ΝΣΚ/118/2007
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Δεσμευτικότητα αποφάσεως ΑΕΔ. Προϋποθέσεις.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η υπ’ αριθμ. 8/2004 απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου που ερμήνευσε την διάταξη (τυπικού νόμου) του άρθρου 7 παρ.1 του Ν 1266/1972 δεν είναι δεσμευτική για την ερωτώσα Υπηρεσία, ενόψει του διδομένου πραγματικού, σύμφωνα με το οποίο η άρνηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας να εγκρίνει την σχετική πιστοποίηση -ως προς το αιτούμενο κεφάλαιο των τόκων- οριστικοποιήθηκε, λόγω μη ασκήσεως, κατ’ αυτής από τον Ανάδοχο, των από την κείμενη νομοθεσία προβλεπόμενων ενδίκων βοηθημάτων, πριν την δημοσίευση της ανωτέρω αποφάσεως. (πλειοψ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Π.Δ.475/1976
Περί εκτελέσεως του Ν.Δ. 1266/1972 περί εκτελέσεως των δημοσίων έργων.
Καταργήθηκε από την περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν.1418/84, ΦΕΚ 23 Α',
ΝΣΚ/452/2003
Εφαρμογή του προτύπου ΕΛΟΤ 743 στα εκδιδόμενα Ελληνικά διαβατήρια. Δεσμευτικότητα της 2/2003 Οδηγίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η 2/2003 Οδηγία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δεν είναι δεσμευτική για την Διοίκηση. (πλειοψ.)
ΝΣΚ/448/2005
Δεσμευτικότητα και εκτελεστότητα αλλοδαπής διαιτητικής αποφάσεως Διεθνούς Διαιτησίας και συγκεκριμένα της υπ’ αριθ. 4536/2005 αποφάσεως του Δ.Δ.Δ. του Λονδίνου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1. Με την παραδοχή ότι υφίσταται δυνατότητα επικλήσεως και υποχρέωση αποδείξεως της ανυπαρξίας των συνεπειών του δεδικασμένου αλλοδαπής διαιτητικής αποφάσεως από τον τυχόν αμφισβητούντα τούτο: α) Ως προς τις αναγνωριστικές διατάξεις της, η υπ’ αριθ. 4536/2005 απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου του Λονδίνου, είναι δεσμευτική για την εταιρία με την επωνυμία: «Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών Α.Ε.» και β) Κατά την επικειμένη Γενική Συνέλευση πρέπει να θεωρηθεί ως μέτοχος η εταιρία με την επωνυμία: «ABB AG». 2. Ως προς τις καταψηφιστικές διατάξεις της ως άνω αποφάσεως και προκειμένου αυτές να καταστούν εκτελεστές στην Ελλάδα απαιτείται προηγουμένως να αναγνωρισθεί το κύρος της, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 3, 4 και 5 του ΝΔ 4220 της 19/19 Σεπτεμβρίου 1961 «Περί κυρώσεως της εν Νέα Υόρκη την 10ην Ιουνίου 1958 υπογραφείσης συμβάσεως περί αναγνωρίσεως και εκτελέσεως αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων», και να κηρυχθεί εκτελεστή σύμφωνα με τους κανόνες του ημεδαπού δικονομικού δικαίου. (ομοφ.)
ΝΣΚ/236/2001
Δημόσιοι υπάλληλοι. Επίδομα οικογενειακό. ΑΕΔ. Αναδρομικότητα αποφάσεως.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η γνωμοδότηση αποφαίνεται επί των κατωτέρω ζητημάτων, τα οποία ανακύπτουν υπό το πρίσμα της εκδοθείσης υπ αριθμ. 3/2001 αποφάσεως του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) και των διατάξεων των άρθρων 4 παρ.1, 21 παρ.1 και 100 παρ.4 του Συντάγματος 1975, 21 παρ.1 και 51 του Ν 345/1976, 11 (παρ.1 και 6) του Ν 1505/1984 και 12 (παρ.1 και 4) του Ν 2470/1997 : Α. Επί της υποχρεώσεως του Δημοσίου για την καταβολή στους δημοσίους υπαλλήλους του επιδόματος οικογενειακών βαρών του άρθρου 11 παρ.1 του Ν 1505/1984, όπως ίσχυε πριν και μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 4 παρ.1 του Ν 1810/1988, μετά την έκδοση της ανωτέρω αποφάσεως του ΑΕΔ, με την οποία κηρύχθηκε αντισυνταγματική και ανίσχυρη η θέτουσα περιορισμούς προς απόληψη του εν λόγω επιδόματος διάταξη του άρθρου 11 παρ.6 του Ν 1505/1984, όπως ίσχυε πριν και μετά την τροποποίησή της από το άρθρο 52 παρ.1 του Ν 1591/1986. Ειδικότερα, αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις ανυπαρξίας τοιαύτης υποχρεώσεως και οι περιπτώσεις υπάρξεως και η έκτασή της (χρονικό διάστημα και κατηγορίες δικαιούχων που αφορά), επί τη βάσει της δεσμεύσεως που συνεπάγεται η απόφαση του ΑΕΔ και ανάλογα με το αν είχαν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις (αμετάκλητες ή μη, πριν ή μετά την έκδοση της αποφάσεως του ΑΕΔ, αναγνωριστικές ή καταψηφιστικές), αν είχαν ή δεν είχαν ασκηθεί αγωγές ή υποβληθεί αιτήσεις εξωδίκου αναγνωρίσεως απαιτήσεως, που εκκρεμούν κλπ. Β. Επί της τυχόν ανακυπτούσης, μετά την έκδοση της υπ αριθμ. 3/2001 αποφάσεως του ΑΕΔ, υποχρεώσεως του Δημοσίου για την καταβολή της μηνιαίας οικογενειακής παροχής του άρθρου 12 (παρ.1 και 4) του Ν 2470/1997 και στους δύο συζύγους που είναι υπάλληλοι και δη στο ακέραιο χωρίς τους περιορισμούς που θέτουν οι διατάξεις της παρ.4 του ίδιου άρθρου. Επί του ζητήματος αυτού η γνωμοδότηση αποφαίνεται αρνητικά. Γ. Επί της συνταγματικότητας των διατάξεων του άρθρου 12 (παρ.1 και 4) του Ν 2470/1997, όπως η παρ.4 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 21 παρ.1 του Ν 2515/1997, περί χορηγήσεως στους υπαλλήλους, από 1-1-1997 και εφεξής, μηνιαίας οικογενειακής παροχής για την ενίσχυση των οικογενειών τους, ανάλογα και με τον νομικό χαρακτήρα της εν λόγω παροχής (ως γνησίου οικογενειακού επιδόματος ή ως προσαυξήσεως του μισθού τους). Επί του ζητήματος αυτού η γνωμοδότηση, συντασσομένη προς τις σκέψεις των υπ αριθμ. 3/2001 και 6/2001 αποφάσεων του ΑΕΔ και του ΑΠ, αντιστοίχως, αποφαίνεται ότι η μηνιαία οικογενειακή παροχή έχει τον χαρακτήρα προσαυξήσεως του μισθού των υπαλλήλων, οι δε προβλέπουσες την καταβολή της διατάξεις, κατά το μέρος που θέτουν περιορισμούς προς απόληψή της στο ακέραιο, είναι αντίθετες στα άρθρα 4 παρ.1 και 21 παρ.1 του Σ/1975 και ως εκ τούτου ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. Συνακολούθως προς ταύτα, η γνωμοδότηση αποφαίνεται ότι της μηνιαίας οικογενειακής παροχής του άρθρου 12 παρ.1 του Ν 2470/1997 δικαιούνται στο ακέραιο, (δηλαδή χωρίς τους περιορισμούς που θέτουν προς απόληψή της οι διατάξεις της παρ.4 του ίδιου άρθρου) και μάλιστα από 1-1-1997, υπό την επιφύλαξη βεβαίως των διατάξεων περί παραγραφής, οι υπαγόμενοι στις διατάξεις του Ν 2470/1997, οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού αορίστου χρόνου, των οποίων οι αποδοχές ρυθμίζονται από τις διατάξεις του πιο πάνω νόμου, οι υπάλληλοι και δημόσιοι λειτουργοί, που υπάγονται σε ιδιαίτερο μισθολογικό καθεστώς, το οποίο ως προς τη χορήγηση του οικογενειακού επιδόματος παραπέμπει στις διατάξεις του Ν 2470/1997 (π.χ. άρθρα 2 παρ.5, 10 παρ.5, 12 παρ.5 του Ν 2521/1997 : για τους δικαστικούς λειτουργούς, το κύριο προσωπικό του ΝΣΚ και τους ιατροδικαστές, άρθρα 2 παρ.5, 5 παρ.5 του Ν 2606/1998 : για τους διπλωματικούς υπαλλήλους κλπ), ως και οι συνταξιούχοι και βοηθηματούχοι του Δημοσίου γενικώς (άρθρο 5 παρ.6 Ν 2592/1998).
ΝΣΚ/19/2004
Δικηγόροι διοριζόμενοι αυτεπαγγέλτως από τον πίνακα. Δεσμευτικότητα της προβλεπόμενης από τη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 17 του Ν 2721/1999 αυξημένης αμοιβής για την εκκαθαρίζουσα αρχή.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η προβλεπομένη από τη διάταξη της παρ.4 του άρθρου 17 του Ν 2721/1999 αυξημένη αμοιβή στους διοριζόμενους αυτεπαγγέλτως από τον πίνακα δικηγόρους, που ορίζεται με πράξη του Προέδρου του δικαστηρίου ή συμβουλίου ή του ανακριτή, ενόψει της διάρκειας του υπερασπιστικού έργου που ο συνήγορος έφερε σε πέρας, είναι δεσμευτική για την εκκαθαρίζουσα αρχή, ως πράξη δικαστικού οργάνου εκδοθείσα στα πλαίσια της εν γένει δικαιοδοτικής του λειτουργίας.
ΝΣΚ/218/2011
Σύμβαση αναθέσεως δημοσίας υπηρεσίας για την εξυπηρέτηση θαλασσίων δρομολογιακών γραμμών – Δεσμευτικότητα ή μη για τη Διοίκηση εκθέσεως πραγματογνωμοσύνης περί της ταχύτητας του πλοίου – Κυρώσεις αναδόχου για μη εκπλήρωση υποχρεώσεών του.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Έκθεση πραγματογνωμοσύνης, η οποία διενεργήθηκε κατά τη διάρκεια της εκτελέσεως συμβάσεως αναθέσεως δημόσιας υπηρεσίας, ύστερα από εισαγγελική παραγγελία, σύμφωνα με την οποία η ταχύτητα του συμβατικού πλοίου είναι κατώτερη από αυτήν, που απαιτούσε η προκήρυξη του διαγωνισμού, δεν είναι δεσμευτική, αλλά εκτιμάται ελευθέρως από τη Διοίκηση. 2) Πράξεις στις οποίες οφείλει ή δύναται να προβεί η Διοίκηση μετά την υπογραφή της συμβάσεως, εφόσον δεν ικανοποιείται η απαίτηση της προκηρύξεως σε σχέση με την ταχύτητα του πλοίου. (ομοφ.)
ΝΣΚ/238/2002
Ερμηνεία της υπ αριθ. 3729/2000 αποφάσεως του ΣτΕ και δεσμευτικότητα της από 16-1-2002 συμφώνου γνώμης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου Πολιτικών Υπαλλήλων του ΓΕΣ.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Η υπ αριθ. 3729/2000 απόφαση του ΣτΕ δεν δικαιώνει επί της ουσίας τους δώδεκα πολιτικούς υπαλλήλους της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (ΓΥΣ) με την ειδικότητα των Γεωμετρών Τοπογράφων, αναφορικά με το αίτημά τους να μεταταγούν στην κατηγορία ΤΕ, αλλά απλώς αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να παραπέμψει το θέμα στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο Πολιτικών Υπαλλήλων του ΓΕΣ. Περαιτέρω, η γνωμοδότηση του Συμβουλίου αυτού, η οποία ελήφθη στις 16-1-2001, είναι δεσμευτική για τη Διοίκηση, ως σύμφωνη γνώμη κατά την παρ.6 του άρθρου 17 του Ν 1586/1986, με την έννοια ότι εάν το αποφασίζον όργανο κρίνει ότι η πράξη της μετατάξεως πρέπει να εκδοθεί, οφείλει να την εκδώσει κατά το περιεχόμενο της γνωμοδοτήσεως του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Εάν, όμως, διαφωνεί με το περιεχόμενο της γνωμοδοτήσεως μπορεί να απόσχει, ενόψει του χαρακτήρος της μετατάξεως ως μη υποχρεωτικής για τη Διοίκηση υπηρεσιακής μεταβολής του υπαλλήλου, ο οποίος παρέχει και τη σχετική διακριτική ευχέρεια στο αποφασίζον όργανο.
ΝΣΚ/111/2014
Απορρόφηση ανώνυμης εταιρείας από άλλη ανώνυμη εταιρεία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 1297/1972 – Άρση ή μη των φορολογικών απαλλαγών και διευκολύνσεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Εφόσον με τα δεδομένα της 31-8-2008 (ημερομηνία καταχωρήσεως στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών της εγκριτικής αποφάσεως της συγχωνεύσεως, οπότε και ολοκληρώνεται νομικά η συγχώνευση) τόσο το μετοχικό κεφάλαιο της απορροφώσας εταιρείας, στο οποίο δεν περιλαμβάνεται το αποθεματικό από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο πριν από την κεφαλαιοποίησή του όσο και η καθαρή θέση αυτής, στην οποία περιλαμβάνεται το αποθεματικό από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, υπερβαίνουν κατά πολύ το κατά το άρθρο 4 περ.α’ του ν.δ. 1297/1972 απαιτούμενο ελάχιστο όριο του ολοσχερώς καταβεβλημένου κεφαλαίου των 300.000 ευρώ υφ’ οιανδήποτε έννοια και εάν εκληφθεί ο όρος «καταβεβλημένο κεφάλαιο», δηλαδή είτε ότι απηχεί το μετοχικό κεφάλαιο είτε την καθαρή θέση της απορροφώσας, η οικεία συγχώνευση υπήγετο στις απαλλακτικές διατάξεις του ν.δ. 1297/1972 και δεν συντρέχει περίπτωση άρσεως των φορολογικών απαλλαγών και διευκολύνσεων. (πλειοψ.) Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με την υπ' αριθ. 371/2013 γνωμ. Β΄ Τμήματος ΝΣΚ. Έγινε αποδεκτή η γνώμη της πλειοψηφίας.
ΣτΕ/2369/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: «Αποπεράτωση νέας Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών» (...)Η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε το ανωτέρω αίτημα ως αβάσιμο, με την αιτιολογία ότι εν προκειμένω ο καθορισμός των δικαιουμένων από την αναιρεσείουσα τόκων υπερημερίας κρίθηκε αμετακλήτως με την υπ’ αριθ. 416/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, κατόπιν τηρήσεως εκ μέρους της αναιρεσείουσας της ενδικοφανούς διαδικασίας, ήτοι ασκήσεως ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας, κατά την οποία, όπως και με την από 31.3.1995 προσφυγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση αυτή, αξίωσε, όπως συνομολογεί και η ίδια με την ένδικη προσφυγή της (βλ. σελίδα 26), την καταβολή σ’ αυτήν τόκων υπερημερίας επί του κεφαλαίου της πιστοποιήσεως βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 1947/1991·η δε υπ’ αριθ. 417/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, την οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα, δεν αναφέρεται στον προσδιορισμό τόκων υπερημερίας, αλλά στην έγκριση του από 17.12.1993 πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής των εργασιών, ενώ, κατά τα άρθρα 14 του ν.δ/τος 1266/1972 και 53 και 55 του π.δ/τος 475/1976, η Επιτροπή Παραλαβής ελέγχει ποσοτικώς και ποιοτικώς τους εκτελεσθείσες εργασίες και δεν αναγνωρίζει δικαιούμενους τόκους υπερημερίας. Η ανωτέρω κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, ο δε λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα της εκτιμήσεως από το δικάσαν δικαστήριο του περιεχομένου της υπ’ αριθ. 417/1998 προγενέστερης αποφάσεώς του, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΝΣΚ/106/2022
Ερωτάται: α) Ποιες οι διατάξεις που διέπουν το Ίδρυμα «Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων-Φιλανθρωπικά Ιδρύματα Ληξουρίου» και β) ποιες οι εφαρμοστέες διατάξεις στην περίπτωση της τροποποίησης του Οργανισμού του Ιδρύματος.(...)Επί μεν του πρώτου ερωτήματος, το οποίο αφορά σε γενικότερο ζήτημα των εφαρμοστέων διατάξεων επί των φιλανθρωπικών σωματείων και ιδρυμάτων, για το οποίο δεν παρατίθεται αντίστοιχο προς το ερώτημα αυτό ιστορικό και σχετικός προβληματισμός που βάσει αυτού απασχολεί την ερωτώσα Υπηρεσία για το συγκεκριμένο φιλανθρωπικό ίδρυμα, το Στ΄ Τμήμα απέχει να γνωμοδοτήσει, επί του δευτέρου δε ερωτήματος γνωμοδοτεί, ότι η τροποποίηση του Οργανισμού του Ιδρύματος που αναφέρεται στο ερώτημα θα λάβει χώρα σύμφωνα με το ισχύον ν.δ. 1111/1972 «Περί Φιλανθρωπικών Σωματείων», αρκεί δε προς τούτο μόνον η υπογραφή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ως καθ’ ύλην αρμοδίου) για την πρόταση έκδοσης σχετικού προεδρικού διατάγματος (ομόφωνα).