×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/274/2000

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Τελωνειακή νομοθεσία - δασμοί. Επανέκδοση πράξεως επιβολής πολλαπλού τέλους λόγω ακυρώσεώς του (δικαστικώς) για νομική πλημμέλεια. Συντελεστής ΕΦΚ νέας πράξης.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Στην περίπτωση ακυρώσεως με πρωτόδικη δικαστική απόφαση καταλογιστικής πράξεως επιβολής πολλαπλού τέλους, επιβληθέντος από τελωνειακή αρχή λόγω παρανόμου κυκλοφορίας στην επικράτεια αυτοκινήτου κοινοτικής προελεύσεως από πρόσωπο μη δικαιούχο, με την αιτιολογία (ακυρώσεως) το εσφαλμένο του υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ), που αποτελεί στοιχείο της βάσης προσδιορισμού του πολλαπλού τέλους, οι συντελεστές που είναι πρέπει να ληφθούν υπόψη για την επαναχρέωση του πολλαπλού τέλους, είναι οι συντελεστές που ίσχυαν για τα όμοια καινουργή αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, όπως δέχεται η ακυρωτική του τέλους δικαστική απόφαση, σε εκτέλεση της οποίας επανεκδίδεται η πράξη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/220/2007

Τελωνειακή νομοθεσία. Κυρώσεις. Επιβολή πολλαπλού τέλους σε βάρος ανηλίκου (εφήβου).(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Νομίμως επιβλήθηκε σε βάρος ανηλίκου πολλαπλό τέλος για συμμετοχή σε τελωνειακή παράβαση λαθρεμπορίας που τελέστηκε από αυτόν σε ηλικία 16 ετών, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των γενικών διατάξεων περί της ευθύνης ανηλίκων άνω των δεκατριών (13) ετών του Ποινικού Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η ανάκληση της σχετικής καταλογιστικής πράξεως, μετά την οριστικοποίησή της, λόγω μη ασκήσεως κατ’ αυτής ενδίκων μέσων, σύμφωνα με την αρχή της βεβαιότητας των πράξεων επιβολής φόρων, δασμών και συναφών προς αυτούς διοικητικών κυρώσεων (νομολογία ΣτΕ – Γνωμοδοτήσεις ΝΣΚ).


ΝΣΚ/351/2002

Τελωνειακή Νομοθεσία – Δασμοί. Αναστολή εκτέλεσης συμπληρωματικής πράξης επιβολής δασμών και φόρων της τελωνειακής αρχής.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η διάταξη του άρθρου 69 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί επιφυλάξεως της ισχύος ειδικών φορολογικών και τελωνειακών διατάξεων που αποκλείουν, παρά την άσκηση προσφυγής, την αναστολή ή θεσπίζουν την κατά ορισμένο μόνο ποσοστό αναστολή εκτέλεσης πράξεων των αρμοδίων αρχών, δεν έχει την έννοια ότι οι διατάξεις α) του άρθρου 29 παρ.2, εδάφιο δεύτερο, του ισχύοντος κατά το χρόνο του ερωτήματος τελωνειακού κώδικα (Ν 1165/18), που προβλέπει αναστολή εκτελέσεως συμπληρωματικής πράξεως επιβολής δασμών και φόρων, λόγω της προθεσμίας ή άσκησης προσφυγής μόνον εφόσον καταβληθεί ποσοστό τουλάχιστον 50% της οφειλής που βεβαιώθηκε, και β) των άρθρων 243 και ιδίως 244 του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, που προβλέπουν την μη αναστολή εκτελέσεως στην περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά πράξεως της τελωνειακής αρχής και σύσταση εγγύησης για την αναστολή εκτέλεσης της πράξεως αυτής, αποκλείουν την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 200, 204 και 205 του νέου Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, καθόσον αφορά στη δικαστική αναστολή εκτελέσεως συμπληρωματικής πράξεως επιβολής δασμού, φόρου κλπ τελωνειακής αρχής.


ΝΣΚ/383/2009

Συμμόρφωση Διοικήσεως. Ακύρωση συμπληρωματικής καταλογιστικής πράξης επιβολής πολλαπλών τελών ως προς τον επιμερισμό τους μεταξύ των αρχικών υπαιτίων και των εκ των υστέρων καταλογιζομένων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Σε περίπτωση που κατόπιν ασκήσεως προσφυγής κατά συμπληρωματικής πράξης από τον καταλογιζόμενο με αυτή το πρώτον συνυπαίτιο ή εφέσεως ακυρωθεί η πράξη (συμπληρωματική) όχι ως το τμήμα του συνολικού πολλαπλού τέλους και της αλληλέγγυας ευθύνης του συνυπαιτίου για την καταβολή του πολλαπλού τέλους αλλά μόνο ως προς το τμήμα του επιμερισμού και παραπέμπεται η υπόθεση στη Διοίκηση, όπως προβεί στον επιμερισμό τούτου μεταξύ του προσφεύγοντος και των καταλογισθέντων με την αρχική πράξη συνυπαιτίων, ο επιμερισμός που θα γίνει με την πράξη που θα εκδοθεί προς συμμόρφωση με την δικαστική απόφαση δεν αφορά, και δεν ανατρέπει την νομική θέση των υπαιτίων της αρχικής πράξης, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί κατόπιν ασκήσεως προσφυγών ή βεβαίωσης του συνόλου των πολλαπλών τελών λόγω μη ασκήσεως προσφυγής. Ο επιμερισμός γίνεται για τον καθορισμό της ιδιαίτερης ευθύνης του το πρώτον καταλογιζόμενου, αφού, όπως προαναφέρθηκε, ο προσδιορισμός αυτής ευθυγραμμίζεται με την αρχή της υπαιτιότητας (δόλος) και συνιστά προϋπόθεση για την επιβολή του πολλαπλού τέλους εις βάρος του.


ΣΤΕ/70/2019

Λαθρεμπορία. Προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της λαθρεμπορίας. Το διοικητικό δικαστήριο, όταν κρίνει επί υποθέσεως επιβολής πολλαπλού τέλους, δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αλλά υποχρεούται να τη συνεκτιμήσει, ενώ δεν οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν αυτή έχει καταστεί αμετάκλητη. Μαρτυρικές καταθέσεις που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο ποινικής δίκης δεν αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Πότε επιτρέπεται η επίκληση και προσαγωγή το πρώτον κατ’ έφεση νέων αποδεικτικών μέσων. Ο ειδικότερος νομικός χαρακτηρισμός από τα δικαστήρια της ουσίας της πράξης ως απόπειρας τελέσεως λαθρεμπορίας, δεν συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της νομικής βάσης της. Αιτιολογημένη η επιβολή του πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορία καυσίμων και απόπειρα λαθρεμπορίας. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθμ. 1878/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς).


ΝΣΚ/252/2005

Υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοικήσεως προς απόφαση του ΣτΕ, με την οποία ακυρώθηκε η άρνησή της να χορηγήσει στην Α.Σ., δικαστική λειτουργό, εννεάμηνη άδεια για την ανατροφή του τέκνου της.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η Διοίκηση έχει υποχρέωση, σε συμμόρφωση προς την ανωτέρω ακυρωτική απόφαση, να χορηγήσει στην ως άνω δικαστική λειτουργό την ειδική εννεάμηνη άδεια ανατροφής τέκνου, καθόσον η αναδρομή της ακυρώσεως στο χρόνο εκδόσεως της πράξεως ή συντελέσεως της παραλείψεως που ακυρώθηκε, έχει ως συνέπεια ότι κρίσιμο νομικό και πραγματικό καθεστώς, για τη νομιμότητα της πράξεως της Διοικήσεως, που επιχειρείται σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση, είναι το της εκδόσεως ή το της συντελέσεως της πράξεως ή παραλείψεως αντιστοίχως που ακυρώθηκε και όχι αυτό που ισχύει κατά το χρόνο που λαμβάνει χώρα η πράξη αποκαταστάσεως.


ΣΤΕ Ολ 3471/2011

Είναι αντίθετο στο δίκαιο της Ένωσης, και ειδικότερα στο κατοχυρωμένο απ` αυτό δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία το σύστημα ελληνικών δικονομικών κανόνων, κατά το οποίο για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξεως βλαπτικής για τους αιτούντες, εκδοθείσης κατά το προσυμβατικό στάδιο αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, η σύμπραξη όλων των κοινοπρακτησάντων, ταυτοχρόνως δε για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από την παραπάνω πράξη, είτε στην κοινοπραξία είτε σε ένα έκαστο των μελών της, απαιτείται η προηγουμένη ακύρωση της φερομένης ως ζημιογόνου πράξεως.


ΝΣΚ/458/2010

Δυνατότητα ή μη εξέτασης ιεραρχικής προσφυγής κατά πράξεως επιβολής προστίμου για παράβαση του άρθρου 29 του Ν 2971/2001, επιβληθέντος κατά το άρθρο 3 παρ.23 του Ν 2242/1994 – Ανάκληση ή μη της ως άνω πράξεως.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
α) Δεν είναι παραδεκτή η άσκηση της προβλεπομένης στο άρθρο 24 παρ.1 του Ν 2690/1999 αιτήσεως θεραπείας και ιεραρχικής προσφυγής κατά πράξεως επιβολής προστίμου, επιβληθέντος κατά το άρθρο 3 παρ.23 του Ν 2242/1994, για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 29 παρ.1 του Ν 2971/2001. β) Δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της Διοικήσεως ανάκληση της προαναφερθείσης πράξεως επιβολής του προστίμου στο πλαίσιο του αυτοελέγχου της, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχει ήδη απορριφθεί η κατ’ αυτής ασκηθείσα δικαστική προσφυγή του ενδιαφερομένου. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/31/2011

Ενέργειες της Διοικήσεως μετά την ακύρωση με τελεσίδικη δικαστική απόφαση πράξεως επιβολής προστίμου εις βάρος ανώνυμης εταιρείας, λόγω παραβάσεως των περί εξωτερικού εμπορίου διατάξεων (άρθρο 8 Ν 936/1979).(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
1) Η Διοίκηση δύναται νομίμως να προβεί, κατ αρχήν, σε ανάκληση της υπ αριθμ. 19667/5-3-1987 αποφάσεως της Ε.Ρ.Θ.Ε. που εκδόθηκε επί της από 12-6-1987 αιτήσεως θεραπείας της εταιρείας «.... Α.Ε.» και στην συνέχεια στην έκδοση νέας διοικητικής πράξεως επιβολής του προστίμου σε βάρος της άνω εταιρείας, με την αιτιολογία της αρχικής πράξεως επιβολής. (ομοφ.) 2) Αρμόδιο όργανο για την ανάκληση της παλαιάς, ως και για την έκδοση της νέας, ως άνω, διοικητικής πράξεως είναι ο Υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, στον οποίο έχουν περιέλθει οι αρμοδιότητες του Υπουργού Εμπορίου που πηγάζουν από την διάταξη του άρθρου 8 του Ν 936/1979. (ομοφ.)


ΝΣΚ/401/2006

Κοινοποίηση τελωνειακών καταλογιστικών πράξεων (πολλαπλού τέλους για λαθρεμπορία) σε εγκατεστημένους σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και αμοιβαία συνδρομή για είσπραξη απαιτήσεων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Η μεν κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξεως για λαθρεμπορία σε βάρος εγκατεστημένου σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφορά στο στάδιο της «εν ευρεία εννοία» βεβαιώσεως της οφειλής και της ολοκληρώσεως της προβλεπόμενης διαδικασίας αποκτήσεως νομίμου τίτλου και ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Δ.Δ., μετά δε την κατά τα ανωτέρω κοινοποίηση αυτής και καθόσον αφορά στο άμεσα εκτελεστό μέρος αυτής, στην περίπτωση ασκήσεως εμπρόθεσμης προσφυγής (30% του καταλογισθέντος ποσού), ή στο όλον (της οφειλής) στην περίπτωση μη ασκήσεως προσφυγής, ακολουθεί η διαδικασία αμοιβαίας συνδρομής προς είσπραξη της απαιτήσεως, οπότε την «αίτηση κοινοποίησης», άλλως «γνωστοποίησης» της ημεδαπής αρχής προς την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους – μέλους, όπου είναι εγκατεστημένος ο οφειλέτης του Ελληνικού Δημοσίου, συνοδεύει ως δικαιολογητικό της απαιτήσεως του Δημοσίου η ίδια καταλογιστική πράξη (και αναλόγως η σχετική δικαστική απόφαση) σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στις ως άνω κοινοτικές και εσωτερικές μας διατάξεις.


ΣΤΕ/53/2011

Επειδή, περαιτέρω, η επίδικη ανάκληση ερείδεται στο αντικειμενικό γεγονός της ελλείψεως μιας των νομίμων προϋποθέσεων εκδόσεως της ανακαλούμενης πράξεως (δηλ. της ιδιότητας του αιτούντος ως «παλιννοστούντος ομογενούς») και, επομένως, δεν συνέτρεχε, κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος, υποχρέωση της Διοικήσεως να καλέσει τον αιτούντα σε ακρόαση. Η ανάκληση δε της διαπιστωτικής της ιθαγένειάς του πράξεως, ως παράνομης, δεν συνιστά αφαίρεση ιθαγένειας, κατά το άρθρο 4 παρ.3 του Συντάγματος, και, ως εκ τούτου, δεν κωλύεται από τη συνταγματική αυτή διάταξη. Εξάλλου, η ανάκληση την 1.6.2001, με την προσβαλλόμενη πράξη, της από 9.9.1996 διαπιστωτικής της ιθαγένειας του αιτούντος αποφάσεως εχώρησε εντός ευλόγου, ενόψει των συνθηκών της συγκεκριμένης περιπτώσεως, χρόνου, προκειμένου μάλιστα περί πράξεων οι οποίες άπτονται ζητήματος εξόχως σημαντικού για το δημόσιο συμφέρον, όπως είναι η ιθαγένεια. Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ενόψει των συνθηκών της υποθέσεως, ότι η εν λόγω ανάκληση άρχισε να παράγει, σε χρόνο πέραν του ευλόγου, τα έννομα αποτελέσματά της έναντι του αιτούντος, εκ μέρους του οποίου προκύπτει βεβαία γνώση της προσβαλλόμενης πράξεως το πρώτον την 19.7.2006, δεδομένου, μάλιστα, ότι είχε επιχειρηθεί σε προγενέστερο χρόνο η επίδοσή της στη δηλωθείσα από τον ίδιο ενώπιον της Διοικήσεως διεύθυνση, όπου αυτός, όπως συνομολογεί, δεν ανευρέθη (βλ. το 11159/7.9.2006 έγγραφο της Ν.Α. ... προς το Δικαστήριο). Εν πάση δε περιπτώσει, η τυχόν μη κοινοποίηση της προσβαλλομένης ανακλητικής αποφάσεως δεν αποτελεί λόγο ακυρώσεώς της, διότι δεν επηρεάζει τη νομιμότητα ή την εκτελεστότητα της πράξεως αυτής. Κατά συνέπεια, αβασίμως προβάλλονται οι περί του αντιθέτου σχετικοί λόγοι ακυρώσεως. Επίσης απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως, καθόσον δεν προσδιορίζεται με αυτόν η πλημμέλεια της προσβαλλόμενης αποφάσεως, είναι ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η ιθαγένεια ανήκει στην προσωπική κατάσταση του προσώπου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα. Ομοίως απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως είναι και ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι η Διοίκηση όφειλε να εφαρμόσει στην περίπτωσή του τον «νέο ηπιότερο διοικητικό νόμο». Εξάλλου, η βλάβη από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως, την οποία επικαλείται ο αιτών, δεν συνιστά λόγο ακυρώσεώς της (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1581-2 Ολ.,1979/2010, 685, 1398, 1867/2009, 2654,4022/2004, 602/2003 Ολ.,1237/2002).