ΝΣΚ/161/2008
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Εφαρμογή της διατάξεως της παρ.7 του άρθρου 1 του Ν 3147/2003 σε διαθέσιμη εποικιστική έκταση στην Χαλκιδική – Χαρακτηρισμός ως δασικής έκτασης ή δάσους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Το περιγραφόμενο στην υπ’ αριθμ. 147/1934 απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Χαλκιδικής, ως και στο υπ’ αριθμ. 2468/27-6-2007 έγγραφο του Δασαρχείου Αρναίας κληροτεμάχιο με αριθμό 1193με του αγροκτήματος Ουρανούπολης εμβαδού 8.600 στρεμμάτων, πρέπει να θεωρηθεί ως δασική έκταση. (πλειοψ.)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/373/2000
Δάση. Κατεδάφιση αυθαιρέτων κτισμάτων σε δασική έκταση. Πρωτόκολλα επιβολής ειδικής αποζημίωσης. Εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
(Τριμελούς Επιτροπής) α) Θα επιδιωχθεί δια της δικαστικής οδού η εξαφάνιση των συγκεκριμένων δικαστικών αποφάσεων. β) Πρέπει να χωρήσει βεβαίωση με την προσήκουσα διαδικασία των ποσών της ειδικής αποζημίωσης, που έχουν επιβληθεί με τα Πρωτόκολλα οικείου Δασαρχείου κατά του Αλ.Γκίκα, κατά των οποίων δεν έχουν ασκηθεί προσφυγές.
ΝΣΚ/115/2002
Χαρακτηρισμός ενεργειών οργάνων της διοικήσεως ως πειθαρχικών παραπτωμάτων. Παραχώρηση δάσους ή δασικής εκτάσεως για την εγκατάσταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
1) Πρέπει να διαπιστωθεί, με διενέργεια νομότυπης διοικητικής έρευνας (ΕΔΕ κλπ) αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου δυνάμει του οποίου, οι περιγραφόμενες στο ερώτημα ενέργειες των οργάνων της Διοικήσεως δύναται να χαρακτηρισθούν πειθαρχικά αδικήματα. 2) Το νέο νομοθετικό πλαίσιο επιτρέπει την παραχώρηση δάσους και δημόσιας δασικής εκτάσεως για την εγκατάσταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και κατασφαλίζει ως νόμιμη και ισχυρή τυχόν προηγουμένως χορηγηθείσα υπέρ τέτοιου σταθμού άδεια εγκαταστάσεως εντός δάσους ή δασικής εκτάσεως. Η Διοίκηση δεν δύναται να ολοκληρώσει σχέδιο πράξεως παραχωρήσεως, το περιεχόμενο του οποίου είναι διαμορφωμένο με την παράθεση των ονομάτων των διοικητικών οργάνων (Γεν. Γραμματέων) τα οποία δεν κατέχουν την ιδιότητα αυτή στο Υπουργείο, δύναται όμως να προχωρήσει στην παραχώρηση δάσους ή δημόσιας δασικής εκτάσεως για τον προαναφερόμενο σκοπό επιλέγουσα είτε την βάση των διατάξεων του άρθρου 58 του Ν 998/79 είτε του άρθρου 13 παρ.Α περ.γ όπως αμφότερα (άρθρα) ισχύουν μετά τον Ν 2941/2001, λαμβάνουσα οπωσδήποτε υπ όψη την δεδομένη εκ του νόμου ισχύν τυχόν προεκδοθείσας άδειας υπέρ συγκεκριμένου προσώπου σε δημόσιο δάσος ή δασική έκταση και το ανεπηρέαστο του κύρους αυτής της άδειας από το δεδικασμένο και τις συνέπειες των ως άνω αποφάσεων του ΣτΕ.
ΣΤΕ/678/2006
Εγκατάσταση κεραίας σε δασική έκταση:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την εκκαλουμένη απόφαση και τα στοιχεία του φακέλλου (βλ. έγγραφο Ηα/2114/24.6.1992 του Δασαρχείου ... προς την αιτούσα και από 5.4.1993 έκθεση αυτοψίας του δασολόγου ....) το 1991 η αιτούσα εγκατέστησε, χωρίς νόμιμη άδεια, κεραία αναμεταδόσεως ύψους 10 μ. σε βάση από μπετόν, διαστάσεων 1x1x0,2 μ., και οικίσκο διαστάσεων 1x1x1,2 μ., σε δασική έκταση του άρθρου 3 παράγρ. 3 του ν. 998/1979, στη θέση ... της περιφέρειας της Κοινότητας ... Με την υπ’ αριθ. 929/15.7.1993 πρόσκληση του Δασαρχείου .... η αιτούσα εκλήθη να απομακρύνει τις αυθαίρετες κατασκευές, δεδομένου δε ότι δεν συμμορφώθηκε, ο Περιφερειακός Διευθυντής του Ν. ..., κατόπιν εισηγήσεως του Δασάρχη (υπ’ αριθ. 475/26.5.1994), εξέδωσε την προσβληθείσα πράξη, με την οποία διετάχθη η κατεδάφιση των αυθαίρετων κατασκευών. Η πράξη αυτή νομίμως εκδόθηκε από τον Περιφερειακό Διευθυντή, ο οποίος ήταν αρμόδιος κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο για την έκδοση αποφάσεων περί κατεδαφίσεως αυθαίρετων κατασκευών ανεγειρομένων εντός δασών ή δασικών εκτάσεων κ.λπ. [άρθ. 4 παρ. 6 και 7 του ν. 2240/1994 (Α΄ 153), όπως τροποποιήθηκε με το άρθ. 12 του ν. 2307/1995 (Α΄ 113), ΣΕ 80/2004, 3048/2001 κ.ά.], αβασίμως δε προβάλλεται ότι αρμόδιος εν προκειμένω ήταν ο Νομάρχης. Περαιτέρω, η προσβληθείσα πράξη αιτιολογείται νομίμως, δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτει ο δασικός χαρακτήρας της επίδικης εκτάσεως (ο οποίος άλλωστε συνομολογείται από την εκκαλούσα), δεν προσκομίσθηκε δε νόμιμη άδεια για την εγκατάσταση των επίμαχων κατασκευών. Και ναι μεν η εκκαλούσα επικαλέσθηκε πρωτοδίκως, επικαλείται δε και ήδη, την υπ’ αριθ. 1109/24.5.1993 απόφαση του Νομάρχη ..., με την οποία χορηγήθηκε στον .... έγκριση εγκαταστάσεως κεραίας για την εξυπηρέτηση του ραδιοφωνικού σταθμού «....» στην επίδικη έκταση, καθώς και το από 1.6.1993 ιδιωτικό συμφωνητικό, με το οποίο ο προαναφερθείς δικαιούχος «παραχώρησε» την χρήση της ανωτέρω κεραίας και του λοιπού εξοπλισμού στην αιτούσα, πλην το ιδιωτικό αυτό έγγραφο δεν αποτελεί νόμιμη άδεια εγκαταστάσεως κεραίας, ούτε με αυτό μεταβιβάσθηκε στην αιτούσα η εκδοθείσα υπέρ τρίτου προσώπου άδεια εγκαταστάσεως, η οποία μάλιστα αφορούσε διαφορετική δραστηριότητα (ραδιοφωνικό σταθμό), δεδομένου ότι κατά τα ήδη εκτεθέντα οι σχετικές άδειες είναι προσωποπαγείς, όπως ορθώς έκρινε η εκκαλουμένη απόφαση.Επομένως, ο μεν λόγος περί αναιτιολογήτου είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, ενώ οι ισχυρισμοί με τους οποίους προβάλλεται ότι η καταλαμβανόμενη από τις επίδικες εγκαταστάσεις έκταση είναι μικρότερη των 95 τ.μ., ότι δεν πρόκειται περί ανεγέρσεως νέας, αυτοτελούς κεραίας, όπως έκρινε η εκκαλουμένη, αλλά περί καθ’ ύψος προσθήκης επί υφισταμένης και ότι στην επίδικη έκταση υπάρχουν κεραίες και άλλων σταθμών, είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, διότι και αληθείς υποτιθέμενοι δεν επηρεάζουν την νομιμότητα της προσβαλλομένης.
ΝΣΚ/493/2011
Ερμηνεία των παρ.1, 3 και 4 του άρθρου 17 Ν.3208/2003 σχετικά με την εφαρμογή δασικής νομοθεσίας επί παραχωρηθεισών δημοσίων δασικών εκτάσεων με σκοπό είτε την ανέγερση κατοικίας είτε την γεωργική και δενδροκομική καλλιέργεια.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1) Επί παραχωρηθεισών εκτάσεων με σκοπό την ανέγερση κατοικίας, για την έκδοση οριστικού τίτλου οφείλεται τίμημα, το οποίο αν δεν έχει καταβληθεί (εν όλω ή εν μέρει), καθορίζεται, κατά περίπτωση, από την αρμόδια Επιτροπή Απαλλοτριώσεων, ο δε υπολογισμός του όλου ή του υπολειπομένου μέρους του γίνεται σύμφωνα με τις κρατούσες συνθήκες κατά τον χρόνο της καταβολής του και τα ισχύοντα κατά τον κρίσιμο αυτό χρόνο μέσα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων. 2) Επί παραχωρηθεισών εκτάσεων με σκοπό την γεωργική και δενδροκομική καλλιέργεια, α) Στην περίπτωση του άρθρου 17 παρ.4 του Ν.3208/2003, απαιτείται όπως, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αφ’ενός μεν να έχει εκδοθεί οριστικό παραχωρητήριο για την έκταση, αφ’ετέρου δε, η έκταση να έχει αξιοποιηθεί στο σύνολό της κατά τους όρους της παραχωρήσεως και να συνεχίζει να τελεί σε γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια, οπότε και μόνον εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως και λογίζεται ιδιωτικό αγρόκτημα μη υπαγόμενο καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην δασική νομοθεσία. β) Σε περίπτωση κατά την οποία δασικές εκτάσεις παραχωρηθείσες για γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια οικοδομήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του Ν.3208/2003, δηλαδή μετέβαλαν ανεπίτρεπτα τον συνταγματικά προστατευόμενο δασικό χαρακτήρα και χρήση, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 17 παρ.1 του ίδιου νόμου. γ) Με τον όρο «εγκαταλελειμμένο» ακίνητο στην διάταξη του άρθρου 17 παρ.3 του Ν.3208/2003, νοείται η παραχωρηθείσα δασική έκταση, επί της οποίας ο παραχωρησιούχος δεν προβαίνει πλέον αμέσως ή εμμέσως σε πράξεις νομής ή δεν επιμελείται αυτής για να απολαύσει τα ωφελήματα της γεωργικής και δενδροκομικής καλλιέργειας χάριν της οποίας του παραχωρήθηκε η έκταση αυτή, η δε ως άνω εγκατάλειψη παραχωρηθείσας εκτάσεως αρκεί να διαπιστώνεται ότι υφίστατο κατά την έναρξη ισχύος του Ν.3208/2003, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο το πρώτον περιήλθε σ’ αυτήν την κατάσταση. (ομοφ.)
ΣΤΕ/22/2012
Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:..Επειδή, από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που κηρύχθηκε με την 19494/5945/δις/7.10.1972 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στις 19.5.1973, μέχρι τις 29.2.2002 οπότε απορρίφθηκε σιωπηρά από τη Διοίκηση το αίτημα του αιτούντος για ανάκλησή της, όσον αφορά την απαλλοτριωθείσα έκταση της οποίας ήταν ιδιοκτήτης, παρήλθαν περίπου είκοσι οκτώ έτη και εννέα μήνες, περίπου, ήτοι μακρός και πέραν του ευλόγου χρόνος, χωρίς το ακίνητο αυτό να αξιοποιηθεί για το σκοπό της απαλλοτρίωσης ή άλλο σκοπό δημοσίας ωφελείας, αφού δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η ανωτέρω έκταση χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία του ανωτέρω κάμπινγκ της ... ή ότι το τμήμα αυτής, εμβαδού 855 τ.μ., που μεταβιβάσθηκε από τον ... κατά κυριότητα στην Κοινότητα ..., χρησιμοποιήθηκε για την ανέγερση και λειτουργία του τουριστικού περιπτέρου που ανεγέρθηκε από την Κοινότητα αυτή για την εξυπηρέτηση των λουομένων, (βλ. υπ’ αριθμ. 509210/18.11.2011 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα του ... προς το Δικαστήριο). Εξάλλου, μέχρι την απόρριψη του ανωτέρω αιτήματος του αιτούντος στις 29.2.2002 κανένα από τα σχέδια τουριστικής ανάπτυξης της περιοχής, την οποία αφορά η απαλλοτρίωση αυτή, δεν πραγματοποιήθηκε ούτε αξιοποιήθηκε η εν λόγω περιοχή για άλλο σκοπό δημοσίας ωφελείας. Κατά συνέπεια, η τεκμαιρόμενη από την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής του ως άνω αιτήματος του αιτούντος απόρριψη αυτού είναι, κατά τα προεκτεθέντα, μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 2882/2001, (Κώδικα Απαλλοτριώσεων), η δε Διοίκηση υποχρεούται να προβεί στην ανάκληση της ανωτέρω απαλλοτρίωσης, κατά το μέρος που αφορά το προαναφερθέν ακίνητο, εκτός από τυχόν τμήμα αυτού που καταλαμβάνεται από αιγιαλό ή παραλία.Επειδή, συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να απορριφθούν οι παρεμβάσεις.
ΣΤΕ/ΟΛΟΜ/3095/2001
Οικοδομική άδεια- αίτηση ακυρώσεως...Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως κάτοικοι … και συγκεκριμένα οικοδομής που έχει ανεγερθεί σε ακίνητο όμορο προς το ακίνητο που αφορά η προσβαλλόμενη πράξη, με έννομο συμφέρον ασκούν την υπό κρίση αίτηση. Παραδεκτώς δε προβάλλουν, μεταξύ άλλων, λόγους ακυρώσεως ερειδόμενους στον ισχυρισμό ότι το οικοδομούμενο ακίνητο δεν κείται, όπως θεωρεί η πολεοδομική αρχή, μέσα στα όρια του προϋφισταμένου του έτους 1923 οικισμού του …, αλλά περιλαμβάνεται σε ευρύτερη έκταση συνολικού εμβαδού 550 στρεμμάτων περίπου, η οποία κηρύχθηκε αναδασωτέα με την 844/22.3.1982 απόφαση του …(ΦΕΚ Δ΄ 357), και ως εκ τούτου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων περί προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων που απαγορεύουν τη δόμηση. Το έννομο δε συμφέρον των αιτούντων για την προβολή των λόγων αυτών, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι στην ευρύτερη περιοχή, η οποία κατά τα προβαλλόμενα έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, με συνέπεια την απαγόρευση της δόμησης εντός αυτής, εμπίπτει και το ακίνητο στο οποίο έχει ανεγερθεί η οικοδομή, της οποίας ιδιοκτήτρια φέρεται η δεύτερη των αιτούντων και στην οποία κατοικούν αμφότεροι (πρβλ. ΣτΕ 6070/1996 Ολομ., 173/1998 Ολομ.). Τούτο διότι, κατά την έννοια του άρθρου 47 παρ. 1 του π. δ/τος 18/1989, το συμφέρον προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως δεν παύει να είναι έννομο από μόνο το γεγονός ότι ο αιτών φέρεται να έχει παραβιάσει διάταξη της κείμενης νομοθεσίας. Ο νόμος αποβλέπει, και αρκείται, στην ύπαρξη δεσμού που επιτρέπει στον αιτούντα να αμφισβητήσει την αντικειμενική νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξεως, προκειμένου να επιτύχει αποτέλεσμα που καθ' εαυτό δεν αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη. Η θεραπεία της τυχόν παρανομίας της νομικής καταστάσεως του αιτούντος δεν επέρχεται με τη στέρηση του εννόμου συμφέροντος προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως αλλά με την δυνατότητα της διοικήσεως να επιβάλλει την άρση της παραβάσεως. Εξ άλλου, σε κάθε περίπτωση, συμφέρον στηριζόμενο σε ισχύουσα διοικητική πράξη είναι πάντοτε και εξ ορισμού έννομο, αφού διοικητική πράξη που δεν ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε παράγει, κατά γενικό κανόνα, όλα τα έννομα αποτελέσματά της, μεταξύ των οποίων και το δικαίωμα του δικαιούχου να αξιώσει την επέλευση όλων των έννομων συνεπειών που απορρέουν από την ύπαρξή της. Ο έλεγχος δε της νομιμότητας της διοικητικής πράξεως, στην οποία ο αιτών στηρίζει το έννομο συμφέρον του, θα συνιστούσε ανεπίτρεπτο παρεμπίπτοντα έλεγχο του κύρους της και θα δημιουργούσε, κατ' αποτέλεσμα, μία άλλη δίκη εντός του πλαισίου της κυρίας δίκης που και δικονομικώς δυσχερής είναι και διεξάγεται χωρίς την τήρηση στοιχειωδών δικονομικών προϋποθέσεων για τον αιτούντα, ενόψει της αυτεπάγγελτης έρευνας της συνδρομής εννόμου συμφέροντος
ΕΣ/ΤΜ.6/1076/2020
Προμήθεια εξοπλισμού...Κατόπιν των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα παρατίθενται στις σκέψεις υπό στοιχείο ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας, το Τμήμα, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο της συγκεκριμένης προμήθειας, κρίνει ότι μη νόμιμα η ελεγχόμενη διαδικασία διενεργείται από την αιτούσα, παρά τα όσα αβάσιμα περί του αντιθέτου προβάλλονται με την υπό κρίση αίτηση και τις ασκηθείσες υπέρ αυτής παρεμβάσεις. Και τούτο, διότι η προμήθεια εξοπλισμού για το χιονοδρομικό κέντρο ...., όπως περιγράφεται στην εν λόγω διακήρυξη (βλ. άρθρο 1.3 αυτής), αφενός μεν δεν περιλαμβάνεται στις προβλεπόμενες από το άρθρο 186 του ν. 3852/2010 αρμοδιότητες της Περιφέρειας, αφού δεν πρόκειται για αθλητική εγκατάσταση, η οποία να ανήκει, κατά κυριότητα ή κατά χρήση, σε ερασιτεχνικό αθλητικό σωματείο ή σε σύλλογο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (βλ. άρθρο 186 ΙΙ. Η. περ. 22 του ν. 3852/2010), αφετέρου δε από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει μεταβίβαση της σχετικής αρμοδιότητας στην Περιφέρεια ..... με την έκδοση προεδρικού διατάγματος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 187 του ν. 3852/2010 (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2968/2014). Εξάλλου, εφόσον η ειδική αυτή αθλητική εγκατάσταση (βλ. άρθρο 56Α παρ. 1 β΄ ββ΄ του ν. 2725/1999, Α΄ 121, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) του χιονοδρομικού κέντρου .... έχει διαμορφωθεί σε δημόσια δασική έκταση 1.604 στρεμμάτων, η οποία είχε παραχωρηθεί κατά χρήση στη δημοτική επιχείρηση με την επωνυμία "....." (βλ. την 159707/4637/16.7.1984 απόφαση του Υφυπουργού Γεωργίας και την 85095/1001/11.3.1986 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Γεωργίας), η ανάθεση της συγκεκριμένης προμήθειας δεν αποβαίνει εις όφελος της αιτούσας Περιφέρειας, ως όφειλε (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 667/2017, 728/2019), αλλά εις όφελος τρίτων, αφού εξυπηρετεί τη βελτίωση αλλότριας περιουσίας. Περαιτέρω, η διενέργεια του ελεγχόμενου διαγωνισμού, του οποίου το αντικείμενο εξυπηρετεί την εκπλήρωση των σκοπών της "......" (βλ. άρθρο 4 του Καταστατικού της), από την αιτούσα και με δέσμευση σχετικής πίστωσης σε βάρος του προϋπολογισμού της αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 265 παρ. 3 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, η οποία ρητά απαγορεύει την άμεση ή έμμεση επιχορήγηση ανώνυμης εταιρείας Ο.Τ.Α. από Ο.Τ.Α. (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 637/2020). Το γεγονός δε, όπως προβάλλεται, ότι η ελεγχόμενη προμήθεια χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων δεν αίρει την ως άνω διαπίστωση, αφού, όπως προκύπτει από το κείμενο της διακήρυξης (βλ. άρθρο 1.2 αυτής), η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό εξόδων, οικονομικού έτους 2019, της Περιφέρειας ..... και συγκεκριμένα τον Κ.Α.Ε. 02.01.071.9454.01.2034 (βλ. και τις 211288/13324/11.7.2019 και 228151/14280/25.7.2019 αποφάσεις δέσμευσης πίστωσης ποσού 1.000.000,00 ευρώ και 240.000,00 ευρώ, αντίστοιχα). Κατά συνέπεια, συντρέχουν λόγοι που κωλύουν την υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης, όπως ορθά κρίθηκε με την προσβαλλόμενη Πράξη, στο πλαίσιο του διενεργούμενου, σύμφωνα με τα άρθρα 98 του Συντάγματος και 36 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο (ν. 4129/2013), προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων, ο οποίος πλήρης, καθολικός, αυτεπάγγελτος, ανεξάρτητος από τις ενέργειες των συμμετεχόντων στην οικεία διαγωνιστική διαδικασία και εκτείνεται στο σύνολο της διαδικασίας σύναψής τους, για τη διαπίστωση της αντικειμενικής νομιμότητας της ανάθεσης (βλ. Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 1354/2018, 763/2019, VI Τμ. 1068, 1334/2018, 123, 299, 734, 824, 1058, 1254, 1874/2019). Οι προβαλλόμενοι δε ισχυρισμοί ότι η Περιφέρεια ανέλαβε τη διενέργεια της επίμαχης προμήθειας στο πλαίσιο της πληρεξουσιότητας που παρασχέθηκε με το 13677/12.4.2019 συμβολαιογραφικό έγγραφο και έγινε αποδεκτή από το Περιφερειακό Συμβούλιο ...... με την 50/22.4.2019 απόφασή του, ουδεμία έννομη επιρροή ασκούν στην κρίση ότι υφίστανται, κατά τα ανωτέρω, νόμιμοι διακωλυτικοί της υπογραφής της ελεγχόμενης σύμβασης λόγοι. Και τούτο, διότι αφενός μεν η δράση των Ο.Τ.Α. διέπεται από την αρχή της νομιμότητας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης (βλ. άρθρο 33 α΄ του ν. 4270/2014, Α΄ 143, βλ. και Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 763/2019, VI Tμ. 735, 1541/2019, 637/2020), αφετέρου δε στην υπό κρίση περίπτωση το πλαίσιο αρμοδιοτήτων της αιτούσας, ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου β΄ βαθμού τοπικής αυτοδιοίκησης, οριοθετείται από τους προβλεπόμενους στα άρθρα 186 – 187 του ν. 3852/2010 και 265 παρ. 3 του ν. 3463/2006 κανόνες. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός περί συνδρομής συγγνωστής πλάνης των οργάνων της Περιφέρειας, τα οποία έδρασαν, όπως υποστηρίζεται στα υπό κρίση δικόγραφα, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και με την πεποίθηση ότι ενεργούν σύννομα, κατά το μέρος που προβάλλεται από τις παρεμβαίνουσες εταιρείες είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθόσον σε επίκληση της συγγνωστής πλάνης νομιμοποιείται μόνο η αναθέτουσα αρχή (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 1334/2018, 1254/2019), ενώ κατά το μέρος που προβάλλεται από την αιτούσα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, ενόψει της σαφήνειας του εφαρμοστέου εν προκειμένω νομοθετικού πλαισίου, καθώς και της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου επί των τεθέντων ζητημάτων (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2968/2014, 667/2017, 728/2019, 637/2020). Εξάλλου, ο ισχυρισμός ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για τη σύναψη της ελεγχόμενης σύμβασης, όπως αυτοί παρατίθενται στα υπό κρίση δικόγραφα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με την τήρηση της νομιμότητας στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων (Ε.Σ. Τμ. Μείζ. – Επταμ. Συνθ. 763, 1264/2019, VI Τμ. 1605, 2227/2016, 668/2017, 482/2018, 824, 979, 1254/2019). Τέλος, σύμφωνα με την επισήμανση του Κλιμακίου (βλ. σκέψη 7 της προσβαλλόμενης Πράξης), προς την οποία η αιτούσα προτίθεται, όπως αναφέρει στο υπό κρίση δικόγραφο, να συμμορφωθεί, πρέπει να αναδιατυπωθεί ο σχετικός με τη δυνατότητα τροποποίησης της σύμβασης όρος του άρθρου 6 του υποβληθέντος σχεδίου αυτής, ώστε να συμπεριληφθεί ρητή παραπομπή στις διατάξεις του άρθρου 132 του ν. 4412/2016, υπό τις προϋποθέσεις των οποίων είναι επιτρεπτή η τροποποίηση σύμβασης. Εξάλλου, και υπό την εκδοχή τροποποίησης του ως άνω όρου, η υπογραφή του ελεγχόμενου σχεδίου σύμβασης κωλύεται λόγω της συνδρομής των προαναφερόμενων πλημμελειών. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση και οι ασκηθείσες υπέρ αυτής παρεμβάσεις να απορριφθούν και να μην ανακληθεί η προσβαλλόμενη 79/2020 Πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1637/2020