Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Ν.1340/1983

Τύπος: Νόμοι και Διατάγματα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1340/1983
ΦΕΚ: 35/Α/18.03.1983

Τροποποίηση διατάξεων Ν.Δ 714/70  «περί ιδρύσεως Διευθύνσεως Εναερίων Μεταφορών παρά τω Υπουργείω Συγκοινωνιών και οργανώσεως της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας» και συναφών διατάξεων.

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

Ν.Δ.714/1970

Περί ιδρύσεως Διευθύνσεως Εναέριων Μεταφορών παρά τω Υπουργείω Συγκοινωνιών και Οργανώσεως της Υπηρεσίας πολιτικής Αεροπορίας.


ΑΝ 627/1968

Περί Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και συστάσεως παρά τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Διευθύνσεως Προγραμματισμού και Ερευνών.


Ν.588/1977

Περί οργανώσεως των Αστικών Συγκοινωνιών Πρωτευούσης και άλλων τινών διατάξεων


Ν. 641/1977

Περί ιδρύσεως και οργανώσεως Ιατρικών Σχολών και Πανεπιστημιακών Ιατρικών Κέντρων εις τα Πανεπιστήμια Πατρών, Ιωαννίνων και Θράκης, εκτελέσεως έργων εις τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και άλλων τινών διατάξεων.


Ν.788/1978

Περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως διατάξεων του Ν.Δ.397/74 "περί Ταμείων Αλληλοβοηθείας Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας"


Ν.Δ 114/1974

Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν.Δ. 87/1973 «περί ιδρύσεως Πανεπιστημίων εις Θράκην και εις Κρήτην» και επεκτάσεως διατάξεων τινων αυτού εις άπαντα τα Α.Ε.Ι.


Ν. 866/1979

Περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων του Ν.Δ.3721/57 "περί συστάσεως Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ)", ως τροποποιηθέν ισχύει και της κατ'άρθρ.22 τούτου υπογραφείσης συμβάσεως και άλλων τινών διατάξεων


ΕλΣυν/Τμ.4/7/2012

Η φύλαξη των αερολιμένων και των αεροπορικών εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στην ευθύνη της ΥΠΑ δύναται, κατ’ εξαίρεση και υπό προϋποθέσεις, να ανατεθεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφάλειας. Kατά την έννοια δε του άρθρου 24 του ν.δ/τος 714/1970 ως αεροπορική εγκατάσταση νοείται εκείνη που παρουσιάζει ενεργή αεροναυτική δραστηριότητα (βλ. σχετ. εισηγητική έκθεση της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3103/2003 όπου αναφέρεται ότι με τις διατάξεις αυτές επιδιώκεται η ανάληψη από τους οργανισμούς διαχείρισης αερολιμένων ορισμένων θεμάτων ασφαλείας που αφορούν στον έλεγχο επιβατών, αποσκευών, χώρων και εγκαταστάσεων αερολιμένων). Συνακόλουθα, η φύλαξη κτιρίων της ΥΠΑ στα οποία στεγάζονται διοικητικές υπηρεσίες που δεν εξυπηρετούν άμεσα την αεροναυτιλία και τα οποία βρίσκονται εκτός ενεργών αεροπορικών εγκαταστάσεων, δεν δύναται να ανατεθεί σε ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφαλείας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24 του ν.δ/τος 714/1970, αλλά συνιστά εργασία που εμπίπτει στα συνήθη καθήκοντα του προσωπικού της (φυλάκων-νυχτοφυλάκων), όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις της ΥΠΑ.


ΣτΕ/1093/2005

Με την προσφυγή της η αναιρεσείουσα κοινοπραξία προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι, εφ’ όσον το έργο περατώθηκε την 30.1.92 και η Υπηρεσία δεν προέβη, αμέσως, στην έγκριση του πρωτοκόλλου παραλαβής, καθώς και στη σύνταξη του τελικού 12ου Σ.Π., με αποτέλεσμα να μη μπορεί να συντάξει και υποβάλει λογαριασμό για την πληρωμή της, θα έπρεπε η αναθεώρηση των τιμών να υπολογισθεί, σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, όχι με τους συντελεστές του χρόνου εκτελέσεως των εργασιών, όπως έκανε η Υπηρεσία, προβλέποντας στον εν λόγω Σ.Π. ποσό 300.000.000 δραχμών, αλλά με τους συντελεστές του χρόνου πληρωμής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Ν.Δ. 1266/72, ώστε να μη υποστεί ζημία, κυρίως, από τη σημαντική ανατίμηση της αξίας των υλικών και των ημερομισθίων. Το λόγο αυτό της προσφυγής απέρριψε το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, με την προσβαλλόμενη απόφαση, με την αιτιολογία ότι, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις του Ν. 889/79, κρίσιμος χρόνος υπολογισμού της αναθεωρήσεως είναι ο χρόνος εκτελέσεως των εργασιών. Η κρίση, όμως, αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη. Τούτο δε διότι, εν όψει των ως άνω λόγων της προσφυγής, θα έπρεπε το δικαστήριο της ουσίας να εξετάσει αν, πράγματι, το αίτημα της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας προς πληρωμή των ένδικων εργασιών υπεβλήθη, υπαιτιότητι της Διοικήσεως, μετά την πάροδο του αναθεωρητικού τριμήνου του χρόνου εκτελέσεως αυτών και μάλιστα σε χρόνο που, λόγω της, εν τω μεταξύ, επελθούσης μεταβολής των τιμών, η οφειλόμενη από την αναιρεσείουσα κοινοπραξία παροχή κατέστη υπέρμετρα επαχθής, σε βαθμό, που να υπερβαίνει τον, κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, δυνάμενο να αναληφθεί από αυτήν κίνδυνο.


ΣΤΕ/2799/2013

Μεταφράσεις αλλοδαπών εγγράφων:..Επειδή, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 1 π.δ/τος 169/2002, η οποία κάνει λόγο περί μεταφράσεων “για λογαριασμό οποιασδήποτε δημόσιας αρχής”, μεταφράσεις ξενογλώσσων κειμένων, προερχόμενες από πρόσωπα που έχουν αποδεδειγμένα την ιδιότητα του πτυχιούχου του ανωτέρω Τμήματος του ... Πανεπιστημίου (και, συνεπώς, έχουν τύχει εξειδικευμένης, από ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα παρεχομένης εκπαιδεύσεως στο αντικείμενο αυτό), είναι υποχρεωτικώς ληπτέες υπ’ όψιν από τον ... κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, ελλείψει σχετικής, ειδικής ρυθμίσεως σ’ επίπεδο νόμου ή κανονιστικής διοικητικής πράξεως. Και τούτο, διότι δεν μπορεί ερμηνευτικώς να συναχθεί αντίθετο συμπέρασμα, υπέρ του αποκλειστικού δηλαδή χαρακτήρα των ρυθμίσεων του αρ. 53 ν.δ/τος 3026/1954 ή της νομοθεσίας για την Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως ρυθμίσεων περιοριστικών κατά τούτο της επαγγελματικής ελευθερίας αυτής της κατηγορίας προσώπων. Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης του Κώδικα δικηγόρων, αλλά και του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών (που επαναλαμβάνει ταυτόσημες ρυθμίσεις των προϊσχυσάντων σχετικών νομοθετημάτων) δεν είχε υπ’ όψιν του τις εν τω μεταξύ εξελίξεις και την παραγωγή σ’ επαρκή βαθμό εξειδικευμένων επιστημόνων οι οποίοι παρέχουν τα εχέγγυα για την αξιόπιστη άσκηση και αυτής της ειδικώτερης πτυχής της (αρρύθμιστης γενικώς) επαγγελματικής δραστηριότητας του μεταφραστή χωρίς το δημόσιο συμφέρον να διακυβεύεται. Αυτός δε ο ερμηνευτικός χειρισμός των εν λόγω διατάξεων σε σχέση με το άρ. 1 π.δ/τος 169/2002 συμπορεύεται και με την συνταγματικώς κατοχυρωμένη επαγγελματική ελευθερία (άρ. 5 παρ. 1), η οποία είναι δεκτική περιορισμών μόνον αν αυτοί είναι ρητώς εκπεφρασμένοι στον νόμο και – επί πλέον – έχουν τεθεί για την επιδίωξη σκοπού ενεστώτος δημοσίου συμφέροντος. (...)κατόπιν αυτών η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, ν’ ακυρωθεί η προσβαλλομένη πράξη, ν’ απορριφθούν οι λοιποί λόγοι ως αλυσιτελείς, η δε υπόθεση ν’ αναπεμφθεί στην Διοίκηση για νέα, νόμιμη κρίση.