ΝΣΚ/179/2018
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Εποπτεία επί ιδρύματος, το οποίο ο διαθέτης όρισε με διάταξη τελευταίας βούλησης ως κοινωφελές και συστάθηκε ως εκκλησιαστικό με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Το ίδρυμα, για το οποίο ο διαθέτης κατέλιπε το έτος 2001 περιουσία με διάταξη τελευταίας βούλησης προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένου κοινωφελούς σκοπού, υπόκειται στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 και τώρα του ν. 4182/2013 (ομόφ.). Η εποπτεία επί της καταλειφθείσας περιουσίας μετά τη σύσταση εκκλησιαστικού ιδρύματος με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ασκείται από τον Υπουργό των Οικονομικών. Πρέπει να ασκηθεί από την εποπτεύουσα αρχή αίτηση στο αρμόδιο δικαστήριο, προκειμένου να οριστεί ο επωφελέστερος τρόπος αξιοποίησης της καταλειφθείσας περιουσίας (πλειοψ.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/33/2023
ΔΟΜΗΣΗ-ΟΡΟΙ ΔΟΜΗΣΕΩΣ-ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ: Ερωτάται εάν η Διεύθυνση Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας ήταν, ενόψει της διάταξης του άρθρου 25 του ν.4122/2013, αρμόδια για την έκδοση της υπ΄αριθμ. 2551/3.6.1998 οικοδομικής άδειας «ανεγέρσεως Εκκλησιαστικού Γηροκομείου μετά παρεκκλησίου Αγίου Παντελεήμονος στη Νάξο». (...) Η Διεύθυνση Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας δεν ήταν, ενόψει της διάταξης του άρθρου 25 του ν.4122/2013, αρμόδια για την έκδοση της υπ’ αριθμ. 2551/3.6.1998 ενιαίας οικοδομικής άδειας «ανεγέρσεως Εκκλησιαστικού Γηροκομείου μετά παρεκκλησίου Αγίου Παντελεήμονος στη Νάξο», αλλά ήταν αρμόδια για την έκδοση οικοδομικής άδειας ανέγερσης μόνο αναφορικά με το παρεκκλήσιο του Αγίου Παντελεήμονος, ενώ η οικοδομική άδεια ανέγερσης του Εκκλησιαστικού Γηροκομείου ανήκε στην κατά τόπο αρμόδια ΥΔΟΜ του Δήμου Νάξου. Τούτο συνάγεται από την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 47 παρ. 2 ν. 590/1977, “Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας”, στην οποία η μεταβατικού χαρακτήρα, εισάγουσα εξαιρετικό δίκαιο, και, ως εκ τούτου, στενά ερμηνευτέα διάταξη του άρθρου 25 ν. 4122/2013 παραπέμπει, σε συνδυασμό με την έννοια του «κτίσματος του Ιερού Ναού», όπως αυτή απαντάται στη θεωρία, τα νομοθετικά κείμενα και τη νομολογία (κατά πλειοψηφία).
5412/2703/2024
Τροποποίηση και κωδικοποίηση του Κανονισμού συστάσεως και λειτουργίας του εκκλησιαστικού ιδρύματος υπό την επωνυμία «Γραμματεία Καταπολέμησης Ανθρωπιστικής Κρίσης - Εκκλησιαστικόν Ίδρυμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών» (Β’ 1634/ 2016), και μετονομασία αυτού υπό την επωνυμία: «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ - ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΑΘΗΝΩΝ».
ΝΣΚ/18/2020
Έγκριση από το ΥΠ.ΠΟ.Α. της πρόσληψης σε Ιδιωτικά Μουσικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα μουσικοδιδασκάλων αποφοίτων της Σχολής Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής του Ωδείου Αθηνών - Εκπαιδευτική και διοικητική εποπτεία της Σχολής.Είναι σύννομη η έγκριση της πρόσληψης σε Μουσικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, διδακτικού προσωπικού το οποίο κατέχει μη θεωρημένους από το ΥΠ.ΠΟ.Α. τίτλους σπουδών, οι οποίοι εκδόθηκαν από τη Σχολή Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής του Ωδείου Αθηνών σε χρονικό διάστημα που η Σχολή τελούσε υπό την εποπτεία της Ιεράς Συνόδου και του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 182/1936 και του εκδοθέντος σε εκτέλεσή του β.δ. της 10.11.1936 (ομόφωνα).
ΝΣΚ/62/2019
Διορισμός συγγενή του ιδρυτή-διαθέτη στη θέση του Προέδρου Κοινωφελούς Ιδρύματος, σύμφωνα με ιδιόγραφη διαθήκη του.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
1. Για την ανάδειξη του Προέδρου του ανωτέρω Ιδρύματος, πρέπει να εφαρμόζεται το, σύμφωνα με την αντίστοιχη διάταξη της διαθήκης, άρθρο 3 του Οργανισμού του Ιδρύματος, που ορίζει ότι ως μέλη της Επιτροπής προτιμώνται πάντοτε κάτοικοι της Πάργας, ως Πρόεδρος δε της Επιτροπής εκλέγεται ένας εκ των εχόντων συγγένεια με τον διαθέτη, μελών της Επιτροπής, κατοίκων ως άνω. 2. Αποκλείεται να συμμετέχει στη διοίκηση του Ιδρύματος, ενδιαφερόμενη για τη θέση του Προέδρου της Διαχειριστικής Επιτροπής, ανεξαρτήτως της επικαλούμενης μακρινής συγγενείας της με το διαθέτη, εφόσον δεν είναι μόνιμη κάτοικος Πάργας. 3. Αν και εν προκειμένω δεν διαπιστώνεται διάσταση περιεχομένου ανάμεσα στη βούληση του διαθέτη και τους ορισμούς του Οργανισμού του Ιδρύματος σε σχέση με τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει ο Πρόεδρός του, σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αμφισβήτηση για την ερμηνεία της διαθήκης ως προς τη διοίκηση της καταλειφθείσας με αυτή κοινωφελούς περιουσίας, μπορεί να αρθεί, είτε δικαστικώς είτε δια της νομοθετικής οδού, που θα είχε το χαρακτήρα της τροποποίησης ή αντικατάστασης του άρθρου 3 του Οργανισμού του Ιδρύματος (ομόφ.).
ΝΣΚ/214/2006
Μεταβίβαση περιουσίας σε συσταθέν ίδρυμα. Δυνατότητα εκποίησης περιουσιακών στοιχείων μέχρι θανάτου ιδρυτή. Διαδικασία. Εποπτεία Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Η αφιερωθείσα με τη συμβολαιογραφική πράξη συστάσεως του Ιδρύματος ακίνητη περιουσία πρέπει να μεταβιβασθεί με συμβολαιογραφικά έγγραφα, που θα μεταγραφούν, και τις περιλήψεις αυτών συντάσσει ο συμβ/φος. Οφείλονται κατ’ αρχήν δικαιώματα συμβολαιογράφου, φύλακα υποθηκών και Ταμείου Νομικών. Σε περίπτωση εκποιήσεως ακινήτων από τον ιδρυτή πριν από τη μεταβίβασή τους στο ίδρυμα, θα εφαρμοσθούν όσα ορίζονται σχετικά στη συστατική πράξη και όχι στον ΑΝ 2039/1939.
ΕΣ/ΤΜ.4/1997/2006
Διαχείριση κληροδοτήματος...Από όλα όσα προεκτέθηκαν καθίσταται σαφές ότι το υπέρ ου ο καταλογισμός Κληροδότημα, δεν αποτελεί αυτοτελές ίδρυμα με νομική προσωπικότητα, αφού έχει καταλειφθεί σε υφιστάμενο νομικό πρόσωπο – τον Ιερό Ναό ..., που είναι ν.π.δ.δ. (βλ. άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 590/1977 «περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» - φ. 146, Α΄) – και η διαχείρισή του έχει ανατεθεί στο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, ήτοι στο αρμόδιο για τη διοίκηση και της υπόλοιπης περιουσίας του Ναού όργανο (βλ. άρθρα 7 επομ. του Κανονισμού 8/1979 «περί Ιερών Ναών και Ενοριών» της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος – φ. 1, Α΄/1980). Κατά συνέπεια, το Κληροδότημα στερείται της ικανότητας να διεξάγει ιδίω ονόματι την παρούσα δίκη. Ωσαύτως διάδικος δεν μπορεί, παρά την κλήτευσή της, να καταστεί ούτε η Περιφέρεια ... προεχόντως διότι πρόκειται για αποκεντρωμένη δημόσια υπηρεσία (βλ. τα άρθρα 61 του ν. 1622/1986 και 1 παρ. 1 του ν. 2503/1997), ανήκει, δηλαδή, στο νομικό πρόσωπο του Κράτους, το οποίο και εκπροσωπείται στη δίκη από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Όσον αφορά, όμως, τον ίδιο τον Ιερό Ναό ...., είναι προφανές ότι, εφόσον είναι το νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει καταληφθεί το Κληροδότημα, εξαρτά έννομο συμφέρον από την έκβαση της ανοιγείσας με την ένδικη έφεση δίκης και, επομένως, έπρεπε, ως τρίτος, να κλητευθεί στη συζήτησή της. Τούτων δοθέντων και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου αντίγραφο της έφεσης να κοινοποιηθεί, με επιμέλεια της Γραμματείας του Τμήματος, στον εν λόγω Ναό και ο τελευταίος να κλητευθεί στη δικάσιμο που θα οριστεί για τη συζήτηση της έφεσης αυτής.
ΝΣΚ/165/2018
Νομιμοποίηση του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμης εταιρείας, το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανήκε στο σύνολό του σε ήδη θανόντες και διαθέτες περιουσίας υπέρ κοινωφελούς σκοπού, για την αξιοποίηση ακινήτου ιδιοκτησίας της εταιρείας με μακροχρόνια μίσθωση – Άδεια του αρμοδίου Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ως ασκούντος την εποπτεία εκκαθάρισης κοινωφελών περιουσιών – Επιτρεπτό ορισμού εκτελέστριας διαθήκης, υπό την ιδιότητά της αυτή, ως Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ίδιας εταιρείας.α) Το Διοικητικό Συμβούλιο ανώνυμης εταιρείας, το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανήκε στο σύνολό του σε θανόντες, διαθέτες περιουσίας υπέρ κοινωφελούς σκοπού, και συγκεκριμένα για τη σύσταση ιδρύματος, το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει συσταθεί, δύναται να αξιοποιήσει ακίνητο ιδιοκτησίας της εταιρείας με μακροχρόνια εκμίσθωσή του. β) Για την ως άνω εκμίσθωση απαιτείται άδεια του αρμοδίου Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ως ασκούντος την εποπτεία εκκαθάρισης κοινωφελών περιουσιών. γ) Η εκτελέστρια της διαθήκης υπό την ιδιότητά της ως εκπροσώπου του δικαιούχου του συνόλου των μετοχών της ανωνύμου εταιρείας, μπορεί να οριστεί Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας (πλειοψ.). Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
ΝΣΚ/343/2003
Εκποίηση ακινήτου Φιλανθρωπικού Ιδρύματος με την επωνυμία «Γηροκομείον Λαζάρου και Αθηνάς Α. Ρίζου». Εποπτεία και έλεγχος της διαχείρισης της περιουσίας αυτού.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Όσο αφορά την εποπτεία επί Γηροκομείων (ήδη Μ.Φ.Η.) που αποτελούν ιδρύματα και επιδιώκουν κοινωφελή σκοπό, αυτή ανήκει στον Υπουργό των Οικονομικών, ο οποίος ασκεί και τον έλεγχο των πράξεων διοικήσεως και διαχειρίσεως, εφόσον δεν ορίζεται σχετικώς στη συστατική πράξη, ενώ, η εποπτεία του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που ησκείτο κατ’ άρθρα 1 παρ.1 και 6 παρ.2 του ΝΔ 1118/1972 και 15 του Π. Δ/τος 692/1979 και η οποία ήδη ασκείται από την αρμόδια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση κατ’ άρθρο 14 της, κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων των παρ. 2 και 5 του άρθρου 1 του Ν 2345/1995, εκδοθείσης με αριθμό Π4Β/οικ 3176/1996 απόφασης του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην «…παροχή οργανωμένων υπηρεσιών, κατά την έννοια της παρ.1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου» (άρθρο 3 παρ.1 του Ν 2345/1995), ήτοι στην πιστή εφαρμογή των διατάξεων αναφορικά με την έκδοση της απαιτούμενης άδειας λειτουργίας, τον έλεγχο των προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας ως προς τα εξυπηρετούμενα πρόσωπα και το περιεχόμενο των παρεχομένων προς αυτά υπηρεσιών και ευκολιών, τους απαιτούμενους γενικά χώρους και τα θέματα της κατάλληλης διαρρύθμισης των κτιρίων κλπ (άρθρο 1 παρ.2 του Ν 2345/1995), καθώς και την επίβλεψη και τη συνεχή παρακολούθηση των υπηρεσιών που παρέχονται από τους ως άνω φορείς ως προς την ποιότητα και την επάρκεια αυτών (άρθρο 1 παρ.4 του Ν 2345/1995).
ΝΣΚ/219/2017
Αρμοδιότητα των ΟΤΑ α΄ βαθμού για την άσκηση εποπτείας επί των φιλανθρωπικών σωματείων και ιδρυμάτων.(..)1. Στους Δήμους περιήλθε από τις 1-1-2011, η άσκηση εποπτείας επί των φιλανθρωπικών σωματείων που η λειτουργία τους εκτείνεται εντός των ορίων της χωρικής τους αρμοδιότητας και των ιδρυμάτων που έχουν αυτά συστήσει, προκειμένου να παρέχουν υπηρεσίες οργανωμένης περίθαλψης (άρθρο 94 παρ. 3Β περ. 11 του ν. 3852/2010). Στην εποπτεία, η οποία αφορά στον έλεγχο των πράξεων διοίκησης και διαχείρισης της περιουσίας των ιδρυμάτων αυτών - και δεν πρέπει να συγχέεται με τον έλεγχο των προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας τους, ως φορέων κοινωνικής πρόνοιας – περιλαμβάνεται και η έγκριση του προϋπολογισμού τους. Ειδικότερα η εποπτεία αυτή διέπεται από το ν. 281/1914 (που δεν καταργήθηκε), το ν.δ. 1111/1972, που περιλαμβάνει ειδικότερες ρυθμίσεις για τα ειδικώς αναγνωρισμένα φιλανθρωπικά σωματεία (άρθρα 18-27) και συμπληρωματικά από τα άρθρα 78 επ. του Α.Κ. (περί σωματείων). 2. Αναφορικά με τα ιδρύματα του άρθρου 6 του ν.δ. 1111/1972 εφαρμόζονται οι διατάξεις του - εκδοθέντος κατά τα άρθρα 108 επ. του Α.Κ. και 6 του ν.δ. 1111/1972 – διατάγματος, περί εγκρίσεως της σύστασης εκάστου φιλανθρωπικού ιδρύματος και κύρωσης του οργανισμού του. 3. Στους Δήμους έχει περιέλθει ομοίως και η αρμοδιότητα παρακολούθησης και ελέγχου των επιχορηγήσεων γενικώς σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς (ομόφ)..
ΝΣΚ/34/2023
Ερωτάται: Α) Εάν είναι δυνατή η εφαρμογή της διάταξης της περ. ε΄ της παρ.4 του άρθρου 2 του ν. 4182/2013 που προβλέπει την, κατόπιν έκδοσης υπουργικής απόφασης, υπαγωγή στην εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών των κοινωφελών περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, μετά την προηγηθείσα εκκαθάριση ως ανώτερη των 10.000.000 ευρώ, στην περίπτωση του ιδρύματος «Χ….», του οποίου η αρμοδιότητα εποπτείας, με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. 2873/2000, εκδοθείσα κ.υ.α. 1080662/1461/Α0006/8-10-2002 (Β΄ 1330) είχε μεταβιβαστεί στον (τότε) Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, εν συνεχεία δυνάμει των διατάξεων του ν. 3852/2010 στον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατόπιν και μετά την κατάργηση της σχετικής διάταξης με την παρ.1 του άρθρου 28 του ν. 4325/2015 και την σύσταση σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση θέσης Προϊσταμένου που έφερε τον τίτλο «Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης» στον Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης και , ήδη, μετά την προσθήκη δυνάμει του άρθρου 63 του ν. 4954/2022 στο άρθρο 6 του ν. 3852/2010 νέου άρθρου 6Α, που προβλέπει ότι σε κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση προΐσταται Γραμματέας, στον Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Β) Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο προηγούμενο σκέλος του ερωτήματος, με βάση ποιό κριτήριο γίνεται η εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας (αντικειμενική αξία ή εμπορική) και Γ) εάν ο πρόσφατος ισολογισμός των κοινωφελών περιουσιών των Ιδρυμάτων αποτελεί ασφαλές κριτήριο για την υπαγωγή τους στην αρμοδιότητα εποπτείας του Υπουργού Οικονομικών.(...)Α) Ο νομοθέτης, στα πλαίσια άσκησης της εξουσίας του και της συνταγματικά επιτρεπτής διακριτικής του ευχέρειας, επαναξιολογώντας τον τρόπο υλοποίησης της συνταγματικής υποχρέωσης για διασφάλιση της βούλησης των δωρητών και διαθετών κοινωφελών περιουσιών, προέκρινε, προκειμένου για τις μεγάλης αξίας κοινωφελείς περιουσίες, την άσκηση της κρατικής εποπτείας δια του Υπουργού Οικονομικών, ως προσφορότερου τρόπου για την εξυπηρέτηση του υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος σκοπού. Το γεγονός ότι στο παρελθόν, υπό την ισχύ του παλαιότερου νομοθετικού πλαισίου του α.ν. 2039/1939 και του ν. 2873/2000, υπήρξε, με την από 8.10.2002 κ.υ.α., μερική μεταβίβαση της αρμοδιότητας εποπτείας της κεντρικής διοίκησης (Υπουργού Οικονομικών) προς τις περιφερειακές κρατικές υπηρεσίες (Γεν. Γραμματέα τότε Περιφέρειας) επί συγκεκριμένων και περιοριστικώς σε κατάλογο αναφερομένων κοινωφελών περιουσιών (ιδρυμάτων και κληροδοτημάτων), δεν κωλύει τον νομοθέτη να προβεί σε αναδιοργάνωση του εν γένει συστήματος εποπτείας, επαναφέροντας αρμοδιότητα στην κεντρική διοίκηση, εφόσον αυτό προκρίνει ως επωφελέστερο για τον σκοπό αυτό, ούτε επιβάλλει στον νομοθέτη την εσαεί διατήρηση μερικής εποπτείας των συγκεκριμένων κοινωφελών περιουσιών, μέσω των περιφερειακών κρατικών υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση του ιδρύματος του ερωτήματος, είναι δυνατή η, μετά από έκδοση σχετικής ειδικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών , υπαγωγή του Ιδρύματος Γ. και Α.Χ. στην εποπτεία του. Ως προς τα ζητήματα που τίθενται με το Β΄ και Γ΄ σκέλος του ερωτήματος, με τις περί μητρώου διατάξεις των άρθρων 12 έως και 14 του νέου Κώδικα (ν. 4182/2013) , που ικανοποιούν την συνταγματική επιταγή της παρ. 3 του άρθρου 109 Σ, για τη σύνταξη κεντρικού και αποκεντρωμένων μητρώων κοινωφελών περιουσιών, ο νομοθέτης έθεσε τις γενικές αρχές και κατευθύνσεις ως προς τον τρόπο τήρησης και λειτουργίας των μητρώων κοινωφελών περιουσιών. Ειδικότερα, ως προς τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων, η παρ. 4 του άρθρου 13 ρητά αναφέρει ότι, κατά τη σχετική καταχώριση στο μητρώο, λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική ή φορολογητέα αξία τους, προκειμένου δε για την επικαιροποίησή της, απαιτείται υποχρεωτικά η αναφορά της φορολογητέας αξίας κάθε ακινήτου στον ετήσιο ισολογισμό. Η Διοίκηση, συνεπώς, για τον υπολογισμό και την επικαιροποίηση της αξίας των ακινήτων των κοινωφελών περιουσιών, υποχρεούται να εφαρμόζει τις, κατά περίπτωση, ισχύουσες διατάξεις του ν.4182/2013 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε ισχύουσες εγκύκλιες οδηγίες. Η καταλληλότητα ή το πρόσφορον του ισολογισμού, ως μέσου αποδεικτικού της αξίας περιουσιακών στοιχείων κοινωφελών περιουσιών, αποτελεί ζήτημα τεχνικό και αναγόμενο στην ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης (ομόφωνα).