ΝΣΚ/16/2024
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ερωτάται εάν μπορούν να ανακληθούν χρηματικές παρακαταθήκες που συστήθηκαν με τον όρο απόδοσης στον δικαιούχο που θα αναγνωριστεί με δικαστική απόφαση, για μερικές από τις οποίες υπάρχει πρωτόδικη κρίση ότι η παρακατάθεση δεν είναι νόμιμη.(..)Είναι κατά νόμο δυνατή η ανάκληση χρηματικών παρακαταθηκών που συστήθηκαν με τον όρο απόδοσης στον δικαιούχο που θα αναγνωριστεί με δικαστική απόφαση εφόσον δεν υπάρχει κώλυμα απόδοσης, για όσες, όμως, από αυτές υπάρχει πρωτόδικη κρίση ότι η παρακατάθεση δεν είναι νόμιμη δύνανται να ανακληθούν μόνο μετά την τελεσιδικία της κρίσης αυτής (κατά πλειοψηφία).
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/104/2014
Υποχρέωση ή μη συμμόρφωσης του Τ.Π. & Δανείων σε τελεσίδικη δικαστική απόφαση με την οποία αναγνωρίζεται ως δικαιούχος χρηματικής παρακαταθήκης η «Ε…….Α.Ε.» και απόδοσης του συνόλου αυτής στην καθολική της διάδοχο «Α……Α.Ε.».(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Το Τ.Π. & Δανείων, δεσμευόμενο από τον όρο που τίθεται στο γραμμάτιο σύστασης χρηματικής παρακαταθήκης για την απόδοσή της σε όποιον αναγνωριστεί δικαιούχος με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, υποχρεούται εφόσον διαπιστώσει την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης να αποδώσει στον αναγνωρισθέντα με αυτήν δικαιούχο ή σε αυτόν που θα υπεισέλθει στη θέση του ως καθολικός διάδοχος, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση της νομιμοποίησής του. (ομοφ.)
ΝΣΚ/274/2000
Τελωνειακή νομοθεσία - δασμοί. Επανέκδοση πράξεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω ακυρώσεώς του (δικαστικώς) για νομική πλημμέλεια. Συντελεστής ΕΦΚ νέας πράξης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Στην περίπτωση ακυρώσεως με πρωτόδικη δικαστική απόφαση καταλογιστικής πράξεως επιβολής πολλαπλού τέλους, επιβληθέντος από τελωνειακή αρχή λόγω παρανόμου κυκλοφορίας στην επικράτεια αυτοκινήτου κοινοτικής προελεύσεως από πρόσωπο μη δικαιούχο, με την αιτιολογία (ακυρώσεως) το εσφαλμένο του υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ), που αποτελεί στοιχείο της βάσης προσδιορισμού του πολλαπλού τέλους, οι συντελεστές που είναι πρέπει να ληφθούν υπόψη για την επαναχρέωση του πολλαπλού τέλους, είναι οι συντελεστές που ίσχυαν για τα όμοια καινουργή αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, όπως δέχεται η ακυρωτική του τέλους δικαστική απόφαση, σε εκτέλεση της οποίας επανεκδίδεται η πράξη.
ΝΣΚ/20/2019
Εάν νομίμως αντιμετωπίζεται η κατάσχεση απαιτήσεων στα χέρια του Ελληνικού Δημοσίου, ως τρίτου, ως αυτοδίκαιη αναγκαστική εκχώρηση της κατασχόμενης απαίτησης στον κατασχόντα και εάν, συνεπώς, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί προσκόμισης αποδεικτικού ενημερότητας τόσο από τον εκχωρητή ή ενεχυράσαντα όσο και από τον εκδοχέα ή ενεχυρούχο δανειστή, κατά τον χρόνο της απόδοσης των απαιτήσεων.Νομίμως αντιμετωπίστηκε από τη Φορολογική Διοίκηση η κατάσχεση, που επιβλήθηκε από τον δανειστή της απαίτησης σε βάρος του οφειλέτη του εις χείρας του Ελληνικού Δημοσίου, ως τρίτου, των απαιτήσεων του καθού η κατάσχεση κατά του τρίτου, μετά την νόμιμη και εμπρόθεσμη καταφατική δήλωση του Ελληνικού Δημοσίου και την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης, με την οποία έγινε δεκτή στο σύνολό της η τακτική αγωγή του κατασχόντος κατά του καθού για την κύρια απαίτηση, ως αυτοδίκαιη αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσας απαίτησης από τον καθού η κατάσχεση δικαιούχο της στον κατασχόντα και, συνεπώς, νομίμως ζητήθηκε από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. αποδεικτικό ενημερότητας τόσο από τον κατασχόντα όσο και από τον καθού η κατάσχεση, κατά τον χρόνο πληρωμής της απαίτησης (πλειοψ.)
ΕλΣυν/Τμ.1/149/2013
Εκτέλεση δικαστικής απόφασης-προσκόμιση εγγυητικής επιστολής.Κατά την συμμόρφωση της Διοικήσεως σε τελεσίδικη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που υπόκειται σε ένδικα μέσα, διά της οποίας αναγνωρίζεται χρηματική αξίωση σε βάρος του Δημοσίου, δεν απαιτείται η κατάθεση από τον δικαιούχο εγγυητικής επιστολής, ισόποσης προς την αναγνωριζόμενη με την απόφαση αξίωση, καθόσον η προσκόμιση τέτοιων επιστολών απαιτείται μόνο σε περίπτωση εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων. Συνακόλουθα, στο πλαίσιο του κατ’ άρθρο 98 του Συντάγματος (βλ. και άρθρο 17 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 του Κώδικος Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο) προληπτικού ελέγχου των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο που προηγείται της εκταμιεύσεως του δημοσίου χρήματος, όταν πρόκειται για ικανοποίηση χρηματικής αξιώσεως αναγνωρισθείσης με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ακόμη και όταν αυτή υπόκειται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την εξέταση της υπάρξεως αξιώσεως στο πρόσωπο του φερομένου ως δικαιούχου δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως αυτής που παρήχθη στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ. Συν. 7ης Γεν. Συν/σεως της 19.3.2003, Θέμα Α΄, άρθρο 17 παρ. 3 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη άρθρο 28 παρ. 3). Συντρεχουσών δε και των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητος και κανονικότητος της δαπάνης το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται σε θεώρηση του οικείου τίτλου πληρωμής, δοθέντος ότι η εκταμίευση συνιστά την αναγκαία πράξη συμμορφώσεως προς το περιεχόμενο της δικαστικής αποφάσεως κατά τα άρθρα 95 παρ. 5 του Συντάγματος και 1 του ν. 3068/2002, χωρίς να συνιστά πρόσθετο όρο νομιμότητος της δαπάνης και κανονικότητος της πληρωμής η προσκόμιση εγγυητικής επιστολής εκ μέρους του δικαιούχου της απαιτήσεως.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)/205/2016
ΜΙΣΘΩΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ(...)Με τα δεδομένα αυτά, και ενόψει του ότι α) στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει σιωπηρή παράταση της μισθωτικής σύμβασης που έληξε στις 6.6.2013, β) μετά τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου διάρκειας της μίσθωσης του εν λόγω ακινήτου, ο Δήμος προέβη στη διενέργεια δύο διαγωνισμών για τη μίσθωση ακινήτου, οι οποίοι, όμως, δεν τελεσφόρησαν χωρίς υπαιτιότητά του, τελικά δε αποφάσισε να στεγάσει τις δημοτικές του υπηρεσίες σε ιδιόκτητο ακίνητό του, το Κλιμάκιο κρίνει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ότι ο Δήμος οφείλει, με βάση τη διάταξη του άρθρου 22 του ν. 3130/2003, να καταβάλει το μίσθωμα για το χρονικό διάστημα που παρατάθηκε σιωπηρώς η μισθωτική σχέση και συνέχισε να χρησιμοποιεί το μίσθιο. Επομένως, ως προς τον πρώτο και δεύτερο λόγο διαφωνίας, ναι μεν αφενός δεν υπάρχει σε ισχύ μισθωτήριο συμβόλαιο, που σύμφωνα με το άρθρο 26 του β.δ. της 17.5/15.6.1959, αποτελεί ένα από τα δικαιολογητικά του χρηματικού εντάλματος για την καταβολή μισθώματος, αφετέρου με το από 5.2.2014 πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 186 παρ. 5 του ν. 3463/2006 το εν λόγω μίσθιο κρίθηκε ως ακατάλληλο για τη στέγαση υπηρεσιών οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, όμως, στην προκειμένη περίπτωση ο Δήμος οφείλει να καταβάλει το μίσθωμα με βάση τη διάταξη του άρθρου 22 του ν. 3130/2003 που προβλέπει την υποχρέωση καταβολής του μισθώματος σε περίπτωση σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης. Περαιτέρω, ούτε από τη διάταξη του άρθρου 26 του β.δ. της 17.5/15.6.1959 ούτε από άλλη διάταξη προκύπτει ότι η προσκόμιση πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό, που πρέπει να επισυνάπτεται στο οικείο χρηματικό ένταλμα (βλ. Κλιμ. Προλ. Ελ. στο VII Tμ. 219/2015), απορριπτομένου του σχετικού λόγου διαφωνίας. Αντιθέτως, η προσκόμιση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας είναι σύμφωνα με την ΠΟΛ 1274/27.12.2013 «Αποδεικτικό Ενημερότητας άρθρου 12 ν. 4174/2013 όπως ισχύει» υποχρεωτική για την είσπραξη χρημάτων από το Δημόσιο Τομέα, εφόσον το ακαθάριστο ποσό για κάθε τίτλο πληρωμής υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ ανά δικαιούχο. Επομένως, δοθέντος ότι μεταξύ των δικαιολογητικών του επίμαχου εντάλματος δεν υπάρχει πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας, η εντελλόμενη δαπάνη καθίσταται μη κανονική, κατ’ αποδοχή του σχετικού λόγου διαφωνίας. Τέλος, αορίστως η αναπληρώτρια Επίτροπος επικαλείται ως λόγο μη κανονικότητας της δαπάνης την μη προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας εκ μέρους του εκμισθωτή, καθόσον δεν προσδιορίζει την επαγγελματική ιδιότητα του τελευταίου, προκειμένου να κριθεί εάν εμπίπτει στις κατηγορίες υποχρέων προς έκδοση ασφαλιστικής ενημερότητας, ενώ ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επαγγελματική ιδιότητά του και συνακόλουθα η υποχρέωσή του ή μη για προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας.
ΕλΣυν.Κλ.4/90/2016
Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει τα ακόλουθα: 1) Μη νομίμως, κατ’εκτίμηση του βασίμως προβαλλόμενου από την Αναπληρώτρια Επίτροπο πρώτου λόγου διαφωνίας, παρατάθηκε η, από 29.12.2015, αρχική σύμβαση μηνιαίας διάρκειας μεταξύ του Νοσοκομείου και της φερόμενης ως δικαιούχου του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος εταιρείας. Και τούτο διότι, δυνατότητα τέτοιας παράτασης δεν προβλεπόταν από σχετικό συμβατικό όρο αυτής. Αλυσιτελώς δε αναφέρεται το Νοσοκομείο στη δυνατότητα υποκατάστασης της «.... A.E.», αντισυμβαλλόμενης αυτού εταιρείας στην προγενέστερη σύμβαση παροχής υπηρεσιών καθαριότητας. έτους 2015, από την φερόμενη ως δικαιούχο του ελεγχόμενου εντάλματος εταιρεία και στην εντεύθεν δυνατότητα σύναψης με την τελευταία της αρχικής σύμβασης παροχής των οικείων υπηρεσιών για τον μήνα Ιανουάριο του 2016, δοθέντος ότι η ελεγχόμενη δαπάνη αφορά την παροχή των οικείων υπηρεσιών κατά τον μήνα Φεβρουάριο 2016..(..) 2) .., μη νομίμως η προσκομισθείσα στα δικαιολογητικά του ελεγχόμενου εντάλματος απόφαση ανάληψης υποχρέωσης που εκδόθηκε έως την σύναψη της επίμαχης σύμβασης υπολείπεται της συνολικής συμβατικής δαπάνης. Αβάσιμα δε το Νοσοκομείο επικαλείται την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 παρ.3 του π.δ. 113/2010, διότι η ελεγχόμενη δαπάνη δεν επιβάλλεται εκτάκτως από διάταξη νόμου ή δικαστική απόφαση, ενώ δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των εξαιρετικών διατάξεων του άρθρου 9 παρ. 2 του ως άνω π.δ., ούτε σε αυτό της παρ. 7 του άρθρου 21 του ν.2362/1995, διότι δεν πρόκειται για δαπάνη πάγιου χαρακτήρα.., ούτε για δαπάνη για την οποία ως εκ της φύσεώς της δεν είναι δυνατή η τήρηση της διαδικασίας ανάληψης υποχρέωσης.(..)το Κλιμάκιο τούτο, συνεκτιμώντας την ιδιαίτερη φύση των ανατεθεισών υπηρεσιών που συνίστανται στην καθαριότητα του Νοσοκομείου, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του φορέα έδρασαν χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων (συγνωστή πλάνη)
ΕΣ/Τμ4(ΚΠΕ)38/2014
ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ: Μη νόμιμη. (...)Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο καταλήγει στα ακόλουθα: Τα προαναφερθέντα συρραπτικά είδη με αύξοντες αριθμούς .... για τα οποία δεν υπήρχε κατά τον χρόνο κατακύρωσης αντιστοίχιση με το Παρατηρητήριο Τιμών, μη νομίμως κατακυρώθηκαν στην μοναδική συμμετέχουσα εταιρία, φερόμενη δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, αντί να ματαιωθεί ο διαγωνισμός, χωρίς την ύπαρξη και παράθεση πρόσφορων συγκριτικών οικονομικών στοιχείων καθώς και τη βάσει αυτών αιτιολόγηση του συμφέροντος χαρακτήρα της προσφοράς της. Και τούτο διότι ως προς τα είδη αυτά στην προμνησθείσα από 14.11.2012 κατακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου παρατίθενται ως συγκριτικά στοιχεία οι αναγραφόμενες ως «τρέχουσες τιμές προμήθειας», οι οποίες αφενός είναι σημαντικά χαμηλότερες των τιμών κατακύρωσης, αφετέρου δεν προκύπτει ο τρόπος διαμόρφωσης τους, καθόσον δεν προσκομίζονται σχετικά νόμιμα παραστατικά. Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, μη νομίμως ελήφθησαν υπ’ όψιν ως συγκριτικά στοιχεία δυνάμενα να δικαιολογήσουν την κατακύρωση στην ίδια του αποτελέσματος του διαγωνισμού, αφενός οι τιμές που προσέφερε η φερόμενη δικαιούχος εταιρεία σε προηγούμενη σύμβαση με τον ίδιο αναθέτοντα φορέα (βλ. 17/13.06.2012 απόφαση Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου), αφετέρου οι τιμές που προσέφερε σε άλλα Νοσοκομεία η ίδια φερόμενη δικαιούχος εταιρεία, και όχι άλλος προμηθευτής συρραπτικών ειδών. Εξάλλου, όσον αφορά τα συρραπτικά είδη με αύξοντες αριθμούς ...... εκ των προαναφερθέντων, υπήρξε αύξηση της ποσότητας τους σε ποσοστό που υπερβαίνει το 15 %, κατά παράβαση του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007 και του συμπληρωματικού όρου 10.3 της διακήρυξης (Παράρτημα Β΄). Ενώ, ως προς τα εργαλεία με αύξοντες αριθμούς 4, 5, 6, εκ των προαναφερθέντων, υπήρξε μείωση της ποσότητας σε ποσοστό που υπερβαίνει το 50%, ήτοι το επιτρεπόμενο από το άρθρο 21 του Π.Δ/τος 118/2007 και τον συμπληρωματικό όρο 10.3 της διακήρυξης (Παράρτημα Β΄). Ο τελευταίος δε όρος κατά το μέρος που ορίζει ότι «Για κατακύρωση μέρους της προκηρυχθείσας ποσότητας κάτω του ποσοστού 50%, απαιτείται προηγούμενη αποδοχή από τον προμηθευτή» είναι μη νόμιμος, δεδομένου ότι επιτρέπει την κατακύρωση μέρους της ποσότητας κάτω του καθοριζομένου από την διακήρυξη ποσοστού εκτός των ορίων – ήτοι του ποσοστού του 50 %- που θέτει ο νόμος ως άκρο όριο της μείωσης αυτής. Ως προς τα κατακυρωθέντα συρραπτικά είδη ...... υφίσταται, κατ’ αρχήν, συμφωνία των τιμών κατακύρωσης προς τις σχετικές τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών, ανεξαρτήτως μικρών αποκλίσεων ή σύγκριση των τιμών των ειδών αυτών προς τιμές του Παρατηρητηρίου που ίσχυαν σε χρονικό σημείο προγενέστερο του κρίσιμου χρόνου κατακύρωσης, και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείτο η προσκόμιση σχετικών συγκριτικών στοιχείων. Ωστόσο, όσον αφορά τα συρραπτικά είδη με αύξοντες αριθμούς ...., και από την ομάδα εργαλείων τα είδη με αύξοντες αριθμούς ..... εκ των προαναφερθέντων, υπήρξε αύξηση της ποσότητας σε ποσοστό που υπερβαίνει το 15 % κατά παράβαση του άρθρου 21 του Π.Δ/τος 118/2007 και του συμπληρωματικού όρου 10.3 της διακήρυξης (Παράρτημα Β΄). Ενώ, ως προς τα συρραπτικά είδη με αύξοντες αριθμούς ..... εκ των προαναφερθέντων υπήρξε μείωση της ποσότητας σε ποσοστό που υπερβαίνει το 50%, ήτοι το επιτρεπόμενο από το άρθρο 21 του Π.Δ/τος 118/2007 και τον συμπληρωματικό όρο 10.3 της διακήρυξης (Παράρτημα Β΄), κατά το μέρος που αυτός κρίθηκε νόμιμος, κατά τα προεκτεθέντα υπό i. Τέλος, όσον αφορά τα συρραπτικά είδη με αύξοντα αριθμό 15 και 18 β (SC45A), υπάρχει συμφωνία των τιμών κατακύρωσης προς τις τιμές του Παρατηρητηρίου Τιμών, ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχει ούτε αύξηση, ούτε μείωση των σχετικών ποσοτήτων προς τις ποσότητες της διακήρυξης του επίμαχου διαγωνισμού. Ωστόσο, ως προς την προμήθεια ενός ψαλιδιού διαθερμίας υπερήχων (α/α είδους 1γ) από την κατηγορία εργαλείων, την οποία αφορά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, δεν νοείται υπέρβαση της ποσότητας προμήθειας σε σχέση προς τις ποσότητες της διακήρυξης, ακόμα και εάν συντρέχει υπέρβαση ως προς το σύνολο των κατακυρωθέντων τεμαχίων της γενικής κατηγορίας (υπό α/α 1) του συγκεκριμένου είδους, ενώ δεν απαιτείτο η προσκόμιση συγκριτικών στοιχείων, δεδομένου ότι επί του εκδοθέντος τιμολογίου υπάρχει σφραγίδα και υπογραφή που βεβαιώνουν τη συμφωνία της συμβατικής τιμής προς την τιμή του Παρατηρητηρίου Τιμών, οι οποίες δεν αμφισβητούνται Συνεπώς, η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη. Περαιτέρω, δεδομένου ότι από το Ελεγκτικό Συνέδριο, βάσει του Π.Δ/τος 136/2011 (ΦΕΚ Α΄267), ελέγχεται ο πρώτος λογαριασμός συμβάσεων προμηθειών ανά είδος και εν προκειμένω έχουν κατακυρωθεί στη φερομένη ως δικαιούχο εταιρία περισσότερα είδη (ογδόντα εννέα) πρέπει τα χρηματικά εντάλματα και των υπολοίπων ειδών να υποβληθούν σε προληπτικό έλεγχο, κατά τον οποίο θα ληφθούν υπ’ όψιν όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις.
ΝΣΚ/89/2007
Στέρηση σύνταξης δικαιούχου με βάση το άρθρο 13 παρ.4 του Ν 4491/1966, λόγω καταδίκης του για υπεξαίρεση. Αντισυνταγματικότητα ή μη της διάταξης. Παραβίαση κατοχυρωμένου δικαιώματος από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Η διάταξη του εδαφ.α’ της παρ.4 του άρθρου 13 του Ν 4491/1966 θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισυνταγματική για τους λόγους που αναφέρονται στη γνωμοδότηση του καθηγητή κ. Τ.Τ. Ο κρυπτοποινικός χαρακτήρας της εν λόγω διάταξης παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή non bis in idem (άρθρο 7 παρ.1 Σ) αλλά και τη συνταγματική επιταγή επιβολής της ποινής από τακτικό ποινικό δικαστήριο (άρθρο 96 παρ.1 Σ). Παράλληλα, η εν λόγω ρύθμιση παραβιάζει το σκληρό πυρήνα του δικαιώματος της κοινωνικής ασφάλισης, την αρχή του κοινωνικού κράτους και την ιδιοκτησία του δικαιούχου (άρθρα 22 παρ.5, 25 παρ.1 εδ.α’ και 17 παρ.1 Σ αντίστοιχα). Επιπλέον, η συγκεκριμένη διάταξη παραβιάζει την θεμελιώδη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 εδ.δ’ Σ) και αντιβαίνει στην ύπατη καταστατική αρχή του Συντάγματος για προστασία της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ.1 Σ). 2) Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη «ποινή» επιβάλλεται από διοικητικό όργανο και όχι από τακτικό ποινικό δικαστήριο παραβιάζει το κατοχυρωμένο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου δικαίωμα σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 παρ.1 ΕΣΔΑ). Επιπλέον, εφόσον, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, η έννοια της ιδιοκτησίας καλύπτει και ενοχικά δικαιώματα, η στέρηση της σύνταξης από το δικαιούχο της παραβιάζει το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ που προστατεύει την περιουσία του προσώπου. 3) Αρμόδια για την αναγνώριση συγκεκριμένης διάταξης νόμου ως αντισυνταγματικής είναι τα δικαστήρια και όχι τα διοικητικά όργανα. Τα διοικητικά όργανα δεν έχουν την εξουσία να κρίνουν αν μία διάταξη νόμου είναι αντισυνταγματική. Διοικητική πράξη, η οποία εκδίδεται κατ’ εφαρμογή ισχύουσας διάταξης νόμου είναι νόμιμη και παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματά της. Μόνο σε περίπτωση που εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η οποία στα πλαίσια του διάχυτου και παρεμπίπτοντος ελέγχου, διαπιστώνει την αντισυνταγματικότητα συγκεκριμένης διάταξης νόμου, μπορεί να αναγνωριστεί η διοικητική πράξη που εκδόθηκε βάσει αυτής είναι παράνομη και κατ’ επέκταση ακυρωτέα και ανακλητέα. 4) Η απλή γνωμοδότηση του καθηγητή κ. Τ.Τ. δε δεσμεύει τη Διοίκηση. Η υπ’ αριθμ. 377/22/7.6.2006 ατομική διοικητική πράξη του ΟΑΠ-ΔΕΗ εκδόθηκε βάσει ισχύουσας διάταξης νόμου, καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας και παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματά της. Ακόμα, όμως, και στην περίπτωση που η συγκεκριμένη πράξη ήθελε θεωρηθεί ως παράνομη, κατά την κρατούσα άποψη, η Διοίκηση έχει τη διακριτική ευχέρεια και όχι την υποχρέωση να την ανακαλέσει. Μόνο στην περίπτωση όπου ο ενδιαφερόμενος κ. Κ. επιλέξει να κινηθεί δικαστικά και εφόσον εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει τη διοικητική αυτή πράξη ως παράνομη και κατά συνέπεια, ακυρωτέα και ανακλητέα, γεννάται δέσμευση της Διοίκησης προς συμμόρφωση βάσει των αρχών του κράτους δικαίου, της νομιμότητας της δράσεως της Διοίκησης και της χρηστής διοικήσεως.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)224/2014
ΜΕΛΕΤΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ: Μη νόμιμη δαπάνη που αφορούσε καταβολή συνολικού ποσού 24.990 ευρώ στο φερόμενο ως δικαιούχο ……, και αφορά τον 1ο λογαριασμό της μελέτης(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι : Α) Κατ’ αποδοχή του πρώτου λόγου διαφωνίας, στην από 31.8.2010 βεβαίωση της Διευθύντριας Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου ….. δεν αιτιολογείται, ειδικώς, η αδυναμία σύνταξης της μελέτης από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου, καθόσον αφενός μεν, με το δεδομένο ότι για τα σχολικά κτίρια υπάρχουν οι προδιαγραφές του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων και οι αντίστοιχες τυποποιημένες μελέτες του Ο.Σ.Κ. είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του Δήμου ότι για την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης απαιτούνταν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθεταν οι υπάλληλοι της τεχνικής του υπηρεσίας, αφετέρου η επικαλούμενη έλλειψη των κατάλληλων μέσων (τοπογραφικών οργάνων), πέραν του ότι προβάλλεται αορίστως, δεν αιτιολογεί γιατί ο Δήμος δεν είχε μεριμνήσει για την προμήθεια του εξοπλισμού και του λογισμικού σχεδιασμού που απαιτείται για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Τέλος, ως προς τον ισχυρισμό του Δήμου ότι από τον Απρίλιο του έτους 2010 ήταν απαραίτητη η σύνταξη μελέτης ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.ΕΝ.Α.Κ.), κατά το χρόνο δε ανάθεσης της μελέτης (Οκτώβριος 2010) η τεχνική υπηρεσία δε διέθετε την τεχνική κατάρτιση για την εκπόνηση της μελέτης ενεργειακής απόδοσης, αφενός μεν ο ειδικότερος αυτός λόγος δεν περιέχεται στην αιτιολογία της, από 31.8.2010 βεβαίωσης, περί αδυναμίας σύνταξης της μελέτης της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, αλλά προβάλλεται οψίμως με το έγγραφο επανυποβολής του χρηματικού εντάλματος, αφετέρου ήδη πριν την έκδοση του ΚΕΝΑΚ ίσχυε ο ν. 3661/2008 (ΦΕΚ Α 89/19.5.2008), με τις διατάξεις του οποίου εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 2002/91/ΕΚ «Για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων» και ο οποίος προέβλεπε τη λήψη μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων με την έκδοση κανονισμού ενεργειακής απόδοσης κτιρίων εντός σύντομης προθεσμίας έξι μηνών, καθιστούσε δε σαφείς τις υποχρεώσεις που έπρεπε να τηρούνται αναφορικά με τις νέες προδιαγραφές της ενεργειακής αποδόσεως των κτιρίων που θα κατασκευάζονταν. Β) Η αιτιολογία που περιέχεται στο εισηγητικό προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων έγγραφο του Δημάρχου …… και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει την κατά το νόμο έννοια του επείγοντος που δικαιολογεί την απευθείας ανάθεση της μελέτης, δηλαδή της άμεσης ανάγκης αντιμετωπίσεως μίας αιφνίδιας καταστάσεως, η δημιουργία της οποίας, μάλιστα, δεν ανάγεται στην σφαίρα επιρροής της αναθέτουσας αρχής καθόσον, στην προκειμένη περίπτωση, η μη επάρκεια των υφιστάμενων σχολικών υποδομών στο ανατολικό τμήμα της πόλης, δεν συνιστά αιφνίδιο γεγονός, αλλά αντιθέτως αποτελεί χρόνια κατάσταση, η αντιμετώπιση των συνεπειών της οποίας έπρεπε να λάβει χώρα εγκαίρως, στο πλαίσιο της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Γ) Ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν προηγήθηκε δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της σύμβασης αναγγελία για δημοσίευση με τα κρίσιμα στοιχεία της στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. είναι αβάσιμος, καθόσον η σχετική αναγγελία δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε. στις 12.12.2010. Δ) Βάσιμος είναι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου, σύμφωνα με τον οποίο δεν προκύπτει ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών και υπηρεσιών και τούτο διότι τόσο στο 62865/31.8.2010 έγγραφο του Δημάρχου προς το Περιφερειακό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων όσο και στην 697/6.10.2010 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου αναφέρεται μεν ότι το συνολικό ύψος των συμβάσεων που ανατέθηκαν με τη διαδικασία αυτή δεν υπερβαίνει το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση μελετών, χωρίς, όμως, συγχρόνως να αναγράφεται, σύμφωνα με τη διατύπωση του νόμου, ότι δεν υπερβαίνει και το 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση υπηρεσιών, ενώ ούτε από κάποιο άλλο στοιχείο του φακέλου προκύπτει ότι συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ότι δηλαδή δεν υπάρχει υπέρβαση του 10% των συνολικών ετήσιων πιστώσεων για την εκπόνηση όχι μόνο μελετών, αλλά και υπηρεσιών. Ε) Και ο λόγος διαφωνίας ότι δεν κλήθηκαν για διαπραγμάτευση τρεις τουλάχιστον υποψήφιοι μελετητές, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων με τα νόμιμα προσόντα, παρίσταται βάσιμος, καθόσον στα κατά τον κρίσιμο χρόνο ανάθεσης της μελέτης έγγραφα δεν αναφέρεται ότι τηρήθηκε η προϋπόθεση αυτή του νόμου, ενώ δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη και δεν ασκούν επιρροή, καθόσον συντάχθηκαν τέσσερα έτη μετά τον κρίσιμο χρόνο της ανάθεσης, οι από 16.5.2014 υπεύθυνες δηλώσεις των αρχιτεκτόνων μηχανικών, μελετητών Δημοσίων Έργων, ….και……, σύμφωνα με τις οποίες προσκλήθηκαν στις 27.5.2010 από τον τότε Δήμαρχο με σκοπό τη διαπραγμάτευση για την ανάθεση της εν λόγω μελέτης, έλαβαν γνώση των όρων και του αντικειμένου της σύμβασης και δήλωσαν ότι δεν ενδιαφέρονται να εκπονήσουν τη συγκεκριμένη μελέτη. ΣΤ) Ο λόγος διαφωνίας ότι το τιμολόγιο παροχής των σχετικών υπηρεσιών φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της διαχειριστικής περιόδου που ολοκληρώθηκε η μελέτη δεν ασκεί επιρροή στην κανονικότητα της ελεγχόμενης δαπάνης και τούτο διότι η έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της οικείας διαχειριστικής περιόδου δύναται μεν να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες και ως εκ τούτου δεν θίγεται το κύρος του συγκεκριμένου δικαιολογητικού (βλ. σχετ. Πράξεις IV Τμήματος 50/1999, 153/2006, 23/2008, VII Τμ. 74, 103, 104/2011, Κλ.VII Tμ. 36/2012, 287/2013). Ζ) Ως προς το λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου ότι δεν υπάρχει απόφαση ανάληψης υποχρέωσης εντός του οικονομικού έτους 2013 που εγκρίθηκε η παράταση της προθεσμίας της μελέτης, ούτε και απόφαση ανατροπής αυτής, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ήδη από το χρόνο (6.10.2010) έγκρισης ανάθεσης της μελέτης (πρώτη ενέργεια για την εκτέλεση της δαπάνης) έπρεπε να εκδοθεί απόφαση ανάληψης υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 του β.δ. 17.5/15.6.1959, σχετική δε απόφαση ανάληψης υποχρέωσης και απόφαση ανατροπής αυτής έπρεπε να εκδοθεί και στα επόμενα οικονομικά έτη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ.113/2010.
ΕλΣυν/Τμ.7/11/2012
Aποζημίωση ρυμοτομούμενης έκτασης Κατά τον έλεγχο της νομιμότητας των δαπανών, το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει, εφόσον απαιτείται, και την ύπαρξη δικαιώματος του δανειστή (πιστωτή) του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ.. για την πραγματοποίηση της δαπάνης. Στην περίπτωση, όμως, που για το ως άνω δικαίωμα υπάρχει δεδικασμένο από απόφαση των πολιτικών δικαστηρίων το Ελεγκτικό Συνέδριο δεσμεύεται από αυτό. Η εφαρμογή ρυμοτομικών σχεδίων που εγκρίθηκαν πριν από την ισχύ του ν. 1337/1983, εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις του ν.δ. 17.7/16.8.1923. Κατά την εφαρμογή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης υπόχρεοι προς αποζημίωση στους βαρυνόμενους ιδιοκτήτες είναι, κατά τη σειρά που ορίζει ο νόμος, το Κράτος, οι Δήμοι και Κοινότητες και οι ωφελούμενοι παρόδιοι ιδιοκτήτες. Διαδικασία που ακολουθείται. Με την κύρωση της πράξης αναλογισμού, προ της οποίας προβλέπεται από τις ανωτέρω διατάξεις στάδιο προβολής ενστάσεων των φερόμενων ως ιδιοκτητών αναφορικά με τις αντιρρήσεις τους για τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν, οριστικοποιείται στο πλαίσιο της καταβολής αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, όπως προεκτέθηκε, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ακινήτων που αφορά, με μόνη δυνατότητα ανατροπής του την ανάκληση της πράξης αυτής από τη Διοίκηση, για λόγους πλάνης περί τα πράγματα, χωρίς περαιτέρω να απαιτείται η προσφυγή στην διαδικασία του άρθρου 26 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων για την δικαστική αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης. Ως δικαιολογητικό για την πληρωμή των εν λόγω δαπανών απαιτείται και κατάσταση πληρωμής θεωρημένη από το αρμόδιο όργανο σε 2 αντίτυπα ή σε 3 για περισσότερους από έναν δικαιούχο, στην οποία περιλαμβάνονται το ονοματεπώνυμο των δικαιούχων, οι αριθμοί των ακινήτων, το εμβαδόν κάθε ιδιοκτησίας, η τιμή μονάδας αποζημίωσης και το σύνολο της αποζημίωσης κατά ιδιοκτησία. Μη νόμιμη η σχετική δαπάνη καθώς ανεξαρτήτως του ότι για την καταβολή αποζημίωσης, λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης, η αναγνώριση των δικαιούχων αυτής συντελείται με τον προσδιορισμό των ιδιοκτητών που περιλαμβάνονται στην πράξη αναλογισμού αποζημίωσης, εν προκειμένω και σύμφωνα με το περιεχόμενο αυτής, έχει επιληφθεί και το αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο με απόφασή του, που, δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, αναγνώρισε ως δικαιούχο της αποζημίωσης απαλλοτρίωσης του κρίσιμου ακινήτου τη δικαιοπάροχο των φερόμενων ως δικαιούχων των επίμαχων χρηματικών ενταλμάτων και συνεπώς, δεν απαιτείτο εν προκειμένω η κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων της αποζημίωσης και των λοιπών αναγραφόμενων στο νόμο ποσών και η δημοσίευση της σχετικής γνωστοποίησης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Επίσης το ζήτημα της διάγνωσης του οριστικού ιδιοκτησιακού καθεστώτος δεν αποτελεί αντικείμενο κρίσης της διαδικασίας προσδιορισμού των δικαιούχων της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, επιπλέον δε το ζήτημα της κυριότητας του Δημοσίου επί της απαλλοτριούμενης έκτασης και του χαρακτηρισμού αυτής ως δασικής, ανεξαρτήτως της ορθότητας της απόφασης του Εφετείου που το ανέδειξε, αποτελεί παρεμπιπτόντως αναφυόμενο ζήτημα, το οποίο όμως δεν μπορεί να εξετάσει το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο της άσκησης του προληπτικού ελέγχου των σχετικών δαπανών, καθώς δεσμεύεται από τον προσδιορισμό των δικαιούχων στην πράξη αναλογισμού και το εντός των ορίων αυτής δεδικασμένο που παρήγαγε η προμνησθείσα αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου .