήδη παρουσιάσει βλάβη ή έχουν ήδη διαπιστωμένη ανάγκη συντήρησης ή επισκευής και μάλιστα ανεξαρτήτως του ύψους της απαιτούμενης κατά περίπτωση δαπάνης, καθόσον αρμόδιο κατά τα λοιπά όργανο, για τη διενέργεια διαγωνισμών στους Δήμους είναι η οικεία Οικονομική Επιτροπή (βλ. πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012 σκ. IV και πράξη VII Τμ. Ελ. Συν. 96/2012, σκ. IV, αλλά και απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012 σχετικές με τη σύναψη συμφωνιών – πλαισίου για την ανάθεση των υπηρεσιών προληπτικής συντήρησης και επισκευής των οχημάτων Ο.Τ.Α.). Περαιτέρω δε, η προμήθεια των ως άνω ειδών (ήτοι των ανταλλακτικών οχημάτων και των ελαστικών επισώτρων) διενεργείται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών των Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού (βλ. απόφ. VI Τμ. 243/2014, 3462/2012, πράξη Κλιμ. VII Τμ. Ελ. Συν. 72/2012, πρβλ. πράξεις VII Τμ. Ελ. Συν. 96, 95/2012, 78/2011, 320, 204, 83/2010, 301/2009, ΙV Tμ. πράξεις 142/2007, 170/2006 κ.α.).
ΕλΣυν/Τμ.4/168/2011
Μελέτες.Σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας των δαπανών των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 13 και 40 του ν.δ. 496/1974 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου» (ΦΕΚ Α΄ 204) και του άρθρου 17 παρ. 1 περ. β΄ του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980, ΦΕΚ Α΄ 189), για τη διενέργεια οποιασδήποτε δαπάνης των ν.π.δ.δ., πέραν της ύπαρξης πίστωσης στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό τους, απαιτείται επιπλέον η δαπάνη αυτή να προβλέπεται από ρητή διάταξη νόμου. Ειδάλλως πρέπει να προκύπτει από τα δικαιολογητικά της δαπάνης ότι αυτή ανάγεται στη λειτουργική δραστηριότητα του ν.π.δ.δ. ή ότι συντελεί άμεσα ή έμμεσα στην εκπλήρωση των σκοπών που αυτό επιδιώκει. Όταν, όμως, πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και εξυπηρετούν τις λειτουργικές του ανάγκες, πλην όμως αφορούν εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων του, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές του διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, κατά παράβαση της αρχής της οικονομικότητας, η οποία διέπει τη δράση και τη λειτουργία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. Πράξεις ΙV Τμ. Ε.Σ. 6, 9, 92/2011 και 130/2005).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/300/2019
Καταβολή αποζημίωσης λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης: Με δεδομένα αυτά, η υποχρέωση του Δήμου να αποζημιώσει τις ιδιοκτήτριες από την επιβληθείσα ρυμοτομική απαλλοτρίωση εξαντλήθηκε με την ανταλλαγή των οικοπέδων ώστε οι διατάξεις περί απαλλοτρίωσης να μην μπορούν να αποτε-λέσουν νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης. Εξάλλου, υπό την εκδοχή ότι η επίμαχη δαπάνη ερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.ΝΑΚ περί αποζημιωτικής ευθύνης του δήμου έναντι τρίτων για τις ζημίες που τους προκάλεσαν τα όργανά του κατά την εκτέλεση ή από την παράλειψη εκτέλεσης των ανατεθειμένων σ’ αυτά καθηκόντων, δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή πρακτικά δικαστικού (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 271/2013) ή εξώδικου (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 340/2013, 236/2014, 7/2016) συμβιβασμού που να καταφάσκουν αυτήν την ευθύνη. Περαιτέρω, δεν προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ζημία των ιδιοκτητριών του απαλλοτριω-θέντος οικοπέδου από την έκδοση οικοδομικής άδειας που κατέστη αδύνατον να υλοποιηθεί, συνδέεται αιτιωδώς με πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Δήμου. Ειδικότερα, δεν αξιολογούνται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, ιδίως η ενδεχόμενη συνυπαιτιότητα των ιδιοκτητριών που γνώριζαν ότι η οικοδομική άδεια αφορούσε ακάλυπτο οικόπεδο ούτε γίνεται εμπεριστατωμένη υπαγωγή αυτών των πραγματικών περιστατικών σε ειδικό κανόνα δικαίου που να περιγράφει κατά τρόπο σαφή τις αρμοδιότητες των δημοτικών οργάνων αναφορικά με τις αποδιδόμενες σ’ αυτά πράξεις ή παραλείψεις (πρβλ. Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 7/2016).