×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/125/2011

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Κληροδότημα άμεσης διαχείρισης του Υπουργείου Οικονομικών – Εκχώρηση απαιτήσεων (εργολαβικού ανταλλάγματος) σε βάρος εσόδων αυτού – Ακυρότητα ή μη αυτής.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η εκχώρηση, σε Τράπεζα, απαιτήσεων (εργολαβικού ανταλλάγματος) προερχομένων από πόρους κληροδοτήματος άμεσης διαχείρισης του Υπουργείου Οικονομικών είναι απολύτως άκυρη, κατά τα άρθρα 175 και 180 ΑΚ, ως αντικειμένη στο άρθρο 10 του Ν 3263/2004 (ήδη άρθρο 53 παρ. 11 εδ. α΄ Ν 3669/2008), εφόσον έγινε πριν την έγκριση των σχετικών πιστοποιήσεων από την κατασκευή του έργου, ανεξαρτήτως της ακυρότητας της εκχωρήσεως αυτής, λόγω μη τηρήσεως των διατυπώσεων του άρθρου 95 του Ν 2362/1995. (ομοφ.)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΠΟΛ.1058/2018

«Κοινοποίηση της υπ’ αριθμ. 287/2017 Γνωμοδότησης του ΝΣΚ σχετικά με την δικαστική εκχώρηση εργολαβικού ανταλλάγματος.(ΑΔΑ:6Ψ4Β46ΜΠ3Ζ-9ΗΞ)


ΝΣΚ/184/1999

Δημόσια έργα. Δυνατότητα και προϋποθέσεις του κυρίου του έργου περιορισμού του ποσού του εργολαβικού ανταλλάγματος, το οποίο μπορεί να εκχωρήσει ο ανάδοχος κατασκευής ενός δημοσίου έργου σε Τράπεζες ή Ν.Π.Δ.Δ. α) Αν κατά τη διάρκεια κατασκευής ενός δημοσίου έργου ο ανάδοχος προέβη στην εκχώρηση του εργολαβικού ανταλλάγματος σε αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Ν.Π.Δ.Δ. και τηρώντας τη νόμιμη διαδικασία ανήγγειλε αυτή στο Δημόσιο, οι εργαζόμενοι στην κατασκευή του έργου ή οι προμηθευτές υλικών δεν μπορούν να επιτύχουν την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους, με την προβλεπόμενη από τα άρθρα 4 και 5 του Ν.4694/30 διαδικασία, αν η αναγγελία της κατασχέσεως εις χείρας του Δημοσίου ως τρίτου έλαβε χώρα μετά την αναγγελία της εκχωρήσεως. β) Αντιθέτως, αν η αναγγελία της κατασχέσεως εις χείρας του Δημοσίου (ως τρίτου) από τους εργαζομένους στην κατασκευή του έργου ή τους προμηθευτές υλικών, προηγήθηκε της αναγγελίας της εκχωρήσεως, το Δημόσιο υποχρεούται να καταβάλλει στους κατασχόντες, ολόκληρο το ποσό του εργολαβικού ανταλλάγματος το οποίο (τυχόν) όφειλε στον ανάδοχο κατά τον παραπάνω χρόνο, αν ήταν μικρότερο από το αντίστοιχο για το οποίο έγινε η κατάσχεση, άλλως το ποσό για το οποίο έγινε η κατάσχεση. γ) Ειδικά, οι αποδοχές των εργαζομένων οι οποίοι απασχολούνται στην κατασκευή του έργου, για τις οποίες συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 34 παρ.7 του ΠΔ 609/85, ικανοποιούνται απευθείας από τον κύριο του έργου, αν ο ανάδοχος δεν προβεί στην εξόφλησή τους, εντός δεκαπέντε ημερών, από τη γνωστοποίηση της σχετικής όχλησης των εργαζομένων από τον κύριο του έργου προς τον ανάδοχο, ανεξαρτήτως της προηγηθείσας αναγγελίας της εκχωρήσεως του εργολαβικού ανταλλάγματος σε Τράπεζα ή Ν.Π.Δ.Δ., υπό την αυτονόητη βέβαια προϋπόθεση, ότι υπάρχει οφειλή του κυρίου του έργου εκ της κατασκευής του. 2. Για τον προσδιορισμό (και περιορισμό) του ποσού του εργολαβικού ανταλλάγματος το οποίο (μόνο) μπορεί να εκχωρηθεί σε Τράπεζες ή Ν.Π.Δ.Δ. από τον ανάδοχο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να πρόκειται για "ειδικό έργο" ή "ειδική κατηγορία έργων" να προηγηθεί γνωμοδότηση του Συμβουλίου Δημοσίων Εργων, και να εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Δημοσίων Εργων με την οποία να καθορίζεται το ποσό αυτό κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων και ο σχετικός όρος να περιληφθεί στα τεύχη δημοπράτησης.

ΝΣΚ/161/2005

Κοινοτικές επιδοτήσεις – Εκχώρηση – Αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. – Ακατάσχετο.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
α) Μετά την έναρξη ισχύος του Ν 3147/2003 και την προσθήκη περίπτωσης ε στην παράγραφο 2 του άρθρου 982 Κ.Πολ.Δ. οι εκ μέρους δανειστών δικαιούχου κοινοτικών ενισχύσεων ή επιδοτήσεων, επιβαλλόμενες κατασχέσεις στα χέρια του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. ως τρίτου απαιτήσεων εκ κοινοτικών ενισχύσεων/επιδοτήσεων ή οι αναγγελίες εκχωρήσεως τέτοιων απαιτήσεων είναι άκυρες και νόμιμα ο Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. αρνείται την προς αυτούς (δανειστές) καταβολή. β) Σε περίπτωση άσκησης, εκ μέρους των ως άνω δανειστών, ενδίκων βοηθημάτων κατά του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. και της άρνησής του να καταβάλει (λόγω του ακατασχέτου και ανεκχωρήτου των στα χέρια του ευρισκομένων απαιτήσεων του δικαιούχου των επιδοτήσεων/ ενισχύσεων), ο Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. θα πρέπει να αναμένει την έκδοση δικαστικής απόφασης που θα επιτρέπει την καταβολή των επίδικων ποσών.


ΝΣΚ/465/1999

Γεωργία. Κοινοτικοί Κανονισμοί. Οικονομικές ενισχύσεις. Επιτρεπτό ή μη κατασχέσεως αυτών στα χέρια τρίτου και προσκομιδή ή μη αποδεικτικού ενημερότητος για την είσπραξή τους.Είναι επιτρεπτή η υπό του Ελληνικού Δημοσίου κατάσχεση στα χέρια της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος ΑΕ, ως τρίτης, των προβλεπομένων από τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 2078/1992 του Συμβουλίου οικονομικών ενισχύσεων στους κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, οι οποίες εντάχθηκαν στο πρόγραμμα μακροχρονίου παύσεως της καλλιέργειας γεωργικών γαιών του Κανονισμού αυτού. Για την υπό του δικαιούχου είσπραξη της εν λόγω οικονομικής ενισχύσεως, απαιτείται η προσκομιδή αποδεικτικού ενημερότητος για χρέη και φορολογικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο. [Περαιτέρω, η γνωμοδότηση, ανατρέχουσα σε σειρά γνωμοδοτήσεων του Ν.Σ.Κ. (Ολομελείας και Τμημάτων), αναφέρεται και γενικότερα στο ζήτημα του επιτρεπτού ή μη της κατασχέσεως στα χέρια τρίτου, της εκχωρήσεως και του συμψηφισμού απαιτήσεων ιδιωτών προερχομένων εκ κοινοτικών επιδοτήσεων ή άλλης φύσεως ενισχύσεων, ως και στο ζήτημα αν για την είσπραξη απαιτήσεων τοιαύτης φύσεως αποτελεί ή όχι προϋπόθεση η προσκομιδή αποδεικτικού ενημερότητος].


ΝΣΚ/188/2001

Εκχώρηση απαιτήσεων προς το Ελληνικό Δημόσιο από τον αγοραστή των μετοχών της Τράπεζας Κρήτης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Οι επισφαλείς απαιτήσεις της Τράπεζας Κρήτης, που ήδη έχουν περιέλθει στη EFG EUROBANK μπορούν, μετά την εκχώρησή τους προς το Δημόσιο κατά τους όρους της από 25.9.1998 Σύμβασης, να βεβαιωθούν στις αρμόδιες ΔΟΥ ως δημόσια έσοδα και στη συνέχεια να επιδιωχθεί η είσπραξή τους κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, χωρίς να απαιτείται καμιά απολύτως νομοθετική ρύθμιση προς τούτο, αφού όμως έχει προηγηθεί η κατά το άρθρο 460 ΑΚ αναγγελία της εκχωρήσεως αυτής προς τους οφειλέτες. Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 79 του Ν 2362/95 είναι επιτρεπτή η σύναψη συμβάσεων από τις οποίες απορρέουν υποχρεώσεις σε βάρος του Δημοσίου καταρχάς όταν οι συμβάσεις αυτές προβλέπονται σε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, περαιτέρω δε και όταν δεν υφίσταται τέτοια πρόβλεψη, η σύναψή τους όμως είναι αναγκαία και πρόσφορη για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών μιας υπηρεσίας ή για την πραγματοποίηση συγκεκριμένων δημόσιων σκοπών οι οποίοι είτε ρητά διατυπώνονται σε νόμο (περιλαμβανομένης και της κοινοτικής νομοθεσίας) ή σε κανονιστική πράξη, είτε συνάγονται από το περιεχόμενο αυτών. Επομένως η σύμβαση διάθεσης από το Δημόσιο έναντι (μειωμένου) τιμήματος επισφαλών απαιτήσεων της Τράπεζας Κρήτης κατά τρίτων οι οποίες θα εκχωρηθούν στο Δημόσιο δεν μπορεί να συναφθεί νόμιμα, δεδομένου ότι ούτε προβλέπεται από γενική ή ειδική διάταξη, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι η αναγκαιότητα σύναψής της απορρέει από το σκοπό κάποιου νόμου, δεδομένου μάλιστα ότι το Δημόσιο για την είσπραξη των απαιτήσεών του διαθέτει και χρησιμοποιεί δικό του εισπρακτικό μηχανισμό, ο οποίος διέπεται και από ειδική νομοθεσία. (πλειοψ.)


ΣτΕ/251/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:ζητείται η αναίρεση της 2421/2013 Eπειδή, με τα δεδομένα που έχουν εκτεθεί, η παραπάνω κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου δεν παρίσταται ορθή, διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκέψη 7), η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία ακόμη και μετά την ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και εν συνεχεία να αρνηθεί, ρητώς ή σιωπηρώς, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως, ήδη καταβληθέντα ποσά του λογαριασμού, αν μετά από επανέλεγχο αυτού διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο, στον ανάδοχο (πρβλ. και ΣτΕ 582/2010, 450/2012). Νομίμως δε η Διοίκηση αφαιρεί από επόμενο λογαριασμό ποσά, τα οποία είχαν ήδη καταβληθεί αχρεωστήτως ή μη νομίμως βάσει προηγουμένων λογαριασμών, εφόσον, βεβαίως, όσον αφορά την αφαίρεση αυτή, δεν έχει συμπληρωθεί ο προβλεπόμενος από τις κείμενες διατάξεις χρόνος παραγραφής της αξίωσης του κυρίου του έργου προς αναζήτηση τέτοιων ποσών, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως ήδη καταβληθέντων (βλ. και τη νεότερη διάταξη του άρθρου 134 παρ. 3 του ν. 4070/2012 -Α΄ 82-, με την οποία ρητώς πλέον προβλέπεται η αφαίρεση από νεότερο λογαριασμό ποσών που δεν αντιστοιχούν σε εγκεκριμένες επιμετρήσεις ή αφορούν σε λάθη εγκεκριμένων λογαριασμών). Κατόπιν αυτών, νομίμως προέβη, εν προκειμένω, η Διοίκηση στα πλαίσια ελέγχου του επιδίκου έργου δια της Διαχειριστικής Αρχής ΠΕΠ Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας ,σε επανέλεγχο των λογαριασμών, και περαιτέρω, αφού διαπίστωσε, με βάση την από 5.5.2008 έκθεση Διαχειριστικού ελέγχου ότι είχαν καταβληθεί αχρεωστήτως ποσά που αφορούσαν ποσότητες και δαπάνη εργασιών που είχαν πιστοποιηθεί με τους εγκριθέντες 4ο, 5ο και 6ο λογαριασμούς, νομίμως κατ' αρχήν, αποφάσισε, για λόγους άλλωστε και οικονομίας ενεργειών, την αφαίρεση των εν λόγω ποσών από τους επίδικους ρητώς μεν εγκριθέντες, αλλά μη εισέτι, εξοφληθέντες 7ο και 8ο λογαριασμούς έστω και αν δεν απέδωσε εκ των υστέρων ειδικώς πλημμέλειες σ' αυτούς. Σύμφωνα όμως με τη γνώμη που υποστήριξε η Σύμβουλος Β. Πλαπούτα, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του αρθρ. 5 παρ. 8 (ήδη 10) του ν. 1418/84 και 40 του π.δ. 609/1985, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, κάθε πιστοποίηση-λογαριασμός είναι αυτοτελής ως προς τα ποσά που περιλαμβάνει και συνεπώς αν δεν αμφισβητηθεί με τα προβλεπόμενα από το νόμο διοικητικά μέσα και ακολούθως με προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, καθίσταται οριστική και οι εξ αυτής απορρέουσες αξιώσεις δεν μπορούν να προβληθούν εξ αφορμής μεταγενέστερης πιστοποίησης, (βλ. ΣτΕ 101/2014, 1455/2013, 615/2013, 4179/2011, 3232/1998 πρβλ. ΣτΕ 15/2012, 74/1992 επταμ.). Εξάλλου, οι λογαριασμοί συντάσσονται ανακεφαλαιωτικά, τούτο δε αποσκοπεί στη λογιστική απεικόνιση των οφειλομένων και καταβαλλομένων έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος ποσών και δεν αίρει την αυτοτέλεια τους. Ειδικότερα, από κάθε νεότερο λογαριασμό αφαιρούνται τα ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί στον ανάδοχο (ΣτΕ 615/2013, 3232/1998), ενώ τα ποσά που αντιστοιχούν σε απαιτήσεις του κυρίου του έργου, αφαιρούνται μόνον εφόσον οι απαιτήσεις αυτές είναι εκκαθαρισμένες (ΣτΕ 615/2013). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των παρ. 8 και 9 του εν λόγω π.δ.609/1985 συνάγεται ότι όλες οι πληρωμές προς τον ανάδοχο κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου αποτελούν καταβολές έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος, του οποίου η εκκαθάριση, όπως και όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εκτέλεση της σύμβασης, διενεργείται μετά την οριστική παραλαβή του έργου, με τον τελικό λογαριασμό αυτού (ΑΠ 1026/2015). Συνεπώς κατά τη γνώμη αυτή, ορθά έκρινε το δικάσαν δικαστήριο, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, ότι η Υπηρεσία δεν μπορούσε να αρνηθεί την εξόφληση των επίδικων (με αριθμ. 7 και 8) πιστοποιήσεων επικαλούμενη πλημμέλειες όχι αυτών των ίδιων αλλά προγενεστέρων πιστοποιήσεων του έργου, ως προς τις οποίες μέχρι τότε δεν είχε εγερθεί αμφισβήτηση ενώπιον της Διοικήσεως ή αρμοδίου δικαστηρίου, και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως.


ΝΣΚ/129/2013

Έργα κατασκευής φραγμάτων – Δυνατότητα απευθείας πληρωμής ή μη των αποδοχών των εργαζομένων του αναδόχου από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία κατ’ άρθρ. 37 παρ. 9 Ν. 3669/2008 – Προϋποθέσεις.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
α) Οι αποδοχές των εργαζομένων του αναδόχου, μέχρι το πολύ τριών μηνών πριν από τη γραπτή όχλησή τους, μπορούν να αφαιρεθούν από μελλοντικό λογαριασμό (έναντι του μελλοντικού λαβείν του εργολάβου), μέσω της διαδικασίας εγκρίσεώς του από την Διευθύνουσα Υπηρεσία. (ομοφ.) β) Η ικανοποίηση των εργατικών απαιτήσεων δύναται να γίνει εκ του ποσού του εργολαβικού ανταλλάγματος, το οποίο είναι ελευθέρως διαθέσιμο από τον ανάδοχο και δεν έχει εκχωρηθεί. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν μπορεί να συμψηφίσει τα ποσά των οφειλόμενων προς τους εργαζομένους με προηγούμενους εγκεκριμένους λογαριασμούς του αναδόχου, αλλά δύναται να τα αφαιρέσει κατά την εκκαθάριση μελλοντικών λογαριασμών. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 37 παρ. 9 Ν.3669/2008, για την πληρωμή από την Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου, η πληρωμή τους είναι ανεξάρτητη από την έλλειψη φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας του αναδόχου, δικαιολογητικών απαραιτήτων για την είσπραξη από τον ανάδοχο εγκεκριμένου λογαριασμού. (ομοφ.) γ) Εκτός από την γραπτή όχληση των ενδιαφερομένων δεν τίθεται από το νόμο άλλη προϋπόθεση για δική τους ενέργεια. (ομοφ.)


ΣΤΕ/1644/2022

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 8 και 9 του άρθρου 53 του, κυρωθέντος με τον ν.3669/2008 Κώδικα της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων που προπαρατέθηκαν (σκέψη 8), προκύπτει ότι η πληρωμή στον ανάδοχο του εργολαβικού ανταλλάγματος γίνεται τμηματικά, με βάση τις πιστοποιήσεις των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί, ότι η πραγματοποίηση τόσο των τμηματικών πληρωμών όσο και της οριστικής πληρωμής του εργολαβικού ανταλλάγματος, καθώς και η εκκαθάριση όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εργολαβική σύμβαση, γίνεται με βάση τους λογαριασμούς και τις πιστοποιήσεις, ότι μετά τη λήξη κάθε μήνα ή άλλης χρονικής περιόδου που τυχόν ορίζει η σύμβαση για τις τμηματικές πληρωμές, ο ανάδοχος συντάσσει λογαριασμό των οφειλόμενων σε αυτόν ποσών από εργασίες που εκτελέσθηκαν, ότι οι λογαριασμοί συντάσσονται από τον ανάδοχο και υποβάλλονται προς έγκριση στη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία τους ελέγχει και τους διορθώνει όταν απαιτείται, μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τους, ότι οι εγκρινόμενοι (ρητώς ή σιωπηρώς) από τη διευθύνουσα υπηρεσία λογαριασμοί αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί και ότι αν η πληρωμή τους καθυστερήσει πέρα από ένα (1) μήνα από τη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου ή του μελετητή, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από τον χρόνο υποβολής της, τόκος υπερημερίας. Κατά συνέπεια, οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση του αναδόχου και, σύμφωνα με τα ήδη κριθέντα (βλ. ανωτ. ΣτΕ 251/2017, 1081-3/2020), ανακύπτει αντίστοιχη υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή τους, χωρίς να μπορεί να εξετασθεί η νομιμότητά τους, το πρώτον, βάσει των απόψεων της Διοικήσεως επί της σχετικής αγωγήςֹ ο δε ανάδοχος δικαιούται τόκων υπερημερίας εάν ο κύριος του έργου καθυστερήσει, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, να ενεργήσει την πληρωμή με βάση πιστοποίηση που υποβλήθηκε προς έγκριση. Περαιτέρω, όμως, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ανωτέρω άρθρου 39 παρ. 7 του ν. 2065/1992, καθώς και του άρθρου 26 ν. 1882/1990, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 παρ. 2 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), που υπηρετούν σοβαρό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τη διασφάλιση της εκπλήρωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων προς το Δημόσιο (βλ. και ΣτΕ 1311/2017), για την πληρωμή όλων των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων των επιχειρήσεων κατά του Δημοσίου, ν.π.δ.δ., δήμων και κοινοτήτων, απαιτούνται βεβαιώσεις φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, επί υπάρξεως δε σχετικών οφειλών, προβλέπεται η διάθεση («παρακράτηση και απόδοση») προς τούτο των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων. Κατά συνέπεια, ναι μεν σε περίπτωση έγκρισης των λογαριασμών για εκτελεσθείσες εργασίες δημοσίου έργου, οι οποίοι δεν αμφισβητούνται, ο ανάδοχος δικαιούται τα αναφερόμενα σ’ αυτούς ποσά και δημιουργείται, κατ’ αρχήν, υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή τους, η πληρωμή, όμως, αυτή τελεί υπό την αίρεση της προηγούμενης προσκόμισης βεβαιώσεων φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, ενώ δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων ποσών για όλο το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη του αναδόχου να υποβάλει τις κατά τα ανωτέρω βεβαιώσεις. (ανωτ. ΣτΕ   1505/2015).Επομένως, εν προκειμένω, εφόσον δεν είχαν συνυποβληθεί με τους επίμαχους λογαριασμούς βεβαιώσεις φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας που να βεβαιώνουν την ανυπαρξία κατά νόμον οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, το γεγονός αυτό δεν αναιρούσε μεν την κατ’ αρχήν υποχρέωση του αναιρεσείοντος Δήμου για την πληρωμή των εν λόγω λογαριασμών, εξαρτούσε, όμως, την εξόφλησή τους από την υποβολή των ανωτέρω βεβαιώσεων. Συνεπώς, έσφαλε το διοικητικό εφετείο που έκρινε, κατά τα προεκτεθέντα, ότι ήταν νομικά αδιάφορη η προσκόμιση των ως άνω δικαιολογητικών προκειμένου να εξοφληθούν οι ένδικοι λογαριασμοί, για τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει, κατά το μέρος τούτο, να αναιρεθεί.


ΣΤΕ/1505/2015

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, με την από 4.8.2005 σύμβαση, η οποία συνήφθη κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα τεχνική εταιρεία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Οδοσήμανση Οδικού Επαρχιακού Δικτύου», σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984 και του π.δ/τος 609/1985. Στις 30.6.2006 υπεγράφη η 1η συμπληρωματική σύμβαση, λόγω υπερβάσεως του συμβατικού αντικειμένου του έργου. Στα πλαίσια των ανωτέρω συμβάσεων, στις 29.9.2006 υποβλήθηκε ο 4ος λογαριασμός του έργου, ποσού 204.049,91 ευρώ. Στις 6.10.2006 εγκρίθηκε από τη διευθύνουσα υπηρεσία το ένα μόνον αντίγραφο του εν λόγω λογαριασμού, προς διευκόλυνση της αναιρεσειούσης, ώστε να προβεί σε ενεχυρίαση – εκχώρηση της απαιτήσεώς της από τον ως άνω λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.». Για την εν λόγω εκχώρηση συνήφθη η από 19.10.2006 σύμβαση μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ως άνω Τραπέζης προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Κατά τον ίδιο τρόπο, στις 17.1.2007 υποβλήθηκε ο 5ος λογαριασμός του έργου, ποσού 142.704,92 ευρώ, εγκρίθηκε στις 19.1.2007 το ένα μόνον αντίγραφο αυτού από τη διευθύνουσα υπηρεσία και με την από 2.2.2007 σύμβαση εκχωρήσεως λόγω ενεχύρου, μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ίδιας Τραπέζης, ενεχυριάσθηκε η ως άνω απαίτηση του 5ου λογαριασμού, προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό προς την αναιρεσείουσα. Με την αγωγή της η αναιρεσείουσα ζήτησε την αναγνώριση της καταβολής των ως άνω ποσών, προσαυξημένων με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από της επιδόσεως της αγωγής, υποστηρίζοντας ότι η απαίτησή της για την εξόφληση των δύο ανωτέρω λογαριασμών, συνολικού ποσού 346.754,83 ευρώ, είναι, μετά τη θεώρηση – έγκριση αυτών από τη διευθύνουσα υπηρεσία, βεβαία και εκκαθαρισμένη και, επομένως, έπρεπε οι εν λόγω λογαριασμοί να εξοφληθούν εντός διμήνου από την υποβολή τους ή εντός μηνός από την έγκριση και θεώρησή τους, ήτοι από τις 7.11.2006 και 20.2.2007, αντιστοίχως. Με τα ως άνω δεδομένα, το Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: «Επειδή σε περίπτωση ενεχυριάσεως απαιτήσεως (προς εξασφάλιση απαιτήσεως ανωνύμου εταιρίας με αιτία αλληλόχρεο λογαριασμό), μετά την αναγγελία της εκχωρήσεως της απαιτήσεως στον οφειλέτη αποκόπτεται κάθε δεσμός του τελευταίου με τον εκχωρητή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην 5η σκέψη. Όταν όμως υφίστανται οφειλές του εκχωρητή προς το ΙΚΑ, εκχώρηση της απαιτήσεως που συναρτάται με τις οφειλές αυτές δεν ισχύει, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992. Εν προκειμένω, προκύπτει ότι η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία, εκχώρησε τις απαιτήσεις της από τον 4ο και 5ο λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.», χωρίς να καταβάλει τις οφειλές της προς το ΙΚΑ, ή τουλάχιστον χωρίς να αποδεικνύει ότι δεν έχει σχετικές οφειλές, αφού δεν προσκομίζει αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας. Περαιτέρω, η καταβολή του ανωτέρω ποσού και πριν από την ενεχυρίαση της σχετικής απαιτήσεως και μετά, δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Επομένως, εφόσον δεν καθίσταται γνωστό στο δικαστήριο, εάν εχώρησε νόμιμη ή όχι εκχώρηση των ανωτέρω απαιτήσεων για καταβολή των ανωτέρω ποσών των δύο λογαριασμών (4ου και 5ου) και μόνο υπό την εκδοχή ότι η ενάγουσα νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση αγωγής, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί και ως προς την κύρια απαίτησή της, για καταβολή των ποσών των δύο πιο πάνω λογαριασμών, αφού πληρωμή λογαριασμών δεν χωρεί, χωρίς την εξόφληση των αντιστοιχουσών εισφορών και επιβαρύνσεων προς το Ίδρυμα, η δε ενάγουσα δεν απέδειξε ότι δεν υφίστανται οι παραπάνω οφειλές αυτής προς το Ίδρυμα. Τέλος, εφόσον η τελευταία δεν προσκομίζει το σχετικό αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου –Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ροδόπης– για τη μη πληρωμή του 4ου και 5ου λογαριασμού του παραπάνω έργου και κατά συνέπεια, δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς καταβολή τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη της ενάγουσας αναδόχου να υποβάλλει την κατά τα ανωτέρω απόδειξη για καταβολή των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών». Επειδή, η αναιρεσείουσα προβάλλει, ειδικότερα, ότι η προπαρατεθείσα κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου είναι αναιρετέα, διότι, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η μη υποβολή εξαρχής από την ανάδοχο της ασφαλιστικής και φορολογικής της ενημερότητας δεν δύναται να θεμελιώσει υπαιτιότητά της για τη μη πληρωμή, αφού δεν προκύπτει από τις εν λόγω διατάξεις ότι η ανάδοχος είναι υποχρεωμένη να συνυποβάλει τις ως άνω ενημερότητες με τις σχετικές πιστοποιήσεις προς πληρωμή, αλλά τουναντίον η ανάδοχος έχει την ευχέρεια να τις υποβάλει μεταγενεστέρως και μάλιστα μετά την οριστικοποίηση των πληρωτέων ποσών, οπότε και θα γνωρίζει το ύψος των σχετικών ποσών που πρέπει να αποδοθούν στους τρίτους. Σύμφωνα, όμως, με τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη, εφόσον, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, οι επίδικοι λογαριασμοί δεν συνοδεύονταν από τις, απαραίτητες κατά το νόμο για την πληρωμή τους, βεβαιώσεις ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας, δεν γεννήθηκε υποχρέωση της αναιρεσίβλητης προς πληρωμή τους. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί ο ως άνω λόγος ως αβάσιμος.