×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/169/2003

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: νσκ/169/2003

1) Εάν οι υπάλληλοι Υ . Δ . Ε κατά την εκκαθάρισιν δαπανών ΝΑ θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι 2). Ποία η προθεσμία διατυπώσεως σχετικών αντιρρήσεων ( αρθρ . 22 παρ . 4 ΠΔ 774/1980). 3( Αν συντρέχει περίπτωσις εκπροσωπήσεως των από τον ΝΣ του Υπ . Οικονομικών ενώπιον του Ε . Σ .


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/153/2001

Δημόσιοι υπάλληλοι. Διάθεση υπαλλήλων σε ΝΠΔΔ. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Υπάλληλοι του ΥΠΕΧΩΔΕ, διατεθειμένοι με απόφαση του Υπουργού από την (κρατική) Νομαρχία Θεσσαλονίκης, κατ εφαρμογή ειδικής διάταξης, στον Οργανισμό Θεσσαλονίκης (ΝΠΔΔ) προς εξυπηρέτηση των αναγκών αυτού, δεν θεωρούνται μετά την ίδρυση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, ως αυτοδικαίως αποσπασμένοι σ αυτήν, ανεξαρτήτως του ότι περιελήφθησαν στη σχετική διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη και, συνεπώς, νόμιμα εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στον Οργανισμό ως υπάλληλοι του ΥΠΕΧΩΔΕ.


ΝΣΚ/297/2013

Δημόσιοι υπάλληλοι – Εξέταση των αιτήσεων παραίτησης προς συνταξιοδότηση, δύο υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών από την Υπηρεσία, σε βάρος των οποίων εκκρεμεί ποινική δίωξη.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Η Υπηρεσία έχει την ευχέρεια να εξετάσει τις αιτήσεις των ανωτέρω υπαλλήλων, παρότι εκκρεμεί ποινική δίωξη σε βάρος τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 148 παρ.2. εδ.α’ του Δ/Υ Κώδικα (Ν. 3528/2007), υπό την έννοια αν οι ειδικότερες συνθήκες της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά δικαιολογούν τη δυνατότητα της Υπηρεσίας να προβεί στην εξέταση των αιτήσεων, χωρίς να υποχρεούται να αναμείνει την αμετάκλητη περαίωση της ασκηθείσας κατά περίπτωση ποινικής δίωξης. (ομοφ.)


ΝΣΚ/63/2015

Δημόσιοι υπάλληλοι – Λήψη εννεάμηνης άδειας ανατροφής τέκνου από δημόσιο υπάλληλο εντός συγκεκριμένου έτους – Χρόνος λήψης της άδειας αυτής – Χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας – Απώλεια ή μη του σχετικού δικαιώματος. Η λήψη άδειας ανατροφής τέκνου εντός συγκεκριμένου έτους, ώστε μετά τη λήξη της να μην υπάρχει χρονικό περιθώριο λήψης και της κανονικής άδειας που δικαιούται ο δημόσιος υπάλληλος εντός του ίδιου έτους, επιφέρει απώλεια του δικαιώματος επί της τελευταίας αυτής άδειας. Σε περίπτωση, όμως, που η υπηρεσία δεν χορήγησε έγκαιρα εξ' αιτίας έκτακτων υπηρεσιακών λόγων την κανονική άδεια, παρά το ότι αυτή είχε ζητηθεί σε κατάλληλο χρονικώς σημείο, με αποτέλεσμα ο υπάλληλος να απολέσει τη δυνατότητα να λάβει και να εξαντλήσει τη κανονική του άδεια εντός του οικείου έτους, τότε η υπηρεσία οφείλει να χορηγήσει την άδεια αυτή εντός του αμέσως επομένου έτους. (πλειοψ.) Παραπομπή από την 167/2014 Γνωμ. του Ε΄Τμήματος Ν.Σ.Κ.


Β.Δ.598/1965

Περί εκτελέσεως του άρθρου 5 του Ν. 4448 του 1964 "περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας"

Ν.4700/2020- ΦΕΚ: 127/Α/29.6.2020  άρθρο 354 παρ.1: Από την έναρξη της ισχύος του Πρώτου Τμήματος του παρόντος καταργούνται: (α) το άρθρο 5 του ν. 4448/1964 (Α’ 253), (β) το β. δ. 598/1965 (Α’ 130), (γ) το άρθρο 2 του ν.δ. 442/1970 (Α’ 39), (δ) η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.δ. 1141/1972 (Α’ 64), (ε) η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 368/1976 (Α’ 164), (στ) η παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 550/1977 (Α’ 57), (ζ) η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 787/1978 (Α’ 101), (η) η παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 831/1978 (Α’ 207), (θ) η παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 1203/1981 (Α’ 249), (ι) το άρθρο 63 του π.δ. 774/1980 (Α’ 189), (ια) το άρθρο 38 του π.δ. 850/1980 (Α’ 211), (ιβ) το άρθρο 38 του π.δ. 167/2007 (Α’ 208), (ιγ) η παρ. 4 του άρθρου 107 και το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 112 του π.δ. 168/2007 (Α’ 209), (ιδ) η παρ. 4 του άρθρου 67 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

-Ν.4700/2020- ΦΕΚ: 127/Α/29.6.2020   άρθρο 357:Οι διατάξεις του Πρώτου Τμήματος αρχίζουν να ισχύουν από το επόμενο δικαστικό έτος της έναρξης ισχύος του παρόντος. Το ίδιο ισχύει και για το Κεφάλαιο 55 σε ό,τι αφορά στη λειτουργία των σχηματισμών της Ολομέλειας και την εκδίκαση των υποθέσεων από τα Τμήματα, μετά την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων τους.


ΝΣΚ/146/2004

Καταλογισμός σε βάρος υπαλλήλων Δ.Ο.Υ. Εφαρμογή των διατάξεων α) των άρθρων 56 παρ.4α, 22 και 33 του Ν 2362/1995 και των άρθρων 125, 161, 164 του ΠΔ 16/1989 και β) του άρθρου 38 παρ.4 του Ν 2683/1999.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Ι. 1. Εκ των διατάξεων α) των άρθρων 56 παρ.4α, 22 και 33 του Ν 2362/1995, β) των άρθρων 121, 161, 164 του ΠΔ 16/1989, προκύπτει ότι, οι δημόσιοι υπόλογοι και οι προς αυτούς κατά νόμον εξομοιούμενοι (DE FACTO) κατά συνδρομήν των εις τον νόμον προϋποθέσεων υπόκεινται εις καταλογισμόν, παρά των αρμοδίων οργάνων (Οικ. Επιθ/τών, Ε.Σ. - άρθρα 33, 54, 56 Ν 2362/95, άρθρο 46 ΠΔ 774/80). 2. Ομοίως, τα κατά την παρ.4α, άρθρου 56 Ν 2362/95 «υπηρεσιακά όργανα, που «εκ δόλου ή βαρείας αμελείας» εξέδωκαν παράνομες διοικητικές πράξεις ή έχουν συμπράξει στην μη τήρησι των νομίμων διαδικασιών» δια τις περιπτώσεις πληρωμής μη νομίμων δαπανών. Τούτο διότι, καθοριστικής σημασίας δια την ορθήν και νόμιμον του δημοσίου χρήματος διαχείρισι, έχει όχι μόνον αυτή αύτη αλλά, εξ ίσου, η προηγουμένη έκδοσις των σε ουσιώδη συνάφειαν τελουσών προς αυτήν (αναγκαίων) σχετικών διοικητικών πράξεων με την τήρησιν των νομίμων. Άλλως, το τότε ισχύον άρθρον 85 ΠΔ 611/77 περί ΚΔΥ θα ήτο επαρκές και η προκειμένη ρύθμισις θα ήτο, ούτω, περιττή. Εξ άλλου, εκ του αδιαστίκτου της δ/ξεως της παρ.1 άρθρου 33 Ν 2362/95 «με οποιονδήποτε τίτλον πληρωμής, αν επληρώθησαν μη νόμιμες δαπάνες, καταλογίζονται» σαφώς προκύπτει ότι, εις την έννοιαν του νόμου εμπίπτει κάθε τίτλος πληρωμής και κατά λογικήν ακολουθίαν τα εις το ιστορικόν ΑΦΕΚ η δ’ εκταμίευσις δι’ αυτών, των σχετικών ποσών επιστροφής ΦΠΑ συνιστά, αναμφιβόλως δημοσίαν δαπάνην κατά την έννοιαν του νόμου (άρθρα 22, 28 Ν 2362/95). Ο κατά τις διατάξεις των άρθρων 33, 54 και 56 παρ.4 Ν 2362/95 καταλογισμός νοητέος ο αυτός, επιβαλλόμενος δε αρμοδίως και νομίμως, υπόκειται εις την ειδικήν 20ετή παραγραφήν του άρθρου 86 παρ.3 εδ.γ’ και ιδία στ’ και τελευταίων του αυτού νόμου…. από λήξεως του οικον.έτους εν ω η εν στενή εννοία βεβαίωσις. ΙΙ. Οι εις το ιστορικόν υπάλληλοι Δ.Ο.Υ. φέρονται ότι συνετέλεσαν παρά τον νόμον, εκ βαρείας αμελείας κλπ εις την έκδοσιν τίτλων εκπτώσεως (ΑΦΕΚ) ώστε να εκταμιευθούν ποσά, από τις Δ.Ο.Υ. εις μη δικαιούχους, επί ζημία του Δημοσίου. 1. Συνεπώς, οι αυτοί υπέχουν ευθύνην αντίστοιχη-ανάλογη με την των δημοσίων υπολόγων, κατ’ άρθρον 56 παρ.4α Ν 2362/95 και καταλογίζονται κατά νόμον εν συνδυασμώ προς τις δ/ξεις των άρθρων 22 παρ.1, 2 και 33 αυτού (και άρθρα 121, 161 του ΠΔ 16/89). 2. Κατά λογικήν ακολουθίαν και εν εφαρμογή των ειδικών δ/ξεων περί Δημοσίων Υπολόγων και 20ετούς παραγραφής, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής των δ/ξεων του άρθρου 38 παρ.4 Ν 2683/99.


ΕλΣυν/Τμ.6/2753/2015

ΕΡΓΑ:Αίτηση ανάκλησης της 395/2011 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δείτερη (ΙΙ) νομική σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ορθά το Κλιμάκιο έκρινε ότι είναι κατά χρόνο αναρμόδιο να διενεργήσει προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας για τις εργασίες υπό στοιχ. α΄ και β΄ της συμπληρωματικής σύμβασης, καθόσον οι εργασίες αυτές είχαν ήδη εκτελεστεί. Περαιτέρω, αναφορικά με τις υπό στοιχείο γ΄ εργασίες, το Τμήμα κρίνει, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην τρίτη (IΙΙ) σκέψη, ότι νομίμως παρατάθηκε η προθεσμία εκτέλεσης του έργου, καθόσον η σχετική εγκριτική πράξη (1746004/14.7.2011) του Διευθυντή Παραγωγής του …. εκδόθηκε εντός ευλόγου χρόνο από τη λήξη της προηγούμενης νόμιμης παράτασής της, ύστερα από σχετική αίτηση της … η οποία υποβλήθηκε πριν από την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας, κατά παραδοχή του σχετικού προβαλλόμενου λόγου ανάκλησης. Τέλος, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην πέμπτη (V) νομική σκέψη, οι αναφερόμενες υπό στοιχείο γ΄ της συμπληρωματικής σύμβασης εργασίες, οι οποίες δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από αυτή χωρίς τη δημιουργία προβλημάτων για την αναθέτουσα αρχή, οφείλονται, κατά την κρίση του Τμήματος, σε απρόβλεπτες περιστάσεις, δηλαδή αιφνίδια πραγματικά περιστατικά, τα οποία αντικειμενικά, κατά τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής, δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, όπως βάσιμα προβάλλεται με τις υπό κρίση αιτήσεις..(..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι συνεξεταζόμενες αιτήσεις ανάκλησης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…» και της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….» πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και να ανακληθεί η 395/2011 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το μέρος που αφορά στη σύναψη της συμπληρωματικής σύμβασης για την εκτέλεση των υπό στοιχείο γ΄ εργασιών, καθώς και να υπογραφεί η επίμαχη σύμβαση για την εκτέλεση των εργασιών αυτώνΤέλος, πρέπει, λόγω της εν μέρει παραδοχής των αιτήσεων, να επιστραφεί σε καθεμιά από τις αιτούσες παράβολο ύψους είκοσι  (20,00) ευρώ (άρθρ. 54 παρ.4 π.δ. 774/1980, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 57 παρ. 3 ν.3659/2008).


ΕΣ/ΤΜ.Μ.Ε.Σ/3373/2011

Συντήρηση πλωτής γέφυρας...Με βάση τις παραδοχές αυτές της ήδη προσβαλλόμενης απόφασης, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκέψη ΙΙ), νομίμως απορρίφθηκε, ελλείψει σπουδαίου εννόμου συμφέροντος, η υπέρ της διατήρησης της ισχύος της 412/2011 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου παρέμβαση της ήδη αιτούσας εταιρείας «....», καθόσον, ενόψει της πλημμέλειας της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας που διαπιστώθηκε από το Κλιμάκιο, η οποία (πλημμέλεια) αναγόταν στη νομιμότητα της διακήρυξης του διαγωνισμού, στην προσθήκη δηλαδή σ’ αυτή ενός μη νόμιμου πρόσθετου όρου τεχνικής ικανότητας των υποψηφίων, η διατήρηση της ισχύος της πράξης αυτής του Κλιμακίου και η συνακόλουθη απόρριψη των αιτήσεων που ασκήθηκαν για την ανάκλησή της από την αναθέτουσα αρχή και την αναδειχθείσα ανάδοχο εργοληπτική επιχείρηση θα είχε ως μόνη συνέπεια την υποχρέωση της αναθέτουσας αρχής να επαναπροκηρύξει τον διαγωνισμό χωρίς τον πρόσθετο αυτό όρο τεχνικής ικανότητας, γεγονός που καθιστά το έννομο συμφέρον της τότε παρεμβαίνουσας και ήδη αιτούσας μελλοντικό και αβέβαιο και στερεί από αυτό τον χαρακτήρα του αμέσου και ενεστώτος, δοθέντος μάλιστα ότι για τη θεμελίωση «σπουδαίου εννόμου συμφέροντος» για την άσκηση αίτησης ανάκλησης ή την παρέμβαση υπέρ της διατήρησης της ισχύος της προσβαλλόμενης με αίτηση ανάκλησης πράξης δεν αρκεί το γενικό ενδιαφέρον για την τήρηση της νομιμότητας και την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, αφού τέτοιο ενδιαφέρον θα μπορούσε να επικαλεσθεί οποιοσδήποτε διοικούμενος, με συνέπεια η αίτηση ανάκλησης να μετατραπεί από ένδικο βοήθημα, που παρέχεται στους προσωπικώς θιγόμενους από το αποτέλεσμα του πρωτοβάθμιου προσυμβατικού ελέγχου (βλ. σχετ. εισηγητική έκθεση του ν. 3060/2002), σε «λαϊκή αγωγή» για την προστασία γενικών και απρόσωπων συμφερόντων. Ακολούθως, εφόσον νομίμως απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση ως απαράδεκτη η υπέρ της διατήρησης της ισχύος της 412/2011 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου παρέμβαση της ήδη αιτούσας εταιρείας «....», η εταιρεία αυτή δεν απέκτησε την ιδιότητα της παρεμβαίνουσας ενώπιον της διαδικασίας του VI Τμήματος και κατ’ επέκταση δεν νομιμοποιείται, κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω (σκέψη ΙΙΙ), στην άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναθεώρησης σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 19Α του π.δ. 774/1980, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 14 του ν. 3932/2011. Κατά τη μειοψηφούσα όμως γνώμη του Συμβούλου Γεωργίου Βοΐλη, μη νομίμως απορρίφθηκε από το Τμήμα, ελλείψει σπουδαίου εννόμου συμφέροντος, η υπέρ της διατήρησης της ισχύος της 412/2011 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου παρέμβαση της ήδη αιτούσας εταιρείας «.....», καθόσον υφίσταται σπουδαίο έννομο συμφέρον αυτής συναρτώμενο με τη βλάβη την οποία υπέστη η εν λόγω εταιρεία εκ του γεγονότος ότι αν και 4η κατά σειρά μειοδοσίας στο διαγωνισμό από τις συνολικά επτά (7) που κατέθεσαν προσφορά αποκλείστηκε, λόγω του ότι δεν πληρούσε πρόσθετο όρο τεχνικής ικανότητας τον οποίο το Κλιμάκιο έκρινε παράνομο, με συνέπεια να τεθεί εκτός διαγωνιστικής διαδικασίας, γεγονός που θεμελιώνει το προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον αυτής να τύχει δικαστικής προστασίας από το Ελεγκτικό Συνέδριο με βάση τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 και 98 παρ. 1 περ. β΄ του Συντάγματος και 19 Α (όπως ισχύει) του π.δ. 774/1980, η κρίση δε από το Ελεγκτικό Συνέδριο της νομιμότητας αποκλεισμού μιας εταιρείας από διαγωνιστική διαδικασία αποτελεί θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα και κρίνεται αυτοτελώς, δηλαδή άσχετα από την πιθανολογούμενη, μετά την τυχόν ακύρωση αυτής από το Ελεγκτικό Συνέδριο, εξέλιξη, ήτοι ανάθεση σε άλλον υποψήφιο, επανάληψη ή ματαίωση του διαγωνισμού, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε η διεξάγουσα τον διαγωνισμό δημόσια αρχή να αποκλείει υποψηφίους αναδόχους και αυτοί να μην μπορούν να προβάλλουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο τις νόμιμες αντιρρήσεις τους και να τύχουν της παραπάνω δικαστικής προστασίας με μόνο επιχείρημα την μη επανάληψη του επίμαχου διαγωνισμού, γεγονός που δεν συνάδει με την προεκτεθείσα συνταγματική αρχή για την παροχή πλήρους και κυρίως αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στα φυσικά και νομικά πρόσωπα της χώρας όταν θίγονται έννομα συμφέροντά τους, όπως είναι, εν προκειμένω, ο αποκλεισμός της ανωτέρω εταιρείας από διαδικασία διαγωνισμού.


ΝΣΚ/490/2002

Δημόσιος τομέας. Διορισμός υπαλλήλων. Νομιμότητα ατομικών διοικητικών πράξεων. Διενέργεια δημοσιονομικού ελέγχου.(..)Κατάσταση : Εν μέρει αποδεκτή 
Ι. Δια της ρυθμίσεως της διατάξεως του άρθρου 14 παρ.20 του Ν 2266/94 (ως αντικατεστάθη δια του άρθρου 5 παρ.1 του Ν 2839/2000), ευεργετικής και, προδήλως, κοινωνικού χαρακτήρος, ο νομοθέτης απέβλεψε στην προστασία της οικογενείας των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, γενικώς, όχι μόνον των επί σχέσει δημοσίου, αλλά και των με σχέση ιδιωτικού δικαίου (Γν. ΝΣΚ 141/2002 ΙΙ. Α1). ΙΙ. 1) Δια των δ/ξεων των άρθρων 8,62,66,67,69 του ΠΔ 30/96 ρητώς ορίζεται ότι, οι ατομικές διοικητικές πράξεις του Νομάρχου είναι εκτελεστές αφότου εκδοθούν, υποκείμενες σε προσφυγή ενώπιον του Γεν.Γραμ. Περιφερείας εντός αποκλειστικής προθεσμίας –από δημοσιεύσεώς των, μεθ ο καθίστανται αμετάκλητες. 2) Κατά γενικήν δε αρχήν του διοικητικού δικαίου, οι διοικητικές αρχές, μεταξύ δε αυτών και οι πάρεδροι και οι επίτροποι του Ελεγ.Συνεδρίου κατά την διενέργειαν του προληπτικού ελέγχου των δαπανών του Κράτους, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ (άρθρα 17 παρ.1 εδ.β’, 14 παρ.2, 21 του Ορ. Του Ελ.Σ. (ΠΔ 774/1980) δεν μπορούν να ελέγξουν παρεμπιπτόντως, την νομιμότητα των ατομικών διοικητικών πράξεων, (ιδία που στηρίζουν το χρηματικό ένταλμα ή άλλον τίτλον πληρωμής) οι οποίες και αν ακόμη δεν είναι σύννομες, παράγουν όλες τις έννομες συνέπειές τους και θεωρούνται ως έγκυρες, εφ όσον δεν ανεκλήθησαν από την Διοίκησι ή δεν ηκυρώθησαν με δικαστικήν απόφασι. 3) Συνεπώς, εις το τιθέμενον ερώτημα προσήκει κατά πλειοψηφίαν απάντησις ότι: 1) Ο εις το ιστορικόν διορισμός, παρά του Νομάρχου Τρικάλων, δημοσιευθείς εις ΦΕΚ και, μετά την πάροδον της αποκλειστικής προθεσμίας του νόμου μη αμφισβητηθείς, ουδέ ανακληθείς ή ακυρωθείς έχει το τεκμήριον της νομιμότητος και παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματα νομίμου πράξεως. 2) Εν όψει δε τούτου οι διοικητικές αρχές, εν αις και ΥΔΕ, δεν μπορούν να ελέγξουν παρεμπιπτόντως, την νομιμότητά του. (πλειοψ.) ΑΠΟΔΕΚΤΗ ως προς το 1ο ερώτημα - ΜΗ ΑΠΟΔΕΚΤΗ ως προς το 2ο ερώτημα.


ΕΣ/ΤΜ.6/1890/2010

Έργο- έλεγχος σχεδίου συμβάσεως:.Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά με την προεκτεθείσα νομική σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι η αναγραφή στην εγγυητική επιστολή του διακριτικού τίτλου («...») της εταιρείας «...» δεν προκαλεί σύγχυση ως προς την ταυτότητά της, δεδομένου ότι αναγράφεται και η διεύθυνση στην οποία στεγάζεται η έδρα αυτής, στοιχεία τα οποία είναι ίδια με τα αναγραφόμενα στο ιδιωτικό συμφωνητικό συστάσεως της ομόρρυθμης εταιρείας «....», και, συνεπώς, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι η προσκομισθείσα εγγυητική επιστολή εξεδόθη υπέρ αυτής. Επίσης, η θέση στις σχετικές υπεύθυνες δηλώσεις σφραγίδας με το διακριτικό τίτλο της εταιρίας, η οποία περιλαμβάνει και στοιχεία όπως τη διεύθυνση, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου και τα τηλέφωνα αυτής δεν δύναται να προκαλέσει σύγχυση αναφορικά με την εταιρία που αφορούν, ενώ το ονοματεπώνυμο του διαχειριστή αυτής ..., ο οποίος υπογράφει τις υπεύθυνες δηλώσεις, προκύπτει από το περιεχόμενο της κάθε υπεύθυνης δήλωσης. Ως εκ τούτου, μη νομίμως έγινε δεκτή η ως άνω ένσταση και αποκλείστηκε η πρώτη μειοδότρια «...», κατά τα ορθώς κριθέντα με την προσβαλλόμενη πράξη του Κλιμακίου, απορριπτομένων των περί αντιθέτου προβαλλομένων με τις υπό κρίση αιτήσεις ως αβασίμων.Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχει λόγος ανάκλησης της 142/2010 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και μη νόμιμα με την 101/2010 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής αποκλείσθηκε η πρώτη μειοδότρια «...», συνακόλουθα δε οι υπό κρίση αιτήσεις, με τις οποίες υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες και να διαταχθεί η κατάπτωση υπέρ του Δημοσίου του κατατεθέντος παραβόλου από την αιτούσα κοινοπραξία (άρθρο 56 παρ. 4 π.δ.774/1980, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 57 παρ. 3 ν.3659/2008).


ΕΣ/ΤΜ.1/125/2010

Καταβολή ημερομισθίων :Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι η πρόσληψη των φερόμενων ως δικαιούχων των επίμαχων ενταλμάτων με τη διαδικασία του άρθρου 209 του ανωτέρω Κώδικα δεν είναι νόμιμη, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας του Επιτρόπου. Ως εκ τούτου, είναι αβάσιμοι οι ισχυρισμοί του Δήμου ....., που προβλήθηκαν κατά την επιστροφή των ενταλμάτων στον διαφωνούντα Επίτροπο, αφού οι εργασίες που εκτελέστηκαν συνιστούν αποκλειστικά εργασίες συντήρησης πρασίνου σε κοινόχρηστους χώρους του ως άνω Δήμου, για τις οποίες δεν απαιτείται τεχνική γνώση και έκτακτη επέμβαση από εξειδικευμένο προσωπικό, όπως προαναφέρθηκε. Λαμβανομένης δε υπόψη της παρανομίας στη διαδικασία πρόσληψης των φερόμενων ως δικαιούχων παρέλκει η εξέταση της αιτίασης του Επιτρόπου ότι δεν προκύπτει η φύση και η ποσότητα των έκτακτων αναγκών, για την εξυπηρέτηση των οποίων προσελήφθη το ανωτέρω προσωπικό, εφόσον οι διατάξεις του άρθρου 209 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, που προβλέπουν την πρόσληψη προσωπικού για τις έκτακτες ανάγκες των δήμων, που εκτελούνται με αυτεπιστασία δεν εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού δεν πρόκειται για εκτέλεση έργου αλλά για εργασίας. Εξάλλου, αλυσιτελώς προβάλλεται και ο ισχυρισμός του Δήμου ότι δεν επαρκούν οι εργαζόμενοι στο Δήμο υπάλληλοι, για την εκτέλεση της ως άνω εργασίας, εφόσον ανεξαρτήτως του γεγονότος αν υπηρετεί επαρκές προσωπικό στο Δήμο για την εκτέλεση της  εργασίας αυτής, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου για την πρόσληψη από το Δήμο του εν λόγω έκτακτου προσωπικού. Όμως, τα αναφερόμενα στην πράξη επιστροφής σχετικά με το γεγονός ότι η εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών με αυτεπιστασία δεν αποδεικνύεται ότι είναι οικονομικά συμφερότερη για το Δήμο ανάγονται στο ουσιαστικό μέρος της δαπάνης, για το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 6 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ/γμα 774/1980, ΦΕΚ 189 Α΄) σχετικές αμφιβολίες του Επιτρόπου δεν κωλύουν τη θεώρηση του εντάλματος, μετά την οποία ανακοινώνεται η υπόθεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.   Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες δεν είναι νόμιμες και τα χρηματικά αυτά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.